Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές (28-02-22) συνεχίζονται οι μάχες στο έδαφος της Ουκρανίας. Συνεχίζει να ρέει το αίμα των Ουκρανών (αλλά και Ρώσων) στρατιωτών. Συνεχίζει να ξεριζώνεται κόσμος και να παίρνει τους δρόμους της προσφυγιάς. Συνεχίζονται οι καταστροφές των υποδομών της Ουκρανίας. Συνεχίζουν να διαμορφώνονται οι συνθήκες ενός ακόμη πιο ζοφερού μέλλοντος και όχι μόνο για τον λαό της Ουκρανίας. Γιατί και προς τι αυτή η τραγωδία; Χρειάζεται να πάμε λίγο προς τα πίσω.
Ο πόλεμος δεν ξεκίνησε χθες
Στις 6-4-1996 ο υπογραφόμενος δημοσίευσε ένα άρθρο (ΠΣ αρ.315) και με τίτλο «Η επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολή φέρνει πιο κοντά τον πόλεμο». Εκεί αναφέρονταν οι κινήσεις επέκτασης της κυριαρχίας της Δύσης-ΗΠΑ στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, μέσα από τη διεύρυνση της ΕΕ και την επέκταση του ΝΑΤΟ. Η περικύκλωση, περίσφιξη της Ρωσίας, η απώθησή της στο «ασιατικό της βάθος».
Ιδιαίτερη αναφορά γινόταν στη σημασία του πυρηνικού οπλοστασίου της Ρωσίας, η ύπαρξη του οποίου αποτελούσε (και αποτελεί) το κύριο εμπόδιο στη στρατηγική τής παγκόσμιας κυριαρχίας των ΗΠΑ. Ήδη η διάλυση της ΣΕ είχε επιφέρει μια σημαντική αποδιάρθρωση αυτού του οπλοστασίου, καθώς εγκαταστάσεις του βρίσκονταν σε μια σειρά χώρες οι οποίες ανεξαρτητοποιήθηκαν. Αλλά στις ΗΠΑ δεν αρκούσε αυτό. Εξαπολύθηκε μια διαρκής προπαγάνδα για την «επικινδυνότητα των απαρχαιωμένων πυρηνικών συστημάτων της Ρωσίας», προσφέρθηκαν μάλιστα (οι ΗΠΑ) «να συνεισφέρουν οικονομικά στην καταστροφή τους». Τέτοιος αλτρουισμός!
Ταυτόχρονα στόχευαν και ευελπιστούσαν ότι «η περίσφιξη, η οικονομική ασφυξία της Ρωσίας θα οδηγούσε σε αδυναμία διατήρησης του στρατιωτικοβιομηχανικού πλέγματος πάνω στο οποίο εδράζεται το στρατηγικό της δυναμικό. Η κρίση στο εσωτερικό της Ρωσίας σε μια τέτοια περίπτωση θα είναι μεγαλύτερη, βαθύτερη και το δίλημμα υποταγή ή συντριβή θα τεθεί με πολύ ευνοϊκότερους για τη Δύση όρους».
Με αυτούς τους όρους σημειώνεται ότι: «Η επιδίωξη της επέκτασης του ΝΑΤΟ δεν αποτελεί απλά εχθρική ενέργεια της Δύσης απέναντι στη Ρωσία, αλλά μια ελάχιστα συγκαλυμμένη πολεμική ενέργεια. Μια ενέργεια που φέρνει πιο κοντά πολέμους τύπου Γιουγκοσλαβίας, αλλά και τον ίδιο τον πυρηνικό πόλεμο».
