24 ΔΕΚΕΜΒΡΗ 2016

Ποιοι και γιατί θέλουν να «λύσουν» το Κυπριακό, διχοτομώντας και δένοντας τη μεγαλόνησο στα ιμπεριαλιστικά σχέδια;

του Δ. Παυλίδη

Οι ημέρες που θα μεσολαβήσουν μέχρι την καθορισμένη έναρξη της συνάντησης των δύο πλευρών στις 9 Ιανουαρίου για το εδαφικό και αμέσως μετά της διεθνούς διάσκεψης στις 12, στη Γενεύη για την ασφάλεια (!) –όπως αναφέρθηκε επίσημα- της Κύπρου θα είναι πυκνές σε εξελίξεις. Αν και ήταν από καιρό ολοκάθαρο πως υπάρχει ανανεωμένο, ισχυρό και πολύπλευρο ενδιαφέρον για την προώθηση μιας διχοτομικής-ιμπεριαλιστικής «λύσης» στο νησί, τα όσα έγιναν στον Μοντ Πελεράν στην Ελβετία, τον Νοέμβριο, βοήθησαν στην καλύτερη κατανόηση του παρασκηνίου. Το υποτιθέμενο «ναυάγιο» πάνω στον σκόπελο του εδαφικού μετονομάστηκε -με αμερικάνικη συμβουλή- μέσα σε μια νύκτα « μη κατάληξη» και ύστερα από λιγοστά εικοσιτετράωρα ο Αναστασιάδης και ο Ακιντζί ανακοίνωναν -σαν να μη συνέβη τίποτε- το χρονοδιάγραμμα-πακέτο των νέων συναντήσεων και της διεθνούς (;) διάσκεψης. Από το κρύο της Ελβετίας στη ζέστη της Κύπρου, η εικόνα άλλαξε αστραπιαία, γεγονός που συνηγορεί πως ισχυρές δυνάμεις επιδιώκουν να ωθήσουν τα πράγματα σε μια κατάληξη και το Μοντ Πελεράν χρησίμευσε ως σημείο του εξελισσόμενου παζαριού, το οποίο επιτηρούν από κοντά οι ΗΠΑ. Ποιοι, όμως, και με ποιους σκοπούς και φιλοδοξίες επιδιώκουν μια «λύση» στην Κύπρο, με τη δημιουργία μιας Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ), με δύο συνιστώντα κράτη και όλες τις προβλέψεις για την επισημοποίηση- διαιώνιση της διχοτόμησης; Ποιοι επαναφέρουν ένα νέο σχέδιο Ανάν σε συνθήκες πιο επικίνδυνες, ενόψει πολύ σημαντικών ανακατατάξεων στην ευρύτερη περιοχή;

Το αμερικάνικο «ενδιαφέρον»

Ο αμερικανικός παράγοντας έχει μια μακριά ιστορία υπονομευτικών ή εκβιαστικών πολιτικο-διπλωματικών προσπαθειών και επεμβάσεων για να εντάξει την Κύπρο στην πλήρη επιρροή του μέσω του ΝΑΤΟ ή άλλων στρατιωτικών συμφωνιών. Αυτές οι επιδιώξεις του ανανεώθηκαν από τις σύγχρονες εξελίξεις στην ανατολική Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Ιδιαίτερα από αυτά που συμβαίνουν με επίκεντρο τη Συρία, με την ενεργή στρατιωτική ανάμιξη-επέμβαση της Ρωσίας. Επιτάχυνση στους σχεδιασμούς της αμερικάνικης διπλωματίας έδωσαν ακόμη οι ανακαλύψεις μεγάλων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στη λεκάνη της Λεβαντίνης, στις ακτές του Ισραήλ αλλά και νότια της Κύπρου. Ορισμένα από αυτά θεωρούνται εκμεταλλεύσιμα και οι ΗΠΑ εκτιμούν πως μπορούν να αποτελέσουν μια εναλλακτική ενεργειακή δεξαμενή για την Ευρώπη, έτσι ώστε αυτή να διαφοροποιήσει τις πηγές της μειώνοντας την εξάρτησή της από την Μόσχα.

