28 ΟΚΤΩΒΡΗ 2014

8η Συνδιάσκεψη: Απολογισμός δράσης του Κ.Ο. του Κ.Κ.Ε.(μ-λ)

1.   Αναμφίβολα, το διάστημα που μεσολάβησε από την 7η Συνδιάσκεψη της οργάνωσής μας (Μάρτης 2010) μέχρι σήμερα χαρακτηρίστηκε από μια σειρά πολύ σημαντικές εξελίξεις τόσο σε ό,τι αφορά το διεθνές πεδίο και τη γεωστρατηγική πολιτική κατάσταση, αλλά και σε ό,τι αφορά το εσωτερικό της χώρας. Εξελίξεις που σημάδεψαν ανεξίτηλα την πολιτική πραγματικότητα, εξελίξεις που ανέδειξαν σε υπερθετικό βαθμό όλο το πλέγμα των αντιθέσεων και των αντιφάσεων του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού συστήματος. Αναμφίβολα, αυτό που βίωσαν οι λαοί όλου του κόσμου, και μέσα σε αυτούς με έναν ιδιαίτερο τρόπο και ο δικός μας, είναι το τι κινδύνους επιφυλάσσει γι’ αυτούς και την ανθρωπότητα συνολικά, ο καπιταλισμός-ιμπεριαλισμός, τι είναι ικανός να «παράξει» προκειμένου να ξεφύγει από την κρίση του, ως πού μπορεί να φτάσει προκειμένου να διασώσει και να αναβαθμίσει τον κύκλο παραγωγής κέρδους. Και, αναμφίβολα επίσης, σε αυτό το διάστημα οι λαοί έδωσαν ό,τι καλύτερο μπορούσαν προκειμένου να αντισταθούν στη βαρβαρότητα του ιμπεριαλισμού, ανέπτυξαν αγώνες που δημιούργησαν νέα δεδομένα, έβαλαν ξανά σε πρώτο πλάνο το ζήτημα των πραγματικών δυνατοτήτων της λαϊκής πάλης. Γι’ αυτό και αναδείχτηκε περίτρανα η τεράστια σημασία της έλλειψης οργανωμένου, ισχυρού κομμουνιστικού κινήματος.

Για την κρίση και τα χαρακτηριστικά της

2.   Από την πρώτη στιγμή της εκδήλωσης της κρίσης, η οργάνωσή μας έθεσε το ζήτημα στην πραγματική του διάσταση: ότι αυτή η κρίση είναι η εκδήλωση στο οικονομικό πεδίο και η αντανάκλαση στο πολιτικό πεδίο της αδυναμίας του ιμπεριαλισμού να απαντήσει στη δομική του ανάγκη για αναδιάταξη των αγορών και των σφαιρών επιρροής, είναι η έκφραση ενός αδιεξόδου το οποίο δεν ξεπερνιέται ούτε με συνταγές οικονομικού τύπου ούτε με μια «λελογισμένη» διαχείριση που θα περιορίσει την υπερδιόγκωση του χρηματοπιστωτικού τομέα και θα στηρίξει την πραγματική ανάπτυξη και τις «υγιείς» παραγωγικές δυνάμεις. Αυτό το αδιέξοδο -και στο βαθμό που δεν παρέμβουν με επαναστατικό τρόπο οι λαοί- θα ξεπεραστεί μόνο μέσα από τη βίαιη αναμέτρηση μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, μέσα από νέους οδυνηρούς κύκλους αίματος, βίας και πολεμικών αναμετρήσεων. Και παράλληλα με την λυσσασμένη επίθεση στην εργατική τάξη, στα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα, σε οτιδήποτε είχε κατακτηθεί με τη συμβολή του εργατικού, ταξικού, κομμουνιστικού κινήματος.

3.   Δεν αιφνιδιαστήκαμε, λοιπόν, από την κρίση και την εκδήλωσή της. Μπορεί να μην ήμασταν σε θέση να προσδιορίσουμε τον ακριβή τρόπο της εκδήλωσής της, τη σφοδρότητά της και την έκταση των συνεπειών της, αλλά σίγουρα δεν αναγκαστήκαμε να κάνουμε πολιτικές αναθεωρήσεις ή και «κωλοτούμπες». Και αυτό έχει ιδιαίτερη αξία να το μνημονεύουμε. Όχι για να ευλογήσουμε τα γένια μας, αλλά για να αντιληφθούμε το μέγεθος της σύγχυσης που επικρατεί στους κύκλους της Αριστεράς (στη χώρα μας, αλλά και παγκόσμια) και την ανάγκη ουσιαστικότερης παρέμβασής μας στα δεδομένα που δημιουργεί αυτή η κατάσταση σύγχυσης (γιατί δημιουργεί δεδομένα).

4.   Είναι χαρακτηριστικό, λοιπόν, ότι η Αριστερά προσπαθούσε να ερμηνεύσει την κρίση χωρίς στα εργαλεία της να συμπεριλαμβάνει την ιμπεριαλιστική διάσταση του καπιταλισμού. Έτσι, είτε αναλώθηκε σε μια αντιφατική και αδιέξοδη συζήτηση για το χρέος και τη διαχείρισή του, είτε θεώρησε την κρίση ως ένα τεχνητό δημιούργημα των καπιταλιστών προκειμένου να εφαρμόσουν τις πολιτικές τους, είτε αντιμετώπισε την παρούσα έκφραση της κρίσης ως «μία από τα ίδια». Και στις τρεις περιπτώσεις, το πεδίο της συζήτησης παρέμενε ευνοϊκό για το σύστημα, καθώς οι πλατιές λαϊκές και εργατικές μάζες όχι μόνο δεν εξοπλίστηκαν κατάλληλα, αλλά αισθάνθηκαν να μπαίνουν στο περιθώριο, με πρωτοβουλία της ίδιας της Αριστεράς η οποία είτε δεν έβλεπε την ανάγκη για συγκρότηση αγωνιστικού μετώπου είτε ανέθεσε την υπόθεση στους «ειδικούς», στους κάθε λογής οικονομολόγους και οικονομικούς αναλυτές.

Ως οργάνωση δώσαμε σκληρή αντιπαράθεση με αυτές τις λογικές. Είτε μέσα στις «πλατείες» είτε και αργότερα, αναδείξαμε την αναγκαιότητα συγκρότησης μετώπου ενάντια στον ιμπεριαλισμό και την εξάρτηση της χώρας από τα ιμπεριαλιστικά δεσμά. Εκεί που οι άλλοι έστηναν «επιτροπές λογιστικού ελέγχου» (για να τις αφήσουν στα αζήτητα όταν διαπίστωσαν ότι η προοπτική της «κυβερνώσας Αριστεράς» απαιτεί υποταγή στον «ρεαλισμό» της αστικής διαχείρισης, που με τη σειρά της «διαπίστωσε» ότι το χρέος εντέλει δεν είναι και τόσο… επαχθές) εμείς επιμέναμε ότι η συζήτηση για το χρέος και τη «μερική», «ολική», «μονομερή» -και πάει λέγοντας- διαγραφή του είναι μία συζήτηση σε λάθος βάση και αποπροσανατολιστική για το λαϊκό-εργατικό κίνημα.

Δώσαμε αντιπαράθεση με τις λογικές που θεωρούσαν την κρίση «φτιαχτή», ως ένα τεχνητό δημιούργημα του καπιταλισμού, αναπαράγοντας έτσι -για μια ακόμη φορά- θεωρίες παντοδυναμίας του. Χωρίς να αγνοούμε την πτυχή της αξιοποίησης της κρίσης (ουσιαστικά, αξιοποίησης της ιδεολογικής-πολιτικής υποχώρησης του εργατικού κινήματος) από τις δυνάμεις του συστήματος προκειμένου να υλοποιήσουν τη σφοδρή αντεργατική-αντιλαϊκή επίθεσή τους, με την «κατανόηση»-συναίνεση των εργαζομένων, αναδείξαμε την πραγματική διάσταση της κρίσης και τα αδιέξοδα του συστήματος που αυτή κατέγραψε.

Η παρέμβαση στις «πλατείες»

5.   Η ραγδαία επιδείνωση της ζωής του λαού και των εργαζομένων με την έλευση του ΔΝΤ και την επιβολή των μνημονίων της τρόικας των ιμπεριαλιστών οδήγησε σ’ ένα πρωτόγνωρο, μαζικό απεργιακό ξέσπασμα. Ξεκινώντας από τη μεγαλειώδη απεργία της 5ης Μάη 2010 (με τη δραματική εξέλιξη που οδήγησε στους τρεις νεκρούς της Μαρφίν), εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι διατράνωσαν επανειλημμένα την αντίθεσή τους στο μνημόνιο, στο μεσοπρόθεσμο και τους εφαρμοστικούς νόμους. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες, πιεσμένες από το κλίμα οργής και αγανάκτησης που δημιούργησε η αντεργατική-αντιλαϊκή καταιγίδα, αναγκάστηκαν να προκηρύσσουν τη μια απεργία μετά την άλλη. Όλες μαζικές και με παλμό, με τη συμμετοχή και κόσμου που κατέβαινε για πρώτη φορά στους δρόμους. παρότι βρέθηκαν αντιμέτωπες με την ωμή κρατική βία και καταστολή, από κρατικούς μηχανισμούς (φανερούς ή συγκαλυμμένους) που ενισχύθηκαν ραγδαία, σε ένα κλίμα διαρκώς εντεινόμενης φασιστικοποίησης.

6.   Σε αυτό το φόντο φτάσαμε και στο μαζικό λαϊκό ξέσπασμα του καλοκαιριού του 2011, όπου εκατοντάδες χιλιάδες λαού και εργαζομένων πλημμύρισαν τις πλατείες σε όλη τη χώρα, σε καθημερινή βάση και για τρεις σχεδόν μήνες, δημιουργώντας σοβαρές αναταράξεις στο αστικό πολιτικό σύστημα και καταγράφοντας νέα δεδομένα, δυνατότητες αλλά και αδυναμίες.

- Τα μικροαστικά στρώματα συνειδητοποίησαν ότι το «κοινωνικό συμβόλαιο» πάνω στο οποίο κινήθηκαν τις προηγούμενες τρεις δεκαετίες, έσπασε βίαια και οδήγησε στη σφοδρή συμπίεσή τους προς τα κάτω. Μια πραγματικότητα για την οποία όχι μόνο δεν ήταν έτοιμα τα στρώματα αυτά αλλά και η οποία δεν άφηνε το παραμικρό περιθώριο επιστροφής. Τα χιλιάδες λουκέτα που μπήκαν και συνεχίζουν να μπαίνουν σε μικρομάγαζα και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι αποχωρήσεις μεγάλων επιχειρήσεων, το μαράζωμα κλάδων όπως η οικοδομή και το τσάκισμα κάθε σχετικής δραστηριότητας, αλλά και το χτύπημα των δημοσίων υπαλλήλων (μισθολογικό και εργασιακό) είχαν άμεση αντανάκλαση σε αυτά τα κοινωνικά στρώματα που ένιωσαν τη γη να φεύγει κάτω από τα πόδια τους.

- Το ζήτημα της προοπτικής της χώρας τέθηκε στην καθημερινή διάταξη. Το ασφυκτικό πλαίσιο που επέβαλαν οι τροϊκανοί ιμπεριαλιστές και ιδιαίτερα ο ρόλος της Γερμανίας (η οποία καλούνταν να δράσει άμεσα βλέποντας την κρίση να απειλεί το οικοδόμημα της ΕΕ και τις ΗΠΑ να παρεμβαίνουν -μέσω του ΔΝΤ- άμεσα στα ζητήματά της, διοχετεύοντας την κρίση και αξιοποιώντας την προκειμένου να πιέσουν τους Ευρωπαίους) ανέδειξε το ζήτημα της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και της εθνικής ανεξαρτησίας. Από την ένταξη στην Ευρωζώνη μέχρι την ένταξη στην ίδια την ΕΕ, τα πάντα τέθηκαν σε αμφισβήτηση, καθώς αυτοί που μέχρι πρόσφατα «παρείχαν απλόχερα» τώρα απαιτούσαν το επώδυνο αντίτιμο.

- Με βάση τα παραπάνω και με την επίθεση να συνεχίζεται κλιμακούμενη, δημιουργήθηκε κρίση εμπιστοσύνης των λαϊκών μαζών προς τα βασικά αστικά πολιτικά κόμματα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ) και κλονίστηκε σημαντικά η δυνατότητά τους να διαχειριστούν τις τρέχουσες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που προέκυψαν. Τα κενά που δημιούργησε αυτή η διαδικασία ήρθαν να καλύψουν μια σειρά πολιτικές δυνάμεις «πρόθυμες» να δημαγωγήσουν πάνω στο κλίμα οργής, αλλά και στην πολιτική θολούρα που επικρατούσε στις μάζες που κινητοποιήθηκαν. Αξιοποιώντας τη γενικότερη σύγχυση, την υποχώρηση του ταξικού, εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος αλλά και την εγγενή τάση των μεσοστρωμάτων να αναζητούν «εύκολες» και «γρήγορες» λύσεις, να αναθέτουν και όχι να υπηρετούν την κατεύθυνση της σύγκρουσης, αναπτύχθηκαν -και συνυπήρξαν μ’ ένα ιδιότυπο τρόπο- στις πλατείες μια σειρά καιροσκοπικές απόψεις που κινούνται από τον εθνικοπατριωτισμό και τον ξεκάθαρο φασισμό μέχρι την Αριστερά της διαχείρισης και των αυταπατών για την «εδώ και τώρα» αλλαγή, ανατροπή κ.λπ. Απόψεις που τις είδαμε να μορφοποιούνται στην ισχυροποίηση της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής, στη δημιουργία νέων πολιτικών κομμάτων όπως οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, αλλά και στην ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση με προοπτικές ανάληψης κυβέρνησης.

7.   Μέσα σε αυτό το «χυλό» η οργάνωσή μας παρέμβηκε ουσιαστικά, αναδεικνύοντας την πολιτική ουσία της περιόδου και τις ανάγκες που προέκυπταν για το εργατικό-λαϊκό κίνημα:

- Δεν έπεσε στην παγίδα της απαξίωσης των κινητοποιήσεων γύρω από τις πλατείες. Παγίδα την οποία δεν απέφυγε ούτε και το ΚΚΕ και η οποία του κόστισε ιδιαίτερα, όπως φάνηκε στη συνέχεια. Παρεμβήκαμε στα γεμάτα ξεπερνώντας γρήγορα τον αρχικό αιφνιδιασμό και αναγνωρίζοντας ότι η Αριστερά δεν μπορεί να βρίσκεται μακριά από τέτοιες διεργασίες, δεν μπορεί να περιμένει το «ιδανικό» ακροατήριο για να παρέμβει.

- Αντιπαρατέθηκε -έστω και άγαρμπα μερικές φορές- με τον οπορτουνισμό του συνόλου σχεδόν της Αριστεράς που κρύφτηκε πίσω από μια σειρά προσωπεία, υποτασσόμενη και αναπαράγοντας αντιδραστικές αντιλήψεις που -πίσω από τις γνωστές θεωρίες περί «κομματισμού»- κήρυτταν τις αριστερές ιδέες και την αξία της οργανωμένης, συλλογικής πάλης στην παρανομία. Αναδείξαμε ότι η Αριστερά πρέπει και μπορεί να παρεμβαίνει σε τέτοιες διεργασίες, αξιοποιώντας και υπερασπιζόμενη το πολιτικό και ιδεολογικό της φορτίο. Χωρίς ενοχές και χωρίς να κρύβεται.

- Υπερασπίστηκε την ανάγκη συγκρότησης των λαϊκών και εργατικών δυνάμεων στην κατεύθυνση δημιουργίας Μετώπου Αντίστασης.

- Ανέδειξε την ανάγκη σύνδεσης του αγωνιστικού πνεύματος των πλατειών στους χώρους που πραγματικά κρίνεται η ταξική αναμέτρηση: στους χώρους δουλειάς, στις γειτονιές, στις σχολές.