Για το ίδιο θέμα στις 15-3-1997 (ΠΣ αρ.336) δημοσίευσα άρθρο με τίτλο «Και πάλι για την επέκταση του ΝΑΤΟ» όπου ανάμεσα σε άλλα αναφέρονται: «Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο επικίνδυνα αν εκτιμηθούν και με βάση τη ρωσική αντίδραση. Η οποία και θα υπάρξει. Κι αν δεν το κάνει ο Γιέλτσιν, θα το κάνουν κάποιοι άλλοι στη θέση του, αφού τον παραμερίσουν. Τώρα ή αργότερα. Στις «ετοιμασίες» ή όταν δουν τους αμερικανικούς πυραύλους στις πύλες της Μόσχας. Γιατί τα περί συμφωνιών και «δεσμεύσεων» του ΝΑΤΟ είναι ούτως ή άλλως για ηλιθίους. Απ’ εκεί και πέρα θα αρχίσει ο χορός. Γιατί η αντίδραση θα είναι -και δεν νοείται αλλιώς- βίαιη. Θα υπάρξει ένταση, ρήξη, εκ νέου εξοπλιστικός ανταγωνισμός, με όλα όσα αυτά συνεπάγονται. Από τα πιο πιθανά η παρέμβαση ξανά στις ανατολικές χώρες και η μετατροπή τους σε πεδίο ανταγωνισμού».
Πόσο «βελούδινα» και πόσο αιματηρά
Θα μπορούσα να αναφερθώ σε πολλά από εκείνα που έπραξε η Δύση απέναντι στη Ρωσία και στη βάση αυτής της στρατηγικής, αλλά θα τα παρακάμψω για λόγους οικονομίας αυτού του κειμένου. Θα ήθελα να σταθώ λίγο στην περίπτωση της Ουκρανίας, η οποία και αποτελεί κορυφαίο επίδικο στον ανταγωνισμό Δύσης-Ρωσίας.
Η Ουκρανία αποτέλεσε σημαντικό μέλος της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ). Στην περίοδο των καταρρεύσεων, και με πρωτοβουλία του προέδρου της Ρωσίας, Μπορίς Γιέλτσιν, συναντώνται μαζί του ο πρόεδρος της Ουκρανίας Κραβτσούκ και της Λευκορωσίας Σουσκέβιτς και συνυπογράφουν τη διάλυση της ΣΕ. Στο επόμενο διάστημα η Ουκρανία κινείται στο πλευρό της Ρωσίας, ωστόσο στα πλαίσιά της αρχίζουν να ενισχύονται οι φιλοδυτικές τάσεις.
Στο επόμενο διάστημα η ουκρανική ολιγαρχία αρχίζει να παλινδρομεί ανάμεσα στη δυτική και ρωσική επιρροή. Μια ολιγαρχία εξίσου διεφθαρμένη και αντιλαϊκή είτε κινούνταν προς τη Δύση είτε προς την Ανατολή. Θα παρακάμψω μια σειρά επεισοδίων για να φτάσω στα γεγονότα του Μαϊντάν (2014).
Ο τότε πρόεδρος της Ουκρανίας Γιανούκοβιτς εξεδήλωσε την πρόθεσή του να γείρει προς τη ρωσική πλευρά. Μια κίνηση που προκάλεσε την αντίδραση των φιλοδυτικών, που, εκμεταλλευόμενοι και τη λαϊκή δυσαρέσκεια και με την απροκάλυπτη παρέμβαση-στήριξη της Δύσης, οργάνωσαν τα γεγονότα της πλατείας Μαϊντάν. Γεγονότα όπου σύντομα φάνηκε ότι τον πρώτο λόγο τον είχαν τα τάγματα εφόδου των φασιστών, τα οποία και προχώρησαν στην πραξικοπηματική «καθαίρεση» του προέδρου Γιανουκόβιτς. Στο πραξικόπημα αντέδρασαν οι κάτοικοι κυρίως των ρωσόφωνων ανατολικών περιοχών. Το νέο καθεστώς προχώρησε στην άγρια καταστολή των αντιδράσεων, συνάντησε ωστόσο την ένοπλη πλέον αντίσταση στις περιοχές Ντονένσκ και Λουγκάνσκ (πιθανά όπως λέγεται και με υποστήριξη Ρώσων «εθελοντών»). Περιοχές οι οποίες και αυτοανακηρύχθηκαν σε «ανεξάρτητες Λαϊκές Δημοκρατίες». Μια εξέλιξη που δεν αποδέχτηκε το καθεστώς του Κιέβου, με αποτέλεσμα οι ένοπλες συγκρούσεις να αποτελούν καθημερινό μοτίβο από τότε έως τις μέρες μας.