Η Κύπρος, εξαιτίας της θέσης της, αποτελεί ένα σημαντικό στρατηγικό σημείο στην Ανατολική Μεσόγειο, τόσο για τον έλεγχο των ναυτικών δρόμων, ιδιαίτερα εκείνων που συνδέονται με την διώρυγα του Σουέζ, όσο και ως ορμητήριο στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Μέση Ανατολή, τον Κόλπο κ.α. Σε αυτό τον σπουδαίο ρόλο προστέθηκε η προοπτική να λειτουργήσει ως ενεργειακή πλατφόρμα και σταθμός διαμετακόμισης υδρογονανθράκων. Οι τελευταίοι, εκτός από την προφανή οικονομική σημασία, αποτελούν και ένα ισχυρό πολιτικό -διπλωματικό χαρτί στις σχέσεις και τους ανταγωνισμούς των αστικών τάξεων της περιοχής. Τα παζάρια σχετικά με τις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες (ΑΟΖ), σε συνδυασμό με τα επενδυτικά σχήματα που δημιουργούν-αναδιαμορφώνουν- αλληλοεξαγοράζουν τα ενεργειακά μονοπώλια, είναι μέρος ενός πολύπλοκου γεωπολιτικού παιγνιδιού επιρροής και κυριαρχίας.

Σε αυτό το σύνθετο και υπό διαμόρφωση μωσαϊκό αντιθέσεων και ιδιαίτερων επιδιώξεων, δραστήριο ρόλο παίζουν οι ιμπεριαλιστές, με πρωταγωνιστές τους Αμερικάνους. Το φημολογούμενο προσωπικό ενδιαφέρον του αντιπροέδρου Μπάιντεν για την επιτυχή κατάληξη των προσπαθειών για την επίλυση του Κυπριακού είναι η απόδειξη πως οι Αμερικανοί εντάσσουν την Κύπρο σε έναν συνολικό σχεδιασμό και υψηλά στην ατζέντα της πολιτικής τους στην περιοχή. Την θεωρούν συγκολλητικό τμήμα ενός μπλοκ τοπικών και περιφερειακών δυνάμεων, η συνεργασία των οποίων θα μετατρέψει τη λεκάνη της ανατολική Μεσογείου σε χώρο ενισχυμένης, αν όχι αποκλειστικής, δυτικής κυριαρχίας. Έτσι, προσδοκούν να εμποδίσουν ή και να εκτοπίσουν κάθε μελλοντικό η παρόντα υποψήφιο ανταγωνιστή. Ειδικά την Ρωσία, η οποία δείχνει να ξέρει καλά πως ένας εξοβελισμός της από την ανατολική Μεσόγειο θα ενισχύσει την ασφυχτική περικύκλωση και απομόνωσή της. Θα έχει κόστος σε πολλά επίπεδα και μέτωπα.

Σε μια παλιότερη έκθεση (2014), το αμερικάνικο ινστιτούτο Hudson, με θέμα τις ευκαιρίες της πολιτικής των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο, ύστερα από τις ανακαλύψεις των κοιτασμάτων, κατέληγε πως η Ουάσιγκτον πρέπει να επανεγκαταστήσει στη Μεσόγειο μια ρωμαλέα ναυτική παρουσία, για να ενισχύσει τη διπλωματική της δύναμη στην περιφέρεια και να βοηθήσει στην ασφάλεια της ενεργειακής αγοράς στην περιοχή, να βοηθήσει στον εξοπλισμό της Κύπρου, να την εντάξει στον Νατοϊκό Συνεταιρισμό για την Ειρήνη καθώς και να εμπλέξει στο σχήμα ασφάλειας της περιοχής τη Γαλλία και την Ιταλία (1). Οι Αμερικανοί παίζουν δραστήριο ρόλο όλο αυτό το διάστημα, με επικεφαλής την Βικτόρια Νούλαντ, υφυπουργό Εξωτερικών και είναι αυτοί που έσπρωξαν για τη γρήγορη ανακοίνωση της ημερομηνίας της διεθνούς διάσκεψης. Ακούγεται πως έχουν έτοιμο σχέδιο για το ζήτημα των εγγυήσεων το οποίο θα παρουσιάσουν στη Γενεύη.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ρωσία

