Άρθρο από την Προλεταριακή Σημαία (φύλλο 895)
Το αντεργατικό νομοσχέδιο που σχεδιάζει να ψηφίσει η κυβέρνηση, πέρα απ’ το χτύπημα του δικαιώματος στο ωράριο, επιχειρεί να κάνει τεράστιες τομές και στο συνδικαλισμό. Συνοπτικά, το νομοσχέδιο: α) Θέτει μεγάλα εμπόδια στην διεξαγωγή απεργίας, προσπαθώντας να καταργήσει το βασικό μέσο πάλης που έχουν οι εργαζόμενοι. Εισάγει τόσες πολλές προϋποθέσεις για να τη νόμιμη διεξαγωγή απεργίας, που πρακτικά την καθιστά παράνομη, β) Επιχειρεί με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων να φέρει σοβαρό πλήγμα στις διαδικασίες των σωματείων, γ) Επιχειρεί να χτυπήσει το συνδικαλισμό στους μαζικούς χώρους δουλειάς και στα μέρη όπου συγκεντρώνεται η εργατική τάξη. δ) Αφήνει κάποιο χώρο για τον εργοδοτικό συνδικαλισμό και τη λογική της συνδιοίκησης και του «διαλόγου», καθώς ένα εργοδοτικό σωματείο είναι εμπόδιο στην οργάνωση αγώνων.
Με βάση το νομοσχέδιο, για να είναι νόμιμο ένα σωματείο πρέπει να καταγραφεί στο Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, την καταγραφή των ονομάτων των μελών που έχουν εκλεγεί στο Διοικητικό Συμβούλιο και την καταγραφή όλων των οικονομικών πόρων του σωματείου απ’ το κράτος. Η εγγραφή στο Μητρώο είναι προϋπόθεση για να μπορεί ένα σωματείο να κηρύξει απεργία, να διαπραγματευτεί συλλογική σύμβαση και γενικότερα να έχει νομική υπόσταση. Στη συνέχεια το νομοσχέδιο προβλέπει τη δημιουργία ψηφιακών βιβλίων για κάθε συνδικαλιστική οργάνωση. Στα ηλεκτρονικά βιβλία θα γίνεται η καταγραφή όλων των στοιχείων των μελών (ονόματα, ΑΦΜ κτλ.), των πρακτικών των γενικών συνελεύσεων, της διαχείρισης του ταμείου κτλ. Με άλλα λόγια η καταγραφή των μελών της διοίκησης του κάθε σωματείου από το κράτος είναι βέβαιη, ενώ τα ηλεκτρονικά βιβλία είναι πιθανό ν’ αξιοποιηθούν για συνολική καταγραφή των μελών των σωματείων. Το κατά πόσο θα προχωρήσει το φακέλωμα θα εξαρτηθεί από την πάλη των εργαζομένων.
Για την ψηφοφορία για απεργία το νομοσχέδιο αναφέρει: «Ειδικά για τη συζήτηση και τη λήψη απόφασης κήρυξης απεργίας απαιτείται η φυσική ή εξ αποστάσεως ψήφος τουλάχιστον του ενός δευτέρου (1/2) των οικονομικώς τακτοποιημένων μελών». Εδώ επιβεβαιώνει την αυξημένη απαρτία που είχε ψηφιστεί επί ΣΥΡΙΖΑ, που δύσκολα ένα σωματείο μπορεί να πετύχει. Εισάγει όμως και την ηλεκτρονική ψηφοφορία, που στοχεύει στην απονέκρωση των ζωντανών διαδικασιών, καθώς οι εργαζόμενοι, απομονωμένοι, θα πατάνε απλά ένα κουμπί για ΝΑΙ ή ΟΧΙ στην απεργία. Σε άλλο σημείο ορίζεται σαν υποχρέωση του σωματείου να διεξάγει και ηλεκτρονικά τις εκλογές για τα όργανα του.
Επίσης, πρόκειται για τον πρώτο νόμο που καθιερώνει θεσμικά το «δικαίωμα στην απεργοσπασία», καθώς αναφέρει: «Η συνδικαλιστική οργάνωση που κηρύσσει απεργία υποχρεούται να προστατεύει το δικαίωμα των εργαζομένων, οι οποίοι δεν συμμετέχουν στην απεργία, ώστε να προσέρχονται και να αποχωρούν ελεύθερα και ανεμπόδιστα από την εργασία τους και να παρέχουν αυτήν χωρίς εμπόδιο και ιδίως χωρίς την άσκηση σωματικής ή ψυχολογικής βίας σε βάρος τους». Φυσικά, αν δεν τηρείται αυτός ο όρος η απεργία είναι παράνομη και μπορεί να διακοπεί από το κράτος. Με άλλα λόγια, απαγορεύεται η απεργιακή περιφρούρηση και η αντιπαράθεση με τον απεργοσπαστικό μηχανισμό που στήνουν οι εργοδότες. Κάθε παρεμπόδιση της απεργοσπασίας θα είναι πλέον ποινικό αδίκημα. Ειδικά για τη διεξαγωγή απεργίας στο δημόσιο τομέα, χρησιμοποιείται σαν επιπλέον εμπόδιο ο «δημόσιος διάλογος». Προβλέπεται ότι οι συνδικαλιστικοί φορείς θα πρέπει, πριν ξεκινήσουν απεργία, να καταθέσουν ενώπιον του Ο.ΜΕ.Δ. (Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας) αίτηση διεξαγωγής δημόσιου διαλόγου για τα αιτήματα της απεργίας. Όσο διαρκεί ο «διάλογος», είναι παράνομο να διεξαχθεί απεργία. Αυτό το σημείο στοχεύει στην καθυστέρηση και αναβολή των απεργιών, με βάση τις διαθέσεις των κρατικών φορέων, αλλά και των συνδικαλιστικών ηγεσιών που αναζητούν άλλοθι για την απροθυμία τους να κινητοποιήσουν τους εργαζόμενους.
