04 ΜΑΗ 2024

Για τη θεωρία των παραγωγικών δυνάμεων

«Την ώρα που άλλοι σχηματισμοί της Αριστεράς
έβλεπαν “αναδιαρθρώσεις” και “ολοκληρώσεις”…
το ΚΚΕ(μ-λ) έβαζε βασικό στόχο τη μαζική και ενεργητική
Αντίσταση του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας»

(Αποτίμηση και συμπεράσματα)

Η διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις, τις παραγωγικές σχέσεις και την ταξική πάλη και η αντίστοιχη πολιτική πρακτική, αποτελεί κεντρικό ζήτημα για το κομμουνιστικό κίνημα και για τη συγκρότηση κάθε οργάνωσης που «θέλει να είναι κομμουνιστική». Το ζήτημα τέθηκε από τον Μαρξ και τον Ένγκελς, αλλά και από τον Λένιν, το Στάλιν και το Μάο, στη βάση και τις πείρας των επαναστάσεων και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης που ηγήθηκαν.

Αλλά τέθηκε και από την αντίθετη πλευρά για να υπηρετήσει ρεφορμιστικές δυνάμεις ή ως όχημα των νέων αστικών τάξεων στις χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Από τον οικονομισμό του Κάουτσκι, τη «στρατιωτικοποίηση της εργασίας» του Τρότσκι και το «πλουτίστε» του Μπουχάριν, έως την «επιστημονική οργάνωση των παραγωγικών δυνάμεων» του Γιαροσένκο, κι από εκεί στον «κομμουνισμό» του Χρουστσόφ ως «ένα πιάτο γκούλας που ο καθένας μπορεί να αποκτήσει» και τη «γάτα» του Τενγκ που «δεν έχει σημασία αν είναι άσπρη ή μαύρη αρκεί να τρώει ποντίκια». Το γεγονός ότι αντίστοιχες πολιτικές κατευθύνσεις είναι ευρέως διαδεδομένες σήμερα, αποτελεί και το έναυσμα για την παρέμβαση μου αυτή.

Παραγωγικές δυνάμεις-παραγωγικές σχέσεις-ταξική πάλη

Σύμφωνα με την μαρξιστική αντίληψη, παραγωγικές δυνάμεις και παραγωγικές σχέσεις αποτελούν μια διαλεκτική αντίφαση, όπου το κάθε σκέλος επιδρά στο άλλο. Οι παραγωγικές δυνάμεις, που «ακουμπούν» άμεσα τις συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες της κοινωνίας, είναι πιο επαναστατικές, αναπτύσσονται πιο γρήγορα. Αλλά, όπως λέει ο Μαρξ, ασκούν την επίδρασή τους μόνο μέσα στα πλαίσια που καθορίζουν οι παραγωγικές σχέσεις. Η μηχανή μπορεί να συντρίψει τον εργάτη, όπως και να τον απελευθερώσει. Το στοιχείο που καθορίζει τι θα συμβεί είναι οι παραγωγικές σχέσεις.

«Οι υλικές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας, σ’ έναν ορισμένο βαθμό της ανάπτυξής τους, έρχονται σε αντίφαση με τις υπάρχουσες παραγωγικές σχέσεις… Οι σχέσεις αυτές, από μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, μετατρέπονται σε δεσμά τους. Τότε ξεκινά μια περίοδος κοινωνικής επανάστασης…» (Κ. Μαρξ). Τότε οι επαναστατικές τάξεις ανατρέπουν το παλιό κοινωνικό στάτους μαζί και τις παλιές σχέσεις παραγωγής και ωθούν στο προσκήνιο τις νέες, που δρουν προωθητικά στις παραγωγικές δυνάμεις. Αποκαθίσταται έτσι ο βασικός (και καθολικός) νόμος που κινεί την ιστορία, ο νόμος της αναγκαίας αντιστοιχίας ανάμεσα στις παραγωγικές σχέσεις και τις παραγωγικές δυνάμεις.