Με στόχο τον τερματισμό των εχθροπραξιών γίναν οι συμφωνίες του Μινσκ, τις οποίες ωστόσο ουδέποτε αποδέχτηκε πραγματικά το καθεστώς του Κιέβου και πολύ περισσότερο δεν τις εφάρμοσε. Αντίθετα, και με δεσπόζοντα πλέον το ρόλο των εθνικιστικών φασιστικών δυνάμεων στο ουκρανικό κράτος, προχώρησε σε μια εκτεταμένη τρομοκρατία στις ανατολικές περιοχές και σε μια εκστρατεία «ουκρανοποίησης» (διάβαζε εθνοκάθαρση) των ρωσόφωνων περιοχών. Ταυτόχρονα διεκήρυσσε την πρόθεσή του να «απελευθερώσει» ένοπλα τις περιοχές που ελέγχονταν από τους ρωσόφωνους, αλλά και την Κριμαία που είχε στο μεταξύ προσαρτηθεί από τη Ρωσία. Προθέσεις τις οποίες συνέδεε με την υποστήριξη της Δύσης, καθώς μάλιστα προσανατολιζόταν στην ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Νοσταλγίες μεγαλορώσων
Όσον αφορά τη ρωσική πλευρά. Θα θεωρούσα χρήσιμο και διαφωτιστικό να αναφερθώ στο διάγγελμα με το οποίο ο Πούτιν ανακοίνωσε την αναγνώριση από μεριάς Ρωσίας των «Λαϊκών Δημοκρατιών» του Λουγκάνσκ και του Ντονέσκ. Ένα διάγγελμα αποκαλυπτικό του τρόπου του σκέπτεσθαι, των διαθέσεων και των προθέσεών του. Αναγκαστικά σε συντομία, τόσο για λόγους οικονομίας του κειμένου, όσο -και κυρίως- επειδή τα όσα σύντομα ακολούθησαν είναι ακόμη πιο αποκαλυπτικά και οπωσδήποτε πιο σημαντικά από τα λόγια. Το διάγγελμα μπορεί να «αναγνωσθεί» ως διαχωριζόμενο σε δύο βασικά μέρη, αλλά και ένα «τρίτο». Στο πρώτο αναφέρεται στις ιστορικές εξελίξεις μέχρι το 1989-1991 και στο δεύτερο από τότε ως τα σήμερα. Ως προς το «τρίτο», είναι αυτό που αφορά εκείνα που …δεν αναφέρονται. Τα πεπραγμένα της Ρωσίας σ’ αυτό το διάστημα.
Σε σχέση λοιπόν με το πρώτο, ο Πούτιν επιχειρεί μια -πρόχειρη στην ουσία- ιστορική αναδρομή, όπου προσπαθεί να καταδείξει τις -κατά την άποψή του- αιτίες για την κατάρρευση της ΣΕ. Μιας ΣΕ που στον δικό του «ιδιότυπο» τρόπο σκέψης αποτελούσε και μια μορφή επιβίωσης της πάλαι ποτέ τσαρικής αυτοκρατορίας «πασών των Ρωσιών». Ένα πολύ σημαντικό ζήτημα που απασχόλησε και θα συνεχίσει να απασχολεί πολλούς και από κάθε πλευρά και που σίγουρα δεν μπορεί να καλυφθεί από προσεγγίσεις σαν αυτή που επιχειρεί ο Πούτιν. Είναι προφανές ότι ένα τέτοιο ζήτημα δεν μπορεί να καλυφθεί με πληρότητα σ’ αυτές εδώ τις γραμμές. Εκείνο που μπορεί και χρειάζεται είναι να επισημανθούν ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά της προσέγγισης Πούτιν.
Μια πρώτη παρατήρηση αφορά τη σκοπιμότητα αυτής της αναφοράς, που -κατά την άποψή μου πάντα (και όχι μόνο τη δική μου)- μάλλον ζημιώνει παρά υπηρετεί τις πολιτικές του επιδιώξεις. Αλλά ας είναι. Είναι εμφανές πως πρόκειται για την οπτική και ερμηνεία της Ιστορίας από έναν μεγαλορώσο (αστό πλέον) νοσταλγό της τσαρικής Ρωσικής αυτοκρατορίας. Αυτής που κατέστρεψε-διέλυσε ο «επάρατος» Λένιν. Ο οποίος μάλιστα διέπραξε και το «έγκλημα» της δημιουργίας του «τεχνητού κράτους» της Ουκρανίας, στο οποίο και προσέφερε ρωσικά εδάφη και πληθυσμό. Το ότι με τέτοιου είδους αναφορές αποκαλύπτει τις σημερινές του διαθέσεις απέναντι στην Ουκρανία (και όχι μόνο) δεν είναι και τόσο βέβαιη απόδειξη ότι απλώς του «ξέφυγαν».