- Έδωσε μάχη για την αποκάλυψη των αυταπατών κάθε είδους και κυρίως των εκλογικών αυταπατών που συμπυκνώνονταν στο γνωστό «κάτω η κυβέρνηση».

8.   Ωστόσο, η παρέμβασή μας ανέδειξε και αδυναμίες της οργάνωσής μας:

- Η οργάνωσή μας δεν κατάφερνε πάντα να κινείται ενιαία. Από πόλη σε πόλη υπήρξαν διαφορετικές ταχύτητες, ενώ και η μορφή που επέλεξε να παρέμβει η οργάνωσή μας δεν ήταν παντού η ίδια. Εν μέρει, αυτά μπορούν να θεωρηθούν φυσιολογικά και έτσι είναι. Ωστόσο, αυτό που φάνηκε είναι ότι αναδείκνυαν και διαφορετικές εκτιμήσεις για το χαρακτήρα του ξεσπάσματος και για τα πολιτικά χαρακτηριστικά με τα οποία έπρεπε να γίνει η παρέμβασή μας. Εκτιμήσεις οι οποίες δεν συζητήθηκαν επαρκώς και έγκαιρα στην οργάνωση ώστε να αναδειχτεί πιο αποφασιστικά και συνολικά το στίγμα της παρέμβασής μας.

- Αναδείχτηκαν στοιχεία ατολμίας αρκετών συντρόφων να παρέμβουν στις διαδικασίες και στις συζητήσεις που ανοίγονταν. Στοιχεία που οφείλονται τόσο στην έλλειψη πολιτικής-ιδεολογικής συγκρότησης και της αυτοπεποίθησης που αυτή γεννάει, αλλά και στην αναγνώριση της δέσμευσης που γεννά μια τέτοιου είδους παρέμβαση.

9.   Συνολικά μιλώντας, η παρέμβαση στις πλατείες δυνάμωσε την οργάνωσή μας:

-          Εμπλούτισε τα επιχειρήματά της απέναντι στο συρφετό του ρεφορμισμού, της αναρχοαυτονομίας και του οπορτουνισμού.

-          Έζησε άμεσα τους προβληματισμούς του λαού που κινητοποιήθηκε, αλλά και τα προβλήματα που έχει τροφοδοτήσει η ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική αποσυγκρότηση.

-          Μπήκε με νέο αέρα στα μέτωπα που ξανοίχτηκαν την επόμενη περίοδο στις γειτονιές και τους εργασιακούς χώρους.

-          Κατανόησε με πιο ξεκάθαρο τρόπο (σε αυτό συνέβαλε και η μεγαλειώδης απεργία των χαλυβουργών που ξεκίνησε λίγους μήνες μετά, σαφώς τροφοδοτημένος και από το πνεύμα των πλατειών) την ανάγκη να ενισχυθούν οι δεσμοί της οργάνωσής μας με την εργατική τάξη, ως απαραίτητης προϋπόθεσης για να ενισχυθούν τα κομμουνιστικά χαρακτηριστικά μας.

-          Κατανόησε την ανάγκη παραπέρα ιδεολογικοπολιτικής της ενίσχυσης προκειμένου να παρέμβει ακόμη πιο ουσιαστικά και αποφασιστικά στην υπόθεση του κινήματος.

-          Το πιο σημαντικό: Η οργάνωσή μας διαπίστωσε την ανάγκη άμεσης ανάληψης πολιτικής πρωτοβουλίας ώστε να καλυφθεί το κενό που αφήνει η απουσία της κατεύθυνσης ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση.

Η παρέμβαση στις εκλογές του 2012

10.   Οι διπλές εκλογές του 2012 (Μάης και Ιούνης) βρήκαν την οργάνωσή μας σε μία σχετικά άβολη πολιτικά κατάσταση. Μετά από μία πολύμηνη διαδικασία προώθησης της πρότασης μετωπικού συντονισμού και κοινής δράσης και τις καθυστερήσεις που ανέδειξαν οι συζητήσεις με το Μ-Λ ΚΚΕ για την υλοποίησή της, βρεθήκαμε τον Απρίλη του 2012 να συγκροτούμε την ΠΑΑΣ για να αναγκαστούμε αμέσως μετά να παγώσουμε τη διαδικασία εκκίνησής της προκειμένου να συμμετέχουμε στην προεκλογική μάχη η οποία βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη.

Σωστά αποφασίσαμε να μην εμπλέξουμε την ΠΑΑΣ στις εκλογές. Όπως σωστά αποφασίσαμε την κοινή εκλογική κάθοδο των δύο οργανώσεων, η οποία ανέδειξε σημαντικά θετικά στοιχεία:

- Δραστηριοποιήθηκαν σε όλη τη χώρα εκατοντάδες μέλη και συναγωνιστές των δύο οργανώσεων.

- Δόθηκε από κοινού μία σημαντική πολιτική μάχη με όρους πραγματικής μαζικής απεύθυνσης στο λαό και τους εργαζόμενους.

- Δυνάμωσαν οι συναγωνιστικοί δεσμοί ανάμεσα στις δύο οργανώσεις, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια νέα ώθηση στο κοινό εγχείρημα της ΠΑΑΣ.

11.   Η μάχη αυτή δόθηκε σε ένα πρωτόγνωρο τοπίο. Το αγωνιστικό δίχρονο που προηγήθηκε έδωσε τη θέση του στην «στάση κινήματος» που κήρυξαν οι δυνάμεις της ρεφορμιστικής Αριστεράς το Φλεβάρη του 2012 για να «συνεχίσουν τη μάχη» στο πεδίο των εκλογών και των εκλογικών αυταπατών. Αξιοποιώντας την αδυναμία του κινήματος να βάλει φρένο στην επίθεση και να έχει έστω μια επιτυχία παρά τις μεγαλειώδεις απεργιακές και λαϊκές κινητοποιήσεις, οι δυνάμεις του συστήματος εξαπέλυσαν μία λυσσασμένη επιχείρηση εκβιασμών και τρομοκρατίας. Με την απειλή της χρεοκοπίας και την αμέριστη βοήθεια των ιμπεριαλιστικών κέντρων το αστικό πολιτικό σύστημα κατόρθωσε να ορθοποδήσει έστω και σοβαρά πληγωμένο.

Από την άλλη, οι αυταπάτες αριστερής διακυβέρνησης που πρόθυμα έσπειραν οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ ενθαρρυμένες από το θετικό γι’ αυτούς κλίμα που διαμορφώθηκε στις πλατείες, οδήγησαν στα γνωστά εκλογικά αποτελέσματα με τη μεγάλη ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ.

Παρ’ ότι η οργάνωσή μας διαπίστωσε έγκαιρα το αφιλόξενο τοπίο στο οποίο διεξάγονταν οι εκλογές αυτές (και ιδιαίτερα οι δεύτερες) έδωσε τη μάχη με αξιώσεις. Το εκλογικό αποτέλεσμα σίγουρα δεν ήταν τέτοιο που θα έδινε την ώθηση που θέλαμε στο εγχείρημα της ΠΑΑΣ (ιδιαίτερα το αποτέλεσμα της 17ης Ιούνη το χαρακτηρίσαμε κακό). Ωστόσο, δεν ήταν αυτό που θα εμπόδιζε την οργάνωσή μας στο να συνεχίσει στη ρότα που είχε ήδη χαράξει το προηγούμενο δίχρονο.

Η πάλη ενάντια στο φασισμό και τη φασιστικοποίηση

12. Όπως είδαμε και προηγουμένως, οι πλατείες αποτέλεσαν -εκτός των άλλων- και το εφαλτήριο για τη νομιμοποίηση της ανοιχτής εμφάνισης και δράσης των φασιστών της Χρυσής Αυγής. Μέσα στο κλίμα του γενικευμένου οπορτουνισμού που επέδειξε η Αριστερά, το φαινόμενο όχι μόνο δεν αντιμετωπίστηκε πολιτικά (και οργανωτικά) αλλά δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που οι φασίστες -με την ανοχή της Αριστεράς- ανέλαβαν και αναβαθμισμένο ρόλο στα πράγματα. Και αυτό δεν ίσχυσε μόνο στην Πλατεία Συντάγματος, όπου αρκετές φορές ο διαχωρισμός «πάνω» και «κάτω» πλατείας δεν μπορούσε να διακριθεί.

Η οργάνωσή μας έθεσε από τότε κιόλας την ανάγκη αντιμετώπισης του ζητήματος σε ουσιαστική πολιτική βάση και την ανάγκη της κοινής δράσης, του κοινού μετώπου απέναντι στο φασισμό. Αντιπαρατέθηκε με τις απόψεις που έβλεπαν την αντιμετώπιση του φασισμού και των φασιστών ως οργανωτικό ζήτημα, στο επίπεδο της συγκρότησης αποτελεσματικών ομάδων κρούσης στην κατεύθυνση του «τσακίστε τους φασίστες».

Τοποθέτησε το ζήτημα της ισχυροποίησης της φασιστικής Χρυσής Αυγής ως κομμάτι της γενικότερης τάσης φασιστικοποίησης της δημόσιας ζωής και των αντιδραστικών εξελίξεων που δρομολόγησε η πολιτική των μνημονίων και του ασφυκτικού εναγκαλισμού της χώρας από τα ξένα ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Δεν έμεινε έξω από απόπειρες συντονισμένου αγώνα ενάντια στο φασισμό και την επιθετική εμφάνισή του στις γειτονιές και στους χώρους δουλειάς. Στάθηκε κριτικά απέναντι στην προσπάθεια πολιτικών δυνάμεων να μονοπωλήσουν το ζήτημα της αντιφασιστικής πάλης ακυρώνοντας την αναγκαιότητα συγκρότησης πλατύτερου μετώπου ενάντια στο φασισμό και τη φασιστικοποίηση. Αντιπαρατέθηκε με τον τροτσκισμό και την αναρχία, αντιπαρατέθηκε με την αποπροσανατολιστική γραμμή του «εκτός νόμου η Χρυσή Αυγή» και του «να κλείσουν τα γραφεία της Χρυσής Αυγής».

Επεσήμανε τις ευθύνες της ρεφορμιστικής Αριστεράς για το ότι πλατιά κομμάτια της εργατικής τάξης και των εργαζομένων υιοθέτησαν τα κηρύγματα του φασισμού για τους «πουλημένους Αριστερούς».

Δεν θαμπώθηκε από το φούσκωμα της Χρυσής Αυγής αλλά ούτε και από την προσπάθεια της κυβέρνησης να την ψαλιδίσει. Ωστόσο, έκρινε και συνεχίζει να κρίνει ότι το ζήτημα της συνολικότερης αντιμετώπισης της ανάδυσης και ενίσχυσης του φασισμού δεν έχει αντιμετωπιστεί με επαρκή τρόπο από την οργάνωσή μας. Πόσο μάλλον που αποτελεί και ένα ζήτημα που αγγίζει σε επικίνδυνο βαθμό και τα νεολαιίστικα κομμάτια της εργατικής τάξης.

13. Είναι ένα από τα ζητήματα που θα το βρίσκουμε μπροστά μας όσο το σύστημα αδυνατεί να διαχειριστεί πολιτικά τη λαϊκή οργή, αλλά και όσο αδυνατεί να αντιμετωπίσει την κρίση του και κυρίως όσο το λαϊκό κίνημα παραμένει αδύναμο. Χωρίς να θεωρούμε ότι έχει έλθει η ώρα που το σύστημα θα τα «ακουμπήσει» κανονικά στους φασίστες, μας ανησυχεί το μέγεθος και η έκταση των σχέσεων τους με τους κρατικούς μηχανισμούς, η διασύνδεσή τους με μερίδες του κεφαλαίου, η ερωτοτροπία του αστικού πολιτικού μπλοκ εξουσίας με την ιδέα μιας πιο «σοβαρής» Χρυσής Αυγής.

Θεωρούμε αρνητικό στοιχείο το ότι ούτε η ΠΑΑΣ ούτε η Λαϊκή Αντίσταση-ΑΑΣ κατάφεραν να ανοίξουν το ζήτημα στο βαθμό που θα έπρεπε. Παρά τις προτάσεις της οργάνωσής μας να πάρει η ΠΑΑΣ πρωτοβουλίες ευρύτερης κοινής δράσης και ανάδειξης του ζητήματος πανελλαδικά, η χλιαρή έως αρνητική αντιμετώπιση του Μ-Λ ΚΚΕ δεν επέτρεψε σ’ εκείνη τη φάση την ανάληψη πολιτικών πρωτοβουλιών σε σχέση με το ζήτημα.

Γι’ αυτό μέσα στα καθήκοντα της οργάνωσης πρέπει να είναι η καλύτερη επεξεργασία των θέσεων και της γραμμής της σε σχέση με το φασισμό, η επεξεργασία και εκλαΐκευση επιχειρημάτων απεύθυνσης στο λαό, τους εργαζόμενους και τη νεολαία, η εκ νέου διερεύνηση δυνατοτήτων συγκρότησης μετωπικής κοινής δράσης.

14. Όπως σημειώσαμε και προηγουμένως, η ισχυροποίηση της φασιστικής Χρυσής Αυγής είναι κομμάτι της γενικότερης τάσης φασιστικοποίησης της δημόσιας ζωής, άρρηκτα δεμένη με αυτό, στοιχεία που αλληλοτροφοδοτούνται. Παρ’ όλα αυτά, η σύγχυση και τα οπορτουνιστικά χαρακτηριστικά της Αριστεράς, και η στρεβλή αντιμετώπιση της ενίσχυσης του φασιστικού φαινομένου, οδήγησαν και στη στρεβλή αντιμετώπιση του κλίματος φασιστικοποίησης και των κινδύνων που δημιουργεί για το λαϊκό-εργατικό κίνημα και την πολιτική δράση.

Οι εξελίξεις σε αυτό το επίπεδο είναι ραγδαίες και αφορούν τη βίαιη περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων, των πολιτικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών. Από τις επιστρατεύσεις απεργών και τις διώξεις συνδικαλιστών, μέχρι τις συλλήψεις πολιτικών προσφύγων, την ενίσχυση των τρομονόμων και την προετοιμασία νέου ποινικού κώδικα που στοχοποιεί την Αριστερά, το πλαίσιο που διαμορφώνεται -αν δεν αντιμετωπιστεί από το ίδιο το λαϊκό-εργατικό κίνημα- πολύ σύντομα θα αποτελεί θηλιά για τους αγώνες και τους αγωνιστές.

Είναι σαφές λοιπόν ότι το ζήτημα της υπεράσπισης των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών αποτελεί κρίσιμο ζήτημα το οποίο δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται περιστασιακά και σπασμωδικά. Εκτιμήσαμε και καταθέσαμε δημόσια την άποψή μας ότι απαιτείται η ευρύτερη δυνατή συσπείρωση γύρω από το ζήτημα αυτό, η πλατιά κοινή δράση πολιτικών οργανώσεων, σωματείων, συλλογικοτήτων κ.ά. Συμμετείχαμε, παρά τις διαφωνίες μας στο πολιτικό πλαίσιο, στη συγκρότηση της ΚΕΔΔΕ στην Αθήνα και συμβάλαμε όσο μπορούσαμε στην ενίσχυση της δράσης της. Ωστόσο, τόσο η λειψή λειτουργία της όσο και η αναστολή της δράσης της ανέδειξαν τη στρεβλή άποψη των οργανώσεων που συμμετείχαν -αλλά και αυτών που δεν συμμετείχαν- για την αντιμετώπιση του ζητήματος και -ουσιαστικά- την υποτίμησή του.

Το ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει καμία κεντρική πολιτική πρωτοβουλία για την υπεράσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών, (σε αντίθεση με τις αντιφασιστικές πρωτοβουλίες) είναι ένα πολύ αρνητικό στοιχείο.

Γι’ αυτό και η οργάνωση μας οφείλει να επαναφέρει την πρότασή της για τη συγκρότηση πρωτοβουλιών πλατιάς κοινής δράσης για το ζήτημα αυτό σε κάθε πόλη.

