Νέες αλυσίδες σκλαβιάς και εκμετάλλευσης ετοιμάζονται να περάσουν στην εργατική τάξη, τον λαό και τη νεολαία, την ίδια στιγμή που τα τύμπανα του πολέμου ηχούν όλο και πιο δυνατά στην περιοχή μας και σε ολόκληρο τον πλανήτη. Παρά τα κυβερνητικά ψέματα για «αυξήσεις» και «ελαφρύνσεις» με τα διαβόητα «12+12 μέτρα» και τις κάλπικες εξαγγελίες του Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, το προσχέδιο του προϋπολογισμού που κατατέθηκε είναι φανερό πως κινείται στη γραμμή της άγριας επίθεσης και της συντριβής εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων, με επιπλέον περικοπές και σκληρή φορομπηχτική πολιτική. Στην επικεφαλίδα του, άλλωστε, τίθεται εμφατικά ο στόχος για νέα «ματωμένα» πρωτογενή πλεονάσματα, που επέστρεψαν για να μείνουν, και φέτος προβλέπονται στο 2,5%.
Και δεν είναι μόνο αυτά, μιας και η επόμενη περίοδος περιγράφεται από τα κυβερνητικά στελέχη ως «σπριντ»! Ετοιμάζονται να «γκαζώσουν», λοιπόν, για να περάσουν έναν ορυμαγδό νομοθετημάτων και αποφάσεων ενάντια στον κόσμο της δουλειάς, στρώνοντας το έδαφος για την κλιμάκωση της ληστείας του λαϊκού εισοδήματος, που ήδη ξεζουμίζεται από την καπιταλιστική ακρίβεια, για χτυπήματα στις εργασιακές σχέσεις και την ασφάλιση, για δημιουργία ειδικών ζωνών απεριόριστης εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, για βαριά πλήγματα στα δικαιώματα σε περίθαλψη και εκπαίδευση.
Τα εργατικά δικαιώματα είναι ζήτημα ταξικής πάλης
Η εξελισσόμενη προσπάθεια κατοχύρωσης της «απόλυτης εξουσίας» του αστικού κράτους και των κυβερνήσεων στο ζήτημα του καθορισμού του κατώτατου μισθού, όπως αποτυπώνεται στη συζήτηση που έχει ανοίξει από την πλευρά της Κεραμέως, της νεόκοπης επιτροπής σοφών και της ΕΕ, δείχνει πεντακάθαρα τη θέση που επιφυλάσσουν οι κυρίαρχοι στην εργατική τάξη και τον εργαζόμενο λαό εντός της «κανονικότητας» που οικοδομούν. Η ανακάλυψη νέων «μαθηματικών τύπων» για τον υπολογισμό του και η υποτιθέμενη εναρμόνιση του μισθού με τα «αντικειμενικά στοιχεία της οικονομίας» δεν είναι τίποτε άλλο παρά η έκφραση του ταξικού-πολιτικού συσχετισμού δύναμης που έχει διαμορφώσει υπέρ του το κεφάλαιο, πηγαίνοντας σε αυτή τη φάση ακόμα παραπέρα ένα καθεστώς που είχε εγκαινιάσει στη χώρα μας τη λεγόμενη περίοδο των μνημονίων.
Από κορυφαίο επίδικο της ταξικής πάλης, που αντανακλά το επίπεδο συγκρότησης και διεκδικητικότητας της εργατικής τάξης, οι δυνάμεις του συστήματος επιδιώκουν να μετατρέψουν το ζήτημα του μισθού και των συλλογικών συμβάσεων σε συνάρτηση των διαβόητων αντοχών της οικονομίας, που ρυθμίζεται από τις αποφάσεις της εκάστοτε κυβέρνησης. Πρόκειται για αναπόσπαστο στοιχείο της στρατηγικού χαρακτήρα επίθεσης του κεφαλαίου ενάντια στην εργατική τάξη και τους λαούς, που αμφισβητεί ανοιχτά ακόμα και αυτή τη δυνατότητα των «από κάτω» να διαπραγματεύονται συλλογικά τους όρους πώλησης της εργατικής τους δύναμης στους καπιταλιστές.
Σε αυτό το πλαίσιο εργασιακού μεσαίωνα, φυσικά, ο «κοινωνικός εταιρισμός» και η συνδιοίκηση χωράνε μια χαρά! Και μπορεί εξ αντικειμένου οι αρμοδιότητες των εργατοπατέρων και των ρεφορμιστών ως συμβουλατόρων του αστικού κράτους να περιορίζονται στις νέες συνθήκες, αλλά είναι παραπάνω από σαφές πως το σύστημα έχει ανάγκη τη διαρκώς υπονομευτική παρουσία τους και τον αποπροσανατολιστικό ρόλο που παίζουν στο εσωτερικό του εργατικού-λαϊκού κινήματος. Γι’ αυτό και η ΓΣΕΕ βρήκε από τους πρώτους ευρύχωρο στασίδι στον στημένο διάλογο της Κεραμέως, γι’ αυτό και συστήνεται «επιτροπή διαβούλευσης», για να «λαμβάνουν υπόψη τους» και στην πραγματικότητα να νομιμοποιούν οι «εκπρόσωποι» των εργαζομένων τις αντεργατικές αποφάσεις.
