Λίγες μέρες πριν από τις εκλογές της 25ης Γενάρη και κλιμακώνονται συνεχώς τα εκβιαστικά διλήμματα, οι απειλές και ο εκφοβισμός του λαού από τους ντόπιους και ξένους δυνάστες του. Η «απειλή» της εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί για τις δυνάμεις του συστήματος μέσα και έξω από τη χώρα μία «αντικανονική» κατάσταση που δεν τη θέλουν, παρ’ όλα τα εχέγγυα προσαρμογής που της δίνει καθημερινά και σε μεγάλη ποσότητα η «αντίθετη» πλευρά. Το καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα έχει τα δικά του πολιτικά κόμματα που είναι πλήρως ευθυγραμμισμένα στις προσταγές του, υλοποιούν τη βάρβαρη αντεργατική-αντιλαϊκή πολιτική της επίθεσης και της ισοπέδωσης της ζωής των εργαζομένων και της νεολαίας, ρίχνουν με λύσσα επάνω στον «εχθρό λαό» τις δυνάμεις καταστολής τους για να μη σηκώσει κεφάλι. Ακόμα περισσότερο, και ιδιαίτερα σε εξαρτημένες χώρες όπως η χώρα μας, τα αστικά κομματικά επιτελεία είναι οι ντόπιοι εργολάβοι των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων και στοχεύσεων. Με όλα αυτά γίνεται κατανοητό ότι η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί ένα «ατύχημα» για τις δυνάμεις του συστήματος που θα ήθελαν να αποφύγουν, καθώς η περίοδος είναι κρίσιμη τόσο στο οικονομικό όσο στο γεωστρατηγικό πεδίο, με την ένταση της επίθεσης στους λαούς και τον ανταγωνισμό για κυριαρχία σε χώρες και αγορές.
Από την άλλη μεριά όμως όλα τα παραπάνω δεν μετατρέπουν τον ΣΥΡΙΖΑ αυτόματα και σε «αντίπαλο δέος» του συστήματος. Ούτε η ηγεσία του επιδιώκει κάτι τέτοιο. Καθώς αυτό που «διεκδικεί» δεν είναι η πραγματική εξουσία για τον εργαζόμενο λαό, αλλά η κυβερνητική διαχείριση εντός πλαισίου καπιταλιστικού συστήματος, εντός ΕΕ και εντός ΝΑΤΟ. Εξάλλου δεν έχει περάσει πολύς χρόνος από τότε που ο Αλ. Τσίπρας διαμήνυε στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα ότι «ελπίζω να σας πείσω ότι δεν είμαι τόσο επικίνδυνος…», από το Ινστιτούτο Brookings της Ουάσινγκτον. Επικίνδυνο για το σύστημα θα ήταν ένα αριστερό κόμμα ή ένα αριστερό μέτωπο που θα αμφισβητούσε και θα πάλευε για την ανατροπή των βάθρων εξουσίας του συστήματος στο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, που θα έσπαγε τα δεσμά της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, θα οργάνωνε και θα κινητοποιούσε τον εργαζόμενο λαό και τη νεολαία για να πάρουν την υπόθεση της ζωής τους στα δικά τους χέρια και να γίνουν πραγματικοί αφέντες στον τόπο τους.
Εμπόριο ελπίδας για σωτηρία του λαού από τη φτώχεια και την εξαθλίωση κάνει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, στην προσπάθειά της να κερδίσει τις εκλογές και να αναλάβει την κυβερνητική διαχείριση. Ιστορική ευκαιρία για τις «αντινεοφιλελεύθερες» δυνάμεις του μικροαστικού ρεφορμισμού να εκμεταλλευτούν την κατάρρευση της κεντροαριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας και να μπουν «σφήνα» στο πολιτικό σκηνικό για να αποτελέσουν καθοριστικό παράγοντα των εξελίξεων. Να αποτελέσουν τον «συνεπή» εκφραστή των μεσοστρωμάτων που καταβαραθρώνονται από την «αντιαναπτυξιακή» πολιτική της συγκυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου. Να αναλάβουν ηγεμονικό ρόλο σε ό,τι μπορεί να αποκαλείται «αριστερά» στη χώρα και να το ρυμουλκήσουν σε ακόμα πιο δεξιές μετατοπίσεις. Χωρίς τα «βάρη» και τις «δεσμεύεις» του παρελθόντος που κατάρρευσε μαζί με τα καθεστώτα του παλινορθωμένου καπιταλισμού στη Ρωσία και τις υπόλοιπες ανατολικές χώρες. «Όνειρο» δεκαετιών στη χώρα μας, από την εποχή του ενιαίου ΣΥΝ που βρήκε μία «ευκαιρία» το 1989-1990 και την αξιοποίησε με τη συγκυβέρνηση Τζανετάκη και την οικουμενική Ζολώτα. Από τότε περιδιάβηκε σε διαφόρους «ριζοσπαστικούς» δρόμους, για να ξαναγυρίσει εκεί απ’ όπου ξεκίνησε, με περισσότερες δυνάμεις είναι η αλήθεια από κάθε άλλη φορά, τουλάχιστον τη μεταπολιτευτική περίοδο.
