1. Αυτά που ζει ο λαός το τελευταίο διάστημα στη χώρα μας δεν αποτελούν κάτι το «συγκυριακό». Αποτελούν συνέχεια, στη σημερινή φάση, της πολιτικής του συστήματος της εκμετάλλευσης και της εξάρτησης, και των κυβερνήσεων του, ενάντια στα εργατικά, στα λαϊκά και νεολαιίστικα δικαιώματα και κατακτήσεις. Ενάμιση χρόνο μετά την ανάληψη της διαχείρισης του συστήματος απ΄ τη Ν.Δ., και έναν χρόνο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, βλέπουμε την προσπάθεια να θεσμοθετηθούν πολύ σοβαρές «εκκρεμότητες» της επίθεσης - εκκρεμότητες δεκαετιών - ενάντια στο λαό. Με στόχο να ενταφιάσουν κάθε τι που να θυμίζει «ΔΙΚΑΙΩΜΑ», κάθε κατάκτηση αγώνων, παλαιότερων περιόδων. Στη δουλειά και στις εργασιακές σχέσεις. Στην εκπαίδευση. Στην περίθαλψη και στην ασφάλιση. Στα δημοκρατικά δικαιώματα και στα μέσα που διαθέτει ο λαός για ν΄ αγωνίζεται. Και σ΄ αυτό η κυβέρνηση δεν «κρύβεται» και δηλώνει ωμά πως «πρέπει να τελειώνουμε μ’ όλους αυτούς τους «αναχρονισμούς»», όπως αποκαλεί τις κατακτήσεις και τα δικαιώματα, αλλά και τους αγώνες για την απόκτησή τους. Εκεί εντάσσονται οι νέοι αντεργατικοί νόμοι – αυτοί που πέρασε, κι αυτοί που ετοιμάζει – ο νόμος έκτρωμα των Κεραμέως - Χρυσοχοϊδη για τα Πανεπιστήμια, αλλά και οι σκληροί ταξικοί φραγμοί, ο νόμος για την απαγόρευση και τον περιορισμό των διαδηλώσεων, η νέα επίθεση στο δικαίωμα στην Ασφάλιση, που ετοιμάζεται. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση προσπαθεί να κάνει την πανδημία, «ευκαιρία», θέλοντας το λαό κλεισμένο στο σπίτι του (ή σε εργασιακούς χώρους – γαλέρα), και τη νεολαία μακριά από σχολεία και σχολές – και πολύ περισσότερο από διαδικασίες συνελεύσεων – με περιορισμούς και «απαγορεύσεις κυκλοφορίας», οι οποίες δεν αποτελούν καν απάντηση στην πανδημία, όπως δείχνει η ίδια η ολόένα και χειρότερη πραγματικότητα. Γίνεται όλο και πιο ορατό το γεγονός πως οι συνεχείς και παρατεινόμενοι περιορισμοί και οι απαγορεύσεις μετακίνησης, γίνονται με πρόσχημα την πανδημία, και όχι για την καταπολέμηση της! Αντιμετωπίζει το λαό με το «βούρδουλα», με τις δυνάμεις καταστολής, με το ξύλο, τις συλλήψεις, τις διώξεις και τις αύρες, στις κινητοποιήσεις του, και με την αστυνομοκρατία και τα πρόστιμα στην καθημερινότητά του, σε πόλεις και σε συνοικίες. Η πανδημία ωστόσο, την ίδια στιγμή που αποτελεί γιαυτήν «ευκαιρία», της γίνεται και «βραχνάς». Όχι γιατί ενδιαφέρεται για το λαό, για την υγεία και τη ζωή του, ο οποίος βρίσκεται εκτεθειμένος κι αφημένος στην «τύχη του», σ΄ ένα άθλιο σύστημα περίθαλψης, και σε χώρους δουλειάς και Μ.Μ.Μ., υγειονομικές βόμβες. Αλλά λόγω των συνεπειών της, τόσο στο επίπεδο της καπιταλιστικής οικονομίας στη χώρα, όσο και στο πώς αντανακλά η διεθνής διάσταση της και οι ανταγωνισμοί που τροφοδοτεί, στην εξαρτημένη Ελλάδα. Ας θυμηθούμε που πήγαν οι «φιλοδοξίες» της ντόπιας αστικής τάξης για μια «άλλη Ελλάδα», δια στόματος Πισσαρίδη. Που πήγε το αφήγημα περί «ανάπτυξης», ή η αναμονή οικονομικής στήριξης απ΄ τους ιμπεριαλιστές, η ακόμα και η επιδίωξη για αποκατάσταση σχέσεων με τμήματα των