Λιγότερο επικριτικός, ως προς αυτή την πλευρά του πράγματος, εμφανίζεται απέναντι στον άλλο «επάρατο» (Στάλιν) στον οποίο «αναγνωρίζει» ότι συγκρότησε ενιαίο κράτος «έστω» με «αυταρχικό δικτατορικό» τρόπο. Ταυτόχρονα τον μέμφεται για το ότι διατήρησε στις καταστατικές αρχές αυτού του κράτους τη «νάρκη» που τοποθέτησε ο Λένιν. Το δικαίωμα απόσχισης των σοσιαλιστικών δημοκρατιών.
Τραγωδίες και εγκλήματα
Ο μεγαλορώσος αντικομμουνιστής Πούτιν «ξεχνάει» κάποια πράγματα. Πρώτον, το ότι η τσαρική αυτοκρατορία δεν ήταν μια αγαθοεργής δύναμη, αλλά μια «φυλακή των λαών», όπως την χαρακτήρισε ο Μαρξ, ένα δεσμωτήριο και για τον ίδιο τον ρωσικό λαό. Το κυριότερο, ότι η Οκτωβριανή Επανάσταση υπήρξε η έκφραση της θέλησης των προλετάριων και των μουζίκων να χτίσουν τον δικό τους κόσμο. Ακόμη περισσότερο, έφερε τους λαούς στο προσκήνιο της ιστορίας, πυροδοτώντας ένα παγκόσμιο απελευθερωτικό κίνημα, που άλλαξε τη μορφή του κόσμου. Στα πλαίσια αυτά το δικαίωμα λαών και εθνών στην αυτοδιάθεση δεν ήταν «έγκλημα», αλλά έκφραση της απελευθερωτικής εξέλιξης.
Όσον αφορά τη διάλυση της ΣΕ, θεωρεί ότι οφείλεται στην κρίση του καθεστώτος, στα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπισε, αλλά και σε λάθος επιλογές των ηγετών της στην ιστορική διαδρομή της χώρας.
Χρήσιμο εδώ είναι να θυμίσουμε μια παλιότερη δήλωση του Πούτιν, κατά τον οποίο «η διάλυση της ΣΕ αποτέλεσε μια τραγωδία, ενώ τυχόν απόπειρα επανασύστασής της θα αποτελούσε έγκλημα».
Τόσο οι εκτιμήσεις του όσο και αυτή η δήλωση είναι επίσης αποκαλυπτικές του τρόπου σκέπτεσθαι του Πούτιν. Της ιδιότυπης νοσταλγίας της ισχύος που διέθετε η ΣΕ. Εκείνο που βέβαια παρακάμπτει είναι το πώς και από ποιους οικοδομήθηκε αυτή η ισχύς και σε ποια βάση. Δηλαδή τον Λένιν, τον Στάλιν, τους μπολσεβίκους, τους κομμουνιστές.
Όσον αφορά τις αιτίες αποσύνθεσης-διάλυσης, δεν οφείλεται βέβαια σε «λάθη». Οφείλεται στο ότι οι δυνάμεις που από ένα σημείο και μετά πήραν το πάνω χέρι στη ΣΕ ακλούθησαν δρόμους εντελώς αντίθετους από εκείνους που είχαν χαράξει οι δημιουργοί της. Μόνο που δεν γίνεται να αναφερθεί σ’ αυτά ο Πούτιν, καθώς αποτελεί γόνο αυτών των δυνάμεων και είναι αυτές που τον ανέδειξαν στην εξουσία.
Αυτό τον οδηγεί στο να περιορίζει την κριτική του στους άστοχους χειρισμούς τους που οδήγησαν στη διάλυση, ενώ θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μια συντεταγμένη μετάβαση. Στην πραγματικότητα, και για να επιστρέψουμε στο σήμερα, ο Πούτιν δεν διαφωνεί με την ανασύσταση της αυτοκρατορίας, αλλά στην ανασύστασή της σε σοσιαλιστική βάση.