Ο νόμος αυτός είναι βεβαίως αντικειμενικός, ανεξάρτητος από τη θέληση των ανθρώπων. Ωστόσο είναι η δράση των ανθρώπων, που δημιουργεί ευνοϊκούς ή δυσμενείς όρους για τη λειτουργία του. Αν το μπλοκάρισμα των παραγωγικών δυνάμεων από τις καθυστερημένες παραγωγικές σχέσεις, αναζητάει τους όρους της νέας εκτίναξης, αυτοί οι όροι βρίσκονται μόνο στη λύση της εσωτερικής αντίφασης που ενυπάρχει στις συγκεκριμένες (ενός τρόπου παραγωγής) παραγωγικές σχέσεις. Και για να αναφερθούμε στην καπιταλιστική κοινωνία, στη λύση της «αντίφασης μεταξύ της κοινωνικής παραγωγής και της καπιταλιστικής ιδιοποίησης», η οποία υπάρχει από γέννησης του καπιταλισμού και έχει «ωριμάσει» από τότε που ξεπεράστηκε ο ιστορικός ρόλος της αστικής τάξης. Αντίφαση που εμφανίζεται ως ανταγωνιστική αντίθεση μεταξύ του προλεταριάτου και της αστικής τάξης, και ενεργοποιεί συνεχώς και αντικειμενικά την ταξική πάλη.

Παράλληλα, η φορά κίνησης αυτής της αντίθεσης, η έκβασή της ταξικής πάλης, εξαρτάται από σειρά υποκειμενικών προϋποθέσεων, που συμπυκνώνονται σε μία και καθοριστική, στη συγκρότηση της εργατικής τάξης σε «τάξη για τον εαυτό της» (που εμπεριέχει και την αντίστοιχη συγκρότηση της κομμουνιστικής οργάνωσης). Από κει και πέρα το πότε και που θα σπάσει ο, κατά τον Λένιν, «αδύνατος κρίκος», είναι ένα άλλο συγκεκριμένο ζήτημα, πάντως όχι ζήτημα οικονομικής ανάπτυξης, όπως απέδειξε η Οκτωβριανή επανάσταση που ξέσπασε στην «καθυστερημένη» Ρωσία και όχι στην «αναπτυγμένη» Δύση.

Η θεωρία των παραγωγικών δυνάμεων

Αυτή τη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις, τις παραγωγικές σχέσεις και την ταξική πάλη, την αρνείται η ρεφορμιστική θεωρία των παραγωγικών δυνάμεων. Που αποθεώνει το μηχανιστικό υλισμό και προσδίδει στις παραγωγικές δυνάμεις την ιδιότητα να «σέρνουν» διαρκώς τις παραγωγικές σχέσεις, να τις εξελίσσουν και να τις μεταλλάσσουν, δρώντας ως η βασική δύναμη των κοινωνικών ανατροπών (που έρχονται αντικειμενικά!).

Αυτή η θεωρία των παραγωγικών δυνάμεων ενυπάρχει ως βασικό ιδεολογικό στοιχείο και πολιτική τόσο στη ρεφορμιστική αριστερά (ΚΚΕ), όσο και στη λεγόμενη μεταβατική (ΝΑΡ κλπ). Είναι η βάση της θεωρίας της Επιστημονικοτεχνικής Επανάστασης, αλλά και των «αναδιαρθρώσεων» του κεφαλαίου, που οδηγούν σε νέα άνοδο της παραγωγικότητας και την αντικειμενική -πλέον- δυνατότητα ικανοποίησης των «σύγχρονων αναγκών» της κοινωνίας, αλλά και «επαναστατικοποιούν» τις παραγωγικές σχέσεις. Είναι επίσης η βάση αποδοχής του αστικού ιδεολογήματος της (ξεθωριασμένης από τους ανταγωνισμούς, τη φτώχια και τον πόλεμο) παγκοσμιοποίησης, των ολοκληρώσεων και του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, της νέας δηλαδή φάσης ανάπτυξης του καπιταλισμού, όπου «οι σοσιαλιστικές σχέσεις» σχηματοποιούνται αντικειμενικά ως συνέπεια των αναπτυγμένων παραγωγικών δυνάμεων, και αναμένουν το σπάσιμο του κεφαλαιοκρατικού περιβλήματός τους για να απελευθερωθούν και να κυριαρχήσουν.

