Σεπτέμβριος 2023
Είναι καθαρό ότι ζούμε σε συνθήκες έντασης της επίθεσης απέναντι στην εργατική τάξη και τους λαούς παγκοσμίως και στη χώρα μας. Η όξυνση των ενδοιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στο εξελισσόμενο ξαναμοίρασμα του κόσμου με τελευταία έκφραση τον πόλεμο στην Ουκρανία, σε συνδυασμό με την συμπλεκόμενη και αλληλοτροφοδοτούμενη οικονομική κρίση του συστήματος, χαράζουν το πιο μαύρο μέλλον για την ανθρωπότητα. Η απουσία οργανωμένης απάντησης από την πλευρά των λαών και της εργατικής τάξης, αποθρασύνει τις δυνάμεις του συστήματος λεηλατώντας δικαιώματα και κατακτήσεις της προηγούμενης περιόδου.
Η εξάρτηση του ελληνικού καπιταλισμού από τα δυτικά ιμπεριαλιστικά κέντρα και το συνεχές βάθεμά της, πολλαπλασιάζει τους όρους έντασης της επίθεσης σε όλα τα μέτωπα στη χώρα μας. Σε αυτό το πλαίσιο εξελίσσεται και η επίθεση στο χώρο της υγείας με ιδιαίτερη ένταση, εδώ και περισσότερο από μία δεκαετία. Κλιμακώθηκε ακόμα περισσότερο κατά την διάρκεια της πανδημίας του κορωνοιού, με βαρύτατες συνέπειες για το λαό. Η επίθεση αυτή αντανακλά και εκφράζει τον συσχετισμό της ταξικής πάλης. Το κεφάλαιο και ο ιμπεριαλισμός με γνώμονα την ένταση της κυριαρχίας τους απέναντι στην εργατική τάξη και το λαό και την διεύρυνση όρων κερδοφορίας ιδιαίτερα στις συνθήκες κρίσης για το σύστημα, δεν πρόκειται να αναγνωρίσουν ως δεδομένη καμία ανάγκη του λαού. Ο νέος αντεργατικός νόμος του Γεωργιάδη με τον εργασιακό μεσαίωνα των συμβάσεων «κατά παραγγελία», των διπλών εργοδοτών και των 13 ωρών εργασίας, της 6ήμερης εργασίας, της ποινικοποίησης της περιφρούρησης της απεργίας με τις φυλακίσεις και τις εξοντωτικές ποινές, ψηφίστηκε την ίδια στιγμή, που η υπερεκμετάλλευση εξοντώνει τα εργατικά στρώματα και τα εργατικά ατυχήματα είναι καθημερινότητα. Αυτό τίθεται για να γίνεται κατανοητό ότι η εξαθλίωση της εργασίας κατά αντανάκλαση, απαξιώνει και το αγαθό της υγείας και κατά συνέχεια το δικαίωμα του λαού σε ίση πλήρη και δωρεάν περίθαλψη.
Βρισκόμαστε σε μία περίοδο όπου τα αστικά επιτελεία βρίσκονται εν βρασμό τόσο για την θεσμική εναρμόνιση δεδομένων, που δημιούργησε η επίθεση της προηγούμενης περιόδου, όσο και στη διαμόρφωση νέων πεδίων για την κλιμάκωσή της. Αυτό καταγράφεται και μέσα από την αστική δημοσιογραφία, αυτό καταλαβαίνουμε και από την καθημερινότητα στους χώρους δουλειάς.
Η προσπάθεια οικοδόμησης όρων αντίστασης στην επίθεση αποτελεί την κατεύθυνση πάλης των δυνάμεων μας. Στη περίοδο αυτή λαμβάνοντας υπόψιν την υποχώρηση του κινήματος και τις αντιλήψεις που υπάρχουν σε λοιπές οργανώσεις της αριστεράς, γίνεται κατανοητή η αξία και σημασία ακόμη και της πιο μικρής εστίας αντίστασης. Η προσπάθεια για να δημιουργηθούν όροι μαζικού αγώνα αποτελεί το ζητούμενο και επιδίωξη της παρέμβασης μας.