μεσοστρωμάτων, μετά από μια πανδημία, της οποίας την εξέλιξη και τη διάρκεια δεν εκτίμησαν. Την ίδια στιγμή, για το λαό, το «αυριανό» τοπίο προδιαγράφεται δυσοίωνο, αν δεν αντισταθεί, αν δεν αγωνιστεί και διεκδικήσει. Οι συνέπειες της πανδημίας στο κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο θα επιδιωχθεί να φορτωθούν στους εργαζόμενους και στο λαό. Το φάσμα της ανεργίας θα διευρυνθεί. Οι εργασιακές σχέσεις θα γίνουν πολύ πιο μελανές. Το «τοπίο» στην εκπαίδευση θ’ αλλάξει άρδην σε βάρος της νεολαίας και των εργαζόμενων σ΄ αυτή. Και για να περάσει την πολιτική της, αλλά και για να θωρακιστεί μπροστά σε αντιστάσεις και ξεσπάσματα, η κυβέρνηση καταφεύγει στην ωμή βία και καταστολή, μη τηρώντας καν τα προσχήματα, γιατί δεν θέλει το λαό και τη νεολαία στους δρόμους, να διαδηλώνουν, να κινητοποιούνται και να διεκδικούν! Και δεν τους θέλει και για έναν ακόμα πολύ σημαντικό λόγο. Για να μπορεί να εξυπηρετεί «ανενόχλητη» τα πολεμοχαρή σχέδια των αμερικανο-ΝΑΤΟϊκών ιμπεριαλιστικών αφεντικών της, για την περιοχή, για να μετατρέπει παραπέρα τη χώρα σε ορμητήριό τους, για να ευθυγραμμίζεται με τα σχέδια αυτά χωρίς «ενοχλήσεις» απ΄ το λαό και το κίνημα. Ας θυμηθούμε και τα προβλήματα που τους δημιουργούσαν, οι μαζικές αντιπολεμικές κινητοποιήσεις των προηγούμενων χρόνων, σ’ ολόκληρη τη χώρα, ή εναντία στις Βάσεις και το στρατό των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ. Η φασιστικοποίηση της κυρίαρχης πολιτικής, έτσι, εξυπηρετεί και την ιμπεριαλιστική εξάρτηση και τροφοδοτείται απ΄ αυτή.
2. Η κατάσταση στον κόσμο και στην «ιδιαίτερη» περιοχή μας, παραμένει έκρυθμη και εξαιρετικά εύφλεκτη. Η νέα διαχείριση Μπάιντεν στις ΗΠΑ αναζητά τρόπους απάντησης των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός απέναντι στους ανταγωνιστές του (Ρωσία – Κίνα), αλλά και στους «συμμάχους» - ανταγωνιστές της Ε.Ε. Μια κατάσταση που τα «μπλοκαρίσματα» του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού κάθε άλλο παρά σε κινήσεις «ύφεσης» οδηγούν, αλλά αντίθετα γεννούν νέους κινδύνους για τους λαούς, νέους τυχοδιωκτισμούς, νέα μέτωπα αντιπαράθεσης, νέες πολεμικές αναφλέξεις. Ένα πρόσφατο «δείγμα» είδαμε ήδη με τους νέους φονικούς βομβαρδισμούς των ΗΠΑ στη Συρία, ενώ ενδεικτική είναι και η ένταση και η οξύτητα της τελευταίας αντιπαράθεσης ΗΠΑ-Ρωσίας σε φραστικό και σε διπλωματικό επίπεδο. Την εξέλιξη των ανταγωνισμών συμπληρώνουν οι κόντρες Ρωσίας – Γερμανίας (απελάσεις ρώσων διπλωματών απ’ τη Γερμανία, τη Σουηδία και την Πολωνία), η συνέχιση της κόντρας ΕΕ-Βρετανίας με αιχμή το Brexit, οι ανταγωνισμοί για το εμβόλιο. Αλλά και η πρόσφατη όξυνση της αντιπαράθεσης Ρωσίας – Βρετανίας, μετά το λεγόμενο «ηλεκτρονικό μπλοκάρισμα» απ΄ τη Ρωσία των στρατιωτικών αεροπλάνων της Βρετανίας που απογειώνονταν απ’ τις Βάσεις της, στο Ακρωτήρι της Κύπρου. Σ΄ αυτό το πλαίσιο τα προβλήματα για τη ντόπια άρχουσα τάξη και την κυβέρνηση περιπλέκονται και εντείνονται ακόμα περισσότερο. Γιατί μπορεί ο Μπέρνς να «χτύπησε την πλάτη» στο Μητσοτάκη, (όχι μόνο για τη στάση του απέναντι στην