05 ΜΑΗ 2018

Πολιτική Απόφαση του ΚΟ του ΚΚΕ(μ-λ) (Απρίλης 2018)

Α. Για τις διεθνείς εξελίξεις

Ενώ η κρίση απειλεί να επανέλθει, ο καπιταλιστικός– ιμπεριαλιστικός κόσμος από τη μια επιβεβαιώνει τα πιο αντιδραστικά και επικίνδυνα χαρακτηριστικά του απέναντι στο προλεταριάτο και τους λαούς, από την άλλη γίνεται διαρκώς πιο ανάστατος. Οι εξελίξεις χαρακτηρίζονται από την «έλλειψη σχεδίων» (και των απαιτούμενων υποσχεδίων) με βάση τα οποία οι ΗΠΑ θα προωθήσουν τους δηλωμένους στόχους τους και πριν από όλα απέναντι στη Ρωσία, αλλά και για να «προλάβουν» να ανακόψουν την πορεία ανάδειξης της Κίνας σε ιμπεριαλιστική δύναμη με παγκόσμιες στρατηγικές (πυρηνικές) δυνατότητες.

Η διοίκηση Τραμπ ως τώρα επιβεβαιώνει διαρκώς τον στόχο αυτό, αλλά ταυτόχρονα η πολιτική της αναδεικνύει τα προβλήματα, τα στοιχεία αποδυνάμωσης του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Εξαγγέλλει γενικευμένο εμπορικό «πόλεμο», εναντίον συμμάχων και ανταγωνιστών, αλλά μετά τον «μαζεύει» και κρατά μετέωρη την όποια υλοποίησή του. Εκβιάζει και υλοποιεί πυραυλικό χτύπημα στη Συρία, στο οποίο αξιοποιεί επιθυμίες (Γαλλία, Βρετανία) και σέρνει αδυναμίες (Γερμανία, Ιταλία) συμμάχων της, χτύπημα με το οποίο προκαλεί παγκόσμια ανησυχία, αλλά την «επομένη» βρίσκεται ξανά μπροστά στο ερώτημα για το πώς συνεχίζει. Η κατάσταση αυτή αναπαράγει και τροφοδοτεί την ένταση και τις συγκρούσεις μέσα στο ίδιο το κατεστημένο των ΗΠΑ και εκφράζεται στην αμφισβήτηση του «προσώπου» του 45ου Προέδρου ενώ στο ίδιο το επιτελείο Τραμπ συνεχίζονται οι αλλαγές σε επίπεδο κορυφαίων στελεχών, ενάμιση σχεδόν χρόνο μετά την ανάληψη της προεδρίας. Συνολικά θα λέγαμε πως η πορεία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, από τους «δίδυμους πύργους» ως τις διορθώσεις Ομπάμα στην οκταετία 2008-2016 και τις επιχειρούμενες και κυρίως διακηρυσσόμενες νέες διορθώσεις Τραμπ, επιβεβαιώνουν την «αναντιστοιχία στόχων και μέσων» για τις ΗΠΑ. Ταυτόχρονα, σε όλη αυτή τη διαδρομή ισχυροποιούνται οι ανταγωνιστές, αποστασιοποιούνται οι σύμμαχοι και διαμορφώνονται επιπλέον «βαθμοί ελευθερίας-φιλοδοξίας» για τις περιφερειακές δυνάμεις.

Ο ρώσικος ιμπεριαλισμός σπάει την περίμετρο του αποκλεισμού του (Συρία), κρατάει παγωμένο το Ουκρανικό, «επανέρχεται» στα Βαλκάνια, κάνει κινήσεις οικονομικής επιστροφής στην Κύπρο, αναβαθμίζει ακόμα και σε επίπεδο πρώτης θέσης τον στρατηγικό- πυρηνικό εξοπλισμό του. Η Κίνα συνεχίζει –και αφού «λείπουν» από τις ΗΠΑ οι πραγματικές απαντήσεις- στην πορεία συσσώρευσης οικονομικής ισχύος και μετατροπής της σε στρατιωτική-πυρηνική ισχύ. Γαλλία, Βρετανία δηλώνουν «παρών» στο πεδίο αναζήτησης παγκόσμιων ρόλων, η Γερμανία «κρατάει» την ΕΕ (και από εκεί και τη Γαλλία), διατηρεί τις ενεργειακές σχέσεις με Ρωσία και έστω και δειλά σκέφτεται και κάνει «ακόμα» και αυτή (όπως εξάλλου η Ιαπωνία) βήματα στρατιωτικοποίησης της παρουσίας της στο ταμπλό των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.

Ωστόσο, βέβαια, οι ΗΠΑ, όντας οι επικεφαλής δύναμη του συστήματος, δεν παραιτούνται. Με βάση αυτό το δεδομένο, τη φύση και τα χαρακτηριστικά του ιμπεριαλισμού και τον δοσμένο σήμερα ιδιαίτερα αρνητικό συσχετισμό για τους λαούς και τους εργάτες παγκόσμια, οξύνουν και θα οξύνουν περισσότερο την επιθετική, ακόμα και τυχοδιωκτική πολιτική τους. Μένει να κριθεί ποια και πόσο στέρεη είναι η συμφωνία στη Β. Κορέα, αλλά, σε κάθε περίπτωση, στο θερμό τόξο της ευρύτερης περιοχής μας, η ένταση και η επιθετικότητα θα συνεχιστούν. Το βάλτωμά τους στο πεδίο της Συρίας- Μ. Ανατολής (με τη Ρωσία να έχει διαμορφώσει σημαντικές τακτικές επιτυχίες) φέρνει με μεγαλύτερη απαιτητικότητα στο προσκήνιο το ζήτημα του Ιράν, που αποτελεί βασικό ειδικό όρο για την κυριαρχία στην περιοχή, για τα σχέδια περικύκλωσης- απώθησης της Ρωσίας. Μια σημαντική επίσης προϋπόθεση για να βηματίσουν οι ΗΠΑ στο πεδίο της Μ. Ανατολής αποτελεί η διευθέτηση του ζητήματος της Τουρκίας, στο οποίο έκαναν ένα –αλλά όχι αρκετό- βήμα με την πυραυλική επίθεση της 14/4. Ενόψει των εκλογών στην Τουρκία αλλά και στη συνέχεια, πρέπει να αναμένονται εξελίξεις στο ζήτημα της αποκατάστασης των σχέσεων εξάρτησής της από τις ΗΠΑ.

Ανάλογα οι ΗΠΑ δεν πρόκειται και δεν μπορούν να «παραιτηθούν» από τα Βαλκάνια, όπου αναδείχθηκαν έντονες δυσκολίες στο ζήτημα της πΓΔΜ, από το οποίο επιχειρούν σε αυτή τη φάση την αναβάθμιση της πολιτικοστρατιωτικής τους παρουσίας. Αντίθετα, θα επιμείνουν με όποιους τρόπους διαθέτουν (έδειξαν έναν στο Μαυροβούνιο), με δεδομένο ότι κάθε υποχώρηση κοστίζει στο επίπεδο της πρόσδεσης των τοπικών δυνάμεων και γιατί συνολικά τα Βαλκάνια αποτελούν κρίσιμο παράγοντα του συσχετισμού των ιμπεριαλιστικών αντιπαραθέσεων σε ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή.

Στη βάση αυτών των δεδομένων, φόντο των εξελίξεων είναι οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι για τους λαούς του κόσμου, παρ’ όλο που εκτιμάμε ότι δεν υπάρχουν οι όροι (στρατηγικές συμμαχίες) για έναν γενικευμένο πόλεμο. Ωστόσο, τα αντιφατικά δεδομένα και η ρευστότητα των εξελίξεων «σπρώχνουν» προς εντάσεις και συρράξεις, απειλούν χώρες και περιοχές. Και είναι παραπάνω από αναγκαίο σε αυτό το σκούρο τοπίο να μπει και να παρέμβει μαζικά η αντιπολεμική-αντιιμπεριαλιστική πάλη των λαών, για να τροποποιήσει τα σημερινά δεδομένα και να διαμορφώσει όρους συγκρότησης απαντήσεων από τη μεριά της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών.

