Συμβολή στην οικοδόμηση μετώπου αντίστασης και πάλης
Δημοσιεύουμε μερικά αποσπάσματα από την κεντρική εισήγηση προς την 8η Συνδιάσκεψη, που έγινε από τον σ. Αντρέα Βογιατζόγλου στην εναρκτήρια εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 24 Απριλίου στην ΑΣΟΕΕ.
Στην πρώτη προσυνδιασκεψιακή διαδικασία, που μας πήγε εντός προγράμματος μέχρι τέλος Νοέμβρη, επικεντρωθήκαμε στα αλληλένδετα βασικά ζητήματα της ημερήσιας διάταξης:
α) Στη συμβολή μας στην οικοδόμηση του ΜΕΤΩΠΟΥ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΠΑΛΗΣ και μέσα από τις ειδικότερες προσπάθειές μας για τη διαμόρφωση στα πλαίσια του ευρύτερου αυτού κοινωνικού-λαϊκού ΜΕΤΩΠΟΥ, ενός ιδιαίτερου δικού μας ρεύματος αριστερού που θα βάζει στέρεες βάσεις ώστε η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ να συνδέεται με τη ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ, στην προοπτική του να προσανατολιστεί το ευρύτερο ΜΕΤΩΠΟ στην ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ ΚΑΙ ΟΧΙ ΣΤΗ ΣΥΝΔΙΑΛΛΑΓΗ με τους ιμπεριαλιστές και τους ντόπιους δυνάστες.
β) Στην αξιοποίηση και αλληλοτροφοδότηση των βημάτων που θα γίνονται για το στήσιμο του ΜΕΤΩΠΟΥ και της ενίσχυσης σ’ αυτό της τάσης της αναμέτρησης, με τα αναγκαία βήματα για τη συγκρότηση της εργατικής τάξης και το χτίσιμο του ταξικού, εργατικού, κομμουνιστικού κινήματος. [...]
Αυτό που έγινε για εμάς καθαρό είναι ότι μια τέτοια συζήτηση που συνοψίζεται σ’ αυτό που ονομάζουμε Ο ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ ΔΡΟΜΟΣ εκ των πραγμάτων αγγίζει ζητήματα που άπτονται των ευρύτερων στρατηγικών προσανατολισμών και κατευθύνσεων. Που με τη σειρά τους αναδεικνύουν την ανάγκη για βάθεμα των εκτιμήσεών μας για τη διεθνή κατάσταση, για την θέση της χώρας μας στο ευρύτερο γεωστρατηγικό παιχνίδι, για τα βασικά χαρακτηριστικά του εξαρτημένου καπιταλισμού στην Ελλάδα, για την ταξική διαστρωμάτωση της Ελλάδας και τον χαρακτήρα των αντιθέσεων που διακρίνουν την ελληνική κοινωνία. Ουσιαστικά, δηλαδή, γίνεται σαφές ότι η προσπάθεια να διαμορφώσουμε και να βαδίσουμε ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ ΔΡΟΜΟ περνάει μέσα από την άρνηση, αμφισβήτηση του λεγόμενου καπιταλιστικού μονόδρομου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται ιδεολογικά και πολιτικά. Ξεχωριστό βάρος σ’ αυτή την πλευρά της συζήτησής μας πήρε το όλο ζήτημα της κρίσης και του χαρακτήρα της, η σχέση της με την όξυνση ιδιαίτερα των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και η ένταση που αυτή η κρίση έφερε στην άγρια καπιταλιστική επίθεση, που ήδη είχε ξεκινήσει και εξελιχθεί από τα τέλη της δεκαετίας του ’80. [...]
Παρ’ όλο που πλησιάζουν να συμπληρωθούν 100 χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση, και έχουν τόσα πολλά μεσολαβήσει από τότε, με κυρίαρχο την ήττα του κομμουνιστικού κινήματος, που έδωσε πολλές ανάσες στο καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα, παραμένουμε της άποψης ότι αν το ιμπεριαλιστικό-καπιταλιστικό σύστημα δεν συντριβεί μέσα από την πάλη της εργατικής τάξης, η ανθρωπότητα θα συνεχίζει να απειλείται από μεγαλύτερα δεινά. Γι’ αυτό και συνεχίζουμε να επιμένουμε ότι ο πιο αποτελεσματικός, ο μοναδικός θα συμπληρώναμε, δρόμος για να ανακοπεί η πορεία προς τον όλεθρο και την καταστροφή, είναι, με πρωτοπόρο την εργατική τάξη, να οικοδομήσουμε μια νέα κοινωνία, τη σοσιαλιστική, η οποία αναπόφευκτα, για να υπάρξει, πρέπει να έχει ενσωματώσει όλα τα συμπεράσματα από τα θετικά και αρνητικά στοιχεία από την προηγούμενη απόπειρα οικοδόμησης του σοσιαλισμού. [...]