Σε αυτή την στρατηγική πρωτοβουλία των Αμερικανών, παρούσες δηλώνουν και άλλες δυνάμεις, δυτικοευρωπαϊκές (Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία και Αγγλία), περιφερειακές (Ισραήλ και Τουρκία), ακόμη και πολύ μακρινές όπως η Κίνα και φυσικά παρούσα με ηχηρό τρόπο δηλώνει και η Ρωσία. Άλλες λειτουργώντας συνεργατικά παρά τις διαφορές τους και άλλες επιδιώκοντας να την υπονομεύσουν ή να αλλάξουν συσχετισμούς και δεδομένα. Το ταξίδι Ολάντ στην Κύπρο, η επίσκεψη Στάινμαγερ στην Αθήνα με το Κυπριακό στην κορυφή της ατζέντας και η πανηγυρική αποδοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης για συμμετοχή της στη διεθνή διάσκεψη δείχνουν πως οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές θέλουν να έχουν μερίδιο στους διακανονισμούς. Προϋπήρξε η γεμάτη νόημα παρουσία του Άγγλου υπουργού Εξωτερικών, ο οποίος φρόντισε να ξεκαθαρίσει σε αντιπάλους και συμμάχους πως το Λονδίνο δεν παζαρεύει το μέλλον των στρατιωτικών βάσεων στο νησί. Η Ευρωπαϊκή Ένωση με την ένταξη της σημερινής Κυπριακής Δημοκρατίας σε αυτήν και η Βρετανία ως εγγυήτρια δύναμη και έχοντας ισχυρό στρατιωτικό ενδιαφέρον θα παίξουν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση μιας «λύσης». Προσδοκούν πολιτικά και οικονομικά οφέλη και βρίσκονται στην πλευρά εκείνων που θα πιέσουν για το προχώρημα της διαπραγμάτευσης. Φυσικά η Ευρωπαϊκή Ένωση όντας στην γνωστή δυσχερή θέση, με κλονισμένο το εσωτερικό της μέτωπο και το Λονδίνο απασχολημένο με το Brexit, είναι φυσικό να αφήνουν την πρωτοβουλία των κινήσεων στους Αμερικάνους.

Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία γνωρίζει καλά πως οι αμερικάνικες πρωτοβουλίες στοχεύουν -εκτός των άλλων– στον εξοβελισμό της από την περιοχή. Αντίθετα, αυτή επιδιώκει την αναβάθμιση της στρατιωτικής παρουσίας της στην Ανατολική Μεσόγειο, με επίκεντρο τις βάσεις στη Συρία και την αναζήτηση και άλλων στηριγμάτων. Ξέρει καλά, επίσης, πως είναι αναγκασμένη να παίξει ενεργό ρόλο και στον υπό διαμόρφωση ενεργειακό χάρτη, παρά το γεγονός ότι αυτό δεν ήταν παλιότερα στις προτεραιότητες της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πρόσφατη ανακοίνωση εξαγοράς από την Ρόσνεφτ του 30% των δικαιωμάτων του τεμαχίου Σιορούκ, στο οποίο βρίσκεται το γιγαντιαίο αιγυπτιακό κοίτασμα Ζορ (850 δις κ.μ. φυσικού αερίου) έναντι 1,13 δις δολαρίων. Αναφορικά με το Κυπριακό, θα προσπαθήσει μέσω του ΟΗΕ να είναι παρούσα στις τελικές διαπραγματεύσεις, να χρησιμοποιήσει τα οικονομικά και πολιτικά ερείσματα που έχει στο νησί και να αποφύγει το δυνατόν μια στεγανή νατοϊκή λύση.

