Για τις απολύσεις στον Δήμο Νεάπολης-Συκεών

Στο μονοπάτι της μονιμοποίησης ποιους να εμπιστευτείς και ποιους όχι;

Σαν υπερασπιστής των εργαζομένων επιδιώκει να παρουσιάζεται ο δήμαρχος Νεάπολης-Συκεών Σίμος Δανιηλίδης, αφού φυσικά τους ενημέρωσε (φιλεργατικά πάντα) ότι θα τους απολύσει, κλείνοντας Παιδικούς Σταθμούς, Βρεφικούς Σταθμούς, ΚΔΑΠ και ΚΔΑΠμεΑ της Κοινωφελούς Επιχείρησης Υπηρεσιών του δήμου. Συνολικά 324 εργαζόμενοι απειλούνται να μείνουν στον δρόμο, εργαζόμενοι που πάντοτε βρίσκονταν σε καθεστώς επισφάλειας, αφού εργάζονταν ως συμβασιούχοι. Ο δήμαρχος, υπέρμαχος της ιδιωτικοποίησης μέσω δημοτικών επιχειρήσεων, που εφαρμόζει όλες τις μορφές ελαστικών σχέσεων, ζητάει τη στήριξη των εργαζομένων για να πάρει επιχορήγηση και να τροποποιηθεί ο πρότυπος κανονισμός λειτουργίας των παιδικών σταθμών σε βάρος των εργαζομένων.

Ωστόσο, οι εργαζόμενοι πρέπει να γνωρίζουν (και βέβαια το βλέπουν με τα ίδια τους τα μάτια) ότι ο δήμαρχος αυτός, που υπηρετεί την πολιτική όλων των κυβερνήσεων 24 χρόνια σε βάρος των εργαζομένων και του λαού, τους εκβίαζε (με το κλείσιμο των δομών και την απόλυση) ώστε να συμμετέχουν στην συγκέντρωση στο υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης στις 21 Ιουλίου.

Φυσικά είναι σωστό να γίνουν συγκεντρώσεις και παραστάσεις διαμαρτυρίας. Φυσικά και ήταν σωστό που μερικές εκατοντάδες εργαζόμενοι και αλληλέγγυοι βρέθηκαν έξω από το ΥΜΑΘ το πρωί εκείνο του Ιουλίου. Ωστόσο, κοινό μέτωπο με αυτόν που εφαρμόζει την πολιτική της ανεργίας και της επισφαλούς εργασίας, αλλά και συνολικά με τους εχθρούς της μόνιμης και σταθερής δουλειάς, δεν μπορεί να υπάρξει. Ο δήμαρχος Νεάπολης-Συκεών χρησιμοποιεί τους εργαζόμενους σαν μοχλό πίεσης δικών του συμφερόντων και διατήρησης της εξουσίας και του ρόλου του σε σχέση με την κεντρική εξουσία. Δεν τον πείραζε, φυσικά, όλα αυτά τα χρόνια να κρατά τους εργαζόμενους σε καθεστώς πολλαπλών ταχυτήτων, δεν τον πείραζε να απειλεί και να διώκει τους εργαζόμενους που αγωνίζονται, δεν τον πείραζαν οι ιδιωτικοποιήσεις. Αλλά τραβάει κόκκινη γραμμή στην υποχρηματοδότηση.

Η υποχρηματοδότηση, λοιπόν, είναι για όλους το μέγα κακό. Για τον δήμαρχο σίγουρα. Για τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ στους ΟΤΑ και του ΚΚΕ στους δήμους (μέσω της Λαϊκής Συσπείρωσης) επίσης. Για την κυβέρνηση είναι ο λόγος που η καημένη δεν μπορεί να συνδράμει, καθώς τα ΕΣΠΑ κόβονται και τα κονδύλια είναι συγκεκριμένα. Φυσικά κανείς τους δεν λέει ότι η υποχρηματοδότηση είναι ένα εργαλείο κι όχι η αιτία. Είναι εργαλείο με το οποίο δικαιολογούνται οι απολύσεις, αλλά και σε μια σειρά τομείς (εκπαίδευση, περίθαλψη, συγκοινωνίες κ.ά.) η προώθηση της αντιλαϊκής πολιτικής. Αν τόσο πολύ νοιαζόταν η κυβέρνηση κι ο δήμος για τους εργαζόμενους, θα τους μονιμοποιούσε όλους και θα τελείωνε το θέμα. Όμως στην πραγματική εξουσία των ευρωπαϊκών ιμπεριαλιστικών κέντρων κανείς δεν πάει κόντρα, με μια λογική «τόσο επιτρέπει το ξένο κεφάλαιο, τόσο δίνουμε». Όχι ότι ενοχλείται από τέτοια όρια το ντόπιο κεφάλαιο, ίσα-ίσα που προωθεί την πολιτική της διάλυσης των εργασιακών σχέσεων και της απόσπασης πλούτου από τους εργαζόμενους.

Η ουσία είναι πως τόσοι τομείς στη χώρα λειτουργούν με ΕΣΠΑ. Δηλαδή η ΕΕ καθορίζει πότε, πόσο και για πόσο θα εργάζονται άνθρωποι σε διάφορους κλάδους (και θα έχει πρόσβαση ο λαός σε διάφορες υπηρεσίες), αλλά και πότε θα πετιούνται στην ανεργία. Άλλωστε η περίοδος των μνημονίων, εκτός από το ποιος κάνει κουμάντο στην εξαρτημένη οικονομία της χώρας, αποκάλυψε ακόμη πλατύτερα και ποιος κάνει κουμάντο και στα εργασιακά, προωθώντας πολιτικές που οδηγούν σε απολύσεις, μειώσεις μισθών, διάλυση κάθε εργατικής κατάκτησης. Ειδικά στην περίπτωσή μας, με την επίθεση στη μόνιμη και σταθερή δουλειά που στοχεύει στη δημιουργία κλίματος ανασφάλειας και αβεβαιότητας των εργαζομένων και των ανέργων. Με νόμους των προηγούμενων κυβερνήσεων και το νέο εργασιακό νομοσχέδιο που συνεχίζει την επίθεση από εκεί που την άφησαν οι νόμοι Χατζηδάκη, Γεωργιάδη αλλά και ο νόμος για τον κατώτατο μισθό.

Η αναγνώριση ότι κάποιος έχει να τα βάλει με τον δήμαρχο, την κυβέρνηση και την Ευρωπαϊκή Ένωση, μπορεί να φαντάζει μέγας άθλος· και να θεωρεί ότι δεν γίνεται. Αν προστεθεί και η στάση δυνάμεων όπως του ΠΑΜΕ, που η κριτική τους στον δήμο είναι σχεδόν ανύπαρκτη (εστιάζοντας στην υποχρηματοδότηση), η αίσθηση αυτή μεγαλώνει. Ωστόσο, ένας αγώνας για να αναπτυχθεί, για να μη μείνει στη μία συγκέντρωση των μερικών εκατοντάδων, πρέπει να αποφασίσει να συνεχίσει και να κατανοήσει ποιους θα βρει απέναντι σε αυτή τη διαδικασία. Η μονιμοποίηση των συναδέλφων μας εξακολουθεί να είναι ένα ανοιχτό ζήτημα, χρόνια τώρα, που ζητάει επίλυση και μπορεί να τη βρει μόνο στον μαζικό, αποφασιστικό και επίμονο αγώνα χωρίς αυταπάτες.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