Έχοντας συστηματικά ψαλιδίσει κάθε στόχο που θα δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα στο σύστημα, συνεχίζει να σπέρνει αυταπάτες ότι τάχα μία «αριστερή κυβέρνηση» μπορεί να απαντήσει στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο λαός από την επίθεση που δέχεται όλα αυτά τα χρόνια.
Προσπαθώντας να αξιοποιήσει τα αισθήματα οργής του λαού απέναντι στην κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, σκαρώνει τα δικά του εκβιαστικά διλήμματα προς τους ανθρώπους της δουλειάς, τους νέους, τους ανέργους, τον αριστερό κόσμο. Παρουσιάζεται σαν η μοναδική λύση, που έχει τις απαντήσεις και ιδιαίτερα για τον κόσμο που βρίσκεται στα χειρότερα επίπεδα διαβίωσης, χωρίς φαΐ και ρεύμα.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ κάθε μέρα όλο και πιο πολύ παρουσιάζεται υπεύθυνη και με ρεαλισμό απέναντι στις δυνάμεις του συστήματος μέσα και έξω από τη χώρα. Κάνει ό,τι μπορεί για να μην τρομάξει το κεφάλαιο, ξένο και ντόπιο, να μην τρομάξουν οι επενδυτές, να μην τρομάξουν το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες. «Η Ελλάδα μου δεν θα ζημιώσει την Ευρώπη» τιτλοφορεί το άρθρο του Αλ.Τσίπρα η ιταλική εφημερίδα «Corriere della Sera».
Όχι απλώς δεν θα ζημιώσει, αλλά θα βγει από την κρίση και κερδισμένη η ιμπεριαλιστική λυκοσυμμαχία διατυμπανίζουν ο Αλ. Τσίπρας και τα υπόλοιπα στελέχη από το Κόμο μέχρι το Λονδίνο και το Βερολίνο, όπου περιόδευσαν το προηγούμενο διάστημα για να «γνωριστούν» με τα στελέχη του ξένου κεφαλαίου.
Τώρα πώς μπορεί να γίνει μία τόσο μεγάλη αλλαγή -ανατροπή τη λένε- στα πολιτικά και κοινωνικά πράγματα της χώρας και μάλιστα προς προοδευτική κατεύθυνση και όλοι να είναι ευχαριστημένοι, τόσο ο λαός όσο και η κεφαλαιοκρατία, αυτό μόνο η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να το εξηγήσει. Απ’ ό,τι φαίνεται όμως, έχει και την «έξωθεν καλή μαρτυρία» από τον πρόεδρο του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, σοσιαλδημοκράτη Μάρτιν Σουλτς, που δηλώνει ότι «δεν προκαλεί ο ΣΥΡΙΖΑ την αναταραχή στην Ευρώπη».
Με το «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» θα προωθήσει, όπως λέει ,την αύξηση της ζήτησης, που θα ξαναβάλει την καπιταλιστική οικονομία σε κίνηση, ενώ ταυτόχρονα δεσμεύεται ότι θα αντιμετωπίσει φαινόμενα ακραίας φτώχειας. Παράλληλα αναζητεί κατανόηση από τους «εταίρους» της ΕΕ, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ για το χρέος, έτσι ώστε να υπάρξουν κεφάλαια που θα εισρεύσουν στην ντόπια οικονομία αντί να πάνε για πληρωμή τόκων και χρεολυσίων. Έχοντας δεσμευτεί ότι η εξάρτηση από τα ξένα ιμπεριαλιστικά κέντρα των Βρυξελλών, του Βερολίνου και της Ουάσινγκτον δεν μπαίνει σε αμφισβήτηση, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει ότι μπορεί να διαπραγματευτεί με τους λύκους για να μη φάνε τα πρόβατα αλλά να τα προστατεύσουν!
