Άρθρο από την Προλεταριακή Σημαία (φύλλο 873)
Όλα πλέον στο εσωτερικό των ΗΠΑ αναγκαστικά θα κινηθούν με άξονα τις προεδρικές εκλογές που πλησιάζουν, σε κάτι λιγότερο από πέντε μήνες. Πρόκειται για εκλογές που επηρεάζονται και που το αποτέλεσμά τους θα καθοριστεί ενδεχόμενα, από δύο παράγοντες, που αν και απρόβλεπτοι, δεν μπορεί να θεωρηθούν εντελώς συμπτωματικοί! Ο ένας αφορά αυτό που διαμόρφωσε και θα διαμορφώσει και στη συνέχεια η πανδημία, της οποίας οι συνέπειες συνολικά δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί. Ο άλλος παράγοντας είναι η κοινωνική έκρηξη-εξέγερση, με αφορμή τη δολοφονία από αστυνομικό, του Αφροαμερικάνου Φλόιντ, που δεν λέει να καταλαγιάσει. Μάλιστα, πριν λίγες μέρες προστέθηκε και νέα δολοφονία Αφροαμερικάνου από αστυνομικό στην Ατλάντα.
Έχει σημασία να τονίσουμε ότι τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων που ακολούθησαν τον φόνο του Φλόιντ στη Μινεάπολη, δεν είναι πρωτοφανή. Τα τελευταία χρόνια της θητείας Ομπάμα είχαν σημαδευτεί από ανάλογα: στο Φέργκιουσον (επανειλημμένα), στη Βαλτιμόρη, στο Μιλγουώκι, στο Σάρλοτ. Οι στατιστικές λένε ότι περίπου 1000 άνθρωποι (κατά σύμπτωση οι περισσότεροι Αφροαμερικάνοι), χάνουν τη ζωή τους κάθε χρόνο από αστυνομικά πυρά.
Ενδεχομένως να παρατηρούνται κάποιες αναλογίες με τη δεκαετία του ’60. Ο πόλεμος στο Βιετνάμ, το αντιπολεμικό κίνημα, το κίνημα Λούθερ Κινγκ για τα δικαιώματα των μαύρων, η δολοφονία του κ.λπ., είχαν ξεσηκώσει και τότε συμπαράσταση απ’ όλο τον κόσμο. Ήταν το ’64 που ο Τζόνσον, με τη βοήθεια του στρατού και την επίκληση «του νόμου και της τάξης», καταργούσε την απαγόρευση της χρήσης των σχολικών λεωφορείων από Αφροαμερικανούς, στον Νότο. Βέβαια οι συγκρίσεις με την τότε περίοδο εμπεριέχουν και ουσιαστικές διαφορές. Αυτό, ωστόσο, δε σημαίνει πως τα τωρινά γεγονότα θα αποδειχθούν λιγότερο σοβαρά.
Σήμερα, λοιπόν, η οικονομική ύφεση και οι εκτεταμένες κινητοποιήσεις μετά τον θάνατο του Φλόιντ ανατρέπουν την εικόνα της «εκλογικής κανονικότητας». Ο Μπάιντεν, από έναν μέσο όρο πρόσφατων δημοσκοπήσεων, προηγείται του Τραμπ, που μέχρι τον Μάρτιο έδειχνε σχεδόν σίγουρη η επανεκλογή του, κατά περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες και βελτιώνει τα ποσοστά του, σε σχέση με αυτά στις αρχές Απριλίου. Τη μέχρι στιγμής διαμορφωθείσα κατάσταση προσπαθούν να αξιοποιήσουν οι Δημοκρατικοί και ο υποψήφιός τους, Μπάιντεν. Και οι δύο παράγοντες όμως (πανδημία, κινητοποιήσεις), για το σύστημα συνολικά, έχουν σαφή όρια σε ό,τι αφορά την πολιτική τους εκμετάλλευση.
