Στην τακτική γενική συνέλευση του ΣΕΒ (Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών) μίλησε ο Στέφανος Κασσελάκης για να παρουσιάσει το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κινηθεί όσον αφορά τη σχέση του με την ντόπια ολιγαρχία.
Το γεγονός ότι συστήθηκε στους παρευρισκόμενους ως «αριστερός επιχειρηματίας» δεν είχε να κάνει με το ότι ήθελε να εμφανιστεί ως νέος… Φρίντριχ Ενγκελς, αλλά για να καταλάβουν ότι είχε απόλυτη κατανόηση στις ανάγκες τού ντόπιου κεφαλαίου από «πρώτο χέρι». Και φρόντισε να το κάνει ξεκάθαρο όσο καλύτερα μπορούσε με τα παρακάτω: «Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ περνάει στο επόμενο στάδιο της ιστορικής του πορείας. Εκείνο μίας σύγχρονης Αριστεράς, που δεν δαιμονοποιεί τη λέξη “κεφάλαιο” αλλά το βλέπει ως ένα χρήσιμο εργαλείο για ευημερία».
Εδώ πρέπει να πούμε ότι, εκτός από τη δήλωση νομιμοφροσύνης του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στο ντόπιο εκμεταλλευτικό σύστημα, την οποία θεώρησε απαραίτητο να κάνει, δεν προσθέτει κάτι εξαιρετικά καινούριο σε σχέση με την «ιστορική πορεία» αυτού του χώρου. Που γεννήθηκε ακριβώς στο έδαφος του «ιστορικού συμβιβασμού», τη δεκαετία του 1960, στο πολιτικό επίπεδο, για να μετατραπεί, στην Ευρώπη και όχι μόνο, στο ρεύμα που στο όνομα της «Αριστεράς» οδηγήθηκε στην ταξική συνεργασία και υποταγή στο κεφάλαιο και από εκεί στην οργανική σύνδεσή του με τις δυνάμεις τού καπιταλιστικού συστήματος τόσο στις ιμπεριαλιστικές όσο και στις εξαρτημένες χώρες.
Και είναι, αλήθεια, να απορεί κανείς με τις αντιδράσεις τής λεγόμενης εσωκομματικής αντιπολίτευσης εντός του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την ομιλία Κασσελάκη, καθώς, όπως λένε, θίγει την αριστερή φυσιογνωμία του. Προφανώς δεν έθιξαν τη φυσιογνωμία του η ψήφιση όλων των βάρβαρων αντεργατικών – αντιλαϊκών μέτρων του τρίτου μνημονίου, ούτε οι δεσμεύσεις τους για τον κατώτατο μισθό με απόφαση υπουργού Εργασίας, η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και το κτύπημα του δικαιώματος της απεργίας με την ψήφιση του 50%+1 στα σωματεία.
Αλλά γιατί να μην πάμε περίπου έναν χρόνο πριν, στις 15 Ιούνη 2022, όταν ο Αλ. Τσίπρας στην τακτική γενική συνέλευση του ΣΕΒ, κλείνοντας τη συζήτηση με τον πρόεδρό του, Δ. Παπαλεξόπουλο, λέει: «Σε κάθε περίπτωση, όμως, για να γυρίσω στο αρχικό σας θέμα, είναι θετικό το ότι υπάρχει θετική ανταπόκριση της κοινής γνώμης και συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας θετική απέναντι στην επιχειρηματικότητα. Νομίζω ότι αυτός είναι ο σημαντικός και αναντικατάστατος ρόλος του κράτους: να θέσει τα πλαίσια, να θέσει τους κανόνες, να έχει τους ρυθμιστικούς μηχανισμούς εκείνους ώστε να παραμείνει η επιχειρηματικότητα υγιής και παραγωγική προς όφελος του συνόλου της κοινωνίας και της οικονομίας μας». Για να του απαντήσει ο πρόεδρος του ΣΕΒ: «Αυτό νομίζω ότι είναι ένα πολύ ωραίο τελείωμα. Κύριε Πρόεδρε, ευχαριστούμε».