Όλα αυτά μπορούν να γίνουν, αρκεί ο ΣΥΡΙΖΑ να πάρει την πλειοψηφία στις εκλογές και, ακόμη περισσότερο, την αυτοδυναμία, με τον καλπονοθευτικό νόμο και το μπόνους των 50 εδρών.
Το «θηρίο» του συστήματος της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης και της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης θα τρομάξει από τις ψήφους, θα υπακούσει στην εντολή του λαού, θα σεβαστεί τη νομιμότητα της κυβερνητικής εναλλαγής.
Όλα εύκολα και τακτοποιημένα στην «ανατροπή» που επαγγέλλεται η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Εξάλλου δεν σκοπεύει να κάνει και «Σοβιετία» τη χώρα, όπως την κατηγορεί ο Σαμαράς. Γιατί, όπως μας εξηγεί ο Παπαδημούλης (σε άρθρο του στο tvxs στις 5/1), «ισχυρίζονται στην κυβέρνηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει την Ελλάδα ‘‘νέα Σοβιετία’’ Όμως Σοβιετία θυμίζουν τα δικά τους έργα και ημέρες. Σοβιετία θυμίζει ο τρόπος που νομοθέτησαν τα μνημόνια, με απόλυτη περιφρόνηση του κοινοβουλίου και του Συντάγματος».
Μετά το «ανήκουμε στη Δύση» του Τσίπρα πριν από τις ευρωεκλογές, η παραπάνω αντικομμουνιστική τοποθέτηση Παπαδημούλη έρχεται να συμπληρώσει τη φυσιογνωμία του κόμματος που θέλει να αλλάξει το πολιτικό «κλίμα» στη χώρα. Φανερώνει πόσο μακριά θέλει να σταθεί από κάθε τι που να συνδέεται με τις κατακτήσεις του εργατικού, επαναστατικού και κομμουνιστικού κινήματος «καρφί στο μάτι» όλων των αντιδραστικών. Με πόση συνέπεια και σταθερότητα απομακρύνεται και στέκεται ενάντια σε οτιδήποτε συνδέεται με την προοπτική ανατροπής αυτού του σάπιου εκμεταλλευτικού συστήματος και την οικοδόμηση μίας νέας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Έρχεται να επιβεβαιώσει πόσο ακίνδυνο είναι για το σύστημα και την εξουσία του και πόσο πρόθυμο να αποτελέσει έναν «πυλώνα» του. Μία ακόμα δήλωση αποκήρυξης και υποταγής στις τόσες που καθημερινά γίνονται από όλα τα στελέχη, με ιδιαίτερο περιεχόμενο από κάθε άλλη.
Απέναντι στα τρομοκρατικά διλήμματα και στους εκβιασμούς που ασκούνται στον εργαζόμενο λαό από τα ντόπια και ξένα κέντρα του συστήματος, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζεται σαν «ήρεμη δύναμη» που έρχεται να αποκαταστήσει τις αδικίες των ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών λιτότητας και να συμβάλει στη μεταστροφή της πολιτικής στην ΕΕ.
Έχοντας συμβάλει σημαντικά στην οπισθοχώρηση του εργατικού-λαϊκού κινήματος όλη την προηγούμενη περίοδο και στην επιβολή ενός κλίματος εκλογικής αναμονής και παράλυσης με συνθήματα «ψηφίζουμε – φεύγουν», παρουσιάζονται στον λαό σαν «σωτήρες» που θα τον βγάλουν από τα βάσανά του. Λες και τα βάσανα του λαού δεν προέρχονται από ένα εκμεταλλευτικό και καταπιεστικό σύστημα που όλες του οι δυνάμεις και με κάθε τρόπο επιχειρούν να τον μετατρέψουν σε σύγχρονο δούλο, αλλά ότι προέρχονται από πολιτικές «ακραίων» και «έξαλλων» όπως οι Σαμαράς – Βενιζέλος, Μέρκελ – Σόϊμπλε, απέναντι στους οποίους ο ΣΥΡΙΖΑ στρέφει, αποκλειστικά, την αντιπαράθεσή του. Αυτή η παραποίηση της πραγματικότητας διευκολύνει τους επίδοξους διαχειριστές να μεγαλώσουν την έκταση των συμμαχιών τους τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό για την αλλαγή του «μείγματος» της οικονομικής πολιτικής που πραγματικά επιδιώκουν. Από τμήματα της ντόπιας άρχουσας τάξης μέχρι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις καλούνται να δείξουν «σωφροσύνη» και «εξυπνάδα» για να αλλάξει το «σχέδιο» με το οποίο πορεύεται η Ευρώπη για το «καλό όλων».
