Η «Προλεταριακή Σημαία» δημοσιεύει σήμερα εκτεταμένα τμήματα του απολογιστικού κειμένου-εισήγησης του Καθοδηγητικού Οργάνου του ΚΚΕ(μ-λ), μπροστά στην 6η Συνδιάσκεψη της Οργάνωσης. Για τις ανάγκες της δημοσίευσής του το κείμενο έχει διαφορετικό χωρισμό σε κεφάλαια και τμήματα και διαφορετική αρίθμηση σε αυτά. Δίνεται στη δημοσιότητα ένα σημαντικό μέρος του για να αποτελέσει υλικό για δημόσια ανοικτή συζήτηση, μέσα από τις στήλες της εφημερίδας, στην οποία επιδιώκουμε να πάρουν μέρος, πέρα από τα μέλη του κόμματος, και οι συναγωνιστές, οι φίλοι και γενικά ένα ευρύτερο κομμάτι αριστερών και αγωνιστών που παρακολουθούν την προσπάθειά μας, τη δράση μας και την πολιτική μας.
1. H 6η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ(μ-λ) πραγματοποιείται μέσα σε μια σύνθετη και μεταβατική περίοδο. Σε μια περίοδο στην οποία, αργά αλλά σταθερά, ωριμάζουν οι όροι για την επανάκαμψη των λαϊκών και εργατικών αγώνων, διευρύνονται αντικειμενικά οι προϋποθέσεις για την ανασυγκρότηση της εργατικής τάξης και των λαϊκών επαναστατικών κινημάτων και ενισχύονται οι υλικές βάσεις για τη νέα κομμουνιστική προσπάθεια. Η φορά αυτή των πραγμάτων είναι ανεπίστρεπτη. Συνομολογούν σε αυτήν την εκτίμηση η πραγματικότητα της όξυνσης των αντιφάσεων και αδιεξόδων του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού κόσμου, η εμβάθυνση-επέκταση της καπιταλιστικής κρίσης, η βιαιότητα της επίθεσης του κεφαλαίου, η επιδείνωση των ενδο-ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και συγκρούσεων, η αδυναμία των πολιτικών ενσωμάτωσης και διαχείρισης. Δίχως αμφιβολία, αυτή η πορεία –όπως έχει επαναληφθεί πολλές φορές στην ιστορία των ταξικών συγκρούσεων- δεν είναι ευθύγραμμη και με σίγουρους προορισμούς. Έχει πολλά ζιγκ-ζαγκ, μπρος αλλά και πίσω, επιταχύνσεις αλλά και καθυστερήσεις και οπισθοδρομήσεις. Κυρίως γιατί –εκτός των άλλων- κουβαλά τα ισχυρά αποτυπώματα της ήττας της πρώτης κομμουνιστικής προσπάθειας. Προϋποθέτει την αναίρεση πολλών από τα αποτελέσματά της και γίνεται σε ένα περιβάλλον πολύ δυσμενών ταξικών, πολιτικών και ιδεολογικών συσχετισμών.
Δε φτάνει να συμφωνούμε πως ο κύκλος της πρώτης κομμουνιστικής απόπειρας έκλεισε οριστικά και δεν περιμένουμε πια μια ιστορική παλινδρόμηση. Απαιτείται δίχως άλλους δισταγμούς και καθυστερήσεις να κατανοήσουμε πως ο νέος κύκλος άνοιξε με την επιτακτική ανάγκη μιας πολύπλευρης, επίμονης και δύσκολης αναγεννητικής προσπάθειας. Που σημαίνει αγώνα σε πολλά μέτωπα, μεγαλύτερες ατομικές και συλλογικές προσπάθειες, υπερβάσεις, αυξημένη απαιτητικότητα, πιο μεγάλο βαθμό στράτευσης και συμμετοχής. Για αυτά όμως δε φτάνουν οι ευχές και οι ηθικού χαρακτήρα εκκλήσεις. Πετυχαίνονται με την διαμόρφωση πολιτικών όρων κατανόησης, δράσης και επιβεβαίωσης. Με την οικοδόμηση υλικών προϋποθέσεων σε συλλογικό επίπεδο, με συμφωνίες που μπορούν να δοκιμαστούν και να εφαρμοστούν στην πράξη, με τη διαμόρφωση οργανωτικών όρων. Εάν στην 5η Συνδιάσκεψη υπογραμμίζαμε την ανάγκη να διαμορφώσουμε, ως οργάνωση, τις προϋποθέσεις για να ανταποκριθούμε στις νέες αυξημένες απαιτήσεις -και αυτό είχε κάτω από τον ισχυρό απόηχο των εξελίξεων του ’89-91 και μια δόση πρόβλεψης- τώρα, ύστερα από όσα συνέβησαν την πρώτη πενταετία του νέου αιώνα, αυτό αποτελεί μια επιτακτική βεβαιότητα. Αποδείχτηκε με κραυγαλέο και αναμφισβήτητο τρόπο. Οι αναντιστοιχίες έχουν γίνει καθημερινό βίωμα, θα πιέζουν όλο και περισσότερο, θα ζητάνε απαντήσεις και κάλυψη των κενών.
2. Σε δύο κεφαλαιώδους σημασίας ζητήματα για την πορεία του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού συστήματος το ΚΚΕ(μ-λ) βγήκε πέρα για πέρα δικαιωμένο στις αναλύσεις-εκτιμήσεις-προβλέψεις του, κάτω από το φως των εξελίξεων των τελευταίων χρόνων. Στη βιαιότητα, την καθολικότητα και το βάθος της επίθεσης του κεφαλαίου και των ποικιλώνυμων πολιτικών εκπροσώπων του απέναντι στην εργατική τάξη, στα μεσαία και στα φτωχά λαϊκά στρώματα και τους λαούς. Και στον παροξυσμό των ενδοϊμπεριαλιστικών οικονομικών και πολιτικών συγκρούσεων, τη στρατιωτικοποίηση των λεγόμενων διεθνών σχέσεων, στην επαναφορά της στρατιωτικής βίας, της κρατικής τρομοκρατίας και των επεμβάσεων στην ημερήσια διάταξη. Σε αντίθεση με τις θεωρίες και τις προφητείες για αναπτυξιακές επεκτάσεις, καπιταλιστικές αναπτύξεις, ολοκληρώσεις, συνεργατισμούς και παγκοσμιοποιήσεις, περιορισμό του ανταγωνισμού στο οικονομικό πεδίο, για περιθώρια ενσωμάτωσης κ.λπ., που η παραλυτική επίδραση της ήττας και των πισωγυρισμάτων είχε τυλίξει το σύνολο σχεδόν της επίσημης και ανεπίσημης αριστεράς.
Αυτά τώρα μπορεί να μας φαίνονται αυτονόητα, να έχουν περάσει και σε έναν πλατύτερο κόσμο και να έχουν αναγκάσει αρκετούς να καταπιούν τη γλώσσα τους, αλλά πριν λίγα μόλις χρόνια ήταν της μόδας, πίεζαν αφόρητα και αποπροσανατόλιζαν μαζικά. ΠΑΣΟΚισμός, Γκορμπατσοφισμός, Παγκοσμιοποίηση και η πρώτη φάση του Σημιτικού Εκσυγχρονισμού οδήγησαν πολλούς σε πολλές προσαρμογές, αναθεωρήσεις, υποταγές και αναχωρητισμούς. Αυτή η διαπίστωση δεν πρέπει να γεννά μόνο μια σημαντική ικανοποίηση για τις αντοχές και τις δυνατότητές μας. Υπογραμμίζει ταυτόχρονα –από μια άλλη σκοπιά- τις αναντιστοιχίες με τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας. Δηλαδή, την αδυναμία εκμετάλλευσης αυτών των δυνατοτήτων, εκτιμήσεων και αναλύσεων. Τη μεταφορά τους στην καθημερινή ζωή και τη μαζική δράση, στην πλατύτερη και αναλυτική διάδοσή τους, στη χρησιμοποίησή τους για το κέρδισμα πρωτοπόρων αγωνιστών. Δε φτάνει να τα λες σωστά. Πρέπει και να ακούγεσαι και -το πιο σημαντικό- να βρίσκεσαι μέσα στην καθημερινή κίνηση του κόσμου, την συνεχώς εξοστρακισμένη αλλά πανταχού παρούσα ταξική πάλη, τους λαϊκούς και εργατικούς αγώνες και αντιστάσεις.
3. Αλλά και στο πεδίο των λαϊκών και εργατικών αντιστάσεων και αγώνων οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων είναι ενθαρρυντικές. Η υποχώρηση και το μούδιασμα της εικοσαετίας έχει αρχίσει να δίνει την θέση του σε ξεσπάσματα, εξεγέρσεις, επίμονες αντιστάσεις, μαζικότερη κίνηση κόσμου, μεγαλύτερες αποδεσμεύσεις κ.λπ. Αντιπολεμικό κίνημα, κινητοποιήσεις του λεγόμενου αντι-παγκοσμιοποιητικού κινήματος, εξεγέρσεις στη Λατινική Αμερική, Ιρακινή και Αφγανική αντίσταση, ένοπλα επαναστατικά κινήματα, εργατικοί αγώνες είναι πλέον πιο συχνές καταστάσεις στον κόσμο. Εδώ οι αναντιστοιχίες είναι κάτι παραπάνω από προφανείς. Η απουσία του κομμουνιστικού κινήματος οδηγεί τα ξεσπάσματα σε μια ανακύκλωση, δίνει τη δυνατότητα στις αστικές δυνάμεις να κερδίσουν χρόνο και να ξαναπάρουν τον έλεγχο, δημιουργεί αισθήματα αναποτελεσματικότητας και επαναφέρει απογοητεύσεις. Πολύ χαρακτηριστική περίπτωση είναι το ντόμινο των εξεγέρσεων στη Λατινική Αμερική. Η εξουσία περιοδικά περπατά στην κυριολεξία στους δρόμους του Μπουένος Άιρες, της Λα Παζ, του Κίτο κ.λπ. και δεν υπάρχει μια αξιόπιστη οργανωμένη επαναστατική δύναμη που να σπάσει τον επαναλαμβανόμενο κύκλο: Αγανάκτηση, εξέγερση, υποχώρηση και ξανά απ’ την αρχή.