Όσον αφορά την τακτική της πολιτικής επίθεσης της κυβέρνησης έχει επισημανθεί ότι σε θεσμικό επίπεδο η πανδημία καθυστέρησε νομοσχέδια και επιδιώξεις, που υπήρχαν στην ατζέντα και της προηγούμενης κυβέρνησης. Αυτό δεν σημαίνει ότι η επίθεση δεν προχώρησε. Τουναντίον προχώρησε με πολλή μεγαλύτερη ένταση με πρόσχημα την επιτακτικότητα, αλλά και την εξυπηρέτηση και άμεσων πρόσκαιρων πολιτικών αναγκών του κεφαλαίου, όπως τις έθεσε η πανδημία. Οι συνέπειες αυτής της επίθεσης αποτελούν προίκα στην παρούσα φάση και έδαφος πάνω στο οποίο προχωράνε τα νέα μέτρα.
Σε μια συνοπτική καταγραφή της κατάστασης στα νοσοκομεία και την πρωτοβάθμια περίθαλψη, διαπιστώνουμε ότι έχει αλλάξει εν πολλοίς αυτό που αντιλαμβάνονταν εργαζόμενοι και λαός, όταν αναφέρονταν στο ΕΣΥ. Δηλαδή από την μία ένα εργασιακό πλαίσιο που χαρακτηριζόταν από τα δικαιώματα του δημοσίου ( σταθερότητα, μισθοί, όροι δουλειάς, συνδικαλισμός) και από την άλλη την αντίληψη για το λαό ότι είναι χώροι που θα απευθυνθεί και θα «λύσει» (πάντα με δυσκολίες βέβαια) το πρόβλημα του (προσβασιμότητα, εγγύτητα, εύρος υπηρεσιών, δωρεάν παροχές).
Η κατάσταση που διαμορφώνεται σήμερα αναδεικνύει, ότι έχει προχωρήσει σημαντικά η επίθεση και στα δύο μέτωπα που την αναγνωρίζουμε :
Η σημερινή εικόνα περιλαμβάνει δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Από την μία τα «μεγάλα» νοσοκομεία των μεγάλων αστικών κέντρων και κυρίως της Αθήνας, τα οποία διατηρούν μεν μία σχετική στελέχωση, αλλά κατακλύζονται από μεγάλο αριθμό ασθενών ιδιαίτερα στις εφημερίες. Κατά συνέπεια έχουν μειώσει το εύρος των προσφερόμενων υπηρεσιών μιας και τα ράντζα είναι καθημερινό φαινόμενο και η διακίνηση των ασθενών γίνεται με γνώμονα την διαχείριση του βουλιάγματος του τμήματος και όχι το μέγιστο θεραπευτικό όφελος. Πολύωρες καθυστερήσεις, νοσηλεία στους διαδρόμους, διακομιδές μεταξύ νοσοκομείων, αργοπορημένες εξετάσεις, εξαντλημένο προσωπικό και πρόωρα εξιτήρια, συμπληρώνονται με φαινόμενα οργής και βίας από την πλευρά των ασθενών, σαν συνέπεια της ταλαιπωρίας. Ιδιαίτερη πτυχή αποτελεί και το ότι δεν έχουν ενσωματώσει κατά κύριο λόγο καινοτόμες θεραπείες οδηγώντας τους ασθενείς στον ιδιωτικό τομέα. Από την άλλη η νοσοκομειακή περίθαλψη στην επαρχία, χαρακτηρίζεται από σοβαρή υποστελέχωση όλων των δευτεροβάθμιων νοσοκομείων με χαρακτηριστική ερημοποίηση τομέων παρεχόμενων υπηρεσιών. Πολλά από τα μικρά νοσοκομεία της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης παρουσιάζουν αντίστοιχη εικόνα. Η πρωτοβάθμια περίθαλψη επί της ουσίας καλύπτεται από τα ιδιωτικά ιατρεία, ενώ οι δομές Κέντρων Υγείας (ΚΥ) και Περιφερειακών Ιατρείων (ΠΙ) αντιμετωπίζουν ανάγκες επειγόντων και συνταγογράφησης. Η διαφοροποίηση αυτή παίζει σημαντικό ρόλο στο πως αναγνωρίζει ο λαός το πρόβλημα της πρόσβασής του σε υπηρεσίες