απεργία πείνας του Κουφοντίνα), αλλά και σαν πρόθεση συνολικότερης στήριξης της κυβέρνησης στην προώθηση των σχεδίων των ΗΠΑ, καλείται όμως η ντόπια αστική τάξη και η κυβέρνηση να ενταχθεί σε σχεδιασμούς που δεν παράγει και δεν καθορίζει η ίδια, αλλά οι ιμπεριαλιστές. Είτε στο πλαίσιο «αξόνων» όπως αυτός με Ισραήλ – Κύπρο – Αίγυπτο, είτε στους συνολικότερους σχεδιασμούς. Κι αυτό μέσα στη δίνη των ανταγωνισμών και των αντιπαραθέσεών ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές (κύρια μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, που συνιστούν και τις «δύο βάρκες» για τη ντόπια αστική τάξη). Και μέσα σ΄ αυτή την κατάσταση, που παράγει κάθε τόσο και αντιφατικές στάσεις και δηλώσεις από μεριάς κυβέρνησης, καθόλου δεν θα ήθελε να έχει «στα πόδια της» και το λαό. Η αμερικανοΝΑΤΟϊκή στρατιωτική παρουσία στη χώρα αναβαθμίζεται επικίνδυνα. Απ΄ την πολύ μεγάλου μεγέθους στρατιωτική απόβαση, τους ελλιμενισμούς και τις ασκήσεις τύπου “DEFENDER EUROPE-21” και την αναβάθμιση των Βάσεων σε Αλεξανδρούπολη, Στεφανοβίκειο, Σούδα, στο πλαίσιο της παραπέρα μετατροπής της χώρας σε προκεχωρημένο στρατιωτικό φυλάκιο και ορμητήριο του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και της εξυπηρέτησης των σχεδίων του στη Μέση Ανατολή στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και στα Βαλκάνια. Μέχρι τη μετατροπή της σε κόμβο στο πλαίσιο του ενεργειακού πολέμου με τους άλλους ιμπεριαλιστές (Νεώριο και Ελευσίνα, εκτός των άλλων). Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, στο πλαίσιο της εξάρτησης των δύο αστικών τάξεων απ’ τις ΗΠΑ, αλλά και με την εμπλοκή ιμπεριαλιστών με διαφορετικές επιδιώξεις (κύρια ΗΠΑ, αλλά και Γαλλίας, Γερμανίας Ρωσίας), συνεχίζουν να χαρακτηρίζονται από «μπρος - πίσω» με κοινό παρονομαστή την όξυνση. Ο νέος γύρος των «διερευνητικών συνομιλιών» ήταν, όπως αναμενόταν, ατελέσφορος. Η κάθε αστική τάξη επιδιώκει απ΄ την πλευρά της, την επίτευξη στήριξης σε ιμπεριαλιστικές «πλάτες». Γιαυτό πανηγύρισε η κυβέρνηση για τις δηλώσεις του Υπ.Εξ. των ΗΠΑ Μπλίνκεν για το Αιγαίο, με «αιχμές» απέναντι στην Τουρκία. Ανάλογες επιδιώξεις έχει και η αστική τάξη της Τουρκίας, ως προς τη στήριξη των ιμπεριαλιστών, οι οποίοι βέβαια κινούνται με βάση τα δικά τους συμφέροντα, πάνω απ΄ όλα. Το Κυπριακό μπαίνει πιο έντονα στο «τραπέζι» (πάντα ήταν) με πιο σαφή τα διχοτομικά σχέδια, που αποτελούν κι αυτά παράγοντες πολεμικών κινδύνων για τους λαούς. Η πρόσφατες εξελίξεις επίσης με το ενδεχόμενο ο αγωγός East Med απ’ το Ισραήλ να μην περνά από την Κύπρο, αλλά απ΄ την Αίγυπτο, που επιδρά στην οριοθέτηση των ΑΟΖ, μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Αιγύπτου, αλλά και η τελευταία «κρίση» στις σχέσεις Ελλάδας – Αιγύπτου σε σχέση με την μεταξύ τους ΑΟΖ, καθώς και με την Τουρκία, είναι χαρακτηριστικές για τα τυχοδιωκτικά χαρακτηριστικά που έχουν οι αστικές τάξεις της περιοχής, μαζί και η «δική» μας. Αστικές τάξεις που χαρακτηρίζονται μόνιμα από μωροφιλοδοξίες που τις οδηγούν και σε τυχοδιωκτισμούς, και στο να «παίζουν με τη φωτιά».