Κορυφαία περίπτωση, η αντίσταση των αντιστάσεων, η Ιρακινή περίπτωση που στη Δύση δεν έχει εκτιμηθεί στην έκταση και την αξία που της αναλογεί. Και αυτό όχι τυχαία ή εξαιτίας και μόνο της ιμπεριαλιστικής προπαγάνδας. Αλλά και των ιδεολογικών αγκυλώσεων και υποχωρήσεων της λεγόμενης επίσημης αριστεράς και της απουσίας ισχυρής ανεξάρτητης κομμουνιστικής φωνής. Είναι τυχαίο που οι, κατά τα άλλα σοβαρά δικτυωμένοι στην Ευρώπη και την Ελλάδα «ριζοσπάστες αριστεροί», εδώ και δύο και πλέον χρόνια θυμούνται το Ιράκ όταν απάγονται μόνο κάποιοι δυτικοί δημοσιογράφοι ή μέλη ΜΚΟ και αρνούνται συστηματικά την υποστήριξη στην Ιρακινή Αντίσταση; Είναι τυχαίο που η μόνη οργάνωση στην Ελλάδα που επιχείρησε να πάει ξανά κόντρα στο ρεύμα από τις πρώτες μέρες της πτώσης της Βαγδάτης ήταν το ΚΚΕ(μ-λ), κάνοντας τρεις κύκλους εκδηλώσεων αλληλεγγύης στην Ιρακινή Αντίσταση και ημέρες δράσης και κινητοποιήσεων;
4. Tο ΚΚΕ(μ-λ) υπερασπίστηκε στις πιο δύσκολες στιγμές το κομμουνιστικό κίνημα του περασμένου αιώνα, το δρόμο του Οκτώβρη και της πρώτης προσπάθειας οικοδόμησης της σοσιαλιστικής κοινωνίας, την κινέζικη απόπειρα απάντησης στην καπιταλιστική παλινόρθωση, τους μεγάλους επαναστατικούς αγώνες των λαών για εθνική και κοινωνική απελευθέρωση. Αντιπάλεψε, στο μέτρο των δυνάμεών του, τον ρεβιζιονισμό και την προσαρμογή κάθε μορφής, προσπάθησε να αντιμετωπίσει τον αντικομουνισμό και την παραποίηση της ιστορίας. Δεν το έκανε γιατί θεωρούσε πως απλά αυτό που χρειάζονταν ήταν να ενωθεί το σήμερα με το χθες και να επανασυνδεθούν τα σπασμένα νήματα με το παρελθόν. Έχουμε επίγνωση, τώρα πιο πολύ από ότι παλιότερα, πως ο νέος κύκλος του κομμουνιστικού κινήματος του 21ου αιώνα απαιτεί το διάβασμα και την επανεξέταση της προηγούμενης πορείας, απαιτεί τομές και ρήξεις, βαθιά κατανόηση των σύγχρονων εξελίξεων στο καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα, πολλαπλασιασμό των θεωρητικών προσπαθειών, απαντήσεις στα μεγάλα προβλήματα που έθεσε η πρώτη προσπάθεια. Η μεγάλη διαφορά μας από άλλες περιπτώσεις είναι πως είμαστε βαθιά πεπεισμένοι πως αυτά δεν μπορούν να γίνουν εκβιαστικά, έξω και πέρα από τη σύγχρονη συμμετοχή στην ταξική πάλη, αγνοώντας υλικές προϋποθέσεις, βιαστικά και με το άγχος της παραγωγής του νέου «εδώ και τώρα», πετώντας στα σκουπίδια μαζί με τα νερά και το μωρό.
Δεν είμαστε ικανοποιημένοι, φυσικά, από τις μέχρι σήμερα προσπάθειες μας. Ξέρουμε πως σκοντάφτουμε συνεχώς στους περιορισμένους υλικούς όρους που έχουμε συσσωρεύσει, οφείλουμε να αξιοποιήσουμε καλύτερα δυνατότητες που υπάρχουν και να κερδίσουμε νέες. Στο κεφάλαιο αυτό δεν ακολουθήσαμε πάντα έναν ίσιο ανοδικό δρόμο. Κληρονομιές από το παλιό ΚΚΕ(μ-λ), η ανάγκη να αντιταχτούμε στον ακαδημαϊσμό, τον αγνωστικισμό και τον αναχωρητισμό, οι ισχυρές πιέσεις εξωτερικών παραγόντων, το γενικό κλίμα υποχώρησης, το άγχος για την καθημερινή δράση από την οργάνωση και η έλλειψη συλλογικότητας στις προσπάθειες αναπαρήγαγαν για καιρό μια γενική τάση υποτίμησης της μελέτης και των θεωρητικών προσπαθειών και επεξεργασιών. Σε σημείο που να δίνεται η αίσθηση μιας οργάνωσης που νιώθει επάρκεια, που αναμασά και ικανοποιείται στην διάδοση των παλιών καλών θέσεων και απόψεων. Φυσικά και δεν ήταν έτσι. Και αυτό φάνηκε στις λιγοστές προσπάθειες που έγιναν. Πιο πολύ φαίνονταν στην καθημερινή ζωή, δράση και αντιπαράθεση, όταν δοκιμάζονταν οι αναλύσεις μας με αυτές του κοντινού περίγυρου. Να, λοιπόν, μια ακόμη αναντιστοιχία ανάμεσα σε δυνατότητες και υλικά αποτελέσματα, αυτή τη φορά δικιά μας.
5. Στο διάστημα που μεσολάβησε από την 5η Συνδιάσκεψη, το ΚΚΕ(μ-λ) βρέθηκε μέσα και με σημαντικό ρόλο στις πιο μεγάλες μάχες του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Μπορεί να μην καταφέραμε να ξεπεράσουμε τα υπόλοιπα αρνητικά μας, αλλά τουλάχιστον μια από τις βασικές κατακτήσεις και χαρακτηριστικά μας, αυτό δηλαδή της καθημερινής και ενεργής συμμετοχής στην κίνηση των μαζών, διατηρήθηκε, ανανεώθηκε και ξανα-ανέδειξε μια επιπλέον αναντιστοιχία. Πρώτος διαγωνισμός ΑΣΕΠ το 1998, αντιπολεμικό κίνημα για την επέμβαση στη Γιουγκοσλαβία το 1999, επίσκεψη Κλίντον, Ασφαλιστικό, Αγροτικό, αντιπολεμικό 2001, αντιπολεμικό 2003, Σύνοδος Κορυφής Ε.Ε. 2003 και δεκάδες άλλες μάχες τοπικού η πανελλαδικού χαρακτήρα για ζητήματα κοινωνικά, δημοκρατικά, αντιϊμπεριαλιστικά, αλληλεγγύης κ.λπ. Αυτονόητα πλέον ζητήματα, που δεν παύουν όμως να έχουν τη σημασία τους εάν συγκριθούν με άλλες στάσεις ακολουθητισμού, περιχαράκωσης, επιλεκτικότητας και υποτίμησης. Ξέρουμε πολύ καλά πως τα αποτελέσματα δεν έρχονται με γενικού χαρακτήρα παρεμβάσεις και δράσεις, αλλά όμως τις προϋποθέτουν. Και στο κεφάλαιο αυτό –όπως αναφέρουμε και πιο πάνω- οι αναντιστοιχίες φάνηκαν όχι λίγες φορές και ειδικά στις περιπτώσεις που ο πρωταγωνιστικός ρόλος του ΚΚΕ(μ-λ) θα περίμενε κανείς να δώσει ώθηση για υλικά προχωρήματα, διεύρυνση συστηματικής επιρροής και αποτελέσματα.
6. Αλλά και στο μέτωπο των διάφορων εκλογικών αναμετρήσεων οι ασυμμετρίες αναδείχτηκαν με έντονο τρόπο. Στο διάστημα που μεσολάβησε, συμμετείχαμε σε δύο εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση (1998-2002) και σε δύο γενικές εκλογές (2000-2004). Σε όλες τις περιπτώσεις τα αποτελέσματα, συγκριτικά με παλιότερα, ήταν θετικά, καταγράφηκε συνεχής άνοδος και πιάσαμε νούμερα που δεν είχαν ξαναπιαστεί άλλη φορά στη μεταπολίτευση. Ειδικότερα για τις βουλευτικές εκλογές, δώσαμε για πρώτη φορά, μετά το ’89-90, τη μάχη μόνοι μας και το αποτέλεσμα δεν ήρθε μόνο γιατί η πόλωση ήταν μικρότερη, αλλά και γιατί, σε σχέση με το ’89-90, το ΚΚΕ(μ-λ) έχει κάνει σημαντικά προχωρήματα. Αυτό, όμως, ανέδειξε πιεστικά και κραυγαλέα τις αναντιστοιχίες, την έλλειψη σχέσης με έναν κόσμο που διαλέγει να μας στηρίζει στις εκλογές, και όχι τυχαία, την αδυναμία των οργανώσεων να μικρύνουν αποστάσεις και να καλύψουν κενά κ.λπ. Δεν είναι τυχαίο πως, κάτω από αυτήν την πίεση, το Κ.Ο., για πρώτη φορά ίσως τόσο καθαρά, μετά τις εκλογές του 2004 προσπάθησε να στρέψει την προσοχή της οργάνωσης στα ζητήματα της κομματικής οικοδόμησης, βάζοντας συγκεκριμένους στόχους και καθήκοντα.