και πως το υπερασπίζεται. ( Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι οι κινητοποιήσεις της προηγούμενης περιόδου έγιναν σε μια σειρά επαρχιακών πόλεων). Διαπιστώνεται λοιπόν ότι τα σχέδια της κυβέρνησης για επιβολή του μοντέλου «κόμβου- ακτίνα», που μεταφράζεται σε κλείσιμο νοσοκομείων, έρχεται σαν φυσική συνέχεια των ήδη διαμορφωμένων συνθηκών. Σημαντική πτυχή αφορά και το γεγονός, ότι η υποβάθμιση των υπηρεσιών περίθαλψης και το αχανές ή ερημωμένο περιβάλλον, έχουν συμβάλει στην μεταφορά της αρμοδιότητας για την λύση του προβλήματος στον ίδιο τον ασθενή διογκώνοντας τα αδιέξοδα και την ταλαιπωρία του. Συνολικά και με διάφορες μορφές η περίθαλψη έχει γίνει πιο δυσπρόσιτη και πιο ακριβή για το λαό με επέκταση της αντίληψης περί ατομικής ευθύνης.
Στο πεδίο των εργασιακών δικαιωμάτων έχει υποχωρήσει σημαντικά το δικαίωμα στη μονιμότητα και έχουν γίνει σημαντικές μεταβολές των εργασιακών σχέσεων. Στους υγειονομικούς εργαζόμενους υπάρχει ένα μωσαϊκό από εργασιακές σχέσεις, που περιλαμβάνουν εργολαβικούς, αορίστου, ορισμένου χρόνου (ΣΟΧ) , ΟΑΕΔ, επικουρικούς (ΙΔΩΧ) και μόνιμους. Οι εργαζόμενοι χωρίς μόνιμη σχέση εργασίας είναι περίπου 20.000 αποτελώντας περίπου το 30% του συνόλου. Η διάσπαση αυτή μαζί με τις υπηρεσίες των ξεπουλημένων συνδικαλιστικών ηγεσιών έχει δώσει σημαντική αβάντα στην εργοδοσία στην διαχείριση των εργαζομένων εκβιάζοντάς τους. Οι διαφοροποιήσεις είναι πολλές ανά ειδικότητα, ανά είδος σύμβασης ακόμη και ανά περιοχή και ανά νοσοκομείο, έτσι που ο εργαζόμενος να μη βλέπει την κοινότητα των προβλημάτων, αλλά να αντιμετωπίζει τα εργασιακά του θέματα ως ατομικά ή ως ζήτημα μικρής ομάδας εργαζομένων. Κοινή μοίρα στην παρούσα φάση έχει ένα μεγάλο ποσοστό επικουρικών εργαζόμενων, που οι συμβάσεις τους λήγουν 31/12/2023 και αγωνιούν για το μέλλον τους. Οι μισθοί λαμβάνοντας υπόψιν το πάγωμα των μισθών, την απώλεια του 13-14 μισθού, την μη ένταξη στα ΒΑΕ κλπ στην πλειοψηφία των υγειονομικών εργαζόμενων είναι χαμηλοί και τσεκουρωμένοι από την ακρίβεια. Η εντατικοποίηση είναι το πιο διάχυτο ζήτημα μεταξύ των υγειονομικών, ενώ η τρομοκρατία και οι εκβιασμοί είναι καθημερινό φαινόμενο (αξιολόγηση). Απολύσεις γίνονται ειδικότερα σε εργολαβικούς, ενώ σε ΣΟΧ και ΙΔΩΧ μέσω μη ανανέωσης συμβάσεων τακτικότατα και κατά κύματα. Τα τελευταία χρόνια οι απολύσεις επεκτάθηκαν και σε επικουρικούς γιατρούς, όπου είχαν κατά βάση εκδικητικό χαρακτήρα για συνδικαλιστική δράση. Στοιχείο ιδιαίτερα των τελευταίων δύο χρόνων είναι οι μαζικές παραιτήσεις που δεν αφορούν μόνο ιατρικό προσωπικό, όπως προβάλλεται. Συνολικά τους τελευταίους 17 μήνες από τις αρχές του 2022 έχουν αποχωρήσει 7000 υγειονομικοί ( περίπου 5400 μόνιμοι και 1600 επικουρικοί) με το μεγαλύτερο ποσοστό να αφορά παραιτήσεις και λιγότερο συνταξιοδοτήσεις.