Β. Για την κατάσταση στη χώρα μας

Στο διάστημα που μεσολάβησε από την προηγούμενη πολιτική μας απόφαση, αναδείχτηκαν ακόμα πιο έντονα τα στοιχεία του ιμπεριαλιστικού κλοιού, που ουσιαστικά καθορίζει τις εξελίξεις στην περιοχή και τη χώρα μας. Εκδηλώθηκε ακόμα περισσότερο η ενίσχυση σε κάθε επίπεδο του ρόλου των Αμερικάνων στη χώρα και η πολιτική συστήματος-κυβέρνησης να συνταχθεί και να υπηρετήσει τις επιδιώξεις τους σε όλη την περιοχή. Την πολιτική αυτή η άρχουσα τάξη τη θεωρεί αποκούμπι και οχύρωση για τα εθνικά λεγόμενα θέματα (Τουρκία) αλλά και εφαλτήριο για τις βλέψεις της στη Ν.Α. Μεσόγειο και τα Βαλκάνια. Δηλαδή τη θεωρεί και «διέξοδο» στην οικονομική κρίση, μιας και η υπόθεση των αγωγών και των ενεργειακών κόμβων είναι το μόνο πεδίο (εκτός τουρισμού) που της μένει για να ελπίζει μετά το ξετίναγμα που υπέστη όλα τα τελευταία χρόνια. Αυτή και μόνο η «σύλληψη» -μιας και η ευόδωσή της υπόκειται πλήρως στους ιμπεριαλιστικούς πολεμικούς ανταγωνισμούς- είναι χαρακτηριστική του αντιδραστικού και τυχοδιωκτικού χαραχτήρα του συστήματος της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης. Στην ουσία, ένας ολόκληρος λαός καλείται να αποδεχτεί τη μετατροπή της χώρας σε φυτώριο αμερικάνικων βάσεων, καλείται να αγνοήσει ή και να στηρίξει την προετοιμασία όρων για αναφλέξεις και συγκρούσεις με άλλους λαούς της περιοχής, στο όνομα της «ανάπτυξης», που θα είναι το δίκτυο των αγωγών και οι αντλήσεις από τις ανακηρύξεις των ΑΟΖ. Όλα αυτά «θα γίνουν» ελέω των επιτυχημένων βημάτων που θα κάνουν στην κούρσα της κυριαρχίας τους οι Αμερικανο-νατοϊκοί ιμπεριαλιστές!

Τα «δύο μνημόνια» (γεωπολιτικό και οικονομικοκοινωνικό), λοιπόν, αναδεικνύονται ως μια ενιαία πολιτική κατεύθυνση (η λεγόμενη και στρατηγική της αστικής τάξης). Είναι η πολιτική κατεύθυνση που υπάγει τις τύχες του λαού και της χώρας στο πλαίσιο των επιδιώξεων και των συμφερόντων των Αμερικάνων και των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών. Το ενιαίο του πράγματος αναδείχτηκε πολύ χαρακτηριστικά αυτές τις μέρες με τα ξεπουλήματα στην ενέργεια (ΔΕΣΦΑ, ΕΛΠΕ), όπου συναντώνται και συνυπηρετούνται οι στόχοι της επίθεσης στον λαό και στο δικαίωμα στη δουλειά μαζί με το «γεωστρατηγιλίκι» της… ένταξης της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς ενεργειακούς κόμβους.

Παράλληλα, φυσικά εξελίσσεται και η καθαυτή σχέση εξάρτησης με τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές (γαλλικές φρεγάτες), συνολικά με την ΕΕ και βέβαια το ζήτημα του πώς θα σταθεί (ή πως θα τη στήσουν) η αστική τάξη της χώρας μετά τη λήξη της τρέχουσας δανειακής σύμβασης. Πρόκειται για τα ζητήματα, δηλαδή, της ιδιοκτησίας-διαχείρισης του χρέους αφενός και των όρων χρηματοδότησής της αφετέρου, που αποτελούν το καθένα χωριστά και στη συνάρτησή τους ζητήματα κρίσιμα για την ίδια και ζητήματα ανταγωνισμού για τους ιμπεριαλιστές. Οι επόμενοι μήνες αναμένονται θερμοί σε σχέση με αυτά, πολύ περισσότερο που αυτά θα εξελίσσονται στο πλαίσιο και σε συνάρτηση με τις άλλες θερμές εξελίξεις στην περιοχή.

Όλο αυτό το πλαίσιο αποτελεί μια εκ νέου δοκιμασία για την κυβέρνηση, για την παραπέρα πορεία του ΣΥΡΙΖΑ ως δύναμης του συστήματος, για την υπέρβαση των προβλημάτων της ΝΔ και συνολικά για το πολιτικό σύστημα. Τα κέντρα του συστήματος, μέσα και έξω από τη χώρα, επιχειρούν να προετοιμάσουν τις πολιτικές εξελίξεις έτσι ώστε να διαμορφώσουν ισχυρές πολιτικές απαντήσεις στα ζητούμενα του επόμενου διαστήματος. Ένα βασικό και δεδομένο ζήτημα είναι και θα είναι η άγρια αντεργατική-αντιλαϊκή πολιτική, που αποτελεί κοινό παρανομαστή όλων των ενδεχομένων της «νέας επιτροπείας», των «μεταβατικών μνημονίων» ή όπως αλλιώς ονομάσουν τη συνέχιση –ένταση της επίθεσης. Το ζήτημα -όπως επισημαίναμε και στην προηγούμενη απόφαση- είναι, ενόσω τα κέντρα εξουσίας, μέσα και έξω από τη χώρα, βρίσκονται σε πλήρη ένταση των προετοιμασιών τους για τις βασικές λύσεις και για τα συμπληρώματά τους, ο λαός να μην περιμένει τις εκλογές για να «επικυρώσει» τις λύσεις αυτές. Αλλά να δημιουργήσει τους δικούς του όρους με την πάλη του, πριν από αυτές.

Όσον αφορά το ζήτημα των ελληνοτουρκικών, τον υπαρκτό κίνδυνο θερμού επεισοδίου ή και πολέμου στη βάση του αντιδραστικού ανταγωνισμού των δύο αστικών τάξεων και στο πλαίσιο της ιμπεριαλιστικής τους εξάρτησης, το ΚΟ επισημαίνει:

Α) Την απόφασή του (15/1/17) για το ζήτημα, που αποτελεί το πλαίσιο των θέσεών μας και με βάση την οποία συνεχίζουμε να προσεγγίζουμε τις σχετικές εξελίξεις και να διαμορφώνουμε την κίνησή μας. Βασικά «δια ταύτα» αυτής της απόφασης, που αποτελούν και σήμερα τον άξονα της κίνησής μας και της απεύθυνσής μας στον λαό, είναι οι θέσεις: «ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ,, ΕΙΝΑΙ ΑΔΙΚΟΣ», «ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΤΡΕΨΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ» και «ΚΑΜΙΑ ΑΛΛΑΓΗ ΣΥΝΟΡΩΝ».

Β) Την ανάγκη, στα πλαίσια της τωρινής συζήτησης, να σταθούμε και να διευκρινίσουμε καλύτερα τα ζητήματα:

1. Για τα «κυριαρχικά δικαιώματα» (όρο που δεν υιοθετούμε για χρήση): Θεωρούμε ότι δεν πρέπει ο λαός να ακολουθεί αυτά που προβάλλει κάθε φορά η αστική τάξη ως τέτοια. Συνολικά για το ζήτημα της πατρίδας, παραμένουμε στις αποφάσεις της 8ης Συνδιάσκεψης, το πώς ορίζεται εκεί και γιατί την υπερασπιζόμαστε, χωρίς να είμαστε εχθρικοί με τις πατρίδες των άλλων λαών. Στην παρούσα φάση, παίρνοντας υπόψη μας όλα τα δεδομένα, θεωρούμε ότι το ΚΑΜΙΑ ΑΛΛΑΓΗ ΣΥΝΟΡΩΝ εκφράζει και καλύπτει την υπεράσπιση που πρέπει να εκφραστεί, μένοντας ταυτόχρονα έξω και απέναντι από λογικές που πριμοδοτούν την αντιδραστική αντιπαράθεση και τους πολεμικούς κινδύνους.

