«Δεν θα γκρεμίσουμε ότι θετικό έγινε τα προηγούμενα χρόνια» διαβεβαίωσε ο Α. Τσίπρας τη γερμανική καγκελαρία -και όχι μόνο αυτή-στην πρόσφατη επίσκεψή του στο Βερολίνο. Ταυτόχρονα, δήλωνε πως στα πλαίσια του «νέου μίγματος» που θα έχει η πολιτική του θα προχωρήσει στην «υλοποίηση μεγάλων και αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».
Όμως, όλα όσα έγιναν «τα προηγούμενα χρόνια» είχαν πολύ συγκεκριμένο πολιτικό χαραχτήρα και στόχο. Την λεηλασία της χώρας, των πλουτοπαραγωγικών πηγών της, του δημόσιου πλούτου της, από το ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο. Τη συντριβή των δικαιωμάτων και των κατακτήσεων της εργατικής τάξης, την επιβολή όρων υποδούλωσης συνολικά στους εργαζόμενους για τη μείωση του «εργατικού κόστους», για την απόκτηση της αναγκαίας «ανταγωνιστικότητας» για το ξένο και ντόπιο κεφάλαιο που τους εκμεταλλεύεται. Την ισοπέδωση των κοινωνικών δικαιωμάτων του λαού, το βάθεμα και την εξάπλωση συνθηκών βαρβαρότητας σε όλα τα στοιχειώδη δικαιώματά του. Την επιβολή ενός πλαισίου νόμων και κρατικών πρακτικών που φασιστικοποιεί τη δημόσια και πολιτική ζωή, που καταργεί με νόμους ή στην πράξη στοιχειώδεις ελευθερίες και δημοκρατικά δικαιώματα των μαζών. Την ανακήρυξη των (πολεμικών) αμερικανονατοϊκών αξόνων στην περιοχή (με Κύπρο, Αίγυπτο και Ισραήλ) σε «εθνική πολιτική» και την υπαγωγή όλων των ζητημάτων που αφορούν στις σχέσεις της χώρας με τους γειτονικούς λαούς, στη διαχείριση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας και την ίδια την υπόστασή της, σε αυτά ακριβώς -τα αμερικανονατοϊκά- σχέδια και συμφέροντα.
Το (ρητορικό) ερώτημα λοιπόν που προκύπτει είναι προφανές: Τι περιεχόμενο και τι στόχους θα έχουν «οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» που θέλει να προωθήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ώστε να σέβονται και να μην «γκρεμίζουν» την πολιτική που εφαρμόστηκε τα προηγούμενα χρόνια; Παρόλο λοιπόν που δεν μας ανακοινώνουν το περιεχόμενο των πολύωρων συνομιλιών Μέρκελ-Τσίπρα, ούτε το περιεχόμενο των επισκέψεων- παρεμβάσεων της αμερικανίδας υπουργού Νούλαντ στον πρωθυπουργό και σε υπουργούς της κυβέρνησης (που προηγήθηκαν της επταμερούς στις Βρυξέλλες και της επίσκεψης στο Βερολίνο) δεν μπορούμε να έχουμε αμφιβολίες για το αντεργατικό-αντιλαϊκό περιεχόμενο της πολιτικής στην οποία δεσμεύεται ο πρωθυπουργός έναντι των επικυρίαρχων στη χώρα ιμπεριαλιστών της Δύσης. Και η κοινή διαπίστωση των εγχώριων κέντρων και βασικών ΜΜΕ, πως «στενέψαν τα περιθώρια των κυβερνητικών ελιγμών», δείχνει πως μετά τις τελευταίες εξελίξεις πλησίασε πολύ η κρίσιμη και δύσκολη για την κυβέρνηση ώρα. Η ώρα που πρέπει να δοκιμάσει στην πράξη αν μπορεί εκτός από την «ωρίμανση» της ηγετικής της ομάδας να βασιστεί και στη στήριξη του «όλου ΣΥΡΙΖΑ» για να προωθήσει την επίθεση που απαιτούν ιμπεριαλισμός και κεφάλαιο. Το ερώτημα και το πρόβλημα αυτό για το σύστημα παραμένει και μαζί με αυτό μένουν ανοιχτά διάφορα ενδεχόμενα παρεμβάσεων για την τροποποίηση του κυβερνητικού αλλά και συνολικά του πολιτικού σκηνικού στη χώρα.