7. Δεν κάνουμε αυτήν την αναφορά στις αναντιστοιχίες και ασυμμετρίες (γενικές και ειδικές) τυχαία ή μόνο από την ανάγκη διαμόρφωσης ενός ενδιαφέροντος προλόγου.
Θεωρούμε πως στο επίκεντρο αυτής της Συνδιάσκεψης πρέπει –εκτός των άλλων- να μπουν και αυτά τα ζητήματα, να συζητηθούν ανοιχτά και με τη συμμετοχή, εάν είναι δυνατόν, του συνόλου της οργάνωσης, να αναζητηθούν απαντήσεις, διέξοδοι και να παρθούν συλλογικά αποφάσεις.
Από γενική άποψη, στη ζωή και την ταξική πάλη τα φαινόμενα αυτά πάντα θα υπάρχουν, άλλοτε σε μεγαλύτερη και άλλοτε σε μικρότερη διάσταση. Πολύ περισσότερο σε ιστορικές φάσεις σαν την σημερινή ή σε προσπάθειες σαν την δική μας που βρίσκονται σε πρωταρχικά στάδια. Αυτό δεν πρέπει ούτε να φοβίζει ούτε να δημιουργεί αρνητικές σκέψεις. Άλλο αυτό, όμως, και άλλο η υπόκλιση και η προσαρμογή στα σημερινά δεδομένα, η έλλειψη βούλησης για ανατροπές και υπερβάσεις, η ανάγκη συνεχούς προσπάθειας για κατακτήσεις. Το ΚΚΕ(μ-λ) των πρώτων 12-15 χρόνων από την ανασυγκρότηση του 1982 είναι αρκετά διαφορετικό από το σημερινό, χωρίς φυσικά να σημαίνει πως όλες οι μεταβολές έχουν θετικό πρόσημο. Όμως οι περισσότερες συνηγορούν στο ότι υπάρχουν, πλέον, αυξημένες υλικές προϋποθέσεις για να μπουν πιο αποφασιστικά καθήκοντα για μια μεγάλη στροφή στην κομματική οικοδόμηση και ανάπτυξη, σε συνδυασμό με τις πιεστικές απαιτήσεις των καιρών.
Για τα μέτωπα της πάλης μας
A. Από τη 2η Συνδιάσκεψη (1983) προσπαθήσαμε να βάλουμε την εργατική δουλειά στο επίκεντρο της κίνησης της οργάνωσης, χωρίς, όμως, επιτυχία. Παρότι στο καθοδηγητικό επίπεδο ήταν κατανοητό πως μόνο με την ανάπτυξη της εργατικής δουλειάς θα μπορούσαν να μεταβληθούν ουσιαστικά οι όροι, να αρχίσει να περνάει σε μια νέα ποιότητα η οργάνωση και να κατακτά κομμουνιστικά χαρακτηριστικά. Σε αυτήν την μακρόχρονη διαδρομή, μπορούμε να πούμε πως όχι λίγες φορές υποχωρήσαμε μπροστά στις δυσκολίες, αναιρέσαμε στην πράξη τον κεντρικό ρόλο της εργατικής δουλειάς, την αφήσαμε στον αυτόματο πιλότο, δεν κρατήσαμε συστηματικά ανοικτό το μέτωπο της προσπάθειας σε συλλογικό επίπεδο, δεν αναζητήσαμε λύσεις και διεξόδους σε αδυναμίες, ανεπάρκειες, δυσκολίες και αποτυχίες. Το ξέραμε, και εάν είχαμε αυταπάτες αυτές διαλύθηκαν σύντομα, πως βαδίζαμε μέσα σε μια πολύ δύσκολη περίοδο με κύριες τις τάσεις αποσυγκρότησης, διάλυσης και υποχώρησης. Ξέραμε πως ξεκινάμε περίπου από το μηδέν, μετά το 1982. Καταλάβαμε αρκετά γρήγορα, κύρια στην Αθήνα αλλά και στη Θεσσαλονίκη, πως τα πράγματα δε θα ήταν εύκολα, πως θα έχουμε στραπατσαρίσματα και αποτυχίες, πως χρειαζόμασταν κατευθύνσεις, ανάλυση της κατάστασης και στοιχεία γραμμής, πως γίνονται σημαντικές μεταβολές και δε φτάνουν τα εφόδια του μεταπολιτευτικού κύκλου. Τα έχουμε επισημάνει αυτά και σε παλιότερα κομματικά σώματα. Παρ’ όλα αυτά όμως, και στο διάστημα που μεσολάβησε από την 5η Συνδιάσκεψη η γενική αντιμετώπισή μας δεν άλλαξε, εάν εξαιρέσουμε το τελευταίο διάστημα.
Είναι αλήθεια πως τελευταία και κάτω από δύο παράγοντες (γενική κατάσταση, συσσώρευση ορισμένων δυνάμεων) έχουν αρχίσει να γίνονται ορισμένα βήματα. Έχει μεγαλώσει το φάσμα των χώρων που έχουμε στήσει ή επιχειρούμε να στήσουμε δουλειά, έχουν καταγραφεί σημαντικές επιτυχίες -για τα μέτρα μας- σε συνδικάτα και σωματεία, διευρύνθηκε το δυναμικό των συντρόφων που έχουν ριχτεί σε αυτή τη μάχη, έχει αρχίσει και περνάει στην οργάνωση μια αντίληψη και ένα κλίμα μιας πιο συστηματικής παρέμβασης και σχέσης. Η δημιουργία της «Ταξικής Πορείας» έδωσε μια ουσιαστική ώθηση, ανοίγει το δρόμο για τη συσπείρωση, το συντονισμό και την ενιαία καθοδήγηση της δουλειάς, σε συνδυασμό με το άνοιγμα σε έναν ευρύτερο κόσμο που βρίσκεται γύρω μας και για χρόνια δεν μπορούσε να αξιοποιηθεί. Παρότι οι δυνατότητές μας δεν επιτρέπουν σε αυτή τη φάση ιδιαίτερες στοχεύσεις, πολλούς καταμερισμούς, επιλεκτικότητες και ιεραρχήσεις στο πεδίο αυτό, οφείλουμε να έχουμε πάντα στο κέντρο της προσοχής μας τους νέους εργαζόμενους, τις νέες ελαστικές σχέσεις και χώρους εργασίας, να παρακολουθούμε όσο γίνεται από πιο κοντά τις μεταβολές και τις νέες συγκεντρώσεις του νέου εργατικού δυναμικού. Μπορεί το part-time, η δουλειά του ποδαριού, οι άλλες μορφές μη σταθερής και σχετικά μόνιμης εργασίας να εμποδίζουν τη συλλογική οργάνωση και διεκδίκηση, αλλά εκεί συγκεντρώνεται ένας κόσμος νέος, πιο διαθέσιμος για αντίσταση και αγώνες, λιγότερο απογοητευμένος και με λιγότερα για να χάσει από μια αντιπαράθεση με την εργοδοσία.
Όλα συνηγορούν πως έχουμε μπει σε μια περίοδο κρίσιμη και με πολλές ευκαιρίες για την ανάπτυξη της εργατικής δουλειάς. Αυτό δε σημαίνει πως θα λιγοστέψουν οι δυσκολίες που σχετίζονται με την κατάσταση αποσυγκρότησης, τη μεγάλη απογοήτευση, το φόβο της ανεργίας, τα κλεισίματα εργοστασίων σε κλάδους με μεγάλες συγκεντρώσεις εργατών, την πολυδιάσπαση και την αρνητική κατάσταση στο συνδικαλιστικό κίνημα. Ταυτόχρονα, όμως, δίνονται και ευκαιρίες, δημιουργούνται όροι για δράση και αντίσταση, μεγαλώνουν αντικειμενικά οι δυνατότητες και θα αποκαλύπτονται οι ευθύνες των συνδικαλιστικών ηγεσιών. Απαιτείται συνέχεια, καθημερινός σχεδιασμός, πρωτοβουλίες, ενιαία δράση και κίνηση. Πάνω από όλα επιμονή και αντιμετώπιση με θετικό τρόπο των δυσκολιών και αποτυχιών.
Η δημιουργία της «Ταξικής Πορείας» αυξάνει τις ευθύνες των κομματικών οργανώσεων και σε καμία περίπτωση δε σημαίνει απαλλαγή από τη διατήρηση στο επίκεντρο της συζήτησης της εργατικής δουλειάς. Παράλληλα, η «Ταξική Πορεία» πρέπει να μας δώσει την ευκαιρία να αρχίσουν να ξεπερνιούνται τα σοβαρά προβλήματα στη σχέση συνδικαλιστικής, μαζικής, πολιτικής δουλειάς που έχουν σε αρκετές περιπτώσεις αναδειχθεί σε εργατικούς χώρους. Δηλαδή, το διαδεδομένο φαινόμενο ισχυρής συνδικαλιστικής παρουσίας σε σωματεία -και με μεγάλες εκλογικές επιδόσεις- από τη μια, και από την άλλη αναιμική ανάπτυξη των πολιτικοσυνδικαλιστικών σχημάτων και των κομματικών οργανώσεων. Στο ζήτημα αυτό κρίσιμος είναι ο ρόλος των κομματικών δυνάμεων και η βοήθεια που πρέπει να δώσουν στη μαζικοποίηση της «Ταξικής Πορείας». Οι κομματικές οργανώσεις άμεσα το επόμενο διάστημα πρέπει να επεξεργαστούν σχέδιο μαζικοποίησης της «Ταξικής Πορείας» σε συνεργασία με το κεντρικό συντονιστικό της. Να συστηματοποιηθούν οι κεντρικές συσκέψεις κατά κλάδους (νοσοκομεία – οικοδόμοι – ΟΤΑ -ΔΕΚΟ κ.λπ.) και να οργανωθούν οι προσπάθειες στήριξης των επαρχιακών οργανώσεων για να στήσουν σχήματα της «Ταξικής Πορείας» με επισκέψεις, περιοδείες στελεχών, εκδηλώσεις και συσκέψεις.