2. Για τα 12 μίλια θεωρούμε ότι ναι μεν αποτελεί ένα «δικαίωμα» της ελληνικής πλευράς, με βάση τις διεθνείς συνθήκες, όμως στη συγκεκριμένη περιοχή του Αιγαίου η διεκδίκηση αυτού του «δικαιώματος» πριμοδοτεί και πυροδοτεί άμεσα πολεμικό κίνδυνο. Είναι άλλης τάξης συζήτηση το σε ποια βάση θα συνεννοηθούν οι δύο χώρες ώστε να μην υπάρχουν αποκλεισμοί στο Αιγαίο για καμιά από αυτές, όταν οι λαοί θα έχουν πάρει τις τύχες στα χέρια τους

3. Για το ζήτημα των ΑΟΖ έχουμε τη θέση ότι αποτελούν εργαλείο στα χέρια των ιμπεριαλιστών για τις γεωστρατηγικές επιδιώξεις τους, για την επιβολή της κυριαρχίας τους σε χώρες και λαούς και για την καταλήστευση πηγών ενέργειας, ενώ αποτελούν και πηγή καταστροφής του περιβάλλοντος. Επιπλέον, η ανακήρυξή τους, επειδή είναι πέρα και από αυτό που θα μπορούσε να θεωρηθεί «κυριαρχικά δικαιώματα» (στην περιοχή της Ν.Α. Μεσογείου συνιστά επέκταση του χώρου δράσης για την αστική τάξη της χώρας), προϋποθέτει είτε την ειρηνική συνεννόηση των δύο (ή και περισσότερων) πλευρών ή πόλεμο. Ισχύει και εδώ το ότι με άλλους όρους εξουσίας στις δύο χώρες, το ζήτημα μπορεί να εξεταστεί σε άλλη βάση, μαζί με την επιπλέον επιφύλαξη (ακόμα και τότε) για την οικονομική-περιβαλλοντική σκοπιμότητα και λειτουργικότητα μιας τέτοιας επιλογής.