Στους άμεσους στόχους της κυβέρνησης είναι:
Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις επί τις ουσίας διεκδικούν και επαναπροσδιορίζουν τον ρόλο τους ως ενδιάμεσους κρίκους-αρμούς του συστήματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν κινητοποιούνται με την ίδια ένταση και θέρμη και για ζητήματα γύρω από τα οποία κινούνταν την προηγούμενη περίοδο ( πχ απεργία – αποχή από την Αξιολόγηση). Η επικέντρωση στο ζήτημα της υπεράσπισης του ΕΣΥ ( ως σύστημα) συνεχίζει να είναι ικανό για να αποτελεί το όχημα της πολιτικής τους, ανανεώνοντας τον ρόλο τους, αποπροσανατολίζοντας τις όποιες διαθέσεις για αντίσταση και απογοητεύοντας τους εργαζόμενους.
Ακόμη και επικοινωνιακά η Κυβέρνηση δηλώνει ότι θα προχωρήσει την επίθεση στην περίθαλψη παρουσιάζοντας την ομάδα Χρυσοχοΐδη σαν “task force”, που εργάζεται πυρετωδώς και απαρέγκλιτα. Δεν είναι όμως παντοδύναμοι, ούτε τα έχουν λυμένα. Εκμεταλλεύονται τον ταξικό συσχετισμό και τις αδυναμίες του στρατοπέδου του λαού και τον εντείνουν. Είναι δεδομένο ότι και μέσα στην πανδημία και μετά, με τον νόμο Γκάγκα και άλλων αντεργατικών και αντιλαϊκών μέτρων και μεθοδεύσεων, δεν βρήκαν τις απαιτούμενες αντιστάσεις. Ο χώρος στην παρούσα φάση δεν δείχνει να έχει τις πολιτικές και οργανωτικές δυνάμεις να δώσει μία κεντρική κόντρα για τα ζητήματα που τον αφορούν( κατά βάση εργασιακά και θέτοντας στο λαό το ζήτημα της πλήρους και δωρεάν περίθαλψης). Ωστόσο τα νοσοκομεία είναι μαζικοί εργασιακοί χώροι και συνεχώς σιγοκαίνε εστίες, που μπορούν να γεννήσουν αντιστάσεις. Υπάρχει χώρος συνδικαλιστικής παρέμβασης με μεγαλύτερη άνεση από τον ιδιωτικό τομέα. Ο πολύπαθος λαός δεν θα πάψει να ενδιαφέρεται και να απασχολείται με το ζήτημα της περίθαλψης. Υπάρχει διάχυτος προβληματισμός (ακόμα και σε παράγοντες του συστήματος) μέχρι που θα πάει το πράγμα, βλέποντας τα ποσοστά που ξοδεύει η λαϊκή οικογένεια για δαπάνες υγείας, να αυξάνουν συνεχώς. Το μέτωπο της περίθαλψης θα είναι θερμό την επόμενη περίοδο. Τα αντικειμενικά δεδομένα συνηγορούν σ αυτή την εκτίμηση. Οι δυνάμεις του ΚΚΕ(μ-λ) και της Ταξικής Πορείας, πρέπει να στοχεύσουν στην ενίσχυση της κατεύθυνσης των μαζικών οργανωμένων αγώνων αντίστασης στην πολιτική της επίθεσης, όπως αυτή θα εξελίσσεται. Συνοπτικά και σε σημεία :
Α. μέσω της συνέχισης της μείωσης του αριθμού των υγειονομικών μέσω παραιτήσεων-απολύσεων- συνταξιοδοτήσεων. Κατεύθυνση που ενισχύεται από το σύστημα ενώ ξεκίνησε και εκστρατεία ενοχοποίησης των υγειονομικών για την κατάσταση στα νοσοκομεία.