Β. Με επίκεντρο της «Λαϊκές Αγωνιστικές Κινήσεις» στην Αθήνα, τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να γίνεται μια αξιόλογη και συστηματική δουλειά στις συνοικίες, που ανέδειξε δυνατότητες και χρειάζεται μια πιο συστηματική παρακολούθηση και βοήθεια. Σημαντική ώθηση έδωσε η παρέμβαση στις δημοτικές εκλογές του 1998 και του 2002, στις οποίες, για πρώτη φορά σε τέτοια κλίμακα, το ΚΚΕ(μ-λ) συμμετείχε σε εκλογικούς συνδυασμούς στην Αθήνα, αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα, με πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Το ίδιο και η πάλη που έγινε για τα προβλήματα των σεισμοπαθών, ενάντια στην Ολυμπιάδα και στα μεγάλα τεχνικά έργα, για την όξυνση των τοπικών προβλημάτων κ.λπ. Η δουλειά στη συνοικία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος τόσο της κεντρικής πολιτικής δουλειάς όσο και της εργατικής-νεολαιίστικης. Ο πετυχημένος συνδυασμός των τοπικών και γενικών προβλημάτων, η ανάδειξη της αναγκαιότητας του ενιαίου Μετώπου Αντίστασης στην αντεργατική-αντιλαϊκή επίθεση, οι προσπάθειες για πλατιές ανεξάρτητες λαϊκές συσπειρώσεις και κινήσεις μπορούν να φέρουν θετικά αποτελέσματα, να μας βάλουν περισσότερο μέσα στον κόσμο, να μας συναντήσουν με νέα πρωτοπόρα στοιχεία. Η διχοτομική αντίληψη, προϊόν της ρεβιζιονιστικής-ρεφορμιστικής κυριαρχίας και μικροαστικών αντιλήψεων, πως στη γειτονιά ασχολούμαστε με τις συνθήκες διαβίωσης, ξεκομμένα από τις γενικές πολιτικές συνθήκες, τα εργατικά και λαϊκά προβλήματα στη δουλειά, στο εργοστάσιο κ.λπ. πρέπει να καταπολεμηθεί. Να αναζητούνται μόνιμα τρόποι σύνδεσης και σύνθεσης, να καταδεικνύονται οι μεγάλοι ένοχοι (το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του), να επιδιώκονται πιο σύνθετες και όχι μόνο μονοθεματικές συσπειρώσεις. Μπροστά στις ερχόμενες δημοτικές εκλογές, επείγει η ανάγκη για μια απολογιστική δουλειά της παρέμβασης των ΛΑΚ, η εξαγωγή συμπερασμάτων και το πέρασμά τους και στην υπόλοιπη οργάνωση. Επίσης, γρήγορα πρέπει να συζητηθεί ο χαρακτήρας, οι στόχοι και οι τρόποι παρέμβασης στις εκλογές του 2006, μαζί με τις τελευταίες εξελίξεις στο χώρο της ΤΑ (ρόλος-σχέση με την αντεργατική επίθεση-λαϊκά προβλήματα-εκλογικές αλλαγές κ.λπ.). Υπάρχει πλέον μια σωρευμένη πείρα που πρέπει να αξιοποιηθεί.
Γ. Με βάση τις διεθνείς εξελίξεις και την ιμπεριαλιστική επιθετικότητα, η επταετία που μεσολάβησε από την 5η Συνδιάσκεψη υπήρξε πλούσια και απαιτητική, με συνεχείς και μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις, με πρωτοφανέρωτες κορυφώσεις τόσο στον κόσμο όσο και στην Ελλάδα. Αυτά τα κινήματα, με κορυφαίο το αντιπολεμικό του 2003, έχουν επηρεάσει βαθιά τις πλατιές λαϊκές μάζες και τη νεολαία, έχουν τροποποιήσει αντιλήψεις και προσεγγίσεις, έχουν δημιουργήσει ένα θετικό έδαφος ύστερα από την κοιλιά της δεκαετίας του ’80 και των αρχών του ‘90, επανέφεραν ισχυρό τον αντιαμερικανισμό και, ως ένα βαθμό, και τον αντιϊμπεριαλισμό, έστω και όχι στο απαιτούμενο βάθος. Όσο περνά ο καιρός ξεφτίζει και η Ευρωπαϊκή ιδέα, που στην Ελλάδα απέκτησε και διατηρεί ως ένα βαθμό ακόμη ισχυρές βάσεις. Το ΚΚΕ(μ-λ), πολιτική δύναμη που κατ’ εξοχήν υπερασπίστηκε τη γραμμή της αντιϊμπεριαλιστικής πάλης, έχει κάθε λόγο να αισθάνεται δικαιωμένο από την τροπή των εξελίξεων, δε βρέθηκε ούτε για μια στιγμή «στον αέρα», εκτίμησε σωστά το χαρακτήρα των γεγονότων, τη σημασία τους κ.λπ. Στάθηκε σωστά απέναντι στην επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία, τη στιγμή που το σύνολο της ευρωπαϊκής αριστεράς -και μέρος της ελληνικής- κρατούσε ίσες αποστάσεις, όταν δεν υποστήριζε τους βομβαρδισμούς. Διέκρινε σωστά τη σημασία της αλλαγής στις ΗΠΑ (Κλίντον-Μπους), την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους, την αντι-τρομοκρατική εκστρατεία και εκτίμησε σωστά τα χαρακτηριστικά της νέας φάσης που εγκαινίασε η επίθεση στο Αφγανιστάν. Ερμήνευσε σωστά τα χαρακτήρα των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και ανταγωνισμών, τις επιπτώσεις τους στην περιοχή των Βαλκανίων, του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου και δικαιώθηκε για τη θέση που πήρε στο σχέδιο Ανάν για την Κύπρο. Συνέχισε –τέλος-να αρνείται και πρακτικά τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με την αποχή από τις Ευρωεκλογές (σε πλήρη αντίθεση με τη στάση των υπόλοιπων κοινοβουλευτικών και εξωκοινοβουλευτικών κομμάτων της ελληνικής αριστεράς), στάση που κάθε φορά κερδίζει όλο και πιο πολύ σε αποδοχή και υποστήριξη.
Γι” αυτούς τους λόγους έπαιξε αρκετές φορές πρωταγωνιστικό και πρωτοπόρο ρόλο στις λαϊκές κινητοποιήσεις, διαδηλώσεις και συγκρούσεις, οργάνωσε μια μεγάλη ακολουθία ενωτικών πρωτοβουλιών, παρεμβάσεων, εκδηλώσεων και δράσεων, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της πάλης ενάντια στον πόλεμο, τη συμμετοχή της Ελλάδας, τις ξένες βάσεις κ.λπ. (μεγάλες κινητοποιήσεις για Γιουγκοσλαβία, περικύκλωση του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, ΝΑΤΟϊκό στρατηγείο στον Τύρναβο, Φωνή της Αμερικής στην Ξάνθη, Σούδα, Άκτιο, επίσκεψη Κλίντον στην Αθήνα, αντιπολεμικές διαδηλώσεις για Αφγανιστάν, αντιπολεμικό κίνημα για Ιράκ κ.λπ.). Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ίδρυση και δράση πολύμορφων ανοικτών μαζικών σχημάτων, κινήσεων και συσπειρώσεων με αντιϊμπεριαλιστικό και αντιπολεμικό περιεχόμενο σε πολλές περιοχές της χώρας και προσπάθησε να βάλει στην πράξη την ανάγκη της ενωτικής αντιϊμπεριαλιστικής πάλης σε αντίθεση με τους σεχταρισμούς, τις κινηματικές φοβίες, τις ιδεοληψίες και τις περιχαρακώσεις της υπόλοιπης αριστεράς (Κλίντον, Ιράκ-Ιρακινή Αντίσταση κ.λπ.).
Πέρα από τις αντικειμενικές δυσκολίες και στο μέτωπο αυτό της πάλης μας, παρά τα σημαντικά θετικά αποτελέσματα, συναντήσαμε όχι λίγες φορές προβλήματα που πηγάζουν και από τις αδυναμίες μας να συνδυάζουμε πάντα πετυχημένα τη στενή με την πλατιά μαζική δουλειά. Επίσης τις ελλείψεις του να κρατάμε αυτή τη δουλειά στο προσκήνιο, ακόμη και σε περιόδους κινηματικής ύφεσης, με καινούριες μορφές, με εμπλουτισμό του περιεχομένου, με σύνδεση με τα υπόλοιπα λαϊκά προβλήματα. Το μέτωπο της αντιϊμπεριαλιστικής πάλης αποτελεί κεντρικό ζήτημα, μπορεί να δημιουργήσει ευρύτερες συσπειρώσεις, πρέπει να παραμένει ανοικτό και να αξιοποιείται κάθε ευκαιρία για μαζική κίνηση και πρωτοβουλίες. Οι κομματικές οργανώσεις οφείλουν σε μόνιμη βάση, και ιδιαίτερα στα μεσοδιαστήματα, να αναζητούν τρόπους και ζητήματα για δραστηριοποίηση των Αντιπολεμικών-Αντιμπεριαλιστικών Κινήσεων και Πρωτοβουλιών, για το άνοιγμα τους στην νεολαία κ.λπ.
