Τελικά τα ξημερώματα της περασμένης Κυριακής 24 Νοεμβρίου, στην έδρα του ΟΗΕ στη Γενεύη της Ελβετίας, υπογράφηκε προσωρινή συμφωνία διάρκειας έξι μηνών ανάμεσα στο Ιράν και τη γνωστή ως Ομάδα των 5+1 (δηλαδή τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ -ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Γαλλία, Αγγλία- και η Γερμανία) όσον αφορά τον περιορισμό του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν και τη συνδεόμενη με αυτόν ελάφρυνση των κυρώσεων εις βάρος του από τις ΗΠΑ, την ΕΕ αλλά και τον ΟΗΕ.
Η συμφωνία και οι «ερμηνείες» της
Τα βασικά σημεία της συμφωνίας περιλαμβάνουν από τη μεριά της ιρανικής ηγεσίας τον περιορισμό του εμπλουτισμού του ουρανίου στις πυρηνικές εγκαταστάσεις της χώρας έως το 5%, να εξουδετερώσει όλο το εμπλουτισμένο σε ποσοστό 20% ουράνιο που το Ιράν έχει αποθηκευμένο, να μην κατασκευάσει νέους φυγοκεντρητές (νέας γενιάς), να διακόψει τις εργασίες στο πυρηνικό εργοστάσιο παραγωγής πλουτωνίου στο Αράκ (καθώς και να παραδώσει όλα τα στοιχεία σχετικά με τη λειτουργία του) και να μην κατασκευάσει νέο ανάλογο εργοστάσιο. Τέλος, να επιτρέψει την καθημερινή, απρόσκοπτη και απροειδοποίητη πρόσβαση των επιθεωρητών της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας (AIEA) στις πυρηνικές εγκαταστάσεις εμπλουτισμού στη Νατάνζ και τη Φόρντο.
Από την πλευρά τους, οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και ειδικότερα οι δυτικές συναίνεσαν σε μια «περιορισμένη, προσωρινή, στοχευμένη» άρση των κυρώσεων, που εκτιμάται περίπου σε 7 δισ. δολάρια καθώς και δεσμεύτηκαν να μην προβούν σε νέες κυρώσεις, με την προϋπόθεση το Ιράν να μην παραβεί τις δεσμεύσεις του.
Πριν στεγνώσει το μελάνι της συμφωνίας, εκφράστηκαν και δύο διαφορετικές ερμηνείες της, από τις ΗΠΑ (και τη «Δύση») από τη μια και από το Ιράν από την άλλη. Ο μεν αμερικανός ΥΠΕΞ, Τζον Κέρι, δήλωσε πως «το πρώτο στάδιο της συμφωνίας δεν λέει ότι το Ιράν έχει δικαίωμα στον εμπλουτισμό ουρανίου, παρά τις διάφορες ερμηνείες». Από την πλευρά της η Τεχεράνη δηλώνει ότι αυτό αναγνωρίζεται, ερμηνεύοντας την αναφορά που γίνεται στη συμφωνία όσον αφορά τον περιορισμό του εμπλουτισμού ουρανίου στο 5% σαν έμμεση και de facto αναγνώριση αυτού του δικαιώματος. Ουσιαστικά… και οι δύο πλευρές έχουν δίκιο! Διότι επειδή ακριβώς αυτή η συμφωνία είναι αποτέλεσμα συμβιβασμού, δίνει τη δυνατότητα, όχι μόνο από αυτά που αναφέρει αλλά και από αυτά που δεν αναφέρει, στην κάθε πλευρά να την ερμηνεύει σύμφωνα με την οπτική και τα συμφέροντά της.
Έτσι, ο Τζον Κέρι συμπλήρωσε με νόημα πως αυτό που λέει το κείμενο της συμφωνίας είναι πως στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης συμφωνίας, και εφόσον φτάσουμε σε αυτήν, το Ιράν θα έχει το δικαίωμα στην ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας, γεγονός που προϋποθέτει ένα πρόγραμμα εμπλουτισμού που θα καθοριστεί μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών. Ουσιαστικά, ο αμερικανός ΥΠΕΞ παρακάμπτει το γεγονός ότι πράγματι υπάρχει μια de facto αναγνώριση αυτού του δικαιώματος του Ιράν με την υπογεγραμμένη συμφωνία, για να τονίσει προς την ιρανική ηγεσία ότι η νομιμοποίηση και ανοιχτή αναγνώριση του ιρανικού δικαιώματος στον εμπλουτισμό ουρανίου περνάει μέσα από την… Ουάσιγκτον και πάντως με την προϋπόθεση το Ιράν να επιμείνει στην κατεύθυνση συμβιβασμού και συνδιαλλαγής με τη Δύση.