Εκείνα που παραλείπονται
Όσον αφορά το δεύτερο μέρος, δεν θα σταθώ καθόλου. Τα όσα αναφέρει για την πολιτική της Δύσης-ΗΠΑ απέναντι στη Ρωσία είναι λίγο-πολύ όπως τα περιγράφει. Άλλωστε από τη μεριά μας έχουμε αναφερθεί επανειλημμένα σε όλα αυτά και εν μέρει και σ’ αυτό το κείμενο. Το ενδιαφέρον βρίσκεται στο «τρίτο» μέρος. Σε εκείνα που …δεν αναφέρει.
Στην προώθηση μιας πολιτικής που στόχος της ήταν η ανασυγκρότηση της Ρωσίας σε μεγάλη ιμπεριαλιστική δύναμη. Στην υλοποίηση αυτής της πολιτικής με διάφορους τρόπους και σε μια σειρά περιπτώσεις. Στην αιματηρή «ειρήνευση» της Τσετσενίας. Στην επίσης αιματηρή «συμμόρφωση» της Γεωργίας. Στις επεμβάσεις σε Συρία και Λιβύη. Στην προσάρτηση της Κριμαίας. Και βεβαίως στο μεγάλο σχέδιο του Πούτιν: την οικοδόμηση της τετραμερούς συμμαχίας που θα περιλάμβανε Ρωσία, Ουκρανία, Καζακστάν και Λευκορωσία. Ένα εγχείρημα που, αν ολοκληρωνόταν και στερεωνόταν, θα έθετε νέους όρους στην παγκόσμια διάταξη δυνάμεων.
Ταυτόχρονα, ένα εγχείρημα που, όπως ήταν επόμενο, συνάντησε την λυσσαλέα αντίθεση της Δύσης και πάνω απ’ όλα των ΗΠΑ. Που κατόρθωσαν με απανωτές απόπειρες και τελικά με το πραξικόπημα του Μαϊντάν να σύρουν την Ουκρανία στην πλευρά τους. Αυτό είναι κάτι που κατά το μάλλον δεν μπόρεσε και δεν μπορεί να καταπιεί ο Πούτιν.
Περί «φινλανδοποίησης»
Θα ήθελα να σταθώ λίγο περισσότερο σε ένα ζήτημα το οποίο τέθηκε τόσο μέσα από τις ρωσικές προτάσεις όσο και εκ των πραγμάτων. Στο ζήτημα της ουδετερότητας, τόσο ειδικά σε σχέση με την Ουκρανία, αλλά και γενικότερα. Με τις προτάσεις της η Ρωσία έδειχνε να επιδιώκει έναν συμβιβασμό. Κεντρικό στοιχείο αυτών των προτάσεων η διασφάλιση ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Ταυτόχρονα, προτάσεις οι οποίες «υπογραμμίζονταν» από την συγκέντρωση δυνάμεων στα σύνορα της Ουκρανίας και η ολοφάνερη απειλή εισβολής σε περίπτωση απόρριψής τους.
Δεν ξέρω και ούτε μπορώ να πω για το πόσο ειλικρινείς ήταν αυτές οι προτάσεις ή για το πόσο ήταν διατεθειμένη η Ρωσία να σεβαστεί την ουδετερότητα της Ουκρανίας, αν τελικά υιοθετούνταν αυτή η επιλογή από όλα τα μέρη. Πιθανολογώ ότι η Ρωσία ευελπιστούσε ότι σε μια τέτοια περίπτωση θα είχε στη μεριά της μια σειρά ευνοϊκούς όρους (γεωγραφικούς, εθνολογικούς, ιστορικούς, οικονομικούς κ.λπ.) να φέρει σε μια πορεία την Ουκρανία «ειρηνικά» στα νερά της.