Η πρωτοβουλία για τη Διεθνή Σύσκεψη για τις Ξένες Βάσεις στα Χανιά υπήρξε μια πολύ θετική κίνηση. Επανέφερε –δίχως όμως ιδιαίτερη και ανάλογη συνέχεια- το ζήτημα της πιο συστηματικής, οργανωμένης και παρατεταμένης μάχης ενάντια στη στρατιωτική ιμπεριαλιστική παρουσία στην Ελλάδα, πολύ κρίσιμη και σημαντική πτυχή της πολιτικο-στρατιωτικής εξάρτησης της χώρας από τον ιμπεριαλισμό.
Ορισμένα από τα μέτωπα της πάλης μας για το επόμενο διάστημα, που πρέπει να κρατιούνται ανοιχτά και να παίρνονται πρωτοβουλίες με κάθε αφορμή είναι η πολιτικο-στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στα Βαλκάνια και στην Ελλάδα, η συμμετοχή της χώρας στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, η αλληλεγγύη στην Ιρακινή και Αφγανική Αντίσταση και στην πάλη των λαών ενάντια στον ιμπεριαλισμό, η ενίσχυση της αλληλεγγύης με τον Τούρκικο λαό και τις πρωτοπόρες δυνάμεις του, η υπεράσπιση της αντίστασης του Κυπριακού λαού ενάντια στα ιμπεριαλιστικά σχέδια διχοτόμησης, η εναντίωση στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και την επαναχάραξη των συνόρων.
Στο μέτωπο της πάλης ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχουν οι μεγαλύτερες καθυστερήσεις, που πηγάζουν, εκτός των άλλων, και από το πέρασμα στις λαϊκές μάζες μιας στάσης ευνοϊκής αποδοχής τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια, από τη φιλοευρωπαϊκή στάση της επίσημης αριστεράς, από την ιδεολογική εκστρατεία των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων, από την προσδοκία για αντίβαρο στις αμερικάνικες επεμβάσεις στην εσωτερική πολιτική ζωή της χώρας, τις πολιτικές εξαγοράς ορισμένων τμημάτων από τα μεσαία στρώματα κ.λπ. Αυτά έχουν αρχίσει να τελειώνουν, η πραγματικότητα γίνεται αμείλικτη και το πέρασμα στην ΟΝΕ και το Ευρώ, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στον αγροτικό τομέα, δημιουργούν τους όρους για πλατύτερη λαϊκή αντίθεση. Επίσης, στην ίδια κατεύθυνση λειτουργούν και οι εσωτερικές εξελίξεις στον σκληρό πυρήνα της Ε.Ε., οι κόντρες, η αποδοκιμασία του Ευρωσυντάγματος, η κατάρρευση των προσδοκιών για γρήγορες ολοκληρώσεις, ενώσεις κ.λπ. Χρειάζεται να συνδυάζουμε συνεχώς τις ασκούμενες πολιτικές με το ρόλο της Ε.Ε., να δείχνουμε με πειστικότητα το πραγματικό αρνητικό ισοζύγιο στις σχέσεις Ε.Ε.-Ελλάδας, να εκμεταλλευτούμε πιο θαρραλέα το γενικευμένο κλίμα λαϊκής αποδοκιμασίας και αμφισβήτησης.
Δ. Το να πούμε πως η δουλειά μας στην νεολαία αποτελεί ένα πολύ κρίσιμο ζήτημα για το μέλλον της οργάνωσης ίσως θα ήταν κοινοτυπία πλέον. Το πρόβλημα είναι πως ενώ φαίνεται να υπάρχει μια γενική συμφωνία στις διαπιστώσεις, στην πράξη αυτή δεν εκφράζεται όσο θα έπρεπε, όσο μπορούμε, όσο απαιτούν ορισμένα ανησυχητικά δεδομένα. Εδώ υπάρχουν ορισμένα παλιά προβλήματα, αλλά και ορισμένα που δημιουργήθηκαν το τελευταίο διάστημα από την προηγούμενη Συνδιάσκεψη και μετά. Στα παλιά, η μεγάλη και παρατεταμένη καθυστέρηση ανάπτυξης δουλειάς στο σύνολο σχεδόν των επαρχιακών οργανώσεων, που έχει οδηγήσει πλέον -και με την πάροδο του χρόνου- σε παγίωση μιας άσχημης κατάστασης (μαθητές, περιφερειακά ΑΕΙ και ΤΕΙ, για να μη μιλήσουμε για την εργαζόμενη νεολαία), οι γενικές υποκειμενικές δυσκολίες αυτοτελούς ανάπτυξης των Αγωνιστικών Κινήσεων, η κατοχύρωση του διακριτού χαρακτήρα και ρόλου τους. Ακόμη και έτσι όμως, οι μάχες που δόθηκαν δεν ήταν λίγες και έδειξαν πως με σχετικά καλύτερους όρους μπορούμε να έχουμε σημαντικές επιτυχίες και προχωρήματα. Ανανεώθηκε το βασικό δυναμικό, κρατήθηκε –αν και σε πιο χαμηλό επίπεδο- το “Εναυσμα”, κατοχυρώθηκαν τα διήμερα του Νοέμβρη στη Θεσσαλονίκη και το μονοήμερο στην Αθήνα με αξιοσημείωτη επιτυχία, καθώς επίσης και τα καλοκαιρινά κάμπινγκ. Στη φοιτητική και σπουδαστική δουλειά μπορούν πιο άμεσα να υπάρξουν κατακτήσεις και αναπτύξεις, αξιοποιώντας τις θέσεις που έχουν κερδηθεί το προηγούμενο διάστημα, αναπτύσσοντας τις επεξεργασίες μας και ισχυροποιώντας την κεντρική καθοδήγηση αυτής της δουλειάς. Τα προηγούμενα είναι τα αυτονόητα. Δεν μπορούν, όμως, να απαντήσουν συνολικά στο πρόβλημα της σχέσης με τη νεολαία, για το οποίο το νέο Κ.Ο. πρέπει να αφιερώσει χρόνο, μεγαλύτερη προσπάθεια, περισσότερη μελέτη και συνεχή φροντίδα.
Ε. Αντικειμενικές δυσκολίες και υποκειμενικές ανεπάρκειες στο κεφάλαιο των διεθνών σχέσεων έφεραν καθυστερήσεις που, σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα, πάνε άμεσα κόντρα στις κατευθύνσεις που βάλαμε ως προτεραιότητα. Η γενικά σωστή μας θέση να μην πάρουμε μέρος σε καρικατούρες «Διεθνών», αλλά να προωθήσουμε διμερείς ή πολυμερείς επαφές, σχέσεις και χαλαρούς συντονισμούς, δεν περπάτησε ικανοποιητικά εξαιτίας των αντικειμενικών δυσκολιών, αλλά και μιας δόσης υποτίμησης που κυριάρχησε, ανοργανωσιάς και λειψής βοήθειας στους συντρόφους που προσπάθησαν κατά καιρούς να καλύψουν το κενό. Τα τελευταία δύο-τρία χρόνια υπάρχει μια σαφής βελτίωση, έγιναν πιο τολμηρές και συχνές προσπάθειες, καλύφτηκαν ορισμένα κενά και δημιουργήθηκε ένα καλό κλίμα. Παρόλα αυτά το βασικό πρόβλημα οργάνωσης, καθοδήγησης και πολιτικού σχεδιασμού μιας έτσι και αλλιώς δύσκολης και απαιτητικής δουλειάς συνεχίζει να υφίσταται. Κάναμε πολύ καλά που ανταποκριθήκαμε ενεργά στην ίδρυση και στις δραστηριότητες της Διεθνούς Ένωσης Λαϊκού Αγώνα (ILPS), λάβαμε μέρος στα δύο συνέδρια (2001-2004) και προσπαθήσαμε να βάλουμε ορισμένους προσανατολισμούς στο εγχείρημα, με κορυφαία περίπτωση τη «Θεσσαλονίκη-Αντίσταση 2003». Μας βοήθησε να γνωρίσουμε κινήματα και οργανώσεις, να μάθουμε, αλλά και να δοκιμάσουμε-συγκρίνουμε τις απόψεις μας και εκτιμήσεις μας, μας έκανε γνωστούς σε μακρινά σημεία του πλανήτη.
Οφείλουμε να συνεχίσουμε την προσπάθεια για την ενίσχυση του αντιϊμπεριαλιστικού, μαζικού και πλατιού χαρακτήρα της Ένωσης, το άνοιγμα της και σε άλλες οργανώσεις και κινήματα και την πύκνωση των διεθνών πρωτοβουλιών της ξεπερνώντας σεχταρισμούς, ιδεολογικές περιχαρακώσεις και ηγεμονικές τακτικές που δυστυχώς υπάρχουν και εκτός Ελλάδας.
Γι’ αυτή τη μεταβατική φάση, τέτοιου η ανάλογου χαρακτήρα πρωτοβουλίες και κινήσεις αντιστοιχούν περισσότερο στην κατάσταση που υπάρχει διεθνώς, αλλά και στην ιεράρχηση που εμείς κάνουμε. Η ανάπτυξη της διεθνούς αντιϊμπεριαλιστικής-αντιπολεμικής πάλης των λαών και η αλληλεγγύη των κινημάτων, βασισμένη πρώτα και κύρια στον αγώνα που διεξάγεται σε κάθε χώρα, αποτελεί τη μοναδική ρεαλιστική πρόταση.