ΗΠΑ: μπροστά σε στρατηγικούς επανασχεδιασμούς για τη Μέση Ανατολή;
Είναι φανερό πως αυτήν τη συμφωνία την προώθησαν με κάθε τρόπο οι επιτελείς του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Και δεν χρειαζόμασταν τις «αποκαλύψεις» για μυστικές επαφές των υπουργών Εξωτερικών και άλλων υψηλόβαθμων παραγόντων των Αμερικανών και των Ιρανών για να το καταλάβουμε. Σημειωτέον ότι αυτές οι μυστικές επαφές ξεκίνησαν τον Ιούνιο, πριν από τις ιρανικές εκλογές, δηλαδή επί πρωθυπουργίας Αχμαντινετζάντ, και επιταχύνθηκαν μετά τη νίκη του «μετριοπαθούς μεταρρυθμιστή» Ροχανί. Για να επισημοποιηθούν, όπως έχουμε γράψει, με αφορμή την πρόσφατη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Οι ΗΠΑ, λοιπόν, πίεζαν όλο το προηγούμενο διάστημα, και πίεζαν σε κάθε κατεύθυνση (φανερή και κρυφή) και ξεπερνώντας μια σειρά εμπόδια. Με αυτό το τελευταίο δεν εννοούμε την έτσι κι αλλιώς σκληρή διαπραγμάτευση με την ιρανική ηγεσία, αλλά τις… γαλλικές αντιρρήσεις που είχαν τινάξει στον αέρα έναν προηγούμενο κύκλο επαφών, αλλά και τη δυσαρέσκεια του Ισραήλ όπως και μιας σειράς καθεστώτων της περιοχής (π.χ. Σαουδική Αραβία) για την οποία –εντάξει, γνωρίζουν ποιος είναι το αφεντικό αλλά ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος πώς μπορεί να εκφραστεί. Αυτά από τους «φίλους και συμμάχους». Από την άλλη, τα βήματα προσέγγισης έπρεπε να είναι τέτοια που να μη δίνουν στον αναβαθμισμένο από την πρόσφατη επιτυχία του στο Συριακό ρώσικο ιμπεριαλισμό να βάλει σφήνες σε μια συμφωνία που ανοίγει προοπτικές που δεν τις καλοβλέπει.
Και φυσικά αυτή η σημαντική απόφαση για άνοιγμα δρόμων συνεννόησης με το Ιράν είχε, έχει και θα έχει να αντιμετωπίσει ένα τμήμα της ίδιας της αμερικανικής αστικής ιμπεριαλιστικής τάξης και του πολιτικού της προσωπικού που, όπως επανειλημμένα έχουμε αναφέρει, στο δίλημμα κυριαρχία ή ηγεμονία επιλέγει την πρώτη. Και στο πεδίο της Μέσης Ανατολής έχει συναρθρώσει-συνδέσει αυτήν την επιλογή με μια δυναμική αν όχι στρατιωτική αντιμετώπιση του Ιράν. Οπότε θεωρεί αυτού του είδους τις επιλογές της αμερικανικής ηγεσίας (όπως και την πρόσφατη για τη Συρία που αποδέχτηκε τη ρώσικη πρόταση που όμως είχε κάνει ο… Κέρι) τουλάχιστον προβληματικές για τις στρατηγικές επιδιώξεις των ΗΠΑ.
Αυτή η αποφασιστικότητα λοιπόν με την οποία κινήθηκε η Ουάσιγκτον μπορεί να νοηθεί μόνο σε συνάρτηση με μια ευρύτερη προσπάθεια από την πλευρά της να μπει σε μια τροχιά άρσης των σοβαρών προβλημάτων, έως και αδιεξόδων, που συναντούσε το ξεδίπλωμα των στρατηγικών της κατευθύνσεων στην περιοχή και όχι μόνο. Διότι στο («παλιό» πια) βάλτωμα στο Ιράκ, οι αραβικές εξεγέρσεις πρόσθεσαν «αταξία», «ανισορροπία» και δημιούργησαν –το λιγότερο- νέες, πιο περίπλοκες παραμέτρους στις σχέσεις-αντιθέσεις-συσχετισμούς μεταξύ των κρατών στην περιοχή, που επηρεάζουν σοβαρά και τη δράση του αμερικανικού παράγοντα, ενώ σαν τελευταίο ηχηρό καμπανάκι λειτούργησαν και οι εξελίξεις γύρω από το συριακό ζήτημα, που πιθανά επιτάχυνε σκέψεις και σχεδιασμούς.
