Το λαϊκό ξέσπασμα των τελευταίων εβδομάδων δεν ήταν κάτι το απρόσμενο. Το «περίμεναν» καιρό τώρα το σύστημα και οι διαχειριστές του. Οι «επενδύσεις» στους κατασταλτικούς μηχανισμούς που γνωρίζουν νέες δόξες είναι τρανή απόδειξη. «Προειδοποιούσε» γι’ αυτό η, έστω και αποσπασματική, κίνηση κομματιών του λαού καιρό τώρα. Το «μαρτυρούσε» η κλιμάκωση της επίθεσης από το καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα παντού στον κόσμο, η στρατιωτικοποίηση των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Το «εξειδίκευε» σε όλη την κοινωνική σφαίρα η σωρεία νόμων, ρυθμίσεων, επιβολών και καταναγκασμών. Το «αποδείκνυε» η ένταση της εκμετάλλευσης και καταπίεσης λαού και νεολαίας. «Μάρτυρας» γι’ αυτό είναι η συσσωρευμένη δυσφορία και ασφυξία ευρύτατων μαζών και ιδιαίτερα της νεολαίας. Τρέχουν όλοι οι παράγοντες του συστήματος να μαζέψουν την οργή από τους δρόμους. Θα τα καταφέρουν;
Η τραγική αφορμή του εγκλήματος των Τεμπών ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Το σοκ ήταν τέτοιο που άλλαξε άρδην το κοινωνικό και πολιτικό σκηνικό. Και όχι μόνο στην επιφάνεια. Οι υπόγειες διαδρομές στη συγκρότηση των συνειδήσεων ήρθαν ορμητικά στο προσκήνιο. Εκατοντάδες χιλιάδες λαού βρέθηκαν στους δρόμους όλες αυτές τις τρεις εβδομάδες. Η απεργία και οι συγκλονιστικές απεργιακές συγκεντρώσεις στις 8 του Μάρτη, με απούσα την ξεπουλημένη ηγεσία της ΓΣΕΕ, έδωσε ελπίδα αντίστασης και διεκδίκησης πλατιά στον λαό. Θύμισε τις μεγαλειώδεις σε συμμετοχή και διάρκεια αντιμνημονιακές κινητοποιήσεις του 2010-2012. Η νεολαία «υπενθύμισε» ότι το 2008 δεν είναι και τόσο μακριά. Είχε αναλογίες με τη μεγάλη απεργία ενάντια στην αντιασφαλιστική επιδρομή του 2001. Ανάγκασε τις συνδικαλιστικές ηγεσίες σε νέα πανεργατική απεργία μια βδομάδα μετά. Η σύμπτωση της ανάτασης του κινήματος στη χώρα μας με σπουδαίους, σκληρούς και παρατεταμένους αγώνες στην Ευρώπη και σε μια σειρά περιοχές του κόσμου δεν πρέπει να θεωρείται τυχαία. Αποτελεί προανάκρουσμα της νέας εποχής που κυοφορείται.
Το ακαριαίο βγάλσιμο στον δρόμο χιλιάδων κόσμου, μέσα σε λιγότερο από 24 ώρες έδωσε το έναυσμα. Τα απογευματινά συλλαλητήρια συντήρησαν το κλίμα. Οι μαζικές διαδηλώσεις επί δύο συνεχόμενες Κυριακές σμίξανε με αγώνες που ήταν σε εξέλιξη. Τη δίμηνη πάλη των σπουδαστών κι εργαζόμενων στις παραστατικές τέχνες. Των εκπαιδευτικών που, κόντρα στη συμβιβασμένη και υποταγμένη ηγεσία τους, συνεχίζουν να θέλουν την ανατροπή της αξιολόγησης. Των υγειονομικών που «αποσυμπιέζονται» από μια ανάλογη ηγεσία σε τακτά διαστήματα, για να μην «σκάσει» η μαζεμένη αγανάκτηση από την περίοδο της καραντίνας αλλά και των επί πολλά έτη απάνθρωπων εργασιακών σχέσεων και της έλλειψης προσωπικού. Από κοντά η φοιτητική και μαθητική νεολαία, οι νέοι εργαζόμενοι, οι άνεργοι νέοι και νέες, η νέα «ακατάταχτη» και εν πολλοίς απρόβλεπτη γενιά που έδωσε τον τόνο σε όλη τη χώρα. Μαζί με μια παλιά προοδευτική πολιτικοποίηση και τις οργανώσεις της ποικιλώνυμης Αριστεράς, που στήριξαν τις κινητοποιήσεις. Οι περισσότερες τις στήριξαν, δυστυχώς, από ανάγκη κι όχι από επιλογή, μιας και επέδειξαν έντονα σημάδια «αρρυθμίας», με βάση τον σχεδόν μονομερή προσανατολισμό τους εδώ και μήνες στην εκλογική μάχη. Αναγκάστηκαν κι αυτές με τη σειρά τους σε αναπροσαρμογές στην τακτική, ακόμη και σε κωλοτούμπες.
