Το μέγεθος της αποχής στις Ευρωεκλογές της 9ης του Ιούνη ήταν τέτοιο που υποχρέωσε όλες τις πολιτικές δυνάμεις να επιχειρήσουν τον σχολιασμό του και την αξιολόγησή του. Όπως επισημαίνεται, είναι η πρώτη φορά στα χρονικά που οι απέχοντες είναι η πλειοψηφία (58,6%) των εγγεγραμμένων. Αλλά καλύτερα να θυμίσουμε τους απόλυτους αριθμούς της συμμετοχής: Ευρωεκλογές Μάιος 2019: 5.920.355, Βουλευτικές Ιούνιος 2023: 5.273.699, Ευρωεκλογές Ιούνιος 2024: 4.062.092. Είναι σαφές ότι ανεξάρτητα από το «πόσο ακριβείς» είναι οι εκλογικοί κατάλογοι, η μείωση των ψήφων κατά 1,85 εκατομμύρια από τον Μάη του 2019 και κατά 1,2 εκατομμύρια από τον Ιούνιο του 2023 (που και τότε καταγράφηκε ρεκόρ αποχής με 46,2%) αποτελούν μεγέθη που δεν μπορούν να αγνοηθούν, αλλά ούτε και να προσπεραστούν με «ερμηνείες» για «απολίτικους» και «αδιάφορους» που δεν συμμετέχουν στην εκλογική διαδικασία.
Η αποχή είναι μεγάλη συνολικά στις χώρες της ΕΕ, αλλά με σημαντικές έως μεγάλες αποκλίσεις στα μεγέθη της. Για παράδειγμα, στους ιμπεριαλιστικούς πυλώνες της η συμμετοχή είναι σχετικά μεγάλη. Στη Γερμανία 64,77%, στη Γαλλία 51,5%, ενώ ταυτόχρονα και στις δύο αυτές χώρες έχουν εκδηλωθεί έντονα στοιχεία πολιτικής αστάθειας και μεγάλης αποδυνάμωσης βασικών πολιτικών δυνάμεων. Από την άλλη, η συμμετοχή σε χώρες των Βαλκανίων και της περιφέρειας της ΕΕ είναι πολύ χαμηλή: Κροατία 21,34%, Βουλγαρία 31,8%, Σλοβακία 34,38%, με την Κύπρο (συμμετοχή 58,86%) να αποτελεί μια από τις σημαντικές εξαιρέσεις αυτής της εικόνας.
Συνεπώς, θεωρούμε ότι ενώ η αποχή από τις Ευρωεκλογές είναι γενική τάση που ενισχύθηκε μετά το 2019 και εκφράζει την αποδοκιμασία των λαών των 27 χωρών απέναντι σε αυτό το ιμπεριαλιστικό οικοδόμημα και τον ρόλο που είχε στις συγκεκριμένες συνθήκες της περιόδου αυτής (Covid, Ουκρανία, Παλαιστίνη) ταυτόχρονα παίζουν σημαντικό ρόλο τα γεωπολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά δεδομένα της κάθε χώρας. Η θέση της στην ΕΕ, οι διχασμοί (αν υπάρχουν) των κυρίαρχων δυνάμεων σχετικά με την εξελισσόμενη και οξεία αντίθεση Δύσης-Ρωσίας, οι ειδικότεροι αλλά μεγάλοι εκβιασμοί για την ίδια την «ύπαρξη» του κράτους αυτού (όπως στην περίπτωση της Κύπρου) είναι παράγοντες με μεγάλο έως και καθοριστικό ρόλο και στο ζήτημα της εκδήλωσης της αποχής.
Στη χώρα μας, λοιπόν, υπάρχουν αδιαμφισβήτητα δεδομένα που μπορούν να βοηθήσουν σε μια ουσιαστική ερμηνεία και προσέγγιση της αποχής από τις ευρωκάλπες. Πρώτο και βασικό, η άρχουσα τάξη είναι απολύτως συντεταγμένη υπέρ της συμμετοχής της χώρας στην ΕΕ και με όλες τις δυνάμεις της καταγγέλλει κάθε στιγμή ακόμα και τα ίχνη αμφισβήτησης αυτής της θέσης.
