Όπως αναμενόταν, τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών άναψαν φωτιές στα επιτελεία, τόσο τα κυβερνητικά όσο και “κείνα της αντιπολίτευσης. Ποιο άλλο γκάλοπ με -πάντα σχετική- αξιοπιστία θα μπορούσαν να περιμένουν όλα αυτά τα επιτελεία, έτσι ώστε να σταθμίσουν κινήσεις και συμμαχίες που θα τους διασφαλίσουν είτε την παραμονή στην εξουσία είτε την κατάστρωση τακτικής για την κατάκτησή της;
Αναταράξεις όμως προκλήθηκαν και στην Αριστερά. Ανεξαρτήτως του πώς ερμήνευσαν τα αριθμητικά δεδομένα οι συλλογικότητες που αναφέρονται στην Αριστερά, οι συζητήσεις που έχουν ανοίξει αποκαλύπτουν τις εκλογικές αυταπάτες που τρέφουν στη μεγάλη τους πλειοψηφία αλλά και τους δρόμους στους οποίους αναζητούν τη διέξοδο από “δω και πέρα. Οι εκτιμήσεις για άνοδο της αριστερής αμφισβήτησης της κυβέρνησης δίνουν και παίρνουν δια του αθροίσματος όποιου εκλογικού αποτελέσματος δείχνει αριστερότερα της Ελιάς και του Ποταμιού, αποφεύγοντας να εμβαθύνουν στο γιατί μειώθηκε το ρεύμα αποστοίχισης μετά τις δεύτερες εκλογές του 2012. Κάτι που θα φώτιζε καλύτερα το τι μεσολάβησε αυτά τα δύο χρόνια καθώς και τι ευθύνες έχει κάθε κομμάτι αυτού του αριστερού φάσματος.
Αντ΄ αυτού, οι αναζητήσεις αναλίσκονται στο πώς θα γίνει η αριστερή ψήφος όχι μόνο ψήφος διαμαρτυρίας αλλά χρήσιμη. Έχοντας βαθιά εμπεδώσει ότι οι όποιες ανατροπές θα προέλθουν μέσα από τις κάλπες που κάθε φορά θα στήνονται, δεν μπορούν να δρομολογήσουν τις αναζητήσεις τους για την πτώση ή, στην καλύτερη περίπτωση, την ανακοπή της εκλογικής κατρακύλας (ΚΚΕ) παρά μόνο στο πεδίο που έχει επιβάλει το σύστημα. Σε αναζήτηση τακτικής που θα μεταμορφώσει την ψήφο προς το αριστερό φάσμα πιο ελκυστική για τις μάζες, μέσω αναλυτικότερων “αριστερών προγραμμάτων” διακυβέρνησης ή και λειάνσεων των αιχμών που αυτά έχουν.
Αρνούνται να δεχτούν ότι η άλλη όψη της χαμένης ψήφου είναι η χρήσιμη. Ταλανίζονται μέσα στην αντίφαση -που έτσι κι αλλιώς υπάρχει- για όποια Αριστερά συμμετέχει στις εκλογικές διαδικασίες σε μια αστική κοινωνία. Και προσπαθούν να την προσπεράσουν κάνοντας άλμα στο γήπεδο του αντίπαλου. Μια αντίφαση που λέει ότι συνήθως στις κινητοποιήσεις ο κόσμος βλέπει και νιώθει δίπλα του την Αριστερά -και μάλιστα κυρίως αυτήν που συνηθίζεται να αποκαλείται εξωκοινοβουλευτική-, αλλά όταν πρέπει να αποφασίσει ποιος θα κυβερνήσει, τότε επιλέγει πιο συντηρητικές δυνάμεις, αστικές ή ρεφορμιστικές.
Δεν χρειάζεται και πολύ φαιά ουσία για να γίνει κατανοητό ότι πάντα τα αστικά κόμματα που βρίσκονται στην εξουσία ή που εναλλάσσονται σε αυτήν αρπάζουν την ψήφο με το δίλημμα “καλή η υποστήριξη σε αριστερές αντιπολιτεύσεις αλλά όταν κρίνεται ζήτημα διακυβέρνησης ψηφίζουμε κόμματα που μπορούν να την αξιοποιήσουν”. Πάνω σ” αυτόν τον εκβιασμό έχει στηθεί όλη η μηχανή παραγωγής εκλογικών συστημάτων που προικοδοτούν έως και το δεύτερο κόμμα, αν χρειαστεί, ή αποδυναμώνουν το πρώτο, αν πρόκειται να “ναι κάπως αριστερούτσικο, καλή ώρα ο ΣΥΡΙΖΑ.
Παράλληλα, τον ίδιο εκβιασμό ασκούν και οι ισχυρότεροι στο φάσμα της Αριστεράς, κάτι που βιώνουν όλες οι εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ. Βεβαίως η αντιστροφή δυναμικότητας που προέκυψε με τις εκλογές του 2012 και το κούρεμα του ΚΚΕ, το έχει οδηγήσει να χαίρεται ακόμη και με πτώση των ψήφων του, αρκεί να φαίνεται πως έχει καλύτερο ποσοστό από τη συντριβή του 2012. Ενώ, συγχρόνως, έχοντας καλύτερη σύνδεση με τους εργαζόμενους από τις άλλες συλλογικότητες, προβάλλει σαν… χρήσιμο για να εκφράσει τα προβλήματά τους.
Όσον αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, η θεωρία της χρήσιμης ψήφου σαρώνει ακόμη κι εκείνον τον κόσμο που δεν έχει καμία πολιτική συμφωνία μαζί του αλλά θεωρεί ότι η υπερψήφισή του είναι ένα βήμα για να πάει κόντρα στο αντιδραστικό κλίμα που έχει επιβληθεί.