Και ενώ, λοιπόν, το σύστημα φαντάζει παντοδύναμο, όλο και γίνεται φανερό ότι οι αυταπάτες, παντού στον κόσμο αλλά και στην περιοχή μας, ότι ο καπιταλισμός μπορεί να αυτορυθμιστεί και να παράσχει ειρήνη και ευημερία στους λαούς, περιορίζονται. Σ’ αυτό έχει συμβάλει καθοριστικά η πραγματικότητα των τελευταίων δεκαετιών, αφού, μετά το 1990 και τον θρίαμβο του καπιταλισμού που θα έσωζε τον πλανήτη κυριαρχώντας απόλυτα πάνω του, αυτό που πρόβαλλε ήταν η άγρια επίθεσή του στους λαούς και την εργατική τάξη, που πηγαίνει χέρι-χέρι με απανωτές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, που δεν είχαν σα στόχο τη δημοκρατία αλλά την επαναποικιοποίηση του πλανήτη, την επανακατάκτηση των αγορών και το ξαναμοίρασμα του κόσμου.
Όσο κι αν φαίνεται αντιφατικό ή ρομαντικό ή οξύμωρο, η χώρα μας, η περιοχή μας και πολλά σημεία του πλανήτη βοούν ότι αυτό που χρειάζεται για να έρθουν πραγματικά καλύτερες μέρες είναι ριζική ανατροπή και αλλαγή μέσα από την ταξική και λαϊκή πάλη, σε βάρος των δυνάμεων του καπιταλισμού και υπέρ των δυνάμεων της εργατικής τάξης και των συμμάχων της.
Για να αλλάξει η ρότα των αντιδραστικών εξελίξεων και να αρχίσει η επίθεση να ανακόπτεται πρέπει να γεμίσει ο πλανήτης και η περιοχή μας από λαϊκές αντιστάσεις, εκρήξεις και εξεγέρσεις. Με πολύ ισχυρό μέσα σ’ αυτές το κομμουνιστικό-σοσιαλιστικό στίγμα. Με πολύ ισχυρή την τάση της αναμέτρησης και όχι της συνδιαλλαγής με το σύστημα. Με σαφή τα σημάδια συγκέντρωσης των λαϊκών και εργατικών δυνάμεων, στην προοπτική της σοσιαλιστικής, αντιιμπεριαλιστικής επανάστασης, ανάλογα με τα ιδιαίτερα δεδομένα της κάθε χώρας, της κάθε περιοχής. Με κοινό παρονομαστή σε όλες αυτές τις εκρήξεις και επαναστάσεις την εκ νέου συγκρότηση της εργατικής τάξης και την εκ βάθρων ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος.
Όπως έχουν πει και πολλοί προηγούμενοι επαναστάτες διανοητές του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, η ταξική πάλη διεξάγεται αυθόρμητα και καθημερινά. Το κομμουνιστικό κίνημα υπάρχει για να παρεμβαίνει και να την οδηγεί προς την επανάσταση και το σοσιαλισμό. Και αυτό είναι το κρίσιμο μήνυμα που θέλουμε να ξαναστείλουμε και απ’ αυτή τη Συνδιάσκεψη. [...]
Συνεπώς, αυτό που εκτιμάμε είναι ότι το βασικό μας καθήκον είναι να συμβάλουμε πρώτα και κύρια στη συγκρότηση της εργατικής τάξης και -μέσα απ’ αυτήν και μαζί μ’ αυτήν- στη συγκρότηση του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος, μιας και όπως είπαμε είναι το βασικό όπλο που έχει λείψει από τους λαούς όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Μόνο με μια γερή κλωτσιά στα πισινά του καπιταλισμού, θα πέσει αυτός στο γκρεμό. Αν περιμένουμε να παραπατήσει μόνος του στην άκρη του γκρεμού, θα απογοητευόμαστε. Και όλο θα ακουγόμαστε σαν τους κήρυκες που φωνάζουν «νάτος πέφτει» και αυτός δεν θα μας κάνει το χατίρι.