Τουρκικά διλήμματα και ευκαιρίες

Ο Νταβούτογλου, στο γνωστό βιβλίο «Το Στρατηγικό Βάθος και η Τουρκία», αναφερόμενος στην Κύπρο, γράφει πως όποιος την παραμελεί δεν είναι δυνατόν να έχει αποφασιστικό λόγο στις παγκόσμιες και περιφερειακές πολιτικές, « […] διότι αυτό το μικρό νησί κατέχει μια θέση που μπορεί να επηρεάσει άμεσα τους στρατηγικούς συνδέσμους μεταξύ Ασίας και Αφρικής, Ευρώπης και Αφρικής και Ευρώπης και Ασίας [...] Ακόμα και αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος Τούρκος εκεί, η Τουρκία όφειλε να διατηρεί ένα κυπριακό ζήτημα [...]». Παρά την υπερβολή, ο Νταβούτογλου δεν λέει κάτι καινούριο. Για την Τουρκία, η ύπαρξη της Κύπρου στο κέντρο μιας περιοχής που την θεωρεί ζωτικό της χώρο δεν μπορεί να αγνοηθεί ή -πολύ περισσότερο- να αφεθεί οικειοθελώς στην κυριαρχία μιας άλλης ανταγωνιστικής αστικής τάξης. Παρά τις κατά καιρούς ταλαντεύσεις και τους προβληματισμούς για την τακτική, η τουρκική αστική τάξη (γνωρίζοντας πως δεν είναι ρεαλιστικό σενάριο η κυριαρχία σε όλο το νησί) επιδιώκει να νομιμοποιήσει -παγιώσει τα κεκτημένα της εισβολής του 1974. Η πλήρης προσάρτηση της Βόρειας Κύπρου, που αρκετοί προσχηματικά χρησιμοποιούν ως επιχείρημα, ως τελικός στόχος της Άγκυρας δεν αποτελεί καθόλου ιδανική λύση γι’ αυτήν. Αντίθετα μπορεί -υπό προϋποθέσεις -να ανοίξει τον δρόμο για να γίνει η νότια Κύπρος, μέσω του εξοπλισμού της ή με την παρουσία στρατιωτικών δυνάμεων από την Ελλάδα ή άλλη δύναμη, επικίνδυνο σημείο για την ηπειρωτική επικράτειά της (2).

Για την τούρκικη αστική τάξη, στόχος είναι μια Κύπρος στην οποία να έχει δεσπόζουσα, σε επίπεδο της αρνησικυρίας, πολιτική και στρατιωτική επιρροή. Όχι μόνο ως προστάτης της τουρκοκυπριακής κοινότητας αλλά όλου του νησιού, το οποίο, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ενταγμένο σε έναν στρατηγικό-ενεργειακό συνεταιρισμό με τις ΗΠΑ και άλλες δυτικοευρωπαϊκές δυνάμεις, θα είχε πολλαπλή χρησιμότητα. Πολιτική και οικονομική, εντάσσοντας έτσι την Άγκυρα στο κέντρο των διακανονισμών στην ανατολική Μεσόγειο. Η έκφραση του Ερντογάν, πως η Τουρκία στο Κυπριακό θα βρίσκεται πάντα ενα βήμα μπροστά, απηχεί τη σχετική βεβαιότητα, πως μια ενδεχόμενη «λύση» θα κεφαλαιοποιεί -τουλάχιστον- τα κέρδη του 1974 και των κατοπινών χρόνων. Η βιαστική ανακοίνωση του Τούρκου προέδρου, πως ήδη έχει τσεκάρει το εισιτήριό του για τη διάσκεψη στη Γενεύη, καθώς και η διαρκής πίεση για την πραγματοποίηση της ελληνοτουρκικής συνάντησης κορυφής, είναι χαρακτηριστικά δείγματα του κλίματος που επικρατεί στην τούρκικη διπλωματία. Σε αρκετούς αναλυτές δίνεται μάλιστα η εντύπωση πως η τούρκικη διπλωματία θα επιχειρήσει με κάποιο τρόπο να βάλει πάνω στο τραπέζι του παζαριού και ζητήματα σχετικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, όπως το Αιγαίο, τα νησιά κλπ.

Κυπριακές επιθυμίες… και επικίνδυνες φιλοδοξίες

Στην Κύπρο, σημαντικά τμήματα και των δύο αστικών τάξεων, παρά τις διαφορές στη δυναμικότητα και την ιστορική εξέλιξη των τελευταίων δεκαετιών, έχουν ιδιαίτερες και όχι απαραίτητα ταυτόσημες προσδοκίες από μια ομοσπονδιακή λύση. Πατάνε πάνω στην επιθυμία των δύο κοινοτήτων για ειρηνική επανένωση και συμβίωση, στον καημό των προσφύγων για επιστροφή και στα όνειρα των Τουρκοκυπρίων να καταφέρουν να ξεφύγουν από τον στενό εναγκαλισμό της Άγκυρας πετυχαίνοντας την ενσωμάτωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτές οι τάσεις φάνηκαν καθαρά το 2004, με τα δημοψηφίσματα για το σχέδιο Ανάν, ιδιαίτερα στον βορά αλλά και στον νότο, παρά τη μαζική απόρριψη του σχεδίου. Από τότε μέχρι σήμερα, αυτές οι τάσεις ενισχύθηκαν, καθώς διαψεύστηκαν οι προσδοκίες για εναλλακτικούς ξεχωριστούς δρόμους που θα απομείωναν ή και θα εξαφάνιζαν τα προβλήματα της διαίρεσης.