Και είμαστε σίγουροι ότι αν του δοθεί χώρος σε όλα αυτά, αυτός θα αξιοποιηθεί και με το παραπάνω από το πανέτοιμο για κάθε θεσμικό θίασο που στήνεται ρεφορμιστικό ΚΚΕ! Το αποδεικνύει, εξάλλου, καθημερινά σε χώρους εργασίας και σχολές, κρύβοντας κάτω από βερμπαλισμούς και ταξικές κορόνες τα ατέρμονα παζάρια με τους ιθύνοντες και την πολιτική της συνδιαλλαγής που ακολουθεί. Το απέδειξε μέχρι και στην κοινοβουλευτική συνέλευση του ΝΑΤΟ, όπου δεν δίστασε να συμμετάσχει δια αντιπροσώπου!
Με καταστολή και διώξεις οχυρώνονται απέναντι στη λαϊκή οργή
Είναι ξεκάθαρο, βέβαια, πως παρά τα όποια ψήγματα συναίνεσης αναζητάει το σύστημα στην πολιτική του, το μαστίγιο θα συνεχίσει να αποτελεί το πρώτο και τελευταίο επιχείρημα! Στη φάση της άγριας επίθεσης και της προετοιμασίας των όρων ενός γενικευμένου πολέμου που ξανοίγεται μπροστά μας, η φασιστικοποίηση της δημόσιας και πολιτικής ζωής αποτελεί την κεντρική γραμμή των κυρίαρχων απέναντι σε κάθε αμφισβήτηση που δέχονται, κάθε αγωνιστικό σκίρτημα, κάθε εστία αντίστασης και διεκδίκησης του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας.
Το προηγούμενο φάνηκε στη «γραμμή παραγωγής» παράνομων και καταχρηστικών απεργιακών κινητοποιήσεων που μπήκε σε λειτουργία το προηγούμενο διάστημα, με μια σειρά απεργιών να απαγορεύονται από την «ανεξάρτητη» αστική δικαιοσύνη μέσα σε λίγες μέρες. Ακόμα και η λύσσα στελεχών της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ ενάντια στους φαντάρους που συμμετείχαν σε συγκέντρωση του ΚΚΕ αποτυπώνει ακριβώς αυτή τη γραμμή της μηδενικής ανοχής απέναντι σε οποιαδήποτε φωνή αμφισβήτησης, παρά τις αυταπάτες που διαχρονικά τρέφει ο ρεφορμισμός για τις δυνατότητες «εκδημοκρατισμού» του αστικού κράτους και των μηχανισμών του, όπως ο στρατός.
Πολύ περισσότερο, η βιομηχανία διώξεων που έχει στηθεί ενάντια στους αγωνιστές εκπαιδευτικούς, που κατ’ επιταγή του υπουργού παιδείας μπαίνουν στο στόχαστρο και κινδυνεύουν μέχρι και να απολυθούν, συνιστά ποιοτική αναβάθμιση της επίθεσης στα εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα και πρέπει να αντιμετωπιστεί ως τέτοια. Γιατί είναι πασιφανές ότι αν η κατασταλτική μανία της κυβέρνησης και των παρατρεχάμενών της σημειώσει επιτυχίες σε αυτό το πεδίο, που σε αυτή τη φάση αφορά κυρίαρχα τους συντρόφους και συναγωνιστές που διώκονται, θα καταφέρει ταυτόχρονα να διαμορφώσει και ένα πολύ σοβαρό αρνητικό προηγούμενο απέναντι στο κίνημα των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα, αλλά και ευρύτερα. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να υπάρξει καμία καθυστέρηση στην κατεύθυνση οικοδόμησης όρων μαζικού κινήματος για την απόκρουση αυτής της επιθετικής κίνησης του συστήματος.
