Για ακόμη μια φορά, μετά τη μαζικοποίηση των απεργιακών κινητοποιήσεων στις 9 Νοέμβρη και της πορείας του Πολυτεχνείου, η νεολαία κι ο κόσμος της δουλειάς κατέβηκαν κατά χιλιάδες στους δρόμους για την επέτειο της δολοφονίας του Γρηγορόπουλου. Για ακόμη μια φορά καταγράφηκε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο η τεράστια οργή και αγανάκτηση που έχει συσσωρευτεί στο λαό και τους εργαζόμενους, αλλά και η διάθεσή τους ν’ αγωνιστούν απέναντι στη βάρβαρη πολιτική που διαμορφώνει ολοένα και πιο δυσβάσταχτους όρους. Ν’ αντισταθούν στην πολιτική που γεννά τον πόλεμο, τη φτώχεια και την τρομοκρατία και τους στερεί κάθε προοπτική.
Και πώς να μην ξεχειλίζουν οργή οι εργαζόμενοι, απέναντι σ’ αυτή την κατάμαυρη πραγματικότητα, στην οποία μάλιστα, τους καλούν να «προσαρμοστούν»; Ο δύσκολος χειμώνας που τους έχουν τάξει εδώ και καιρό τα κυβερνητικά επιτελεία, δείχνει όλο και περισσότερο τα δόντια του. Εν’ όψει Χριστουγέννων η κυβερνητική κοροϊδία περισσεύει, προσπαθώντας να ξεγελάσει την ανέχεια και τη μάχη με την επιβίωση που δίνουν τα λαϊκά νοικοκυριά, ανακοινώνοντας το «καλάθι του Αη-Βασίλη»… Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται και διαμορφώνει όλο και πιο επικίνδυνες εξελίξεις, ενώ η απάντηση όλων των κυβερνήσεων απέναντι στις αγωνιστικές διαθέσεις που εκφράζονται απ’ τους λαούς είναι η ένταση της καταστολής και το χτύπημα της δυνατότητάς τους να οργανώνουν την πάλη τους. Χαρακτηριστικό το μένος με το οποίο επιτίθεται η κυβέρνηση της Βρετανίας απέναντι στις απεργιακές κινητοποιήσεις που έχουν φουντώσει, αλλά κι η απειλή χρήσης του στρατού ως απεργοσπαστικού μηχανισμού. Δεν είναι «προνόμιο» μόνο της ελληνικής κυβέρνησης η πολιτική του χτυπήματος της απεργίας και των συνδικαλιστικών διώξεων!
Και στη χώρα μας, εξελίσσεται με αμείωτο ρυθμό η πολιτική που διώκει εργαζόμενους για τη συνδικαλιστική τους δράση. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα των απολύσεων των δύο εργατών στο πράσινο του Δήμου Αθηναίων επειδή πρωτοστάτησαν στη συμμετοχή στην απεργία της 9ης Νοέμβρη και υπάρχουν πολλά περισσότερα, ακόμα κι αν δεν αναδεικνύονται κινηματικά. Τα απάνθρωπα ωράρια, οι τραγικοί όροι δουλειάς, οι μισθοί που δεν φτάνουν ούτε για τις βασικές ανάγκες, η εργοδοτική τρομοκρατία κι η απειλή της απόλυσης και της ανεργίας, συνθέτουν το ασφυκτικό πλαίσιο που βιώνουν οι εργαζόμενοι στους χώρους δουλειάς. Ένα πλαίσιο που μεγεθύνει την οργή, βγάζοντάς τους ξανά και ξανά στο δρόμο.
Το πρόβλημα είναι πως η μαζική έκφραση αυτής της οργής κινδυνεύει να μείνει στα αζήτητα. Η συνέχιση των απεργιακών κινητοποιήσεων, παρά τη μαζικότητα στη γενική απεργία, δεν βρίσκεται στους σχεδιασμούς των συνδικαλιστικών ηγεσιών και των κυρίαρχων δυνάμεων, ανεξάρτητα απ’ τα μεγάλα τους λόγια πριν την απεργία. Φαίνεται πως πόνταραν στο κλίμα απογοήτευσης και ηττοπάθειας που καλλιεργούν εδώ και χρόνια στους εργαζόμενους, οι οποίοι όμως τους εξέπληξαν δυσάρεστα, εκφράζοντας μαζικά την αγωνιστική τους διάθεση! Η μόνη κατεύθυνση που θα συνεχίσουν να υπηρετούν οι δυνάμεις αυτές, είναι η προσπάθεια να λειτουργήσουν πυροσβεστικά και να εκτονώσουν αυτές τις διαθέσεις.