Γ. Για τα ελληνοτουρκικά

  • Στην τελευταία συνεδρίαση του ΚΟ, συζητήθηκαν, επίσης, οι πολιτικές εξελίξεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Το ΚΟ θεωρεί ότι η οργάνωση έχει τοποθετηθεί από καιρό με σαφήνεια ως προς τα χαρακτηριστικά που έχουν οι πρόσφατες οξύνσεις ανάμεσα στις δυο χώρες, καθώς και για τις ιμπεριαλιστικές εμπλοκές που εξελίσσονται όλο αυτό το διάστημα ως επιμέρους στοιχείο του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού που παρατηρείται στην ευρύτερη περιοχή της Μ. Ανατολής και της Α. Μεσογείου.
  • Θεωρεί ότι τα αντιδραστικά χαρακτηριστικά των δύο αστικών τάξεων και οι δεσμοί εξάρτησης που αυτές έχουν απέναντι στους ιμπεριαλιστές (και κυρίως στις ΗΠΑ) καθορίζουν και προσδιορίζουν τον αντιδραστικό χαρακτήρα αυτών των αντιθέσεων. Παράλληλα, οι ιστορικοί όροι συγκρότησης και αναπαραγωγής των κυρίαρχων τάξεων, καθώς και η ανάγκη τους για διεύρυνση των ρόλων τους στην περιοχή, τους οδηγούν στη διεκδίκηση ισχυρότερης παρουσίας της μιας έναντι της άλλης, στη βάση των ανακατατάξεων που οι δυτικοί ιμπεριαλιστές προωθούν, ανταγωνιζόμενοι με την εντονότερη παρέμβαση του ρωσικού ιμπεριαλισμού στη Συρία και την ευρύτερη περιοχή της Μ Ανατολής.
  • Με βάση αυτά τα χαρακτηριστικά και δεδομένα, θεωρούμε ότι η κατάσταση είναι όντως επικίνδυνη και τα «ατυχήματα» μάλλον δεν θα σταματήσουν σε όσα μέχρι τώρα είδαμε (Ίμια, Ρω, διεμβολισμοί λιμενικών σκαφών, υψηλοί τόνοι αλληλοκατηγοριών για προβοκάτσιες, ομηρία στρατιωτικών και διαφυγόντων πραξικοπηματιών), καθιστώντας εύκολη τη μετατροπή μιας «ελεγχόμενης» πρόκλησης σε ανεξέλεγκτη πρόκληση θερμότερου επεισοδίου.
  • Παρ’ όλα αυτά, εκτιμούμε ότι οι συνθήκες δεν συντείνουν για ανοικτή πολεμική σύγκρουση για κανέναν από τους δύο στο άμεσο μέλλον.
  • Η εκτίμηση αυτή δεν εδράζεται κυρίως και μόνο στο ότι και οι δύο ανήκουν στο ΝΑΤΟ αλλά στην εκτίμησή μας, ότι κανείς τους δεν μπορεί εύκολα να κινηθεί χωρίς μιας μορφής «έγκριση» από τους Αμερικάνους, που εξακολουθούν να θέλουν να έχουν το πάνω χέρι στην περιοχή, ιδιαίτερα μετά την πλεονεκτική θέση που απέκτησε η Ρωσία στη Συρία αλλά και την παρέμβασή της στην Τουρκία.
  • Το ότι δεν εκτιμούμε τον άμεσο κίνδυνο ενός πολέμου καθόλου δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να εντείνουμε την πάλη μας για την ανάπτυξη ενός αντιιμπεριαλιστικού-αντιπολεμικού κινήματος στη χώρα μας, αλλά και την προσπάθεια οικοδόμησης δεσμών φιλίας και αλληλεγγύης με τον γειτονικό λαό. Αυτό αποτελεί και το πρώτιστο καθήκον μας την επόμενη περίοδο, παράλληλα με την πάλη μας για ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής της κυβέρνησης.
  • Όσον αφορά ζητήματα που ανέκυψαν με αφορμή την ελληνοτουρκική ένταση (υπεράσπιση εδαφικής ακεραιότητας, 12 μίλια, ΑΟΖ, αλλά και σχετικά με το ποια στάση κρατάμε αν εισβάλουν τούρκικα στρατεύματα σε βραχονησίδα, και άλλα παρόμοια που τίθενται με επιμονή όχι μόνο από δεξιά μπάντα αλλά και από «αριστερή»), κρίνουμε ότι έχουμε ήδη διατυπώσει μια καταρχήν θέση σχετικά με αυτά, που στην πορεία θα χρειαστεί καλύτερη επεξεργασία.
  • Διευκρινίζουμε ότι η στάση που θα κρατήσουμε, όταν προκύψει τέτοιο ζήτημα, θα καθοριστεί όχι από το ποιος έκανε την πρόκληση/προβοκάτσια, αλλά από το τι εξυπηρετεί τα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα, από τα πολιτικά δεδομένα της συγκεκριμένης στιγμής. Θα εδράζεται σε μια ανάλυση που προκύπτει από τη δική μας εκτίμηση για τον ρόλο των κυρίαρχων δυνάμεων και στις δύο χώρες, τον καθοριστικό ρόλο των ιμπεριαλιστών και τη φάση ανάπτυξης του λαϊκού και κομμουνιστικού κινήματος. Με βάση αυτά, θεωρούμε -καταρχήν- ότι θα πρόκειται για έναν άδικο πόλεμο και από τις δύο πλευρές. Οι πρόωρες εξαγγελίες για μετατροπή του σε δίκαιο είναι έωλες, δεν λαμβάνουν υπόψη την περίοδο που βρίσκεται το λαϊκό κίνημα. Σε κάποιες, δε, περιπτώσεις, απλώς θέλουν να δικαιολογήσουν τη συστράτευση πίσω από την αστική τάξη όσων σήμερα περιφέρονται στους χώρους των στρατιωτικών στελεχών, επαινώντας το «αξιόμαχον» των ενόπλων δυνάμεων.
  • Η τοποθέτησή μας στην 8η Συνδιάσκεψη σχετικά με το τι εννοούμε πατρίδα βασίζεται στο ότι εξακολουθούμε να παλεύουμε και να θεωρούμε ότι μπορεί η επανάσταση να ξεσπάσει στον αδύναμο κρίκο, χωρίς να ονειρευόμαστε παγκόσμιες επαναστάσεις. Συνεπώς, το ζήτημα της πατρίδας, ως ο τόπος όπου μπορεί να κυριαρχήσει και να ζήσει με άλλους όρους ένας λαός, αποκτά νόημα και απαιτεί πάλη υπεράσπισή της με αυτά τα ταξικά δεδομένα.
  • Όσον αφορά τη συζήτηση και τις αντιπαραθέσεις γύρω από τις ΑΟΖ, θεωρούμε ότι ο τρόπος με τον οποίο τίθεται το ζήτημα σήμερα, και ιδιαίτερα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, είναι μία προφανής παρέμβαση των Αμερικάνων ιμπεριαλιστών με στόχο την πυροδότηση τοπικών αντιπαραθέσεων, που θα τους επιτρέψουν να εμφανιστούν εκ νέου ως διαμεσολαβητές. Αποτελεί αφέλεια να θεωρεί κανείς ότι επιλέγουν να ανοίξουν ένα τέτοιο ζήτημα για οικονομικούς λόγους, σε μια τόσο εύφλεκτη περιοχή, σε τέτοια περίοδο και μάλιστα με αμφίβολη την ύπαρξη ενεργειακών κοιτασμάτων στις περιοχές των ΑΟΖ αλλά και τη δυνατότητα άντλησής τους.
  • Με αυτή την έννοια, θεωρούμε ότι οι λαοί της περιοχής οφείλουν να καταδικάσουν τις αντιδραστικές αντιπαραθέσεις γύρω από τις ΑΟΖ. Διότι είναι βέβαιο ότι θα είναι οι ίδιοι που θα κληθούν να υποστούν τις βαριές συνέπειες. Εξίσου βέβαιο είναι ότι όλη αυτή η επιχείρηση, ακόμη και αν ιδωθεί ξεκομμένη από το γεωστρατηγικό της φορτίο, είναι μία επιχείρηση η οποία βαθαίνει την εξάρτηση των χωρών από τους ιμπεριαλιστές, αφού αυτοί είναι και οι μόνοι που έχουν τα μέσα για την υλοποίησή της.
  • Γι’ αυτό και η συζήτηση στα πλαίσια του λαού και της Αριστεράς που τοποθετεί την αντιπαράθεση για τις ΑΟΖ με τον ίδιο τρόπο και στο ίδιο επίπεδο με μία αντιπαράθεση γύρω από περιοχές στις οποίες ζει και δραστηριοποιείται ο λαός, με τις οποίες δηλαδή έχει ζωτικούς δεσμούς, το μόνο που εξυπηρετεί είναι το σύρσιμο του λαού πίσω από τα αντιδραστικά -αστικά και ιμπεριαλιστικά- σχέδια και «αφηγήματα».
  • Όλα αυτά καταδεικνύουν ότι στη διατύπωση των αιτημάτων μας οφείλουμε να είμαστε προσεκτικοί, ώστε να μην επιτρέπουμε παρερμηνεία τους και εκμετάλλευσή τους από την αστική ή και εθνικιστική προπαγάνδα.
  • Παλεύουμε ενάντια σε κάθε αλλαγή συνόρων και θεωρούμε ότι η αποτροπή μακελέματος του λαού υπερέχει έναντι κάθε άλλου προτάγματος (π.χ. απάντηση σε σημαίες και προβοκάτσιες σε βραχονησίδες).
  • Παλεύουμε για ένα ισχυρό αντιπολεμικό-αντιιμπεριαλιστικό κίνημα.
  • Παλεύουμε για να ζήσει ο λαός ειρηνικά, για ανεξαρτησία, με δικαιώματα και χωρίς ξεπούλημα του παραγόμενου πλούτου του. Δεν υπερασπιζόμαστε γενικώς και αφηρημένα την υπάρχουσα «ειρήνη», γιατί αυτό -πέραν του ότι παραπέμπει σε πασιφισμό- παραβλέπει το ότι, στην πραγματικότητα, ούτε υφίσταται ταξική ειρήνη ούτε ζούμε σε ειρηνικές συνθήκες με τους γείτονες λαούς, όταν οι παραχωρήσεις για επέκταση ή και δημιουργία νέων βάσεων πληθαίνουν. Παράλληλα, εκτιμάμε ότι η επιθετικότητα δεν επικεντρώνεται αποκλειστικά στη μια πλευρά του Αιγαίου αλλά και στις δύο. Με βάση την εξάρτησή τους αλλά και τις επιδιώξεις των ΗΠΑ να αναστρέψουν την εντεινόμενη παρουσία του ρώσικου ιμπεριαλισμού στην περιοχή, καμία αστική τάξη και κυβέρνηση δεν είναι αμυνόμενη αλλά επιτιθέμενη στον λαό της και τα δικαιώματά του. Τα τελευταία είναι έτοιμες να τα ξεπουλήσουν ώστε να βρεθούν σε πλεονεκτικότερη θέση ως προς τους ιμπεριαλιστές και απέναντι στην ανταγωνίστρια αστική τάξη της γειτονιάς τους. Αυτό, βεβαίως, δεν αναιρεί ότι, στη συγκεκριμένη περίοδο, η τούρκικη πολιτική χαρακτηρίζεται από μια πρωτοβουλία αντιδραστικών κινήσεων, που έρχεται να απαντήσει σε παλιότερες κινήσεις των Αμερικάνων αλλά και της ντόπιας αστικής τάξης (π.χ. άξονας με Ισραήλ και Αίγυπτο).
  • Τέλος, θεωρούμε ότι -παρ’ όλο που οικονομικοί όροι που διακυβεύονται στην περιοχή είναι σημαντικοί για τους ιμπεριαλιστές αλλά και για τις δύο αστικές τάξεις (ενεργειακά αποθέματα και οδοί)- δεν είναι αυτοί που θα καθορίσουν μια πολεμική εμπλοκή. Καθοριστικά είναι τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των ιμπεριαλιστών αλλά και ο ρόλος που επιδιώκεται σε αυτά από τις δύο αστικές τάξεις για το καλύτερο πλασάρισμά τους στη διαφαινόμενη αναδιάταξη.
  • Πιστεύουμε ότι πολύτιμη βοήθεια για την πληρέστερη κατανόηση των απόψεών μας στα ελληνοτουρκικά αποτελούν οι αποφάσεις του ΚΟ της 15/1/17, αλλά και το άρθρο του σ. Στέφανου Χατζησάββα στον πολιτικό διάλογο της Λαϊκής Αντίστασης, το οποίο παραθέτουμε και ως παράρτημα.

Δ. Για τα καθήκοντά μας

Οι συνθήκες της ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης της περιοχής και στη βάση της όξυνσης της αντίθεσης ΗΠΑ-Ρωσίας (που, μάλιστα, με εργαλείο την «υπόθεση Σκριπάλ» αλλά και με την επίθεση στη Συρία της 14/4 και τις προετοιμασίες για «ειδική μεταχείριση» της Ρωσίας στα πλαίσια του λεγόμενου G-7, γενικεύτηκε ως αντίθεση Δύσης-Ρωσίας), το ελληνοτουρκικό ζήτημα και όλα τα «ειδικότερα» ζητήματα της περιοχής (Κυπριακό, Παλαιστίνη, πΓΔΜ, Κουρδικό κ.ά.) αναδεικνύουν σε πρώτη προτεραιότητα το ζήτημα της αντιπολεμικής-αντιιμπεριαλιστικής πάλης για τον λαό μας και τους λαούς της περιοχής. Αυτά μας καθορίζουν ότι το μέτωπο αυτό παραμένει στην πρώτη γραμμή των καθηκόντων μας, καθώς εκτιμούμε ότι οι ιμπεριαλιστές θα συνεχίσουν στη γραμμή της περικύκλωσης- έντασης, ανεξάρτητα του πόσο «κοντά – μακριά» βρίσκεται ο πολεμικός κίνδυνος. Ταυτόχρονα, η ανάγκη ιεράρχησης στην πρώτη γραμμή του καθήκοντος αυτού υπογραμμίζεται από τις επιλογές της κυβέρνησης και του συστήματος στη χώρα, από τη βαθιά εμπλοκή της χώρας στις πολεμικές επιδιώξεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.

