Η αλλαγή του χρόνου συνοδεύτηκε από μια εξέλιξη δυσοίωνη για τους εργαζόμενους στα νοσοκομεία και δηλωτική των κυβερνητικών προθέσεων. Απολύσεις, πάνω από 200, συμβασιούχων στην καθαριότητα στον «Ευαγγελισμό». Οι θέσεις αυτές θα καλυφτούν από εργολάβο και ο καθένας καταλαβαίνει τι σημαίνει αυτό για τις συνθήκες εργασίας, για τις αποδοχές και τα δικαιώματα των εργαζομένων, αλλά και για την ποιότητα των υπηρεσιών.
Σε αντίθεση με τις προσπάθειες των κυβερνητικών στελεχών να περάσουν την εντύπωση ότι η κατάσταση στην περίθαλψη είναι βελτιωμένη σε σχέση με το παρελθόν, οι εργαζόμενοι, που ζουν τα αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής, δεν εξαπατώνται.
Αποκαλυπτική των στοχεύσεων της κυβέρνησης είναι η πολυσυζητημένη ρύθμιση για τα απογευματινά χειρουργεία. Η κυβέρνηση δεν έχει στόχο να μειώσει τις λίστες αναμονής. Αν είχε αυτή την πρόθεση, υπήρχε η προφανής λύση των προσλήψεων ώστε να ενεργοποιηθεί το 40% των κλειστών χειρουργικών αιθουσών, χωρίς επιπλέον επιβάρυνση των ασθενών. Και μάλιστα με επαρκή αριθμό, αν ήθελε, ώστε να διευρύνει και το ωράριο λειτουργίας χωρίς υπερωρίες. Αυτό που, πραγματικά, επιδιώκει είναι να παραιτηθούν οι υγειονομικοί από τα αιτήματά τους για αυξήσεις μισθών, βάζοντας το χέρι στην τσέπη των ασθενών και, δεύτερο, να εξασφαλίσει τη συναίνεσή τους να προσφέρουν υπερωριακό έργο πέραν του τακτικού ωραρίου με μηδενικό κόστος για τον εργοδότη (νοσοκομείο/κράτος), και φυσικά καταστρατήγηση του 8ωρου.
Έτσι κι αλλιώς, σύμφωνα με «δημοσιογραφικές πληροφορίες», η κυβέρνηση δεν προτίθεται να προχωρήσει σε μαζικές προσλήψεις αλλά θα αντιμετωπίσει το πρόβλημα των ελλείψεων με συγχωνεύσεις, δηλαδή κατάργηση τμημάτων (και νοσοκομείων) και σύμπτυξη του προσωπικού. Με δεδομένο αυτό, ο καθένας καταλαβαίνει ότι ο νέος υγειονομικός χάρτης που έχει προαναγγείλει το υπουργείο δεν αποσκοπεί σε τίποτα άλλο παρά στη συρρίκνωση των μονάδων περίθαλψης που υπάρχουν. Με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό όχι μόνο για τις ανάγκες περίθαλψης του λαού αλλά και για τους ίδιους τους εργαζόμενους. Αν ληφθεί υπόψη ότι αυτή τη στιγμή απασχολούνται σχεδόν 25.000 συμβασιούχοι, γίνεται φανερό ότι το σύστημα σχεδιάζει να μην τους χρειάζεται. Τουλάχιστον στο σύνολό τους. Και ας έχουν πολυετή εμπειρία, και ας έδωσαν τη μάχη της πανδημίας, δουλεύοντας με λιγότερα δικαιώματα και απολαβές. Και ας τους υποσχόταν τότε, στην περίοδο της πανδημίας, ότι η προσφορά τους θα αναγνωριστεί. Όπως αναγνωρίστηκε στις 220 καθαρίστριες ΙΣΟΧ που απολύθηκαν από τον «Ευαγγελισμό» και στέλνονται είτε στην ανεργία είτε στα νύχια του κάθε εργολάβου.
Όσο για την ένταξη στα ΒΑΕ, ούτε λίγο ούτε πολύ, λένε να τα ξεχάσουν γιατί θα μείνουν χωρίς εργαζόμενους τα νοσοκομεία, αν φύγουν όλοι στη σύνταξη. Σε συνδυασμό με την παράταση απασχόλησης πάνω από το όριο συνταξιοδότησης στους γιατρούς, είναι ηλίου φαεινότερο το μήνυμα ότι δεν πρόκειται να γίνουν προσλήψεις ούτε ακόμα και με την αναλογία των μνημονικών δεσμεύσεων. Ούτως ή αλλιώς το ισοζύγιο αποχωρήσεων - προσλήψεων είναι μόνιμα αρνητικό εδώ και πολλά χρόνια.
Η κυβέρνηση κάνει καθαρό σε κάθε ευκαιρία ότι οι εργαζόμενοι έχουν να περιμένουν μόνο ό,τι ψίχουλα περισσέψουν από το μεγάλο φαγοπότι που έχει στηθεί για τις τράπεζες, τους πολεμικούς εξοπλισμούς, το ξένο και ντόπιο κεφάλαιο. Ο δημοσιονομικός χώρος, οι αντοχές της «εθνικής» οικονομίας είναι η προκρούστεια κλίνη για το μέτρο των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Απέναντι στην αντεργατική αυτή πολιτική, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες της ΠΟΕΔΗΝ και της ΑΔΕΔΥ περί άλλων τυρβάζουν. Προσφεύγουν στα δικαστήρια για τις περικοπές των μνημονίων. Στα δικαστήρια που συστηματικά βγάζουν καταχρηστικές και παράνομες τις απεργίες και τις διεκδικήσεις των εργαζομένων. Οι υγειονομικοί, όπως και όλοι οι εργαζόμενοι δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, έχουν έναν δρόμο να ακολουθήσουν. Ενάντια στις ηττοπαθείς λογικές της ανάθεσης, της προτασεολογίας και του συμβιβασμού, να αναμετρηθούν με την πολιτική του συστήματος και να οικοδομήσουν τις μαζικές αντιστάσεις που απαιτούνται και μπορούν να την ανατρέψουν.