Η όλη εξέλιξη επιβάλει την ανάληψη κινηματικών πρωτοβουλιών σε αντιπολεμική – αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση, ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση, στον εθνικισμό και τους πολεμικούς κινδύνους και προβολής της φιλίας και της αλληλεγγύης των λαών.
3. Ιδιαίτερα μαζικά και επίμονα εκφράστηκε η νεολαία – κύρια οι φοιτητές - με τις διαδηλώσεις και τις κινητοποιήσεις της. Δύο ήταν οι βασικοί λόγοι που πυροδότησαν αρχικά αυτές τις κινητοποιήσεις: Η ένταση της κρατικής καταστολής και ο νόμος Κεραμέως- Χρυσοχοίδη, οι κινητοποιήσεις ενάντια στον οποίο συνεχίζονται ακόμα και μετά την ψήφισή του. Κι αυτό αποτελεί ένα καινούριο θετικό στοιχείο σε σχέση με παλαιότερους αγώνες. Οι αιτίες βέβαια είναι βαθύτερες και προκύπτουν απ΄ τη συνολική κατάσταση στην οποία ζει ο λαός και η νεολαία (κρίση του συστήματος, συνεχή αντιλαϊκά μέτρα, πανδημία, παρατεταμένο “lockdown”, κρατική τρομοκρατία). Τα όρια τους εστιάζονταν στις κλειστές σχολές, αλλά και στον περιορισμό τους στο αντι-κατασταλτικό μέτωπο. Η απεργία πείνας του Κουφοντίνα, στη συνέχεια, και οι ξυλοδαρμοί στη Νέα Σμύρνη απ΄ την αστυνομία τροφοδότησαν νέες μαζικές και έντονες αντιδράσεις και κινητοποιήσεις. Νεολαιίστικες κύρια, αλλά και λαϊκές, ιδιαίτερα μετά τα γεγονότα στη Νέα Σμύρνη. Το κυρίαρχο στοιχείο σ’ αυτές ήταν επίσης το «αντι-κατασταλτικό». Ιδιαίτερα θετική και ελπιδοφόρα η μαζικότητα τους, αλλά κι εδώ το όριο που έμπαινε ήταν συγκεκριμένο και η πολιτικοποίηση τους περιορισμένη. Οι κινητοποιήσεις για την απεργία πείνας υπεράσπιζαν μεν ένα δίκαιο αίτημα, για τη μεταγωγή του Κουφοντίνα στον Κορυδαλλό, το αίτημα αυτό ωστόσο δεν αποτέλεσε ένα εργατο-λαϊκό πολιτικό αίτημα, δεν αναφερόταν σε κάποια αιχμή πάλης του λαού, που δέχεται την επίθεση καθημερινά, αλλά ήταν ένα αίτημα ατομικό. Κι αυτό ίσχυε, ανεξάρτητα απ΄ τη σημασία που είχε το να μην υπάρξει νεκρός απεργός πείνας. Στις κινητοποιήσεις αυτές εκφράστηκαν απόψεις και θέσεις - που επιδίωξαν μάλιστα να γίνουν και κυρίαρχες - για «αποκατάσταση του κράτους δικαίου», για «αυταρχικό κατήφορο» της κυβέρνησης, συνθήματα του τύπου «ως εδώ», απόψεις που συγκάλυπταν τον ίδιο το χαρακτήρα του αστικού κράτους και των μηχανισμών του, και παρουσίαζαν την κατάσταση αυτή σαν μια «μελανή παρένθεση», χωρίς παρελθόν και μελλοντικές