ΣΤ. Η εφημερίδα κρατήθηκε σταθερά στη δεκαπενθήμερη έκδοση της, τελευταία σταθεροποίησε την 24σέλιδη έκδοση, έκανε μερικά βήματα βελτίωσης στο περιεχόμενο, την ποικιλία των θεμάτων κ.λπ. Σε γενικές γραμμές, όμως, συνεχίζει να αποτελεί κύρια μια έκδοση για τα μέλη και τους πολύ κοντινούς οπαδούς της οργάνωσης και να είναι αποσπασμένη από την κίνηση, παρέμβαση και εργαλειακή χρησιμοποίηση στη μαζική δουλειά. Δεν αντανακλά ικανοποιητικά τις πολιτικές δυνατότητες και την κίνηση της οργάνωσης και δεν έχει καταφέρει να δώσει ώθηση και να παίξει προωθητικό ρόλο σε ανοίγματα, πολιτικά, ιδεολογικά, μαζικά. Αποτελεί σοβαρό πρόβλημα πως ακόμα και μέλη καθοδηγητικών οργάνων αποφεύγουν να γράψουν στην εφημερίδα ή άλλα κομματικά έντυπα, δεν παρουσιάζουν αναλύσεις από τους χώρους που καθοδηγούν, δεν προσπαθούν να αποκτήσουν μια ορισμένη εξειδίκευση. Τα προβλήματα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε είναι πολλά και χρειάζεται μια ειδική δουλειά στο ζήτημα που να καταλήξει άμεσα σε μια ειδική πανελλαδική σύσκεψη που να πάρει αποφάσεις, με την ευθύνη του νέου Κ.Ο. και του αντίστοιχου τομέα. Πριν από όλα πρέπει άμεσα να πάρουμε μέτρα ενίσχυσης της Συντακτικής Επιτροπής σε πολιτικό και τεχνικό επίπεδο και να αναβαθμίσουμε την τεχνική υποδομή.
Ζ. Για τις βουλευτικές εκλογές (2000-2004) έγιναν ιδιαίτεροι απολογισμοί που συζητήθηκαν εκτενώς στις κομματικές οργανώσεις. Κατά γενική ομολογία η παρέμβαση κα τα αποτελέσματα ήταν θετικά, απέδειξαν δυνατότητες και υπογράμμισαν τα κενά που πρέπει να καλύψουμε. Ο απολογισμός δεν έχει να προσθέσει τίποτε περισσότερο από τις προηγούμενες απολογιστικές συζητήσεις και καλό θα ήταν οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες να ξαναρίξουν μια ματιά στο απολογιστικό κείμενο για τις εκλογές του 2004. Στο ζήτημα αυτό η μόνη παρατήρηση που επιπρόσθετα γίνεται -για να κατευθυνθεί η συζήτηση σε ένα κρίσιμο σημείο- είναι πως έχει παρατηρηθεί μια ψαλίδα ανάμεσα στους ρυθμούς παρέμβασης-συμμετοχής στις εκλογικές παρεμβάσεις για ένα σημαντικό κομμάτι συντρόφων και στην καθημερινή δράση τους. Αυτό, πέρα από τους προφανείς λόγους των ιδιαίτερων συνθηκών και απαιτήσεων μιας εκλογικής παρέμβασης, υποδηλώνει επίσης και τη γενική δυσκολία που έχουμε να περνάμε από το γενικό στο ειδικό και από το περιπτωσιακό στο καθημερινό και συνεχές. Υποδηλώνει τις αδυναμίες στη στενή πολιτική δουλειά και στη συγκεκριμενοποίηση των σχέσεών μας με τον κόσμο.
Η. Δουλειά στους μετανάστες και εργατική δουλειά αποτελούν, αν όχι ταυτόσημα πεδία, σε μεγάλο βαθμό πολύ κοντινά και αλληλοκαλυπτόμενα. Η μεγάλη πλειοψηφία των ξένων μεταναστών είναι εργάτες και μάλιστα εργάτες στο χαμηλότερο σημείο από άποψη αμοιβής, συνθηκών, εκμετάλλευσης κ.λπ. Οι μετανάστες αποτελούν αντικειμενικά οργανικό τμήμα της εργατικής τάξης στην Ελλάδα και γι” αυτό το κύριο καθήκον είναι η συνεχής προσπάθεια συνδικαλιστικής οργάνωσής τους στα συνδικάτα και τα σωματεία, η αντίσταση στη διάσπαση και το ξεχώρισμα, η προώθηση κοινών αγώνων κ.λπ. Αυτό δε σημαίνει, όμως, πως δεν αντιμετωπίζουν και ιδιαίτερα προβλήματα από τον χώρο δουλειάς ως το σπίτι, την εκπαίδευση, τη νομιμότητα, τις διακρίσεις, τον πολιτισμό κ.λπ. Τόσο γενικά όσο και ειδικά δεν μπορούμε να πούμε πως είμαστε ικανοποιημένοι από τις προσπάθειες, τις επεξεργασίες και τη δουλειά που έχουμε κάνει, τόσο στα κέντρα, όσο και στην περιφέρεια. Αφήσαμε ανενόχλητο τον ανθρωπιστικό αταξικό αντιρατσισμό να καλύψει τα κενά, χάσαμε ευκαιρίες, δεν αξιοποιήσαμε ορισμένες δυνατότητες που υπήρχαν για απόπειρες σύνδεσης και εμπλοκής με έναν κόσμο. Ακόμη και στα αντιρατσιστικά φεστιβάλ, όταν δεν μετέχουμε πάμε με την λογική του φτωχού συγγενή. Και όμως. Και στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη αλλά και σε άλλες περιοχές (Ρέθυμνο, Γιάννενα και Λάρισα) θα μπορούσαμε να μπούμε πιο αποφασιστικά στα φεστιβάλ και να επιδιώξουμε να φτιάξουμε ένα ταξικό σημείο αναφοράς, κριτικής και παρέμβασης. Το ίδιο θα μπορούσε να γίνει και στις προσπάθειες σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη στα εθελοντικά σχολεία μεταναστών. Ορισμένα βήματα το τελευταίο διάστημα πρέπει να συστηματοποιηθούν και να συμπεριλάβουν όλες τις οργανώσεις. Συμμετοχή στα φεστιβάλ με διακριτό τρόπο και με την οργάνωση παράλληλων εκδηλώσεων-συζητήσεων κ.λπ. μέσα σε αυτά από την “Ταξική Πορεία”, με ταξικό, εργατικό περιεχόμενο. Πιο συχνή έκδοση υλικών (προκηρύξεων-εφημερίδα “Ταξικής Πορείας” κ.λπ.) στις γλώσσες των μεταναστών και κύρια στα αλβανικά. Πιο συστηματική παρακολούθηση των νόμων και των κρατικών αποφάσεων για τους μετανάστες, μελέτη των προβλημάτων τους, αναζήτηση και άλλων δρόμων παρέμβασης.
Για το ζήτημα της κοινής δράσης και των συμμαχιών
Έχουμε κατά καιρούς, με διάφορες αφορμές και σε διαφορετικές συνθήκες, διατυπώσει αλλά και προσπαθήσει να εφαρμόσουμε στην πράξη την πεποίθηση μας πως η κοινή δράση στο μαζικό κίνημα αποτελεί τον κύριο δρόμο για την οικοδόμηση των όρων μιας νέας αριστεράς, αλλά και για το άνοιγμα των προσπαθειών για την κομμουνιστική ανασυγκρότηση. Κατηγορηθήκαμε γι” αυτή μας την προσέγγιση για μινιμαλισμούς, ηττοπάθεια, απαισιοδοξία, υποτίμηση δυνατοτήτων, από-ιδεολογικοποίηση, υποταγή στο ρεφορμισμό, τον τροτσκισμό, το ΚΚΕ, τον Συνασπισμό κ.λπ. Οι κατηγορίες ίδιες, μόνο που στο πέρασμα του χρόνου αυτοί που την εκτοξεύουν αλλάζουν θέσεις, αλληλοδανείζονται επιχειρήματα, κάνουν διάφορες προσαρμογές. Στο μόνο που μένουν σταθεροί είναι στην άρνηση της κοινής δράσης και της προσπάθειας ανάπτυξης του μαζικού κινήματος. Αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο. Υπάρχει μια γενική σύμπτωση στις διάφορες τάσεις, ρεύματα και σχηματισμούς της ελληνικής αριστεράς, παράγωγο της ήττας, της κυριαρχίας του ρεβιζιονισμού και της μικρής σχέσης με τις μάζες. Η παραίτηση από τη δύσκολη προσπάθεια ανάπτυξης του λαϊκού κινήματος και η υποκατάστασή της με άλλες συνταγές. Ενότητα μαρξιστών-λενινιστών, εκβιαστική δημιουργία πόλων στα χαρτιά, δορυφοριοποίηση γύρω από τους δύο βασικούς πόλους της ρεφορμιστικής αριστεράς για τους μικρούς και άρνηση ανάπτυξης μαζικού λαϊκού κινήματος, κοινοβουλευτικές αυταπάτες, συνδιαχειρίσεις κ.λπ. για τους μεγάλους. Αποτέλεσμα η κατάσταση να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο, να κυριαρχεί η απογοήτευση και να πληθαίνουν οι διαχωρισμοί. Για την κοινή δράση ούτε λόγος. Η δήθεν εύκολη, απλοϊκή και περιοριστική πρόταση του ΚΚΕ(μ-λ) υποχωρεί συνεχώς στο όνομα μεγαλεπήβολων σχεδίων και τακτικών και έτσι μεγαλώνουν τα κενά και οι αναντιστοιχίες.
