Μεγάλη συζήτηση άνοιξε η –θετική για τη διενέργεια πλειστηριασμών από τα funds και τους servicers– απόφαση του Άρειου Πάγου. Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (ακόμη και φιλικά στην κυβέρνηση), ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, δικηγόροι εξειδικευμένοι στην υπεράσπιση των οφειλετών, εκφράζουν το ξάφνιασμά τους έως και την κάθετη αντίθεσή τους σε αυτήν την απόφαση.
Μια απόφαση, όμως, που δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική, μιας και στηρίζεται στο νομοθετικό πλαίσιο που έχουν δημιουργήσει ως τώρα όλες οι κυβερνήσεις. Περιλαμβανομένης, φυσικά, και αυτής των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, όπως και της τωρινής, της ΝΔ.
Στην όλη συζήτηση αυτό που κυριαρχεί είναι η γελοία αντιπαράθεση μεταξύ της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ για τα πεπραγμένα τους, με την πρώτη να κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ ότι σε δικό του νόμο στηρίχθηκε η απόφαση και τον δεύτερο να απαντά (ψευδώς) ότι, ναι μεν αυτός νομοθέτησε, αλλά ότι επί των ημερών του δεν έγιναν πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας. Όταν στριμώχνεται, απαντά ότι νομοθέτησε έτσι γιατί δεχόταν πιέσεις από τους δανειστές και ότι δεν έγιναν από τις τράπεζες πλειστηριασμοί για πρώτες κατοικίες, αλλά για άλλες περιπτώσεις! Η δε ΝΔ, στην κριτική που της ασκείται γιατί δεν ακύρωσε τους νόμους του ΣΥΡΙΖΑ και γιατί τους εφαρμόζει, απαντά και αυτή με τη σειρά της ότι δεν μπορεί να το κάνει αυτό (όπως και για άλλες περιπτώσεις) γιατί κυνηγά τη λεγόμενη «επενδυτική βαθμίδα». Και οι δύο μαζί παραδέχονται, τελικά, ότι άλλοι βάζουν τα όρια της πολιτικής τους, αποδεχόμενοι την εξάρτησή τους και εκπαιδεύοντας το λαό στην υποταγή.
Τι απουσιάζει από την όλη συζήτηση; Όλα όσα έγιναν τα τελευταία 10-15 χρόνια. Γιατί το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στις δύο τελευταίες κυβερνήσεις, όπως βολικά προσπαθούν να το παρουσιάσουν τα ΜΜΕ και το πολιτικό σύστημα. Ξεκινά απ’ όταν ξεκίνησε η επίθεση στα λαϊκά εργατικά εισοδήματα με τη δικαιολογία της κρίσης (τους) και την ύπαρξη του χρέους (τους).
Από τότε που μειώθηκαν μισθοί και συντάξεις, που μειώθηκαν τα εισοδήματα των εργαζόμενων, παράλληλα με την κατάργηση των δικαιωμάτων στη παιδεία, στην υγεία και σε κάθε άλλη κατάκτηση. Τότε βρέθηκαν χιλιάδες λαϊκές οικογένειες να μην μπορούν να πληρώνουν τις δόσεις των δανείων που πήραν για να αγοράσουν ένα σπίτι. Βέβαια, το σύστημα δεν ήταν ακόμη έτοιμο να περάσει στις κατασχέσεις και στους πλειστηριασμούς, δηλαδή, στο βίαιο πέρασμα της λαϊκής ακίνητης περιουσίας στα χέρια λίγων εκμεταλλευτών, οι οποίοι δεν είναι απαραίτητα μόνο οι τράπεζες. Καραδοκούν κι άλλοι!
Κυρίως, δεν ήταν έτοιμο πολιτικά. Μετρούσε-φοβόταν τις αντιδράσεις που μπορεί να προκαλέσει μια τέτοια κίνησή του. Πολύ περισσότερο όταν ο λαός ήταν ακόμη στα κάγκελα, αντιδρούσε και αντιστεκόταν στην επίθεση. Χρειαζόταν χρόνος, λοιπόν, και αυτόν το χρόνο τον κέρδισε με τις διάφορες νομοθετικές ρυθμίσεις περί δήθεν προστασίας της πρώτης κατοικίας και δημιουργώντας (με τη βοήθεια του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και άλλων δυνάμεων της Αριστεράς και του κινήματος) προσδοκίες-αυταπάτες ότι η λύση θα βρεθεί μέσω νομοθετικών ρυθμίσεων και ότι τελικά δεν θα χαθούν τα σπίτια του κόσμου. Οι ρυθμίσεις προστασίας σταδιακά λειαίνονταν, γίνονταν όλο και λιγότερο προστατευτικές και έδιναν όλο και περισσότερο έδαφος στις τράπεζες, στα funds και στους servicers να προχωρούν, ετοιμάζοντας –και αυτοί με τη σειρά τους– το έδαφος για την τελική επίθεση. Οι νόμοι που μείωσαν τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια προστασίας και που επιτρέπουν σε όλους αυτούς να προχωρούν σε πλειστηριασμούς, η καθιέρωση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών αλλά και του ιδιώνυμου αδικήματος απέναντι σε όσους εμποδίζουν τους πλειστηριασμούς, είναι του ΣΥΡΙΖΑ και μικρή σημασία έχει τελικά αν επί των ημερών του γίναν πλειστηριασμοί ή όχι. Η ουσία είναι ότι έδωσε το πράσινο φως και έστρωσε το έδαφος στη σημερινή κυβέρνηση και τους νόμους περί πτώχευσης και δήθεν «εξωδικαστικών ρυθμίσεων», οι οποίοι βαφτίζουν ως «δεύτερη ευκαιρία» την αρπαγή όχι μόνο της «πρώτης κατοικίας», αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου των οφειλετών,!
