Το οικονομικό αφήγημα της κυβέρνησης μιλά για ρυθμούς ανάπτυξης διπλάσιους του μέσου όρου της ΕΕ, για μείωση του δημόσιου χρέους της χώρας (ως ποσοστό του ΑΕΠ), για αύξηση των εξαγωγών, για πρωτογενή πλεονάσματα, για εκτίναξη των ξένων επενδύσεων κ.α. Ένα αφήγημα που παρουσιάζει μια ειδυλλιακή εικόνα για την ελληνική οικονομία, μια εικόνα, όμως, ξένη για την πλειοψηφία των λαϊκών νοικοκυριών.
Την στιγμή που η κυβέρνηση επαίρεται για τις επιτυχίες της στην οικονομία και ο Economist μιλά για την «καλύτερη οικονομία του κόσμου» (κατατάσσοντας την Ελλάδα πρώτη μεταξύ 35 χωρών με κριτήριο τον πληθωρισμό, το ΑΕΠ, τις θέσεις εργασίας και την πορεία του χρηματιστήριου), τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2023 αναφέρουν ότι πάνω από το 26% του πληθυσμού της χώρας ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας. Περίπου 1 στους 4 ζουν με ετήσιο εισόδημα κάτω από 6.030 € (ή 12.663 € για τετραμελείς οικογένειες) σύμφωνα με το όριο φτώχειας που έχει θέσει η ΕΛΣΤΑΤ. 6 στους 10 μισθωτούς αμείβονται με λιγότερο από 1.000 ευρώ μεικτά το μήνα. Για το 60% των νοικοκυριών το μηνιάτικο φτάνει για 18-20 μέρες!
Οι «επιτυχίες» της κυβέρνησης πατάνε στη μείωση του πραγματικού εισοδήματος, στη βύθιση του βιοτικού επίπεδου, στην παραπέρα φτωχοποίηση και παραπέρα εξαθλίωση της εργαζόμενης κοινωνικής πλειοψηφίας. Όλα αυτά τα χρόνια, κυρίως από το 2009 και μετά, έχουμε διαρκή μείωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Αυτό που καταλαβαίνουν στο πορτοφόλι τους χιλιάδες λαϊκές οικογένειες το φανερώνουν και τα επίσημα στοιχεία τους: Σύμφωνα με έκθεση του ΟΟΣΑ, το 2022 ο μέσος ονομαστικός μεικτός μισθός στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 1,5%, αλλά ο μέσος πραγματικός μισθός μειώθηκε κατά 7,4% λόγω του πληθωρισμού. Σύμφωνα με τα στοιχεία της EUROSTAT για το 2023, στην ΕΕ των 27 κρατών-μελών η Ελλάδα έφτασε να είναι η δεύτερη φτωχότερη χώρα μετά τη Βουλγαρία, ενώ μεταξύ των 20 κρατών-μελών της ευρωζώνης κατατάσσεται ως η φτωχότερη χώρα.
Και ενώ από τη μια η φτώχεια και η ακρίβεια γονατίζουν τα λαϊκά νοικοκυριά, από την άλλη έχουμε δυσβάσταχτη φορομπηξία με διαρκή αύξηση των φορολογικών εσόδων του προϋπολογισμού και απανωτές από μήνα σε μήνα «υπερβάσεις» των φορολογικών στόχων: Για το 2023, τα έσοδα από φόρους ξεπέρασαν τα 61,6 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 653 εκατ. ευρώ ή 1,1% έναντι του στόχου. Φορολογικά έσοδα των οποίων πάνω από το 90% πληρώνεται από τα φτωχά λαϊκά στρώματα, κυρίως μέσω της έμμεσης φορολογίας. Και από την άλλη, προκλητικές φοροαπαλλαγές και φοροελαφρύνσεις για το μεγάλο ξένο και ντόπιο κεφάλαιο, που χρόνο με τον χρόνο βλέπουν τα κέρδη τους να εκτινάσσονται: Πάνω από 1,6 δισ. ευρώ κέρδη στο 2022 για τους 5 μεγαλύτερους ενεργειακούς ομίλους. Κέρδη-ρεκόρ όλων των εποχών είχαν το 2022 οι εισηγμένες στο χρηματιστήριο Αθηνών επιχειρήσεις και ακόμα μεγαλύτερα κέρδη για το 2023 ανακοίνωσαν οι 13 μεγαλύτερες από αυτές (από 7.562,45 εκατ. ευρώ κέρδη το 2022, στα 7.692,78 εκατ. ευρώ το 2023).
Μείωση του πραγματικού εισοδήματος, χειροτέρευση του βιοτικού επίπεδου, ανασφάλεια, εργασιακή εκμετάλλευση και ξεζούμισμα της εργατικής τάξης είναι οι δείκτες που επιτρέπουν σε κυβέρνηση, ΣΕΒ και Στουρνάρα να μιλούν για «επιτυχίες» της οικονομικής πολιτικής. «Επιτυχίες» που στηρίζονται σε πήλινα πόδια. «Επιτυχίες» που ο λαός πρέπει να αντιπαλέψει, γιατί η πάλη για την ανατροπή αυτής της αντιλαϊκής-αντεργατικής πολιτικής αποτελεί όρο ζωής για κάθε λαϊκό νοικοκυριό, για κάθε εργαζόμενο.