Το ζήτημα σε σχέση με αυτό βρίσκεται στη στάση της Δύσης-ΗΠΑ. Οι οποίες απέρριψαν ασυζητητί τις ρωσικές προτάσεις. Ως προς το πώς και γιατί θα αναφερθώ παρακάτω. Εδώ θα σταθώ σε δύο πράγματα:
Πρώτον, στο ότι δεν αξίζει δεκάρα τσακιστή και αποτελεί άθλια υποκρισία το επιχείρημα ότι για το ΝΑΤΟ αποτελεί «ζήτημα αρχής» το να μην κλείνει την πόρτα του σε όποια χώρα θέλει να ενταχθεί. Άλλο τόσο υποκριτικό και άθλιο το επιχείρημα ότι κάθε χώρα πρέπει να έχει την ελευθερία επιλογών. Αλλά εδώ και σε σχέση με αυτά θα ήθελα να αναφερθώ και σε ένα άλλο ζήτημα.
Δεκαετίες τώρα παρατηρείται το φαινόμενο διαφόρων παραγόντων της Δύσης να «βγαίνουν από τα ρούχα τους» για την -όπως την χαρακτηρίζουν- εκδοχή της «φινλανδοποίησης». Τόσο ώστε στην «κοινή γνώμη» να έχει εμπεδωθεί η άποψη πως πρόκειται για κάτι πέρα για πέρα αποκρουστικό και το οποίο επέβαλλε ο τρισκατάρατος Στάλιν στη δύσμοιρη Φινλανδία.
Το ζήτημα αφορά τις συνθήκες που υπογράφηκαν ανάμεσα σε ΣΕ και Φινλανδία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ας αναρωτηθεί λοιπόν ο καθένας. Αλήθεια, ποιες «συμφορές» βρήκαν την Φινλανδία από αυτό το σύμφωνο; Δεν λειτούργησε σαν ελεύθερη και ανεξάρτητη όλα αυτά τα χρόνια από τότε ως τα σήμερα και υπό καθεστώς αστικής δημοκρατίας «δυτικού τύπου»;
Δεν αναπτύχθηκε οικονομικά σε καπιταλιστική βάση, χωρίς να ενοχληθεί σε τίποτα και από κανέναν; Ναι, αλλά της είχαν τεθεί όροι. Όπως αυτός της ουδετερότητας. Της μη ένταξής της σε επιθετικό στρατιωτικό συνασπισμό (όρα ΝΑΤΟ). Να μη δεχτεί στο έδαφός της ξένα στρατεύματα. Όπως τότε που τα χιτλερικά στρατεύματα εξόρμησαν από το έδαφός της για να συμμετάσχουν στην πολιορκία του Λένινγκραντ. Τέτοια φριχτά πράγματα δηλαδή!
Και παρεμπιπτόντως, πόσο βλάφτηκε η Σουηδία, που οικειοθελώς και χωρίς να την αναγκάσει κανείς επέλεξε την ουδετερότητα; Και πόσο την εμπόδισε αυτό να αναδειχτεί σε μια από τις πιο αναπτυγμένες χώρες στον κόσμο;
Οι «ιδιοκτήτες» του κόσμου
Η απόρριψη μιας τέτοιας λύσης έχει τις εξηγήσεις της. Λειτουργώντας εδώ και αιώνες με μια λογική «ιδιοκτητών» του κόσμου δεν διανοούνταν να παραιτηθούν από τη δυνατότητα να προσθέσουν στη ζώνη επιρροής και εκμετάλλευσής τους μια μεγάλη και πλούσια χώρα σαν την Ουκρανία. Ταυτόχρονα οι ΗΠΑ, που έχουν και τον κύριο λόγο, δεν ήθελαν να αφήσουν την ευκαιρία της εγκατάστασης των επιθετικών τους δυνάμεων σε όλη τη ρωσική περίμετρο. Τη διαμόρφωση όρων που, στα πλαίσια της στρατηγικής τους για παγκόσμια κυριαρχία, να τους δίνουν τη δυνατότητα να συντρίψουν έως και στρατιωτικά τη Ρωσία. Και αν όλα αυτά ακούγονται υπερβολικά, ας θυμίσουμε ότι ήδη από το 1945 και σ’ όλο το επόμενο διάστημα στα αμερικανικά επιτελεία εκπονούνταν διαρκώς διάφορα σχέδια για έναν «εφικτό» και νικηφόρο για τις ΗΠΑ πυρηνικό πόλεμο.