Το νομοσχέδιο καταρτίζει το «νέο χάρτη του εργοδοτικού συνδικαλισμού». Πλέον τα σωματεία θα συνεννοούνται με τον εργοδότη για ζητήματα όπως: την κατασκευή ενημερωτικής ιστοσελίδας με έξοδα του εργοδότη, την ύπαρξη και το σημείο ανάρτησης πινάκων ανακοινώσεων του σωματείου, τη διεξαγωγή συζήτησης για τα προβλήματά τους σε μηνιαία βάση, την παροχή ειδικού χώρου για το σωματείο (με περισσότερα από 100 μέλη), τους χώρους διανομής ενημερωτικού υλικού. Τέλος, προβλέπεται σε ελέγχους των ελεγκτικών οργάνων να υπάρχει παρουσία συνδικαλιστών. Όλα τα παραπάνω στην ουσία καθιστούν τους συνδικαλιστές «κατοικίδια του εργοδότη», που για την παραμικρή τους κίνηση θα πρέπει να έχουν την έγκρισή του. Έντεχνα, το νομοσχέδιο προσπαθεί να αποκρύψει ότι οι δύο μεριές έχουν αντίθετα συμφέροντα και ότι είναι αδιανόητο οι εργαζόμενοι να συζητούν με τον ταξικό τους αντίπαλο για τη λειτουργία του σωματείου τους. Στο ίδιο μοτίβο ανήκουν και οι υπηρεσίες συμφιλίωσης του Ο.ΜΕ.Δ. που υποτίθεται διεξάγουν διαβούλευση για να λύνουν τις διαφωνίες εργαζόμενων και εργοδοτών.
Επίσης, κάθε συνδικαλιστική οργάνωση θα πρέπει να ορίζει συγκεκριμένο προσωπικό ασφαλείας, σε ετήσια βάση, σε συνεννόηση με την εργοδοσία. Οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας θα πρέπει να διασφαλίζουν, με το «Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας», την παροχή του ενός τρίτου της υπηρεσίας, ανάλογα με τους κινδύνους που προκύπτουν για τη ζωή, την υγεία και την ασφάλεια των πολιτών. Σ’ αυτές περιλαμβάνονται επιχειρήσεις υγειονομικές, διύλισης και διανομής ύδατος, παραγωγής και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος, παραγωγής και διύλισης πετρελαίου, μεταφοράς αγαθών ή προσώπων, τηλεπικοινωνιών και ταχυδρομείων, αποχέτευσης, φορτοεκφόρτωσης σε λιμάνια, αεροπορικές και όσες σχετίζονται με πληρωμές μισθών (Τράπεζα της Ελλάδος). Μιλάμε λοιπόν για την πλειοψηφία των μαζικών χώρων και χιλιάδες εργαζόμενους. Με όλα τα παραπάνω, το προσωπικό ασφαλείας χρησιμοποιείται σαν μέσο απεργοσπασίας. Αν ένα σωματείο καταφέρει και κηρύξει απεργία, θα πρέπει να ορίσει προσωπικό ασφαλείας τέτοιο που πρακτικά να ακυρώνει την ίδια την απεργία.
Πρόκειται για ένα νομοσχέδιο που αν εφαρμοστεί θα θέσει το δίλημμα: ταξικός συνδικαλισμός που θα οργανώνεται σε σύγκρουση με το σύστημα ή νόμιμος και άσφαιρος συνδικαλισμός; Οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να προσπεράσουν όσα τίθενται αλλά ν’ αναμετρηθούν μ’ αυτή την πολιτική, με οργάνωση σε ταξική βάση ενάντια σε κάθε παρέμβαση του κράτους και της εργοδοσίας, καθώς μόνο έτσι μπορεί να δοθεί ο αγώνας για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους. Για να υπάρξει ταξικός συνδικαλισμός, κάθε απαγόρευση θα πρέπει να σπάσει στην πράξη. Τα σωματεία δεν πρέπει να υποταχτούν στην αστική νομιμότητα.
Η πάλη για την υπεράσπιση του 8ωρου, προϋποθέτει το σπάσιμο των απαγορεύσεων στο συνδικαλιστικό. Αυτοί οι δύο στόχοι ενοποιούνται μέσα από την πάλη για τη μη ψήφιση του αντεργατικού νομοσχεδίου, με απεργίες και διαδηλώσεις.