Κάνω κάποιες αναφορές στην πορεία του κινήματος στην χώρα μας ως σχήμα που με βοηθά για να φτάσω σε κάποια πράγματα για το σήμερα.
Ο λαός μας, σαν τμήμα των λαών του κόσμου, έχει δώσει ιστορικά την άνιση μάχη ενάντια στο οργανωμένο καπιταλιστικό σύστημα, έχει αντιμετωπίσει την δολοφονική ιμπεριαλιστική επέμβαση, τους ντόπιους υποτακτικούς του, τους προδότες ταγματασφαλίτες, τους «σκαστούς» αστούς. Το ΚΚΕ υπήρξε ένα ηρωικό κόμμα, την συγκροτημένη πρωτοπορία αυτού του ηρωικού λαού. Αυτού του λαού που απέναντι στα ελλείμματα που δημιουργούσαν στην συγκρότησή του τα μικρά περιθώρια ανάπτυξης του καπιταλισμού στην Ελλάδα επιστράτευσε τον ηρωισμό. Ο αγώνας του λαού μας για διπλή λευτεριά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, και έτσι παρέμεινε και παραμένει ανάγκη και ζητούμενο το να γίνει αφέντης στον τόπο του.
Ο λαός μας είναι κομμάτι των λαών του κόσμου. Και έτσι η συνέχεια ήταν στον ρυθμό των παγκόσμιων εξελίξεων (με τις δικές της βέβαια ιδιαιτερότητες). Οι κομμουνιστές βρέθηκαν ηττημένοι με πολύ βαρύ φορτίο στις πλάτες. Μέσα από σειρά νέων αγώνων προχωρημάτων και οπισθοχωρήσεων έφτασαν μετά την στροφή της 6ης «πλατιάς ολομέλειας» στην επισφράγιση της ήττας. Η συγκρότηση του μλ ρεύματος ήταν η οργανωμένη από αυτούς απόπειρα απάντησης στην στροφή / μετάλλαξη του ΚΚΕ σαν μέρος του συνόλου των κομμουνιστικών κομμάτων που καταλήφθηκαν από τον σοβιετικό ρεβιζιονισμό.
Έπειτα από την δικτατορία το ΚΚΕ(μ-λ)αποτέλεσε το συγκεκριμένο εκείνο τμήμα του μλ κινήματος που παρά την ήττα αρνήθηκε να δεχθεί τον καπιταλισμό ως μονόδρομο. Το υπερπιεστικό πλαίσιο που αχνά περιγράφτηκε έβαζε και τα όρια αυτής της μη αποδοχής. Το ΚΚΕ(μ-λ) επιχείρησε πατώντας στο αποτύπωμα που είχαν αφήσει οι μεγάλοι αγώνες που είχε δώσει ο ελληνικός λαός «στο DNA του» να «ξεπεράσει την εποχή». Δεν τα κατάφερε γιατί οι εποχές δεν ξεπερνιούνται. Κατάφερε όμως να αφήσει το στίγμα του στην ιστορία των αγώνων του λαού μας, να αποτελέσει ένα σημείο αναφοράς. Έτσι η κρίση του 82? δεν κατόρθωσε, παρότι του επέφερε καθοριστικό πλήγμα, να το εξαφανίσει. Το ανασυγκροτημένο ΚΚΕ(μ-λ) κράτησε, στα στενά του έστω όρια, την σημαία του κομμουνισμού όταν «φύσαγε διάλυση», και παράλληλα το σύστημα είχε την δυνατότητα να δημιουργεί φιλόξενες κρυψώνες, αυτό που δεν «μπλέχτηκε» ποτέ με το σύστημα. Οι καταρρεύσεις / παλινορθώσεις βρήκαν αυτή την οργάνωση να τις αντιμετωπίζει με μεγάλη διαφορά ποιότητας από το σύνολο των υπόλοιπων αριστερών οργανώσεων. Αυτό ήταν το θετικό αποτέλεσμα των προαναφερθέντων. Έτσι το γεγονός αυτό, με τα όρια του, έθεσε το πλαίσιο κίνησης για την συνέχεια.
