του Γρηγόρη Ανδρεάτου
Η ανακοίνωση του θανάτου του Φιντέλ Κάστρο προκάλεσε συγκίνηση στους αριστερούς και δημοκρατικούς ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, ενώ από τη άλλη ξεσήκωσε μία θύελλα μίσους και ψευδολογίας από τους απολογητές του συστήματος. Ο ηγέτης μιας νικηφόρας επανάστασης του 20ού αιώνα άφηνε την τελευταία του πνοή στην Αβάνα κλείνοντας με αυτόν τον τρόπο έναν κύκλο στον αγώνα για την απελευθέρωση από τη βαρβαρότητα του ιμπεριαλισμού-καπιταλισμού, καθώς αναμφισβήτητα ο Φιντέλ είχε και αυτός ένα σημαντικό μερτικό σε αυτή την προσπάθεια.
Η ανατροπή του δικτάτορα Μπατίστα, οργάνου του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, των μονοπωλίων και της μαφίας, και η είσοδος των κουβανών επαναστατών στην Αβάνα την Πρωτοχρονιά του 1959 είχε μια διεθνή σημασία που δεν περιοριζόταν στην Κούβα αλλά συντάραξε όλη την αμερικάνικη ήπειρο και έδωσε νέα πνοή στον απελευθερωτικό αγώνα των λαών σε όλο τον κόσμο σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο. Την περίοδο που στη Σοβιετική Ένωση οι δυνάμεις της καπιταλιστικής παλινόρθωσης έπαιρναν το «πάνω χέρι» και προωθούσαν μία ιστορικής σημασίας υποχώρηση και ήττα για την εργατική τάξη και τους λαούς, η επαναστατική ανατροπή στην Κούβα αποτέλεσε πηγή ενθουσιασμού και αισιοδοξίας για τη νίκη των λαών.
Η επανάσταση στην Κούβα, ο Φιντέλ Κάστρο, ο Τσε Γκεβάρα και ο αγωνιζόμενος λαός της μπήκαν από την πρώτη στιγμή στο στόχαστρο της αμερικάνικης ιμπεριαλιστικής υπερδύναμης που δεν μπορούσε να ανεχτεί την ύπαρξη μιας ανεξάρτητης επαναστατημένης χώρας μια «ανάσα» από αυτήν. Εισβολές, σαμποτάζ, απόπειρες δολοφονίας, εξαγορά στελεχών, αποκλεισμός μπήκαν στην ημερήσια διάταξη από τους αμερικάνους ιμπεριαλιστές για την ανατροπή της επανάστασης. Αυτή η «σχέση» καθορίζει τη ζωή και την πορεία της Κούβας μέχρι τα σήμερα και πολύ πιθανά αποτέλεσε το βασικό λόγο της επιλογής για τον Κάστρο και την ηγεσία της Κούβας να μπουν κάτω από την «προστασία» της ρεβιζιονιστικής Μόσχας, με όλες τις συνέπειες που είχε τόσο στο πολιτικό όσο και στο οικονομικό πεδίο.
Η επιλογή αυτή δεν έγινε χωρίς αναταράξεις στο εσωτερικό της ηγεσίας της κουβανέζικης επανάστασης. Είναι γνωστές οι δημόσιες τοποθετήσεις του Τσε Γκεβάρα τόσο για την υποχρέωση των σοσιαλιστικών χωρών να στηρίξουν τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα των λαών όσο και η κριτική του στο εγχειρίδιο πολιτικής οικονομίας της ΕΣΣΔ. Ακόμα και η φυγή του από την Κούβα για την ανάπτυξη αντάρτικων κινημάτων στο Κονγκό και τη Βολιβία μπορεί να ενταχθεί στο πλαίσιο των αντιθέσεων αλλά και των αδιεξόδων που αντιμετώπιζε η επαναστατική ηγεσία της χώρας.
Η επανάσταση στην Κούβα δεν οργανώθηκε από ένα κομμουνιστικό κόμμα αλλά από ένα εθνικοαπελευθερωτικό μέτωπο (Κίνημα 27 Ιούλη) με αριστερά αντιιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά και ο Φιντέλ Κάστρο δεν δήλωνε μέχρι τότε κομμουνιστής. Ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της επανάστασης προσδιορίστηκε αργότερα με βάση την αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ σαν αποτέλεσμα μιας σειράς εθνικοποιήσεων αλλά κυρίως μετά την εισβολή στον Κόλπο των Χοίρων και τον αποκλεισμό που ακολούθησε την «κρίση των πυραύλων».
Είναι χαρακτηριστικό ότι η επανίδρυση του ΚΚ Κούβας έγινε τον Οκτώβρη του 1965 με τη συνένωση μιας σειράς επαναστατικών οργανώσεων και του πολύ μικρού ΚΚ που υπήρχε στη χώρα και πρώτος γραμματέας εκλέχτηκε ο Φιντέλ Κάστρο. Είναι φανερό ότι η επανάσταση αναζητούσε το δρόμο της μέσα σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και δεν αρκούσε ο ηρωισμός και η αυταπάρνηση των κουβανών επαναστατών και του λαού, αλλά απαιτούσε τον προσδιορισμό των πολιτικών και οικονομικών όρων μέσα από τους οποίους μπορούσε να προχωρήσει σε μια νικηφόρα πορεία απέναντι στις ιμπεριαλιστικές απειλές και τους αποκλεισμούς.