επιδιώξεις, αποκομμένη ταυτόχρονα απ΄ τη συνολικότερη επίθεση σε λαό και νεολαία. Προβλήθηκαν ακόμα και «αιτήματα» για «παραίτηση του Χρυσοχοίδη» ή και παραπέρα για «να φύγει αυτή η κυβέρνηση». Εξυπηρετώντας έτσι τον ΣΥΡΙΖΑ και τη λεγόμενη του «αντιπολίτευση», την οποία όψιμα «θυμήθηκε», στο πλαίσιο της διαχείρισης του συστήματος, και με πολύ χαμηλότερη και «προσεκτική» συμμετοχή στις κινητοποιήσεις απ΄ ότι την περίοδο πριν αναλάβει κυβέρνηση (2010-12). Εκφράστηκαν λογικές κυβερνητισμού, λογικές και πρακτικές που θέλουν το κίνημα «ουρά» των επιδιώξεών του. Αφήνοντας άθικτη την ουσία της πολιτικής που ασκεί καθημερινά το σύστημα ενάντια στο λαό και τη νεολαία. Φαίνεται λοιπόν πως και στο μέτωπο πάλης ενάντια στη φασιστικοποιήση συγκρούονται δύο κατευθύνσεις: Αυτή της συνδιαλλαγής, κι αυτή της αναμέτρησης. Όπως ισχύει και για όλα τα μέτωπα πάλης του λαού. Την ίδια στιγμή, το ΚΚΕ ήταν ουσιαστικά απών από τις κινητοποιήσεις, αποδεχόμενο ξανά τα όρια που του θέτει η αστική νομιμότητα και αρνούμενο να δημιουργήσει όρους μαζικής λαϊκής αντίστασης στην επίθεση. Στις κινητοποιήσεις αυτές, οι δυνάμεις της αναρχίας / αυτονομίας βγήκαν απ΄ την αδράνεια που βρίσκονταν για χρόνια, για να προβάλουν απόψεις και στάσεις που υπονόμευαν την πολιτικοποίηση του κινήματος, τη συνολικοποίηση της αντίθεσης στην επίθεση, το «άνοιγμα» στο λαό και στους εργαζόμενους («γεννήθηκα 17 Νοέμβρη»), και που σιγόνταραν την «αντιπολίτευση» του ΣΥΡΙΖΑ, μέσω μιας αιτηματολογίας που εξαντλούνταν στην αντίθεση με τις δυνάμεις καταστολής, με στρεβλό τρόπο, ένα πεδίο στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζεται – απατηλά – ως πιο «δημοκρατικός». Δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, ταυτόχρονα, χαρακτηρίστηκαν από «σύρσιμο» (πολιτικά) είτε πίσω απ΄ τον ΣΥΡΙΖΑ και με αιτηματολογία που τον εξυπηρετούσε, είτε πίσω απ’ το ΚΚΕ, όπως φάνηκε και στο φοιτητικό ξέσπασμα.
Στα αρνητικά της περιόδου, όσον αφορά το κίνημα, συγκαταλέγεται και η ανυπαρξία εργατικών αγώνων και αντιστάσεων, παρόλο που η επίθεση είναι σφοδρή στο μέτωπο αυτό. Κι αυτό είναι αποτέλεσμα της στάσης και της δράσης των συνδικαλιστικών ηγεσιών των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ και ΠΑΜΕ, αλλά και των δυνάμεων που κυριαρχούν στα σωματεία, που υπονομεύουν το να βγει η εργατική τάξη στο προσκήνιο.