Στο κατεχόμενο βόρειο τμήμα, σοβαρές κοινωνικές διεργασίες κορυφώθηκαν με τις μεγάλες κινητοποιήσεις του 2011. Λόγοι υπήρξαν τόσο τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα και οι πολιτικές που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις Έρογλου κατ’ εντολή του τουρκικού Υπουργείου Οικονομικών, όσο και οι ενδοαστικές αντιθέσεις από την εισβολή τουρκικών κεφαλαίων σε τομείς που η τουρκοκυπριακή ελίτ θεωρούσε προνομιακούς. Αυτές οι διεργασίες συνέβαλλαν στην εκλογή του κεντροαριστερού Ακιντζί στην προεδρία, το 2015. Ορισμένοι συστηματικοί παρατηρητές της τουρκοκυπριακής κοινωνίας μιλάνε για μια εκ νέου τάση «κυπροποίησης», η οποία ενδυναμώθηκε και από την προϊούσα σκλήρυνση του καθεστώτος του AKP στην Τουρκία, με την ενίσχυση των ισλαμικών πολιτικών, το κυνήγι των Αλεβιτών, των Κούρδων και των κοσμικών. Αυτή η τάση είναι ισχυρή ιδιαίτερα στη νεολαία και στη διανόηση και εκφράστηκε και πάλι πρόσφατα με αφορμή την αντιπαράθεση για τη θερινή ώρα. Κατά πάσα πιθανότητα, οι Τουρκοκύπριοι, όπως και στο δημοψήφισμα για το σχέδιο Ανάν, θα στηρίξουν μια ομοσπονδιακή-διζωνική λύση και αρκετοί όχι με κίνητρο την εξυπηρέτηση των σχεδίων της Άγκυρας αλλά για το ακριβώς αντίθετο. Άλλο ζήτημα, φυσικά, πως αυτή η καθόλα σεβαστή επιθυμία τους για επανένωση ακολουθεί δρόμους που χαράζουν ιμπεριαλιστικές και αντιδραστικές δυνάμεις, με λύσεις που θα είναι υποθηκευμένες στα φιλοπόλεμα σχέδιά τους.

Το μέτωπο ΔΗΣΥ-ΑΚΕΛ, ως έκφραση των σημαντικότερων μερίδων της ελληνοκυπριακής αστικής τάξης, ενώ στο σχέδιο Ανάν δεν μπόρεσε την τελευταία στιγμή να εμφανιστεί ενωμένο, τώρα δείχνει πιο σταθερό και αποφασισμένο. Παρά τις διαφορές για τις εξωτερικές πτυχές μιας λύσης, δηλαδή το ζήτημα της συμμετοχής σε στρατιωτικές συμμαχίες και στη σύνθεση της διεθνούς διάσκεψης, Αναστασιάδης και Κυπριανού δείχνουν να είναι συντονισμένοι στην κύρια κατεύθυνση της διζωνικής Ομοσπονδίας. Όλο το διάστημα των διαπραγματεύσεων από το κοινό ανακοινωθέν Αναστασιάδη – Έρογλου, τον Φεβρουάριο του 2014 και μετά, η ηγεσία του ΑΚΕΛ στήριξε πλήρως τον πρόεδρο της Κύπρου, ο οποίος- όχι συμπτωματικά- ήταν ο πιο ένθερμος υποστηρικτής του σχεδίου Ανάν. Στην αντίπερα όχθη βρίσκονται σχεδόν όλα τα μικρότερα κόμματα της αντιπολίτευσης, με το ΔΗΚΟ και την ΕΔΕΚ να πρωταγωνιστούν στη διατύπωση ενστάσεων για την πολιτική Αναστασιάδη.