Το να αναζητούνται, λοιπόν, από οργανώσεις του εξωκοινοβουλίου, μετά τα εκλογικά αποτελέσματα, απαντήσεις ως προς την τακτική, δηλαδή για το πώς θα καταστήσουν την ψήφο τους χρήσιμη, είναι σίγουρα ανησυχητικό. Διαιωνίζει τις εκλογικές αυταπάτες και προσπερνά το κρίσιμο ερώτημα. Χρήσιμη ψήφος για ποιον; Για τον λαό ή για την αναζήτηση “αριστερής” διακυβέρνησης, που στην πράξη σημαίνει στήριξη ή έστω αριστερή αντιπολίτευση στον ΣΥΡΙΖΑ;
Η μόνη χρήσιμη ψήφος είναι αυτή, έστω πετσοκομένη, που σου δίνει ο εργατόκοσμος όταν εκτιμήσει την συνεισφορά σου στους αγώνες του. Όμως και αυτή νοθεύεται και καταληστεύεται με τα εκβιαστικά διλήμματα που καταφέρνει να επιβάλει το αστικό πολιτικό προσωπικό. Και πάντως για το επόμενο διάστημα δεν προβλέπεται να γίνει τόση ώστε να αλλάζει κατηγορία η ανατρεπτική Αριστερά. Πολύ περισσότερο όταν το μεγαλύτερο κομμάτι αυτής της Αριστεράς φρόντισε να αδρανοποιήσει τις λαϊκές κινητοποιήσεις λίγο πριν τις εκλογές του 2012 και έκτοτε επιβλήθηκε σιωπητήριο, παρ” όλους τους επιμέρους αγώνες που ξέσπασαν (καθηγητές, απολυμένοι, διαθεσιμότητες, υγειονομικοί).
Αν η Αριστερά και μάλιστα η ριζοσπαστική εγκλωβιστεί στην αναζήτηση επεξεργασίας προγραμμάτων που θα… ελκύουν το κοινό στο οποίο απευθύνεται για να τη στηρίξει, στη βάση ότι είναι χρήσιμη για κυβερνητικά σχέδια, το σίγουρο είναι ότι θα καταλήξει ουρά του ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν μας εκπλήσσει το άνοιγμα αυτού του του πεδίου αναζήτησης της απάντησης στην προσγείωση των αυταπατών για ευρωβουλευτή, γιατί υπάρχουν ήδη στάδια αυτού του δρόμου που έχουν ακολουθηθεί και δημιούργησαν αυτές τις αυταπάτες. Η εκτίμηση ότι έχει ο καπιταλισμός φτάσει σε όρια κατάρρευσης, η μόνιμη επωδός για πτώση της κυβέρνησης, η αναζήτηση ιδεολογήματος που θα επιτρέπει τη στήριξη αριστερής κυβέρνησης και η επιβολή ως προϋπόθεση για την κοινή δράση ενός προγράμματος μεταβατικής κυβέρνησης, όλα αυτά εδράζονται ακριβώς σ” αυτή την επιλογή. Στην προβολή σε πρώτο πλάνο του “επαναστατικού” κυβερνητικού προγράμματος και στη μεταφορά σε δεύτερο επίπεδο της οικοδόμησης εργατικού και λαϊκού κινήματος.
Μα ακριβώς αυτό έχει κάνει και ο ΣΥΡΙΖΑ και αδυνατεί να ξεφύγει από την εκλογική οροφή που έχει καταγράψει. Και, βεβαίως, ξέρει πολύ καλά ότι για να γίνει… πιο χρήσιμη η ψήφος που ζητιέται, δηλαδή για να κυβερνήσει, θα πρέπει να μετατοπιστεί ακόμη δεξιότερα ώστε να αναγνωριστεί ως ρεαλιστική πρόταση για το σύστημα και τα οικονομικοπολιτικά κέντρα αλλά και τους ψηφοφόρους που απευθύνεται. Η ριζοσπαστική αριστερά ή θα αποφασίσει να αναλάβει ρόλο αριστερής αντιπολίτευσης που θα προσπαθεί να πιέζει τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως καλή ώρα η ΚΟΕ και άλλες τροτσκιστικές ομάδες που τις κατάπιε αμάσητες ο Αλέξης και το μεταμελημένο ΠΑΣΟΚ, ή θα κινηθεί στο δρόμο της οικοδόμησης λαϊκού κινήματος, απ” όπου μόνο θα πιστωθεί τη χρησιμότητά της.
Είναι κρίσιμο, λοιπόν, να πειστεί ένα δυναμικό που είναι αγωνιστικό και μαχητικό να συρθεί σε αυτές τις αναζητήσεις παρά να αφεθεί στο άλλο άκρο, να παραιτηθεί, θεωρώντας ότι τα χρόνια που μεσολάβησαν είναι αρκετά για να αλλάξουν συνειδήσεις και συσχετισμοί.
Για εμάς παραμένει λαθεμένη η επιλογή να αναζητηθεί διέξοδος στην κατεύθυνση της επεξεργασίας ενός ακόμη πιο επαναστατικού προγράμματος αριστερής κυβέρνησης, μήπως και γίνει χρήσιμη η ψήφος μας, αλλά παλεύουμε να στραφεί ο κόσμος της Αριστεράς που επιζητεί την ανατροπή στην οικοδόμηση εργατικού κινήματος σε κομμουνιστική κατεύθυνση. Εκεί θα δημιουργηθούν δεσμοί που θα παράγουν αντίσταση στα εκβιαστικά διλήμματα του εκλογικού παιχνιδιού. Και γι” αυτό θεωρούμε τις εκλογές επιμέρους τακτική της δουλειάς μιας κομμουνιστικής οργάνωσης.
Προλεταριακή Σημαία 735, 7/6/2014