Το ΚΟ εκτιμά ότι έχουμε ήδη κινηθεί, στα πλαίσια της Λαϊκής Αντίστασης-ΑΑΣ αλλά και κομματικά, πανελλαδικά και αποφασιστικά στην κατεύθυνση αυτή. Και παρ’ όλο που αντιμετωπίζουμε έναν πολύ αρνητικό συσχετισμό απέναντι στο σύστημα και την κυριαρχία της άποψης για «την ανάγκη προστατών», αλλά και με τις δυνάμεις της Αριστεράς να έχουν στάσεις και πρακτικές άρνησης και υπονόμευσης της δυνατότητας της πάλης αυτής, έχουμε δημιουργήσει πιέσεις και έχουμε παράξει, στην κλίμακα που μπορούμε, αποτελέσματα. Οφείλουμε να συνεχίσουμε ακόμα πιο αποφασιστικά στην κατεύθυνση αυτή.

Ωστόσο, ταυτόχρονα και παράλληλα με αυτό το καθήκον, έχουμε στο ίδιο επίπεδο το καθήκον της πάλης ενάντια στην καπιταλιστική επίθεση, την πάλη για ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ και ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ απέναντι στον ορυμαγδό παλιών, νέων και επερχόμενων αντεργατικών-αντιλαϊκών μέτρων και πολιτικών. Αντιλαμβανόμαστε ότι δεν μπορούμε και δεν πρέπει να «ξεχάσουμε», να «υποτιμήσουμε» αυτή την πάλη, γιατί την απαιτούν οι ίδιες οι εξελίξεις. Εργατική τάξη, λαός και νεολαία βρίσκονται βυθισμένοι σε συνθήκες άγριας εκμετάλλευσης, φτώχειας και κοινωνικών αδιεξόδων και πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να σηκώσουν το κεφάλι, να αντισταθούν και να διεκδικήσουν. Μια τέτοια πάλη είναι και πολιτική προϋπόθεση της αντιπολεμικής-αντιιμπεριαλιστικής πάλης, είναι το αναγκαίο «έδαφος» πάνω στο οποίο θα πατήσει και το δυνάμωμα του αντιπολεμικού-αντιιμπεριαλιστικού αγώνα.

Συνεπώς, όσο και αν ακούγεται –και είναι – δύσκολο, οφείλουμε να προωθούμε και να συνδυάζουμε σωστά και τα δύο μέτωπα πάλης σε χώρους εργαζομένων – νεολαίας – μαθητών, σε γειτονιές και πόλεις. Για το ζήτημα της επίθεσης, εκτός από τα επί μέρους μέτωπα που είναι ήδη ανοιχτά, θα βρεθούμε σύντομα μπροστά στα νέα μέτρα της λεγόμενης τέταρτης αξιολόγησης, αλλά και σε νέα μέτωπα σε κλάδους και χώρους (π.χ. εκπαιδευτικοί και μαθητές), στα οποία θα χρειαστεί να πάρουμε πρωτοβουλίες κίνησης και πάλης.

• Μια περίπτωση που θα πρέπει να συνδυαστούν τα δύο μέτωπα είναι αυτή της πανελλαδικής κινητοποίησης –μέσω Λαϊκής Αντίστασης-ΑΑΣ- στη ΔΕΘ, τον ερχόμενο Σεπτέμβρη. Η κίνηση αυτή ήδη διαμορφώνεται στη Θεσσαλονίκη με αντιπολεμικό-αντιιμπεριαλιστικό χαραχτήρα, καθώς τιμώμενη χώρα στη ΔΕΘ είναι οι ΗΠΑ, αλλά ταυτόχρονα θα έχει και χαραχτήρα αντίστασης και πάλης ενάντια στην επίθεση στους εργάτες και τον λαό, σε μια περίοδο μάλιστα που θα έχουμε νέες εξελίξεις σε αυτό το ζήτημα.

Ειδικότερα για το αντιπολεμικό-αντιιμπεριαλιστικό μέτωπο, το ΚΟ αποφάσισε τη διοργάνωση εκδηλώσεων τον Ιούνιο στις πόλεις (και όπου δεν θα συμπίπτουν με εκδηλώσεις για τα 100 χρόνια από την ίδρυση του ΣΕΚΕ-ΚΚΕ). Επίσης, επισημαίνει την ανάγκη να συζητηθεί και να οργανωθεί με κατάλληλους τρόπους και μορφές (π.χ. εφημερίδες τοίχου) και με περιεχόμενο που θα είναι «κοντά» σε αυτούς, αντιπολεμική παρέμβαση στον μαθητόκοσμο, ο οποίος εκτιμάμε ότι έχει θετικά ανακλαστικά και ευαισθησίες στην πάλη αυτή. Επίσης, υπογραμμίζει την ανάγκη η αντιπολεμική-αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση να χρωματίσει χαρακτηριστικά την παρέμβασή μας στις επερχόμενες φοιτητικές εκλογές, παρέμβαση που πρέπει να υποστηριχθεί όσο καλύτερα γίνεται από τις κομματικές μας οργανώσεις, με επίγνωση των αντικειμενικών δυσκολιών αλλά και των υποκειμενικών μας αδυναμιών στο πεδίο αυτό.

Τέλος, σε αναφορά με την επέτειο των 100 χρόνων από την ίδρυση ΣΕΚΕ-ΚΚΕ, θεωρούμε ότι πρόκειται για μια σημαντική πολιτική μάχη, το επίδικο της οποίας δεν βρίσκεται βέβαια στο χθες αλλά κυρίως στο σήμερα και το αύριο του κομμουνιστικού κινήματος, της πάλης του, της θεωρίας του, της κατεύθυνσής του. Έχουμε κάθε λόγο, συνεπώς, να αντιπαρατεθούμε στις κατασκευές που κυκλοφορούν από το ΚΚΕ και όχι μόνο, και να προβάλλουμε τις δικές μας θέσεις, αντιλήψεις, κατευθύνσεις. Ομοίως έχουμε την ανάγκη να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία για «να μάθουμε την ιστορία» του κομμουνιστικού κινήματος στη χώρα μας, να αναδείξουμε στη νεολαία αλλά και στους εργάτες και τον λαό μας την υπόθεση αυτή, ενάντια στις πλαστογραφήσεις του συστήματος και τις συμμορφώσεις –διαστρεβλώσεις του ρεφορμισμού-οπορτουνισμού. Στη βάση αυτή, αποφασίστηκαν και προωθούνται:

  •  Έκδοση κομματικής διακήρυξης για την επέτειο και τη συνέχιση της ιστορίας της ταξικής πάλης.
  • Επανέκδοση του βιβλίου του «παππού», του Πολύδωρου Δανιηλίδη («Ο Πολύδωρος θυμάται») από τις εκδόσεις «Εκτός των τειχών».
  • Έκδοση μπροσούρας με βασικό περιεχόμενο τις ομιλίες των στελεχών μας από τη σχετική εκδήλωση της σπουδάζουσας στα Πράμαντα το 2012.
  • Κεντρική εκδήλωση στον Πειραιά τον ερχόμενο Οκτώβρη, η οποία επιδιώκεται να έχει διευρυμένο πάνελ ομιλητών. Εάν αυτό δεν επιτευχθεί, η εκδήλωση θα είναι κομματική.