Ο πόλεμος είναι πάντα πόλεμος
Αναμενόμενη συνεπώς η αντίδραση της Ρωσίας. Το ζήτημα είναι αν όλα όσα αναφέρθηκαν δικαιολογούν την εισβολή στην Ουκρανία. Αν μπορούμε να αποδεχτούμε το «δικαίωμα» μιας ισχυρής ιμπεριαλιστικής χώρας να εισβάλει σε μια πιο αδύναμη εν ονόματι μελλοντικών κινδύνων. Αν μπορούμε να «νομιμοποιήσουμε» τον πόλεμο ως μέθοδο επίλυσης διαφορών ανάμεσα σε χώρες. Το μακελειό που συνεπάγεται. Τις καταστροφές που επιφέρει. Το προηγούμενο που δημιουργεί. Μα, ακούγεται, η Δύση και ειδικά οι ΗΠΑ έχουν κάνει πληθώρα παρόμοιων επεμβάσεων. Και λοιπόν; Όπως αντιταχθήκαμε σε όλες αυτές τις επεμβάσεις, έτσι αντιτασσόμαστε και σ’ αυτήν.
Για να το πω κάπως διαφορετικά, το όποιο «δίκιο» (ας το πω έτσι) είχε ο Πούτιν, το απαλλοτρίωσε με αυτή την εισβολή. Πολύ περισσότερο με τα χαρακτηριστικά που δείχνει να έχει. Τα όποια ολοφάνερα υπερβαίνουν τις διακηρύξεις περί προστασίας των ρωσόφωνων από τα -υπαρκτά- φασιστικά τάγματα.
Αυτό που διαφάνηκε είναι η πρόθεση του Πούτιν να ανατρέψει την κυβέρνηση της Ουκρανίας και με στόχο να εντάξει την Ουκρανία στη δική του σφαίρα επιρροής. Το λιγότερο να την κομματιάσει, να τη χωρίσει στα δύο. Άλλωστε στο διάγγελμά του, το οποίο αναφέρθηκε, αμφισβητεί το ίδιο το δικαίωμα ύπαρξης της Ουκρανίας μιας και τη θεωρεί «τεχνητά» δημιουργημένη. Το τι θα καταφέρει και μετά από πόσο αίμα, μένει να το δούμε.
Με το αίμα των άλλων
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές (28-2-22) οι μάχες συνεχίζονται αμείωτες στο έδαφος της Ουκρανίας. Κατά κύριο λόγο ανατολικά του Δνείπερου και ειδικότερα γύρω από πόλεις και χωριά όπου έχουν οχυρωθεί οι ουκρανικές δυνάμεις, καθώς δεν θα μπορούσαν να αναμετρηθούν με το ρωσικό στρατό σε μάχες «εκ παρατάξεως» σε ανοιχτό πεδίο. Στο διάστημα αυτών των ημερών εκδηλώθηκαν εκατέρωθεν διαθέσεις διαπραγματεύσεων και με στόχο τον τερματισμό της αιματοχυσίας.
Διαθέσεις που αναιρούνταν την επομένη και με αιτία (ή πρόσχημα) τους όρους που έθετε η κάθε πλευρά. Τελικά αποφασίστηκε να γίνει συνάντηση αντιπροσωπειών στο έδαφος της Λευκορωσίας, κοντά στα σύνορα με την Ουκρανία. Δεν είμαι σε θέση να προδικάσω το πού θα οδηγηθούν τελικά αυτές οι διαπραγματεύσεις και μέχρι πού είναι διατεθειμένη να υποχωρήσει η κάθε πλευρά. Θα ήθελα ωστόσο να σημειώσω τα εξής:
Στον τύπο έχει αναφερθεί ότι η «αδιαλλαξία» της ουκρανικής πλευράς συνδέεται με «παραινέσεις» της Δύσης. Το ζήτημα έχει την εξήγησή του. Πολύ περισσότερο καθώς η συστράτευση των δυτικών δυνάμεων που παρατηρείται μπορεί να συγκριθεί μόνο με τις περιπτώσεις της μεγαλύτερης όξυνσης της αντιπαράθεσης της Δύσης με τη ΣΕ.
Για τους δυτικούς όσο παρατείνονται οι συγκρούσεις τόσο και θα πληθαίνουν οι απώλειες εκατέρωθεν και τόσο θα μεγαλώνει το πολιτικό –και όχι μόνο- κόστος για τη Ρωσία και τόσο θα αμαυρώνεται η εικόνα της στη διεθνή κοινή γνώμη.