Δεν πιστεύουμε ότι η αναζήτηση «προστασίας» από τη Μόσχα και η ένταξη της Κούβας στο πλευρό Χρουστσόφ–Μπρέζνιεφ αποτελούσε «μονόδρομο» για τον Φιντέλ Κάστρο και την υπόλοιπη ηγεσία της επανάστασης. Τόσο η «κρίση των πυραύλων» τον Οκτώβρη του 1962 όσο και οι σοβαρές οικονομικές δυσκολίες της χώρας, σαν αποτέλεσμα της καθυστέρησης στην ανάπτυξή της λόγω της μονοκαλλιέργειας του ζαχαροκάλαμου και των άνισων ανταλλαγών με τις χώρες της ΚΟΜΕΚΟΝ, όχι μόνο δεν βοήθησαν τη χώρα αλλά την άφησαν εκτεθειμένη σε σοβαρούς κινδύνους και αδύναμη στους ιμπεριαλιστικούς εκβιασμούς.
Ακόμα περισσότερο, η ένταξη στρατιωτικών δυνάμεων της Κούβας στο πλευρό των σοσιαλιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στην Αφρική και αλλού στα πλαίσια ενός διαστρεβλωμένου «προλεταριακού διεθνισμού» υπέσκαψαν σημαντικά το χαρακτήρα και την αίγλη της Κουβανέζικης Επανάστασης στους αγωνιζόμενους λαούς. Όσο και αν οι διεθνείς συσχετισμοί είναι αρνητικοί και το μέγεθος μιας χώρας μικρό, το πρόβλημα της επανάστασης και της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μία χώρα παραμένει πολιτικό-ταξικό και κυρίαρχα «εσωτερική υπόθεση». Αφορά δηλαδή τους προσανατολισμούς της επαναστατικής ηγεσίας και των εργατικών – λαϊκών δυνάμεων να προχωρήσουν στο βάθεμα του κοινωνικού μετασχηματισμού ή να υποχωρήσουν μπροστά στα εμπόδια και τις δυσκολίες και τελικά να υποταχτούν στον αντίπαλο. Και αυτό αποδείχτηκε περίτρανα σε χώρες με πολύ μεγαλύτερη έκταση, πληθυσμό και άλλες δυνατότητες, όπως η ΕΣΣΔ και η Λ.Δ. της Κίνας.
Από την άλλη μεριά βέβαια δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε την τεράστια προσπάθεια στο εσωτερικό της χώρας να σταθεί στα πόδια της και να λύσει σοβαρά ζητήματα όπως αυτά της υγείας και της παιδείας, ενώ ταυτόχρονα έπρεπε να δίνει τη μάχη της επιβίωσης από τους οικονομικούς αποκλεισμούς-στραγγαλισμούς. Και αυτές οι μάχες δεν μπορούν να κερδηθούν αν δεν συμμετέχει καθοριστικά και ο λαϊκός παράγοντας. Ταυτόχρονα με τα φαινόμενα εκφυλισμού της επαναστατικής πορείας έχουμε και σημαντικές κατακτήσεις τις οποίες αναγνώριζε στη ζωή του ο κουβανικός λαός, που δεν στάθηκε εχθρικός αλλά στήριξε στην πλειοψηφία του το εγχείρημα.
Το μίσος για τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό που τόσα δεινά προκάλεσε στη χώρα και το λαό της, η άρνηση να ξαναγίνει η Κούβα ένα τεράστιο καζίνο με όλα τα επακόλουθα αποτέλεσαν τις σταθερές που κράτησαν το λαό και τη χώρα όρθια ιδιαίτερα μετά τις καταρρεύσεις του ’89-91. Ταυτόχρονα όμως ξεκίνησαν και τα ανοίγματα είτε προς την ΕΕ είτε προς τον πάπα, αναζητώντας ξανά νέα στηρίγματα για τη χώρα. Η πρόσφατη εξέλιξη με την άρση του εμπορικού αποκλεισμού και την αποκατάσταση των σχέσεων με τις ΗΠΑ αποτελούν μία «φυσιολογική» εξέλιξη της μετατροπής της χώρας σε έναν «επενδυτικό παράδεισο» για το μονοπωλιακό κεφάλαιο. Μία εξέλιξη που ακολουθούν ήδη από χρόνια και άλλες χώρες όπως το Βιετνάμ, η Καμπότζη, για να ενταχθούν στον «κανονικό» κόσμο της κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού. Είναι φανερό ότι αυτή η εξέλιξη αποτελεί προϊόν της υποχώρησης και της ήττας του κομμουνιστικού κινήματος, για την οποία τόσο ο Φιντέλ Κάστρο όσο και η ηγεσία της Κουβανέζικης Επανάστασης έχουν τις δικές τους σημαντικές ευθύνες.
Αποχαιρετώντας τον Φιντέλ Κάστρο, αποχαιρετάμε μαζί και μια ολόκληρη γενιά επαναστατών που καθόρισαν σημαντικά την πορεία του 20ού αιώνα από την πλευρά των εργατικών–λαϊκών συμφερόντων. Όσο και αν είναι καταθλιπτικοί οι συσχετισμοί για τους λαούς σήμερα, όσο και αν τα πράγματα πάνε όλο και πιο αντιδραστικά, η ιστορία της ταξικής πάλης και των αγώνων των λαών δεν τελείωσε. Μέσα από τα σπλάχνα των εργατικών–λαϊκών δυνάμεων θα αναδειχθεί η νέα γενιά επαναστατών για να ανταποκριθεί στις ανάγκες των καιρών με την εμπειρία και την επίγνωση της ιστορικής πορείας του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος. Η πραγμάτωση αυτής της υπόθεσης δεν μπορεί παρά να προκύψει μέσα από τους σημερινούς αγώνες της εργατικής τάξης και των λαών ενάντια στους εχθρούς τους.