Σημαντικό τμήμα της ελληνοκυπριακής επιχειρηματικής ελίτ έχει μεγάλες προσδοκίες για δουλειές και κέρδη, ύστερα από μια «λύση», στο πεδίο του διεθνούς εμπορίου, των ξένων επενδύσεων και των ενεργειακών προγραμμάτων. Ο πρόεδρος του Κυπριακού Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Φειδίας Πηλείδης σε πρόσφατη παρέμβασή του δήλωσε: «Η μεγαλύτερη επένδυση που μπορεί να κάνει ο κυπριακός λαός είναι να επενδύσει σε μια λύση και στην επανένωση […] έτσι οι επιχειρήσεις θα έχουν δικαίωμα να διατηρούν την έδρα τους σε όλο το νησί, θα χρειαστούν μεγάλες επενδύσεις στις υποδομές, μεταξύ άλλων για την ανοικοδόμηση της Αμμοχώστου […] μια επανενωμένη Κύπρος θα ήταν ακόμη πιο ελκυστικός προορισμός για τους τουρίστες και η τουρκική αγορά θα άνοιγε για την Κύπρο – μια δυναμική αγορά 80 εκατομμυρίων ανθρώπων».

Το τμήμα αυτό, ειδικά αυτό που εκφράζεται από τον Αναστασιάδη, αναφορικά με τον διεθνή προσανατολισμό της Ομοσπονδίας και τη σχέση της με τους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς, δεν έχει καμιά ταλάντευση. Με πρόσχημα τη λεγόμενη ασφάλεια και στο όνομα πάντα της ανεξαρτησίας (!), είναι έτοιμοι να υποδεχτούν τους ξένους προστάτες. Πρόσφατα ο βουλευτής του ΔΗΣΥ, Δημητρίου, έγραψε: «Το ΝΑΤΟ μπορεί να παρέχει αυτό το πλαίσιο. Η Ομοσπονδιακή Κυπριακή Δημοκρατία να υπογράψει από κοινού με τη Συμμαχία συμβόλαιο εταιρικής σχέσης. Η Κύπρος να επιτρέψει τη χρήση στρατιωτικών εγκαταστάσεων, για την περίοδο ισχύος της εταιρικής σχέσης, από στρατιωτικές δυνάμεις πλην της Ελλάδας και της Τουρκίας» (3). Και δεν είναι τυχαίο ότι το υπουργικό συμβούλιο, στις 21 Δεκεμβρίου, λίγες μέρες πριν τη Γενεύη, έσπευσε να ανακοινώσει πως ξεκινά συζητήσεις για τον τρίτο γύρο αδειοδότησης για τα οικόπεδα 6,8 και 10 με την αμερικάνικη Εξον Μόμπιλ, τη γαλλική Τοτάλ, την ιταλική ΕΝΙ και την Κατάρ Πετρόλεουμ. Αμέσως ο κυπριακός τύπος σημείωνε με νόημα πως ο νέος Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ είναι ο μέχρι τώρα Διευθύνων Σύμβουλος της Exxon Mobil, Ρεξ Τίλερσον.
Απέναντι στο μέτωπο ΔΗΣΥ -ΑΚΕΛ, διαμορφώνεται, τις τελευταίες ημέρες, μια ετερόκλιτη συμμαχία των μικρότερων κομμάτων της αντιπολίτευσης, με επικεφαλής το ΔΗΚΟ και την ΕΔΕΚ, η οποία εναντιώνεται πλέον ανοικτά στην προοπτική της συγκεκριμένης διεθνούς διάσκεψης και στην πολιτική του Αναστασιάδη αναφορικά με τους όρους της ΔΔΟ. Πριν λίγες ημέρες, σε ημερίδα στη Λευκωσία, οι ηγέτες των δύο κομμάτων, μαζί με την Συμμαχία Πολιτών, την Αλληλεγγύη και τους Οικολόγους, άσκησαν σφοδρή κριτική.