Έχει δημιουργηθεί ένα τέτοιο σύστημα που ακόμη και μεγαλοδικηγόροι που ασχολούνται με το ζήτημα από τη σκοπιά του οφειλέτη, έχουν φτάσει πλέον σε αδιέξοδο και παρακαλούν μήπως και βρεθεί κάποια κυβερνητική λύση. Πέρα από το ότι αυτοί που αγόρασαν τα δάνεια από τις τράπεζες (funds, κατά κανόνα θυγατρικά των τραπεζών), αλλά και αυτοί που τα διαχειρίζονται για λογαριασμό των funds (οι λεγόμενοι servicers), είναι ακριβοθώρητοι. Τίποτα δεν γίνεται στα γραφεία τους, ενώ ακόμη και αν έρθει η ώρα να μπουν οι υπογραφές, αυτό γίνεται στα τραπεζικά καταστήματα και οι συμβάσεις ανταλλάσσονται (αν ανταλλαγούν, βέβαια) μέσω αυτών ή μέσω ταχυδρομείου. Οι δε προτάσεις που κάνουν είναι τέτοιες που δεν υπάρχει περίπτωση να μπορέσουν να τηρηθούν από τη πλευρά των οφειλετών, μιας και δεν υπολογίζουν την εισοδηματική τους κατάσταση, αλλά την περιουσιακή. Πολλές φορές, μάλιστα, ακόμη κι αν γίνει εφικτό να υπάρξει συμφωνία ρύθμισης, κωλυσιεργούν, αλλάζουν τις προτάσεις ή κάνουν πίσω χωρίς καμιά προειδοποίηση. Αν κάποιος έχει πάνω από ένα δάνειο στο όνομά του (είτε αυτό αφορά στεγαστικό είτε κάτι άλλο), μπορεί να βρεθεί σε μια κατάσταση που θα πρέπει να μιλάει με πάνω από έναν αγοραστή ή διαχειριστή των δανείων του. Παρόμοια κι αν υπάρχουν δύο δικαιούχοι ή εγγυητές δανείων. Με άλλους ο ένας, με άλλους ο άλλος! Το αποτέλεσμα είναι να μην υπάρχει δυνατότητα συνολικής ρύθμισης των οφειλών εξωδικαστικά!
Αυτό που έλυσε ο Άρειος Πάγος με την απόφασή του είναι μια αντίφαση που προέκυψε από το νόμο του 2003 (κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ), ο οποίος καθιέρωνε τους αγοραστές και διαχειριστές των δανείων αλλά τους απαγόρευε να προχωρούν σε κατασχέσεις και πλειστηριασμούς, και το νόμο του 2015 (κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ) που τους το επέτρεπε. Μια αντίφαση που τη χρησιμοποιούσαν οι δικηγόροι στα δικαστήρια μπας και εμποδίσουν τους πλειστηριασμούς και εξαναγκαστούν τα «κοράκια» σε ρυθμίσεις. Και αυτό το τελευταίο όπλο, όπως το χαρακτήριζαν, πλέον δεν υπάρχει, οπότε οι οφειλέτες είναι απόλυτα έρμαιοι στις διαθέσεις των κατόχων και των διαχειριστών των δανείων. Αυτή η απόφαση του Αρείου Πάγου –ήδη ακόμη και από την επόμενη μέρα– οδήγησε τους τελευταίους να ακυρώσουν πολλές συμφωνίες ρυθμίσεων που ήταν έτοιμες να υπογραφούν! Κι ας μην έχει ακόμη δοθεί στη δημοσιότητα επίσημα! Οι δε δικηγόροι σηκώνουν πλέον τα χέρια ψηλά! Ακόμη και οι ελάχιστες θετικές δικαστικές αποφάσεις θα εκμηδενιστούν!