Οι γραμμές μπορεί να μετακινήθηκαν πρόσκαιρα, ωστόσο οι ιδεολογικές εμμονές και τα πολιτικά προτάγματα παραμένουν αταλάντευτα. Βασικό τους χαρακτηριστικό αποτελεί η ταξική σκοπιά με βάση την οποία κατατίθενται και προωθούνται. Από μεριάς του συστήματος, είναι «αδιαπραγμάτευτη» η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, της μείωσης του κόστους, της αυξημένης κερδοφορίας για τους ιμπεριαλιστές-ληστές της ΕΕ και το ντόπιο μεταπρατικό κεφάλαιο. Κυριαρχεί η επίρριψη των ευθυνών αποκλειστικά στους εργαζόμενους και η σύνδεση του γεγονότος με την αναδιαμόρφωση του αστικού κράτους σε όλο και πιο αντιλαϊκή κατεύθυνση. Το άγχος για μια «άλλη διαχείριση» και «πρόταση»-παραλλαγή στο ίδιο θέμα από την σοσιαλδημοκρατία και τον ρεφορμισμό. Από πλευράς των μεταρρυθμιστικών, συμπληρωματικών προς τον εξαρτημένο καπιταλισμό της χώρας μας, απόψεων στον «αναπροσανατολισμό» του κράτους, τα μοντέλα λειτουργίας δίνουν και παίρνουν, αποτελώντας επί της ουσίας -συνειδητά ή ασυνείδητα- προτάσεις προς το σύστημα. Θα μπορούσαν να θεωρηθούν και ως προτάσεις διαφυγής από την όξυνση της αντιπαράθεσης των από πάνω με τους από κάτω.
Μέσα από αυτήν την παρατεταμένη κίνηση μαζών, ανιχνεύονται οι δρόμοι που προβάλλουν ως ανάγκη ζωής πλέον για τον λαό. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εξαγγελία του νέου κατώτατου μισθού από την κυβέρνηση, που «περνά» σαν να μην έγινε ποτέ και περίπου ως άνευ αξίας, από εκεί που σχεδίαζαν να στήσουν μια «υπερπαραγωγή». Ποιος θυμάται, επίσης, τις περιβόητες «αυξήσεις» στις συντάξεις, τα καλάθια και τα pass που έχουν περάσει στα αζήτητα; Τώρα τρέχουν να κάνουν δημοσκοπήσεις σε καθημερινή βάση. Ο… «κανένας» σε όλες κυριαρχεί. Η προοπτική «ρευστοποίησης» του πολιτικού σκηνικού ξαναπροβάλλει. Μαζί μ’ αυτήν επανέρχεται η ιμπεριαλιστική και αστική ανησυχία. Όσα περισσότερα αντιλαϊκά μέτρα περάσουν, πριν την προκήρυξη των εκλογών και το κλείσιμο της βουλής, λοιπόν. Όπως αυτό για το ξεπούλημα του νερού και την ιδιωτικοποίηση της διαχείρισής του, που θα μπορούσε να αποτελέσει τη συνέχεια των μαζικών κινητοποιήσεων. Όμως η σκόπιμα καθυστερημένη απεργία των εργαζομένων της ΕΥΔΑΠ και των ΔΕΥΑ της χώρας δεν συνοδεύτηκε από πρωινή απεργιακή συγκέντρωση στο κέντρο της Αθήνας που θα έδινε τον τόνο, αλλά από ένα ορφανό απογευματινό συλλαλητήριο, με ολοφάνερη γραμμή κοινοβουλευτικών αυταπατών από τους διοργανωτές.
Το πολιτικό συμπέρασμα ότι το σύστημα είναι αδίστακτο και δημιουργεί την κάθε στιγμή τους όρους για τα νέα του μαζικά εγκλήματα, χρειάζεται να «δέσει» με τη διαπίστωση για τη «γονιδιακή» εγκληματική του φύση. Ο τρόπος που αναπαράγεται είναι εγκληματικός, τόσο σε περίοδο πολέμου όσο και «ειρήνης». Ζει κυριολεκτικά από το αίμα των λαών. Η συνειδητοποίηση αυτής της αλήθειας μπορεί να αποδεσμεύσει τον κόσμο της δουλειάς και του μόχθου από την επιρροή του. Να κάνει πιο κραυγαλέα και κατανοητή τόσο τη μεταχείριση που του επιφυλάσσει όσο και την ανυπαρξία «φιλολαϊκής» διεξόδου από μεριάς του. Δεν είναι κάτι εύκολο, αφού όλοι οι μηχανισμοί προπαγάνδας κι επιβολής δουλεύουν στο φουλ. Βάση κι εποικοδόμημα στοιχίζονται στα σύγχρονα συμφέροντα του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού. Οι αντιθέσεις, όμως, οξύνονται. Το ίδιο και οι αντιφάσεις, που γεννούν ανισορροπίες, ικανές να δώσουν ακόμη μεγαλύτερη διάρκεια και να πυροδοτήσουν νέα ξεσπάσματα.
Παλεύουμε για να παραμείνει ο λαός στους δρόμους του αγώνα. Να απορρίψει τους ψεύτικους δρόμους που του πλασάρονται. Να αντιληφθεί το μέγεθος της δύναμής του, να γίνει πιο συνειδητός και πιο «ταγμένος» στην πάλη και την προοπτική της. Όσο κι αν παραμένουν εμπόδιο λαθεμένες θεωρήσεις και αιτήματα, η συμβολή κάθε αγωνιστή περνά μέσα από τη συνολικοποίηση των ζητημάτων που έχουν τεθεί. Αυτή είναι η πιο ουσιαστική πολιτικοποίηση. Εκεί πρέπει να εστιάσουμε.