Η βαριά γεωστρατηγική σκιά της Δύσης πάνω στη χώρα
«Σ” όλη αυτή την πορεία ξαναστησίματος και αποκατάστασης του σκηνικού διαχείρισης, το σύστημα δεν θα μείνει ακυβέρνητο, χωρίς κυβερνητική πολιτική, χωρίς να λειτουργεί με τους ευρύτερους καπιταλιστικούς-ιμπεριαλιστικούς όρους.
Γι’ αυτό και όλα τα ιμπεριαλιστικά μέρη, σταθμίζοντας όλα τα διεθνή και ντόπια δεδομένα, προσανατολίζονται σε μια όσο γίνεται πιο «ήρεμη» και με λιγότερους κραδασμούς μετάβαση από το πριν στο σήμερα και στο αύριο. Γιατί γνωρίζουν ότι αυτά που δρομολογούνται στην Ελλάδα δεν είναι θέματα αποκλειστικά εθνικά, αλλά με ευρύτερες γεωστρατηγικές και πολιτικές προεκτάσεις, πέρα από τις φανερά οικονομικές.»
Το παραπάνω είναι απόσπασμα από το εισηγητικό κείμενο του Κ.Ο. σχετικά με την πολιτική κατάσταση στη χώρα, ενόψει της 8ης Συνδιάσκεψης του ΚΚΕ(μ-λ), και θεωρούμε ότι πολύ εύστοχα «περιγράφει» τα γεγονότα και τις πολλαπλές παρεμβάσεις που υπήρξαν και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού όλες τις προηγούμενες μέρες.
Αρχικά αναδείχτηκε και δημοσιοποιήθηκε το ζήτημα της λεγόμενης πιστωτικής ασφυξίας και οι κλειστές στρόφιγγες που εκτός των άλλων επέβαλλαν στον πρωθυπουργό τη δημόσια ομολογία της εξάρτησης της χώρας με την περίφημη επιστολή προς Μέρκελ, Ολάντ στην οποία έθετε το ζήτημα της αδυναμίας πληρωμής των δόσεων στο ΔΝΤ! Παράλληλα –και κυρίως παρασκηνιακά- τέθηκε από τις ΗΠΑ με πολλαπλές παρεμβάσεις και του ίδιου του Ομπάμα, το συνολικό ζήτημα. Η ανάγκη δηλαδή να ελεγχθούν οι εξελίξεις στην Ελλάδα ώστε να παραμείνει σταθερός πυλώνας-πλατφόρμα της ιμπεριαλιστικής Δύσης σε μια περιοχή που από την Ουκρανία (πρωτίστως) ως τη Μ. Ανατολή και τη Β. Αφρική και τώρα και στην Αραβική χερσόνησο, εξελίσσεται η (και στρατιωτική- πολεμική) εξάπλωση των αμεριακανονατοϊκών δυνάμεων.
Αυτό είναι το κύριο και βασικό ζήτημα, το φόντο πάνω στο οποίο αναπαράγεται ο αμερικανοευρωπαϊκός συμβιβασμός του 1974. Αυτό το ζήτημα αποτέλεσε και το θεμέλιο με βάση το οποίο διοργανώθηκε η επταμερής των Βρυξελλών και η πρόσκληση Τσίπρα στο Βερολίνο, για να υπογραμμιστεί η «κανονικότητα» των σχέσεων της Ελλάδας όχι μόνο με την ΕΕ αλλά συνολικά με τη Δύση όπως έσπευσε να χαιρετήσει και ο Αμερικάνος πρόεδρος. Από την άλλη, βέβαια, η πρόσκληση είχε ως απαράβατη προϋπόθεση να ανανεώσει και να επικυρώσει με τον πιο επίσημο τρόπο την υποταγή του ο ίδιος ο Τσίπρας. Σε αυτή τη βάση, ανεξάρτητα από τις ιδιαίτερες και συγκεκριμένες δεσμεύσεις που ανέλαβε ο πρωθυπουργός απέναντι στη Μέρκελ στα πλαίσια της συνάντησης τους και οι οποίες αφορούν στις «διμερείς σχέσεις» όπως ανακοινώθηκε (εκποίηση περιφερειακών αεροδρομίων, γερμανική «εισβολή» στη λεγόμενη Τοπική Αυτοδιοίκηση κλπ), αυτή καθαυτή η επίσκεψη συνιστά ένα μεγάλο και αποφασιστικό βήμα πρόσδεσης της νέας κυβέρνησης στην ευρωπαϊκή (γερμανική) πλευρά, με βάση βέβαια το συνολικό φόντο «ανήκουμε στη Δύση». Εξάλλου, η ίδια η Μέρκελ στις επίσημες ανακοινώσεις τόνισε ιδιαίτερα «την κοινή θέση των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ» και δεν επρόκειτο καθόλου για μια τυπική διατύπωση…
