«…το πρόβλημα ''ποιας πλευράς πρέπει να εύχεται κανείς πιο πολύ την επιτυχία'' ισοδυναμεί με το πρόβλημα ποιας αστικής τάξης πρέπει να εύχεται κανείς πιο πολύ την επιτυχία.»*
Λένιν. Κάτω από ξένη σημαία
Εν καιρώ πολέμου, σύσσωμο το σύστημα επιδιώκει τη στράτευση και τη μεγαλύτερη πολιτική ευθυγράμμιση των λαών και των εργαζομένων. Είναι πρόβλημα για τις αστικές τάξεις που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συντάσσονται με τις επιλογές των κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, να υπάρχουν φωνές αντίστασης και αντίδρασης στην πολιτική τους. Κλονίζει τις πολιτικές τους επιλογές η αποστοίχιση από το κυρίαρχο αφήγημα και δυσκολεύει την προώθηση των μέτρων και των επιλογών του κεφαλαίου, ιμπεριαλιστικού ή και εξαρτημένου, η πλατιά λαϊκή και εργατική πάλη ενάντια στους άδικους πολέμους. Ειδικότερα στα ιμπεριαλιστικά κράτη, οι λαϊκές αντιστάσεις καταστέλλονται βάναυσα και προσπαθούν να χτυπηθούν εν τη γενέσει τους.
Προφανώς δεν αναφερόμαστε μόνο στις εικόνες που περιφέρονται στα δυτικόφιλα κατευθυνόμενα μέσα με τις αντιπολεμικές διαδηλώσεις και τις συλλήψεις στη Ρωσία. Είμαστε σίγουροι ότι οποιαδήποτε απόπειρα λαϊκής εναντίωσης απέναντι στο ΝΑΤΟ και τη συμμετοχή των ΗΠΑ στον πόλεμο στην Ουκρανία σήμερα θα έχει την ίδια μοίρα, όπως την ίδια μοίρα είχαν και οι διαδηλώσεις ενάντια στους πολέμους που διεξήγαγαν οι ΗΠΑ σε Ιράκ, Αφγανιστάν, Συρία κ.λπ.
Είναι σημαντικό, λοιπόν, να γίνεται κατανοητό γιατί σήμερα το ζήτημα της Ειρήνης πρέπει να γίνεται παλλαϊκό αίτημα διεκδίκησης από την ταξική του σκοπιά και όχι να μένει σε γενική αναφορά. Αλλά και η αντίθεση στον ιμπεριαλισμό και τις αστικές τάξεις που εξυπηρετούν τα συμφέροντά του πρέπει να ξεκαθαρίζεται στο λαϊκό κίνημα. Υπό αυτή την έννοια, η πάλη ενάντια στον πόλεμο πρέπει να δυναμώνει την εργατική τάξη και τους λαούς όλου του κόσμου, να τους βοηθά να ξεκαθαρίζουν την πλευρά στην οποία πρέπει να στέκονται, να αναδεικνύει τον αντίπαλο και να παλεύει έμπρακτα για να ηττηθεί. Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να υπάρξει αντιπολεμικό κίνημα σήμερα το οποίο θα δημιουργεί όρους σύγκρουσης με το κεφάλαιο και τον ιμπεριαλισμό, αν δεν ξεφύγει από τη μικροαστική διεκδίκηση της Ειρήνης και αν δεν την θέσει στην ταξική της διάσταση. Τη διάσταση που δεν έχει αυταπάτες ότι οι αστικές τάξεις επιδιώκουν την Ειρήνη, που αποκαλύπτει ότι οι αστοί και τα συγκρουόμενα συμφέροντά τους ακόμα και σε καιρούς που ονομάζουν ειρηνικούς διεξάγουν ανελέητη ταξική επίθεση στον λαό