Β. Εφαρμογή των DRGs, αξιολόγηση εργαζομένων και εφαρμογή ατομικού νοσηλίου.
Γ. Κλείσιμο νοσοκομείων με το μοντέλο κόμβος ακτίνα
Παλεύουμε για:
Προσλήψεις μόνιμου προσωπικού.
Μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων. Μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους,
Αυξήσεις στους μισθούς , που να καλύπτουν το κόστος ζωής.
Ενάντια σε εντατικοποίηση/υπερεφημέρευση/απανωτές βάρδιες.
Ενάντια σε κάθε μορφής αξιολόγηση.
Χαρακτηρισμός του χώρου ως ανθυγιεινού με ότι αυτό συνεπάγεται.
Να μην κλείσει κανένα νοσοκομείο- άνοιγμα όσων κλείσανε.
Υπερασπιζόμαστε τα συνδικαλιστικά δικαιώματα. Ενάντια σε τρομοκρατία και εκβιασμούς. (δυσμενείς μεταθέσεις, αλλαγές τμημάτων, απολύσεις).
Ίση Πλήρη και Δωρεάν Περίθαλψη για όλους
Πάνω σ αυτούς τους άξονες πάλης οφείλουν να συγκροτηθούν πρωτοβουλίες και αγώνες, που να κοντράρουν την επίθεση, να βάζουν μπροστά τις λαϊκές ανάγκες και να υπηρετούν το δίκιο του λαού.
Όπως φάνηκε και στην περίπτωση του νοσοκομείου Γρεβενών, όπου είχαμε μια σημαντική επιτυχία (όχι μόνο, ούτε κυρίως, εκλογική), αναδεικνύονται οι δυνατότητες που υπάρχουν. Οι θέσεις και η άποψη μας, για τον χαρακτήρα της επίθεσης, για την δυνατότητα συσπείρωσης των εργαζόμενων στην βάση των ιδιαίτερων ζητημάτων τους και η σύνδεση με το γενικότερο λαϊκό αίτημα για το δικαίωμα στην περίθαλψη, έδωσαν την δυνατότητα να εκφραστούν οι αγωνίες και οι διαθέσεις εργαζόμενων του νοσοκομείου από κοινού με τον λαό της πόλης, με κορυφαία εκδήλωση ένα μαζικό, για τα δεδομένα των Γρεβενών, συλλαλητήριο. Ταυτόχρονα δημιούργησε ρήγματα στην αντιδραστική κυριαρχία των εγκάθετων της διοίκησης μέσα στο σωματείο και έσπασε το κλίμα τρομοκρατίας που στήθηκε για τις εκλογές του Σωματείου. Σημαντικό αποτέλεσμα επίμονης παρέμβασης είναι και οι δυο συνελεύσεις που έγιναν μετά από πολλά χρόνια με πολύ ικανοποιητική συμμετοχή, ως παρακαταθήκη για το μέλλον.
Η συγκρότηση μας και η παρέμβαση, μπορούν να δημιουργήσουν όρους κίνησης των εργαζόμενων και να συμβάλλουν στην διαδικασία συγκρότησης των λαϊκών δυνάμεων. Οι αντικειμενικοί όροι υπάρχουν και πάνω σε αυτούς πατάει η δική μας προσπάθεια.