Ήδη αναλυτές αναφέρουν πως αυτή η συμφωνία ανοίγει το δρόμο για μια σε βάθος επαναπροσέγγιση ΗΠΑ-Ιράν. Όχι ότι είναι εύκολο, όπως δεν θα είναι εύκολο και το προχώρημα της προσωρινής αυτής συμφωνίας και πολύ περισσότερο η επίτευξη μιας μόνιμης συμφωνίας. Ο Ομπάμα στις δηλώσεις του αμέσως μετά τη συμφωνία ανέφερε πως αυτή είναι το πρώτο σημαντικό βήμα για την επίλυση του θέματος που αφορά το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, επισημαίνοντας ωστόσο πως υπάρχουν ακόμη «τεράστια προσκόμματα» στο θέμα αυτό. Αλλά τα έως τώρα δεδομένα δείχνουν πως ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός θέλει να κινηθεί σε μια τέτοια τροχιά, με προσεκτικά και σταθερά βήματα. Μια τέτοια εξέλιξη στην κατάληξή της, συνιστά μια εκ βάθρων ανατροπή των δεδομένων που υπήρχαν στην περιοχή και θα προκαλέσει γεωπολιτικούς σεισμούς μεγάλων διαστάσεων. Διότι το κέρδισμα του Ιράν από τις ΗΠΑ, έστω και με μια ενδιάμεση περίοδο ευμενούς ουδετερότητάς του απέναντι στις ΗΠΑ, θα προσέδιδε άλλες πολλαπλάσιες δυνατότητες στους αμερικανικούς στρατηγικούς σχεδιασμούς (περίσφυξη Ρωσίας και Κίνας, στρίμωγμα Ευρωπαίων κ.λπ.).
Ιρανική ηγεσία: κινείται με κύριο γνώμονα τις φιλοδοξίες
Όσον αφορά το Ιράν, γράψαμε πρόσφατα και επιμένουμε πως ένα τμήμα της ηγεσίας του εκτιμά πως η παραπέρα προώθηση της χώρας τους σαν περιφερειακής δύναμης με αυξημένο ρόλο και θέση περνά μέσα από τη συνεννόηση με τον… σατανά. Γιατί δεν είναι μόνο πως «δεν φτάνει» η σχέση με τη Ρωσία για μια τέτοια αναβάθμιση. Αλλά και γιατί η Ρωσία αποτελεί, όπως έχει επισημάνει ο Ζ. Μπρεζίνσκι, φυσικό ανταγωνιστή του Ιράν στην περιοχή, κάτι που θα εκφράζεται ολοένα και περισσότερο ενόσω η Ρωσία ανασυγκροτείται. Συμπληρωματικά και ενισχυτικά αυτής της προσέγγισης της ιρανικής ηγεσίας με τις ΗΠΑ λειτούργησε η άρση των κυρώσεων που, αν και δεν ομολογούνταν, είχε φέρει την ιρανική κοινωνική και οικονομική κατάσταση στα πρόθυρα ασφυξίας. Έτσι οι κυρώσεις λειτουργούσαν πολλαπλασιαστικά στις επιπτώσεις της παγκόσμιας κρίσης που είχαν αρχίσει να εκφράζονται με έντονο τρόπο, δημιουργώντας φόβους για αποσταθεροποίηση του καθεστώτος. Δεν πρέπει να ήταν έξω από τις σκέψειες της ιρανικής ηγεσίας ότι ένα τέτοιο έδαφος θα δημιουργούσε συνθήκες για λαϊκές αντιδράσεις οι οποίες θα μπορούσαν να γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης από τις ΗΠΑ. Άρα οι κυρώσεις αποτελούσαν επίσης έναν εκβιασμό, αλλά και μια διαρκή υπενθύμιση των ορίων που μπορεί η Δύση, και πιο συγκεκριμένα οι ΗΠΑ, να βάλουν στις φιλοδοξίες της ιρανικής ηγεσίας. Με βάση τα προηγούμενα, δεν μας βρίσκουν σύμφωνους ερμηνείες που τοποθετούν σαν κύριο χαρακτηριστικό στη στάση του Ιράν το κέρδισμα χρόνου.
