Την «ειρηνευτική» πρόταση Τραμπ για τον πόλεμο στην Ουκρανία και την πολυθρύλητη πια τηλεφωνική επικοινωνία Τραμπ-Πούτιν διαδέχθηκε η συνάντηση υψηλόβαθμων αξιωματούχων των δύο πλευρών στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας. Στο ενδιάμεσο, μετά και την αναστάτωση που προκλήθηκε, είχαμε μεταξύ πλήθους γεγονότων και κινήσεων, το άγριο στρίμωγμα του Ζελένσκι από τον Τραμπ και φυσικά την προκλητική προ τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές, ομιλία του αντιπροέδρου των ΗΠΑ, Βανς, στην ετήσια «Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια».
Η νέα διοίκηση Τραμπ έχει ανεβάσει ταχύτητα στην προσπάθειά της να διαμορφώσει τους όρους για την αντιμετώπιση της σχετικής της αποδυνάμωσης έναντι της Ρωσίας και της Κίνας (αλλά και των δυτικών συμμάχων των ΗΠΑ). Είναι κάτι παραπάνω από φανερό πως θεωρεί ότι η τακτική της προηγούμενης διοίκησης (που διαδέχτηκε την πρώτη θητεία Τραμπ στον Λευκό Οίκο) λειτούργησε επιβαρυντικά στο βασικό ζήτημα. Επιγραμματικά (για μια πιο αναλυτική ματιά δείτε την πρόσφατη ανακοίνωση του Π.Γ. του ΚΚΕ(μ-λ) αλλά και το αφιέρωμα στη νέα διοίκηση Τραμπ στο φύλλο 977 της ΠΣ), να τονίσουμε πως η νέα διοίκηση επιδιώκει να απαντήσει το ζητούμενο, πρώτον με τη γεωστρατηγική και οικονομική αναβάθμιση των ΗΠΑ (βλέπε δηλώσεις για Γροιλανδία, Καναδά, Παναμά κ.λπ.) και δεύτερον με την απαίτηση για στοίχιση των Ευρωπαίων και γενικότερα των δυτικών συμμάχων του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στις επιδιώξεις του.
Ειδικότερα όσον αφορά το ζήτημα του πολέμου στην Ουκρανία, με τα -δεν θα κουραστούμε να τονίζουμε- παγκόσμια διακυβεύματά της αλλά και τα σοβαρά αδιέξοδα που έχει σωρεύσει, η νέα διοίκηση Τραμπ φαίνεται να εκτιμούσε ολοένα και περισσότερο πως η πορεία των γεγονότων στο πεδίο των μαχών δρούσε και δρα υπονομευτικά στο κύρος των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ πολεμούσαν μέσω του πληρεξούσιού τους, γεγονός που από τη μια δεν τους «μάτωνε» αλλά από την άλλη περιόριζε σοβαρά τη δυνατότητά τους να αντιμετωπίσουν έναν αντίπαλο στο επίπεδο της Ρωσίας. Ταυτόχρονα, και οι προσπάθειες για αποδυνάμωση και απομόνωση της Ρωσίας, αν δεν γύρισαν μπούμερανγκ, ήταν πάντως ανεπιτυχείς. Κι αυτό παρά τις επιτυχίες των ΗΠΑ, όσον αφορά την ένταξη Σουηδίας και Φιλανδίας στο ΝΑΤΟ, την ένταση της αμερικάνικης περικύκλωσης της Ρωσίας και τη μεγάλη στρατηγική σφήνα στις σχέσεις του ρώσικου ιμπεριαλισμού με τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές, με πιο χαρακτηριστική τη διακοπή της στρατηγικής ενεργειακής σχέσης Ρωσίας-Γερμανίας.