και τους εργάτες και όταν τα συμφέροντά τους και οι σφαίρες επιρροής τους δεν κερδίζονται με φαινομενικά ειρηνικά μέσα, χρησιμοποιούν και τα όπλα. Τη διάσταση που αποκαλύπτει ότι ειρήνη χωρίς την εργατική τάξη στο τιμόνι και το ξεθεμελίωμα της αστικής κυριαρχίας δεν μπορεί να υπάρξει. Έτσι, λοιπόν, είναι κενή σήμερα η πάλη ενάντια στον άδικο πόλεμο που διεξάγεται στην Ουκρανία -η οποία έχει γίνει πεδίο ανταγωνισμών των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων- αν δεν ξεδιπλωθεί μέσα από το κίνημα η κατεύθυνση εναντίωσης στον Ιμπεριαλισμό, Αμερικάνικο ή Ρωσικό, αν δεν συνδεθεί με το κίνημα της μη εμπλοκής της χώρας στους πολεμικούς σχεδιασμούς. Ας φανταστούμε τη χώρα να κλονιζόταν από αντιπολεμικές διαδηλώσεις, από συγκεντρώσεις έξω από την Ρωσική και την Αμερικανική πρεσβεία, έξω από τις βάσεις. Αυτή η κατάσταση θα δυσκόλευε έμπρακτα την εξαρτημένη αστική τάξη να στηρίξει τις επιλογές του ΝΑΤΟ και την τροφοδότησή του με πολεμικό υλικό.
Δεύτερο και σημαντικότερο, δεν μπορεί σήμερα να υπάρξει αντιπολεμικό κίνημα που να θέλει να νικήσει τον πόλεμο και τον ιμπεριαλισμό, αν δεν βάλει μπροστά τα αιτήματα της εργατικής τάξης και του λαού που οξύνουν την αντίθεση που έχουν με τους αστούς. Είναι, λοιπόν, αναγκαίο σήμερα και με βάση τις εξελίξεις που δημιουργούνται από την εισβολή στην Ουκρανία, να ξεδιπλωθούν τα αιτήματα των εργαζομένων για αυξήσεις στους μισθούς, μείωση των τιμών στα προϊόντα, δουλειά με δικαιώματα, να ξεδιπλωθεί η αποκάλυψη της πολιτικής που ενώ μοιράζει απλόχερα φτώχεια για τους πολλούς, δίνει εκατομμύρια για πολεμικές δαπάνες.
Έχουμε ως οργάνωση λοιδορηθεί αρκετές φορές για την αντιιμπεριαλιστική μας κατεύθυνση στο κίνημα, για την «εμμονή» μας να αναδεικνύουμε αυτή την πλευρά των πραγμάτων, αλλά και να έχουμε σταθερά στο «στόχαστρό» μας τον Ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ και την αστική τάξη της χώρας που είναι βαθιά εξαρτημένη από αυτόν. Έτσι, και με αυτή την «εμμονή» κατά άλλους, αλλά πολιτικό κριτήριο και αδίστακτη πραγματικότητα για μας, έχουμε καταφέρει έως και σήμερα να μην πέφτουμε σε τοποθετήσεις που μόνο ντροπή μπορεί να αποτελούν για ένα αριστερό δυναμικό και να προκαλούν σύγχυση στον λαό και την εργατική τάξη. Αναφερόμαστε σε δυνάμεις του εξωκοινοβουλίου, που στην αδυναμία τους να κατανοήσουν στο ελάχιστο τη σημερινή συγκυρία, δυστυχώς επιβεβαιώνουν με κάθε τρόπο ότι η ηγεμονία της αστικής τάξης και η ήττα του κομμουνιστικού κινήματος έχει βάθος το οποίο δεν θα προσπεραστεί εύκολα.