Όταν λοιπόν ορισμένες φορές μέσα στα έντυπά μας και στις τοποθετήσεις μας βάζουμε ένα όριο στην ακατάσχετη «κρισεολογία» και στον ρόλο που η κρίση θα παίξει στο να καταρρεύσει ο καπιταλισμός, είναι γιατί ακριβώς θέλουμε η δράση μας, η σκέψη μας και η συγκρότησή μας να επικεντρώνονται στην κλωτσιά και στο πώς θα τον πλησιάσουμε για να του τη δώσουμε, και μάλιστα την κατάλληλη στιγμή, όταν βρίσκεται πιο κοντά στην άκρη του γκρεμού.
Μ’ άλλα λόγια, για να το θέσουμε κάπως πιο μαρξιστικά, θέλουμε να υπηρετήσουμε αυτή τη σχέση αντικειμενικού-υποκειμενικού, όσον αφορά την προετοιμασία των όρων της επανάστασης. «Να διαβάζουμε σωστά την πραγματικότητα και να προετοιμαζόμαστε, να αναβαθμίζουμε τη δράση μας με βάση αυτή την ανάγνωση».
Είμαστε απόλυτα βέβαιοι ότι για να γκρεμιστεί σε παγκόσμιο επίπεδο ο καπιταλισμός-ιμπεριαλισμός, έτσι όπως έχει απλωθεί και δυναμώσει ελλείψει του αντιπάλου, πρέπει να έρθει αντιμέτωπος και να συγκρουστεί με ένα αναλόγου βάθους και ευρύτητας διεθνές λαϊκό-επαναστατικό κίνημα. Πρέπει να βρεθεί αντιμέτωπος με ένα διεθνές αντιιμπεριαλιστικό-αντικαπιταλιστικό ΜΕΤΩΠΟ ΤΩΝ ΛΑΩΝ, το οποίο μέσα από την σύγκρουση θα αμφισβητήσει σε πολλές περιοχές του πλανήτη τα βάθρα κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού, τις βάσεις του, τους φίλους του, τους υποταχτικούς του, τους πυραύλους του.
Προκύπτει λοιπόν, όχι για πρώτη φορά αλλά σίγουρα επιτακτικά, το ζήτημα της σχέσης τοπικού- διεθνούς για το κίνημα που πρέπει να αναπτυχθεί και να δυναμώσει. Οι κίνδυνοι να στρεβλωθεί αυτή η σχέση, παρά την καλή διάθεση που έχουν οι αγωνιστές, είναι αρκετοί, γιατί η μεγάλη υποχώρηση του κινήματος γενικά και ειδικά μπορεί να φέρνει παρεκκλίσεις είτε προς τη μια μεριά είτε προς την άλλη. [...]
Για να υπηρετήσουμε την προώθηση της επανάστασης στη χώρα μας, και με βάση τα σημερινά δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί, όπως έχουμε ήδη εξηγήσει από το 2012, πρέπει να προχωρήσουμε παραπέρα στην κατεύθυνση της επεξεργασίας των στρατηγικών λεγόμενων κατευθύνσεων της πάλης και της συμμετοχής μας στην ταξική πάλη. Καταλήγουμε λοιπόν στη στρατηγική μας κατεύθυνση που συνοψίζεται στην ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ και τον ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ.
Ειδικότερα στο θέμα της ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ, με βάση και την τελευταία εμπειρία της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, όπου υποτίθεται η άρχουσα μεγαλοαστική τάξη έχει δώσει τα ρέστα της στην υιοθέτηση μιας «περήφανης» στάσης, αντιλαμβανόμαστε πόσο απέχει ο στόχος της ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ απ’ αυτό που η άρχουσα τάξη εννοεί σαν ελευθερία κινήσεων από την πλευρά της.
Αυτό που βιώνουμε είναι ό,τι «καλύτερο» μπορεί να διασφαλίσει η εξαρτημένη άρχουσα τάξη στη χώρα και στο λαό. Εφάμιλλο αυτού που έδωσε ο Καραμανλής το 1974, ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Γ.Α.Π κ.λπ. Και αφήνουμε περιθώρια (αρκετά) για ένα πιθανό «ατύχημα» που μπορεί να προκαλέσει μέχρι και ανατροπή στις ισορροπίες που έχουν διαμορφωθεί από το ’74 στα πλαίσια του καθεστώτος της εξάρτησης.