Ταυτόχρονα υπάρχει και μια πλευρά ακόμη πιο κυνικού χαρακτήρα. Η συνέχιση των μαχών δίνει τη δυνατότητα στα δυτικά επιτελεία (βασικά των ΗΠΑ) να μελετούν και να αξιολογούν τα χαρακτηριστικά των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, των οπλικών τους συστημάτων, των επιχειρησιακών τους δυνατοτήτων.
Ένα «δωρεάν μάθημα» για τους ίδιους, αλλά πολύ ακριβό για τους Ουκρανούς, που πληρώνουν με το αίμα τους έναν πόλεμο που σε καθοριστικό βαθμό δεν αποτελεί παρά τη μορφή που παίρνει η αναμέτρηση ανάμεσα σε Δύση-ΗΠΑ με τη Ρωσία.
Εικόνα του μέλλοντος
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν μπορούν να γίνουν ασφαλείς προβλέψεις για το αν, πότε και πώς θα σταματήσει αυτός ο πόλεμος. Ούτε αν θα γίνουν κάποιοι συμβιβασμοί ή ποια μορφή μπορούν να έχουν. Εκείνο που είναι βέβαιο είναι το κόστος σε αίμα που θα πληρώσει ο λαός της Ουκρανίας, αλλά και ο ρωσικός. Το φαινόμενο των εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που παίρνουν τους δρόμους της προσφυγιάς. Οι μεγάλες καταστροφές στο έδαφος της Ουκρανίας.
Και εκείνο που γενικότερα σηματοδοτούν οι εξελίξεις είναι ότι μπαίνουμε σε μια σκοτεινή περίοδο. Μια περίοδο όπου η όξυνση του ανταγωνισμού ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις θα επιφέρει όλο και μεγαλύτερα δεινά για τους λαούς. Όπου θα μεγεθύνονται οι κίνδυνοι για μια συνολική και ολέθρια για τον κόσμο όλο αναμέτρηση.
Η ανακοίνωση του Πούτιν ότι θέτει σε κατάσταση ύψιστου συναγερμού τις στρατηγικές πυρηνικές δυνάμεις της Ρωσίας υπογραμμίζει την επικινδυνότητα της κατάστασης. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω και θα αποφύγω να εκτιμήσω τους πραγματικούς λόγους που τον ώθησαν σε μια τέτοια κίνηση. Έχω όμως να πω το εξής: κάποιοι από το περιβάλλον του χρειάζεται να του «υπενθυμίσουν» ότι τα πυρηνικά όπλα δεν επιδέχονται μια τέτοια «διαχείριση».
Συνοψίζοντας. Αυτά που εξελίσσονται στην Ουκρανία είναι μια εικόνα του μέλλοντος. Αυτό που ήδη κατέδειχναν τα όσα συντελέστηκαν στο Ιράκ, τη Γιουγκοσλαβία, την Τσετσενία, το Αφγανιστάν, τη Γεωργία, τη Συρία, την Λιβύη. Αυτό είναι το μέλλον που μας επιφυλάσσει η κυριαρχία του καπιταλιστικού ιμπεριαλιστικού συστήματος. Με αυτό έχουμε να λογαριαστούμε και απέναντι σ’ αυτό οφείλουμε να συγκροτήσουμε τα μέτωπά μας.
Υστερόγραφο
Ειπώθηκε σε ένα από τα μεγαλύτερα αμερικανικά τηλεοπτικά κανάλια (Fox news): «Η πρώην βουλευτής (των ΗΠΑ) Τούλσι Γκάμπαρντ μπορεί να είπε την αλήθεια. “Ο πρόεδρος Μπάιντεν θα μπορούσε να δώσει τέλος στην κρίση και να αποτρέψει τον πόλεμο με την Ρωσία κάνοντας κάτι πολύ απλό, δίνοντας εγγυήσεις ότι η Ουκρανία δεν θα γίνει μέλος του ΝΑΤΟ”». Να προσθέσω εγώ, ότι ανάλογα θα μπορούσαν να ενεργήσουν και οι ευρωπαίοι «ειρηνοποιοί», που σήμερα ξεσπαθώνουν με ιερό πολεμικό μένος. Τόσο απλά λοιπόν!