Η συγκρότηση της ΠΑΑΣ και της Λαϊκής Αντίστασης-ΑΑΣ

15. Ήδη από τις αρχές του 2008 είχαμε αρχίσει να διαπιστώνουμε τα στοιχεία διαμόρφωσης μίας διαδρομής στα πλαίσια της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς με κατεύθυνση τα λεγόμενα «μεταβατικά προγράμματα». Η διαδρομή αυτή εκφράστηκε πιο χαρακτηριστικά σε μια σειρά σταθμούς, όπως στη μάχη για τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων, στο Δεκέμβρη του 2008 και κατόπιν στις κινητοποιήσεις για την Κούνεβα, για να εκφραστεί ακόμη πιο έντονα και συγκεκριμένα από το 2009 και μετά με την συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αυτή η διαδρομή και η συγκεκριμένη κατεύθυνση εκφράστηκαν και με τη δημιουργία «υγειονομικών ζωνών» οι οποίες δυσκόλεψαν σε σημαντικό βαθμό την υπόθεση της κοινής δράσης που θέλαμε να υπηρετήσουμε ως οργάνωση. Συνέβαλε σε αυτό και η υποκειμενική αδυναμία της οργάνωσής μας να διαμορφώσει ένα διαφορετικό συσχετισμό στο πλαίσιο της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, να συσπειρώσει γύρω της ένα πλατύ αγωνιστικό δυναμικό τέτοιο που να μπορεί να θέσει την κατεύθυνση της κοινής δράσης στα επιμέρους μέτωπα -και συνεπώς και την κατεύθυνση της οικοδόμησης Μετώπου Αντίστασης- με διαφορετικούς όρους.

Στους αγώνες που ξέσπασαν ενάντια στα μνημόνια, στις μεγάλες απεργιακές μάχες και ιδιαίτερα στις πλατείες αυτές οι «υγειονομικές ζώνες» ήταν πιο ξεκάθαρες από ποτέ. Εκφράστηκαν ανοιχτά έως και χυδαία απέναντι στην προσπάθεια της οργάνωσής μας να παρέμβει ουσιαστικά πολιτικά και να αντιπαρατεθεί με τον διάχυτο οπορτουνισμό που εκδηλωνόταν. Στο εργασιακό-απεργιακό μέτωπο τα πάντα έπρεπε να υποταχτούν στον Συντονισμό Πρωτοβάθμιων Σωματείων και τα διάφορα παρακλάδια του (ο οποίος δεν επέτρεπε τη συμμετοχή εργατικών σχημάτων και συλλογικοτήτων). Στις πλατείες και αργότερα στα μέτωπα γειτονιάς τα πάντα έπρεπε να υποταχτούν στη λογική των συνελεύσεων και της «αμεσοδημοκρατίας», όπου η έννοια της Αριστεράς -και ιδιαίτερα της κομμουνιστικής- ήταν έως και υπό διωγμό. Επρόκειτο για ένα στημένο «παιχνίδι» του οποίου μάλιστα τους όρους σε πολλές περιπτώσεις έθεταν τμήματα της οργανωμένης Αριστεράς! Ήταν και αυτό ένα σημάδι του τυχοδιωκτικού χαρακτήρα της Αριστεράς στη χώρα, η οποία θεωρούσε ότι η υποταγή στα αντιοργανωτικά, απολιτικά χαρακτηριστικά (δηλαδή η πολιτική, ιδεολογική και οργανωτική αποσυγκρότηση) που έχει επιβάλει στο λαό η αστική κυριαρχία αποτελεί «ευελιξία» και υπηρέτηση της ανάγκης για «πλατιά δουλειά» στο λαό. Για να σαρωθεί μετά από λίγο καιρό όλη αυτή η «ευελιξία» από το ΣΥΡΙΖΑ, τις εκλογικές αυταπάτες και την προοπτική της κυβερνητικής του ανέλιξης.

16. Στη βάση αυτών των εξελίξεων, αλλά και μέσα από την εκτίμηση ότι υπάρχει ένα διάχυτο αγωνιστικό δυναμικό το οποίο δεν καλύπτεται από τη ρητορεία της ρεφορμιστικής και νεορεφορμιστικής Αριστεράς, το οποίο συμφωνεί με τη στάση της οργάνωσής μας και την κριτική που ασκεί προς τις δυνάμεις της Αριστεράς και το οποίο -κυρίως- συμφωνεί με τις κατευθύνσεις που θέτουμε ως οργάνωση, η οργάνωση πήρε την πρωτοβουλία και κατέθεσε τον Οκτώβρη του 2011 την Πρόταση Μετωπικού Συντονισμού Κοινής Δράσης και Αγώνα. Με βασικά σημεία της πρότασης την ανάγκη της μαζικής πάλης ενάντια στην καπιταλιστική βαρβαρότητα, τον ιμπεριαλισμό και την εξάρτηση, την ενίσχυση της αντιιμπεριαλιστικής κατεύθυνσης και της διεθνιστικής αλληλεγγύης και την αναγκαιότητα ανάδειξης πλαισίου στόχων για την ανατροπή της επίθεσης.

Εκτιμούσαμε και συνεχίζουμε να εκτιμούμε ότι χωρίς την απαραίτητη συνεργασία ενός αγωνιστικού δυναμικού ικανού να αναδείξει όλα τα παραπάνω, να παλέψει γι’ αυτά και να αντιπαρατεθεί με τις λαθεμένες απόψεις μέσα στο κίνημα, κάθε προσπάθεια οικοδόμησης του Μετώπου Αντίστασης θα παραμένει μία απλή επίκληση κι ένας στόχος για το μέλλον. Στόχος λοιπόν αυτής της πρότασης ήταν να βάλει τις βάσεις γι’ αυτήν την ευρύτερη συνεργασία. Με την οργάνωση να έχει μπει και παρέμβει στα γεμάτα στις πλατείες και τους απεργιακούς αγώνες, να έχει επιβεβαιώσει την ορθότητα των απόψεών της στην αντιπαράθεση με την Αριστερά της ήττας, της υποταγής, των ευκολιών, των «ευκαιριών» και των αυταπατών, αυτή η πρόταση ήρθε ως διάθεση αύξησης των δυνατοτήτων της άποψής μας να περπατήσει και να επηρεάσει και όχι ως αποτέλεσμα αδυναμίας να «συνεχίσουμε μόνοι μας».

17. Το αποτέλεσμα αυτής της πρότασης ήταν η συγκρότηση της Πρωτοβουλίας για Αριστερή Αντιιμπεριαλιστική Συνεργασία, τον Απρίλη του 2012, με τη συμμετοχή του Μ-Λ ΚΚΕ και ανένταχτων αγωνιστών, που στη συνέχεια μετεξελίχθηκε σε Λαϊκή Αντίσταση-Αριστερή Αντιιμπεριαλιστική Συνεργασία (Οκτώβρης του 2013). Στο σύντομο διάστημα που έχει διανύσει και παρά τις δυσκολίες που έχει αναδείξει, η συγκρότηση της Λαϊκής Αντίστασης-ΑΑΣ αποτελεί ήδη ένα θετικό προχώρημα:

- Αποτελεί μια συνεργασία με συγκροτημένα τοπικά σχήματα σε πολλές πόλεις της χώρας στα οποία αναφέρονται εκατοντάδες αγωνιστές.

- Έχει ήδη δώσει τα πρώτα δείγματα πολιτικών πρωτοβουλιών πανελλαδικής εμβέλειας με σημαντική απήχηση (Μέτωπο ενάντια στο χτύπημα του δικαιώματος στην δωρεάν περίθαλψη, μέτωπο ενάντια στις διαθεσιμότητες και τις απολύσεις στο Δημόσιο, εκδηλώσεις για την Ουκρανία).

- Έχει παρέμβει με διακριτό και αρκετά μαζικό τρόπο σε σειρά από κινηματικά γεγονότα.

- Έχει σε ένα σημαντικό βαθμό κατακτήσει την αναγνωρισιμότητά της στο πεδίο της Αριστεράς της χώρας.

- Έχει βοηθήσει στην ουσιαστικότερη κατανόηση των ιδιαιτεροτήτων, των συμφωνιών και των διαφορετικών απόψεων των δύο βασικών πολιτικών δυνάμεων που την συγκροτούν, του ΚΚΕ(μ-λ) και του Μ-Λ ΚΚΕ. Και η κατανόηση αυτή δεν αφορά μόνο τα μέλη των δύο οργανώσεων αλλά και ευρύτερα τμήματα αγωνιστών.

Ωστόσο, έχει αρκετό ακόμη δρόμο να διανύσει σε καθένα από τα παραπάνω ζητήματα αλλά και σε αρκετά ακόμη:

- Δεν έχει καταφέρει να ξεφύγει από τους περιορισμούς της σύμπραξης των δύο οργανώσεων. Η συμμετοχή των ανένταχτων αγωνιστών γίνεται κυρίως στη βάση της παρακολούθησης των συμφωνιών που καταλήγουν οι δύο οργανώσεις και όχι στη βάση της ουσιαστικής πολιτικής παρέμβασης στην όποια συζήτηση ξεκινάει.

- Σε αυτήν την αδυναμία συντείνει και το γεγονός ότι τα τοπικά σχήματα δεν έχουν αποκτήσει εκείνο το επίπεδο λειτουργίας που θα επέτρεπε τη διεύρυνση της συζήτησης αλλά και την εμπλοκή περισσότερων ανένταχτων αγωνιστών.

- Παρά τη γενική συμφωνία των δύο οργανώσεων στο ζήτημα της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και στην ανάγκη ενίσχυσης της αντιιμπεριαλιστικής κατεύθυνσης στο κίνημα, παραμένουν έως και αγεφύρωτες οι διαφορές σε ζητήματα που αφορούν τον τρόπο αλλά και τις στοχεύσεις για την ενίσχυση αυτής της κατεύθυνσης. Διαφορές που δυσκολεύουν ή ακυρώνουν τη δυνατότητα της Συνεργασίας να πάρει πρωτοβουλίες κοινής δράσης για κρίσιμα ζητήματα όπως αυτά της Συρίας και της Ουκρανίας.

Εδώ πρέπει να επισημάνουμε και την αδυναμία ανάπτυξης αντι-ΕΕ καμπάνιας από την Λαϊκή Αντίσταση-ΑΑΣ ενόψει των πρόσφατων ευρωεκλογών και μάλιστα σε μια περίοδο που το ζήτημα της εξόδου της χώρας από τη λυκοσυμμαχία των ευρωπαίων ιμπεριαλιστών έχει τεθεί από ευρύτερες λαϊκές μάζες.

- Παραμένει ζητούμενο το πώς αυτή η Συνεργασία θα σταθεί σε ζητήματα που αφορούν την επίθεση στα λαϊκά και εργατικά δικαιώματα, το πώς και αν θα ξεπεραστούν οι αντιθέσεις που έχουν εκφραστεί σε πεδία όπως αυτό των εκπαιδευτικών και γενικότερα σε ζητήματα παρέμβασης στη γειτονιά.

Για εμάς είναι σαφές ότι η Λαϊκή Αντίσταση-ΑΑΣ εξακολουθεί να αποτελεί ένα ελπιδοφόρο εγχείρημα. Ωστόσο, θεωρούμε ότι εάν δεν δοκιμάσει τις δυνάμεις και τις αντοχές της στη δημιουργία πολιτικών πρωτοβουλιών, εάν δεν διαμορφώσει στοιχεία φυσιογνωμίας τέτοια που θα την μετατρέψουν σε πόλο έλξης για ένα ευρύτερο δυναμικό ανθρώπων που θέλει να συμβάλλει και όχι να ακολουθεί, εάν δεν αντιμετωπιστεί ως η εκκίνηση μιας προσπάθειας και όχι ως η κατάληξή της, τότε θα περιοριστεί σε μια ακόμη σύμπραξη κεντρικού πολιτικού χαρακτήρα η οποία όμως δεν θα μπορεί να βάλει στην πραγματικότητα την πρόταση για συγκρότηση Μετώπου Αντίστασης.

Μόνο μέσα από μια τέτοια πορεία θα κατακτηθεί και η απαραίτητη σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στις δύο οργανώσεις. Εμπιστοσύνη η οποία δοκιμάστηκε έντονα τόσο μετά το καλοκαίρι του 2012 και την πρόταση της οργάνωσής μας για επικαιροποίηση του πλαισίου της ΠΑΑΣ στη βάση των νέων πολιτικών δεδομένων που είχαν αναδείξει οι εκλογικές αναμετρήσεις Μάη και Ιούνη του 2012, όσο και -ιδιαίτερα- τον Οκτώβρη του 2013 κατά την αποτίμηση του διημέρου συγκρότησης της Λαϊκής Αντίστασης-ΑΑΣ. Σίγουρα αποτελεί θετικό δείγμα το ότι οι δύο οργανώσεις επιμένουν στην κοινή προσπάθεια ακόμη και μετά από τέτοιες αντιπαραθέσεις και αυτό είναι κάτι που πρέπει να κρατήσουμε.

Ο δικός μας δρόμος

18.   Αναφερθήκαμε πιο πριν στο άνοιγμα της ιδεολογικής και πολιτικής συζήτησης στα πλαίσια της οργάνωσης. Και έχει μια ιδιαίτερη αξία να σταθούμε σε αυτό γιατί δεν αποτελεί μία απλή αναφορά στην ανάγκη μελέτης των κλασικών του μαρξισμού-λενινισμού. Πρόκειται για το ζήτημα του προσδιορισμού του προσανατολισμού και των χαρακτηριστικών τα οποία πρέπει να αποκτήσει η Αριστερά στη χώρα μας προκειμένου να κινηθεί στην κατεύθυνση υλοποίησης των στόχων της ανασύστασης-ανασυγκρότησης του εργατικού, επαναστατικού κομμουνιστικού και της ανατροπής του συστήματος της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Και πριν από αυτά, του προσδιορισμού των χαρακτηριστικών του Μετώπου Αντίστασης και Διεκδίκησης και τη σχέση του με το Μέτωπο Ανατροπής.

Δεν πρόκειται για φιλοσοφικές αναζητήσεις στο κενό ούτε για παραξενιές «αριστερών» που αρέσκονται στην ομφαλοσκόπηση. Πρόκειται για ζητήματα που έχουν επανειλημμένα τεθεί και τα οποία σήμερα, μπροστά στην προοπτική ανάληψης κυβερνητικού ρόλου από το ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκονται μονίμως στην ημερήσια διάταξη μέσα από τη συζήτηση για την «αριστερή διακυβέρνηση», τα «μεταβατικά προγράμματα», τον «εργατικό έλεγχο» κ.λπ.

Το ΚΚΕ(μ-λ), πιάνοντας το νήμα από εκεί που το άφησε η 7η Συνδιάσκεψη που ήταν αφιερωμένη στην Αριστερά, άνοιξε τη συζήτηση κάνοντας και μια σειρά επεξεργασίες που καταγράφηκαν σε μια σειρά κείμενα ξεκινώντας από το «Ο δικός μας δρόμος» (Οκτώβρης 2012). Χωρίς να εκτιμούμε ότι οι συνθήκες επιτρέπουν να αποσαφηνίσουμε παραπέρα το χαρακτήρα της ανατροπής, ωστόσο μας έχει γίνει σαφές ότι είναι απαραίτητο, πρώτον, να γίνει μία όσο το δυνατόν ακριβέστερη καταγραφή της κοινωνικής διαστρωμάτωσης της χώρας και, δεύτερον, να αποσαφηνίσουμε όσο ακριβέστερα μπορούμε τη διαδικασία οικοδόμησης του Μετώπου Αντίστασης και Διεκδίκησης.

Παράλληλα με αυτά, μέσα από ιδιαίτερα κείμενα ή μέσα από τα έντυπα της οργάνωσής μας (Προλεταριακή Σημαία, Αντίθεση) άνοιξε η συζήτηση γύρω από το καθεστώς εξάρτησης της χώρας και την πάλη για την ανατροπή του, τη σχέση της πάλης ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση με την πάλη ενάντια στην καπιταλιστική κυριαρχία, καθώς και τα χαρακτηριστικά της εργατικής τάξης σε σχέση με την υπόθεση της ανατροπής.

