Οι διεργασίες, το τελευταίο διάστημα, μέσα στον χώρο της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς είναι «ραγδαίες» και τις έβγαλαν στον αφρό κατά βάση δύο ζητήματα. Η προκήρυξη των εκλογών από τον Τσίπρα και η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ με την συγκρότηση της «Λαϊκής Ενότητας» του Λαφαζάνη και των λοιπών.
Και μόνο το γεγονός, ότι οι διεργασίες αυτές «έπιασαν κόκκινο» κάτω από τα διλήμματα και τους εκβιασμούς των εκλογικών διαδικασιών που αποφάσισαν οι συστημικές δυνάμεις μέσα και έξω από την χώρα, για να σύρουν τον λαό και να τον φέρουν στα μέτρα τους, τις χαρακτηρίζει σαν ρηχές και χωρίς προοπτική.
Για να εξηγούμαστε. Όλα αυτά τα χρόνια της αμείλικτης επίθεσης των καπιταλιστικών-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στον εργαζόμενο λαό και τη νεολαία ξεπηδούσε η ανάγκη της κοινής δράσης και της συγκρότησης ΜΕΤΩΠΟΥ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ για την απόκρουση και την ανατροπή της επίθεσης. Οι αντικειμενικοί όροι υπήρχαν και οι διαθέσεις του λαού ήταν κάτι παραπάνω από φανερές ότι ευνοούσαν ένα αγωνιστικό σχέδιο αντίστασης και πάλης. Με πρωταγωνιστή τον ΣΥΡΙΖΑ επιχειρείται και τελικά επιτυγχάνεται η μεταφορά της αντιπαράθεσης του λαού με το σύστημα από τους δρόμους στις κάλπες, ως συστατικό στοιχείο της συστημικής προσαρμογής αυτού του κόμματος. Στην «επιχείρηση» αυτή συνέδραμε και το ΚΚΕ, καθώς για μία ολόκληρη περίοδο (2010-2012) και ενώ εξελισσόταν η εργατική –λαϊκή πάλη, αναδείκνυε τις εκλογές σαν… διέξοδο.
Αυτή η κατεύθυνση της ρεφορμιστικής αριστεράς επηρέασε σημαντικά και ένα μεγάλο μέρος του εξωκοινοβουλευτικού χώρου, αφού σε κάθε εκλογική διαδικασία έδιναν τον χαρακτήρα της κεντρικής πολιτικής «μάχης» που θα καθόριζε τις εξελίξεις. Βέβαια το «μικρόβιο» υπήρχε από πριν. Χαρακτηριστικά, η ίδια η συγκρότηση του μεγαλύτερου μέρους του χώρου στο σχήμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ έγινε, κατά βάση, για εκλογικούς σκοπούς, κάτι που αναφέρεται και από τους ίδιους σε πολλές τοποθετήσεις τους.
Η αντίληψη ότι οι πολιτικές εξελίξεις καθορίζονται από τα εκλογικά αποτελέσματα και όχι από την ταξική πάλη και τους συσχετισμούς δυνάμεων ανάμεσα στον λαό και τους εχθρούς του είναι αποτέλεσμα της υποταγής στις δυσκολίες της εποχής και των «ευκαιριών» που παρουσιάζει η πολιτική κρίση ηγεμονίας της αστικής τάξης.
Εδώ πραγματικά έγινε μία «αντίστροφη ιεράρχηση» αλλά κυρίως «αντίστροφη ανάγνωση» της περιόδου.
Η οργή και η αγανάκτηση του λαού απέναντι στους δυνάστες του έβαλαν σε μεγάλη δοκιμασία το αστικό πολιτικό σύστημα όσο ο λαός ήταν στους δρόμους και πάλευε. Όταν, όμως, η επιχείρηση «απόσυρσής» του πέτυχε, διαμορφώθηκαν και ευνοϊκότεροι όροι για το αναγκαίο «ρεκτιφιέ» του πολιτικού συστήματος με νέους «σωτήρες», αντιδραστικά και φασιστικά αναχώματα, πρόθυμους κάθε είδους και κοπής. Στο πλαίσιο αυτό στήθηκαν και οι γέφυρες του ΣΥΡΙΖΑ με την ντόπια κεφαλαιοκρατία και τους ιμπεριαλιστές πάτρωνες που οδήγησαν στην σημερινή εξέλιξη του νέου γύρου επίθεσης. Ταυτόχρονα, η υποτίμηση των δεσμών της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης διαμόρφωσε μία αντίληψη «ευκολίας» και κυρίως ενός «εσωτερικού» ζητήματος της χώρας. Για αυτό και ο στόχος για έξοδο από ΕΕ και ΟΝΕ γίνεται ένας άμεσος τακτικός στόχος, την ίδια στιγμή που με κάθε τρόπο αποκαλύπτεται ότι η σύγκρουση τόσο με τους Ευρωπαίους όσο και με τους Αμερικάνους ιμπεριαλιστές έχει στρατηγικό χαρακτήρα, αποτελεί εργατική-λαϊκή υπόθεση που συνδέεται με την επαναστατική ανατροπή, την κατάχτηση της Ανεξαρτησίας και την οικοδόμηση του Σοσιαλισμού.
Η διάσπαση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η αυτοδιάλυση του ΜΑΡΣ, η «προσφορά» σε ΛΑΕ αλλά και ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν μία αρνητική εξέλιξη, καθώς οι όροι που την προκάλεσαν (εκλογικές αυταπάτες) δημιουργούν νέες απογοητεύσεις σε ένα αγωνιστικό δυναμικό. Ακόμα χειρότερα δημιουργούνται νέες αυταπάτες για τον ρόλο και την προοπτική σχημάτων όπως η ΛΑΕ και τον ρόλο που μπορούν να παίξουν στο εργατικό – λαϊκό κίνημα, γιατί κουβαλούν όλο το φορτίο της επαναδημιουργίας ενός «συνεπούς ΣΥΡΙΖΑ», που ήδη έχει γίνει κουρέλια από την πραγματικότητα. Ταυτόχρονα, αποκαλύπτονται οι δυσκολίες του αναγκαίου για τον λαό δρόμο, για να αντιπαλέψει την επίθεση και να ανοίξει την δική του προοπτική, καθώς και οι ευθύνες των δυνάμεων της επαναστατικής και κομμουνιστικής αριστεράς στο άνοιγμα αυτού του δρόμου. Το ζήτημα, βέβαια, δεν είναι να επιβεβαιώνεται, από αρνητική πλευρά και εξέλιξη, μία σωστή άποψη και κατεύθυνση. Εξάλλου, από ήττα σε ήττα και από απογοήτευση σε απογοήτευση δεν φτάνεις στο σωστό αλλά στην παραίτηση. Η επαναστατική κατεύθυνση στο κίνημα μπορεί να επιβεβαιωθεί μόνο μέσα από μικρές και μεγάλες νίκες απέναντι στις δυνάμεις του συστήματος, στο πραγματικό πεδίο της ταξικής πάλης.