Η πολιτική αστάθεια η μόνη «σταθερά» του ντόπιου αστικού συστήματος
Αυτή η πολιτική, της επέλασης σε κατακτήσεις ενός ολόκληρου αιώνα και της φασιστικοποίησης, είναι που δίνει αέρα στα πανιά των φασιστών και των ακροδεξιών μορφωμάτων, όσο και αν η κυβέρνηση καμώνεται το τελευταίο διάστημα ότι ανοίγει «μέτωπο» απέναντί τους, με αφορμή την αντιπαράθεση στελεχών της με το κόμμα της Λατινοπούλου και άλλα φασιστοειδή του πολιτικού σκηνικού. Πρόκειται για μια αντιπαράθεση κάλπικη, που στόχο έχει τον επαναπατρισμό του ακροδεξιού ακροατηρίου της ΝΔ στις δύσκολες συνθήκες ρευστότητας του αστικού πολιτικού συστήματος. Ταυτόχρονα, πρέπει να σημειωθεί ότι με την ανύψωση των τόνων και τα στριμώγματα προς τις ακροδεξιές παραφυάδες στέλνεται και το μήνυμα ότι για να τύχουν αξιοποίησης στο μέλλον, λαμβάνοντας πιο αναβαθμισμένους ρόλους στο πολιτικό σκηνικό, δεν θα πρέπει να ξεχνάνε τις προτεραιότητες των ξένων και ντόπιων κέντρων εξουσίας, τόσο στο μεταναστευτικό όσο και σε μια σειρά από άλλα ζητήματα.
Το ζήτημα της εναλλακτικής πολιτικής λύσης στη ΝΔ, άλλωστε, εκκρεμεί, όσο και αν θριαμβολόγησαν οι πάντες για τη «νέα μέρα» στο ΠΑΣΟΚ μετά την επανεκλογή Ανδρουλάκη, του οποίου τα προτερήματα ισορρόπησης ανάμεσα σε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και απεύθυνσης στον κόσμο του δεύτερου, εκτιμήθηκαν από τα ξένα και ντόπια κέντρα σε σχέση με τους πιο «στιγματισμένους» προς τη μία ή την άλλη πλευρά Διαμαντοπούλου και Δούκα. Σε αυτήν την κατεύθυνση, σίγουρα βάρυνε και η συνθήκη στην οποία βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ, που πλέει σε πελάγη σύγχυσης και διάλυσης. Έχει γίνει ολοφάνερο από καιρό, εξάλλου, το κλείσιμο του κύκλου που αρχικά ανέδειξε τον ΣΥΡΙΖΑ ως κυβερνητικό κόμμα, που εκμεταλλεύτηκε τη λαϊκή αγανάκτηση της περασμένης δεκαετίας, και αναζητείται ακόμα αν μπορεί παρά το δεδομένο αυτό να παίξει ρόλο στις νέες συνθήκες.
Οι συνθήκες πολιτικής αστάθειας, φυσικά, δεν προέκυψαν από το πουθενά, αλλά είναι άμεσο αποτέλεσμα της κατάρρευσης των κοινωνικών συμβολαίων με τα μικρά και μεσαία αστικά στρώματα που έφερε το προηγούμενο διάστημα η ολομέτωπη επίθεση του κεφαλαίου. Οι σχέσεις με αυτά δεν φαίνεται, μάλιστα, να έχουν ιδιαίτερες προοπτικές αποκατάστασης, όσο και να πασχίζουν για αυτό οι ομάδες των βουλευτών της ΝΔ που επιδίδονται σε κοινοβουλευτικές ερωτήσεις για μια σειρά από κοινωνικά ζητήματα, μήπως και ανακόψουν τη φθορά που υφίσταται στη βάση της αντιλαϊκής πολιτικής της.
Η πολιτική αναταραχή επιτείνεται στη βάση των αδιεξόδων του εξαρτημένου ντόπιου καπιταλισμού, που περιδινεί σε ένα περιβάλλον κρίσης και παρόξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών σε πρωτοφανέρωτα επίπεδα. Σε μια περιοχή στα όρια της ευρύτερης ανάφλεξης, με το κράτος-δολοφόνο του Ισραήλ να απολαμβάνει τις πλάτες των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ στη γενοκτονία που διαπράττει σε βάρος του παλαιστινιακού λαού και να μετατρέπει κάθε μέρα που περνάει τον Λίβανο σε «νέα Γάζα», ανοίγοντας και άλλο τη βεντάλια της αντιπαράθεσης με το καθεστώς του Ιράν, πίσω από την οποία βρίσκεται η διαπάλη των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων πρώτης γραμμής για την κυριαρχία, με προεξάρχουσα την αντίθεση ΗΠΑ-Ρωσίας. Σε έναν κόσμο, που με επίκεντρο την ιμπεριαλιστική σύγκρουση Δύσης-Ρωσίας στην Ουκρανία, βαδίζει πρόσω ολοταχώς προς το «αδιανόητο» ενός γενικευμένου ολοκαυτώματος.
