Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών ανέδειξε το πρόβλημα της απουσίας ενός αξιόπιστου δεύτερου πυλώνα της αστικής εξουσίας στην Ελλάδα, δίπλα στον παραδοσιακό της ΝΔ.
Οι αριθμοί δίνουν ανάγλυφα την εικόνα: Το 1 εκατομμύριο ψήφοι που έχασε η ΝΔ από τις περσινές βουλευτικές εκλογές δεν κατάφερε να το καρπωθεί ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτε το ΠΑΣΟΚ. Μετά βίας το άθροισμα των δύο φτάνει τα κουτσουρεμένα ποσοστά της ΝΔ, η οποία είχε ένα από τα χειρότερα εκλογικά αποτελέσματα της ιστορίας της.
Ήδη από τo βράδι των εκλογών έγινε φανερό ότι θα υπήρχαν εξελίξεις στον χώρο της κεντροαριστεράς. Μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές έχουμε, στον ΣΥΡΙΖΑ, την πρόταση Τεμπονέρα-Κοτσακά για δημιουργία συντονιστικού των δυνάμεων του ευρύτερου προοδευτικού χώρου, την απομάκρυνση Γ. Τσίπρα και Θεοχαρόπουλου, μετά την πρότασή του για εσωτερικό δημοψήφισμα και την οργισμένη αντίδραση Ραγκούση, την πρόταση Παππά για κοινή εκλογική κάθοδο με το ΠΑΣΟΚ και την πρόταση Κασσελάκη για κοινοβουλευτική συνεργασία με ΠΑΣΟΚ και Πλεύση Ελευθερίας. Ενώ στο ΠΑΣΟΚ, τις πρώτες βολές κατά του Ανδρουλάκη από τον Γερουλάνο, την παρέμβαση Δούκα, που πρότεινε προσφυγή στη βάση του κόμματος, θέτοντας, ουσιαστικά, θέμα ηγεσίας και τη μετάθεση της απόφασης για εκλογή αρχηγού στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής στο τέλος του μήνα.
Παράλληλα υπήρξε και η παρέμβαση Τσίπρα για την ανάγκη συμπόρευσης των προοδευτικών δυνάμεων στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Κυκλοφορούν σενάρια που τον θέλουν να βρίσκεται σε επαφή με τον Γ. Παπανδρέου με στόχο τη συμπόρευση ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ, αλλά με τον Δούκα αντί του Ανδρουλάκη και χωρίς τον Κασσελάκη! Πάντως ο Κασσελάκης δήλωσε πως σε μια ενδεχόμενη σύμπραξη των δυνάμεων της κεντροαριστεράς, θα ήταν υποψήφιος ηγέτης, ακόμη και απέναντι στον Τσίπρα.
Όλες αυτές οι αναζητήσεις και ανακατατάξεις προσπαθούν στην πραγματικότητα να απαντήσουν στο απλό, αλλά δύσκολο, ερώτημα γιατί οι δυνάμεις της κεντροαριστεράς δεν μπορούν να πείσουν τους ψηφοφόρους για τη δυνατότητά τους να αποτελέσουν εναλλακτική πρόταση στη ΝΔ του Μητσοτάκη. Και πολύ περισσότερο όλο τον λαό, το 60% του οποίου επέλεξε να μην ψηφίσει καν στις 9 Ιούνη.
Το αν θα προκριθεί σε αυτή τη φάση μια σύγκλιση ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ (ή και άλλων), σε ποιο βάθος, με ποιον τρόπο και από ποιες ηγεσίες μένει να το δούμε. Το βέβαιο είναι πως η κεντροαριστερά ούτε μπορεί ούτε και θέλει να προωθήσει μια διαφορετική -στην ουσία της- πολιτική από αυτή της ΝΔ. Ο Μητσοτάκης, λέγοντας ότι πήρε το μήνυμα της κάλπης, ανακοίνωσε την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων, δηλαδή την επιτάχυνση της υλοποίησης της πολιτικής που επιβάλλουν οι ιμπεριαλιστές των ΗΠΑ και της ΕΕ. Ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ ή οποιοσδήποτε κεντροαριστερός σχηματισμός ενδεχομένως δημιουργηθεί θα κάνουν κάτι διαφορετικό; Θα πάνε κόντρα στις επιταγές των ιμπεριαλιστών; Αν μη τι άλλο, τα κυβερνητικά δείγματα και των δύο ακριβώς το αντίθετο καταδεικνύουν: Ένα μνημόνιο ο καθένας μας φόρτωσαν!