Αυτό που η άρχουσα τάξη εννοεί σαν περήφανη εξωτερική πολιτική δεν είναι τίποτε άλλο από έναν ατελείωτο τακτικισμό, από απανωτά μπρος-πίσω, από συνεχές λοξοκοίταγμα πότε στον ένα ιμπεριαλιστή και πότε στον άλλο. Γιατί η άρχουσα τάξη δεν μπορεί να ζήσει χωρίς προστάτη.
Αντίθετα, εμείς πιστεύουμε ότι ΟΙ ΛΑΟΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΑΝΑΓΚΗ ΑΠΟ ΠΡΟΣΤΑΤΕΣ. Αυτή η άρχουσα τάξη που είναι κυρίαρχη στη χώρα μας, ακόμα και αν από λάθος εκτιμήσεις ή από μεγάλη πίεση ή από συνδυασμό των δύο βρεθεί στη θέση να τα χαλάσει με ένα ή περισσότερους προστάτες, θα πάθει τέτοια ζημιά και σύγχυση που θα τρέχει πανικόβλητη να βρει πλάτες να ακουμπήσει και όλες τις συνέπειες να τις φορτώσει ξανά στο λαό. [...]
Εδώ και πάνω από δέκα χρόνια, προσπαθούμε να υπηρετήσουμε μια κεντρική κατεύθυνση, αυτήν της οικοδόμησης ενός κοινωνικού-πολιτικού ΜΕΤΩΠΟΥ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΘΕΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΞΕΝΗ ΕΞΑΡΤΗΣΗ.
Αυτήν τη στόχευση την υπηρετήσαμε με συνέπεια, με προσπάθειες και εξειδίκευση-αποσαφήνιση, με ειδικότερα συνθήματα ανάλογα με τις φάσεις του κινήματος, τις πλευρές της επίθεσης, τα σχέδια των ιμπεριαλιστών.
Προφανώς την επιχειρηματολογήσαμε και τη στηρίζουμε σε μια εκτίμηση δεδομένων και φάσης. Πορευτήκαμε και παρεμβήκαμε μ’ αυτή την κατεύθυνση-στόχευση σε όλες τις μεγάλες αλλά και μικρότερες στιγμές και καμπές της ταξικής και λαϊκής πάλης, από το αντιπολεμικό ξέσπασμα του 2003 έως τις μεγάλες κινητοποιήσεις της περιόδου 2010-2012. Προσπαθήσαμε και θα συνεχίσουμε να προσπαθούμε να διευκρινίσουμε τους όρους, τους ιδιαίτερους στόχους πάλης αλλά και μια ολόκληρη αντίληψη και πρακτική κοινής δράσης, προκειμένου να γίνουν μικρά έστω βήματα υλοποίησης αυτής της κατεύθυνσης.
Όλη αυτή η προσπάθεια που κρατάει χρόνια, μας έδωσε αρκετές εμπειρίες, μας δίδαξε, μας ώθησε να γίνουμε πιο αποφασιστικοί και συγκεκριμένοι. Στις εισηγητικές μας θέσεις για την 8η συνδιάσκεψη, συγκεντρώσαμε τα συμπεράσματά μας προκειμένου να φωτίσουμε την προσπάθειά μας με τις καινούριες καταστάσεις που διαμορφώθηκαν τα χρόνια 2012-2014, αλλά και κυρίως μετά τον Γενάρη του 2015 όπου και αναδείχτηκε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Θεωρούμε, λοιπόν, ότι είμαστε πιο συγκεκριμένοι για τους όρους και τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται μέσα από την πάλη, ώστε αυτή η στοιχειώδης κοινωνική-πολιτική συμπόρευση λαϊκών στρωμάτων και νεολαίας, αντίστασης στην επίθεση και την εξάρτηση, να κινηθεί στην κατεύθυνση της ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗΣ και της ΑΛΛΑΓΗΣ ΤΩΝ ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΩΝ υπέρ της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. [...]
Όπως είπαμε, ένα μέρος (όχι ευκαταφρόνητο) της προσπάθειάς μας όλα αυτά τα χρόνια με την αυξομείωση στην ένταση ήταν η πολιτική της κοινής δράσης που είχαμε στα πλαίσια του κινήματος, με οργανώσεις και ομάδες που μπορούσαμε να βρούμε σημεία σύμπτωσης στην πολιτική της ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΘΕΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΞΑΡΤΗΣΗ.
Δεν πιστεύουμε ότι η καθυστέρηση και οι αδυναμίες στην ανάπτυξη και το δυνάμωμα της οργάνωσης και των σχημάτων οφείλονται στο ότι η κοινή δράση μας απορρόφησε ενέργεια που είτε πήγε στράφι, είτε είχε δυσανάλογα μικρά αποτελέσματα. Ωστόσο, απολογιστικά οφείλουμε να προσαρμόζουμε κάθε φορά στα δεδομένα και τις συνθήκες το πώς θα υλοποιούμε και θα στηρίζουμε μια τέτοια πολιτική, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τις δυσκολίες και τις δεδομένες αρνήσεις από άλλες δυνάμεις, από άλλες ιεραρχήσεις και λογικές.
Το βέβαιο είναι ότι στη φάση που ξανοίχτηκε μετά τον Γενάρη του 2015, θα πρέπει μέσα σ’ όλα να βάλουμε στο λογαριασμό και το με ποιες μορφές και πρωτοβουλίες θα πραγματοποιούμε σ’ αυτή την περίοδο την κοινή δράση. Η ολόπλευρη στήριξη που παρέχουμε εδώ και δύο χρόνια στην ΠΑΑΣ αρχικά και τη ΛΑΪΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ- ΑΑΣ, αποτελεί μια βασική έκφραση στις σημερινές συνθήκες της πολιτικής παρέμβασης στο κίνημα, κοινής δράσης και συμπόρευσης. [...]
Φυσικά και δεν πέσαμε από τα σύννεφα με την εκλογή ΣΥΡΙΖΑ. Χωρίς να ισχυριζόμαστε ότι αυτή η εξέλιξη δεν μας προσθέτει δεδομένα, βρισκόταν μέσα στις εκτιμήσεις μας, έτσι όπως σταδιακά τις διαμορφώναμε μετά τις δεύτερες εκλογές του 2012, και πιο ειδικά μετά το φθινόπωρο του 2014, όπου ήταν αρκετά προφανές ότι το πολιτικό σύστημα διαχείρισης Σαμαρά-Βενιζέλου είχε πιάσει τα όριά του και το σωσίβιο που φορούσε, και που ήταν η στήριξη της Ευρώπης και της Γερμανίας, δεν ήταν αρκετό να κρατήσει, κάτω φαίνεται από το βάρος σειράς υπόλοιπων εξωτερικών και εσωτερικών δεδομένων.
Μήπως αυτό σημαίνει ότι η εξέλιξη αυτή ήταν η πρώτη επιλογή των δυνάμεων του συστήματος εντός και εκτός Ελλάδας; Όχι βέβαια, και το έχουμε διευκρινίσει. [...]
Ούτε αιφνιδιαστήκαμε από την όλη φιλολογία ανάπτυξης που ακούμε. Η οργάνωσή μας βρέθηκε, στο βαθμό του δυνατού, ψυλλιασμένη τόσο σε σχέση με τις αιτίες που προκάλεσαν αυτή την «ανορθόγραφη» εξέλιξη, όσο και σε σχέση με τα χαρακτηριστικά και τις προοπτικές του ΣΥΡΙΖΑ.
Για να συνοψίσουμε, οι εκτιμήσεις μας σε σχέση με το τι συμβαίνει καθορίστηκαν από έναν συνδυασμό παραγόντων. Με φόντο, όπως έχουμε πει, την συνεχιζόμενη και ενεργή γενικότερη κρίση, οι παράγοντες αυτοί είναι: α) η όλο εντεινόμενη καπιταλιστική επίθεση, β) οι ανταγωνισμοί των ιμπεριαλιστών, γ) η αντίθεση τμημάτων της άρχουσας τάξης με τους ιμπεριαλιστές και δ) η αντίθεση του λαού και της εργατικής τάξης με τον ιμπεριαλισμό και το κεφάλαιο. [...]
Είναι επίσης γεγονός ότι «βιαστήκαμε» και πολύ πριν στηθούν οι κάλπες, όταν ακόμα ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιαζόταν «κινηματικός», καλέσαμε τις μάζες να μην πιστεύουν σε σωτήρες και να οργανώσουν τη δική τους πάλη, την δική τους αντίσταση μακριά και έξω από την πολιτική ΣΥΡΙΖΑ, η οποία δεν θα οδηγήσει σε καμία σοβαρή ανατροπή υπέρ του λαού, μιας και θα παραμένει εγκλωβισμένος στα πλαίσια του συστήματος.