Όλες οι βασικές αστικές πολιτικές δυνάμεις, τα μεγαλύτερα και μικρότερα ακροδεξιά και φασίζοντα κόμματα και μορφώματα, αλλά και η πολύ μεγάλη πλειοψηφία των δυνάμεων που αναφέρονται στην Αριστερά συμμετείχαν στις ευρωεκλογές της 9ης/6, υπερασπίζοντας την «ανάγκη» της συμμετοχής της χώρας στην ΕΕ. Όλες αυτές οι πολιτικές δυνάμεις, με το βάρος, τον ρόλο και τα χαρακτηριστικά που η κάθε μία έχει, ζητούσαν από τον λαό να στηρίξει και να εγκρίνει τη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ. Οι «στόχοι», οι «επιδιώξεις», οι «κριτικές» που έθετε κάθε μια από αυτές τις δυνάμεις σε σχέση με την ενίσχυση που η κάθε μια διεκδικούσε στην ευρωκάλπη, είχαν ως αδιαπραγμάτευτη βάση τους το ότι η Ελλάδα είναι στην ΕΕ και θα παραμείνει σε αυτήν. Η εξαίρεση στο ζήτημα αυτό των τριών εξωκοινοβουλευτικών δυνάμεων της Αριστεράς (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Μ-Λ ΚΚΕ, ΟΚΔΕ) που τοποθετούνταν ενάντια στην ΕΕ και με διαφορετικούς τρόπους υπέρ της εξόδου της χώρας από αυτήν, δεν λειτουργούσε καθόλου πειστικά και μόνο ως αντίφαση μπορούσε να εισπραχθεί. Όσον αφορά το ΚΚΕ, αφενός «ψάρευε» στην αντι-ΕΕ δυσαρέσκεια με όρους… Βαρουφάκη, αλλά κυρίως με συστημικό λόγο και με ισχυρές δόσεις εθνικισμού, ανταγωνίζονταν εκλογικά τις ακροδεξιές δυνάμεις.
Απέναντι σε αυτό το περίπου ομόφωνο και «πολύμορφο» κάλεσμα υπήρξε η τεράστια αποχή της 9ης/6 και αυτό το πολιτικό δεδομένο δεν μπορεί να παρακαμφθεί! Δεν μπορεί δηλαδή -και δεν πρέπει- να παρακαμφθεί ότι η «μεγάλη ιδέα» της άρχουσας τάξης πως το μέλλον της χώρας είναι αναπόσπαστα δεμένο με την ΕΕ το λιγότερο δεν συγκινεί, δεν εμπνέει, δεν πείθει πολύ μεγάλα κομμάτια του λαού και της νεολαίας! Ακόμα περισσότερο, στα εργατικά και λαϊκά στρώματα υπάρχει μπόλικη οργή και αποστροφή για όσα η ένταξη στην ΕΕ έφερε και φόρτωσε τη χώρα και τη ζωή της κοινωνικής πλειοψηφίας, για όσα «είναι» και «κάνει» η ΕΕ και τα ιμπεριαλιστικά αφεντικά της διεθνώς όλα αυτά τα χρόνια. Εξάλλου, αυτή η αντί-ΕΕ θέση και στάση μεγάλων λαϊκών τμημάτων έχει καταγραφεί σε μια σειρά «έρευνες γνώμης» όλα τα προηγούμενα χρόνια και στη χώρα μας και συνολικά στις χώρες της ΕΕ. Αλλά και οι πρόσφατες εξελίξεις σε όλα τα ζητήματα, από τα Τέμπη ως την Πύλο και από τον πνιγμό της Θεσσαλίας και την καταστροφή της Εύβοιας και του Έβρου μέχρι την ψήφιση των ιδιωτικών ΑΕΙ και τη γιγάντωση της φτώχειας, της εξαθλίωσης και της κοινωνικής βαρβαρότητας, χρεώνονται -και σωστά- στις πολιτικές και το πλαίσιο που η ΕΕ επιβάλλει.