Επιπλέον, στις ευρωεκλογές καταγράφηκε η στροφή του πολιτικού σκηνικού προς τα δεξιά σε όλη την Ευρώπη, ως αποτέλεσμα της κρίσης του συστήματος και των βημάτων προετοιμασίας για μεγαλύτερης κλίμακας πολεμικές αναμετρήσεις. Η στροφή αυτή δεν αφορά μόνο το ζήτημα της ακροδεξιάς, το οποίο δεν πρέπει, βέβαια, να υποτιμηθεί, αλλά και τις αντιλαϊκές-αντεργατικές πολιτικές που ακολουθούν οι αστικές κυβερνήσεις κάθε απόχρωσης σε όλο τον κόσμο και, φυσικά, και στην Ευρώπη «του κοινωνικού κράτους», ένας χαρακτηρισμός που ακούγεται πια σαν ανέκδοτο όταν κυριαρχούν το τσάκισμα των δικαιωμάτων, οι μειώσεις μισθών, η αβάσταχτη ακρίβεια και η κρατική τρομοκρατία και φασιστικοποίηση και όταν ο πόλεμος είναι προ των πυλών.
Σε αυτό το πολιτικό κλίμα πώς σκοπεύει, άραγε, να απαντήσει η κεντροαριστερά στην Ελλάδα; Θα πάρει το μέρος του λαού και θα το αντιμετωπίσει κόντρα στο κεφάλαιο και τον ιμπεριαλισμό; Αν καταφέρει να συγκροτήσει κυβέρνηση, θα καταργήσει τον νόμο Χατζηδάκη, τον νόμο Πιερρακάκη, την απαγόρευση των διαδηλώσεων; Θα κάνει αυξήσεις και θα επαναφέρει τα δώρα σε δημόσιους υπαλλήλους και συνταξιούχους; Ή μήπως τότε δεν θα αντέχει ο προϋπολογισμός;
Οι δυνάμεις της κεντροαριστεράς ήδη συμμετέχουν κι αυτές στη δεξιά στροφή (ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε πολλά ανοίγματα ακόμα και προς την ακροδεξιά πριν τις Ευρωεκλογές, για να απευθυνθεί σε ένα εκλογικό κοινό που ήταν απογοητευμένο από τη ΝΔ). Αυτή θα είναι η στρατηγική τους για να αποσπάσουν ψήφους από τη ΝΔ.
Άλλωστε, εκτός από τους ψηφοφόρους θα πρέπει να πείσουν και τα ντόπια και ξένα κέντρα εξουσίας ότι μπορούν πράγματι να αποτελέσουν αξιόπιστη εναλλακτική κυβερνητική λύση. Γιατί ακριβώς αυτό σημαίνει δεύτερος πυλώνας. Μια δύναμη που θα ακολουθεί την ίδια πολιτική, αλλά θα παρουσιάζεται ως εναλλακτική έτσι ώστε να εγκλωβίζει τη λαϊκή δυσαρέσκεια, να απορροφά την οργή των μαζών για να τις κρατά δέσμιες στις πολιτικές επιλογές του συστήματος απομακρύνοντάς τες από οποιεσδήποτε πολιτικές επιλογές τις φέρνουν σε αντίθεση και σε αναμέτρηση μαζί του.
Το ζητούμενο, επομένως, στις εξελίξεις στον χώρο της κεντροαριστεράς είναι η πιο αποτελεσματική εξυπηρέτηση των συμφερόντων του συστήματος. Τον ίδιο στόχο εξυπηρετεί και η ευρεία κάλυψη που γίνεται από τα ΜΜΕ σε αυτές, τη στιγμή που τα λαϊκά προβλήματα καίνε. Τον ίδιο στόχο εξυπηρετεί και η προσωποποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής στον Μητσοτάκη, η ανάδειξή του ως του κύριου –αν όχι του μόνου!- εχθρού του λαού, αυτού από τον οποίον ο λαός πρέπει να απαλλαγεί και η κεντροαριστερά θα παλέψει για να τον απαλλάξει.
Ενώ την ίδια στιγμή οι δικές τους προτάσεις για την ανακούφιση του λαού και την προοπτική του εξαντλούνται σε αστείες προτάσεις φορολογικής μεταρρύθμισης, σε ανέξοδες υποσχέσεις για καταπολέμηση της ακρίβειας (ένα είδος σύγχρονου «λεφτά υπάρχουν») και βέβαια σε μπόλικη πράσινη ανάπτυξη και καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης.
Στην αναμπουμπούλα της κεντροαριστεράς, ο μόνος λύκος που μπορεί να χαρεί είναι το σύστημα της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης.
Γι’ αυτό και ο λαός δεν έχει κανένα συμφέρον να εναποθέσει έστω και ψίχουλα των ελπίδων του για ένα καλύτερο αύριο σε ξαναζεσταμένες υποσχέσεις που κατέληξαν τόσες φορές στο παρελθόν σε ακόμα πιο αναβαθμισμένη επίθεση στα δικαιώματά του. Δεν έχει κανένα συμφέρον να εμπιστευθεί ούτε στο παραμικρό τη δημαγωγία των δήθεν φιλολαϊκών και προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων που προέρχονται από το σύστημα, είναι μέρος του και το υπηρετούν.
Η πραγματική του ελπίδα είναι η μαζική αντίστασή του στην επίθεση που δέχεται, η διεκδίκηση των δικαιωμάτων του, η αναμέτρησή του με τη βαρβαρότητα για να κερδίσει όλα αυτά που του ανήκουν και κανένας δεν θα του χαρίσει.