Έτσι οι Δημοκρατικοί προετοιμάζονται για μια εκλογική διαδικασία που τη θέλουν κάτι σαν δημοψήφισμα. «Υπέρ ή κατά» του Τραμπ. Προσπαθούν να ανάγουν τα προβλήματα σε μια αντί-Τραμπ κατεύθυνση (για όλα φταίει αυτός και η διοίκησή του), πράγμα ωστόσο καθόλου προφανές για πολύ κόσμο. Τα ζητήματα της υγείας και του ρατσισμού -και σε συνδυασμό- είναι ενδημικά για τη φύση και τον χαρακτήρα του πολιτειακού συστήματος των ΗΠΑ (και όχι μόνο). Με δυο λόγια, η υγεία/περίθαλψη πληθυσμιακά αφορά λίγους κι εύπορους (όπως παντού στον καπιταλισμό) και είναι δομημένη τόσο σε ταξική όσο και σε φυλετική βάση. Όσο για τον ρατσισμό και τις φυλετικές διακρίσεις, αυτές διέπουν όλο το θεσμικό σύστημα της πολιτειακής οργάνωσης των ΗΠΑ και όχι μόνο στον Νότο, αν και ιστορικά του χρεώνονται πολλά. Ίσως σήμερα οι έννοιες του Νότου και του Βορρά να μην αντιστοιχούν ακριβώς στις γεωγραφικές ενότητες.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, επανεκκινείται η προεκλογική εκστρατεία. Αν και εκκρεμεί το συνέδριο των Ρεπουμπλικάνων για την επικύρωση της υποψηφιότητας του Τραμπ (που μερικούς μήνες πριν θεωρούνταν τυπική διαδικασία), ο Τραμπ ανακοίνωσε προεκλογικές συγκεντρώσεις σε τέσσερις πολιτείες (Οκλαχόμα, Φλόριντα, Αριζόνα και Βόρεια Καρολίνα). Με έναν όρο. Όσοι θα πηγαίνουν στις συγκεντρώσεις του, δεσμεύονται ότι δεν θα προσφύγουν στη δικαιοσύνη… σε περίπτωση που μολυνθούν από τον κορωνοϊό! Ο Μπάιντεν, μέχρι στιγμής, δεν έχει ανακοινώσει προεκλογικές συγκεντρώσεις και ενδεχομένως να επιλέξει άλλη τακτική.
Για τους Ρεπουμπλικάνους, υπάρχει, και το αντιλαμβάνονται σε μεγάλο βαθμό, ζήτημα «Τραμπ». Το δείχνουν οι συνεχείς διορθωτικές παρεμβάσεις στελεχών, για άμβλυνση των εντυπώσεων που δημιουργούν οι κινήσεις και οι δηλώσεις του. Η σημαντικότερη παρέμβαση αφορά την απειλή του Τραμπ να κατεβάσει στρατό για την αποκατάσταση «του νόμου και της τάξης». Ωστόσο, δεν μπορούν να ρίχνουν «νερό στο μύλο» του Μπάιντεν και παρά τις διαφοροποιήσεις, φαίνεται να υπάρχει όριο στη γενική αμφισβήτηση του Τραμπ που προωθούν οι Δημοκρατικοί.
Η (αντί)δημοφιλία Τραμπ ίσως δεν καθορίσει την εξέλιξη της αναμέτρησης. Όπως παρατηρείται, η γενικότερη τακτική των Ρεπουμπλικάνων (εκτός από το να συμμαζεύουν κάθε τόσο τον Τραμπ), αφορά τη συσπείρωση της «σκληρής» βάσης τους, γύρω από το διαχρονικό σύνθημα «Νόμος και Τάξη» (που το χρησιμοποίησε και ο Νίξον στις εκλογές του 1968), το οποίο θα συνοδεύσει το πετυχημένο(;) «πρώτα η Αμερική». Οι Ρεπουμπλικάνοι στο Κογκρέσο ετοιμάζουν τις δικές τους πρωτοβουλίες για το πώς θα ενισχυθούν οι αστυνομικές δυνάμεις. Όλοι πλέον, τοπικά κοινοβούλια, δημοτικές και πολιτειακές αρχές, προτείνουν διάφορα σχέδια για τη μεταρρύθμιση της αστυνομίας! Ο Τραμπ έδωσε ένα περίγραμμα, δίνοντας έμφαση στην καλύτερη εκπαίδευση των στελεχών της και στη δημιουργία… «εθνικών κανόνων για τη χρήση βίας»! Όσο για τον Μπάιντεν, στην προσπάθεια να δώσει απαντήσεις στη συζήτηση που άνοιξε για την αναμόρφωση της αστυνομίας, εκείνο που βρήκε να πει ήταν: «οι αστυνομικοί θα πρέπει να πυροβολούν στα πόδια και όχι στην καρδιά»!