Στο πλαίσιο αυτό, οι οργανώσεις μας καλούνται να πραγματοποιήσουν τοπικές εκδηλώσεις ανάδειξης της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος στη χώρα μας. Ήδη έχουν αποφασιστεί και προωθούνται:

- Στην Αθήνα, ενόψει της Πρωτομαγιάς, πραγματοποιήθηκε εκδήλωση τιμής και μνήμης στους 200 εκτελεσμένους κομμουνιστές της Καισαριανής

- Στη Θεσσαλονίκη, στις 20/5, θα πραγματοποιηθεί εκδήλωση για τους εκτελεσμένους κομμουνιστές στο φρούριο του Επταπυργίου (Γεντί Κουλέ)

- Οι νεολαίοι του ΚΚΕ(μ-λ) διοργανώνουν επίσκεψη στο Γράμμο στις 6-9 Ιουλίου με θέμα: «Περπατώντας στα βήματα των ανταρτών». Θα υπάρξουν δύο εισηγήσεις, με θέματα την ΟΚΝΕ και τον ΔΣΕ (Δεύτερο Αντάρτικο).

 

Απρίλης 2018

Μπροστά στην 9η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ(μ-λ)

• Η πραγματοποίηση της 9ης Συνδιάσκεψης της Οργάνωσης συμπίπτει με πυκνές πολιτικές εξελίξεις στον κόσμο και τη χώρα μας και την ανάγκη –ξεπερνώντας αδυναμίες, λάθη και καθυστερήσεις– να συγκροτηθούμε τόσο πολιτικά όσο και οργανωτικά, ώστε να ανταποκριθούμε με τον καλύτερο τρόπο στις απαιτήσεις της ταξικής πάλης. Η Οργάνωσή μας –για πρώτη φορά στα 36 χρόνια της ύπαρξής της (κάποιες αναλογίες, με διαφορετικό όμως περιεχόμενο, μπορούμε να αναζητήσουμε την περίοδο 1989-1991)– έχει να απαντήσει ταυτόχρονα σε τόσα πολλά άμεσα και κρίσιμα μέτωπα πάλης. Από αυτή την άποψη και με βάση τις ανάγκες αλλά και τις προοπτικές του σήμερα, καθορίζουμε και την ημερήσια διάταξη της 9ης Συνδιάσκεψης.

Η παρόξυνση του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, ως αποτέλεσμα της κρίσης αναπαραγωγής του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού συστήματος, που με τη σειρά της τροφοδοτεί την κρίση σε οικονομικό-πολιτικό και γεωστρατηγικό επίπεδο (αποτελεί ακλόνητο «αγκωνάρι» της ανάλυσής μας για τον κόσμο σήμερα, σε αντίθεση με πολλούς που αναφέρονται στην Αριστερά) έχει δώσει νέες επικίνδυνες εξελίξεις για τους λαούς και τις χώρες σε πολλά σημεία του πλανήτη (Ουκρανία, Κορέα). Όμως, σήμερα έχει επικεντρωθεί με ένταση στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, κομματιάζοντας τη Συρία και τον λαό της, απειλώντας η φωτιά του πολέμου να επεκταθεί, τόσο στην περιοχή όσο και να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.

Η νέα διοίκηση Τραμπ στις ΗΠΑ δημιουργεί αναταράξεις στο εσωτερικό τους αλλά προκαλεί και νέες σοβαρές εξελίξεις στις διεθνείς σχέσεις· η Ρωσία του Πούτιν που διεκδικεί άμεσα (και με τη χρησιμοποίηση στρατιωτικών μέσων) σφαίρες κυριαρχίας και επιρροής· το ΒRΕΧΙΤ και η αναζήτηση του νέου ρόλου της Αγγλίας· η αναζήτηση θέσης και ρόλου της Γερμανίας στο παγκόσμιο καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα· η Γαλλία του Μακρόν που φιλοδοξεί να ξαναγίνει ηγέτιδα ιμπεριαλιστική δύναμη· η προσπάθεια της Κίνας να μετατραπεί από οικονομική δύναμη σε στρατιωτικό-πολιτική δύναμη παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής εμβέλειας· η ανάδειξη αντιδραστικών δυνάμεων στην Ευρώπη (Ιταλία, Αυστρία, Ουγγαρία). Όλα αυτά αποτελούν κρίσιμα σημεία τοποθέτησης για τη διάταξη των δυνάμεων στον κόσμο σήμερα.

Έξω από τον «λογαριασμό» δεν μπορεί να μείνουν οι λαοί και η πάλη τους. Όσο και αν σήμερα βρισκόμαστε σε μία περίοδο υποχώρησης, δεν λείπουν ούτε τα αγωνιστικά ξεσπάσματα και, πολύ περισσότερο, ο φόρος αίματος που πληρώνουν οι λαοί, θυσία στο βωμό της σύγχρονης ιμπεριαλιστικής βαρβαρότητας.

• Μέσα σε συνθήκες φτώχειας και εξαθλίωσης της εργατικής τάξης και του λαού από τη λαίλαπα της επίθεσης και σε σοβαρή υποχώρηση του εργατικού και λαϊκού κινήματος, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ συνεχίζει τη διαπραγμάτευση –για λογαριασμό της ντόπιας κεφαλαιοκρατικής αστικής τάξης– με τους ιμπεριαλιστές της ΕΕ-ΔΝΤ, για την επόμενη μέρα των μνημονίων, την περιβόητη «καθαρή έξοδο». Σε αυτά τα χρόνια της επέλασης των δυνάμεων του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού, διαμορφώθηκαν νέες συνθήκες για τον εργαζόμενο λαό, τα μεσοστρώματα και την αστική τάξη, τόσο στη θέση τους όσο και στις μεταξύ τους σχέσεις αλλά διαμορφώθηκαν και νέοι όροι εξάρτησης από τους ιμπεριαλιστές. Αν από άποψη ουσίας δεν έχει αλλάξει τίποτα στα βασικά χαρακτηριστικά εκμετάλλευσης και καταπίεσης της εργατικής τάξης και του λαού στα πλαίσια του ντόπιου εξαρτημένου καπιταλιστικού συστήματος, είναι σημαντικό να διαπιστώσουμε τη σοβαρή διαφοροποίηση των όρων της «βασικής λειτουργίας» και την επίπτωση στην ταξική πάλη. Είναι σοβαρή υπόθεση να μελετήσουμε τις νέες «ράγες» πάνω στις οποίες μπαίνει η χώρα, τους όρους πάλης του εργαζόμενου λαού και τα καθήκοντα του ΚΚΕ(μ-λ) μέσα σε αυτές τις συνθήκες.

Ταυτόχρονα με το «οικονομικό μνημόνιο», είμαστε αντιμέτωποι με το «γεωπολιτικό μνημόνιο», έτσι όπως καθορίζεται από τις επιδιώξεις και τις στοχεύσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και την επικίνδυνη κλιμάκωση του ανταγωνισμού τους στην περιοχή μας. Για πρώτη φορά από το 1996 και την κρίση των Ιμίων, ο ανταγωνισμός των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας έχει πάρει τόσο επικίνδυνο, για τους λαούς, χαρακτήρα, τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Κύπρο. Παράλληλα, οι επιδιώξεις των ιμπεριαλιστών –και ιδιαίτερα των Αμερικάνων– να κλείσουν «εκκρεμότητες» στον χώρο των Βαλκανίων (ΠΓΔΜ), ενώ ξεκινούν με ορμή, δείχνουν στην πορεία να «σκαλώνουν» στις ιδιαίτερες επιδιώξεις της κάθε αστικής τάξης αλλά και στην επιρροή της Ρωσίας στην περιοχή. Όλα τα παραπάνω –και καθώς ο λαός και η νεολαία βρίσκονται στη γωνία, αφοπλισμένοι ιδεολογικά και πολιτικά, με ευθύνη των δυνάμεων που αναφέρονται στην Αριστερά (κοινοβουλευτική – εξωκοινοβουλευτική)– σπρώχνουν το κλίμα σε όλο και πιο αντιδραστική κατεύθυνση, ενισχύοντας τον φασισμό, τον ρατσισμό και τον εθνικισμό.