Έτσι το ΚΚΕ(μ-λ) συμμετείχε ενεργά στους περισσότερους λαϊκούς αγώνες. Σε αρκετούς από αυτούς είχε μάλιστα καθοριστική συμμετοχή (ΑΣΕΠ 97?, αντιπολεμικά / αντιιμπεριαλιστικά ξεσπάσματα, φοιτητικός αγώνας 06? – 07? κ.α.). Καθοριστική και ενεργό συμμετοχή στον εξωθεσμικό προσανατολισμό και στην πραγματοποίηση των αγώνων, ενάντια στις ρεφορμιστικές ιαχές ενσωμάτωσής τους. Οι αγώνες αυτοί γίνονταν με την γραμμή – άποψη του ΚΚΕ(μ-λ), στις συντριπτικά περισσότερες περιπτώσεις όχι γιατί αυτό την επέβαλλε, αλλά επειδή αυτό το έκανε η πραγματικότητα της επίθεσης του συστήματος. Η αντίσταση και η οργάνωσή της ξεπρόβαλλε σαν η μόνη μαζική διέξοδος σε αυτή. Αυτό δεν ίσχυε βέβαια σε όλες τις περιπτώσεις, και πολύ περισσότερο δεν σήμαινε ότι η κατεύθυνση αυτή δεν είχε δυσκολίες που η αύξησή τους στην πορεία των αγώνων έδινε την δυνατότητα στο σύστημα να περάσει, ή να επιχειρήσει να περάσει, μέσω και των ρεφορμιστών, την γραμμή του συμβιβασμού («έντιμου» ή μη).
Με αυτά και αυτά φτάσαμε στην εκδήλωση της κρίσης. Το ΚΚΕ(μ-λ) την διέβλεπε μέσω της αναγνώρισης της επίθεσης στην εργατική τάξη και στο λαό από το 80?, όταν οι περισσότεροι της αριστεράς «βολεύονταν», ή βολεύονταν με διάφορους τρόπους (από διάφορες δουλειές και συνδιοικήσεις, μέχρι συγκυβερνήσεις).
Έτσι πιθανά βγάζει κάποιος το συμπέρασμα ότι θα έπρεπε να ήταν και η πιο κατάλληλα οργανωμένη δύναμη να την υποδεχτεί. Αυτό το συμπέρασμα όμως είναι λανθασμένο γιατί δεν λαμβάνει υπόψη του όλα τα δεδομένα. Η κρίση έχει χαρακτηριστεί ως ευκαιρία από κάποιους. Πράγματι μερίδα του ελληνικού κεφαλαίου αύξησε τα κέρδη της σημαντικά. Επίσης αεριτζήδες διάφοροι εν είδη μαυραγορίτη πλούτισαν. Για αυτούς είναι. Άλλοι έφτασαν μέχρι και σε κυβερνητικές θέσεις εκπληρώνοντας το μεγάλο τους όνειρο και φιλοδοξία, λέγοντας (όχι και πολύ φωναχτά βέβαια) ότι βαδίζουν προς τον ιστορικό κοινωνικοταξικό συμβιβασμό. Για αυτούς είναι. Κάποιοι άλλοι θεώρησαν ότι είδαν την ιστορική ευκαιρία στο σύνταγμα, «την εξουσία να χορεύει στις πλατείες». Μπέρδεψαν τι έβλεπαν με το τι φαντάζονταν, έτσι έστρωσαν και αυτοί τον δρόμο στον ΣΥΡΙΖΑ και τώρα «του κάνουν παραπονάκια και ζήλιες». Εκεί σταματάει η λίστα.
Μα θα έλεγε κάποιος ότι η κρίση αποτελεί ευκαιρία και για την εργατική τάξη, που πατώντας στις άλυτες αντιφάσεις του κεφαλαίου μπορεί να τις εκμεταλλευτεί και να προχωρήσει στην οργάνωση του αγώνα της προς την κατάληψη της εξουσίας, και έτσι μπορεί να αποτελέσει και για αυτήν ευκαιρία, καθώς και για τους οργανωμένους φορείς που έχουν αυτή την άποψη.
Κάτι τέτοιο είναι επίσης λάθος. Για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι για την εργατική τάξη δεν υπάρχουν ευκαιρίες που δωρίζονται. Δηλαδή ευκαιριακά συμβάντα. Βεβαίως και τα όρια του καπιταλισμού / ιμπεριαλισμού είναι αυτά που ορίζουν την δυνατότητα περάσματος μέσω της επαναστατικής διαδικασίας στο επόμενο ιστορικό στάδιο, αλλά αυτό δεν είναι ευκαιρία, αλλά μόνο δυνατότητα. Η οποία για να μπορέσει να υλοποιηθεί χρειάζεται οργάνωση, πάλη, και πολλές θυσίες.