Η άμαξα λοιπόν μπήκε στις ράγες ήδη με την απόφαση της 20ης του Φλεβάρη και ξανά με τις επισκέψεις σε Βρυξέλλες-Βερολίνο, όπως κυνικά δήλωσε πλέον και ο ίδιος ο Τσίπρας, αλλά παρόλα αυτά τα τραντάγματα δεν έχουν τελειώσει! Θα «χρειαστούν» και θα υπάρξουν και νέοι εκβιασμοί, απειλές και «τιμωρίες» από τα πολλά και διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα απέναντι στη νέα κυβέρνηση. Γιατί μόνο έτσι μπορεί να «πειστεί» (αλλά και να δείχνει «πειστική» στο λαό) πως «έκανε ότι μπορούσε» χάριν της «περηφάνιας», αλλά έφτασε, φτάνει και η ώρα της πλήρους και ενεργητικής συμμόρφωσης στους ιμπεριαλιστές. Ήδη μετά τις «επιτυχημένες επισκέψεις» στην Ευρώπη και τις αλλεπάλληλες επαφές με τις ΗΠΑ, εκτυλίσσεται η αποτυχία επιστροφής των 1,2 δις από τον EFSF και φουντώνουν οι ανησυχίες για τις –εντός και εκτός Ελλάδας- «υποχρεώσεις του Απριλίου». Ταυτόχρονα δεν σταματούν τα δημοσιεύματα και τα σενάρια («διπλό νόμισμα» κλπ) για τις πιθανότητες ενός Grexit ή ενός «ατυχήματος» για να παραμένει υψηλή η πίεση και η εγρήγορση στην κυβέρνηση και όχι μόνο σε αυτήν. Παράλληλα, ο Σαμαράς δίνει στη δημοσιότητα τη συμφωνία της 20/2, πιέζοντας για πιο γρήγορη συμμόρφωση, ενώ το Βήμα (που στις 25 Γενάρη «έθαβε» το Σαμαρά και προεξοφλούσε τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ) βγάζει την «υπόθεση Κατρούγκαλου», όχι μόνο για να βάλει κατά της επαναπρόσληψης των απολυμένων αλλά και για να δείξει πως δεν είναι άμωμος και αμόλυντος ο ΣΥΡΙΖΑ. Τέτοια σκαμπανεβάσματα λοιπόν εμπεριέχει αναπόφευκτα η τροχιά «της ήρεμης μετάβασης» που επιδιώκουν και χαράζουν οι ιμπεριαλιστές, οι οποίοι από τη φύση τους και τη θέση τους τη χαράζουν αξιοποιώντας μέρος των δυνάμεων επικυριαρχίας που διαθέτουν. Αλλά όπως ήδη αναφέραμε σε αυτή την τροχιά δεν μπορούν να αποκλειστούν και τα «ατυχήματα» εξ αιτίας των πολλαπλών κέντρων που παρεμβαίνουν και των θερμών συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί.
Αντιστροφή και διαστροφή
Αυτή η πορεία προσαρμογής της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, μέσα από την οποία αποκτά και διαμορφώνει «οργανικές σχέσεις» με τα ξένα και ντόπια κέντρα, δεν είναι βέβαια χωρίς κόστος για το λαό. Πρώτα από όλα, γιατί παραμένει δέσμιος της ήδη υπάρχουσας επίθεσης που ζει και βασιλεύει σε βάρος των στοιχειωδών δικαιωμάτων του στη ζωή και γιατί η ευόδωση αυτής της πορείας φέρνει νέα κύματα επίθεσης και νέα δεσμά εξάρτησης για τη χώρα. Όπως έχουμε ξαναγράψει και γίνεται όλο και πιο φανερό, η σταθεροποίηση και η μακροημέρευση της κυβέρνησης θα υπάρξει στο βαθμό που ενισχύει τη δυνατότητά της να υπηρετήσει τα ξένα και ντόπια αφεντικά και να συνεχίσει το έργο τσαλαπατήματος του λαού και της ζωής του.