Αυτό που θέλει να διαμορφώσει μέσα στον λαό η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μία αγωνιστική κατάσταση, αλλά να ενισχύσει και από τη δική του πλευρά την περιθωριοποίηση του μοναδικού παράγοντα που μπορεί να θέσει ζητήματα τόσο στο σύστημα και κατ’ επέκταση και στον ίδιο, είτε προηγουμένως σαν αξιωματική αντιπολίτευση είτε πιθανό κυβερνητικό διαχειριστή αύριο. Το πρόγραμμα «αλληλεγγύης» του για δωρεάν ρεύμα και κάρτες σίτισης δεν κατοχυρώνουν κανένα δικαίωμα στη ζωή των εξαθλιωμένων, αλλά αποτελούν επισφράγιση της καταδίκης τους να μείνουν με το χέρι απλωμένο και όχι σφιγμένο σε γροθιά πάλης και διεκδίκησης.
Μέσα όμως σε αυτή την κατάσταση, που έχει επιβληθεί τόσο από το σύστημα όσο και από την πολιτική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι χωρίς εξήγηση η αδυναμία τμημάτων του λαού και ιδιαίτερα των πιο εξαθλιωμένων να αρνηθούν αυτή τη «σωτηρία» που τους «προσφέρεται» με μοναδικό «αντίτιμο» την ψήφο τους.
Αυτή η καθήλωση και η περιθωριοποίηση του εργατικού-λαϊκού παράγοντα τόσο κοινωνικά όσο και πολιτικά αποτελεί ακόμα μία από τις μεγαλύτερες προσφορές προς τις δυνάμεις του συστήματος. Μία «υπηρεσία» που θα το βοηθήσει να ξεπεράσει τόσο τα σημερινά όσο και τα αυριανά αδιέξοδά του, να οργανώσει καλύτερα και πιο αποτελεσματικά την επίθεσή του, να διαμορφώσει κλίμα αποδοχής και υποταγής στον «μονόδρομο» της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης και της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, μέσα στους εργαζομένους και τη νεολαία.
Δεν είναι καθόλου απίθανο αυτή η «υπηρεσία» να «εκτιμηθεί» από τις δυνάμεις του συστήματος πολύ πιο σημαντική από κάθε άλλη, σε μία περίοδο που η «ανακύκλωση» του ντόπιου αστικού πολιτικού προσωπικού δείχνει αδιέξοδη και χωρίς σημαντικές και άμεσες απαντήσεις. Μάλιστα μπορεί να αποτελέσει και το πιο σημαντικό «διαβατήριο» για τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβερνητική διαχείριση με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα και όχι ένα «σύντομο διάλειμμα» όπως εκτιμούν διάφοροι παράγοντες του συστήματος.
Σήμερα σε πολύ κόσμο αυτή η κατεύθυνση της συνθηκολόγησης και της υποταγής που παρουσιάζεται σαν «σωτηρία» φαίνεται η μοναδικά ρεαλιστική, έστω και με τις «αβαρίες» της, έστω και με «χαμηλές προσδοκίες», έστω με κριτική ματιά και σκέψη. Ακόμα μία φορά δεν θα τα βάλουμε με τον κόσμο, το «επίπεδό» του και τις «επιλογές» του, όπως, με μεγάλη ευκολία, κάνουν άλλες δυνάμεις που, υποτίθεται, αναφέρονται στην αριστερά. Η αποτίναξη της «σκουριάς» του ρεαλισμού, της υπευθυνότητας και της ανάθεσης είναι υπόθεση της χάραξης ενός άλλου δρόμου για τον λαό, του «δικού μας δρόμου», της συλλογικής οργάνωσης και πάλης, της αντίστασης και της διεκδίκησης, της αναμέτρησης με τις αντιδραστικές δυνάμεις του συστήματος. Αυτός ο δρόμος δεν «διασταυρώνεται» και δεν «κόβει» μέσα από διαχειριστικές πολιτικές, αλλά επιμένει στην εργατική και κομμουνιστική κατεύθυνση.