Ο Τραμπ και η ομάδα που διαμορφώνεται γύρω του, με το «ειρηνευτικό σχέδιο» που κατέθεσε, δεν αποσκοπεί ούτε στην ειρήνευση, ούτε φυσικά στην παραίτηση, την αποχώρηση από την Ευρώπη και την… υποταγή των ΗΠΑ, όπως ανοήτως γράφεται από διάφορες πλευρές αυτές τις μέρες!
Αποτελεί μια προσπάθεια άρσης του αδιεξόδου από την πλευρά των ΗΠΑ, αποσκοπεί στην αναδιαμόρφωση των όρων με τους οποίους διεξάγεται ο πόλεμος στην Ουκρανία και στην βάση των αμερικανικών επιδιώξεων. Η νέα διοίκηση Τραμπ έχτισε την πρότασή της πάνω σε δυο σημεία. Το πρώτο είναι η παραδοχή πως δεν είναι ρεαλιστικό για την Ουκρανία να παλεύει για επαναφορά των εδαφών που έχει καταλάβει ο ρωσικός ιμπεριαλισμός, κάτι που «κεκλεισμένων των θυρών» είχε ειπωθεί και από ανώτατους αξιωματούχους και της προηγούμενης διοίκησης. Το δεύτερο αφορά την -χωρίς αντίκρισμα και διφορούμενη- διαπίστωση πως «η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ δεν μπορεί να είναι μέρος ενός ειρηνευτικού σχεδίου». Έτσι θεωρούσε ότι μπορεί να ανοίξει ο δρόμος για μια διαπραγμάτευση, ώστε να θέσει το βασικό και κύριο: την αποδοχή από τη Ρωσία της εγκατάστασης στην Ουκρανία δεκάδων και εκατοντάδων χιλιάδων αντρών των ευρωπαϊκών στρατευμάτων! Με αυτόν τον τρόπο και την ίδια στιγμή που εμφανίζεται να μην θέλει την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ, ζητά από τη Ρωσία να αποδεχτεί την είσοδο του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία! Επιδιώκει, δηλαδή, τη νομιμοποίηση της παρουσίας και του ρόλου του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, που θα συνιστούσε μια κρίσιμη παράμετρο για την «επόμενη μέρα» και η οποία θα έδινε άλλου επιπέδου πλεονεκτήματα συνολικά στη Δύση σε μια μελλοντική υποτροπή της σύγκρουσης. Φυσικά, τα στρατεύματα αυτά θα δημιουργούν ένα τείχος διαρκείας όχι μόνο στρατιωτικό και για την ανάσχεση των φιλοδοξιών της Ρωσίας για άπλωμα της επιρροής της στην Κεντρική Ευρώπη, τα Βαλκάνια και γενικά προς τη Δύση, αλλά και γεωπολιτικό, με σκοπό να μετατρέψει το ρήγμα στις ρωσοευρωπαϊκές σχέσεις σε μόνιμη αντιπαλότητα.
Φυσικά, η ετσιθελική πρόταση για αποστολή ευρωπαϊκών στρατευμάτων στο καυτό ουκρανικό πεδίο, παράλληλα αποτελεί μια ανοιχτή απαίτηση της Ουάσιγκτον προς τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές για πλήρη στοίχισή τους με τον αμερικανικό πολεμικό (με και χωρίς εισαγωγικά) βηματισμό.
