Σημαντική μέρα η 17 Νοέμβρη 2020 για το λαϊκό κίνημα της χώρας μας. Χιλιάδες αγωνιστές στην Αθήνα, την Θεσσαλονίκη και σε πολλές άλλες πόλεις, αψηφώντας το όργιο της τρομοκρατίας από κυβέρνηση και δυνάμεις καταστολής βγήκαν στους δρόμους για να τιμήσουν την εξέγερση του Πολυτεχνείου αγωνιστικά και με μέτρα υγειονομικής προστασίας. Αποτελεί μία αγωνιστική παρακαταθήκη για τις μάχες που πρέπει να δώσουν εργαζόμενοι και νεολαία για να απαντήσουν στην κλιμάκωση της επίθεσης στην ζωή και τα δικαιώματά τους από την μεριά του συστήματος της καταπίεσης , της εκμετάλλευσης και της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης. Δημιούργησε όρους ανάπτυξης του κινήματος μέσα από αγωνιστικές πρωτοβουλίες κοινής στάσης και κοινής δράσης δυνάμεων, ιδιαίτερα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, που πήραν την ευθύνη μετά την κυβερνητική απαγόρευση να υπογράψουν ανοικτό κάλεσμα για συγκέντρωση και πορεία στις 17 Νοέμβρη. Παρά τις απειλές του διατάγματος της κυβέρνησης για ανοικτή καταστολή, συλλήψεις και εξοντωτικά οικονομικά πρόστιμα.
Στον αντίποδα αυτής της στάσης η ηγεσία του ΚΚΕ επέλεξε από την μία πλευρά να επιδοθεί σε μία πολιτική κοινοβουλευτικών και θεσμικών πρωτοβουλιών και σύμπραξης με ΣΥΡΙΖΑ και ΜΕΡΑ25 σε ένα «αντιδεξιό» μέτωπο και από την άλλη να προχωρήσει σε κινητοποίηση μελών και στελεχών του στην Αμερικάνικη πρεσβεία, το ΕΑΤ-ΕΣΑ το πρωί και το μεσημέρι στα Προπύλαια. Και ενώ οι δύο πρώτες έγιναν και τέλειωσαν μέσα σε λίγο , όπως διαβεβαίωσε και ο Δημ. Κουτσούμπας τον αστυνομικό διευθυντή, η συγκέντρωση στα Προπύλαια δέχθηκε την αστυνομική καταστολή, με χημικά , ρίψεις νερού, ξυλοκόπημα και συλλήψεις. Δεν θεωρούμε ότι το γεγονός προήλθε από «λάθος συνεννόηση» για το πότε θα λήξει αλλά από το ότι η κυβέρνηση ήθελε να στείλει ένα μήνυμα και στην ηγεσία του ΚΚΕ ότι δεν κάνει ανεκτές ούτε τις συμβολικές κινήσεις.
Είναι αλήθεια ότι η ηγεσία του ΚΚΕ είχε καλλιεργήσει εδώ και χρόνια , μέσα στο κίνημα, την «κουλτούρα» των συμβολικών κινήσεων και των ακτιβισμών σαν προωθημένη αριστερή πολιτική δράση ενώ ταυτόχρονα καμάρωνε ότι τα δικά του μπλόγκ στις διαδηλώσεις ήταν περιφρουρημένα και προπάντων ασφαλή. Ενώ των άλλων αριστερών δυνάμεων «έρμαια» της προβοκάτσιας και της καταστολής για αυτό δέχονταν και τα περισσότερα χτυπήματα από τις δυνάμεις καταστολής. Και για αυτό φρόντιζε η ηγεσία του ΚΚΕ να «μην σμίγει η τρίχα του» με τους υπόλοιπους και να κινείται χωριστικά και μόνο του, διασπώντας έτσι μεγάλες εργατικές και λαϊκές κινητοποιήσεις όλα τα τελευταία χρόνια και αδυνατίζοντας σημαντικά ένα αναγκαίο κοινό μέτωπο πάλης του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας απέναντι στην βάρβαρη επίθεση του συστήματος. Μάλιστα φρόντισε να δώσει και θεωρητική κάλυψη σε αυτή την τόσο λαθεμένη και επικίνδυνη για το κίνημα πολιτική του με την εκτίμηση ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο κοινών πολιτικών μετώπων με άλλες αριστερές δυνάμεις αλλά μόνο κοινωνικών μετώπων, της περιβόητης «κοινωνικής συμμαχίας». Η οποία όμως και αυτή στην πράξη αποκαλύφθηκε ότι είχε τα όρια και τις δεσμεύσεις της δικής του πολιτικής κατεύθυνσης. Άρα, επί της ουσίας, καμία πολιτική μαζικής μετωπικής πάλης απέναντι στο σύστημα και την βάρβαρη πολιτική του. Μία ρεφορμιστική κατεύθυνση που επένδυε στην λογική «το μοναστήρι να είναι καλά…» και αγνοούσε τις πραγματικές ανάγκες του λαϊκού κινήματος, σαλπίζοντας κάθε τόσο «αντεπιθέσεις» την ώρα που σαρώνονταν τα εργατικά δικαιώματα και ισοπεδώνονταν οι λαϊκές κατακτήσεις.
Για ακόμα έναν λόγο ήταν σημαντική η 17 Νοέμβρη 2020 γιατί διέλυσε τους ρεφορμιστικούς μύθους που με επιμέλεια έστησε όλα αυτά τα χρόνια η ηγεσία του ΚΚΕ. Διέλυσε αυτάρεσκες και δήθεν επαρκείς στάσεις και κατευθύνσεις και ανέδειξε τα πραγματικά επίδικα και κυρίως τις πραγματικές ανάγκες του κινήματος. Και πρώτα από όλα ότι χωρίς μαζικό , οργανωμένο και σε αγωνιστική κατεύθυνση σύγκρουσης με το σύστημα εργατικό-λαϊκό κίνημα , δεν μπορεί να εμποδιστεί ούτε να ανατραπεί η επίθεσή του στον εργαζόμενο λαό και τη νεολαία. Κανένα περιθώριο για συμβολική ταξική πάλη και ακτιβισμούς κάθε είδους που αφήνουν τον κόσμο στην γωνία να παρακολουθεί χωρίς άμεση και μαζική δική του συμμετοχή. Καμία κοινοβουλευτική και κάθε είδους θεσμική αυταπάτη έξω και πέρα από τον μαζικό αγώνα και την ανασυγκρότηση του εργατικού – λαϊκού κινήματος και των οργάνων πάλης του (σωματεία , συλλόγους, συνδικάτα). Πολιτική κοινής δράσης, συνεργασιών και μετώπων πάλης σε πολιτικό και ταξικό επίπεδο απέναντι σε διαχωρισμούς και μοναδικότητες.
Μπορεί αλήθεια να διδαχθεί η ηγεσία του ΚΚΕ από τα γεγονότα της 17 Νοέμβρη του 2020 ή θα συνεχίσει την πολιτική της κατεύθυνση σαν να μην άλλαξε κάτι; Τα ίδια τα γεγονότα των τελευταίων ημερών δεν αφήνουν περιθώρια για αισιόδοξες εκτιμήσεις στο ζήτημα αυτό. Η «ζέση» με την οποία κινήθηκε σε κοινοβουλευτικό και θεσμικό επίπεδο και η ευκολία της σύμπραξης με ΣΥΡΙΖΑ και ΜΕΡΑ25 για την αντιμετώπιση της κυβερνητικής απαγόρευσης δείχνει ότι πάνω στην πίεση που δέχτηκε δεν δίστασε να συμπράξει με τον ένα από τους δύο «πυλώνες» του αστικού πολιτικού συστήματος σε ένα αντικυβερνητικό – αντιδεξιό μέτωπο. Μία πολιτική κατεύθυνση που για χρόνια υποτίθεται ξόρκιζε αλλά όταν τα πράγματα στρίμωξαν δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να ακολουθήσει. Από την άλλη δεν τόλμησε να καλέσει ανοικτά τον λαό να ανατρέψει την κυβερνητική απαγόρευση αλλά μόνο του και «υπεύθυνα» αποφάσισε να κινηθεί στα όρια της προηγούμενης πρακτικής του. Οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν η ηγεσία του ΚΚΕ έχει την εκτίμηση ότι μπορεί σήμερα να υπερφαλαγγίσει τον ΣΥΡΙΖΑ και να πάρει τα ηνία της αντιπολίτευσης απέναντι στη ΝΔ εκμεταλλευόμενη από την μία την φθορά του και από την άλλη την οργανωτική υπεροχή που έχει. Φαίνεται όμως ότι έχει υιοθετήσει την λογική ότι μπορεί να κινηθεί σαν ένας «αριστερός» ΣΥΡΙΖΑ και ανάμεσα στα άλλα οδηγείται και σε τέτοιου είδους θεσμικές πρωτοβουλίες αλλά και σε συμβολισμούς και ακτιβισμούς στις οποίες είχε «σπουδάσει» αρκετά και η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ της «πρώιμης» περιόδου. Ας θυμηθούμε την επίσκεψη Αλαβάνου και συνοδείας στον Καραμανλή τον Δεκέμβρη του 2008, μέσα στην εξέλιξη των κινητοποιήσεων για «ομαλή δημοκρατική διέξοδο». Η κοινή ρεβιζιονιστική – ρεφορμιστική «μήτρα» των δύο αυτών χώρων έχει καταγράψει πολλά κοινά γονίδια που παραμένουν «ενεργά» ιδιαίτερα σε κρίσιμες περιόδους.
Σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από τι διδάχθηκε η ηγεσία του ΚΚΕ αυτές τις ημέρες και τι συμπεράσματα θα βγάλει αυτό που έχει μεγάλη σημασία είναι τι διδάχθηκαν και τι συμπεράσματα μπορούν να βγάλουν οι χιλιάδες αγωνιστές που βρέθηκαν στον δρόμο κόντρα στις δυνάμεις καταστολής, οι οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς που στήριξαν την αγωνιστική κατεύθυνση και στάση. Καθώς το άνοιγμα ενός αγωνιστικού δρόμου για τις σοβαρές μάχες που έχουμε μπροστά μας με πρώτη αυτή της απεργίας της 26 Νοέμβρη μπορεί να δημιουργήσει καλύτερους όρους ανάπτυξης του εργατικού – λαϊκού εργατικού κινήματος.