4. Το ΚΚΕ(μ-λ) βρέθηκε μέσα σ’ όλες αυτές τις κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις, σ΄ ολόκληρη τη χώρα. Τόσο ενάντια στο τερατούργημα Κεραμέως, όσο και σ’ αυτές με αιχμή την απεργία πείνας, αλλά και στις επόμενες ενάντια στην κρατική τρομοκρατία. Θέτοντας το συνολικότερο αγωνιστικό στίγμα της εναντίωσης στην επίθεση, και τις αιχμές που αυτή αναδεικνύει για την καθημερινή ζωή του λαού. Κινήθηκε και μαζί με άλλες Οργανώσεις και Συλλογικότητες, παρά τις διαφορετικές ή και αντιθετικές απόψεις και εκτιμήσεις μεταξύ τους, και με μια λογική ανάδειξης και ανοικτής συζήτησης των ζητημάτων και των προβλημάτων που προέκυπταν στη δράση αυτή, κάτι το οποίο δεν έχει ευοδώσει ακόμα επαρκώς. Τα μέτωπα πάλης που πρέπει ν΄ αναδειχθούν για το επόμενο διάστημα είναι:
Μπροστά στην επικίνδυνη ένταση της αμερικάνικης παρουσίας και δράσης στη χώρα, απευθύνουμε ΚΑΛΕΣΜΑ ΓΙΑ ΑΝΑΛΗΨΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΓΙΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΚΑΜΠΑΝΙΑ ΕΝΑΝΤΙΩΣΗΣ ΣΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΩΝ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΩΝ, με κινητοποιήσεις, διαδηλώσεις και συγκεντρώσεις, από την Αλεξανδρούπολη μέχρι τη Σούδα και σ΄ ολόκληρη τη χώρα. Ενάντια στα πολεμοχαρή τους σχέδια, στις Βάσεις, στους στόλους και τα στρατεύματα τους, ενάντια στα σχέδια για τη στράτευση, εναντία στις νέες «αγορές του αιώνα». Να προβάλουμε την ανάγκη συγκρότησης αντιπολεμικού – αντιιμπεριαλιστικού κινήματος.
Να προβάλουμε παράλληλα τη φιλία, την αλληλεγγύη και την κοινή πάλη των λαών Ελλάδας – Τουρκίας – Κύπρου, ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση, στον αντιδραστικό ανταγωνισμό των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας, στον εθνικισμό και στους πολεμικούς κινδύνους.
Σε μια εποχή οξυμένης κρίσης και άγριας επίθεσης του συστήματος της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης σ΄ όλα τα μέτωπα, αλλά και ολοένα και πιο έντονης λαϊκής οργής και αγανάκτησης, μια εποχή που κυριαρχεί ωστόσο η πολιτική, ιδεολογική και οργανωτική αποσυγκρότηση των εργαζόμενων, της νεολαίας και του λαού συνολικότερα, η συμβολή στη συγκρότηση του επαναστατικού κομμουνιστικού υποκειμένου της εποχής μας, γίνεται ακόμα πιο αναγκαία και απαραίτητη. Μέσα στα ίδια τα καθημερινά μέτωπα πάλης, στους χώρους δουλειάς και σπουδών, στις πόλεις και τις γειτονιές, στα κεντρικά μέτωπα (απ’ τα ζητήματα της εκπαίδευσης και μέχρι το μέτωπο ενάντια στη φασιστικοποίηση, κι από την αντεργατική επιδρομή μέχρι την πάλη ενάντια στην κυριαρχία και τα σχέδια των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ), μπαίνει ακόμα πιο έντονο το καθήκον πολιτικοποίησης των ξεσπασμάτων και των αγώνων, του μπολιάσματος τους με το στίγμα της πάλης ενάντια στον καπιταλισμό και στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση, της προβολής της κατεύθυνσης της αναμέτρησης, κόντρα στη συνδιαλλαγή, στον κυβερνητισμό στο ρεφορμισμό και στην καλλιέργεια κάθε είδους αυταπατών, της προβολής της ανάγκης της οργάνωσης του λαού και των αντιστάσεων του, σε κάθε επίπεδο, και της επαναστατικής του προοπτικής. Μπαίνει πιο έντονα το καθήκον ν’ αναδεικνύεται, μέσα σε κάθε συγκεκριμένο αγώνα που ξεσπά, ποίος είναι ο πραγματικός υπαίτιος για την κατάσταση, ποιοι είναι οι φίλοι, ποίοι οι σύμμαχοι κι ποίοι οι αντίπαλοι, ποιοι πρέπει να είναι οι στόχοι για την επίτευξη νικών, ποια είναι η διέξοδος τελικά.
Τα καθήκοντα αυτά συνδέονται και με το πολύπλευρο και απαιτητικό καθήκον της παραπέρα γνώσης και τοποθέτησης πάνω στα χαρακτηριστικά της χώρας μας. Εκεί εντάσσεται και η όσο το δυνατό διεξοδικότερη τοποθέτησή, σχετικά με την επανάσταση του 1821, με αφορμή και τα 200 χρόνια απ΄ αυτή.