Είτε επιβεβαιώνοντας παλιότερες θέσεις και εκτιμήσεις είτε ανιχνεύοντας νέες, αυτές οι συζητήσεις ήρθαν -εκτός των άλλων- να καλύψουν ιδεολογικά και πολιτικά κενά παλαιότερων συντρόφων, αλλά ιδιαίτερα των νεότερων συντρόφων οι οποίοι δεν είχαν ποτέ ασχοληθεί με τέτοια ζητήματα.

Σε αυτό συνέβαλαν επίσης οι διαδικασίες των δύο «σχολείων» και τα κάμπινγκ νεολαίας, αλλά και οι αντιπαραθέσεις που ανοίχτηκαν στα πλαίσια της ΠΑΑΣ σχετικά με τη φυσιογνωμία του εγχειρήματος.

Για τα μέτωπα πάλης

19. Στο διάστημα που μεσολάβησε από την 7η Συνδιάσκεψη η οργάνωσή μας έδωσε μάχες σε μια σειρά μέτωπα, αλλού με μεγαλύτερη και αλλού με μικρότερη επιτυχία, αλλού αξιοποιώντας εμπειρίες του παρελθόντος και αλλού ανιχνεύοντας νέες απαιτήσεις και δρόμους.

Σε κάθε περίπτωση, στόχοι της παρέμβασής μας ήταν:

- Να φωτιστούν τα χαρακτηριστικά και οι ιδιαίτερες πλευρές της επίθεσης έτσι όπως εξελίχθηκε μέσα από την επιβολή των μνημονίων και των δεκάδων εφαρμοστικών νόμων που ακολούθησαν.

- Να αναδειχτεί η αναγκαιότητα της οργάνωσης των λαϊκών αντιστάσεων ενάντια στη ραγδαία επίθεση που υπαγορεύτηκε από τις δυνάμεις του ιμπεριαλισμού και υλοποιήθηκε -άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο πρόθυμα- από την ντόπια άρχουσα τάξης. Να δημιουργηθούν και να ενισχυθούν εστίες αντίστασης σε κάθε χώρο δουλειάς, σε κάθε γειτονιά, σε κάθε σχολή. Ενάντια στο κλίμα της συναίνεσης και της υποταγής στην «αντικειμενικότητα» της κρίσης. Ενάντια στην «εθνική προσπάθεια» πίσω από την οποία έπρεπε όλοι να στοιχιστούν και τις «άδικες, αλλά απαραίτητες» θυσίες που έπρεπε να κάνει ο εργαζόμενος λαός μέχρι να «ανακάμψουμε» από την κρίση.

- Να μπολιαστούν ξανά οι λαϊκές-εργατικές συνειδήσεις με την πίστη στη δύναμη των αγώνων και της πάλης. Ενάντια στην ηττοπάθεια και την απογοήτευση που απλόχερα σκορπούσαν και σκορπούν οι δυνάμεις του ρεφορμισμού. Ενάντια στην ψεύτικη παντοδυναμία ενός συστήματος σε κρίση, που συνεχίζει και υπάρχει όχι χάρις στη δική του δυναμική αλλά χάρις στην αδυναμία των λαών και της εργατικής τάξης να συγκροτήσουν τις δυνάμεις τους για την ανατροπή του.

- Να αποκαλυφθεί ο ρόλος μιας σειράς δυνάμεων και παραγόντων (από το ρεφορμισμό και τον κυβερνητικό συνδικαλισμό μέχρι την αναρχία) που συνεχίζουν να «τρέφονται» από τα αποτελέσματα της ήττας των λαών και του κομμουνιστικού κινήματος και να προπαγανδίζουν -με τη μια ή την άλλη μορφή- τη δυνατότητα μιας άλλης διαχείρισης στα πλαίσια του καπιταλισμού.

- Να αποκαλυφθεί ο στρατηγικός στόχος της επίθεσης του συστήματος: η αξιοποίηση του αρνητικού για τους λαούς και την εργατική τάξη συσχετισμού στην κατεύθυνση της μεγαλύτερης επιδείνωσής του έως την πλήρη αποσυγκρότηση της εργατικής τάξης και των λαϊκών δυνάμεων, την ισοπέδωση δικαιωμάτων και κατακτήσεων που παραπέμπουν στο παρελθόν της εφόδου στον ουρανό και στην προοπτική της νέας ανατροπής.

- Να αποκαλυφθεί ο διπλά εξαρτημένος από ΗΠΑ και ΕΕ, κομπραδόρικος χαρακτήρας της ντόπιας άρχουσας τάξης και του πολιτικού της προσωπικού και ο επικίνδυνος ρόλος τους σε οτιδήποτε αφορά τα συμφέροντα του λαού και των εργαζομένων.

- Να ενισχυθούν και να πολλαπλασιαστούν οι δεσμοί της οργάνωσής μας με τις λαϊκές και εργαζόμενες μάζες, ώστε

- Να μπουν οι βάσεις για τη συγκρότηση ενός πλατιού και μαζικού Μετώπου Αντίστασης και Διεκδίκησης ικανού να αναμετρηθεί με τις δυνάμεις του κεφάλαιου και του ιμπεριαλισμού και τους ντόπιους παρατρεχάμενούς τους.

- Να μπουν οι βάσεις για την ανασύσταση-ανασυγκρότηση του εργατικού, επαναστατικού, κομμουνιστικού κινήματος.

Φυσικά και η παράθεση των παραπάνω στόχων δεν σημαίνει ότι η παρέμβαση της οργάνωσής μας δεν έκανε σαφή τη διάκριση του άμεσου στόχου από την προοπτική. Το αντίθετο, μάλιστα. Ήμασταν αυτοί που δώσαμε μάχη για την ανάγκη αυτής της διάκρισης γνωρίζοντας ότι αυτό που προέχει σε αυτήν τη φάση είναι η συγκρότηση αγώνων και εστιών αντίστασης, η δημιουργία πλατιάς κίνησης μαζών, η ανάδειξη λαϊκών αγωνιστών, η εμπιστοσύνη των μαζών στις δυνάμεις τους. Δώσαμε μάχη ενάντια σε λογικές που λοιδόρησαν και απαξίωσαν την έννοια των αγώνων που δεν πληρούν συγκεκριμένες προδιαγραφές και συγκεκριμένη προοπτική, για να φτάνουν στο σημείο να τους υπονομεύουν ανοιχτά.

Για την εργατική μας δουλειά

20.   Μέσα στο καμίνι της αντιπαράθεσης με την πολιτική των μνημονίων και της επιβολής ενός νέου εργασιακού μεσαίωνα, η οργάνωση αποφάσισε να δει ξανά, με πιο ουσιαστικό τρόπο το ζήτημα της εργατικής μας δουλειάς. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είχε πάψει να ασχολείται, το κύριο βάρος είχε δοθεί στις συνοικίες και η εργατική δουλειά είχε ατονήσει. Ο τρόπος με τον οποίο ανοίχτηκαν τα ζητήματα της εργασίας από το 2009 και πέρα απαιτούσε μια διαφορετική αντιμετώπιση, μεγαλύτερη εμβάθυνση και μελέτη του τρόπου και της γραμμής με την οποία θα παρέμβαινε η οργάνωσή μας.

Όπως αναφέραμε και προηγουμένως, στόχος του κεφάλαιου ήταν να βαθύνει και να παγιώσει τον αρνητικό συσχετισμό σε βάρος της εργατικής τάξης και των εργαζομένων. Η κρίση εμφανίστηκε «ως ευκαιρία» μόνο για τις δυνάμεις που βασίζουν την ύπαρξή τους στην εκμετάλλευση και κλοπή της ανθρώπινης εργασίας.

Για τον κόσμο της δουλειάς η κρίση ήταν μια περίοδος διαρκών υποχωρήσεων, ισοπέδωσης δικαιωμάτων και κατακτήσεων, ευθείας αμφισβήτησης και χτυπήματος των συλλογικών συμβάσεων, διάλυσης των εργασιακών σχέσεων, μαζικών απολύσεων και εκτίναξης της ανεργίας, λεηλασίας των μισθών και του εισοδήματος, ασύδοτης δράσης του κεφάλαιου και της εργοδοσίας, έντασης της εργοδοτικής τρομοκρατίας, ποινικοποίησης της συνδικαλιστικής δράσης.

Τα μνημόνια ήρθαν να επιτείνουν σε υπερθετικό βαθμό αυτά τα φαινόμενα. Οι ιμπεριαλιστές έδιναν γραμμή και «τεχνογνωσία» και το ντόπιο κεφάλαιο δεν προλάβαινε να εκμεταλλευτεί τις «ευκαιρίες». Παράλληλα, βέβαια, συνεχιζόταν η αποβιομηχάνιση της χώρας και της παραγωγικής της συρρίκνωσης, με την εκδήλωση αντιδράσεων από την πλευρά των ντόπιων βιομηχάνων.

Στο δημόσιο τομέα κορυφαία έκφραση της επίθεσης ήταν η κατάργηση της μονιμότητας και οι πρώτες απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων. Παράλληλα, η επιβολή κλίματος τρομοκρατίας και ανασφάλειας μέσα από τη διαρκή αξιολόγηση και την ποσόστωση που θα προετοιμάσουν τα επόμενα κύματα απολύσεων, θα διαμορφώσουν-παγιώσουν μεσαιωνικές εργασιακές σχέσεις σε όλη την κλίμακα του Δημοσίου, ενώ ταυτόχρονα ο λαός συνολικά θα χάνει τις κοινωνικές κατακτήσεις που είχε σε υγεία, παιδεία κ.λπ. στο «παλιό, αντιπαραγωγικό» Δημόσιο.

Και αντίστοιχα κορυφαία έκφραση ξεπουλήματος των αγώνων αποτέλεσε η στάση της ΟΛΜΕ που με πραξικοπηματικό τρόπο αγνόησε τις διαθέσεις χιλιάδων εκπαιδευτικών για απεργία κατά τη διάρκεια των πανελλαδικών εξετάσεων του 2013.

21.   Όμως ήταν και περίοδος αγώνων, πρωτόγνωρα μαζικών. Όπου εκφράστηκαν οι εργατικές διαθέσεις ενάντια στην βάρβαρη πολιτική του κεφάλαιου και του ιμπεριαλισμού. Από τις πανεργατικές απεργίες μέχρι τις απεργίες σε επιμέρους χώρους δουλειάς οι αγώνες που ξεσπούν εκπλήσσουν με τη διάρκεια και την αποφασιστικότητά τους (κορυφαίο παράδειγμα η Χαλυβουργία), αλλά και με βάση την πλήρη παράδοση των όπλων από τις ξεπουλημένες συνδικαλιστικές ηγεσίες. Με την πλάτη στον τοίχο και με τα πάντα γύρω τους να ισοπεδώνονται, οι εργαζόμενοι αμφισβητούν όλο και πιο συνειδητά το «μοντέλο» του σύγχρονου δούλου στο οποίο σπρώχνονται να προσαρμοστούν, αρνούνται να παραδώσουν τις ζωές τους, να σκύψουν το κεφάλι. Με βάση το ταξικό τους ένστικτο, αναζητούν τη συλλογικότητα, στρέφονται στο συνάδελφό τους, συζητούν για το πώς θα αντισταθούν. Αναζητούν ξανά τα σωματεία τους, προσπαθούν να στήσουν νέα, ανακαλύπτουν ξανά το συνδικαλισμό. Όχι αυτόν που κυριαρχούσε για δεκαετίες και πελέκησε τα πόδια της εργατικής τάξης, αλλά αυτόν που μπορεί να εξοπλίσει τους εργαζόμενους και να υπηρετήσει την ανάγκη του αγώνα, της αντίστασης, της διεκδίκησης.

Δεν είναι χωρίς εμπόδια και προβλήματα αυτή η αναζήτηση. Γιατί το «παλιό», ο υποταγμένος, βολεμένος, εργοδοτικός, κρατικός συνδικαλισμός εξακολουθεί να είναι εδώ, να μπαίνει εμπόδιο μπροστά σε καθετί «νέο».

Πρώτο, γιατί η χρόνια κυριαρχία των αστικών και ρεφορμιστικών αντιλήψεων στο εργατικό κίνημα, η απαξίωση των σωματείων και της ζωντανής, ενεργητικής συμμετοχής των εργαζομένων σε αυτά, η κυριαρχία λογικών ανάθεσης σε κάποιους, δήθεν ειδικούς, της υπεράσπισης των συμφερόντων της εργατικής τάξης, έχουν δημιουργήσει συνολικά μια διαλυτική κατάσταση στο εργατικό κίνημα.

Δεύτερο, γιατί, παρά τα σοβαρά πλήγματα που έχει δεχτεί ο υποταγμένος συνδικαλισμός, φροντίζει να κρατιέται με νύχια και με δόντια στη θέση του. Να υπονομεύει τις εργατικές διαθέσεις, αλλά και τις ίδιες τις εργατικές κινητοποιήσεις. Να αξιοποιεί την επιθετικότητα του συστήματος για να καλλιεργήσει τη διστακτικότητα και το φόβο. Να συντηρεί ένα κύκλωμα πελατειακών σχέσεων. Και, βέβαια, να σπέρνει νέες αυταπάτες για τη δυνατότητα ανάκαμψης αυτού του συστήματος προς όφελος και των εργαζομένων, για τη δήθεν υγιή επιχειρηματικότητα, για την προοπτική ενός «άλλου αέρα» στην ΕΕ κόντρα στους «Μερκελιστές» και άλλα τέτοια. Με κορυφαία αυταπάτη, τη δυνατότητα εκλογικής διεξόδου από αυτό το μεσαίωνα στον οποίο βυθίζει το λαό η καπιταλιστική-ιμπεριαλιστική επιθετικότητα.

Τρίτο, γιατί η κατάσταση διάλυσης και αποσυγκρότησης που αναφέραμε ευθύνεται για τη συνδικαλιστική και οργανωτική απειρία των εργαζομένων, και κυρίως των νέων. Το πώς ξεκινά, στήνεται και οργανώνεται ένας αγώνας είναι διαδικασίες άγνωστες για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων. Διαδικασίες τις οποίες καλείται να ανακαλύψει από την αρχή. Και πάνω σε αυτήν την άγνοια και την αποσυγκρότηση (και, φυσικά, πάνω στο γενικότερο αρνητικό συσχετισμό και τα αποτελέσματα της ήττας του λαϊκού-εργατικού κινήματος) πατά η εργοδοσία για να ξεδιπλώσει την αντεργατική της επίθεση.

22.   Μέσα σε αυτό το τοπίο η οργάνωσή μας έθεσε πλατιά και αποφασιστικά τη γραμμή της αντίστασης στον εργασιακό μεσαίωνα, της υπεράσπισης των κατακτήσεων και των δικαιωμάτων, της σταθερής και πλήρους εργασίας και των συλλογικών συμβάσεων, της διεκδίκησης αυξήσεων στους μισθούς.

Αναγνώρισε την αναγκαιότητα της πλατιάς και άμεσης εμπλοκής των εργαζομένων στην υπόθεση της οργάνωσης των αγώνων, την αναγκαιότητα να πάρουν οι εργαζόμενοι την υπόθεση των αγώνων στα δικά τους χέρια, απομονώνοντας τις ξεπουλημένες συνδικαλιστικές ηγεσίες.

Σε αυτήν την κατεύθυνση ανέδειξε την αναγκαιότητα πρωτοβάθμιας οργάνωσης των εργαζομένων μέσα από σωματεία, επιτροπές, πρωτοβουλίες, αναγνωρίζοντας ότι εκεί είναι που θα κριθεί το εάν και πόσο θα μπορέσει να τεθεί στην πράξη το ξεπέρασμα των ξεπουλημένων συνδικαλιστικών ηγεσιών.