Ευρωπαϊκές συμφωνίες και δυσαρέσκειες – Η στάση της «Ανατολής»
Ο εγγλέζικος ιμπεριαλισμός στοιχήθηκε πιο εύκολα απ’ ό,τι το κάνει τελευταία στην επιλογή των αμερικανών επιτελών για επίτευξη συμφωνίας. Η πάλαι ποτέ αποικιοκράτιδα δύναμη, ευελπιστεί πως ανοίγονται ρόλοι και θέσεις για να παίξει και αυτή στο παιχνίδι της Μέσης Ανατολής. Την ίδια θετική στάση κράτησε και η Γερμανία, που θεωρεί, με δεδομένο ότι παραμένει (παρά τη χαλάρωση του πλαισίου που έχει πετύχει τα τελευταία χρόνια) στρατηγικά ακρωτηριασμένη και υπό επιτήρηση, ότι ευνοείται όταν το παιχνίδι μετατοπίζεται από το στρατιωτικό στο διπλωματικό-οικονομικό.
Αντίθετα ο γαλλικός ιμπεριαλισμός μπορεί να μην έδειξε τη δυσαρέσκειά του, εφαρμόζοντας το γαλλικό άλλωστε σαβουάρ βιβρ, αλλά ήταν εμφανής η προσπάθειά του διαμέσου του υπουργού των Εξωτερικών του να προσδώσει στη συμφωνία λίγο γαλλικό άρωμα. Που όμως δεν αναιρεί το πραγματικό γεγονός πως, ακόμα και αν λήφθηκαν υπόψη κάποιες γαλλικές ανησυχίες, η συμφωνία επετεύχθη παρά τη θέληση της Γαλλίας. Και συνιστά άρα ένα δεύτερο, μετά το άδειασμα στο Συριακό, πλήγμα της γαλλικής ιμπεριαλιστικής πολιτικής.
Από την άλλη πλευρά, τόσο η Ρωσία όσο και η Κίνα χαιρέτισαν τη συμφωνία. Μάλιστα ο ρώσος ΥΠΕΞ Λαβρόφ ανέφερε χαρακτηριστικά πως «δεν υπάρχουν χαμένοι». Αυτό το τελευταίο μάλλον αποτελεί μια διπλωματική έκφραση της αμηχανίας και των σοβαρών προβληματισμών του ρώσικου ιμπεριαλισμού. Διότι αυτός γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα τι προοπτικές μπορεί να ανοίξει μια επαναπροσέγγιση ΗΠΑ-Ιράν, προοπτικές που θα δυναμιτίσουν τις ρώσικες προσπάθειες αντιαμερικανικής συνεργασίας στην περιοχή που χρονολογούνται εδώ και πάνω από δέκα χρόνια.
Ισραήλ, μοναρχίες του Κόλπου, καθεστώτα της περιοχής
Η πιο ηχηρή και κάθετη καταδίκη της συμφωνίας υπήρξε, όπως ήταν αναμενόμενο, από το Ισραήλ. Έχοντας οικοδομήσει μια πολιτική που θέτει την εξουδετέρωση του Ιράν στο επίκεντρο μιας οποιασδήποτε περιφερειακής διευθέτησης στο χώρο της Μέσης Ανατολής, η συμφωνία αυτή ήταν ό,τι χειρότερο μπορούσε να υπάρξει για την προβοκατόρικη και ακραία αντιδραστική ισραηλινή ηγεσία. Δεν είναι λοιπόν παράξενο που η ηγεσία αυτή μίλησε για «διπλωματική νίκη του Ιράν», εκτοξεύοντας για μια ακόμη φορά τις στρατιωτικές απειλές της προς την Τεχεράνη. Νομίζουμε όμως ότι αυτή η στάση εμπεριέχει και την «ανάγνωση» των επόμενων βημάτων. Δηλαδή η ισραηλινή στάση δεν εμφορείται απλά από μια εμμονική αντιιρανική πολιτική, αλλά αντιλαμβάνεται πως μια επαναπροσέγγιση ΗΠΑ-Ιράν θα αλλάξει το ειδικό βάρος του Ισραήλ στη Μέση Ανατολή.
Ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός ωστόσο απαίτησε, και αυτό έγινε δεκτό, χαμήλωμα των τόνων από την πλευρά του Ισραήλ. Ταυτόχρονα οι, ΗΠΑ διά στόματος Ομπάμα, εγγυήθηκαν για πολλοστή φορά την «ασφάλεια του Ισραήλ», κάνοντας όμως σαφές προς τη σημερινή ισραηλινή ηγεσία το ποιος είναι αυτός που χαράζει τα βήματα πυρηνικής αποτροπής του Ιράν.
Σφόδρα δυσαρεστημένη για τη συμφωνία είναι και η Σαουδική Αραβίς, που βλέπει σ’ αυτήν τις δυνατότητες που ανοίγονται στον μεγάλο ανταγωνιστή της στην περιοχή, το Ιράν, εάν και εφόσον τα πράγματα εξελιχθούν προς τα εκεί. Από κει και πέρα, Κουβέιτ και Κατάρ, κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία, χαιρέτισαν τη συμφωνία παρά τις ανησυχίες τους, ενώ πιο ένθερμοι υποστηρικτές της εμφανίστηκαν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν.
Η Συρία επικρότησε τη συμφωνία, θεωρώντας τη μια επιπλέον συμβολή στη διπλωματική λύση του δικού της ζητήματος. Άλλωστε, παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, συνεχίζονταν οι συζητήσεις μεταξύ υψηλόβαθμων αξιωματούχων των ιμπεριαλιστών για την προετοιμασία της Γενεύης ΙΙ όσον αφορά το συριακό ζήτημα, στην ομώνυμη πόλη. Ακόμα και η Τουρκία χαιρέτισε τη συμφωνία και προσπαθεί να βρει ρόλο και θέση στις ανακατατάξεις που κυοφορούνται στην περιοχή.
Τι μέλλει γενέσθαι;
Θα ήμασταν αφελείς αν πιστεύαμε πως αυτή η συμφωνία θα περπατήσει απρόσκοπτα. Ήδη έχουμε σημάδια πριν από τη συμφωνία που δείχνουν πως η επέμβαση των ιμπεριαλιστών στην περιοχή της Μέσης Ανατολής έχει ενεργοποιήσει μια σειρά δυνάμεις που -είτε κινούνται σαν άμεσα ενεργούμενα των ιμπεριαλιστών ή περιφεριακών δυνάμεων (ή και των δύο) είτε έχουν και μια σχετική αυτονομία- αποδεικνύουν πως το κουβάρι στην περιοχή είναι αρκετά μπλεγμένο για να λυθεί εύκολα.
Μία μέρα πριν από την επανέναρξη των συνομιλιών για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα (που κατέληξε στη συμφωνία της 24 Νοέμβρη) είχαμε τη βομβιστική επίθεση στην ιρανική πρεσβεία της λιβανικής πρωτεύουσας από εξτρεμιστές σουνίτες που έχουν σχέση με Αλ Κάιντα και λέγεται ότι χρηματοδοτούνται από Σαουδική Αραβία. Δύο μέρες μετά ήλθε η επίθεση με όλμους κατά της Σαουδικής Αραβίας από ιρακινή σιιτική οργάνωση που λέγεται ότι έχει επαφές και με το Ιράν. Παράλληλα έχουμε το σοβαρό διπλωματικό επεισόδιο Τουρκίας–Αιγύπτου που οδήγησε στην εκατέρωθεν απέλαση των πρεσβευτών τους, ενώ συνεχίζει να παράγει εξελίξεις και αντιθέσεις η χαίνουσα πληγή της Συρίας. Αυτά λοιπόν που επισημαίνουμε για αυτό το εύφλεκτο και ταυτόχρονα μπλεγμένο κουβάρι της Μέσης Ανατολής, μιας περιοχής που συγκεντρώνει πάνω της τις αλληλοδιασταυρούμενες και αντιθετικές επιδιώξεις ιμπεριαλιστών και περιφερειακών δυνάμεων, αναδεικνύουν το εξής απλό και ταυτόχρονα πολύ σύνθετο και απρόβλεπτο: ότι οι εξελίξεις σε καμία των περιπτώσεων δεν θα είναι «ομαλές»… Και ανοίγουν μια προοπτική έντονων ανακατατάξεων και ταυτόχρονα έναν νέο, ακόμα πιο επικίνδυνο για τους λαούς, κύκλο ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.