Τα δεδομένα που βλέπουμε μέχρι στιγμής από την κόντρα των εκπαιδευτικών ενάντια στην αξιολόγηση παράγουν σίγουρα νέα, δύσκολα καθήκοντα για τους εκπαιδευτικούς που θέλουν να συνεχιστεί η κατεύθυνση του αγώνα. Τα δεδομένα αυτά συμπυκνώνονται στους εξής άξονες:
Σε αυτές τις συνθήκες καλείται να δράσει και να εκφραστεί το δυναμικό εκείνο που θέλει τη συνέχιση του αγώνα. Και θεωρούμε ότι πρέπει να κινηθεί σε δυο επίπεδα:
Πρώτον, να συνειδητοποιήσει ότι η απεργιακή μάχη δεν μπορεί να αποτελεί αγωνιστικό συμπλήρωμα στην κόντρα ενάντια στην αξιολόγηση, αλλά απαραίτητο και κεντρικό άξονα σε αυτήν. Τα βήματα, δηλαδή, των μαζικών Γενικών Συνελεύσεων, της συγκρότησης Επιτροπών Αγώνα με τη συμμετοχή εκπαιδευτικών, τα απεργιακά ταμεία, αλλά και ο συντονισμός των πρωτοβάθμιων σωματείων συνιστούν την αναγκαία «συνταγή» στην πάλη τους. Αν κάτι, λοιπόν, «μας λείπει» όλο αυτό το διάστημα είναι η κατεύθυνση του να σπάσει η ανάθεση και η αναμονή για το τι θα κάνουν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες. «Μας λείπει» η ενεργός συμμετοχή των εκπαιδευτικών στην πάλη, που συστηματικά υποσκάφθηκε με λογικές «αγώνα μόνο στους συλλόγους διδασκόντων» και «νομικές λύσεις» που θα απαντήσουν στα προβλήματά μας.
Πρέπει λοιπόν αυτό το δυναμικό -που είναι ευρύτερο των ΑΚΕ- που πάλεψε όλο αυτό διάστημα και συνεχίζει να θέλει να παλέψει κόντρα στις προτάσεις υποταγής που του γίνονται, να βρεθεί να συζητήσει και να υπηρετήσει την αναγκαία υπόθεση της αγωνιστικής συγκρότησης των πρωτοβάθμιων σωματείων, αλλά και τον συντονισμό τους. Δηλαδή, να αναδείξει την ανάγκη της απάντησης στην αξιολόγηση μέσα από μαζικές Γενικές Συνελεύσεις στα σωματεία, αλλά και κεντρική απεργιακή μάχη που θα έρθει σε κόντρα με την πολιτική αυτή.
Το δεύτερο επίπεδο κίνησης έχει να κάνει με τις άμεσες απαντήσεις που οφείλουν να δοθούν απέναντι στην κυβερνητική επίθεση που εξελίσσεται. Δηλαδή στο πώς απαντάμε στις πιέσεις για συμμετοχή και παράδοση των αξιολογικών δεικτών το προσεχές διάστημα. Γιατί είναι αλήθεια ότι η πρόταση της κεντρικής απεργιακής μάχη θα ήταν «λειψή», αν δεν συνοδευόταν και με κάποια -όσο γίνεται- ενιαία στάση που πρέπει να κρατήσει αυτό το δυναμικό, εκφράζοντας έτσι και την -πραγματική- ανάγκη του, να μην συμβάλλει στη νομιμοποίηση της αξιολόγησης.
Συνεπώς και στο επίπεδο των συλλόγων διδασκόντων αυτό το δυναμικό πρέπει να εκφράσει την άρνησή του απέναντι στην αξιολόγηση. Αυτή η άρνηση δεν μπορεί επ’ ουδενί να συμπέσει με την κατάθεση των «ενιαίων κειμένων» που προτείνει η ΔΟΕ. Γιατί σαν πρόταση δεν αποτελούν την «τελευταία γραμμή άμυνας» των εκπαιδευτικών απέναντι στην επίθεση, αλλά το κάλεσμα για υποταγή στην αξιολογική λογική. Για αυτούς τους λόγους θεωρούμε ότι οι εκπαιδευτικοί πρέπει να προχωρήσουν στα παρακάτω πρακτικά βήματα:
Δηλαδή συνολική άρνηση στη συμβολή στην αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας.
Τα παραπάνω αποτελούν τη στοιχειώδη ενιαία στάση που μπορούν να κρατήσουν οι εκπαιδευτικοί που θέλουν να εκφράσουν την ανάγκη για συνέχιση του αγώνα. Εδώ να διευκρινιστεί ότι δεν είναι απλά μια πρόταση για «να μην λερώσουν τα χέρια τους» κάποιοι αγωνιστές. Αποτελεί μια πρόταση απεύθυνσης σε ένα δυναμικό που θα παλέψει για να στοιχίσει όσο περισσότερο κόσμο μπορεί σε αυτή στα σχολεία του. Άλλωστε, η μοναδική «κάλυψη» των εκπαιδευτικών απέναντι στην κυβέρνηση και το υπουργείο αποτελεί η διατήρηση σε μαζικό επίπεδο της αντίθεσης στην αξιολόγηση. Για αυτό παράλληλα και μαζί με αυτό θα πρέπει να οικοδομούμε όρους για μπορέσει να γίνει πραγματικότητα η κεντρική απεργιακή μάχη με την πολιτική της κυβέρνησης.
Για να γίνουν τα παραπάνω πραγματικότητα, πρέπει να καλεστούν σε όσο δυνατόν περισσότερες πόλεις της χώρας ανοικτές πλατιές συσκέψεις εκπαιδευτικών, οι οποίες να συζητήσουν όλα αυτά, να συμφωνήσουν σε ένα τέτοιο πλαίσιο κοινής κίνησης και στάσης για όλο το επόμενο διάστημα και να συγκροτήσουν επιτροπές/πρωτοβουλίες που θα κινούνται με αυτή την κοινή λογική στα σχολεία. Αυτές οι επιτροπές θα συζητάνε τακτικά και θα σχεδιάζουν τα επόμενα βήματα δράσης τους και θα έχουν σαν βασικό μέλημά τους την ενεργοποίηση και το ζωντάνεμα των σωματείων και των συνελεύσεών τους, με επιδίωξη τη μαζική, ενεργή συμμετοχή του κόσμου σε αυτά για να δοθεί η κεντρική μάχη.
Πρόκειται για μια δύσκολη υπόθεση, που απαιτεί από ένα ευρύτερο δυναμικό να συγκρουστεί με τις απόψεις και τις στάσεις που του έχουν εμποτίσει πολλά χρόνια τώρα οι δυνάμεις του συμβιβασμού στο κίνημα. Με πρώτο και κύριο την ανάθεση. Πιστεύουμε, όμως, ότι μια τέτοιας κατεύθυνσης πρόταση μπορεί να αποτελέσει -σήμερα- διέξοδο σε ένα ευρύτερο υπαρκτό δυναμικό, που αδυνατεί να φανταστεί ότι θα αναγκαστεί να υποχωρήσει απέναντι στην αξιολόγηση. Για αυτό η πρότασή αυτή αποτελεί μια πρόταση έκφρασης της αντίθεσης στην αξιολόγηση ενός δυναμικού αλλά και χάραξη κατεύθυνσης για τα βήματα που πρέπει να γίνουν από δω και πέρα.