Όμως, παράλληλα και επιπλέον ο λαός πληρώνει ήδη και καθημερινά ένα μεγάλο πολιτικό κόστος. Την «αναγνώριση» των δυνάμεων που ληστεύουν τη χώρα, τη ζωή του και το μέλλον του ως «εταίρων» και «συμμάχων». Τη διακήρυξη πως το «χρέος» δεν είναι μέτρο της υποδούλωσης, της ληστείας και της υποθήκευσης της χώρας και του ιδρώτα του κόσμου της δουλειάς, αλλά «οι υποχρεώσεις μας στους δανειστές» οι οποίες μάλιστα «πρέπει να ικανοποιηθούν πλήρως». Την ανακήρυξη των πιο ακραίων συνεπειών της βάρβαρης πολιτικής που για λογαριασμό του ιμπεριαλισμού και του κεφαλαίου έχει επιβληθεί, ως «ανθρωπιστική κρίση» που θα «αναχαιτιστεί» αν και όσο το επιτρέπουν οι δυνάμεις που είναι υπεύθυνες για την ανεργία, την εξαθλίωση και την ερήμωση που επέβαλλαν και συνεχίζουν να επιβάλλουν.
Όλα αυτά αναγνωρίζονται, διακηρύσσονται και ανακηρύσσονται από μια «κυβέρνηση της Αριστεράς» που συνδέθηκε –όσο και όπως- με τις λαϊκές προσδοκίες για την αντιμετώπιση της βαρβαρότητας που ζούμε. Δηλαδή στο όνομα της Αριστεράς καθαγιάζεται η ιμπεριαλιστική εξάρτηση, εξαφανίζεται η ταξικότητα της κρίσης και συνολικά της κοινωνίας, υμνείται η υποταγή στους ξένους και ντόπιους δυνάστες της εργατικής τάξης και του λαού! Η υπόθεση της ανεξαρτησίας ανάγεται σε ένα ζήτημα νέων κωδικών εμφάνισης και επικοινωνίας, την ίδια ώρα που φουντώνουν οι πραγματικές υποκλίσεις στους κυρίαρχους και που η συγκατοίκηση με την ΝΔ είναι όρος επιτυχίας της! Ενώ ταυτόχρονα δεν λείπουν οι έντονες εθνικιστικές χροιές και οι παρελάσεις «ανανεώνονται» και «αναβαθμίζονται» σε υποτιθέμενα λαϊκά πανηγύρια όπου ο λαός «αδελφώνεται» με το στρατό και τον (μιζοφόρο) εξοπλισμό των πολλαπλών αγορών του αιώνα που οι ιμπεριαλιστές έχουν επιβάλλει.
Με βάση όλα αυτά αναγορεύονται σε τιμητές της Αριστεράς όλοι οι δημοσιολόγοι του συστήματος και όλες οι αντιδραστικές δυνάμεις που βρίσκουν έδαφος για να επαναλάβουν τις συκοφαντίες τους και να «συμπεράνουν» εκ νέου στη βάση των δεδομένων που τους παρέχει η «κυβέρνηση της Αριστεράς» πως αυτή (δηλαδή η Αριστερά) δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια κρατικοδίαιτη και ιδιοτελής υπόθεση συμφερόντων που δεν μπορεί να δώσει καμιά λύση και διέξοδο στο λαό. Και κάθε μέρα που περνάει, με όσα λέει και κάνει η κυβέρνηση, «ξεπλένονται» οι πολιτικές των προηγούμενων χρόνων και εμφανίζονται «δικαιωμένες» στο λαό όλες οι αντιδραστικές ιδέες, όλες οι δεξιές και συστημικές δυνάμεις της υποτέλειας και του κεφαλαίου. Από τη ΝΔ ως το ΠΑΣΟΚ και από το ΠΟΤΑΜΙ ως τη Χ.Α. (που ξεμύτισε ξανά με συγκέντρωση) .