Δεύτερος. Η εργατική τάξη στο έδαφος κάθε κρίσης μπορεί να οργανωθεί ή και να αποδιοργανωθεί πλήρως μέσα στην δίνη των εξελίξεων, το τέμπο των οποίων ορίζει ο ταξικός της αντίπαλος. Το τι από τα δύο θα συμβεί εξαρτάται κυρίως από δύο συν έναν παράγοντες. Σε πιο επίπεδο οργάνωσης «την πέτυχε» το σκάσιμο της φούσκας, σε ποιο επίπεδο συγκρότησης βρίσκεται ο υποκειμενικός παράγοντας (στατικός παράγοντας), το πως αυτά τα δύο θα σταθούν και θα δράσουν στο έδαφος της κρίσης (δυναμικός παράγοντας). Καθώς και το ποια η γενική κατάσταση στο διεθνές στερέωμα, δηλαδή ο γενικός συσχετισμός ανάμεσα σε εργατική τάξη – κεφάλαιο, ιμπεριαλισμό – λαοί (δυναμικός παράγοντας αλλά με ισχυρότατο βαθμό αδράνειας)
Το σε ποια φάση βρίσκονται οι παράγοντες αυτοί σήμερα δείχνει ότι η κατάσταση για την εργατική τάξη σήμερα δεν είναι ευνοϊκή. Αντίθετα έχει να συντελέσει τιτάνιο έργο για να βρεθεί μπροστάρης στις εξελίξεις.
Σε αυτό το πλαίσιο καλείται να δράσει και να υπάρξει σήμερα το ΚΚΕ(μ-λ). Υπό αυτό το πλαίσιο βρέθηκε αντιμέτωπο με το σκάσιμο της κρίσης. Αποτέλεσε την μοναδική οργάνωση που στην κρίση δεν διέβλεψε ευκαιριακές ευκολίες και έτσι δεν έδρασε ευκαιριακά και εκλογικά. Η κατεύθυνσή της είναι η δύσκολη και αναγκαία. Για όλους αυτούς τους λόγους η στάση της δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση. Η χρόνια στασιμότητα και η μη σύνδεσή της με τα εργατικά στρώματα πέραν περιστασιακών εξάρσεων αποτέλεσε έναν ακόμα παράγοντα δυσκολίας.
Με άλλα λόγια το ΚΚΕ(μ-λ) βρέθηκε μπροστά σε νέες δυσκολίες τις οποίες δεν ήταν έτοιμο να απαντήσει ολοκληρωμένα. Γιατί το ότι προέβλεπε την κρίση συνοδεύονταν από δύο ακόμα παραμέτρους. Μπροστά στις νέες δυσκολίες βρέθηκε χωρίς να έχει φτάσει στο επίπεδο που απαιτούνταν για την ολοκληρωμένη αντιμετώπισή τους. Επίπεδο σύνδεσης / σχέσης με την εργατική τάξη, επίπεδο οργανωτικής και πολιτικής δυνατότητας (και δε θα μπορούσε). Παράλληλα η πολιτική του κατεύθυνσή του είναι αυτή την αντιμετώπισης του προβλήματος, της ανάπτυξης επαναστατικής προοπτικής, και όχι του βολέματος και των «εύκολων / γρήγορων λύσεων».
Αυτά τα δύο μαζί δημιούργησαν μια κατάσταση της οποίας οι εκφράσεις έδωσαν πολλά θετικά και πολλά αρνητικά. Τα θετικά είναι αυτά που πρέπει να κρατηθούν, να ενισχυθούν, και με βάση αυτά να σχεδιαστούν και να προχωρήσουν τα επόμενα βήματα. Τα αρνητικά είναι αυτά που πρέπει να κρατηθούν μόνο ως πείρα μέσω της οποίας θα προφυλάσσεται η κατεύθυνση. Να αναζητηθούν οι αιτίες τους, να ξεχωριστούν τα αντικειμενικά από τα υποκειμενικά αίτιά τους, και να απορριφθούν.