Δεν περιμέναμε καν το καλοκαίρι του 2012, ούτε την άνοιξη του 2014, ούτε το φθινόπωρο του 2014, ούτε τον Γενάρη του 2015 για να διατυπώσουμε την εκτίμησή μας για το ποιες κοινωνικές δυνάμεις υπηρετεί ο ΣΥΡΙΖΑ και για λογαριασμό ποιων δυνάμεων θέλει να κυβερνήσει.
Πολύ περισσότερο δεν θα περιμένουμε τον Ιούνη του 2015 για να διαπιστώσουμε τα όρια και τα περιθώρια του ΣΥΡΙΖΑ, όχι για να προωθήσει την ανεξαρτησία της χώρας, να σταματήσει την εκμετάλλευση και να ανατρέψει την καπιταλιστική συνθήκη (τέτοια δεν ήταν ούτε η πρόθεσή του) αλλά για να ακολουθήσει μια πολιτική καπιταλιστικής διαχείρισης με ένα, οριακά έστω, διαφορετικό μίγμα απ’ την προηγούμενη. [...]
Όσοι, υποτίθεται, αγωνιστές, αριστεροί και πρωτοπόροι, καλούν σε όλους τους τόνους το λαό να περιμένει, παίρνουν την ευθύνη να καλούν το λαό, την εργατική τάξη, τους άνεργους, τους μετανάστες, τη νεολαία να συνεχίσει να υποφέρει, να πεινά, να τους εκμεταλλεύονται άγρια, να ζουν στην ανέχεια και τη δυστυχία, θα πρέπει να λογοδοτήσουν.
Το είπαμε προεκλογικά, συνεχίζουμε και τώρα: Ο λαός πρέπει να ξεδιπλώσει την πάλη του, την αντίστασή του, τη διεκδίκησή του, γιατί υπάρχει τέτοια ανάγκη!
Ο λαός δεν έχει τίποτε να κερδίσει από αναμονή μπροστά στα παζάρια του ΣΥΡΙΖΑ εντός και εκτός Ελλάδας, προκειμένου αυτός να αποκαταστήσει τις ισορροπίες του στο εσωτερικό του, με τα ντόπια κέντρα εξουσίας του κεφαλαίου, με τους ιμπεριαλιστές. Αντίθετα, θα βλέπει συνεχώς τη θέση του να επιδεινώνεται.
Τι είναι και τι εκφράζει λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ;
Στα εισηγητικά μας κείμενα, και σε αρκετές παρεμβάσεις στον προσυνδιασκεψιακό διάλογο, δώσαμε αρκετές απαντήσεις στο ερώτημα. Η όλη συζήτηση στην οργάνωση έδειξε ότι οι σύντροφοι είναι ικανοποιημένοι από τις απαντήσεις, οι οποίες φυσικά συμπληρώνονται, ολοκληρώνονται και κάτω από το πρίσμα των εξελίξεων.
Έχουμε, λοιπόν, απαντήσει στο ποιες κοινωνικές δυνάμεις και στρώματα έκφρασε στην πορεία του προς την κυβέρνηση, έστω όχι πλήρως διαμορφωμένα και με αρκετά συγκυριακά-ευκαιριακά στοιχεία. Το κυρίαρχο συνεκτικό στοιχείο γι’ αυτή την κοινωνική συγκόλληση μεσαίων και μικρών αστικών στρωμάτων έπαιξε η οργή, η αγανάκτηση τέτοιων στρωμάτων, από την επίθεση, από την ρήξη του κοινωνικού ιστού, από την ανατροπή των συμβολαίων και το ξεχαρβάλωμα του προηγούμενου πολιτικού σκηνικού διακυβέρνησης.
Το κυρίαρχο αυτό στοιχείο χρωμάτιζε και το μίγμα πολιτικής που σταδιακά διαμόρφωνε ο ΣΥΡΙΖΑ, και που κυρίαρχα στοχεύει σε μια αναβάθμιση του ρόλου και του κοινωνικού βάρους αυτών των στρωμάτων, μέσα από μια πολιτική με δύο στοιχεία αλληλοσυμπληρούμενα. Την «επιστροφή» στις παλιές καλές εποχές, μέσα όμως από μια «νέα» «αναπτυξιακή» φόρμουλα, και ό,τι αυτή προϋποθέτει. [...]