Αυτές οι δυνάμεις έχουν διαλέξει πλευρά, αυτή του ρωσικού ιμπεριαλισμού και προσπαθούν να την πλασάρουν σαν την πλευρά των λαών και λαϊκή κομμουνιστική υπόθεση. Έτσι, λοιπόν, ακούμε αυτό τον καιρό ότι χρειάζεται να παλεύουμε για την «ήττα του Ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού, γιατί θα είναι νίκη για τους λαούς», ότι «η Ρωσία είναι αμυνόμενη και άρα πρέπει να παλέψουμε μόνο ενάντια στις ΗΠΑ», ότι «οι κυρώσεις στη Ρωσία είναι άδικες» και αυτό πρέπει να καταδεικνύεται σήμερα, ότι «αυτό που τίθεται είναι η αυτονομία του Ντονμπάς και των ρωσόφωνων περιοχών της Ουκρανίας», ότι όποιος σήμερα βάζει στο στόχαστρο τη Ρωσία ανήκει στη «ΝΑΤΟϊκή αριστερά» και «δεν μπορούμε να κρατάμε ίσες αποστάσεις από τους δυο ιμπεριαλισμούς». Γι’ αυτό μάλλον και έσπευσαν και οι συγκεκριμένοι που αναπαράγουν αυτές τις αντιλήψεις να διαλέξουν πλευρά με τη Ρωσία. Αυτοί οι φιλοπόλεμοι επί της ουσίας και φιλοϊμπεριαλιστικοί προβληματισμοί μάς δημιουργούν ερωτήματα. Πρώτα και κύρια σε επίπεδο ανάλυσης, απορούμε πραγματικά αν όλες αυτές οι δυνάμεις που σκέφτονται αυτά τα ευφάνταστα θυμούνται τη στάση τους στις αντιιμπεριαλιστικές συγκεντρώσεις των τελευταίων ετών, που δεν ήθελαν να πλησιάσουν ούτε απ' έξω από την Αμερικάνικη πρεσβεία. Διερωτόμαστε έντονα αν η «μοναξιά» μας στην εκτίμηση ότι ο ρωσικός ιμπεριαλισμός ήταν στρατηγικός αντίπαλος των ΗΠΑ και δεν θαμπωνόμασταν από την (πραγματική) οικονομική ανάπτυξη της Κίνας γινόταν από κάποιους σκόπιμα, γιατί έβλεπαν στη Ρωσία εν δυνάμει συμμάχους (όπως αποπειράθηκε να δει και ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν βγήκε κυβέρνηση πρώτη φόρα με τα ταξίδια του Λαφαζάνη στη Μόσχα). Ούτε βέβαια συμπάσχουμε με το αίτημα της αυτοδιάθεσης του Ντονμπάς. Όχι γιατί γενικά δεν στηρίζουμε την αυτοδιάθεση και το «δικαίωμα της απόσχισης» (όπως υποστήριζαν οι μπολσεβίκοι), αλλά γιατί δεν τίθεται αυτό σήμερα. Δεν τίθεται, δηλαδή, από τους λαούς της περιοχής, αλλά τίθεται κάτω από τις σημαίες της ρωσικής αστικής τάξης, που μόνο αυτοδιάθεση δεν θέλει, αλλά επιδιώκει βαθιά εξάρτηση και υποτέλεια, όπως άλλωστε όλοι οι ιμπεριαλιστές.
Ο πόλεμος αυτός στη φύση του είναι άδικος, είναι πόλεμος που προκύπτει από τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, τροφοδοτήθηκε από το βάλτωμα των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή και μπλέκει τους λαούς στον θάνατο και το μακέλεμα για ξένα συμφέροντα. Δεν είναι ιμπεριαλιστικός πόλεμος, όπως επιμένει να λέει το ΚΚΕ, για να αναπαράγει το τροτσκιστικό σχήμα των ιμπεριαλισμών που συγκρούονται και να μην πει κουβέντα για την εξάρτηση. Σε αυτή τη βάση, πρέπει να καταγγέλλεται και να αποκαλύπτεται, γιατί αλλιώς ελλοχεύει ο κίνδυνος το λαϊκό κίνημα και η εργατική τάξη να μην κινούνται ανεξάρτητα και για τα δικά τους συμφέροντα, αλλά κάτω από ξένες σημαίες υπέρ των αδίκων πολέμων.