Η ιδιαίτερη στάση του στο σύνταγμα την περίοδο των κινητοποιήσεων (στην πανελλαδική της διάσταση) πρέπει να αναγνωριστεί και να προβληθεί. Η μη παραίτησή του έναντι του συνόλου της αριστεράς που -ήταν δεν ήταν εκεί- κραύγαζε για εκλογές με κάτι τέτοιο να αποτελεί την συμπύκνωση των στάσεων και της γραμμής / πρόθεσης / στόχευσής της για γρήγορη επαναφορά στην προηγούμενη κατάσταση.
Τα όρια που έβαλλε η γενική κοινωνικοπολιτική κατάσταση αλλά και η ταξική σύνθεση του κόσμου στις πλατείες (εμφανής απουσία της εργατικής τάξης) επίσης πρέπει να αναγνωριστούν ως πρώτο αναγκαίο βήμα για επανασχεδιασμό τακτικής.
Η εποχή που βιώνουμε έχει αντιστοιχίες αλλά κύρια έχει έντονες διαφορές με το 80?. Η άνοδος του ΠΑΣΟΚ τότε στην εξουσία σηματοδότησε παύση (και όχι τέλος) του μετεμφυλιακού κράτους. Την έκφραση από μεριάς του συστήματος της διάθεσης, αλλά και δυνατότητας, δημιουργίας πλατιών μεσοστρωμάτων. Σε αυτό το πλαίσιο και μέσα σε ένα συγκεκριμένο τότε διεθνές περιβάλλον είχαμε δύο πράγματα. Ένα σε κοινωνικό και ένα σε πολιτικό επίπεδο.
i. Πλατιά μικροαστικά στρώματα ευνοήθηκαν, δημιουργήθηκαν, έφτασαν να έχουν σοβαρό ρόλο στο κοινωνικό γίγνεσθαι, και παράλληλα η επίθεση στην εργατική τάξη βρήκε εύφορο έδαφος να αναπτυχθεί υποστηριζόμενη από την αδυναμία της αντίστασης της, από την πλήρη απουσία στήριξης της από τα υπόλοιπα κοινωνικά στρώματα, και από την δημιουργία εργατικής αριστοκρατίας. ii. Ανάλογη ήταν και η εξέλιξη στο πολιτικό τοπίο. Το ΠΑΣΟΚ συνέθλιψε την αριστερά, την κομμουνιστοφέρουσα, την κομμουνιστική. Αλλοίωσε όσα οι παραδώσεις και οι αγώνες του λαού μας είχαν κατοχυρώσει στον τρόπο σκέψης και λειτουργίας του. Η αριστερά άλλωστε σχεδόν στο σύνολό της ήθελε / στόχευσε να παίξει τον ρόλο που το ΠΑΣΟΚ εν τέλει διαδραμάτισε. Η «αλλαγή» ήταν η (εφικτή) επιλογή του συστήματος, έναντι του «ειρηνικού περάσματος στον σοσιαλισμό».
Το ΚΚΕ(μ-λ) δεν μπόρεσε να αντιστρέψει την κατάσταση με βάση το πλαίσιο της εποχής, με βάση την ταξική του σύνθεση και μαζικότητα, με βάση το τι πολιτικά είχε κατακτήσει. Δεν μπόρεσε επίσης να διατηρηθεί σαν σχετικά μαζική οργάνωση μιας και οι σειρήνες της αλλαγής, σε συνδυασμό με την απογοήτευση που επέφεραν οι παγκόσμιες εξελίξεις, αποδείχθηκαν ότι πιο δυνατές από το επίπεδο συγκρότησής του. Σε αυτό το πλαίσιο γενικής ενσωμάτωσης δεν άντεξε το βάρος της δολοφονίας από το αστικό κράτος δύο νέων συναγωνιστών. Αυτό που κατάφερε, το όχι μικρό, είναι να διατηρήσει την ύπαρξή του, σε ένα τμήμα του, με την επιμονή του ότι ο κόσμος κινείται από την επίθεση του καπιταλισμού / ιμπεριαλισμού, από την αδιάκοπα εξελισσόμενη ταξική πάλη, και ότι το μέλλον είναι η επίθεση στο λαό και η αντίσταση του για την δημιουργία των όρων ανάπτυξης του δικού του κόσμου. Έτσι υπήρξε όλα αυτά τα χρόνια η σημαντική συμβολή του στην οργάνωση και στους αγώνες του λαού που περιγράφτηκε προηγουμένως.