Εκτιμήσαμε ότι η εκλογή ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια μη «κανονική» εξέλιξη. Εκτιμήσαμε ότι δεν ήταν έτοιμος για να αναλάβει το καράβι στις φουρτούνες. Ωστόσο, οι αμφιβολίες που είχαν τα αστικά κέντρα για την «συμμόρφωση» του ΣΥΡΙΖΑ ήταν τελικά λιγότερες από τις βεβαιότητες ότι το δίδυμο Σαμαρά- Βενιζέλου δεν τράβαγε.
Τι έχουμε να προσθέσουμε απ’ όσα έχουμε διαπιστώσει πριν τον Γενάρη του 2015; Ουσιαστικά, το ότι πίσω από την περίπου εξ ανάγκης ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, στοιχήθηκε ένα μεγάλο τμήμα της άρχουσας τάξης, το οποίο, όπως έχουμε εκτιμήσει, παρά τα αναμφίβολα κέρδη που είχε από την περίοδο της επίθεσης, βρέθηκε αρκετές φορές στριμωγμένο από το ασφυκτικό πλαίσιο που έμπαινε από τον ανταγωνισμό των ιμπεριαλιστών και το συνακόλουθο σφίξιμο των εξαρτήσεων. [...]
Ποια είναι όμως τα χαρτιά της άρχουσας τάξης και του ΣΥΡΙΖΑ σ’ αυτή την διαπραγμάτευση; Κατά βάση δεν υπάρχουν πολλά, και καταλήγουν στην γεωστρατηγική θέση της χώρας και στην ανάγκη του κάθε ιμπεριαλιστή να αποκτήσει περισσότερα ερείσματα σ’ αυτή τη νευραλγική περιοχή του τριπλού σταυροδρομιού. Τα υπόλοιπα που έχει να ανταλλάξει η άρχουσα τάξη, χωρίς να είναι ευκαταφρόνητα, δεν αποτελούν ιδιαίτερα όπλα στα χέρια της.
Όπως είπαμε, υπάρχουν πράγματα που δεν ελέγχουμε, γιατί πολύ απλά δεν τα καθορίζουμε εμείς. Υπάρχουν, λοιπόν, σειρά ανοιχτών θεμάτων που λίγο-πολύ καταλήγουν σ’ ένα κεντρικό ερώτημα. Από την απάντηση σ’ αυτό θα κριθούν μια σειρά άλλα που συνδέονται μ’ αυτό. Και το κεντρικό ερώτημα είναι το τι θα κατορθώσει να πάρει σαν ανταλλάγματα η άρχουσα τάξη απ’ όλες αυτές τις τριβές με τη Δύση συνολικά, και την ΕΕ ειδικά.
Απ’ αυτό θα εξαρτηθεί το αν και πόσο ακόμα θα συνεχίζει η άρχουσα τάξη να στοιχίζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ. Απ’ αυτό θα εξαρτηθεί αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα δημιουργήσει πιο γερές βάσεις για να κάνει τα γυρίσματά του και τις υπόλοιπες προσαρμογές, προκειμένου να μην εκτροχιαστεί. Αν θα αποκτήσει τον έλεγχο σε μια σειρά μηχανισμούς του κράτους που δεν έχει ακόμη. [...]
Είμαστε περήφανοι που σε τέτοιες δύσκολες συνθήκες θέλουμε να κρατήσουμε ψηλά τις κόκκινες σημαίες, όμως αυτό από μόνο του δεν δίνει λύσεις και διέξοδο στη λαϊκή πάλη. Επιδιώκουμε τις ιδέες μας, τις πρακτικές μας, τις απόψεις μας να τις κάνουμε υλικό για συσπείρωση υποκειμένων πάλης, γιατί έχουμε ξεκόψει από μια ολόκληρη δήθεν επαναστατική συμπεριφορά, να μπαίνουν μια σειρά απογειωμένοι στόχοι χωρίς τα αντίστοιχα υποκείμενα.
Δεν έχουμε έτοιμες και εύκολες λύσεις. Ούτε συνταγές για κάθε εξέλιξη. Δεν έχει καμία σημασία το τι ευχόμαστε ή το τι θα θέλαμε. Αν οι εξελίξεις πάρουν άλλη τροπή και η χώρα μας βρεθεί ανέτοιμη, με ευθύνη όσων κυβέρνησαν αλλά και όσων κάνουν τυχοδιωκτισμούς, σε πολύ μεγαλύτερα δεινά και ανεξάρτητα του κόστους, εμείς θα προσπαθήσουμε να βρεθούμε στην πρώτη γραμμή της πάλης ακόμη και αν μας μπαίνουν καθήκοντα που για πρώτη φορά αντιμετωπίζουμε.