Στη συνάντηση στο Ριάντ και όχι μόνο, ο ρωσικός ιμπεριαλισμός φάνηκε ότι κατανοεί πλήρως τις κινήσεις των ΗΠΑ. Ο Ρώσος ΥΠΕΞ δήλωσε χαρακτηριστικά μετά τη συνάντηση ότι «εξηγήσαμε στους Αμερικανούς συναδέλφους μας ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ και η ενσωμάτωση της Ουκρανίας στη Συμμαχία συνιστά άμεση απειλή για την κυριαρχία της Ρωσίας». Επιπλέον, κατέστησε σαφές πως «για τη Ρωσία η παρουσία στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, ανεξάρτητα από το αν επιχειρούν υπό τη σημαία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή με εθνικά σύμβολα είναι απαράδεκτη». Την ώρα, μάλιστα, που οι συνομιλίες βρίσκονταν σε εξέλιξη, η γνωστή εκπρόσωπος του ρωσικού ΥΠΕΞ, Μαρία Ζαχάροβα, δήλωσε ότι μια απλή άρνηση της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ δεν είναι αρκετή. Η Μόσχα «απαιτεί από το ΝΑΤΟ να αποκηρύξει την υπόσχεση του 2008 ότι η Ουκρανία θα γίνει μέλος της Συμμαχίας. Αλλιώς, αυτό το πρόβλημα θα συνεχίσει να δηλητηριάζει την ευρωπαϊκή ήπειρο»! Άλλωστε ο ίδιος ο Πούτιν έχει επανειλημμένα τονίσει ότι μια συμφωνία τύπου Μινσκ δεν ικανοποιεί την Ρωσία, που θα δεχτεί μία συνολική και μακροπρόθεσμη συμφωνία που να εξαλείφει τις βαθιές αιτίες της ουκρανικής σύγκρουσης!
Ταυτόχρονα οι ΗΠΑ, ενώ συνειδητά παρέκαμψαν τόσο τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές όσο και το καθεστώς Ζελένσκι, για να καταδείξουν ποιος κάνει κουμάντο («ήρθε νέος σερίφης στην πόλη», αποστροφή του λόγου του Βανς στο Μόναχο!), μετά τη συνάντηση στο Ριάντ θεώρησαν πως είναι ο κατάλληλος χρόνος για να χρησιμοποιήσουν τη δυσαρέσκειά τους (Ευρωπαίων και Ζελένσκι) για τον αποκλεισμό από τη συνάντηση αλλά και τις διαφωνίες τους στο προτεινόμενο σχέδιο, σαν διαπραγματευτικό χαρτί έναντι της ρωσικής πλευράς! Διά στόματος του αμερικανού ΥΠΕΞ, Μάρκο Ρούμπιο, ξεκαθάρισαν ότι «ο τερματισμός του πολέμου πρέπει να είναι δίκαιος, διαρκής και βιώσιμος και να γίνει αποδεκτός από όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές, συμπεριλαμβανομένων της Ουκρανίας, της Ευρώπης και της Ρωσίας». Ο ίδιος τόνισε επίσης ότι η συνάντηση στο Ριάντ ήταν «το πρώτο βήμα σε ένα μακρύ και δύσκολο ταξίδι» και ότι «η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να εμπλακεί σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας».
Στο εσωτερικό των ΗΠΑ, ο διχασμός για τις διαφορετικές τακτικές επιλογές όσον αφορά την αντιμετώπιση της σχετικής αποδυνάμωσης, όχι μόνο δεν έχει κοπάσει αλλά υπό ορισμένες προϋποθέσεις μπορεί να ενταθεί, μιας και -αν και τακτικές- μπορούν να εντείνουν τις στρατηγικές αντιφάσεις του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού! Ειδικότερα για την πορεία των διαπραγματεύσεων, γίνεται φανερό πως στη βάση των σοβαρών αντιθετικών επιδιώξεων αλλά και των αντιφάσεων των δύο πλευρών, είναι πολύ νωρίς για πιο συγκεκριμένες εκτιμήσεις. Άρα θα συνεχίσει να αποτελεί ερωτηματικό εάν και ποια σημεία των προτάσεων που πέφτουν ήδη στο τραπέζι μπορούν να γίνουν αποδεκτά εκατέρωθεν, ώστε να υπάρξει έστω ένας πρόσκαιρος και εύθραυστος συμβιβασμός. Ή αν ένα νέο βραχυκύκλωμα των -έτσι κι αλλιώς- δύσκολων διαπραγματεύσεων, θα δώσει τη σκυτάλη σε μια απότομη και ακόμα πιο επικίνδυνη κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία!