Όσο οι εκλογές πλησιάζουν, τόσο περισσότερο αυξάνονται οι ανησυχίες της ηγεσίας του ΚΚΕ σχετικά με το ύψος του εκλογικού ποσοστού που πρόκειται να πάρει. Γνωρίζει πολύ καλά ότι η υποχώρηση των μαζικών διαδηλώσεων και απεργιών -και με δική του ευθύνη- δεν προσφέρεται ώστε να προβάλει κάποιο θετικό έργο. Αλλά και το γενικότερο πολιτικό κλίμα δεν προσφέρεται για μεγάλες κουβέντες και «επαναστατική» ρητορεία όπως του είχε γίνει συνήθεια τα τελευταία χρόνια. Γνωρίζει επίσης πολύ καλά πως ένα χαμηλό εκλογικό ποσοστό θα έχει αρνητική επίδραση στο εσωτερικό του, όσο και στις σχέσεις του με τις μάζες. Όλα αυτά, καθώς και η πτώση του κατά 50% στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές το 2012, έχουν οδηγήσει την ηγεσία του ΚΚΕ στη υποβάθμιση της σημασίας των εκλογών και αυτό βέβαια από τη θέση αδυναμίας στην οποία έχει βρεθεί. Βέβαια, οι μεγάλες κουβέντες για το τι πρόκειται να κάνει κάποτε στο απροσδιόριστο μέλλον ούτε έλειψαν ούτε πρόκειται να λείψουν, η επαναστατική του δημοκοπία άλλωστε ήταν πάντοτε το καταφύγιό του όταν τα πράγματα γίνονταν δύσκολα στην πολιτική του δράση.
Σήμερα που ο εργαζόμενος λαός και όλος ο κόσμος του μόχθου ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας και ανεργίας, που η ζωή του και οι συνθήκες διαβίωσής του έχουν γίνει δυσβάστακτες και οι λαϊκοί αγώνες βρίσκονται σε υποχώρηση, οι δημαγωγίες και οι βερμπαλισμοί δεν έχουν πέραση. Οι ψήφοι όμως πρέπει να μαζευτούν και από εκεί ξεκινούν τα δύσκολα.
Παλιότερα και για πολλά χρόνια το ΚΚΕ έθετε στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα τον υπερδιπλασιασμό του κατώτερου μισθού. Στο τέλος τα συνδικάτα που βρίσκονταν κάτω από τον έλεγχό του κατέληξαν να υπογράφουν συλλογικές συμβάσεις ανάλογες με αυτές των εργατοπατέρων της ΓΣΕΕ, δηλαδή κάποια ψίχουλα.
Σήμερα, όπως γράφει και ο Ριζοσπάστης στις 8 του Γενάρη, αναφερόμενος στο τι πρέπει να κάνουν οι εργαζόμενοι, αναφέρει: «Το σύνθημα που ανέδειξε το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα με το πανελλαδικό συλλαλητήριο την 1η Νοέμβρη “Δεν θα ζήσουμε με ψίχουλα” διατηρεί αυτούσια την επικαιρότητά του. Το σύνθημα αυτό πρέπει να απευθύνουν οι εργαζόμενοι και μπροστά στις εκλογές σε όλα τα κόμματα που θέλουν να τους συμβιβάσουν με τη διαχείριση της φτώχειας και της μιζέριας […] Αν ο λαός συμβιβαστεί με αυτή τη λογική, αν τους πει με την ψήφο του ότι του φτάνουν τα ψίχουλα για να ζήσει την οικογένεια του, η επόμενη μέρα θα είναι χειρότερη και με δική του ευθύνη».
Στην ουσία, αυτό που κάνει το ΚΚΕ με την παραπάνω αναφορά είναι να φορτώσει τις ευθύνες για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο λαός στον ίδιο το λαό. Όταν όμως ο λαός το 2010-12 έβγαινε μαζικά και μαχητικά στους δρόμους κατά εκατοντάδες χιλιάδες από άκρη σε άκρη σε όλη τη χώρα, η ηγεσία του ΚΚΕ προχωρούσε σε ξεχωριστές κομματικές και παραταξιακές συγκεντρώσεις και πάντα στο όνομα της καθαρότητας της πολιτικής γραμμής. Σήμερα το ΚΚΕ ζητά από το λαό να αναλάβει τις ευθύνες του και να ψηφίσει ΚΚΕ: «Για να βρεθεί σε καλύτερη θέση -ο λαός- χρειάζεται ισχυρό ΚΚΕ. Χρειάζεται κίνημα ταξικά προσανατολισμένο, λαϊκή συμμαχία που θα παλεύει για την ανάκτηση των απωλειών των εργαζομένων και του λαού, για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους, σε σύγκρουση με τα μονοπώλια, την Ε.Ε και την πολιτική των κομμάτων τους». Χρειάζεται, για να γίνουν τα παραπάνω, ισχυρό ΚΚΕ. Και θα γίνει ισχυρό, όταν ο λαός ψηφίσει ΚΚΕ. Αυτό ακριβώς ισχυρίζεται. Αυτό που δεν λέει, όμως, είναι το τι πρέπει να κάνει το ΚΚΕ για τον λαό, για την πάλη του, τις πρωτοβουλίες που μπορεί να πάρει για να δυναμώσει το μαζικό κίνημα, για να υπάρξουν πραγματικές συγκρούσεις και όχι εικονικές και στα λόγια κ.λπ.
Το ΚΚΕ όσο αποφεύγει να διαθέσει τις δυνάμεις του για να συγκροτηθεί ένα πραγματικά μαζικό και λαϊκό κίνημα αντίστασης και ανατροπής -πράγμα που δεν βρίσκεται στις διαθέσεις του και την πολιτική του γραμμή- τόσο περισσότερο θα έχει ανάγκη την «επαναστατική» ρητορική, μόνο που οι συνθήκες δεν είναι όπως πριν. Έτσι αναγκάζεται να δείχνει το πραγματικό πρόσωπο, να αποκαλύπτει αυτό που πραγματικά μπορεί να κάνει. Κάνοντας κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ θέτει το εξής ερώτημα: «Είναι δυνατόν να πιστεύει κανείς ότι με την “πραγματική του διαπραγμάτευση” ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταργήσει τα αντιλαϊκά μέτρα που συνοδεύουν τα μνημόνια και τη δανειακή σύμβαση, όταν μάλιστα δηλώνει ότι αυτή –η διαπραγμάτευση- θα γίνει με βάση το θεσμικό πλαίσιο της Ε.Ε και τα μνημόνια διαρκείας της;» (Ριζοσπάστης, 8 Γενάρη 2015). Το συγκεκριμένο άρθρο του Ριζοσπάστη έχει τίτλο «Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ξεμασκαρεύεται». Εμείς μπορούμε να πούμε απερίφραστα «όχι» στο ερώτημα που θέτει ο Ριζοσπάστης. Ένα ανάλογου χαρακτήρα ερώτημα μπορούμε και εμείς να θέσουμε στο ΚΚΕ: Είναι δυνατόν με πρόταση του ΚΚΕ η βουλή της χώρας να καταργήσει τη δανειακή σύμβαση των μνημονίων και όλων των εφαρμοστικών νόμων; Και σε αυτό εμείς απαντάμε «όχι». Αναφέρει ο Ριζοσπάστης: «Το ΚΚΕ κατέθεσε συγκεκριμένες προτάσεις νόμου στη Βουλή για την κατάργηση της δανειακής σύμβασης, των μνημονίων και όλων των εφαρμοστικών νόμων, σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι η ουσιαστική κατάργηση των μνημονίων υπέρ των εργατικών-λαϊκών συμφερόντων σημαίνει ξήλωμα όλου του αντεργατικού-αντιλαϊκού πλαισίου, σημαίνει αποδέσμευση από την Ε.Ε, πάλη για να έρθει ο λαός στην εξουσία». Έθεσε το ΚΚΕ, όπως ισχυρίζεται, συγκεκριμένες προτάσεις στη Βουλή, δεν ήταν γενικόλογες και αφηρημένες, για την κατάργηση των μνημονίων, των αντιλαϊκών νόμων και πολλά ακόμα που κατά καιρούς έχει θέσει στη Βουλή… για να ψηφιστούν από αυτούς – ΝΔ και ΠΑΣΟΚ- που έχουν ψηφίσει τους αντιλαϊκούς νόμους.
Αυταπάτες και αποπροσανατολισμό του λαού και του κινήματος. Αυτό μόνο μπορεί να είναι το αποτέλεσμα τέτοιου χαρακτήρα προτάσεων νόμων, προτάσεων προς αυτούς που ευθύνονται και πρωταγωνιστούν στην οργάνωση της αντιλαϊκής πολιτικής και της επίθεσης στον εργαζόμενο λαό.