Ας μείνουμε όμως σ’ αυτά που έχουμε δει μέχρι τα σήμερα σαν πολιτικές πρωτοβουλίες, πολιτικές αποφάσεις, πολιτικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Ουσιαστικά βλέπουμε μια συστηματική, αργή αλλά σταθερή συντηρητική προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να ικανοποιήσει τα τμήματα της μεγαλοαστικής τάξης με τα οποία θέλει να αποκτήσει γερές σχέσεις και διασυνδέσεις. Παρατηρούμε επίσης μια σταδιακή αλλά φανερή συμμόρφωσή του σε ό,τι αφορά τη διπλή εξάρτηση και μια πιο υπεύθυνη στάση απέναντι στους ιμπεριαλιστές της Δύσης, και των δεδομένων που τα μεγάλα αφεντικά διαμορφώνουν και καθορίζουν. [...]
Ο ΣΥΡΙΖΑ, σ’ αυτή τη φάση, προκειμένου να αποσείσει από πάνω του την κατηγορία ότι είναι ανατρεπτικός και για να δώσει την εντύπωση της συνέχειας του κράτους, δεν έχει αφήσει κατεύθυνση που να μην κλείσει το μάτι και να μην υποσχεθεί. Προς καραμανλικούς, προς πασόκους, δημαραίους, προς αναρχικούς, προς χρυσαυγίτες. Από τον κατάλογο φυσικά απουσιάζουν μέχρι στιγμής, παρά τα παχιά λόγια, οι εργάτες, οι άνεργοι, φτωχά στρώματα, μετανάστες, πρόσφυγες. Γι’ αυτούς υπάρχουν κάτι ψίχουλα στην πράξη και πολλά λόγια. Και κυρίως μια φιλολογία τρομοϋστερίας απέναντί τους, ότι δεν υπάρχουν λεφτά, για να προετοιμάζεται το έδαφος της προσαρμογής του ΣΥΡΙΖΑ με λιγότερο κόστος.
Η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, εκμεταλλευόμενη τη μεγάλη ανοχή που του δείχνει μια κοινωνία που έχει περάσει τα πάνδεινα, και παίζοντας το χαρτί της «πολυσυλλεκτικότητας» που την διακρίνει, προσπαθεί να κρύψει ότι δεν μπορεί να κάνει σχεδόν τίποτα επί της ουσίας πέραν του να κραυγάζει και να προσπαθεί να βρει τρόπους και τερτίπια για να περάσει τον κάβο που μέχρι τώρα απλώς μεταθέτει. Από τον Φλεβάρη στον Απρίλη, και από τον Απρίλη στον Ιούνη και ίσως μέχρι την 15η Αυγούστου. [...]
Ο ΣΥΡΙΖΑ και όσα κέντρα τον στηρίζουν έχουν παγιώσει μια δημιουργική για το σύστημα κατάσταση παράλυσης και γενικευμένης αναμονής στην κοινωνία και στον λαό. Όλα μοιάζουν να έχουν σταματήσει και περιμένουν μια χρηματοδοτική ανάσα από τους ιμπεριαλιστές.
Εμπεδώνεται μια εικόνα μιας χώρας ανίκανης, ανήμπορης, περίπου τρομοκρατημένης που αναμένει κάτι μοιραίο ή θεόσταλτο. Αυτή η πραγματικότητα είναι ακόμη πολύ δύσκολο να αμφισβητηθεί άμεσα με μαζικούς όρους και πολύ περισσότερο να ανατραπεί. Παγιώνεται μια αντίληψη ότι ο λαός είναι απόλυτα διατεθειμένος να δεχτεί το οτιδήποτε προκειμένου να δει φως.
Η οργάνωσή μας, η Λαϊκή Αντίσταση-ΑΑΣ, οι σύντροφοι και συναγωνιστές άλλων οργανώσεων πρέπει να προετοιμαστούμε για να αντιδράσουμε έστω και αν οι δυνάμεις που έχουμε δεν αρκούν. Πρέπει όμως να σκάψουμε στην κατάσταση, να αναδεικνύουμε και να προωθούμε την οποιαδήποτε μικρή ή μεγάλη εστία κίνησης και διεκδίκησης.