Σε όλα αυτά τα μέτωπα, η ντόπια εξαρτημένη άρχουσα τάξη σέρνεται και προσφέρει κάθε είδους εκδουλεύσεις στα ιμπεριαλιστικά αφεντικά της. Και την ίδια ώρα που μπλέκει τον λαό και τη νεολαία σε περιπέτειες με απρόβλεπτες συνέπειες, αγωνιά να εισπράξει την εύνοια των πατρώνων της και φαντασιώνεται ρόλους στην περιοχή σε βάρος της ανταγωνίστριάς της τουρκικής αστικής τάξης. Η διατεταγμένη, όμως, από τις ΗΠΑ ελληνοτουρκική προσέγγιση είναι φανερό πως ιεραρχεί υψηλότερα τη συνοχή της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ απέναντι στις πολεμικές ανάγκες, προσθέτοντας ακόμα περισσότερα αδιέξοδα και στριμώγματα στο ντόπιο πολιτικό σύστημα.
Το τελευταίο διάστημα, μάλιστα, οι πιέσεις που ασκούνται από τους Αμερικάνους ιμπεριαλιστές για συμφωνία επί των ανοιχτών ζητημάτων του Αιγαίου, πολλαπλασιάζουν τα βραχυκυκλώματα των εγχώριων παραγόντων. Αυτό αντανακλάται μέχρι και στην αναζήτηση του νέου προέδρου της δημοκρατίας, με τη φημολογούμενη πρόσφατη προτροπή Γεραπετρίτη προς τη Σακελλαροπούλου για παραίτηση να δείχνει ότι ψάχνουν ένα νέο και πάνω από όλα «ευέλικτο» πρόσωπο που θα χρεωθεί τις όποιες απόπειρες συμβιβασμού προχωρήσουν. Η κατάληξη, βέβαια, δεν μπορεί να προδιαγραφεί, μιας και είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρεθεί τρόπος γεφύρωσης των αντιτιθέμενων επιδιώξεων των δύο αστικών τάξεων στην αντιδραστική τους αντιπαράθεση, οι όροι της οποίας άπτονται του πυρήνα των μωροφιλοδοξιών τους και της ίδιας τους της ύπαρξης.
Η λαϊκή πάλη να σταθεί ανάχωμα στις αντιδραστικές εξελίξεις!
Οι μαζικές πορείες αλληλεγγύης στον παλαιστινιακό λαό, ο αγώνας των διανομέων σε Wolt και efood, οι απεργίες υγειονομικών και εκπαιδευτικών, οι κινητοποιήσεις σε μια σειρά από κλάδους όλο το προηγούμενο διάστημα, παρά τα προβλήματα και την αναντιστοιχία τους με τις ανάγκες της περιόδου, εκ των πραγμάτων δημιουργούν ρωγμές στο σκηνικό της «κανονικότητας» που θέλουν να διαμορφώσουν η κυβέρνηση και τα υπόλοιπα κόμματα του συστήματος. Ο δρόμος που ανοίγουν αυτοί οι αγώνες πρέπει να διευρυνθεί και να μακρύνει!
Μπροστά στην πανελλαδική πανεργατική απεργία στις 20 του Νοέμβρη, που προκήρυξαν μετά από πολλές ταλαντεύσεις οι εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια για να βγουν οι εργαζόμενοι στο προσκήνιο και να πάρουν την υπόθεση της επιτυχίας της στα δικά τους χέρια. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να χαλάσει η σούπα του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού, που θέλει μια απεργία εξαρχής ναρκοθετημένη, χωρίς πραγματικό περιεχόμενο αναμέτρησης με την κυρίαρχη πολιτική, μόνο και μόνο για να βγει από την υποχρέωση και να επιβεβαιώσει την ύπαρξή του. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να ξεπεραστεί το εμπόδιο του καθεστωτικού ρεφορμισμού του ΚΚΕ-ΠΑΜΕ, που επιδιώκει οι αγώνες που ξεσπάνε να μένουν καθηλωμένοι σε μια ανώδυνη διαμαρτυρία, με μοναδικό ορίζοντα την εκλογική του αναπαραγωγή.
Στους χώρους δουλειάς, στις γειτονιές, στα σχολεία και τις σχολές, σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο, μπορεί και πρέπει όλο το επόμενο διάστημα να ξεδιπλωθούν πρωτοβουλίες οργάνωσης και αγώνα, για τη μαζικοποίηση της απεργίας, την ανάδειξη και ενίσχυση κινήσεων και εστιών αντίστασης και διεκδίκησης που θα διαμορφώνουν όρους συνέχισης και αναβάθμισης της πάλης. Για να σπάσει το σιωπητήριο που θέλουν να επιβάλουν οι κυρίαρχες δυνάμεις. Για να συγκροτηθούν προϋποθέσεις κινήματος απέναντι στη βάρβαρη επίθεση και τους πολεμικούς κινδύνους. Σε αυτήν την κατεύθυνση θα κινηθούν οι δυνάμεις του ΚΚΕ(μ-λ) και τα μαζικά σχήματα που στηρίζει.