Είχαμε και έχουμε ξεκάθαρο ότι όσο αυτό το ζήτημα δεν απαντιέται, οι υπάρχουσες συνδικαλιστικές δομές δευτεροβάθμιες ή τριτοβάθμιες είναι καταδικασμένες να αναπαράγουν την ίδια χρεοκοπημένη γραμμή που βασίζεται στην ανάθεση και τη συνδιαλλαγή. Και αυτό παρ’ ότι το σύστημα τις περιορίζει μέσα από την ένταση της φασιστικοποίησης και τον ασφυκτικό περιορισμό του ελεύθερου συνδικαλισμού.

Αναδείξαμε το ζήτημα της ανάγκης οριζόντιου συντονισμού των μορφών οργάνωσης των εργαζομένων με στόχο την ανάδειξη ενός μετώπου γύρω από ένα συγκεκριμένο στόχο. Κάτι τέτοιο πήρε σάρκα και οστά με σοβαρά αποτελέσματα στην περίπτωση των κινητοποιήσεων των υγειονομικών ενάντια στα κλεισίματα των νοσοκομείων το καλοκαίρι του 2013, όταν η ΠΟΕΔΗΝ σφύριζε αδιάφορα.

Εκτιμήσαμε την αναγκαιότητα παρέμβασης στους μαζικούς χώρους δουλειάς κάνοντας και τις απαραίτητες οργανωτικές αναδιατάξεις.

Θέσαμε το ζήτημα της οργάνωσης των ανέργων και συμμετείχαμε πρωτοστατώντας σε αντίστοιχες πρωτοβουλίες, βάζοντας στην προμετωπίδα το σύνθημα του αγώνα για δουλειά πλήρη και σταθερή για όλους κόντρα στη λογική του «λιγότερη δουλειά, δουλειά για όλους».

Κάναμε κάποια πρώτα βήματα οργάνωσης της παρέμβασης στους νέους εργαζόμενους. Συγκροτήθηκε η Πρωτοβουλία Νέων Εργαζομένων και Ανέργων στη Θεσσαλονίκη, συγκροτήθηκε κομματικός πυρήνας νέων εργαζομένων στην Αθήνα και ανιχνεύτηκαν ζητήματα σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τα αιτήματα της παρέμβασης σε αυτό το πεδίο.

Ιδιαίτερη σημασία έχει η διοργάνωση της εργατικής σύσκεψης (Μάης 2013) και της σύσκεψης των υγειονομικών (Φλεβάρης 2014) που έδωσαν τη δυνατότητα στην οργάνωση να καταγράψει πιο συγκεκριμένα θέσεις και προβληματισμούς και να συντονίσει -ως ένα βαθμό- την πανελλαδική της δράση.

Παρεμβήκαμε αποφασιστικά στις μεγάλες μάχες που έδωσαν οι εργαζόμενοι στην Υγεία και οι εκπαιδευτικοί ενάντια στις διαθεσιμότητες και τις απολύσεις, ενάντια στα κλεισίματα νοσοκομείων και σχολείων. Μέσα από την παρέμβαση της Ταξικής Πορείας και των Αγωνιστικών Κινήσεων Εκπαιδευτικών η οργάνωσή μας ανέδειξε την αντίφαση ανάμεσα στις διαθέσεις και αγωνίες των εργαζομένων και τις στοχεύσεις των συνδικαλιστικών ηγεσιών. Η παρέμβασή μας αυτή μας βοήθησε να ενισχύσουμε τον κύκλο επιρροής μας, όχι όμως στο βαθμό που θα επέτρεπε η πλατύτητα και η ένταση της δουλειάς μας. Άφησε, όμως, πολύτιμες παρακαταθήκες και εμπειρία.

23.   Ωστόσο, η δουλειά μας στους εργαζόμενους έχει αντιμετωπίσει και πολλές καθυστερήσεις και πισωγυρίσματα. Ενώ η παρέμβαση στους υγειονομικούς και τους εκπαιδευτικούς έχει παγιωθεί με σημαντικά αποτελέσματα, η παρέμβασή μας στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα παραμένει υποτυπώδης. Σε αυτό συνέβαλε και η πολύχρονη παραμονή συντρόφων μας στην ανεργία, αλλά το βασικό πρόβλημα βρίσκεται στην αδυναμία εδραίωσης μόνιμης και στοχευμένης παρέμβασης και ανάληψης πολιτικών πρωτοβουλιών.

Επιπλέον, έχουμε σοβαρή υστέρηση στην πλατιά συνδικαλιστική δουλειά και, συνεπώς, στην επιρροή μας ως εργατική παράταξη.

Επίσης, από τα στοιχεία που πρέπει να προσεχθούν είναι και η έλλειψη συλλογικής και συντονισμένης πανελλαδικής λειτουργίας που παρατηρήθηκε σε κάποια συνδικαλιστικά ζητήματα που ανοίχτηκαν την περίοδο αυτή (π.χ. δημ. υπάλληλοι, εκπαιδευτικοί)

Η δουλειά στους μετανάστες ατόνησε, ως αποτέλεσμα και της βύθισης του κλάδου της οικοδομής. Αν και στην εργατική σύσκεψη θέσαμε ξανά το ζήτημα, ωστόσο, το βασικό μας πρόβλημα παραμένει η λειψή επαφή μας με μετανάστες. Δουλειά που, αν θέλουμε να προχωρήσει, πρέπει να αναληφθεί με συνέχεια και συνέπεια και η οποία θα πρέπει να κινηθεί σε τρία επίπεδα: α) στην ανάδειξη των αιτημάτων που έχουν στόχο την άρση του καθεστώτος διακρίσεων, ανασφάλειας και φόβου, β) στην ανάδειξη πρωτοπόρων μεταναστών και γ) στην ανάδειξη της κοινής βάσης των αγώνων Ελλήνων και μεταναστών ενάντια στον ιμπεριαλισμό-καπιταλισμό.

Συνολικά, η αναβάθμιση της εργατικής μας δουλειάς, η μεγαλύτερη και πιο καθοδηγημένη εμπλοκή μας με την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους, η διαμόρφωση στοιχείων ταξικής-εργατικής φυσιογνωμίας έχει να προσφέρει πολλά στην οργάνωση και πρέπει να είναι από τα κύρια μελήματά μας.

Εστίες αντίστασης στις γειτονιές

24.   Η σφοδρότητα της επίθεσης που εκδηλώθηκε στο διάστημα 2010-2014 άγγιξε όλες τις πτυχές της καθημερινής ζωής του λαού μας. Ο χαρακτηρισμός της επίθεσης ως «ολομέτωπη» είναι απόλυτα δικαιολογημένος. Αυτό που έζησε -και συνεχίζει να ζει- ο λαός μας ήταν ένας οδοστρωτήρας δικαιωμάτων και κατακτήσεων, μία ατέλειωτη λεηλασία της ζωής του.

Υπηρετώντας τη γραμμή της δημιουργίας και ενίσχυσης εστιών αντίστασης παντού, η οργάνωσή μας ρίχτηκε στον αγώνα συμμετέχοντας σε όσα μέτωπα της επέτρεπαν οι δυνάμεις της. Και δεν ήταν λίγα τα μέτωπα αυτά. Από τα διόδια και το ζήτημα της αύξησης των εισιτηρίων μέχρι τα χαράτσια της ΔΕΗ και τις διακοπές ηλεκτροδότησης, τα μέτωπα που ανοίχτηκαν πανελλαδικά ήταν πολλά, κινητοποίησαν λαϊκές μάζες -αλλού περισσότερο και αλλού λιγότερο- και έδωσαν τη δυνατότητα στην οργάνωσή μας να αναπτύξει τη δράση της σε ζητήματα πρωτόγνωρα τα οποία όμως έδιναν τη δυνατότητα να συνδεθούμε καλύτερα με τις λαϊκές μάζες, να αφουγκραστούμε τη λαϊκή συνείδηση, να διαπιστώσουμε όρια και δυνατότητες.

Η οργάνωσή μας, λοιπόν, ανταποκρίθηκε σε σημαντικό βαθμό σε αυτές τις προκλήσεις. Παντού όπου μπορούσε συγκρότησε πρωτοβουλίες ή εντάχθηκε σε πρωτοβουλίες για τα αντίστοιχα ζητήματα. Αναγνώρισε έγκαιρα ότι αυτή η μαζική κίνηση λαού δεν ήρθε από το πουθενά, αλλά ότι αποτέλεσε τη συνέχεια των μεγάλων κινητοποιήσεων ενάντια στα μνημόνια και το βάθεμα της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης που σήμαναν. Αυτό την βοήθησε στο να συγκροτήσει και την παρέμβασή της με τέτοιο τρόπο ώστε να αντιπαρατίθεται με τις γνωστές «ευκολίες» της Αριστεράς του «κάτω η κυβέρνηση» ή με τις απόψεις του χώρου της αναρχοαυτονομίας ο οποίος προσπάθησε όψιμα να ασχοληθεί με τα λαϊκά ζητήματα σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση (στήσιμο λεσχών και συνελεύσεων με χαρακτηριστικά «αλληλεγγύης» και «νησίδων»), καθώς η άποψή του για το λαό παραμένει σε μικροαστική βάση.

25.   Σε όλες τις περιπτώσεις η οργάνωσή μας κινήθηκε στη βάση της υπεράσπισης των δικαιωμάτων του λαού. Δικαιώματα όλου του λαού, αυτονόητα για εμάς αλλά καθόλου αυτονόητα για τμήματα της Αριστεράς που ήθελαν να κινούνται στη βάση του «εφικτού» και της «συνδιαλλαγής» ενόψει της κυβερνητικής προοπτικής.

Αντιπαρατεθήκαμε στη λογική της ανυπακοής και του «δεν πληρώνω» και επιμείναμε στη λογική της μαζικής αντίστασης και διεκδίκησης. Βέβαια, σε αυτό το επίπεδο υπήρξαν και διαφορετικές προσεγγίσεις στην οργάνωση. Προσεγγίσεις οι οποίες δεν συζητήθηκαν και δεν αξιολογήθηκαν έγκαιρα, και οι οποίες συνέχισαν να υπάρχουν ακόμη και μετά τον εντοπισμό διαφοροποιήσεων.

Η επεξεργασία γραμμής και κατευθύνσεων δεν μπορεί παρά να αποτελεί συλλογική προσπάθεια της οργάνωσης, έτσι ώστε συλλογικά να μπορεί να τις παλέψει. Και οι σύντροφοι πρέπει να επιδιώκουν τη συμπόρευση της οργάνωσης στα μέτωπα που ανοίγονται.

Με αυτήν την έννοια, αρνητικό θεωρείται και το φαινόμενο σύντροφοί μας, σε μια σειρά μέτωπα, να αποφεύγουν την εμφάνιση-έκθεσή τους ως μέλη της οργάνωσης και ως αποτέλεσμα, να δυσχεραίνεται και η προσπάθεια της οργάνωσης -στηρίζοντας έναν αγώνα- να προβάλει την άποψή της και το γενικότερο πολιτικό στίγμα της. Εκτιμούμε ότι φαινόμενα σαν αυτό προκαλούνται από δύο κατά βάση αιτίες:

- Από το βάρος της αντιοργανωτικής, αντικομματικής, αντικομμουνιστικής παρέμβασης των δυνάμεων του οπορτουνισμού στο κίνημα. Παρέμβαση που προφανώς ευνοείται από το σύστημα και εκφράζεται σε όλα τα επίπεδα. Οι σύντροφοί μας, ωστόσο, δεν έχουν κανένα λόγο να υποτάσσονται σε αυτήν την κατάσταση. Το αντίθετο! Οφείλουν και έχουν κάθε συμφέρον να την αντιμάχονται και να την καταγγέλλουν.

- Η, συνδεδεμένη με τα προηγούμενα, κακώς εννοούμενη σχέση της παρέμβασής μας στο κίνημα. Παρέμβαση στο κίνημα για το κίνημα, ακτιβίστικου χαρακτήρα, χωρίς ξεκαθαρισμένη τη σημασία που έχουν τα χαρακτηριστικά, οι στόχοι και οι κατευθύνσεις που αυτό πρέπει να πάρει. Χαρακτηριστικά, στόχοι και κατευθύνσεις που δεν ορίζονται από μόνα τους, ούτε προκύπτουν από τη γενική κίνηση των μαζών, αλλά καθορίζονται από τους πολιτικούς συσχετισμούς και την πολιτική διαπάλη-αντιπαράθεση που γίνεται -ή δεν γίνεται- στο κίνημα. Και εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι αυτή η διαπάλη -σε ό,τι αφορά τους συντρόφους μας- γίνεται με καλύτερους όρους όταν συνοδεύεται από την κομματική στήριξη. Για να το θέσουμε διαφορετικά: αν και σε γενικές γραμμές υπονομευμένη από το συνολικότερο κλίμα, η παρέμβαση με τις «πλάτες» μιας οργάνωσης σαν τη δική μας αποδείχτηκε ότι προβάλλει και αναδεικνύει με καλύτερους όρους την άποψη και την δράση των συντρόφων μας, οι οποίοι δεν εμφανίζονται ως «μεμονωμένοι» αγωνιστές στην υπηρεσία του κινήματος, αλλά ως φορείς μιας συνολικότερης άποψης που και ιστορία έχει και προοπτική αναδεικνύει. Η ύπαρξη της οργάνωσή μας αποτελεί όπλο και όχι εμπόδιο! Και αυτό αναδείχτηκε περίτρανα σε πάμπολλες περιπτώσεις με πιο πρόσφατη αυτήν της Χαλκιδικής.

Όλα τα παραπάνω, φυσικά και δεν σημαίνουν ότι η παρέμβασή μας θα είναι κομματική και μόνο. Οι τρόποι και οι μορφές με τα οποία παρεμβαίνει κάθε φορά η οργάνωση, θα πρέπει και να εξετάζονται αλλά και να συναποφασίζονται με γνώμονα τη σύνδεσή μας με τις μάζες και το κέρδισμα αγωνιστών στις γραμμές μας

26.   Αντίστοιχα ζητήματα έχουν προκύψει κατά καιρούς με τη συμμετοχή συντρόφων μας σε πρωτοβουλίες ή σχήματα γειτονιάς και τα πολιτικά ζητήματα που κλήθηκαν να απαντήσουν μέσα σε αυτά. Ζητήματα που πλήθαιναν και γίνονταν πιο πιεστικά όσο ο ΣΥΡΙΖΑ προωθούσε την κατεύθυνση συγκρότησης «δικτύων αλληλεγγύης» όπως αρέσκεται να τα ονομάζει. Τα διάφορα κοινωνικά ιατρεία-παντοπωλεία-φροντιστήρια, τα κάθε λογής παζάρια, λαϊκές κ.λπ. που στήνονταν με ή χωρίς τη συνδρομή της τοπικής εξουσίας αποτέλεσαν μίας πρώτης τάξης ευκαιρία για το ΣΥΡΙΖΑ και τους δορυφόρους του να «στείλουν την μπάλα στην εξέδρα», να αποπροσανατολίσουν το λαό από την κατεύθυνση των μαζικών αγώνων και της διεκδίκησης στην κατεύθυνση της διαχείρισης της φτώχειας, με πρόσχημα τη λεγόμενη «ανθρωπιστική κρίση» που έπληξε τη χώρα.

Στα ζητήματα αυτά, σε γενικές γραμμές, σταθήκαμε σωστά και ισορροπημένα. Αντιλαμβανόμενοι το επίπεδο της λαϊκής συνείδησης και το βρόμικο παιχνίδι του ΣΥΡΙΖΑ δεν ρίξαμε «γροθιά στο μαχαίρι». Πήραμε -και σωστά- την απόφαση να σταθούμε κριτικά απέναντι σε αυτά τα εγχειρήματα, με διακριτή και εκφρασμένη την άποψή μας, αλλά όχι καταγγελτικά. Και αυτό διότι υπήρξε αρκετός κόσμος -και από τον ευρύτερο περίγυρό μας- που βρέθηκε να έχει εμπλακεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Κόσμος που δεν θέλαμε να τον χαρίσουμε ούτε στη δίνη των αυταπατών ούτε στην απογοήτευση που γεννούν τέτοιου είδους εγχειρήματα.

27.   Αναδείχτηκε πολύ έντονα η έλλειψη οργανωμένων σχημάτων γειτονιάς που θα διευκολύνουν και θα προβάλλουν κεντρικά την άποψη και τη δράση μας. Έχοντας παροπλίσει σιωπηρά τις ΛΑΚ, μέσα από εγχειρήματα που έμειναν στη μέση, όπως οι «Πρωτοβουλίες ενάντια στη φτώχεια», διαχυμένοι στις διάφορες συνελεύσεις που προέκυπταν συνεχώς μετά τις πλατείες, οι σύντροφοι της οργάνωσής μας στερήθηκαν τη δυνατότητα μιας κεντρικής πολιτικής αναφοράς, την ώρα μάλιστα που όλοι έστρεφαν το παιχνίδι στα κοινοβουλευτικά μονοπάτια και τις προεκλογικές παράτες. Πολλοί σύντροφοι έμειναν στον αέρα όταν, με ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ, πρωτοβουλίες γειτονιάς διαλύθηκαν ή μετατράπηκαν σε προθαλάμους «δομών αλληλεγγύης».

Η οργάνωσή μας αρκετά έγκαιρα διαπίστωσε αυτήν την εξέλιξη και προσπάθησε να ανταποκριθεί στα νέα δεδομένα. Η Πρόταση Μετωπικού Συντονισμού Κοινής Δράσης και Αγώνα και η συγκρότηση της ΠΑΑΣ και της Λαϊκής Αντίστασης-ΑΑΣ, ένας από τους στόχους που είχαν ήταν και η κάλυψη αυτού του κενού παρέμβασης και δράσης. Χωρίς να έχει κατορθώσει να το καλύψει ικανοποιητικά, και έχοντας υπόψη τις διαφορετικές απόψεις και προσεγγίσεις που έχουμε με το Μ-Λ ΚΚΕ στα ζητήματα αυτά, θεωρούμε ότι η οργάνωσή μας έχει κάνει σοβαρά βήματα προς την αξιοποίηση της συνεργασίας ως εργαλείο με τα χαρακτηριστικά δράσης και παρέμβασης που θέλουμε.

28.   Συνολικά μιλώντας, και παρά τα όσα αρνητικά, μέσα σε αυτό το τετράχρονο η οργάνωσή μας έδειξε πολύ ενθαρρυντικά δείγματα σχετικά με τη δυνατότητά της να αντιλαμβάνεται τα ζητήματα και να παρεμβαίνει. Χωρίς να λείπουν τα φαινόμενα διαφορετικών ταχυτήτων, λειψής στράτευσης συντρόφων ή και αποστράτευσης, η μεγάλη πλειοψηφία των συντρόφων απέδειξε την εμπιστοσύνη της στις λαϊκές δυνάμεις και τη διάθεσή της να παρέμβει σε αυτές, Και αυτά τα στοιχεία οφείλει να αξιοποιήσει και να στηρίξει ακόμη περισσότερο η καθοδήγηση της οργάνωσης στους δύσκολους καιρούς που έρχονται.

Για τις εκδόσεις, το βιβλιοπωλείο και μερικά ακόμη ζητήματα

29.   Είναι εδώ και χρόνια διαπιστωμένη -και όχι μόνο από εμάς- μια επανάκαμψη -και ιδιαίτερα της νεολαίας- προς την αριστερή σκέψη. Αυτό, δε, που έχουμε διαπιστώσει ειδικότερα το τελευταίο δίχρονο είναι η αναζήτηση της νεολαίας προς την μαρξιστική-λενινιστική ανάλυση, στη διαπάλη που εξελίχτηκε στο ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα από το 1956 και μετά, στην Κίνα και την ΜΠΠΕ.

Ως προς την ενασχόληση με την αριστερή σκέψη βασικό ρόλο έπαιξαν οι αγωνιστικές εξάρσεις στη χώρα μας και παγκόσμια από το 2008 μέχρι σήμερα, αλλά και η πασιφανής πια αδυναμία του συστήματος να αναδείξει στοιχειωδώς προοπτική και να εμπνεύσει. Το χτύπημα των μεσοστρωμάτων ήταν και εξακολουθεί να είναι καθοριστικό ως προς αυτό.

Ωστόσο, ως προς την ενασχόληση με την μαρξιστική-λενινιστική ανάλυση τα πράγματα είναι βέβαιο ότι έχουν επηρεαστεί και από την κρίση προσανατολισμού, τακτικής και στρατηγικής που αντιμετωπίζει το ΚΚΕ και ο ρεφορμισμός. Το ξαναγράψιμο της Ιστορίας από τα κομματικά επιτελεία του Περισσού έχουν σαν στόχο και να περισώσουν ό,τι μπορούν από τις τάσεις αποστοίχισης που αντιμετωπίζει η μέχρι πρότινος κυρίαρχη δύναμη στην ντόπια Αριστερά.

Μέσα σε αυτό το φόντο, αλλά και θέλοντας να απαντήσει σε αντιθέσεις και δυσλειτουργίες που είχαν προκύψει από το εγχείρημα της μετάβασης του βιβλιοπωλείου στο νέο χώρο και στις σαφέστατες οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε το νέο εγχείρημα, η οργάνωσή μας έκανε κάποιες συγκεκριμένες επιλογές:

Ζητήματα καθοδηγητικά, τρόπου λειτουργίας, οικονομικά, χαρακτήρα-φυσιογνωμίας έγινε μια προσπάθεια να απαντηθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και, κυρίως, με γνώμονα την πεποίθηση της καθοδήγησης ότι ο βιβλιοχώρος μπορεί και πρέπει να παραμείνει σε λειτουργία ως ένα σημαντικό εργαλείο προώθησης των εκδόσεων και των απόψεων της οργάνωσης, σημείο πολιτικής αναφοράς και συνεύρεσης μελών, συναγωνιστών και ενός ευρύτερου προοδευτικού δυναμικού ανθρώπων και -γιατί όχι- ως ένα εγχείρημα που θα μπορούσε να συμβάλει οικονομικά στη λειτουργία της οργάνωσης.

30.  Για τις εκδόσεις της οργάνωσης:

- Στο τετράχρονο που πέρασε, αν και έγιναν εκδόσεις από την οργάνωση, θεωρούμε ότι μπορούσαν να γίνουν πολύ περισσότερα. Και αυτό δεν είναι μία εκτίμηση. Είναι βεβαιότητα που προκύπτει από το γεγονός ότι αρκετοί σύντροφοι έχουν αποδείξει μέσα από την ενασχόλησή τους με το διαδίκτυο ότι μπορούν και θέλουν να γράφουν. Φυσικά, αντιλαμβανόμαστε ότι το μέγεθος της οργάνωσής μας απαιτεί την παράλληλη ενασχόληση συντρόφων σε διάφορα μέτωπα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Όμως, παράλληλα, αντιλαμβανόμαστε ότι οι ανάγκες τοποθετήσεων για διάφορα ζητήματα -με τη μορφή μπροσούρας ή, ακόμα καλύτερα, βιβλίου- είναι αυξημένες.

Η συνέχιση της έκδοσης της Αντίθεσης αποτελεί θετικό στοιχείο, αλλά και αυτό έχει τα σκαμπανεβάσματά του. Με βάση την ανάγκη να ρίξουμε ιδιαίτερο βάρος στον ιδεολογικό τομέα, η απόφασή μας να εκδώσουμε την Αντίθεση θα μείνει μισή, αν δεν συγκροτηθεί ομάδα αρθρογράφων που θα αναλάβουν θέματα συγκεκριμένα και επίκαιρα.

Η καλύτερη και πιο τακτική λειτουργία της εκδοτικής ομάδας (αν χρειαστεί, και η ενίσχυσή της) είναι κάτι που επιβάλλεται και μπορεί να αποδώσει. Σε αυτό σίγουρα θα συνέβαλε και η υλοποίηση μιας παλιότερης απόφασης του ΚΟ να συγκροτηθεί ομάδα για την ενίσχυση της ιδεολογικής δουλειάς της οργάνωσης.

Για τη δουλειά στη νεολαία

31.     Τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα μετά τον Δεκέμβρη του 2008 η δουλειά μας στην σπουδάζουσα και στους μαθητές αναβαθμίστηκε. Η εξέγερση της νεολαίας με αφορμή την δολοφονία του Αλέξη, επιτάχυνε τις προσπάθειες να ανοιχτούμε στην νεολαία και να προσπαθήσουμε να διευρύνουμε την επιρροή μας, σε μια φάση όπου οι ανησυχίες αλλά και οι αναζητήσεις της έδειχναν να ψάχνουν και άλλους δρόμους πέρα από την αναρχοαυτονομία και τον αγωνιστικό ρεφορμισμό.

Η κρίση που ξεσπά και η πρόβλεψη ότι θα πλήξει κατά προτεραιότητα τους νέους, αφήνει περιθώρια για ανοίγματα σε τμήματά της που μπορούμε να έχουμε καλύτερη πρόσβαση (μαθητές, φοιτητές) και πιο περιορισμένα στους νέους εργαζόμενους που πλέον, όταν μπαίνουν στην παραγωγή, αντιμετωπίζουν πολύ διαφοροποιημένες συνθήκες από αυτές που κυριαρχούσαν ένα προηγούμενο διάστημα. Η συντριπτική πλειοψηφία αυτού του κομματιού μένει χωρίς δουλειά για μεγάλα διαστήματα, χωρίς τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις που διεκδίκησαν τα εργατικά και φοιτητικά κινήματα των παλαιότερων γενιών, χωρίς ελπίδα στο μέλλον και κυρίως χωρίς όραμα.

32.     Οι μαζικές διαδηλώσεις που ακολουθούν και οι πλατείες βγάζουν νέα τμήματα της νεολαίας στους δρόμους και διαμορφώνουν πιο κεντρικοπολιτικές στοχεύσεις από αυτές στις κινητοποιήσεις για το άρθρο 16 (φοιτητικά) και τον Δεκέμβρη του 2008 (κυρίως δημοκρατικά). Στις μεγάλες κινητοποιήσεις του 2010-12 παρατηρούμε μια οπισθοχώρηση του φοιτητικού κινήματος, παρότι συμμετέχουν ως φ. σύλλογοι στις συγκεντρώσεις, χωρίς όμως να χουν αναδείξει τα ζητήματα αυτά στις σχολές παρά μόνο ως προτάσεις των κομματικών προγραμμάτων που κατεβαίνουν προς ψήφιση στις ΓΣ. Οι καταλήψεις ενάντια στον ν-π της Διαμαντοπούλου μετά την ηττοπαθή άποψη ΕΑΑΚ και ΚΝΕ, για αντιπαράθεση στην εφαρμογή του και όχι πάλη για την κατάργηση συνολικά του ν-π, οδηγούν σταδιακά σε μια ύφεση κινηματική που όπως είναι αναμενόμενο συνοδεύεται από ολομέτωπη επίθεση του συστήματος. Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά στην πλήρη εφαρμογή των διατάξεων του ν-π (συγχωνεύσεις σχολών, τρελή εντατικοποίηση, διαγραφές, κατάργηση κοινωνικών κατακτήσεων, όπως λέσχες και εστίες, καθώς και σε πλήρη κατάργηση του ασύλου και απειλές για παρεμβάσεις στους φ. συλλόγους και τον φ. συνδικαλισμό).

33.     Αντίθετα στο μαθητικό οι νέοι ταξικοί φραγμοί στο ”νέο Λύκειο” και ιδιαίτερα το ξεπέταγμα μαθητών από τη βασική εκπαίδευση μέσω των εξετάσεων στη Α” λυκείου, οι συγχωνεύσεις σχολείων, οι ελλείψεις σε διδακτικό προσωπικό και υλικά, η επιβάρυνση των συνθηκών σπουδών (θέρμανση, πολυμελή τμήματα, μεταφορά), οι διώξεις σε όσους συμμετείχαν σε καταλήψεις αλλά και το σύνολο των οικονομικών προβλημάτων που επιδρούν σε οικογένειες καθώς και στους ίδιους τους μαθητές, τους ωθούν σε αναζήτηση άμεσων διεξόδων επιβίωσης (μετανάστευση, τεχνικές σχολές, μεροκάματα) ενώ επέφερε μια σχετική πολιτικοποίηση που εκφράστηκε με διεκδικήσεις- καταλήψεις για τα άμεσα προβλήματά τους. Από αριστερές και α/α δυνάμεις επιχειρείτε να περιοριστεί η αντίδραση κυρίως σε αντιφασιστικό προσανατολισμό.

Παράλληλα έχουμε ένταση της τρομοκρατίας που ασκείτε όχι μόνο από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς αλλά και από τις διευθύνσεις με στόχο την αποτροπή πολιτικού μαθητικού κινήματος που μάλιστα έφτασε στην απαγόρευση συμμετοχής τους σε άλλες εστίες αντίστασης (απεργίες καθηγητών, κινητοποιήσεις ενάντια στην αξιολόγηση, εργατικές ή κοινωνικές διαμαρτυρίες).

34.     Η αντεργατική επίθεση στα κομμάτια των νέων εργαζόμενων που δουλεύουν πλέον με τις νέες εργασιακές σχέσεις που επιβάλλονται, βγάζουν στους δρόμους κάποια τμήματα νεολαίας που απολύονται ή περιφέρονται από εργοδότη σε εργοδότη για ένα μεροκάματο απελπισίας. Οι άνεργοι και οι υποαπασχολούμενοι στη νεολαία ξεπερνούν το 60-65%. “Διέξοδος” η φυγή ή η υποταγή στους νέους εργασιακούς όρους. Η αναζήτηση ενός διεκδικητικού μαχητικού εργατικού συνδικαλισμού κόντρα σε ξεπουλημένους συνδικαλιστές του συστήματος αλλά και της ξεπουλημένης Αριστεράς αρχίζει να προβληματίζει αυτόν τον κόσμο. Ο δρόμος δύσκολος καθότι πρέπει να ξεπεραστούν λογικές ανάθεσης, παραγοντισμού, συμβιβασμού και συνδιοίκησης που διακατέχει το σύνολο των δυνάμεων που αναφέρονται στην Αριστερά. Ακόμη και το εξωκοινοβούλιο λειτουργεί με λογικές περιφερόμενων σφραγίδων και αφ” υψηλού συντονισμού.

35.     Σήμερα βρισκόμαστε σε μια παρατεταμένη περίοδο κινηματικής απραξίας όσον αφορά την μαθητική και φοιτητική νεολαία. Ίσως θα περίμενε κάποιος μια διαφορετική κατάσταση σε αυτά τα τμήματα. Όπως έχει δείξει το παρελθόν παίζουν συνήθως το ρόλο πυροκροτητή μιας και διαθέτουν άλλα αντανακλαστικά. Όμως όσοι ζουν από κοντά τις αλλαγές που έχουν επέλθει και αυτές που δρομολογούνται στο πεδίο της εκπαίδευσης μπορούν να ερμηνεύσουν την σημερινή ύφεση χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έτσι και θα πορευτούμε στο μέλλον. Ότι δηλαδή είναι μη αναστρέψιμη.

Οι επιπρόσθετοι ταξικοί φραγμοί που έχουν υιοθετηθεί από το σύστημα (πολλαπλές πανελλαδικές εξετάσεις, μείωση εισακτέων και σχολών), η εντατικοποίηση και η πειθάρχηση που εφαρμόζεται, η διαπίστωση από μεγάλη μερίδα μαθητών ότι δεν πρόκειται να τελειώσει σχολείο ή σχολή και άρα προτιμά να αναζητήσει μεροκάματο ή μαθητεία ή ιδιωτικό ΙΕΚ ή την μετανάστευση, οι διαγραφές που ουσιαστικά καταργούν το δικαίωμα να τελειώνεις με μια ευχέρεια χρόνου στο βαθμό που αντιμετωπίζεις οικονομικά προβλήματα ή υγείας ή …. που δεν αφορούν βεβαίως τους “αιώνιους” αλλά στην πραγματικότητα τους νυν και τους επόμενους φοιτητές (αφού αν πχ κοπείς 3 φορές σε μάθημα χάνεις το δικαίωμα να το ξαναδώσεις), αποτελούν δαμόκλειο σπάθη που αλλάζουν την συμπεριφορά της νεολαιίστικης μάζας ιδιαίτερα των λαϊκών στρωμάτων.

Τα οικονομικά προβλήματα των οικογενειών αλλά και των ίδιων των φοιτητών οδηγούν μεγάλα κομμάτια -έως και πλειοψηφικά- στο να δουλεύουν 1 και 2 δουλειές (μεγάλο κομμάτι σ. μας βρίσκονται ήδη σε αυτήν την φάση) οδηγώντας τους στο να επιστρέφουν στα σπίτια τους για οικονομία και να σπουδάζουν από απόσταση -κάτι που φρόντισε να εντείνει ο Λοβέρδος με τις πρόσφατες τροποποιήσεις του- αδειάζοντας τις σχολές από ενεργό πλέον φοιτητόκοσμο που απελπισμένα κυνηγά τον χρόνο να τελειώσει χωρίς και πάλι να το καταφέρνει.

36.     Από αυτό το μικρό μέρος που περιγράφουμε των αλλαγών που έχουν επέλθει στο σχολείο και στα πανεπιστήμια/ΤΕΙ καταλαβαίνουμε ότι αλλάζει η κοινωνική σύνθεση αλλά κυρίως η πολιτική συμπεριφορά σε αυτά. Ούτε ΓΣ δεν μπορούν να συγκληθούν εδώ και 2 χρόνια σε πολλές σχολές χωρίς αυτό να σημαίνει αδιαφορία των φοιτητών, όπως φάνηκε από τις πρόσφατες παρεμβάσεις μας για τις διαγραφές στα αμφιθέατρα. Οι αλλαγές αυτές έχουν συνεπώς απεικόνιση στον σημερινό φοιτητικό συνδικαλισμό και καλούμαστε να τις μελετήσουμε. Σε αυτές τις εξελίξεις σημαντικό ρόλο έπαιξε η έως τώρα πολιτική πρακτική που ευδοκίμησε στις σχολές από τα ΕΑΑΚ και την ΚΝΕ μιας και το συστημικό κομμάτι έχει από πολύ καιρό, παρά τα προβλήματά του, που αμφισβητεί συλλόγους, ΓΣ και συνδικαλισμό. Το κατεβατό αιτημάτων κομματικών γραφείων, οι εικονικοί τσαμπουκάδες αλλά κυρίως η μετ΄ επιτάσεως μετατόπιση των μορφών δράσης (όχι πάλης) σε παραστάσεις, συνδιοίκηση, αντιπροσωπείες σε Υπουργείο, άμαζες καταλήψεις, που με ακρίβεια εγγλέζικου ραντεβού έμαθε να τις αναμένει ακόμη και το υπουργείο, μακριά από τον κόσμο έχουν εκφυλίσει στα μάτια των φοιτητών αυτόν τον τύπο συνδικαλισμού. Όλα αυτά πληρώνονται σήμερα και επιτρέπουν όχι μόνο να κυριαρχεί η απογοήτευση αλλά και να αντισυσπειρώνονται κινήσεις ενάντια σε παρατάξεις και ΓΣ.

Χωρίς να θέλουμε άλλο να επεκταθούμε σε αναλύσεις θωρούμε ότι μπορούμε να καταλάβουμε γιατί κυριαρχεί αυτή η απραξία στο πιο ζωντανό κομμάτι του λαού. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν περιμένουμε ξεσπάσματα αφού η επίθεση δεν θα σταματήσει αλλά θα πολλαπλασιάσει τα αδιέξοδα σε σύντομο διάστημα στον ίδιο κόσμο που πάνω στην πίεσή του νομίζει ότι η “συμμόρφωση” με τις νέες εντολές θα του επιτρέψουν να πάρει ενα χαρτί έστω χωρίς αντίκρισμα για τους περισσότερους.

Σε αυτό το σύντομο περίγραμμα  των εξελίξεων κληθήκαμε να ανασυγκροτήσουμε τη δουλειά μας πιστεύοντας ότι οι νέες γενιές ακούνε πλέον πιο άνετα μια αφήγηση που δεν θαμπώνεται από τις ανέξοδες συγκρουσιακές λογικές της α/α ούτε από την αποστεωμένη δικαίωση ενός κόμματος που συνειδητά απέχει από τις κινητοποιήσεις μένοντας στις γενικές διακηρύξεις μιας λαϊκής εξουσίας. Παράλληλα έχει κουραστεί από τον εικονικό συνδικαλισμό των ΕΑΑΚ ενώ δέχεται επίθεση από το ρεύμα των αντικαταλήψεων και των αντιπαραταξιακών. Ιδιαίτερα στα σχολεία η παρουσία της ΧΑ έχει αναστατώσει τον δημοκρατικό μαθητόκοσμο που κατανοεί ότι πρέπει να ψάχνει απαντήσεις πέρα από το αντιφασιστικό.

Α) Μαθητές

37.     Η Αθήνα, τα Χανιά και σε ένα βαθμό η Θεσ/κη κατάφεραν με την συστηματική προσπάθεια σ. να στήσουν μια μαθητική παρέμβαση που ξέφευγε από την …οικογενειακή παράδοση. Άπλωσε σε νεαρόκοσμο πλατύτερο, δημιούργησε σχέσεις με κόσμο πέρα από την στενή μας εμβέλεια που δεχόταν να συζητήσει τις απόψεις μας. Ακόμη περισσότερο οι πρωτοβουλίες μαθητών μας επέτρεψαν να κινηθούμε με λογικές κοινής δράσης που κατέληξαν ακόμη και σε διαδηλώσεις και μαζικά μπλοκ που ξεπερνούσαν τις οργανωτικές μας δυνάμεις (παρεμβάσεις σε παρελάσεις, στο Πολυτεχνείο, σε μαθητικές διαδηλώσεις ή ακόμη και κοινές με φοιτητές).

Το βιβλιοπωλείο ως στέκι και οι συζητήσεις που γίνανε εκεί βοήθησαν στην πολιτικοποίηση αυτής της νεολαίας και έδωσαν τη δυνατότητα να διευρύνουμε  την απεύθυνσή μας όσο και το ιδεολογικοπολιτικό επίπεδο των συναγωνιστών.

Η αποτελεσματικότητα αυτής της δουλειάς εκφράστηκε με την ουσιαστικοποίηση της Μαθητικής Αντίστασης και με την ενίσχυση των Αγωνιστικών κινήσεων από μαθητές όλα αυτά τα χρόνια. Από αυτό φαίνεται και η σπουδαιότητα που θα πρέπει να δείξουμε σε αυτόν τον τομέα. Σήμερα που αποκαλύπτεται στους μαθητές ο στόχος του νέου Λυκείου είναι πρόσφορη η περίοδος για άπλωμα της δουλειάς μας σε αυτόν το χώρο και αυτό οφείλουν να το υλοποιήσουν άμεσα και επιτακτικά οι οργανώσεις μας σε κάθε πόλη και συνοικία όπου δρούμε.

Παρέμβαση

38.     Οι κινητοποιήσεις του 2008 άνοιξαν, μετά από μεγάλο διάστημα, το ζήτημα της πολιτικοποίησης σε μεγάλη μερίδα μαθητικών στρωμάτων πανελλαδικά. Μας έδωσε την δυνατότητα να εμπλακούμε σε συνεννοήσεις διασχολικές σε συνοικίες ή και παναθηναϊκά ή στα Χανιά και μας πρόσφεραν νέες σχέσεις, επιρροές αλλά και εμπειρία. Έτσι η συμμετοχή των μαθητών μας στις πλατείες και στις κινητοποιήσεις μέχρι το 2012 ανέβασε το πολιτικό τους επίπεδο και ανέδειξε δυνατότητες για δικές μας πρωτοβουλίες. Οι παρεμβάσεις στις παρελάσεις, η προσπάθεια στήριξης των καθηγητικών αγώνων καθώς και η απάντηση στα μαθητοδικεία διαμόρφωσαν ένα δυναμικό που ξέφευγε από τις συζητήσεις μόνο για το σχολείο και ανοιγόταν σε γενικότερους προβληματισμούς.

Η διαδήλωση και το συντονιστικό καταλήψεων στα Χανιά καθώς και τα μαθητικά μπλοκ στην Αθήνα έδειξαν ότι η άποψή μας μπορεί να μπολιάσει αυτό το νεολαιίστικο κομμάτι και να συσπειρώσει πολύ μεγαλύτερο τμήμα του από αυτό που εμείς άμεσα επηρεάζουμε. Απαιτεί αποφασιστική προπαγανδιστική δουλειά και γνωριμίες με πλατιά κριτήρια.

Ενδεικτικά να αναφέρουμε από τη παρέμβαση των μαθητών μας: την παρέμβαση  για το νέο σχολείο το φθινόπωρο του 2010, τις προβολές και συζητήσεις στη Σφεντόνα, το βιβλιοπωλείο και στα Χανιά με αφορμή τα κυβερνητικά μέτρα, ενώ ήταν και η πρώτη χρονιά όπου ουσιαστικά και όχι τιμητικά συνδιοργανώνει το κάμπινγκ.

Συμμετέχουν και πρωτοστατούν σε καταλήψεις το χειμώνα του 2011 ενάντια στις συγχωνεύσεις και τα νέα μέτρα που προωθεί η Διαμαντοπούλου, συμμετέχουν σε κινητοποιήσεις για τις Βάσεις λόγω Λιβύης ενώ από την αρχή της νέας σχολικής χρονιάς συμμετέχουν στις καταλήψεις για την αύξηση μαθητών ανά τάξη, συγχωνεύσεις, βιβλία κλπ. Μετατρέπουν τις παρελάσεις σε διαδηλώσεις κατά της αντιλαϊκής πολιτικής.

Το Φλεβάρη του 2012 συμμετέχουν στις απεργίες, στην χαλυβουργική, έχουμε διώξεις στα Χανιά γιατί διαμαρτυρήθηκαν για την περικοπή μεταφοράς μαθητών στο δημοτικό συμβούλιο, και συμπαραστέκονται σε πλήθος μαθητοδικείων που αφορούν μαθητές κυρίως από τον Δεκέμβρη του 2008 αλλά και τις μετέπειτα καταλήψεις.

Την άνοιξη του 2013, συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις των καθηγητών στις πανελλήνιες σπάζοντας με παρεμβάσεις όπου μπορούν, την αντιπαράθεση που θέλει να στήσει η κυβέρνηση ανάμεσά τους. Παρεμβαίνουν πολιτικά στο κλείσιμο της ΕΡΤ και σε κάθε κινητοποίηση που η νεολαία παρεμβαίνει. Τέλος η ανάδειξη του αντιφασισμού ως πολιτική πρώτα απ” όλα εναντίωση στη συνολικότερη φασιστικοποίηση, αλλά και με παρεμβάσεις σε δίκες όπως αυτή του χρυσαυγίτη στο Π Φάληρο, δίνουν, στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, ένα στίγμα του πως αντιλαμβανόμαστε εμείς αυτό το κίνημα.

Η συμμετοχή σε συντονιστικά που στήνονται στην Αθήνα από διάφορους χώρους (ΕΑΑΚ, Α/Α) ώστε να δώσουν τη δική τους άποψη καθώς και οι διαδηλώσεις μαζί με τους φοιτητές στο Πολυτεχνείο και στη μνήμη του Αλέξη επιτρέπουν πλέον στη ΜΑ να συγκροτεί μαζικά μπλοκ που συσπειρώνουν ευρύτερες μαθητικές μάζες. Καθιερώνουν πλέον το σχήμα αυτό σε ικανοποιητικό πολιτικοποιημένο κομμάτι των μαθητών.

Οι συζητήσεις-εκδηλώσεις που ανοίγονται στο βιβλιοπωλείο ή στη σφεντόνα και στα Χανιά επιτρέπουν στον κόσμο που έχει σχέση με τη ΜΑ να συζητήσει για επίκαιρα ζητήματα αλλά και να προβληματιστεί σε ζητήματα προοπτικής όπως η συζήτηση για το σχολείο στην ΣΕ και στην Κίνα.

39.     Είναι γεγονός ότι οι παρεμβάσεις μας σε σχολεία και φροντιστήρια δεν έχουν μια σταθερότητα όταν δεν υπάρχει επίδικο κινηματικό ζήτημα. Δεν καταφέρνουμε να “χουμε μαζική παρέμβαση σε όλη την διάρκεια της χρονιάς αλλά κυρίως όταν εγείρονται ζητήματα. Θα πρέπει ο τρόπος παρέμβασης να συζητηθεί με βάση αυτές τις παρατηρήσεις αλλά και σε συνάρτηση με το δυναμικό που έχουμε. Σε αυτό τον χώρο δεν μπορούν να ισχύουν σταθερές αλλά κυριαρχούν οι ιδιαιτερότητες.

40.     Η προσπάθεια να ασχοληθούμε με κόσμο των ΕΠΑΛ, αν και σε πρωτόλεια μορφή, μας ώθησε να επεξεργαστούμε κείμενο-άποψης και να ψηλαφίσουμε ένα κομμάτι νεολαίας που όχι μόνο αξίζει να παρέμβουμε αλλά θα “ταν σοβαρή παρακαταθήκη για δουλειά σε μαθητές και νέους εργαζόμενους με πιο ταξική εργατική -λαϊκή προέλευση.

41.     Καθήκοντα

  • Η δουλειά στους μαθητές πρέπει να απασχολήσει το σύνολο της οργάνωσης και όχι μόνο τη νεολαία (γονείς, νέοι εργαζόμενοι, φοιτητές συνοικία). Άμεσα να μπουν μπροστά στόχοι ανάπτυξης δεσμών παντού όπου υπάρχουν σ. και μαθητές.
  • Αναπτύσσεται γρήγορα αλλά και …τελειώνει γρήγορα. Χρειάζεται πλατύτητα συνέπεια, ευελιξία ώστε να παρακινηθούν να παρακολουθήσουν την ΜΑ φίλοι και γνωστοί των παιδιών που συμμετέχουν, που φάνηκε ότι εύκολα πλαισιώνουν τέτοιες συζητήσεις.
  • Να σταθεροποιήσουμε την παρέμβασή μας σε σχολεία και φροντιστήρια ιδιαίτερα τώρα που υπάρχουν προβλήματα.
  • Εστιάζουμε στο νέο λύκειο, τα μαζικά κοψίματα, τις οικονομικές δυσκολίες γονιών, το μαζικό πέταγμα μαθητών από τα λαϊκά στρώματα έξω από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
  • Η μαθητεία και τα τεχνικά θέλουν προσεκτική δουλειά που κυρίως επικεντρώνει στα προβλήματα που έχουν ως εργαζόμενοι και δευτερευόντως σε σχολικά (βιβλία, δίδακτρα, ωράριο).
  • Η ιστοσελίδα αν δεν είναι συχνά ενημερωμένη και καλοφτιαγμένη δεν αποδίδει. Ιδιαίτερα σε ηλικίες που το ίντερνετ σαρώνει.
  • Οι υπεύθυνοι πρέπει  να συζητούν πολιτικά ιδεολογικά αλλά και κοινωνικά ζητήματα καθώς και να διοργανώνουν εκδηλώσεις με φαντασία και όρεξη. Η συχνά ξερή πολιτική συζήτηση ή ο περιορισμός μόνο σε σχολικά κουράζει αυτές τις ηλικίες που πιάνονται από κάθε ευκαιρία (αλληλεγγύη, μουσική, ναρκωτικά, όραμα, φασισμός, ιστορία, σχέσεις) για συζήτηση.

