Με ανακοίνωσή του ο Κ. Μητσοτάκης «έκοψε το γόρδιο δεσμό» του ΟΠΕΚΕΠΕ (Οργανισμός Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων) με την κατάργησή του και τη μεταφορά των αρμοδιοτήτων του στην ΑΑΔΕ (Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων). Με τον τρόπο αυτό και τις δικαιολογίες για «διαχρονικό πρόβλημα» γίνεται προσπάθεια να «μπαζωθεί» ακόμα ένα πλιάτσικο που είχε στηθεί στον ΟΠΕΚΕΠΕ για επιδοτήσεις ανύπαρκτων βοσκότοπων, με λεία εκατομμύρια ευρώ.
Η προσπάθεια της κυβέρνησης και των διαφόρων υποστηρικτών της «να πετάξουν την μπάλα στην εξέδρα» με αναφορές σε «44 χρόνια επιδοτήσεων και σκανδάλων», αναφερόμενοι στις αγροτικές επιδοτήσεις – ενισχύσεις, τις οποίες η «Ναυτεμπορική» υπολογίζει σε 110-120 δισ. ευρώ από το 1981 έως σήμερα, είναι ταυτόχρονα να χρεώσει στον αγροτικό κόσμο ότι καρπώθηκε με τεχνάσματα και πλαστά δικαιολογητικά μεγάλο μέρος από αυτές.
Αυτό ανταποκρίνεται και στο αφήγημα όλων των αστικών κυβερνήσεων από το 1981 (χρονιά εισόδου της χώρας στην τότε ΕΟΚ) μέχρι σήμερα γιατί δεν αναπτύχθηκε ο αγροτικός τομέας παρά τον «πακτωλό» των επιδοτήσεων και το «αμέριστο ενδιαφέρον» όλων των παραγόντων του συστήματος (κυβερνήσεις – ΕΕ).
Αλλά η πραγματικότητα δεν μπορεί να παραποιηθεί όση προσπάθεια και αν καταβάλουν όλοι οι παράγοντες του συστήματος. Σημαντική μείωση του αγροτικού πληθυσμού, μείωση του αγροτικού εισοδήματος, μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων και της εκτροφής ζώων, διατροφική εξάρτηση της χώρας. Αυτά είναι τα «επιτεύγματα» στα 44 χρόνια εισόδου σε ΕΟΚ–ΕΕ και της περιβόητης Κοινής Αγροτική Πολιτικής (ΚΑΠ) που καταστρέφει τους μικρομεσαίους αγρότες και κτηνοτρόφους, ενισχύοντας τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, ξένες και ντόπιες, στον πρωτογενή τομέα και προωθεί την εξάρτηση με γοργούς ρυθμούς, καθώς το ισοζύγιο εισαγωγών – εξαγωγών και στον τομέα αυτό είναι κλιμακούμενα ελλειμματικό. Και δεν μπορούμε να παρακάμψουμε το γεγονός της ακόμα μεγαλύτερης μείωσης της παραγωγικής αγροτικής γης από την «επέλαση» των φωτοβολταϊκών εγκαταστάσεων προς χάριν της «πράσινης ανάπτυξης», αλλά με τους αγρότες να πληρώνουν πανάκριβα το αγροτικό ρεύμα.
Η πολιτική των επιδοτήσεων – ενισχύσεων από τη μεριά της ΕΕ είναι μία πολιτική που στοχεύει στις χαμηλές εμπορικές τιμές των αγροτικών προϊόντων που χρησιμοποιούνται σαν πρώτη ύλη στην καπιταλιστική βιομηχανία (βαμβάκι, στάρι, ντομάτα, ενεργειακά φυτά, φρούτα κ.λπ.) και όχι στην ενίσχυση των αγροτών και ιδιαίτερα των μικρομεσαίων. Για αυτούς οι επιδοτήσεις δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία ενίσχυση έτσι ώστε απλώς να συντηρούνται (ως «συντηρητές υπαίθρου» αναφέρονται στα κείμενα της ΕΕ) μέχρι να καταστραφούν ολοκληρωτικά.
Ακόμη περισσότερο, οι επιδοτήσεις – ενισχύσεις κατευθύνονται, στο μεγαλύτερό τους μέρος, στους καπιταλιστές του αγροτικού τομέα που έχουν συγκεντρώσει , με τα χρόνια, γη και μηχανήματα στην ιδιοκτησία τους και καρπώνονται τη μερίδα του λέοντος. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΕ, το 80% των επιδοτήσεων πηγαίνει στο 20% των αγροτών και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όσο η Αγγλία ήταν στην ΕΕ, η βασίλισσά της ως «αγρότης–παραγωγός» έπαιρνε τις μεγαλύτερες επιδοτήσεις.
