Το τελευταίο διάστημα έχει ανοίξει σε μια σειρά σωματεία το ζήτημα των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας. Μπορεί η συζήτηση ν’ ανοίγει μ’ έναν ευκαιριακό τρόπο και με απροθυμία -στην πραγματικότητα- των κυρίαρχων δυνάμεων να συμβάλουν στη διαμόρφωση όρων για διεκδίκηση ΣΣΕ, η πάλη αυτή όμως είναι παραπάνω από αναγκαία για τον κόσμο της δουλειάς. Σε συνθήκες επέλασης του εργασιακού μεσαίωνα, βίαιης φτωχοποίησης και ξεδοντιάσματος βασικών εργασιακών δικαιωμάτων, η πάλη για τη διεκδίκηση-επανακατάκτηση ΣΣΕ με πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς και κατακτήσεις αποκτά ζωτική σημασία. Κάθε δύναμη που θέλει να συμβάλει σ’ αυτή την κατεύθυνση δεν μπορεί να προσπερνά τον βαθιά αρνητικό ταξικό συσχετισμό, ούτε να καλλιεργεί αυταπάτες ξεπεράσματός του με κόλπα και φαϊνές, αλλά έχει χρέος να βάλει πλάτη για την αλλαγή αυτού του συσχετισμού, για να γίνουν όλο και πιο πλατιά κομμάτια εργαζομένων ενεργά υποκείμενα της τόσο αναγκαίας αυτής πάλης.
Η σημασία των ΣΣΕ για την εργατική τάξη και συνολικά τους εργαζόμενους
Οι συλλογικές συμβάσεις αποτελούν κεντρικού χαρακτήρα κατάκτηση του εργατικού κινήματος, αποτέλεσμα σκληρών ταξικών αγώνων που αυτό έδωσε σε μια προηγούμενη περίοδο, διαμορφώνοντας έναν ευνοϊκότερο συσχετισμό απέναντι στις δυνάμεις του κεφαλαίου. Κατοχύρωναν ένα σύνολο εργασιακών δικαιωμάτων για τους εργαζόμενους μιας επιχείρησης ή ενός κλάδου και μέσα απ’ αυτή την πάλη οι εργαζόμενοι συνειδητοποιούσαν τα κοινά τους συμφέροντα και αποκτούσαν ενιαία έκφραση απέναντι στην εργοδοσία.
Γι’ αυτό και η διάλυσή τους αποτελεί στρατηγικού χαρακτήρα στόχο για το κράτος και το κεφάλαιο. Εδώ και αρκετά χρόνια, και ιδιαίτερα με την επέλαση των μνημονίων, το σύστημα κινήθηκε για την ισοπέδωση των ΣΣΕ, ώστε να ρίξει τους μισθούς και να επεκτείνει την ελαστικοποίησητων εργασιακών σχέσεων, με στόχο την πολυδιάσπαση και τον κατακερματισμό των εργαζομένων και της εργατικής τάξης. Μέσα από μια σειρά νομοθετικές διατάξεις, οι επιχειρησιακές συμβάσεις, που προηγούμενα κατοχύρωναν καλύτερους όρους απ’ τις κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές στη βάση του καλύτερου συσχετισμού που μπορούσαν να πετύχουν εργαζόμενοι συγκεντρωμένοι σε μαζικούς χώρους, χρησιμοποιήθηκαν αντίθετα, για να σπάσουν κατακτήσεις καινα καταλήξουν, σταδιακά,στην κυριαρχία ατομικών συμβάσεων χωρίς καμιά αναφορά σε συλλογική. Η ατομική διευθέτηση του χρόνου εργασίας και συνολικά οι διατάξεις των τελευταίων τερατουργημάτων (ν. Χατζηδάκη και Γεωργιάδη) πήγαν παραπέρα αυτή την κατεύθυνση.
Η κατάργηση των ΣΣΕ αποτέλεσε ευθύ χτύπημα στη δυνατότητα της εργατικής τάξης να διαπραγματεύεται και να διεκδικεί συλλογικά απ’ τον ταξικό αντίπαλο. Στόχος για το κεφάλαιο είναι η πλήρης οργανωτική και πολιτική αποσυγκρότηση της εργατικής τάξης και ευρύτερα των εργαζόμενων μαζών. Καθοριστικό ρόλο γι’ αυτή την εξέλιξη έπαιξε (και εξακολουθεί να παίζει) η οπισθοχώρηση του εργατικού κινήματος και η σταδιακή απονέκρωση των σωματείων, μέσα απ’ την κυριαρχία μέσα σ’ αυτά των δυνάμεων της ήττας και της υποταγής.