Το ζήτημα λοιπόν πάει πολύ πιο πέρα από την απογοήτευση που δοκίμασαν και θα δοκιμάσουν τα λαϊκά στρώματα, καθώς διαψεύδονται οι όποιες έστω χαμηλές προσδοκίες είχαν επενδύσει στην κυβερνητική αλλαγή. Το πολιτικό κόστος που ήδη πληρώνει ο λαός αφορά στην τροφοδότηση και ενίσχυση της δεξιάς κατεύθυνσης. Στη συνολικά δεξιά μετατόπιση του πολιτικού σκηνικού και λόγου στη χώρα, στην οποία σπρώχνουν παλιές και νέες δυνάμεις του συστήματος βασιζόμενες και αξιοποιώντας τα έργα και τα λόγια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Στον αγώνα θα υπάρξει και θα κριθεί η Αριστερά!
Αυτή η δεξιόστροφη πορεία δεν μπορεί βέβαια να ανακοπεί επενδύοντας στην αναπαραγωγή των αυταπατών ή και των τυχοδιωκτισμών που εκπέμπει και καλλιεργεί η κυβέρνηση. Δεν αποτελεί απάντηση σε αυτήν η αυτοαναφορική δικαίωση της ηγεσίας του ΚΚΕ που «πρόβλεψε σωστά» αλλά αναχώρησε από το πεδίο του κινήματος στρώνοντας το δρόμο στις αυταπάτες, γιατί ακριβώς συνεχίζει να επιλέγει να απουσιάζει από το πεδίο αυτό. Ούτε βέβαια είναι απάντηση η επανασύσταση των θεωρημάτων για την άμεση δυνατότητα «διαγραφής του χρέους» που παραπέμπουν ξανά σε αναζήτηση κυβερνητικής λύσης από όσους δεν συνεχίζουν την… ψηλάφηση της πιθανότητας να είναι η παρούσα κυβέρνηση μια «μεταβατική», εργαλείο του λαού στην κατεύθυνση « της ανατροπής».
Αυτή η δεξιόστροφη πορεία και όσα φέρνει σε επίπεδο πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό, ακόμα και σε επίπεδο θερμών εμπλοκών και εξελίξεων στη χώρα και στην περιοχή, «δεν θα σταματήσει αν δεν την σταματήσουμε», για να θυμίσουμε ένα σύνθημα που πολλές μα πολλές χιλιάδες λαού και νεολαίας φώναζαν διαδηλώνοντας ενάντια στην επίθεση και τα μέτρα του συστήματος. Εκεί είμαστε. Στην επιτακτική ανάγκη να βγει ο λαός στο προσκήνιο, να υπερασπιστεί και να παλέψει για τα δικαιώματά του. Αυτός είναι και ο μόνος τρόπος να υπερασπιστεί τους αγώνες που έδωσε όλο το προηγούμενο διάστημα. Και είναι βέβαια ο μόνος τρόπος για να φέρει ρήγματα στην επίθεση του συστήματος και να αναβαθμίσει αποφασιστικά την ταξική και πολιτική του παρουσία στην θύελλα που ζούμε. Αυτός είναι και ο μοναδικός δρόμος στον οποίο μπορεί και να υπερασπιστεί και να «ανακαλύψει» τις Αριστερές και κομμουνιστικές ιδέες, και να συγκροτήσει τις ανάλογες δυνάμεις. Γιατί αυτές οι ιδέες δεν ζουν και δεν αναπνέουν βέβαια στα σαλόνια του Γιουρογκρουπ, στις φυσικές και τηλεφωνικές επαφές με τους ηγέτες των ιμπεριαλιστών. Αναπνέουν, ζουν και αναπτύσσονται στη μαζική αντίσταση, στην πάλη, στον αγώνα. Δεν μπορούν αυτές οι ιδέες να υπογράφουν συμφωνίες με τους δυνάστες μας, ούτε να αναζητούν λίστες αρεστών σε αυτούς μέτρων. Μπορούν, αναπτυσσόμενες μέσα στην πάλη, να χαράξουν και να φωτίσουν το δρόμο της αναμέτρησης του λαού με τους δυνάστες του, το δρόμο για την ανεξαρτησία και το σοσιαλισμό.