Θεωρούμε, συνεπώς, ότι πολύ μεγάλο μερτικό στην τεράστια αποχή έχει η αντι-ΕΕ στάση και θέση μεγάλων τμημάτων λαού και νεολαίας. Οι αναλύσεις που θέλουν να βλέπουν την αποχή ως αποτέλεσμα μόνο της εσωτερικής πολιτικής κατάστασης θα λέγαμε ότι αδικούν τον εαυτό τους! Προφανώς ισχύει ότι το αστικό πολιτικό σύστημα είναι «ξεβρακωμένο» και αναξιόπιστο σε πλατιά στρώματα λαού και νεολαίας. Είναι εκτεταμένη η οργή και η αποστροφή των μαζών απέναντι στα κόμματα του συστήματος, τόσο στα «παραδοσιακά» όσο και στις έκτακτες κατασκευές που δημιουργούνται. Αλλά πώς μπορεί να αποκοπεί αυτή η οργή και η αποστροφή από το γεγονός πως θεμελιακό στοιχείο της πολιτικής όλων αυτών των δυνάμεων είναι ο ευρωμονόδρομος και οι «λύσεις» που μέσα σε αυτόν θα βρει η χώρα και ο λαός;
Δεν είναι, όμως, μόνο έμμεσα αντι-ΕΕ στάση η στάση της αποχής. Η απαξίωση της ευρωκάλπης είναι και άμεση. Γιατί ο λαός αντιλαμβάνεται πια με βάση την πείρα του και ότι το «ευρωκοινοβούλιο» είναι παρωδία κοινοβουλίου, αλλά και ότι γενικά η ΕΕ δεν υπάρχει για να δώσει λύσεις στα εργατικά-λαϊκά ζητήματα, αλλά αντίθετα τα επιδεινώνει. Αυτός είναι και ένας βασικός λόγος που παρά την πλατιά οργή και αποστροφή, παρά την απόρριψη των κυρίαρχων δυνάμεων και των συμπληρωμάτων τους από εκατομμύρια εργαζομένων και νέων, τα αριστερά ψηφοδέλτια που -με τον όποιο τρόπο- τοποθετήθηκαν ενάντια στην ΕΕ όχι μόνο δεν εισέπραξαν μέρος αυτής της οργής, αλλά αντίθετα είχαν σημαντική μείωση σε σχέση με τις προηγούμενες ευρωεκλογές. Την αντίφαση της συμμετοχής στις ευρωεκλογές Αριστερών δυνάμεων ενώ παρουσιάζονται με αντι-ΕΕ θέσεις και υπέρ της εξόδου της χώρας από την ιμπεριαλιστική λυκοσυμμαχία, θεωρούμε ότι χρέωσε και ένα σημαντικό κομμάτι αριστερού κόσμου.
Η αποχή -όπως λέγαμε και προεκλογικά- δεν συνιστά από μόνη της γραμμή πάλης. Οι εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι και νέοι που από αντι-ΕΕ θέση και θέσεις εναντίωσης στις δυνάμεις του συστήματος επέλεξαν την αποχή, δεν έχουν στρατευτεί με έναν μόνιμο και σταθερό τρόπο στην πάλη ενάντια στην εξάρτηση, την καπιταλιστική επίθεση, τον πόλεμο και τον ιμπεριαλισμό. Όμως, το ότι όλοι αυτοί αρνήθηκαν να υποκύψουν στους επίμονους εκβιασμούς του συστήματος και δεν αποδέχθηκαν σε εκλογικό επίπεδο την κυρίαρχη θέση πως «δεν υπάρχει ζωή έξω από την ΕΕ», αποτελεί αναμφίβολα έδαφος για να αναπτυχθεί η πάλη που απαιτείται! Η αμηχανία που επικρατεί στις μετεκλογικές ανακοινώσεις δυνάμεων της Αριστεράς, η προσπάθεια να μην αναγνωριστεί, να παρακαμφθεί, αυτή η βασική και προφανής αλήθεια, δείχνει επιμονή σε δρόμους αδιέξοδους. Ιδιαίτερα στις σημερινές άγριες και απαιτητικές συνθήκες, η σχέση των δυνάμεων που αναφέρονται στο κίνημα και στην Αριστερά με τους εργαζόμενους και τη νεολαία δεν συγκροτείται γενικά στις κάλπες και πολύ περισσότερο στις ευρωκάλπες! Συγκροτείται στους αγώνες, στις πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη των μετώπων πάλης που χρειάζονται τα εργατικά-λαϊκά δικαιώματα και η προοπτική των μαζών.