Ύστερα από το κλείσιμο του εγχειρήματος της «Μαχόμενης Αριστεράς» και συνεκτιμώντας συσχετισμούς και δεδομένα επιλέξαμε την προώθηση της κοινής δράσης, το επίπεδο δηλαδή της ενότητας στο κίνημα, σε επιμέρους κοινωνικούς χώρους ή για ξεχωριστά ζητήματα, με κοινές πρωτοβουλίες, με μόνιμο ή προσωρινό χαρακτήρα, κοινές επιτροπές κ.λπ., θεωρώντας πως αυτό είναι που αντιστοιχεί στις σημερινές δυνατότητες. Αποτελεί προϋπόθεση για ανώτερου επιπέδου ενότητες, απευθύνεται στον κόσμο της αριστεράς, στο ανένταχτο δυναμικό, σε οργανώσεις και ομαδοποιήσεις και κυρίως στον κόσμο των εργαζόμενων, της νεολαίας κ.λπ. δίχως ιδεολογικά και κομματικά προαπαιτούμενα.
Οι εξελίξεις στο μέτωπο αυτό τα τελευταία χρόνια (ύστερα από τον πρώτο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ και με μια αναλαμπή στην επίσκεψη Κλίντον) ακολούθησαν μια αρνητική τροχιά και οπισθοχώρηση. Συνέτεινε σε αυτό η κινηματική υποχώρηση, αλλά κυρίως η ολοκληρωτική εμφάνιση των υποκειμενικών αδυναμιών και ανεπαρκειών των δυνάμεων της λεγόμενης εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, τα φαινόμενα διάλυσης, εσωστρέφειας και παραίτησης, η πολιτική κομματικοκεντρικής περιχαράκωσης του ΚΚΕ. Στον αντίποδα, κυριάρχησαν στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά δύο εκ πρώτης όψης αντιθετικές τάσεις, στην ουσία, όμως, με το ίδιο αρνητικό πρόσημο. Από τη μία η τάση δορυφοριοποίησης στα δύο επίσημα κόμματα της αριστεράς (κυρίως στον Συνασπισμό) και από την άλλη η επιμονή στις καρικατούρες αριστερών ριζοσπαστικών πόλων που λειτουργούν αποθαρρυντικά και συκοφαντικά και δεν αντιστοιχούν ούτε στο ελάχιστο στα πραγματικά δεδομένα και ανάγκες.
Φυσικά στο διάστημα αυτό υπήρξαν και πρωτοβουλίες σε θετική κατεύθυνση, που όμως δεν μπόρεσαν να επιδράσουν στην κυρίως αρνητική εξέλιξη. (δημοτικές εκλογές 2000-2004, αντιπολεμικά, κρατική τρομοκρατία, κ.λπ.). Στο αντιπολεμικό του 2003 η πρόταση για τον Αντιπολεμικό Συντονισμό, πρόταση που αντιστοιχούσε στις ανάγκες αλλά και στις διαθέσεις πλατύτερου κόσμου, συνάντησε την άρνηση από όλες σχεδόν τις πλευρές, των ΚΚΕ και ΣΥΝ συμπεριλαμβανόμενων.
Είναι έξω από τις προδιαγραφές του απολογιστικού κειμένου μια αναλυτικότερη τοποθέτηση για το παρόν και το μέλλον της κοινής δράσης και του Μετώπου Αντίστασης, ζήτημα που πρέπει να αποτελέσει κεντρικό ζητούμενο στη διαδικασία της συνδιάσκεψης. Απολογιστικά, όμως, πρέπει να τονιστεί πως, πέρα από τις αντικειμενικές δυσκολίες που συνάντησε η πρότασή μας κατά καιρούς, της έλειπε μια πιο συστηματική επεξεργασία, μια πιο συχνή και επίκαιρη ανάληψη πρωτοβουλιών, μια σταδιακή προσαρμογή και υπόκλιση στις δυσκολίες και μια μονοσήμαντη κατεύθυνση προς τις οργανωμένες δυνάμεις. Στο κίνημα, στους εργασιακούς χώρους, στις γειτονιές και τη νεολαία, δεν πήραμε με το απαιτούμενο θάρρος πρωτοβουλίες συσπείρωσης, δεν απευθυνθήκαμε όσο μπορούσαμε στο ανένταχτο δυναμικό που υπάρχει σε διάφορα επίπεδα. Στο μέτωπο της κοινής δράσης παρουσιάστηκαν φαινόμενα λειψής και στρεβλής κατανόησης, φόβοι και γρήγορες απογοητεύσεις και ανεπάρκειες που σχετίζονται με τις απαιτήσεις της μαζικής πλατιάς δουλειάς.
Κεντρικό πρόβλημα και στο μέτωπο της κοινής δράσης και στις όποιες πρωτοβουλίες για την οικοδόμηση του Μετώπου Αντίστασης αποδείχτηκε πως είναι η ενίσχυση των κομματικών δυνάμεων και της επιρροής του ΚΚΕ(μ-λ), η αύξηση του ειδικού βάρους και η αλλαγή των συσχετισμών.
Για τη μαζική δουλειά
Αποτελεί γενικό συμπέρασμα πως συνεχίζουμε να αντιμετωπίζουμε σημαντικά προβλήματα και καθυστερήσεις, τόσο στη μαζική δουλειά, όσο και στη στενή κομματική δουλειά. Αρκετές φορές παρουσιάζονται επίσης λαθεμένες αντιλήψεις, στρεβλώσεις, συγχύσεις κ.λπ., ιδιαίτερα κάτω από το βάρος υπαρκτών δυσκολιών και αποτυχιών. Ενώ γενικά φαίνεται πως διατηρούμε μια σωστή αντίληψη και επιλογή δημιουργίας μαζικών σχημάτων, κινήσεων κ.λπ., στην πράξη αυτό ελάχιστα μπορέσαμε να το εφαρμόσουμε και να φτιάξουμε πράγματι μαζικά πολιτικό-συνδικαλιστικά σχήματα συσπείρωσης. Με ιδιαιτερότητες, φυσικά, και διαφορετικά επίπεδα το πρόβλημα αυτό συναντιέται και στο εργατικό (Αγωνιστικές Κινήσεις σε χώρους δουλειάς, Ταξική Πορεία κ.λπ.) και στο σπουδαστικό (Αγωνιστικές Κινήσεις) αλλά και αλλού (Αντιπολεμικές-Αντιιμπεριαλιστικές Επιτροπές, κινήσεις στη γειτονιά). Οι ρίζες του προβλήματος είναι παραπάνω από μία. Η κυριότερη, από την σκοπιά που θέλουμε να θέσουμε το ζήτημα, είναι η γενική ανεπάρκειά μας να κατακτήσουμε ένα πλατύ, σίγουρο και μαζικό στυλ δουλειάς, να ξεφύγουμε από έναν συγκεντρωτισμό και έλεγχο που βασίζεται πιο πολύ στο φόβο μη μας ξεφύγει η κατάσταση και από το γεγονός πως δεν καταφέραμε να εκπονήσουμε έναν σχεδιασμό που να δίνει ζωή και δράση κυρίως στα σχήματα. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο κόσμος που δεν εμπιστεύεται την οργανωμένη πάλη, αλλά και εμείς που οργανώνουμε τη λειτουργία των σχημάτων και διαμορφώνουμε την φυσιογνωμία τους, το περιεχόμενο, το βαθμό συμμετοχής, το κλίμα κ.λπ.
Στο ζήτημα αυτό υπάρχει μια πλούσια και μακρόχρονη πείρα, που όμως δεν έχουμε καταφέρει να την αξιοποιήσουμε και να την κατευθύνουμε στις σημερινές προσπάθειές μας. Τα ίδια λάθη και αδυναμίες παρουσιάζονται συνεχώς. Ελάχιστα έχουν απασχοληθεί οι κομματικές οργανώσεις με την αξιοποίηση της πείρας, τη συνεχή και ουσιαστική παρακολούθηση των προσπαθειών και την ανάγκη για τις απαιτούμενες αναπροσαρμογές, βελτιώσεις κ.λπ. Τις πιο πολλές φορές τα σχήματα είναι τα ακροατήρια ανακοίνωσης των κομματικών αναλύσεων και αποφάσεων. Δεν επιδιώκεται να γίνει πρωτογενής, ζωντανή και αναλυτική συζήτηση. Δε γίνεται προσπάθεια να πάρουν μέρος στη συζήτηση οι συναγωνιστές και συναγωνίστριες. Δίνεται -και όχι άδικα- η εντύπωση πως όλα είναι προαποφασισμένα και κλεισμένα. Οι συνεδριάσεις γίνονται συνήθως όταν υπάρχει χρόνος και όχι με τακτικότητα. Γίνεται ελάχιστη προσπάθεια και τα παρατάμε στην πρώτη δυσκολία στο να εμπλέκουμε συναγωνιστές και συναγωνίστριες σε δουλειές και ανάληψη ευθυνών. Ο τρόπος λειτουργίας είναι πιστό αντίγραφο της λειτουργίας της κομματικής οργάνωσης. Αυτές και άλλες πλευρές πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο της προσοχής μας και να προσπαθούμε να κάνουμε βελτιώσεις και υπερβάσεις.
Για την ιδεολογική δουλειά
Ένας συνδυασμός αυτό-υποτίμησης δυνατοτήτων, συνεχούς μετάθεσης για το μετά και μιας ορισμένης παγίωσης της αντίληψης πως στο μέτωπο αυτό μας φτάνουν αυτά που έχουμε έφερε αδικαιολόγητες καθυστερήσεις, χαμήλωσε απαράδεκτα τον πήχη και μείωσε την αναγκαία απαιτητικότητα και προσπάθεια. Οι όποιες αξιοσημείωτες προσπάθειες καθοδηγητικά δεν πέρασαν -στο βαθμό που θα έπρεπε- και στο υπόλοιπο καθοδηγητικό δυναμικό αλλά και στην οργάνωση και δεν μπόρεσαν να μεταβάλλουν το κλίμα, επιβάλλοντας και εδώ μια ανώτερη συλλογικότητα και συμμετοχή. Ακόμη και τελευταία που φαίνεται να μεγαλώνουν οι προσπάθειες και να κατανοείται περισσότερο η σημασία των ιδεολογικών και πολιτικών επεξεργασιών, το άνοιγμα μετώπων κ.λπ. και πάλι αυτό δεν μπόρεσε να περάσει προς τα κάτω.