Μια ιμπεριαλιστική διχοτομική λύση… στα σκαριά

Συγκριτικά με την περίοδο του αλήστου μνήμης αμερικανικού σχεδίου Ανάν, η κατάσταση τόσο στο νησί όσο και στην περιοχή είναι πολύ δυσκολότερη και περίπλοκη από πολλές πλευρές. Παράγοντες αρνητικοί είναι : Η προεδρία Αναστασιάδη η οποία εν πολλοίς προωθήθηκε γι’ αυτόν τον σκοπό. Οι ανακαλύψεις των κοιτασμάτων και η εμπλοκή και άλλων περιφερειακών δυνάμεων. Ο πόλεμος στη Συρία και οι ιστορικού χαρακτήρα ανακατατάξεις στη Μέση Ανατολή, με την εμπλοκή όλων των μεγάλων δυνάμεων. Η παραπέρα υποχώρηση των αντιιμπεριαλιστικών κινημάτων των λαών στην περιοχή. Τέλος, η παρουσία στην ελληνική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ως Συνασπισμός είχε υποστηρίξει το σχέδιο Ανάν. Για όλα τα προηγούμενα, οι εξελίξεις δεν προοιωνίζονται καλές. Τώρα πια, ο κίνδυνος να εμπλακεί ολόκληρη η Κύπρος, από την πρώτη ημέρα εφαρμογής της «λύσης», σε οξείς στρατιωτικούς ανταγωνισμούς και περιπέτειες είναι πολύ πιο κοντά.

Η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, όπως αναφέραμε και προηγούμενα, είναι μια πάγια επιδίωξη της Τουρκίας, εδώ και πολλές δεκαετίες, πριν ακόμα την εισβολή του 1974. Στην πραγματικότητα είναι μια διχοτομική λύση που κάνει την Τουρκία επιδιαιτητή σε ολόκληρο το νησί, ανεξάρτητα από ποια μορφή θα πάρουν οι λεγόμενες εγγυήσεις ασφαλείας. Πολύ περισσότερο που μέσω των μεταβατικών περιόδων θα μακροημερεύσει η παρουσία των κατοχικών στρατευμάτων. Χωρίς να ξεχνάμε την πιθανότητα να εγκατασταθούν καινούρια από τρίτες δυνάμεις ή διεθνείς πολεμικούς συνασπισμούς.

Με όλα αυτά, δεν σημαίνει πως η «λύση» είναι μια εύκολη υπόθεση και η διαπραγμάτευση στη Γενεύη θα αποβεί επιτυχής για όσους την σχεδιάζουν. Γι’ αυτό, μάλιστα, σπεύδουν να μιλήσουν για ανοικτές ημερομηνίες, για να μπορούν να ξεδιπλώσουν σε βάθος χρόνου τις πιέσεις και τους εκβιασμούς τους. Όλα αυτά είναι πάντως προσανατολισμένα στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από τους πόθους των λαϊκών ανθρώπων και τα συμφέροντα του λαού και των εργαζόμενων και στις δύο κοινότητες, για μια Κύπρο ενωμένη και ανεξάρτητη, δίχως ξένα στρατεύματα και προστάτες.

1. Όλη η έκθεση στο www.hudson.org/content/researchattachments/attachment/1443/2014_12_02_hudson_report_eastern_med_final_single_pages.pdf. Ερευνητής του Ινστιτούτου υπήρξε ο σύμβουλος του Τραμπ για την εξωτερική πολιτική, Ελληνοαμερικανός Τ. Παπαδόπουλος.

2. Χαρακτηριστική είναι η αποστροφή του Τούρκου πρέσβη στις ΗΠΑ, Μεχίλ Ενενμπέλ, σε συνάντησή του, στις 5 Αυγούστου 1974, με τον υφυπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Σίσκο. «Η Τουρκία δεν πρόκειται να αποδεχθεί λύση διπλής ένωσης ή διχοτόμησης, γιατί δεν θα επιτρέψει να υπάρχει ελληνικό νησί στην Αν. Μεσόγειο. Επιδιώκει λύση Ομοσπονδίας, με γεωγραφικό διαχωρισμό». Από την ομιλία του προέδρου της ΕΔΕΚ, Σιζόπουλου, σε εκδήλωση στη Λευκωσία, στις 19 Δεκεμβρίου 2016.
politis.com.cy/article/sizopoulos-dikeonete-i-politiki-tis-tourkias-me-tin-ddo

3. www.dmdemetriou.com/index.php. Άρθρο με τίτλο «H ασφάλεια και οι ανασφάλειες», 27/11/2016.

Αναζήτηση
10η Συνδιάσκεψη
Κατηγορίες
Βιβλιοπωλείο-Καφέ

Γραβιάς 10-12 - Εξάρχεια
Τηλ. 210-3303348
E-mail: ett.books@yahoo.com
Site: ektostonteixon.gr