Από τη μία, η ένταξη του ΣΥΡΙΖΑ στις δυνάμεις της επίθεσης και, από την άλλη, η γενικότερη στάση (μη απάντηση) του μεγαλύτερου μέρους των δυνάμεων της Αριστεράς (κοινοβουλευτικής – εξωκοινοβουλευτικής) διαμόρφωσαν συνθήκες σοβαρής υποχώρησης του κινήματος, παρ’ όλη την όξυνση της επίθεσης και των επιπτώσεών της. Η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο προβληματική από την άρνηση των δυνάμεων αυτών να προωθήσουν τη συγκρότηση αντιπολεμικού-αντιιμπεριαλιστικού κινήματος στη χώρα μας απέναντι στις επεμβάσεις και τους κινδύνους με τους οποίους βρίσκεται αντιμέτωπος ο λαός, με βασική αιτία αυτής της στάσης την πολιτική ουράς απέναντι στην ντόπια αστική τάξη. Αυτή η κατάσταση –της μη απάντησης με μαζικούς όρους κινήματος– και το «μούδιασμα» στις ευρύτερες μάζες των εργαζόμενων έχουν προκαλέσει ερωτήματα, προβληματισμούς, απογοήτευση και μέσα στους χώρους της Αριστεράς.

• Μπαίνοντας στην οικονομική κρίση που συντάραξε και συνεχίζει να συνταράσσει την χώρα, η Οργάνωσή μας είχε διατυπώσει την εκτίμηση ότι οι επιπτώσεις αυτής της κρίσης θα ήταν σοβαρές για κάθε δύναμη που αναφέρεται στην Αριστερά, ότι η πολιτική στάση της κάθε δύναμης θα δοκιμαζόταν σοβαρά και ότι θα επηρεάζονταν σοβαρά τα χαρακτηριστικά της ή θα αναδεικνύονταν τα πραγματικά. Η εκτίμηση αυτή ήταν απόλυτα σωστή και επιβεβαιώθηκε από τη ραγδαία προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ, την αποχώρηση του ΚΚΕ από τα μέτωπα πάλης έτσι όπως ανοίγονταν, τον κυβερνητισμό και τον ακολουθητισμό σε μία σειρά δυνάμεις, τις αυταπάτες του «μεταβατικού προγράμματος». Οι απαιτήσεις, οι γρήγορες εναλλαγές του πολιτικού σκηνικού, οι πιέσεις της επίθεσης, οι νίκες του συστήματος και ο κύκλος της απογοήτευσης και της υποχώρησης που ακολούθησε, δεν άφησαν χωρίς «σημάδια» και τη δική μας οργάνωση. Σήμερα, είναι αναγκαίος ένας απολογισμός μίας αρκετά μεγάλης περιόδου (2007-2018), μέσα στην οποία η οργάνωσή μας, συμβάλλοντας στα μέτωπα πάλης, ανέδειξε τις σημαντικές δυνατότητές της αλλά αντιμετώπισε και προβλήματα που πρέπει να λύσουμε για να προχωρήσουμε.

Αν θέλαμε να ορίσουμε την κεντρική κατεύθυνση της 9ης Συνδιάσκεψης, αυτή είναι να ΚΟΙΤΑΞΟΥΜΕ ΜΠΡΟΣΤΑ ως Οργάνωση σε όλα τα επίπεδα. Από την πολιτική και ιδεολογική μας συγκρότηση με το περίγραμμα των θέσεων της 7ης και 8ης Συνδιάσκεψης, από τις εκτιμήσεις μας για την περίοδο σήμερα και τα καθήκοντά μας, από την ανάπτυξη της δουλειάς μας στην εργατική τάξη, τη νεολαία, τις συνοικίες, από την ενίσχυση των μετωπικών σχημάτων μας, από τη συγκρότηση και τα προβλήματα της Λαϊκής Αντίστασης-ΑΑΣ.

Στη βάση των παραπάνω, η ημερήσια διάταξη της 9ης Συνδιάσκεψης διαμορφώνεται στα ζητήματα:

Οι διεθνείς εξελίξεις, η διάταξη και ο ανταγωνισμός των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, και η πάλη των λαών.

Οι εξελίξεις στη χώρα μας, το πλαίσιο εξάρτησης και εκμετάλλευσης, η όξυνση της αντιπαράθεσης σε Βαλκάνια – Αιγαίο – Κύπρο, ο ρόλος των αστικών πολιτικών δυνάμεων, η κατάσταση στην Αριστερά, τα μέτωπα πάλης του λαού και τα καθήκοντά μας.

Απολογισμός (2007-2018) της Οργάνωσης και εκλογή νέου Καθοδηγητικού Οργάνου.

Παράρτημα

Για το ζήτημα των Ελληνοτουρκικών σχέσεων

Η επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα έφερε ξανά στο προσκήνιο τις ελληνοτουρκικές αντιθέσεις. Βεβαίως, αυτό που απασχόλησε το σύνολο του πολιτικού προσωπικού και των ΜΜΕ, ήταν η «τουρκική επιθετικότητα» και το κατά πόσο ήταν έτοιμη η κυβέρνηση να την αντιμετωπίσει. Εύλογο και εξηγήσιμο. Αυτό που δεν είναι εύλογο -αν και εξηγήσιμο- είναι ότι και δυνάμεις που αναφέρονται στην αριστερά περιορίστηκαν στις ίδιες κατά βάση διαπιστώσεις, όπως φαίνεται και από την ανακοίνωση του ΚΚΕ: «στην πράξη, η επίσκεψη που προετοίμασε η κυβέρνηση ΣυΡιζΑ-ΑνΕλ, αναβάθμισε τις διεκδικήσεις της Τουρκίας σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας».

Θεωρώντας (όπως και ο σύντροφος Η.Μ. του Μ-Λ ΚΚΕ, 6/12/2017) ότι τα ζητήματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη ζωή και το μέλλον του λαού μας, θα συνοψίσω τα –κατά τη γνώμη μου- επίμαχα ζητήματα στα παρακάτω ερωτήματα. Να σημειώσω ακόμη την αναγκαιότητα να οριστεί άμεσα συγκεκριμένη ημερομηνία σύγκλησης της πανελλαδικής σύσκεψης της ΛΑ-ΑΑΣ, για να συζητηθούν τα σημαντικά ζητήματα που αναδείχθηκαν μέσα από το διάλογο (και αυτό των ελληνοτουρκικών σχέσεων), γιατί η παραπομπή της στο απροσδιόριστο μέλλον δε βοηθάει τη Συνεργασία.

1. Ποιο το έδαφος επάνω στο οποίο εδράζονται οι ελληνοτουρκικές σχέσεις; Ποιοι κίνδυνοι υπάρχουν;

2. Είναι υπαρκτό ή όχι το δίπολο «επιθετική – αμυντική αστική τάξη»;

3. Υπάρχουν εθνικά θέματα και ποια είναι αυτά;

4. Ποια καθήκοντα αναδεικνύονται για το λαό, την αριστερά, τη ΛΑ-ΑΑΣ;

Θα προσπαθήσω να απαντήσω συνοπτικά στα ερωτήματα αυτά:

1. Οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις προσδιορίζονται από τις αντιθέσεις των δύο αστικών τάξεων. Αντιθέσεις και επιδιώξεις κυριαρχίας και αναζήτησης αναβαθμισμένου ρόλου στην περιοχή, στο Αιγαίο, στην Κύπρο, στην Ανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια. Αυτές οι επιδιώξεις είναι μόνιμες, ανταγωνιστικές και ασυμβίβαστες και σ’ αυτές υπάγονται όλα τα επιμέρους ζητήματα που ανακύπτουν κατά περιόδους.

Χρωματίζονται από το καθεστώς της εξάρτησης που βαραίνει τις δύο χώρες και φορτίζονται από το πώς τις χρησιμοποιούν οι ιμπεριαλιστές για να διαιωνίζουν τον έλεγχό τους στην περιοχή. Συναρτώνται άμεσα και καθοριστικά από τους όρους που θέτουν οι ανταγωνισμοί των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων γενικά και κυρίως στην περιοχή.