Στην περίπτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ είναι σίγουρο ότι κανένας κτηνοτρόφος από την Κρήτη ή από οπουδήποτε αλλού δεν θα μπορούσε από μόνος του να δηλώσει ανύπαρκτα βοσκοτόπια στο… Γράμμο ή σε άλλα νησιά ή σε άλλα μέρη της ηπειρωτικής χώρας. Η διαδικασία αυτή προϋποθέτει τη λειτουργία ενός «κέντρου» που έχει τόσο τη νομική τεχνογνωσία όσο και τη δυνατότητα παράκαμψης των όποιων εμποδίων στις δηλώσεις των αγροτών – κτηνοτρόφων στα ΚΥΔ (Κέντρα Υποδοχής Δηλώσεων). Ιδιωτικοί καπιταλιστικοί φορείς που έχουν αναλάβει, με το αζημίωτο, να συγκεντρώνουν τις δηλώσεις καλλιέργειας των αγροτών, με βάση τις οποίες κατανέμονται οι επιδοτήσεις.
Οι καρατομήσεις των προέδρων του ΟΠΕΚΕΠΕ από τη μεριά της κυβέρνησης της ΝΔ όλα αυτά τα χρόνια από το 2019 έως σήμερα αποκαλύπτουν την προσπάθεια να μην ανοίξει το ζήτημα του πλιάτσικου στο λεγόμενο «εθνικό απόθεμα» των επιδοτήσεων και να συνεχίζει να «αξιοποιείται» τόσο για ψηφοθηρικούς λόγους όσο κυρίως για την οικονομική ενίσχυση κεντρικών και τοπικών παραγόντων του συστήματος. Εξάλλου, η εμπλοκή κυβερνητικών και κρατικών στελεχών στην υπόθεση είναι τόσο σίγουρη που και μόνο το γεγονός ότι καταδιώκεται, από όλους τους υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης της ΝΔ, με πολλούς τρόπους, στέλεχος του ΟΠΕΚΕΠΕ (Διευθύντρια Εσωτερικού Ελέγχου) που έχει παίξει κομβικό ρόλο στην αποκάλυψη του πλιάτσικου το επιβεβαιώνει.
Και ενώ η υπόθεση είναι στην επικαιρότητα εδώ και χρόνια, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αποφασίζει τώρα να κάνει… έφοδο (!) στα γραφεία του ΟΠΕΚΕΠΕ για την αναζήτηση στοιχείων και να δημιουργείται ένταση που φέρνει σαν αποτέλεσμα την αποπομπή του νυν προέδρου και την απόφαση του Κ. Μητσοτάκη να κλείσει το «μαγαζί».
Καθόλου «τυχαίο» δεν είναι ότι το ζήτημα ανακινείται σε μια περίοδο που στα επιτελεία της ΕΕ άνοιξε η συζήτηση για περαιτέρω μείωση των αγροτικών κονδυλίων για την ΚΑΠ: ενώ το 1985 αντιστοιχούσαν στο 73% του προϋπολογισμού της ΕΕ (της ΕΕ των 12)μ σήμερα, στην ΕΕ των 27, βρίσκονται κάτω από το 30% και ήδη δρομολογείται νέα αναθεώρηση-μείωση για το νέο προϋπολογισμό της ΕΕ. Ούτε επίσης είναι άσχετο με τα ήδη δρομολογημένα σχέδια της ΕΕ για κατάργηση του αυτόνομου Ταμείου της ΚΑΠ και συγχώνευση σε ενιαίο Ταμείο μαζί με άλλα περιφερειακά προγράμματα ώστε να μπορούν οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών να ανακατευθύνουν κονδύλια στο ReArm Europe και στη στρατιωτικοποίηση των οικονομιών τους. Με άλλα λόγια, είναι το δίλημμα «βούτυρο ή κανόνια», δίλημμα-επιχείρημα των Χίτλερ-Γκέμπελς το 1936, για να δικαιολογήσουν τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας και την προετοιμασία για τον Β’ ΠΠ και που σήμερα, το ίδιο δίλημμα «θυμήθηκε» να το ξαναθέσει στη δημόσια συζήτηση ο επίτροπος της ΕΕ για τον αγροτικό τομέα, Κριστόφ Χάνσεν.
Σε μία περίοδο που οι ευρωπαϊκοί εξοπλισμοί έχουν τεθεί στην ημερήσια διάταξη των ευρωπαϊκών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στο πλαίσιο των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και της διαμόρφωσης όρων για παγκόσμια σύγκρουση, κάθε ζήτημα που προκύπτει μπορεί να αποτελέσει στοιχείο για πιέσεις και εκβιασμούς ευθυγράμμισης προς τη μία ή την άλλη πλευρά των επικυρίαρχων ιμπεριαλιστών. Οι ευρωπαϊκοί «θεσμοί», κάθε είδους, έχουν μεγάλη «εμπειρία» σε τέτοιους χειρισμούς προς τις εξαρτημένες χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Το ζήτημα των τηλεφωνικών υποκλοπών ήταν ένα από τα ζητήματα που αξιοποιήθηκε και στην κατεύθυνση της πίεσης αλλά και στην προσπάθεια αναδιαμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα με τον ΟΠΕΚΕΠΕ καθώς είναι φανερή η πρόθεση των ευρωπαϊκών μηχανισμών είτε μέσω της εισαγγελίας είτε μέσω της επιβολής προστίμου 283 εκατομμυρίων ευρώ να δημιουργήσει διόδους άμεσης παρέμβασης.