Δεν πρέπει να είμαστε ικανοποιημένοι από τη γενική προσπάθεια μελέτης, παρακολούθησης και ανεβάσματος του πολιτικού και ιδεολογικού επιπέδου των κομματικών μελών. Κατανοώντας πως αυτό αποτελεί μια σύνθετη διαδικασία και έναν συνδυασμό συλλογικών και ατομικών προσπαθειών, οφείλουμε να αυξήσουμε την απαιτητικότητα και να καταπολεμήσουμε αντιλήψεις επάρκειας, παντογνωσίας και υποτίμησης των μεγάλων αναγκών και κενών. Ιδιαίτερα αυτό αφορά το στελεχικό δυναμικό που πρέπει να δείξει το δρόμο, να διαμορφώσει κλίμα και να παραδειγματίσει. Για πρώτη φορά τόσο συστηματικά και συχνά πραγματοποιήθηκε ένας κύκλος δουλειών για την ιστορία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος. (εκδηλώσεις, αρθρογραφία, εκδόσεις). Για το ζήτημα αυτό και το πώς πρέπει να το βλέπουμε υπήρξε μια αναλυτική αναφορά στην ομιλία που έγινε στη Θεσσαλονίκη για τα 60χρονα του Δεκέμβρη, που καλό θα ήταν να διαβαστεί. Χωρίς να θεωρούμε πως το κύριο μέτωπο αναζήτησης πρέπει να μετατοπιστεί από το σήμερα, παραμένει η ανάγκη μιας σοβαρής προσπάθειας αποτίμησης του κινήματος και των κορυφαίων στιγμών του.
Ανάλυση, μελέτη και κριτική του σύγχρονου ιμπεριαλιστικού-καπιταλιστικού συστήματος, των αντιφάσεων, προβλημάτων, κρίσης κ.λπ. Αποτίμηση-υπεράσπιση-κριτική των πρώτων σοσιαλιστικών εγχειρημάτων. Αναβάθμιση, επικαιροποίηση και εμβάθυνση της κριτικής στα σύγχρονα ρεύματα του ρεφορμισμού, της σοσιαλδημοκρατίας, του μικροαστικού ριζοσπαστισμού, της αναρχίας και της αυτονομίας. Μελέτη σύγχρονων φαινομένων στις κοινωνικές σχέσεις, στον πολιτισμό, επικαιροποίηση της αντιπαράθεσης με τη θρησκεία, τη μεταφυσική κ.λπ. Είναι θεωρητικά πεδία πρώτης γραμμής και άμεσης χρησιμότητας στην πολιτική μας πάλη. Αποτελεί πρόβλήμα πως δεν είμαστε ακόμη σε θέση (και όχι βασικά γιατί δεν έχουμε τι να πούμε και τι να γράψουμε) να προχωρήσουμε στην έκδοση ενός θεωρητικού κομματικού οργάνου ή πως επίσης απέχουμε συστηματικά από άλλες εκδοτικές προσπάθειες στις οποίες θα μπορούσαμε να κρατάμε ένα «βήμα», να παίρνουμε μέρος η να προκαλούμε διαλόγους και αντιπαραθέσεις. Υπάρχει ένα σχετικά μεγάλο φάσμα εκδοτικών θεωρητικών προσπαθειών από άλλα ρεύματα και τάσεις της αριστεράς, που όταν δεν τα αγνοούμε, ποτέ δεν έχουμε μπει στον κόπο να στείλουμε ένα άρθρο, μια παρέμβαση ή μια κριτική. Αλλά και στα κύρια μέτωπα (ρεφορμισμός, ρεβιζιονισμός, ΚΚΕ, ΣΥΝ, άλλες δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς) έχουμε δείξει σημάδια ολιγωρίας, ανεπαρκειών, όχι συστηματικής προσπάθειας κ.λπ. Στο ζήτημα αυτό πρέπει να κατακτηθεί μεγαλύτερη συλλογικότητα και να αναληφθούν από περισσότερα στελέχη δουλειές αντιπαράθεσης, κριτικής μελέτης, αρθρογραφίας κ.λπ.
Για την κομματική λειτουργία και ζωή
Καρδιά της κομμουνιστικής οργάνωσης είναι η κομματική οργάνωση βάσης, ο κομματικός πυρήνας. Και μια από τις σημαντικότερες πλευρές της κομματικής δράσης είναι η ουσιαστική, τακτική και ζωντανή συμμετοχή του κομματικού μέλους στη λειτουργία-συνεδρίαση της κομματικής οργάνωσης. Παρότι η γενική σχέση (συμμετοχή) είναι ικανοποιητική, δεν είναι ικανοποιητικός ο βαθμός ουσιαστικής συμμετοχής στη συζήτηση, στη διαμόρφωση των αποφάσεων, στη διαδικασία της κριτικής κ.λπ. Το βάρος για τη βελτίωση της κατάστασης πέφτει στους ώμους των καθοδηγητικών στελεχών που οφείλουν να λαμβάνουν όλα τα πολιτικά και οργανωτικά μέτρα, να οργανώνουν και να εμπλουτίζουν τη συζήτηση, να καταφέρνουν να συναντούν τον προβληματισμό και τις αναζητήσεις των μελών και να προσπαθούν να παρακινήσουν τα κομματικά μέλη με ουσιαστικό τρόπο και όχι μόνο με απλές εκκλήσεις και προτροπές. Η προετοιμασία για τη συνεδρίαση του κομματικού πυρήνα αποτελεί κρίσιμο ζήτημα και απαραίτητο προ-στάδιο για τα καθοδηγητικά στελέχη. Στο βαθμό που αναβαθμίζεται ο κομματικός πυρήνας, αντίστοιχα τότε θα μπορούν να γίνουν και άλλου τύπου προχωρήματα και να υπάρξουν κατακτήσεις.
Το γεγονός πως η οργάνωση έχει περάσει μια μακρά περίοδο σταθερής πολιτικής και οργανωτικής ενότητας και γενικά δεν παρουσιάστηκαν μέχρι τώρα προβλήματα, δεν είχαμε σοβαρές παραβιάσεις του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού κ.λπ. δεν πρέπει να μας επαναπαύει και να μας οδηγεί σε μια στάση υποτίμησης της κανονικής λειτουργίας, της τήρησης του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και της συνειδητής ενότητας. Ανοικτή συζήτηση όλων των διαφορετικών απόψεων, διαμόρφωση όρων και προϋποθέσεων για την ελεύθερη διατύπωση κάθε διαφορετικής γνώμης, διατήρηση της συζήτησης μέσα στα όργανα, σεβασμός στις αποφάσεις συνιστούν τα σημεία πάνω στα οποία αποδείχνεται πως ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός και η κομμουνιστική οργάνωση αποτελούν λειτουργία και πεδίο έκφρασης της πιο πλατιάς δημοκρατίας. Στο ζήτημα αυτό τα καθοδηγητικά στελέχη οφείλουν να προσπαθούν για τη βελτίωση της λειτουργίας, να καταπολεμούν, πριν από όλους αυτά, λαθεμένες στάσεις, συμπεριφορές και πρακτικές, να βελτιώνουν το καθοδηγητικό στυλ, να αποφεύγουν -κάτω από το βάρος του να βγει η δουλειά- τη ροπή προς τον διοικητισμό, να προσπαθούν να κατανοήσουν βαθύτερα τα προβλήματα κ.λπ. Να προσπαθούν να δίνουν όσο γίνεται περισσότερη βοήθεια στους συντρόφους και τις συντρόφισσες για να πάρουν ευθύνες και να ανταποκριθούν στα καθήκοντα που αναλαμβάνουν.
Επίλογος
1. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κυριαρχήσει στη διαδικασία συζήτησης του απολογισμού πρέπει να είναι η προσωπική προσπάθεια των κομματικών μελών να πάρουν ουσιαστικά, θαρρετά και εποικοδομητικά μέρος στην συζήτηση. Να επιδιωχθούν να πιαστούν οι βασικές πτυχές και ρίζες των προβλημάτων, να χρησιμοποιηθεί με παραγωγικό τρόπο το όπλο της κριτικής και αυτοκριτικής, να υπάρξουν συνδέσεις με τα ιδιαίτερα προβλήματα της κάθε κομματικής οργάνωσης, να βγουν συμπεράσματα και να περιγραφούν λύσεις, αναπροσαρμογές και αλλαγές. Αν δεν καταφέρουμε να κάνουμε μια απολογιστική διαδικασία πιο υψηλής ποιότητας από προηγούμενες, δεν μπορούμε να μιλάμε για άλλα προχωρήματα και τα διάφορα λόγια θα πέφτουν στον βρόντο.
2. Το απερχόμενο Κ.Ο. έχει τη βαθιά πεποίθηση πως η οργάνωση μπορεί αλλά και οι αντικειμενικές συνθήκες επιβάλλουν μια αποφασιστική στροφή στην κομματική οικοδόμηση, μια μεγαλύτερη και τολμηρή επιτάχυνση των βημάτων μας και μια ανώτερου επιπέδου δέσμευση και στράτευση στην κοινή υπόθεση. Με αυτό το πνεύμα, η 6η Συνδιάσκεψη μπορεί να γίνει αφετηρία σημαντικών επιτυχιών και κατακτήσεων.