Άρθρο από την Προλεταριακή Σημαία (φύλλο 885)
Μέχρι τις 31 Γενάρη παρατάθηκε και πάλι η υποχρεωτική τηλεργασία για το 50% των εργαζομένων που απασχολούνται σε ιδιωτικές και δημόσιες υπηρεσίες, ενώ μαζί με τη νέα παράταση ακολουθούν πλήθος δημοσιευμάτων καθώς και προτάσεις κυβερνητικών και εργοδοτικών φορέων για μονιμοποίηση του θεσμού της τηλεργασίας έπειτα και το τέλος του κορωνοϊού.
Όπως έχουμε αναφέρει πολλές φορές και στο παρελθόν, και όπως πλέον αποδεικνύεται μέσα από καταγγελίες των ίδιων των εργαζομένων, η τηλεργασία δεν αποτελεί μέτρο της κυβέρνησης για την πρόληψη από τον κορωνοϊό, αλλά ακόμα ένα μέσο ελαστικοποίησης-εντατικοποίησης της εργασίας και χτυπήματος των εργασιακών σχέσεων. Αρχικά, το κόστος εξοπλισμού (ρεύμα, ίντερνετ, Η/Υ, ψύξη/θέρμανση) το επωμίζονται τόσους μήνες οι ίδιοι οι εργαζόμενοι χωρίς καμία οικονομική κάλυψη από τους εργοδότες, με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι όχι μόνο να παίρνουν μισθούς πείνας για τη δουλειά που κάνουν, αλλά και να πληρώνουν για να μπορούν να εργαστούν. Από την άλλη, η στάση των εργοδοτών είναι τόσο ξεδιάντροπη, που πλέον απολύουν τους εργαζόμενους, αν ο εξοπλισμός, που διαθέτουν με προσωπική μέριμνα και μόνο, παρουσιάζει προβλήματα και δεν τους «καλύπτει» (βλ. απόλυση εργαζομένου στην εταιρία iCall Services επειδή δεν διέθετε γρήγορο ίντερνετ).
Η τηλεργασία επιφέρει ισχυρό χτύπημα και στο ωράριο των εργαζομένων καθώς και στους εργασιακούς όρους. Στην ουσία, ο προσωπικός χώρος μετατρέπεται πλέον σε χώρο δουλειάς και επομένως οι εργαζόμενοι καλούνται, κάτω απ’ την απειλή της απόλυσης, να είναι διαθέσιμοι ανά πάσα στιγμή και να μπορούν να εργαστούν εκτός ωραρίου και πολλές φορές έκτακτα για το «καλό» της επιχείρησης. Διαφορετικά, εάν δεν υπακούσουν, αξιολογούνται αρνητικά από τους προϊσταμένους καθώς δεν δείχνουν «υπερβάλλοντα ζήλο» και μπορούν είτε να τους μειώσουν το μισθό είτε να τους απολύσουν. Επιπλέον, ασαφές παραμένει από την κυβέρνηση τι θα ισχύει (μετά από μισό χρόνο τηλεργασίας) αν ένας εργαζόμενος πάθει εργατικό ατύχημα σε ώρα τηλεργασίας, είτε αν νοσήσει από κορωνοϊό. Η ασάφεια βέβαια συνεχίζει να υπάρχει έτσι ώστε να μπορεί η εργοδοσία να αποποιηθεί την ευθύνη που φέρει για την ασφάλεια και την προστασία της υγείας των εργαζομένων.
Σημαντικό σημείο αποτελεί το χτύπημα στις συνδικαλιστικές ελευθερίες. Η απομόνωση των εργαζομένων καθώς και η μη συνύπαρξη στον ίδιο χώρο καθιστούν ακόμα πιο δύσκολη τη συνδικαλιστική δράση. Οι εργαζόμενοι, μη έχοντας κοινό εργασιακό χώρο, δεν μπορούν να πάρουν εύκολα αποφάσεις αγώνα και να διεκδικήσουν καλύτερους όρους δουλειάς. Ακόμη και να καταλήξει το σωματείο τους σε απεργία και το κτίριο της επιχείρησης ή της δημόσιας υπηρεσίας κλείσει, η τηλεργασία λύνει και πάλι τα χέρια της εργοδοσίας, καθώς η δουλειά μπορεί να συνεχίσει απρόσκοπτα από τους απεργοσπάστες, μη επιφέροντας σε πρώτο επίπεδο τουλάχιστον, κάποιο πλήγμα στους εργοδότες.
Σε σύνδεση με όλα τα παραπάνω, πληθαίνουν τα φαινόμενα της εργοδοτικής αυθαιρεσίας, τόσο όσον αφορά το καθεστώς της αναστολής και εκ περιτροπής εργασίας όσο και τη δυνατότητα λήψης άδειας ειδικού σκοπού. Η κυβέρνηση έχει στρώσει το έδαφος στους εργοδότες με τις απανωτές ΠΝΠ και ΚΥΑ και τα γνωστά «παραθυράκια», ώστε να μπορούν εύκολα να θέτουν τους εργαζόμενους σε αναστολή αλλά να συνεχίζουν να τους απασχολούν στην εργασία χωρίς αμοιβή. Επιπλέον, τους δίνεται η δυνατότητα να θέτουν τους εργαζόμενους σε καθεστώς τηλεργασίας, ώστε να μην μπορούν να πάρουν άδεια ειδικού σκοπού και πολλές φορές εκβιάζοντάς τους σε απόλυση, αν δεν το αποδεχτούν. Οι εργαζόμενοι-γονείς αναγκάζονται να εργάζονται κάτω από αντίξοες συνθήκες επιτελώντας ταυτόχρονα τόσο το ρόλο του γονέα όσο και του εργαζόμενου και πολλές φορές με ελλιπή εξοπλισμό (κοινός υπολογιστής για δουλειά γονέα και «εκπαίδευση» παιδιού). Και βέβαια, αν δεν καταφέρουν να γίνουν «λάστιχο», να απολύονται για χαμηλή αποδοτικότητα!
Σαφές, λοιπόν, γίνεται πως κάθε μέτρο που λαμβάνεται από την κυβέρνηση σκοπό έχει να χτυπήσει τις κατακτήσεις και τα δικαιώματα των εργαζομένων. Καμία αναμονή δεν χωράει, καθώς όσο οι εργαζόμενοι δεν διεκδικούν, τόσο οι εργοδότες θα περιστέλλουν τα δικαιώματά τους.