Το νέο επίδικο γεωστρατηγικής έντασης στην Ασία ήταν η αγχωμένη αντίδραση της Κίνας στην εγκατάσταση των αμερικάνικων αντιπυραυλικών συστημάτων στη Ν. Κορέα. Η προαναγγελθείσα αυτή σημαντική κίνηση βρίσκεται σε εξέλιξη, αναγκάζοντας τον κινέζικο ιμπεριαλισμό σε φανερή αναδίπλωση –οι πιέσεις στην κυβέρνηση της Β. Κορέας εντείνονται, τόσο μέσω Μαλαισίας όσο και με ακυρώσεις οικονομικών συμφωνιών. Σε κάθε περίπτωση, η Κίνα θέλει να εκτονωθεί η ένταση και να αποφύγει την εξοπλιστική κούρσα στην περιοχή.
Αυτές οι ενέργειες είναι μόνο ένα μικρό μέρος των κινήσεων των ΗΠΑ, οι οποίες αυξάνουν, με όλα τα μέσα και σε όλα τα επίπεδα, την αντιπαράθεση των στρατηγικών εξοπλισμών. Ήδη πριν από την ανάληψη της θητείας του, ο Τραμπ είχε θέσει ξανά και ξανά το ζήτημα του εκσυγχρονισμού του πυρηνικού οπλοστασίου. Μάλιστα, η δέσμευση αυτή ήταν ένα από τα κεντρικά προεκλογικά επίδικα. Λίγο πριν αναλάβει, τον Δεκέμβριο, ο Τραμπ φρόντισε να ξάνει ξεκάθαρο ότι θα προκαλέσει έναν νέο παροξυσμό εξοπλισμών, σαφώς κατευθυνόμενο στο ανώτερο, στρατηγικό επίπεδο. Ούτως ή άλλως, η εγκατάσταση της αντιπυραυλικής ασπίδας βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη.
Σε μια σημαντική ομιλία του, στη «Διάσκεψη Πολιτικής Δράσης των Συντηρητικών», ο νέος πρόεδρος των φονιάδων φρόντισε να περάσει σε πιο συγκεκριμένες εξαγγελίες. Με τον φαραωνικό τίτλο «ο μεγαλύτερος στρατός που έχει δει η ανθρωπότητα», ο Τραμπ περιέγραψε το όραμά του για έναν γενικευμένο εξοπλισμό σε όλα τα επίπεδα ισχύος. Ιδιαίτερο άνοιγμα έκανε στο ναυπηγοκατασκευαστικό κεφάλαιο, προαναγγέλλοντας τη δημιουργία νέων αεροπλανοφόρων, ενώ έντονα απασχολεί τις ΗΠΑ και το ζήτημα της λογιστικής υποστήριξης των στρατιωτικών μονάδων που είναι κυριολεκτικά διεσπαρμένες σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Η επιδίωξη αυτή του Τραμπ δεν είναι ένα απλό μετεκλογικό πυροτέχνημα ούτε απλώς προσεταιρισμός κάποιων ιμπεριαλιστικών μονοπωλίων. Είναι κινήσεις που έχουν σχεδιαστεί μακροχρόνια και υλοποιούνται με τον πιο απειλητικό τρόπο, σε μια οξυμένη περίοδο.