Έχουμε δηλαδή ένα σύνολο παραγόντων που προσδιορίζουν ένα συνεχή κίνδυνο εντάσεων έως και πολεμικών εμπλοκών, γενικότερα ειρήνης και ζωής για τους λαούς των δύο χωρών.

2. Από φύση και χαρακτήρα και οι δύο αστικές τάξεις είναι επιθετικές. Ο βαθμός εκδήλωσης της επιθετικότητάς τους καθορίζεται από τον μεταξύ τους συσχετισμό, από το αν αυτή η επιθετικότητα έχει, ή θεωρηθεί ότι έχει τη στήριξη των κυρίαρχων ιμπεριαλιστών και γενικότερα από τις σχέσεις που αναπτύσσονται κάτω από το καθεστώς της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης.

Δεν είναι λοιπόν «προνόμιο» της τουρκικής άρχουσας τάξης η διεκδίκηση διευρυμένου ρόλου, αλλά και της αντίστοιχης ελληνικής. Ούτε η ελληνική αστική τάξη απαντάει στην (υπαρκτή) «επεκτατική πολιτική της τούρκικης αντίδρασης» απλώς με «Φαναριώτικη αναπόληση» όπως αναφέρει ο σύντροφος Η.Μ. Αυτή η «αναπόληση» έχει συγκεκριμένη πολιτική έκφραση και πράξη. Εκφράστηκε διαχρονικά στο ζήτημα της Κύπρου και κατέληξε στο πραξικόπημα του Ιωαννίδη, σαν πρόθεση επέκτασης της ελληνικής κυριαρχίας στην Κύπρο, όπου συνάντησε την τουρκική επιθετικότητα που εκτός των άλλων πήρε την έμπρακτη υποστήριξη των ΗΠΑ και μετατράπηκε σε στρατιωτική κατοχή του 40% του νησιού. Εκφράζεται και σήμερα μέσα από τους (αμερικανόπνευστους) αντιδραστικούς άξονες με το κράτος-δολοφόνο του Ισραήλ και τη χούντα της Αιγύπτου, με αναφορές στο στρατιωτικό, ενεργειακό και τεχνολογικό επίπεδο και στόχο (με τις ευλογίες των ιμπεριαλιστών) την αλλαγή των συσχετισμών σε βάρος της ανταγωνίστριας Τουρκίας. Δεν έχει λοιπόν κανένα λόγο το λαϊκό κίνημα της χώρας μας να βάλει την αστική «του» τάξη στη θέση του «πιεζόμενου», του «αμυνόμενου» ή του «ενδοτικού» έναντι της τουρκικής επιθετικότητας.

3. Φυσικά και υπάρχουν εθνικά θέματα (με ή χωρίς εισαγωγικά, είναι υπαρκτά και κρίσιμα). Υπάρχει ζήτημα ασφάλειας του λαού και της χώρας μέσα στα δοσμένα σύνορά της. Υπάρχει ζήτημα ειρήνης, κίνδυνος εμπλοκής σε περιπέτειες έως και πολεμικές. Υπάρχει ζήτημα υποταγής στις υπαγορεύσεις των ιμπεριαλιστών και των κινδύνων που αυτό συνεπάγεται. Υπάρχει ζήτημα αποτίναξης των δεσμών της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης. Υπάρχει ζήτημα εκχώρησης (από την αστική τάξη) κυριαρχικών δικαιωμάτων προς τους ιμπεριαλιστές.

Μόνο που όλα αυτά δεν υπάρχουν στη βάση της τουρκικής επιθετικότητας (όπως αναφέρει ο σύντροφος Η.Μ.), αλλά και της αντίστοιχης της ελληνικής αστικής τάξης και πάνω απ’ όλα στη βάση του ρόλου που παίζουν οι ιμπεριαλιστές στις δύο χώρες και στην περιοχή. Είναι εντυπωσιακό ότι στο σύνολο των ζητημάτων που αναδεικνύονται σαν ελληνοτουρκικές διαφορές ο σύντροφος Η.Μ. δεν διακρίνει ούτε ίχνος απαίτησης ή διεκδίκησης από την πλευρά της ελληνικής αστικής τάξης. Παρόλο που αναφέρεται σε υπαρκτές αντιθέσεις των δύο αστικών τάξεων, αυτές συγκεκριμενοποιούνται μόνο σαν αποτέλεσμα της τουρκικής επιθετικότητας. Ακόμη, παραβλέπεται ο ιμπεριαλιστικός παράγοντας που υποδαυλίζει και εκμεταλλεύεται τις αντιπαραθέσεις των δύο αστικών τάξεων και υποβαθμίζονται οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν για το λαό μας (και για τον τούρκικο λαό).

4. Εχθρός μας λοιπόν είναι οι επικυρίαρχοι ιμπεριαλιστές ΗΠΑ-ΕΕ και η εξαρτημένη αστική «μας» τάξη. Ενάντια σ’ αυτούς οφείλουμε να προσανατολίσουμε τον αγώνα μας. Ενάντια στο καθεστώς της εξάρτησης και τους φορείς της εκμετάλλευσης και υποτέλειας. Ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο. Ενάντια στο σοβινισμό και τον εθνικισμό της «δικιάς μας» αστικής τάξης, όπως φυσικά και της τούρκικης.

Πρώτιστο καθήκον η πάλη ενάντια σε οποιαδήποτε ενέργεια οδηγεί σε κλιμάκωση της έντασης, φέρνει πιο κοντά τον κίνδυνο του πολέμου και ευνοεί την ιμπεριαλιστική παρέμβαση. Θεωρούμε τα σύνορα (σε γη, αέρα και θάλασσα), έτσι όπως έχουν προκύψει μέσα από τη συγκρότηση των δύο κρατών (στη βάση συνθηκών ή «τοπικού εθίμου», όπως έγινε με τα 10 μίλια του εναέριου χώρου) απαραβίαστα. Η θέση αυτή εναντιώνεται και στις τούρκικες επιδιώξεις (γκριζάρισμα του Αιγαίου, συνθήκη της Λωζάννης κλπ), αλλά και στις αντίστοιχες ελληνικές, όπως η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια. Και φυσικά είναι σε πλήρη αντίθεση με τις επιδρομές των ιμπεριαλιστών που διαλύουν σύνορα και τεμαχίζουν χώρες. Κατ’ αντίστοιχο τρόπο είμαστε αντίθετοι με τους αντιδραστικούς άξονες με Ισραήλ-Αίγυπτο-Κύπρο, όχι μόνο επειδή καθοδηγούνται από τους αμερικανούς ιμπεριαλιστές και στρέφονται ενάντια στους λαούς της περιοχής, αλλά και επειδή μαζί με το βάθεμα της εξάρτησης τροφοδοτούν την αντιπαράθεση και την ένταση με την αστική τάξη της Τουρκίας. Τέλος στην επιδίωξη της αστικής τάξης της χώρας μας –μέσα από την αναζήτηση ιμπεριαλιστικής υποστήριξης- να ανακηρύξει τις ελληνικές ΑΟΖ, δε βλέπουμε την υλοποίηση ενός «κυριαρχικού δικαιώματος», αλλά ένα μίγμα επιθετικότητας-τυχοδιωκτισμού και υποτέλειας, που σαν τέτοιο πρέπει να καταγγελθεί. Κι ακόμη ένα ζήτημα στη βάση του οποίου οι ιμπεριαλιστές επιβάλλουν τον έλεγχο και την κυριαρχία τους στην περιοχή.

Η πάλη για την ειρήνη, η πάλη για τη ζωή και τα δικαιώματα των λαών, των εθνοτήτων και των μειονοτήτων είναι υπόθεση των ιδίων, που θα τα υπερασπίσουν και θα τα διεκδικήσουν κόντρα στην αστική «τους» τάξη και τον ιμπεριαλισμό.

Στέφανος Χατζησάββας -ΛΑ-ΑΑΣ Ξάνθης

17-12-2017

Αναζήτηση
Κατηγορίες
Βιβλιοπωλείο-Καφέ

Γραβιάς 10-12 - Εξάρχεια
Τηλ. 210-3303348
E-mail: ett.books@yahoo.com
Site: ektostonteixon.gr