Τι μπορούν να κάνουν οι οφειλέτες; Τίποτα με τον νόμο! Τίποτα με τα δικαστήρια! Ο αριθμός 700.000 (επίσημα δεν υπάρχει τίποτα, αυτά τα νούμερα βγαίνουν κατά καιρούς στα πλαίσια της αντιπαράθεσης των αστικών κομμάτων και κυμαίνονται από τις 600.000 έως τις 800.000) δεν αφορά ανθρώπους. Αυτό το νούμερο αφορά δάνεια, που πίσω τους όμως μπορεί να κρύβονται ζευγάρια, εγγυητές κ.λπ. αυξάνοντας κατά πολύ τον αριθμό των ανθρώπων που βρίσκονται μπλεγμένοι σε αυτήν την κατάσταση, χωρίς να υπολογίζουμε τις οικογένειες! Δεν αφορά μόνο τα συγκεκριμένα σπίτια που έχουν αγοραστεί με δάνεια, μιας και, αν ο πλειστηριασμός δεν ικανοποιήσει τις απαιτήσεις (που είναι και πολύ πιθανό), τότε θα πρέπει να εκπλειστηριασθεί και κάθε άλλο περιουσιακό στοιχείο. Άλλωστε, το ενδεχόμενο της «ρευστοποίησης» κάθε άλλου περιουσιακού στοιχείου προβλεπόταν σε όλους τους νόμους περί «προστασίας» της «κύριας κατοικίας». Συμπεριλαμβανόμενων και των καλύτερων εκδοχών του νόμου Κατσέλη. Αναγκαστικά! Πόσο μάλλον τώρα!
Ο μόνος τρόπος για να υπερασπιστεί ο λαός τα δικαιώματά του και τις κατακτήσεις του επιμέναμε ότι είναι ο αγώνας. Η συγκρότησή του στα όργανα πάλης του. Η αντίσταση, η διεκδίκηση και η ανατροπή των πολιτικών που του καταστρέφουν τη ζωή. Και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε. Μόνο που υπάρχει ένα μεγάλο εμπόδιο.
Όλα τα προηγούμενα χρόνια, αυτό που επικράτησε στο κίνημα ως προς τον κίνδυνο απώλειας της λαϊκής στέγης είναι η κατεύθυνση των δικαστηρίων. Μια κατεύθυνση που –ακόμη και όπου υπήρξαν σχετικά μαζικές κινήσεις– τελικά απογοήτευε ανθρώπους και τους οδηγούσε στην επιστροφή στην ατομική «λύση» και την παράδοση. Άλλωστε, αυτή είναι η ουσία αυτής της κατεύθυνσης. Εκεί οδηγεί αναγκαστικά. Όπως εκεί οδήγησε και η λογική του «δεν πληρώνω» όσους την πίστεψαν, με αποτέλεσμα να έρθουν αντιμέτωποι με χρέη, χωρίς όμως καμιά συλλογική στήριξη! Ουσιαστικά, αυτό που επικράτησε ήταν η αποδοχή ότι όλος αυτός ο κόσμος χρωστάει και ότι πρέπει να βρει τρόπο να ξεχρεώσει. Στην πραγματικότητα, έλειπε από το σκεπτικό πολλών κινηματικών ότι η στέγαση είναι δικαίωμα, που θα οδηγούσε σε άλλες λογικές ως προς τη λαϊκή συγκρότηση και σε άλλα αιτήματα, που θα απαιτούσαν από το κράτος να εξασφαλίζει στέγη στον εργαζόμενο λαό. Όπως τότε (όχι και πολύ πίσω στο χρόνο) που το εργατικό και λαϊκό κίνημα ήταν ισχυρό (αλλά ακόμη και τότε που έφθινε μεν, αλλά διατηρούσε τη δυναμική των προηγούμενων χρόνων) και το κράτος αναγκαζόταν (όχι από καλοσύνη ή γιατί τότε δήθεν μπορούσε) να έχει έναν ΟΕΚ που έχτιζε και παρέδιδε σπίτια σε εργαζόμενους ή στήριζε ουσιαστικά την απόκτησή τους. Όχι καθολικά μεν, αλλά ούτε και σε λίγους τελικά.
Οι κινήσεις αποτροπής πλειστηριασμών (παλαιότερα μιας και τώρα είναι αδύνατο λόγω της διενέργειάς τους ηλεκτρονικά) ή εξώσεων από τα σπίτια είναι χρήσιμες μεν, αλλά δεν σώζονται έτσι τα σπίτια. Απλά αναβάλλουν το πρόβλημα. Φυσικά, δεν αποτελούν λύση ούτε οι… τιμωρητικές-σωφρονιστικές επιδρομές του Ρουβίκωνα και άλλων προς συμβολαιογράφους, τράπεζες, funds κ.λπ., αλλά ούτε και οι αλλεπάλληλες προτάσεις του ΚΚΕ στη Βουλή που δήθεν αποκαλύπτουν στο λαό τους εχθρούς του (λες και ο λαός δεν ξέρει) και που συντηρούν τις αυταπάτες περί νομοθετικών λύσεων.
Οπότε τι μένει; Μένει αυτό που αναφέρουμε πιο πάνω. Η κατεύθυνση του μαζικού λαϊκού αγώνα για την κατάργηση των νόμων που ληστεύουν τη λαϊκή περιουσία. Για να μην βγει κανένα λαϊκό σπίτι στο σφυρί, να μη βρεθεί καμιά λαϊκή οικογένεια ξεσπιτωμένη. Και παράλληλα, του αγώνα για αυξήσεις στους μισθούς και στις συντάξεις. Για να γίνει συνείδηση και πράξη το σύνθημα ο «ο λαός σώζει το λαό» και όχι ανάθεση σε επίδοξους «σωτήρες».