Δεν μπορεί όμως να αγνοηθεί πλήρως η οικονομική πλευρά του ζητήματος. Η πολεμική βιομηχανία είχε πάντα μια ιδιαίτερη θέση στην αμερικάνικη οικονομία, και παρόλο που δεν είμαστε φυσικά θιασώτες της αποπροσανατολιστικής λογικής «κάνουνε τους πολέμους για να πουλήσουν όπλα», αναγνωρίζουμε ότι όντως πρόκειται να πουληθούν πολλά όπλα. Δυστυχώς, ήδη οι λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας είναι μάρτυρες και θύματα του σχεδιαζόμενου επανεξοπλισμού, με το ζήτημα των βομβαρδιστικών F35 («πέμπτης γενιάς») να έχει μετατραπεί από τους απολογητές της εξάρτησης σε έναν νέο εθνικό στόχο, που τάχα «κατοχυρώνει την ισορροπία στο Αιγαίο». Ο μόνος που βλέπουμε να κατοχυρώνεται είναι ο ρόλος των Αμερικάνων, που θα αφαιμάξουν ακόμα μια φορά τον πλούτο που παράγουν οι εργαζόμενοι. Οι Αμερικάνοι μετατρέπουν το ΝΑΤΟ και σε μηχανισμό οικονομικής επιβολής, απαιτώντας με εκβιασμό την άνοδο των αμυντικών προϋπολογισμών όλων των χωρών. Έτσι, εξασφαλίζουν ένα προνομιακό οικονομικό χώρο δράσης, μετατρέποντας ουσιαστικά τις εξαρτημένες χώρες σε «φόρου υποτελείς». Μπορούμε, με βάση και τα όσα διαδραματίζονται στο Αιγαίο, να φανταστούμε πόσο «δημοκρατική» θα είναι η απόφαση των υποτελών.
Ξαναγυρνώντας όμως στο «κέντρο», είναι άλλης τάξης ζήτημα η ιμπεριαλιστική κερδοσκοπία και άλλης τάξης ζήτημα οι εξοπλισμοί. Γιατί δεν μπορεί να μας διαφεύγει η απλή αλήθεια: ο απώτερος στόχος των Αμερικάνων είναι η επίτευξη της πυρηνικής, στρατηγικής υπεροπλίας. Είναι η ολοκλήρωση της περικύκλωσης της Ρωσίας σε επίπεδα ασφυξίας, ταυτόχρονα με την οικοδόμηση δυνατότητας συντριπτικού, μονομερούς πυρηνικού πλήγματος, ως στοιχείο εκβιασμού ή ακόμα και πραγματοποιήσιμης απειλής. Τα εκτεταμένα δημοσιεύματα στον τύπο και οι ανοιχτές δηλώσεις αξιωματούχων δείχνουν ότι κύκλοι των ΗΠΑ πιστεύουν ότι η οικονομική υπεροχή μπορεί να μεταφραστεί σε στρατηγική υπεροχή, και ότι η Ρωσία δεν μπορεί να κρατήσει την ισορροπία. Όσο για την Κίνα, βρίσκεται ακόμα πιο πίσω. Η πρόσφατη δοκιμή πυραυλικού συστήματος από τον ρώσικο ιμπεριαλισμό, που λέγεται ότι μπορεί να καταρρίψει αμερικάνικους δορυφόρους, ίσως κλόνισε τη σιγουριά αυτών των επιτελείων, δημιουργώντας την ανάγκη για συγκεκριμένες δεσμεύσεις και προχωρήματα από πλευράς προεδρίας. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν μπορούν οι λαοί να εναποθέσουν τις ελπίδες τους για ειρήνη στο να κάνουν καλύτερους πυραύλους οι Ρώσοι.
Εάν το αφήγημα της παγκοσμιοποίησης και του τέλους της ιστορίας στηρίχθηκε για πάνω από 60 χρόνια στην πυρηνική ισορροπία, πλέον ακόμα ένας μύθος καταρρέει. Η επανεκκίνηση της κούρσας των εξοπλισμών ανοίγει τις πύλες του πολέμου για την ανθρωπότητα. Το σάπιο σύστημα της βαρβαρότητας αναζητά νέους δρόμους για να γυρίσει την ανθρωπότητα στις πιο μαύρες μέρες της. Καμία εμπιστοσύνη δεν πρέπει να έχουμε, λοιπόν, στην αποτροπή μέσω της «αυτορρύθμισης του συστήματος». Η ανάγκη του αντιπολεμικού-αντιιμπεριαλιστικού μετώπου των λαών γίνεται ολοένα και πιο επιτακτική.
ΚΚ