Η πάλη για ΣΣΕ σήμερα
Οι διεργασίες που γίνονται όλη την τελευταία περίοδο στα σωματεία για διαπραγμάτευση ΣΣΕ πραγματοποιούνται σ’ αυτό ακριβώς το έδαφος, το οποίο γίνεται όλο και πιο απωθητικό για την πλατιά μάζα των εργαζομένων. Οι συζητήσεις γύρω απ’ τις ΣΣΕ στην πραγματικότητα γίνονται με τη βάση των σωματείων απούσα. Η μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων βρίσκεται εκτός σωματείων και όσοι είναι γραμμένοι σ’ αυτά κυρίως αντιλαμβάνονται τον ρόλο τους εκεί σαν παρακολουθητές μιας διαδικασίας στην οποία δεν έχουν λόγο.
Οι ίδιες δυνάμεις που έχουν συμβάλει τα μέγιστα για τη διαμόρφωση αυτής της κατάστασης, έρχονται τώρα να«αναλάβουν» τη διαπραγμάτευση ΣΣΕ. Η διαδικασία αυτή, όμως, γίνεται με εικονικούς όρους. Μετατρέπεται σε αυτοσκοπό η υπογραφή μιας σύμβασης, ανεξαρτήτως περιεχομένου και μακριά απ’ τις πραγματικές ανάγκες. Η λογική αυτή δεν είναι απλά λαθεμένη, αλλά διαμορφώνει ακόμη χειρότερους όρους για το εργατικό κίνημα.
Η διεκδίκηση και επανακατάκτησησυλλογικών συμβάσεων είναι μια πολύ σημαντική και ταυτόχρονα δύσκολη υπόθεση. Απολύτως αναγκαία στη σημερινή περίοδο που το ζήτημα της επιβίωσης τίθεται καθημερινά σε όλο και πιο διευρυμένες εργαζόμενες μάζες, αλλά απαιτητική. Είναι μια μάχη παρατεταμένη και με διάρκεια, που αφορά συνολικά το εργατικό κίνημα και τη δυνατότητά του ν’ ανατρέψει την αποσυγκρότηση, τη διαλυτική κατάσταση στα σωματεία και την ήττα.
Η μάχη αυτή θα έχει απέναντί της το σύνολο του κεφαλαίου και τον εκάστοτε εργοδότη. Θα έχει απέναντι το κράτος και τους μηχανισμούς του, όλο το πλέγμα των αντεργατικών και αντισυνδικαλιστικών νόμων που έχουν ψηφιστεί τα τελευταία χρόνια. Γι’ αυτό και η πάλη αυτή δεν μπορεί να δοθεί ξεκομμένη απ’ την πάλη για κατάργηση αυτών των νόμων και την αντίσταση συνολικά στην αντεργατική επίθεση. Ο αγώνας για ΣΣΕ έχει ταξικό πρόσημο και συνδέεται με την προσπάθεια ανασυγκρότησης του εργατικού επαναστατικού κινήματος συνολικότερα.
Ένας τέτοιος αγώνας, για να μην καταλήγει σε συμβάσεις «αδειανά πουκάμισα» που δεν αντιμετωπίζουν κανένα πρόβλημα των εργαζομένων,δεν μπορεί να δοθεί χωρίς την άμεση εμπλοκή της βάσης κάθε σωματείου και συνολικά της πλατιάς μάζας των εργαζομένων. Αυτό το δυναμικό είναι που πρέπει να κινητοποιηθεί μαζικά κι αποφασιστικά, ν’ αναδείξει τα αιτήματα που θα παλέψει πραγματικά, με βάση τις ανάγκες του και κόντρα στις επιδιώξεις της εργοδοσίας. Γι’ αυτό και προϋπόθεση είναι η σύνδεση του σωματείου με τη βάση και τους εργασιακούς χώρους, μέσα από παρεμβάσεις που θα έχουν αυτή τη στόχευση, να εμπνέουν ένα δυναμικό να στρατευτεί σ’ αυτή την πάλη και όχι να την υπονομεύουν με λογικές ανάθεσης στους «ειδικούς».
Αυτό είναι το βασικό διακύβευμα για την επόμενη περίοδο, γιατί η μάχη για ΣΣΕ με πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς, με διεύρυνση των εργασιακών δικαιωμάτων, με στόχο την υπεράσπιση της μόνιμης και σταθερής δουλειάς, είναι πράγματι μια μάχη του σήμερα. Μάχη η οποία πρέπει και μπορεί να γίνει υπόθεση πλατιών εργαζόμενων μαζών.