Αυτό έχει δείξει ο τρόπος που κινούνται σε μια σειρά κλάδους, στους οποίους ενώ οι συνθήκες χειροτερεύουν, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες δεν παίρνουν καμία απολύτως πρωτοβουλία ή εξαγγέλλουν κινητοποιήσεις τις οποίες υπονομεύουν σε τέτοιο βαθμό που δεν εμφανίζονται καν σ’ αυτές. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της απεργίας για την υπεράσπιση της Κυριακάτικης αργίας που προκηρύχθηκε για τους εμποροϋπαλλήλους στις 27/11 απ’ την ΟΙΥΕ, η οποία (όπως και πλήθος σωματείων του κλάδου) έλειπε απ’ την απεργιακή συγκέντρωση στο κέντρο της Αθήνας.
Παρόμοια η στάση των ομοσπονδιών και στα νοσοκομεία, που οδήγησε σε συγκεντρώσεις πολύ κατώτερες των απαιτήσεων ενάντια στο νομοσχέδιο Γκάγκα, χωρίς διαδήλωση ούτε καν τη μέρα ψήφισης του νομοσχεδίου. Ακόμα πιο διαλυτικός είναι ο τρόπος με τον οποίο επιδρούν οι ηγεσίες στους υπόλοιπους μαζικούς χώρους δουλειάς. Χώρους που σ’ αυτή την περίοδο θα έπρεπε να πρωτοστατούν στην πάλη για αυξήσεις στους μισθούς αλλά, αντίθετα, το αίτημα αυτό έχει μείνει στον αέρα. Δεν υπάρχει κανένας απολύτως σχεδιασμός για το πώς θα διεκδικήσουν οι εργαζόμενοι αυξήσεις και το μόνο που καλλιεργείται είναι μια θολή αναμονή για προεκλογικές παροχές.
Ούτε από τη μεριά του ΠΑΜΕ όμως, που τάχα έχει πρόθεση να συνεχίσει και να κλιμακώσει τον αγώνα, υπάρχει κάποια κίνηση που να κινείται σε τέτοια κατεύθυνση. Εκτός κι αν, για τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ, αποτελεί κλιμάκωση το σαββατιάτικο συλλαλητήριο που έχουν ανακοινώσει για τις 17 Δεκέμβρη, με αφορμή το νέο προϋπολογισμό- σφαγείο. Όχι και τόσο σφαγείο όμως, ώστε να θέσει ζήτημα απεργίας στα τόσα δευτεροβάθμια όργανα που ελέγχει. Πιθανά θεωρεί πως βγήκε απ’ την υποχρέωση με την επιστολή που έστειλε στην ηγεσία της ΓΣΕΕ, προτρέποντάς τη να δώσει αγωνιστική συνέχεια στις κινητοποιήσεις και πλέον, αφού δεν εισακούστηκε, μπορεί ν’ αποδώσει εκεί τις ευθύνες. Την ώρα που ο προϋπολογισμός είναι έτοιμος να ψηφιστεί συνθλίβοντας κι άλλο τις λαϊκές ανάγκες κι ενώ ο κόσμος έχει δείξει τη διάθεσή του ν’ αγωνιστεί, οι δυνάμεις αυτές, με τη στάση τους, προσπαθούν να τον εγκλωβίσουν στην υποταγή και στις κοινοβουλευτικές «λύσεις» που τους επιβάλλει η εκλογολαγνεία τους.
Δεν έχουν κανένα λόγο οι εργαζόμενοι κι η εργατική τάξη να προσαρμόσουν τις αγωνιστικές διαθέσεις τους στους σχεδιασμούς της μίας ή της άλλης πολιτικής δύναμης. Δεν έχουν κανένα συμφέρον απ’ την αναμονή για τις κάλπες που θ’ αναδείξουν τον επόμενο διαχειριστή της εκμετάλλευσης και της δυστυχίας τους. Είναι οι ίδιοι που πρέπει να πάρουν την κατάσταση στα δικά τους χέρια, να μετατρέψουν την οργή τους σε οργανωμένη κίνηση και σε μαζικό αγώνα ενάντια στην πολιτική της βαρβαρότητας. Πρέπει να μπουν στα σωματεία τους, να τα κάνουν δικά τους εργαλεία και να πάρουν αγωνιστικές αποφάσεις. Σ’ αυτή την κατεύθυνση, οι αγωνιστικές δυνάμεις που αναφέρονται στο εργατικό κίνημα θα πρέπει να πάρουν πρωτοβουλίες που να διευκολύνουν και να ενθαρρύνουν την κίνηση αυτή των εργαζομένων.