Ο Κασσελάκης και η νέα ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ πράγματι περνάνε στο «επόμενο στάδιο της ιστορικής του πορείας» με ξεκάθαρες δεσμεύσεις απέναντι στην ντόπια ολιγαρχία και συνολικά στις δυνάμεις του κεφαλαίου, ντόπιου και ξένου. Σε ένα στάδιο όπου το κεφάλαιο βαφτίζεται «χρήσιμο εργαλείο» για την ευημερία. Με τον τρόπο αυτό καταργούνται, από μεριάς της ηγεσίας ΣΥΡΙΖΑ, οι ταξικές ανταγωνιστικές αντιθέσεις ως ο βασικός παράγοντας της ταξικής πάλης και στη θέση τους μπαίνει η «κοινή λογική». Γιατί, καθώς λέει ο Κασσελάκης στη συνέλευση του ΣΕΒ: «Να γνωρίζετε ότι από μένα δεν θα ακούσετε ούτε ωραία λόγια ούτε αβάσιμη κριτική. Θα ακούτε προτάσεις κοινής λογικής. Όραμά μας μία Ελλάδα παραγωγός και όχι καταναλωτής».
Και ποιες ήταν αυτές οι προτάσεις «κοινής λογικής» που πρότεινε ο Κασσελάκης να αποδεχτεί ο ΣΕΒ; Η συμμετοχή των εργαζόμενων στο μετοχικό κεφάλαιο των επιχειρήσεων, να επανέλθει ο «βάσιμος λόγος απόλυσης» από την εργασία, να μην εργάζεται κάποιος 10 ώρες χωρίς υπερωριακή αμοιβή, να καταργηθούν τα «μπλοκάκια» και να μετατραπούν σε συμβάσεις αορίστου χρόνου. Με όλα τα παραπάνω να επιδιώκουν ένα στόχο για «ένα βιώσιμο κοινωνικό συμβόλαιο και μία εύρωστη κοινωνία με διάχυση της ανάπτυξης». Στις προτάσεις «κοινής λογικής» του Κασσελάκη δεν χωράνε ούτε καν αναφορές για το δικαίωμα στην απεργία και στη συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζόμενων που χτυπιούνται αμείλικτα με το αντεργατικό νομικό πλαίσιο των κυβερνήσεων της ΝΔ (νόμοι Χατζηδάκη και Γεωργιάδη).
Και όχι τυχαία. Οι στυλοβάτες του καπιταλιστικού συστήματος δεν μπορούν να υπερασπίζονται μορφές πάλης και οργάνωσης των εργαζόμενων που ξεφεύγουν από την «κοινή λογική». Αλλά το πολύ πολύ να διαμορφώνουν προτάσεις που φιλοδοξούν να φέρουν στην Ελλάδα μορφές «λαϊκού καπιταλισμού» με τη συμμετοχή των εργαζόμενων στο μετοχικό κεφάλαιο των επιχειρήσεων ή να εξαλείψουν κάποιες από τις πιο «ακραίες» μορφές εκμετάλλευσης (αδικαιολόγητες απολύσεις, μπλοκάκια, υπερωρίες). Και μέχρι εκεί.
Βέβαια το γενικό πλαίσιο που έθεσε ο Κασσελάκης στη γενική συνέλευση του ΣΕΒ περί «Ελλάδας παραγωγού και όχι καταναλωτή» καθώς και τα περί «βιώσιμου κοινωνικού συμβολαίου» και «διάχυσης της ανάπτυξης» είναι χιλιοειπωμένες κουβέντες που μπορεί να εκφράζουν κάποια τμήματα της ντόπιας ολιγαρχίας, αλλά είναι πολύ μακριά τόσο από την πραγματικότητα όσο και από τα ταξικά συμφέροντα των βασικών μερίδων της. Μία πραγματικότητα που καθορίζεται από τον εξαρτημένο χαρακτήρα τού ντόπιου καπιταλιστικού συστήματος που φέρνει την αποβιομηχάνιση, την καταστροφή του αγροτικού τομέα, τη γιγάντωση των ελλειμμάτων του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, την εκτίναξη του χρέους. Μέσα από αυτόν το χαρακτήρα βγάζει τα κέρδη της η ντόπια ολιγαρχία, λειτουργώντας μεταπρατικά προς το ξένο κεφάλαιο.
Παρ’ όλα αυτά, αυτό που έχει σήμερα αξία για τις δυνάμεις του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού είναι οι δεσμεύσεις τού «αριστερού επιχειρηματία» που θα αποτελέσουν άλλο ένα ιδεολογικό και πολιτικό όπλο στα χέρια τους για να ενισχύσουν την άγρια επίθεσή τους προς τον εργαζόμενο λαό και τη νεολαία.