Σήμερα οι διαφορές με το τότε ξεκινούν από υλική (και ιστορική) τους βάση. Από το ότι το σύστημα παγκόσμια αλλά και ιδιαίτερα ελλαδικά ούτε μπορεί, ούτε υποχρεούται, και έτσι ούτε θέλει, να δώσει ξεροκόμματα παντεσπανιού στον λαό. Βρίσκεται σε κρίση υπερσυσσώρευσης η οποία με βάση την όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών δεν μπορεί να διευθετηθεί. Η συνεχής μετατόπισή της στο μέλλον έχει πιάσει όρια και αυτό γεννά δύο πράγματα. Την λυσσαλέα επίθεση στην εργατική τάξη και στον λαό. Και την έκφραση κρίσεων σε επίπεδο που ξεπερνά το οικονομικό και φτάνει σε επίπεδο πολεμικών περιφερειακών, ή και όχι τόσο περιφερειακών (βλέπε Ουκρανία) συγκρούσεων.
Αυτή η, περισσότερο από σημαντική, διαφορά αποτελεί τον κύριο παράγοντα διαφοροποίησης της κατάστασης. Βέβαια δεν υπάρχει «μόνη της» αλλά ενταγμένη στο ιστορικό της πλαίσιο το οποίο αποτελεί πλαίσιο εγκλωβισμού της εργατικής τάξης, των λαών, των πρωτοποριών τους και της προοπτικής τους. Το ιστορικό προτσές όμως δεν «κοιτάει» το παρελθόν αλλά το μέλλον. Η κίνηση που ορίζεται από την επίθεση του ιμπεριαλισμού έχει πορεία προς την ανατροπή του. Αλλά με αυτό καθόλου να μην ορίζει το ποια θα είναι η πορεία αλλά τον στόχο της κατάληξής της.
Με βάση τα προηγούμενα το ΚΚΕ(μ-λ) (καθώς και όποια υπάρχουσα ή αγέννητη συγκρότηση με επαναστατικό στόχο) έχει δύο διαφορές από 30 χρόνια πριν. Βρίσκεται σε ένα πιεστικότερο του τότε πλαίσιο με μικρότερες μάλιστα δυνατότητες. Παράλληλα όμως με πολύ περισσότερες εν δυνάμει προοπτικές. Η ορθή αξιοποίηση της πείρας μπορεί να αποτελέσει ένα ακόμα θετικό στοιχείο. Όλο αυτό είναι ένα πλαίσιο το οποίο δεν επιδέχεται εύκολες λύσεις και απαντήσεις στα προβλήματα που αντικειμενικά προκύπτουν. Δηλαδή το χάσμα μεταξύ αναγκαιότητας και δυνατότητας δεν πρέπει να τρομάζει και να οδηγεί σε «ευκολίες». Από την άλλη δεν πρέπει να καθηλώνει. Για να γίνει αυτό πρέπει να αναγνωρισθεί ως αντικειμενικό. Αντικειμενικό τόσο όμως ως ύπαρξή του, όσο και ως προς την δυνατότητα να ανατραπεί.
Τι πρέπει να γίνει, και τι δεν πρέπει να γίνεται.
Η γραμμή της αντίστασης, της κοινής δράσης, και της διεκδίκησης πρέπει να στηριχθεί, να κατανοηθεί, να αναβαθμιστεί. ΜΕ ΤΗΝ ΣΕΙΡΑ ΟΜΩΣ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΝΕΦΕΡΑ. Δηλαδή τα όρια που έπιασε η γραμμή αυτή στην παρέμβαση στο κίνημα δεν μπήκαν από την θεωρητική της πλευρά. Αντίθετα είμαστε πολύ μακριά από αυτό. Μπήκαν από ένα συνδυασμό αντικειμενικών λόγων με υποκειμενικές αδυναμίες. Ότι η αναγνώριση των αντικειμενικών λόγων σαν τέτοιων δεν έγινε με μεγάλο βαθμό ακρίβειας είναι ένα γνώρισμα υποκειμενικής αδυναμίας. Η υποκειμενική αδυναμία έγκειται κυρίως στο ότι ο βαθμός αίσθησης για ανάγκη προχωρήματος της γραμμής δεν προέκυψε ανάλογα της πραγμάτωσης, της γείωσής της, και ανάδειξης στην πράξη των ορίων της. Η ανάπτυξη και η έκφραση αυτής της αίσθησης προήλθε από συνδυασμό συναίσθησης των δυσκολιών από την μία, της (σωστής) θεώρησης της αύξησης του χάσματος μεταξύ αναγκαιότητας και δυνατότητας. Και από την άλλη από τα χαρακτηριστικά άγχους και αδημονίας που αναπτύσσονταν με βάση όλα τα προηγούμενα. Η αναζήτηση των απαντήσεων του γιατί κάτι τέτοιο συνέβει περνά από την αναγνώριση της περιόδου και από την ελλιπή σχέση με την εργατική τάξη. Χωρίς να υποτιμώ καθόλου τα δύο προηγούμενα (κάθε άλλο), αλλά με δεδομένο ότι η εποχή «είναι αυτή που είναι», και ότι η ανάπτυξη σχέσεων με την εργατική τάξη είναι μεν κεφαλαιώδες ζήτημα, αλλά μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί και ως αποφυγή στο να δοθούν απαντήσεις, ή σαν όχημα / άλλοθι προς απελπισία, δηλώνω ότι αυτό που άμεσα πρέπει να προσεχθεί και να αλλάξει (σαν όρος για το οτιδήποτε επόμενο / μεγαλύτερο) είναι η αποφυγή γρήγορων απαντήσεων, που δόσιμο τέτοιων είναι αποτέλεσμα της πίεσης που επιφέρει η επίθεση.
Δηλαδή. Ναι η επίθεση έβγαλε στην επιφάνεια την αναγκαιότητα μεγαλύτερης ανάπτυξης και προβολής του ποια η προοπτική για τον λαό. Ναι, και η ανατροπή πρέπει να μπει στην ατζέντα. Αλλά από το να μπει στην συζήτηση μέχρι να μπει στην καθημερινότητα, έστω και σαν σκέψη, υπάρχει μια απόσταση πολύ μεγάλη που ο μόνος τρόπος να διανυθεί (πραγματικά και όχι φαντασιακά) είναι με την ανάπτυξη οργανωμένων, ταξικά προσανατολισμένων αντιστάσεων. Ας μην προτρέχουμε λοιπόν.
Ας δώσουμε την αξία που πραγματικά έχει το να ενισχύσουμε και να μάθουμε να λειτουργούμε δημοκρατικά, για να μάθουμε (δεν υπάρχει άλλος τρόπος) να λειτουργούμε συγκεντρωτικά.
Ας μάθουμε να λειτουργούμε πλατιά και έτσι να μην υπερεκτιμούμε (αλλά και ούτε να υποτιμούμε) τον υπάρχοντα περίγυρο ως αποτέλεσμα αδυναμίας.
Ας κατανοήσουμε την σημασία του μοντέλου λειτουργίας των ομόκεντρων κύκλων. Πρώτα να τους βαθαίνουμε και μετά να τους πλαταίνουμε. Ας κατανοήσουμε ότι το πλάτος και το μήκος της παρέμβασης έχει κάθε φορά συγκεκριμένα όρια που η προσπέρασή τους γίνεται με βήματα και όχι με άλματα. Ότι τα βήματα σημαίνουν κίνηση και όχι ακινησία, αλλά ότι καθένα έπεται του προηγούμενου. Ας προχωρήσουμε καθόλου διστακτικά, γρήγορα αλλά καθόλου βιαστικά σε αυτά.
Ας μάθουμε να μην έχουμε παραπλήσια γνωρίσματα, ακόμα και από διαφορετικούς δρόμους, με διάφορους ριζοσπάστες οπορτουνιστές οι οποίοι για να πουν κάτι «πετάνε» ένα «έξω από το ευρώ». Ας μην «πετάμε» την εθνική ανεξαρτησία σαν στολίδι σε δέντρο στο δάσος. Ας μάθουμε να ξεχωρίσουμε το γενικά σωστό από το ειδικά αναγκαίο. Ας κατανοήσουμε πως κάτι γενικά σωστό, ανάλογα της συγκεκριμένης κάθε φορά κατάστασης (και με βάση συγκεκριμένη ανάλυσή της) μπορεί να είναι ειδικά, έως και πολύ, λαθεμένο.
Ας παρέμβουμε και ας διδαχτούμε από τις μάζες, διαχεόμενοι και όχι διαλυόμενοι σε αυτές.
Σαμαράς Λεωνίδας