Έτσι οι αγώνες και η ταξική πάλη δεν έχουν νόημα, η αντίσταση και η διεκδίκηση είναι «λίγες», η συγκρότηση της τάξης έρχεται αυτόματα και η επανάσταση «δεν θα είναι ένα μονόπρακτο». Η υπόκλιση στο «αντικειμενικό» είναι στην πραγματικότητα υπόκλιση στο κυρίαρχο σύστημα, είναι άρνηση της ανατροπής του.

Οι «πρώιμες επαναστάσεις»

Στην ίδια βάση επιχειρηματολογείται και η «προδιαγεγραμμένη αντικειμενική αποτυχία» των σοσιαλιστικών εγχειρημάτων. Έτσι ο Λένιν «βίασε» την ιστορία, αφού το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων στη Ρωσία δεν ήταν ικανοποιητικό, ενώ ο Μάο για τον ίδιο λόγο, οδηγήθηκε σε έναν «μικροαστικό σοσιαλισμό» και σε συνεργασία με την αστική τάξη. Άλλωστε, ο καπιταλισμός, σε πείσμα όσων έγραφε ο Λένιν για τον ιμπεριαλισμό (τελευταίο στάδιο-εποχή των προλεταριακών επαναστάσεων), είχε ακόμη «προοδευτικό» έργο να επιτελέσει, να αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις και να εξελιχθεί είτε στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό του ΝΑΡ, είτε στον υπεριμπεριαλισμό των «αλληλεξαρτήσεων» του ΚΚΕ.

Η ιστορική πορεία βέβαια αποδεικνύει το ακριβώς αντίθετο. Γιατί, μολονότι η «ανάπτυξη» (όποια και όση) συνεχίζει το δρόμο της, οι βαθιές οικονομικές κρίσεις, οι παγκόσμιοι πόλεμοι και η συνολική οπισθοδρόμηση, αποδεικνύουν περίτρανα ότι (ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα) ζούμε σε ένα σύστημα προχωρημένης σήψης, που τρώει τις σάρκες της κοινωνίας, και που το μόνο που το σώζει είναι η καθυστέρηση (ύστερα από την ήττα του κομμουνιστικού κινήματος) της συγκρότησης του υποκειμένου.

Για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση

Με ανάλογο τρόπο τίθεται το ζήτημα και σε σχέση με τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Αφού, λένε, με την επανάσταση λύθηκε η αντίφαση «παραγωγικές δυνάμεις-παραγωγικές σχέσεις» και επικράτησαν οι σοσιαλιστικές σχέσεις, το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, «η συνειδητή αξιοποίηση …του βασικού νόμου του σοσιαλισμού, του συντονισμού όλων των σκοπών της παραγωγής για την ολόπλευρη ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας..» (ΚΟΜΕΠ 2020, τ1). Παρόμοιες αντιλήψεις είδαμε ότι αναπτύχθηκαν τόσο στη ΣΕ όσο και στην Κίνα και αποτέλεσαν το ιδεολογικό περίβλημα των νέων αστικών στοιχείων και τις ρεβιζιονιστικής στροφής. Η αυτούσια αναπαραγωγή τους από το ΚΚΕ δείχνει σε τι σοσιαλισμό αναφέρεται αλλά και από που έλκει την καταγωγή του.