Οι Δημοκρατικοί, ενώ φαίνεται να τους ευνοεί ο «αέρας» των γεγονότων και οι τακτικές Τραμπ, διακατέχονται από διάφορες αμηχανίες. Άλλωστε, επισημαίνεται ότι ο Μπάιντεν δεν σημειώνει ουσιαστικά κέρδη στους μη λευκούς ψηφοφόρους. Όπως παρατηρείται, η σύγκρουση δεν αναφέρεται πλέον στους «μαύρους και λευκούς», αφού η πλειοψηφία σε ορισμένες αντιρατσιστικές διαδηλώσεις είναι οι «λευκοί». Επίσης, η λεγόμενη ριζοσπαστικοποίηση σε μερίδα της βάσης τους, μέρος μιας ευρύτερης μάζας των νέων ριζοσπαστών (σε αυτούς απευθυνόταν ο «αριστερός» Σάντερς, που έχασε το χρίσμα από τον Μπάιντεν), περνά σε αμφισβητήσεις και δίνει προεκτάσεις που ξεπερνούν τα όρια ανοχής του συστήματος. Το ότι αρχίζουν να ενοχλούν το Δημοκρατικό κόμμα είναι εμφανές από τον τρόπο που επιχειρούν να το «κατευθύνουν»! Ο Ομπάμα ήταν από τους πρώτους που ζήτησαν «να διοχετεύσουν την ορμή τους» στην κάλπη.
Παραμένει, ωστόσο, ερώτημα κατά πόσο και με ποιο τρόπο η κατάσταση που διαμορφώνεται θα έχει αντίκτυπο στους ψηφοφόρους. Το γεγονός πως οι εκλογές θα γίνουν σε ασυνήθιστες συνθήκες κάνει δύσκολη την πρόβλεψη για το πολιτικό κλίμα σε πέντε μήνες. Το πιθανολογούμενο δεύτερο κύμα κρουσμάτων κορωνοϊού, για παράδειγμα, θα έχει ως συνέπεια εκατομμύρια να ψηφίζουν με επιστολική ψήφο. Αυτό δίνει τροφή σε φήμες (αν μάλιστα η διαφορά είναι μικρή), για αμφισβήτηση του αποτελέσματος από τον χαμένο.
Βρισκόμαστε, λοιπόν, σε ένα παράδοξο πολιτικό κλίμα, όπου από ένα κατακερματισμένο περιβάλλον των ΜΜΕ, προβάλλεται, για μια μεγάλη μερίδα των Αμερικανών ψηφοφόρων, η ανάγκη (και μάλιστα του προτείνεται), να επιλέξει την αποφασιστική αλλαγή σε θεσμούς και δομές, με ορίζοντα, όμως, το Δημοκρατικό κόμμα και πρόεδρο έναν βετεράνο της Ουάσινγκτον με πλούσιο βιογραφικό «επιτυχιών» εντός και εκτός ΗΠΑ. Πιο χαρακτηριστικές είναι η συμβολή του στο πόλεμο στο Ιράκ το 2002 και η σφοδρή επίθεση στις ατομικές ελευθερίες με τον περίφημο «Πατριωτικό Νόμο». Τελικά, η διαφορά των Δημοκρατικών από τους Ρεπουμπλικάνους συμπυκνώνεται με τον καλύτερο τρόπο σε αυτό που είπε ο Μπάιντεν: «να πυροβολήσει στο πόδι αντί για την καρδιά, είναι ένα πολύ διαφορετικό πράγμα»!
Όλα αυτά συγκλίνουν ότι το πολιτικό σύστημα στις ΗΠΑ οδηγείται σε μια χαοτική εκλογική αναμέτρηση; Πιθανά. Ωστόσο, το ότι: «τίποτα δεν θα αλλάξει εκ θεμελίων», που δεσμεύτηκε ο Μπάιντεν, απηχεί μια γενικότερη αλήθεια και τελικά η απογοήτευση ίσως κρίνει το αποτέλεσμα, δικαιώνοντας όσους μιλούν για μεγάλη αποχή, κάτι που παραδοσιακά ευνοεί τους Ρεπουμπλικάνους.
Τέλος, παραμένει ένα μεγάλο ερώτημα το πώς θα επιδράσουν οι εσωτερικές εξελίξεις στην εξωτερική πολιτική. Το σίγουρο είναι πως το ζήτημα της αντιμετώπισης των αμφισβητήσεων, σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότητα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού εν μέσω άγριου ανταγωνισμού, βρίσκεται ψηλά στην «ατζέντα». Με βάση όλα αυτά, και ό,τι άλλο προκύψει στο μεταξύ, το τέλος του 2020 και η αρχή του 2021 ενέχει πολλά ερωτηματικά… εκτός από ένα: Ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ, με Τραμπ ή Μπάιντεν, θα χρειαστεί να γίνει επιθετικότερος για να αντισταθμίσει, σε πρώτη φάση, την διογκούμενη αμφισβήτηση της ηγεμονικής του θέσης, απέναντι σε εχθρούς, αντιπάλους και «φίλους»…
ΧΒ