Β) Σπουδάζουσα

42.     Οι επιλογές μας

Κρίθηκε ότι οι συνθήκες που δημιουργήθηκαν μετά τον Δεκέμβρη του 2008 και τις κινητοποιήσεις του 2010-12 επέτρεπαν στη διεύρυνση των κριτηρίων οργανώματος των πιο δραστήριων και συγκροτημένων συναγωνιστών, εκτιμώντας ότι η αντιπαράθεση που έδωσαν στις πλατείες αλλά και στους μαζικούς χώρους, τους βοήθησαν πολιτικά, ενώ την παραπέρα ιδεολογικοπολιτική συγκρότηση θα έπρεπε να την αναλάβει η οργάνωση ανοίγοντας ζητήματα και βοηθώντας τους να “δέσουν” την συμμετοχή τους στην ταξική πάλη, που δεν ήταν απλά φοιτητική, με τα ιδεολογικοπολιτικά προτάγματα της οργάνωσης. Επιπλέον ήταν μια έμπρακτη απάντηση σε ένα φαινόμενο που παρατηρούσαμε στην σπουδαστική μας δουλειά. Δηλαδή το ότι πολλοί συναγωνιστές δεν συνέδεαν την φοιτητική τους δράση με το γενικότερο λαϊκό κίνημα με αποτέλεσμα να μην συνεχίζουν μετά τις σπουδές να “ναι συνοδοιπόροι μας στους αγώνες.

Η δουλειά μας στηρίχτηκε στην ύπαρξη ενός αξιόλογου δυναμικού σ. και συναγωνιστών που είχαν συσπειρωθεί και που έπρεπε να στηριχτεί στις δικές του δυνάμεις και να αποκτήσει αυτοπεποίθηση για το δίκαιο της άποψής του αλλά και τη διαφορετικότητα της αντίληψης του τι είναι Αριστερά.

 Οι Αγωνιστικές Κινήσεις

43.     Επικεντρώσαμε παράλληλα στο να διασαφηνίσουν οι ΑΚ, στις σημερινές συνθήκες, το περιεχόμενο της παρέμβασής τους στις σχολές. Επιβεβαιώσαμε να μην είναι μόνο συνδικαλιστική ή κυρίως συνδικαλιστική αλλά να μπορέσουν να δημιουργήσουν ένα προφίλ αριστερής παράταξης που δεν καλύπτεται από την Αριστερά που γνωρίζει κατά πρώτο λόγο ο φοιτητής λόγω μαζικότητας (ΚΝΕ και ΕΑΑΚ), αλλά έχει διαφορετικό στίγμα και αναφορά στο κ. κίνημα ενώ, στον ακαδημαϊκό χώρο παρεμβαίνουν αντισυνδιαχειριστικά με επίκεντρο τα φοιτητικά συμφέροντα και όχι αυτά μιας “αταξικής” παιδείας. Συνάμα έπρεπε να αποκτήσουν ένα ενιαίο -κατά το δυνατόν με βάση το επίπεδο συγκρότησής τους- οργανωτικό σχήμα που θα απαντούσε στο ποιος παράγει και προωθεί αυτές τις απόψεις και ποιος διαμορφώνει τα υλικά της. Αυτό διευκόλυνε τους συναγωνιστές να μην νοιώθουν καπελωμένοι από έναν κομματικό φορέα επιτρέποντας την διεύρυνση αλλά και την ουσιαστική συζήτηση μέσα στα σχήματα αφού ένοιωθαν ότι συμμετέχουν ενεργά και όχι σε προαποφασισμένες κατευθύνσεις.

44.     Το πανελλαδικό σχήμα των ΑΚ που υπήρχε, στην αρχή κάθε ακαδημαϊκής χρονιάς, αναβαθμίστηκε και προτάθηκε η εκλογή ενός γραφείου των ΑΚ που θα συντονίζει καταρχάς και στην πορεία θα καθοδηγεί τους συναγωνιστές σε ζητήματα άμεσης δράσης και στη διαμόρφωση κατευθύνσεων (πλαίσια ΓΣ, ψηφίσματα, υλικά, έναυσμα, φ. Εκλογές, κάμπινγκ). Η σύνθεσή του επιδιώχτηκε να “ναι διευρυμένη με συναγωνιστές ώστε να αναδεικνύει νέο κόσμο με υπευθυνότητα και να αντιπροσωπεύει σχολές και πόλεις. Δοκιμάστηκαν αρκετοί σ. και συναγ. και έχει μια πλούσια εμπειρία.

45.    Δεν βρισκόμαστε ακόμη σε επίπεδο μετασχηματισμού των ΑΚ σε πραγματική παράταξη με μέλη και συγκροτημένες δομές τύπου ΠΠΣΠ. Χρειάζονται να γίνουν πολλά βήματα και πάντως θα ήταν -στη σημερινή φάση- εμπόδιο στο πλάτεμα των ΑΚ. Πορευόμενοι σε αυτήν τη παραταξικοποίηση των ΑΚ συνυπάρχουν στενά σχήματα αλλά και ανοικτά όσον αφορά τη συμμετοχή κόσμου. Έχουμε να διδαχτούμε ακόμη πολλά στο πως φτιάχνεται μια πραγματική πλατιά συλλογικότητα.

Σήμερα οι ΑΚ δεν βρίσκονται απλά στο επίπεδο να καταθέτουν και να παλεύουν τις απόψεις τους σε κάποιες σχολές με αξιώσεις αλλά και να παίρνουν πρωτοβουλίες (διοικητικοί, σχέδιο Αθηνά, διαγραφές, εστίες) πάνω στις οποίες καλούν κι άλλες δυνάμεις να σταθούν. Οι πρόσφατες πρωτοβουλίες μας για κοινή δράση με αφορμή τις διαγραφές (κοινό πλαίσιο, πίεση σε ΔΣ, σε ΓΣ δημιουργία επιτροπών, απόπειρες πρώτης απάντησης στους δρόμους κλπ) καταγράφουν την ποιοτική ωρίμανσή μας και τις δυνατότητες που ξανοίγονται χωρίς να παίρνουν τα μυαλά μας αέρα. Τα μπλοκ της νεολαίας στις διαδηλώσεις είναι μαζικά δίνοντας πιο νεανικό χαρακτήρα συνολικά στις παρεμβάσεις μας ενώ η στάση των σ. απέναντι στις δυνάμεις καταστολής δείχνουν αποφασιστικότητα, συλλογικότητα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η παρουσία της νεολαίας μας σε εργατικές και συνοικιακές παρεμβάσεις, πέρα από τις κεντρικές πολιτικές, συνέβαλε καθοριστικά στη παρουσία της οργάνωσης επαναφέροντας την σπουδαιότητα της ύπαρξης ενός δυναμικού ευκίνητου, σε χώρους και ώρες που είναι δύσκολη η παρουσία εργαζόμενων. Αυτό όμως πολλάκις συνέτεινε στην δημιουργία μιας λογικής εφησυχασμού της υπόλοιπης οργάνωσης κάτι που δημιουργεί παρεξηγήσεις και οφείλουμε να το κριτικάρουμε.

46.     Σε επίπεδο συνεργασιών είναι αλήθεια ότι στο χώρο της νεολαίας δεν έχουν γίνει πολλά βήματα. Πέρα από την κατ” αρχήν συμφωνία και συμμετοχή της στο γενικότερο εγχείρημα της ΠΑΑΣ μετέπειτα ΛΑ, δεν μπόρεσε να πετύχει κάτι το αξιόλογο σε επίπεδο κοινής δράσης με την Πορεία, σε ΓΣ και κινητοποιήσεις, παρά μόνο αποσπασματικά.

47.     Το κάμπινγκ

Όσον αφορά το κάμπινγκ των ΑΚ και της ΜA έχουμε καταφέρει να αναβαθμίσουμε την πολιτική συμμετοχή και την παρουσία με πλατύ κόσμο ενώ οι συζητήσεις κεντρίζουν το ενδιαφέρον ακόμη και ως εργαστήρια, καταγράφοντας τις διευρυμένες απαιτήσεις αυτού του κομματιού για συζήτηση. Το κάμπινγκ στη Χαλκιδική έδειξε τις αναβαθμισμένες μας δυνατότητες όχι μόνο στο πλαίσιο της νεολαίας αλλά και στην απήχησή του στην περιοχή που διεξάγεται.

Όσον αφορά την οργάνωσή του έχουμε πλέον προχωρήσει σε αυτοοργάνωση ακόμη και της διατροφής. Τα όποια ζητήματα προκύψαν (τιμές, πολιτική στόχευση, συμπεριφορές) είναι αλήθεια ότι με ευθύνη της καθοδήγησης υπήρξαν περιπτώσεις που δεν λύθηκαν με τρόπο που αντιστοιχεί στην πολιτική μας ωρίμανση, δημιουργώντας αντιθέσεις και τριβές που οφείλουμε στην παραπέρα πορεία των κάμπινγκ να τις λάβουμε υπόψη ώστε να μην δημιουργούν λαθεμένες στάσεις και αντιλήψεις στους συμμετέχοντες, μιλώντας πάντα για την σπουδάζουσα.

48.     Καθήκοντα

Στις νέες συνθήκες που δημιουργούνται στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις σημερινές οργανωτικές δυνατότητες της σπουδάζουσας, χωρίς απογειώσεις και υποτιμήσεις:

  • Διεκδικούμε το δικαίωμα για δημόσια δωρεάν εκπαίδευση, ξέροντας τα όρια αυτού του αιτήματος μέσα στον εξαρτημένο καπιταλισμό, υπερασπιζόμενοι τις μέχρι σήμερα κατακτήσεις επ” αυτού, δείχνοντας παράλληλα την κατεύθυνση που πρέπει να κινηθεί η νεολαία.
  • Απαιτούμε το δικαίωμα πρόσβασης σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, χωρίς όρια, για τα παιδιά των λαϊκών στρωμάτων.
  • Αντιπαλεύουμε τους ταξικούς φραγμούς που υπάρχουν στην Παιδεία και εναντιωνόμαστε σε κάθε νέο που εισάγει η κυβέρνηση.
  • Παλεύουμε για κατάργηση του ν-π στο σύνολό του και στις επιμέρους εφαρμογές του, εντάσσοντας την πάλη αυτή στην συνολική αντίσταση των εργαζόμενων και του λαού απέναντι στην αντιλαϊκή επίθεση κυβέρνησης- ιμπεριαλιστών.
  • Επικεντρώνουμε στις διαγραφές, στην εντατικοποίηση και στην πειθάρχηση που αποτελούν τα βασικά μέσα για την αποθάρρυνση και εκδίωξη από την τριτοβάθμια των νέων από τα λαϊκά στρώματα.
  • Υπερασπίζουμε τις δημοκρατικές κατακτήσεις στο χώρο των ΑΕΙ/ΤΕΙ (άσυλο, σύλλογοι, ΓΣ) καθώς και διεκδικούμε να “ναι δωρεάν οι κοινωνικές παροχές που υπήρχαν (Εστίες, λέσχες, εισιτήρια),
  • Επιδιώκουμε να συγκροτούμε πλατιά σχήματα ΑΚ σε κάθε σχολή που δρούμε, διευρύνοντας το πολιτικό-συνδικαλιστικό στίγμα τους στη βάση του αριστερού προφίλ που έχουμε κατακτήσει.
  • Επιμένουμε στην πολιτική αναβάθμιση τόσο των πυρήνων όσο και των γραφείων της σπουδάζουσας ώστε να μπορούν να ανταποκρίνονται όχι μόνο στις απαιτήσεις των χώρων δράσης της αλλά στη συνολική παρέμβαση της οργάνωσης. Ιδιαίτερη έμφαση οφείλουμε να δώσουμε στην ιδεολογικοπολιτική συγκρότηση των σ. αυτού του τομέα.

Γ) Επίλογος

49.     Η αναλυτική ίσως παράθεση της δουλειάς στη νεολαία γίνεται γιατί το απαιτεί η ιδιαιτερότητα του τομέα αλλά και ότι θα πρέπει να μεταφερθεί η πλούσια εμπειρία στους νέους σ. που θα αναλάβουν την καθοδήγηση. Λόγω της σχετικά μικρής διάρκειας που παραμένουν σε καθοδηγητικά πόστα οι νεολαίοι καλό είναι να μεταφέρεται αυτή και να καταγράφεται ώστε να μπορεί να συνεχίσει η παρέμβαση από νέο επίπεδο.

Η σχετική έκταση στην αναφορά ευθυνών αλλά και αρνητικών μπορεί να ξενίσει μιας και το συνολικό “ταμείο” κάθε άλλο παρά χαρακτηρίζεται από αυτά. Θα μπορούσαμε απλά να τονίσουμε την εξαιρετική δουλειά που ύστερα από μεγάλο διάστημα έγινε σε αυτόν τον τομέα. Όμως, το ζητούμενο δεν είναι να επικροτούμε και να επαναπαυόμαστε στο τι καταφέραμε ούτε βέβαια να το υποτιμάμε, αλλά να μπολιαστεί ο νέος κόσμος με την λογική της κριτικής και της αυτοκριτικής. Με βάση αυτές τις αρχές του κομμουνιστικού κινήματος πρέπει να διαπαιδαγωγηθεί η νέα γενιά σ. που θα συνεχίσει σε πιο δύσκολες συνθήκες τον αγώνα της και αυτό δεν είναι εύκολο. Έχει ξεχαστεί ιδιαίτερα η αυτοκριτική ενώ η κριτική γίνεται κάποιες φορές με υποκειμενισμούς και “εύκολα” χωρίς να  κοιτάμε την …καμπούρα μας.

50.     Όπως και να “χει η νεολαία μας σήμερα δείχνει να πατά γερά στα πόδια της και να μπορεί να συσπειρώνει νέους αγωνιστές σε μια πολυεπίπεδη επιρροή. Δείχνει να ανταποκρίνεται στις προκλήσεις των καιρών ή καλύτερα να θέλει να σταθεί με θετικό, παραγωγικό, δημιουργικό τρόπο στην απαίτηση για ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος. Καταφέρνει να δημιουργεί ένα δικό της στίγμα στην πλειάδα αριστερών μορφωμάτων και συλλογικοτήτων που σε περίοδο ήττας του κομμουνιστικού κινήματος προβάλουν ως διέξοδοι και μάλιστα με μαζικότερες προϋποθέσεις. Ένα στίγμα διακριτό, μαχητικό, αντισυνδιαχειριστικό που μπορεί και διεισδύει στο χώρο της νεολαίας έστω και με βασανιστικούς ρυθμούς. Η δουλειά των σ. έδειξε ότι μπορούμε να κερδίζουμε κόσμο σε αυτές τις ηλικίες που ψάχνονται, αγωνιούν, απαιτούν ιδεολογικές αποσαφηνίσεις, παρεμβαίνουν σε κάθε ευκαιρία. Έδειξε ότι έχουμε νέους σ. που εμπλέκονται ενεργά σε όλο το φάσμα της κομματικής ζωής, σε κάθε έκφανση της ταξικής πάλης, που διακατέχονται από ανησυχίες και αγωνίες, που για μεγάλο διάστημα φαινόντουσαν να απασχολούν τους παλιότερους σ. μόνο.

Η τάση που διαφαίνεται είναι να μην χάνεται πλέον κόσμος μετά τις σχολές και να ενισχύουν με νέο αίμα άλλους τομείς (συνοικία, νέοι εργαζόμενοι) δημιουργώντας μια μαγιά νέων αγωνιστών που μπαίνουν στον αγώνα με άλλες δυνατότητες και διαθέσεις.

51.     Χωρίς να μπορούμε σήμερα να μιλάμε για τη δυνατότητα να οικοδομήσουμε μια οργάνωση σε επίπεδο νεολαίας, ιδιαίτερα αν δεν αναδειχτούν σ. από τους χώρους δουλειάς, όμως οι απαιτήσεις της οργάνωσης αλλά και των καιρών θέτει επιτακτικά το ζήτημα να μπει στόχος να οικοδομηθούν οι όροι για μια κομμουνιστική νεολαιίστικη οργάνωση.

 

Αναζήτηση
Κατηγορίες
Βιβλιοπωλείο-Καφέ

Γραβιάς 10-12 - Εξάρχεια
Τηλ. 210-3303348
E-mail: ett.books@yahoo.com
Site: ektostonteixon.gr