Ο σοσιαλιστικός όμως μετασχηματισμός της κοινωνίας δεν είναι απλώς «κρατικοποίηση και κεντρικός σχεδιασμός», όπως πάνω-κάτω ισχυρίζεται το ΚΚΕ. Είναι μια, ιστορικών διαστάσεων πορεία συνεχών μετασχηματισμών, όπου «οι νέες, οι σοσιαλιστικές σχέσεις, έπρεπε να διαμορφωθούν από το μηδέν» (Στάλιν). Αν με τα πρώτα σοσιαλιστικά μέτρα κρατικοποίησης βασικών τομέων της παραγωγής και της οικονομίας, αλλάζουν οι παραγωγικές σχέσεις ως προς την κύρια τους πλευρά (τις μορφές ιδιοκτησίας) -και πέρα από τη διατήρηση πολλών μορφών ιδιοκτησίας και επομένως της εμπορευματικής παραγωγής-, παραμένει η πλευρά των παραγωγικών σχέσεων που αφορά «τη θέση των κοινωνικών ομάδων στην παραγωγή». Ο καταμερισμός της εργασίας, που σύμφωνα με τον «νεαρό» Μαρξ, προηγείται των σχέσεων ιδιοκτησίας, η εργασιακή και κοινωνική ιεραρχία, ο διαχωρισμός διευθυντικής και εκτελεστικής, πνευματικής και χειρονακτικής εργασίας. Σχέσεις που αναγκάζεται κατ’ αρχάς να αποδεχτεί η εργατική τάξη, αλλά και που πρέπει να ανατρέψει, μέσα από τη συνέχιση της ταξικής πάλης.

Μι τέτοια, συνεχής «επαναστατικοποίηση των παραγωγικών σχέσεων», δεν μπορεί να νοηθεί, όπως απέδειξαν οι κινέζοι επαναστάτες, παρά μόνο σε διαλεκτική σύνδεση με το «μεταβατικό» και συνεχώς μεταβαλλόμενο σοσιαλιστικό εποικοδόμημα. Τους πολιτικούς και κοινωνικούς θεσμούς (κράτος, κόμμα και την αμοιβαία τους σχέση), τη γνώση και τη σχέση που έχει η εργατική τάξη μ’ αυτήν, τις αντιλήψεις και τις ιδεολογίες, που εξαρτώνται από τους όρους που δημιουργούνται στις παραγωγικές σχέσεις, αλλά και αντεπιδρούν σ’ αυτές. Όλα αυτά δεν απορρέουν «αυτόματα» από την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, αλλά είναι ζητήματα εμπλοκής της εργατικής τάξης και των μαζών στην ταξική πάλη για την ανάδειξη-σύνθεση εκείνων των όρων-σχέσεων που συγκροτούν «το βάθεμα και πλάτεμα των μετασχηματισμών που απαιτούνται». Των μετασχηματισμών που ενισχύουν -στην παραγωγή και συνολικά στην κοινωνία- το ρόλο και την αρμοδιότητα της εργατικής τάξης, που είναι ο φορέας των σοσιαλιστικών σχέσεων, το κοινωνικό υποκείμενο του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.

Είναι ζητήματα που ακουμπούν τον πυρήνα της μαρξιστικής αντίληψης, και που ανέδειξε, για πρώτη φορά στην ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος με τέτοια ένταση και βάθος, η ΜΠΠΕ, αναγορεύοντας την εργατική τάξη, τις λαϊκές μάζες και την πάλη τους (την ταξική πάλη), σαν τον καθοριστικό παράγοντα για την υπεράσπιση και συνέχιση του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Μπορούμε να πούμε επομένως ότι η ΜΠΠΕ αποτελεί τη «συνολική άρνηση» της θεωρίας των παραγωγικών δυνάμεων.

Γιατί σε κάθε περίπτωση, το τελικό ερώτημα είναι, αν η κύρια πλευρά για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης και συνολικά της κοινωνίας βρίσκεται στην «αναμονή» της ανάπτυξης των «υλικών όρων» ή στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης. Η ιστορική διαδρομή απέδειξε ότι η απάντηση βρίσκεται στην ταξική πάλη και τη συγκρότηση της εργατικής τάξης μέσα σ’ αυτήν (σε αλληλοσύνδεση με την πολιτική της πρωτοπορία), στο επίπεδο και με τα χαρακτηριστικά που απαιτεί η κάθε περίοδος. Ως τάξη ανατροπής στον καπιταλισμό και ως ηγέτιδα τάξη στο σοσιαλισμό.

 

Στέφανος Χατζησάββας

Οργάνωση Ξάνθης

Αναζήτηση
10η Συνδιάσκεψη
Κατηγορίες
Βιβλιοπωλείο-Καφέ

Γραβιάς 10-12 - Εξάρχεια
Τηλ. 210-3303348
E-mail: ett.books@yahoo.com
Site: ektostonteixon.gr