Κείμενο για την αντιϊμπεριαλιστική-αντιπολεμική-διεθνιστική συνάντηση
Ουκρανία, Μ. Ανατολή, αντιδραστικός ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός.
Η περιοχή κυκλώνεται από πολεμικές φλόγες.
Δεν θα γίνουμε κρέας για τα κανόνια τους.
Ζούμε σε μια εποχή έντονης διαπάλης του κεφαλαίου για την παγκόσμια κυριαρχία, σε μια εποχή γενικευμένης έκρηξης των καπιταλιστικών ανταγωνισμών και των πολεμικών συγκρούσεων με θύματα τις εργατικές τάξεις και τους λαούς. Πρόκειται για αποτέλεσμα της καπιταλιστικής κρίσης που δεν μπορεί να ξεπεραστεί αποτελεσματικά από το κεφάλαιο και της διαπάλης για τη διεθνή ηγεμονία. Ο καπιταλισμός κουβαλά τον πόλεμο όπως η χελώνα το καβούκι της. Έκφραση της διαπάλης αυτής είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία· ένας πόλεμος που αναμφίβολα συνιστά σημείο καμπής και αφετηρία μιας νέας φάσης, στην οποία ήρθε να προστεθεί ο πόλεμος στη Γάζα και οι πολεμικές επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή. Αυτές οι πολεμικές αναμετρήσεις αναπτύσσονται ως μικρογραφίες παγκόσμιου πολέμου με υπαρκτό τον κίνδυνο να διαχυθούν και σε άλλα σημεία του πλανήτη.
Αν μιλούσαμε με όρους του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και τα λόγια του Λένιν, η αναμέτρηση στην Ουκρανία είναι ο ορισμός του ιμπεριαλιστικού, άδικου και αντιδραστικού πολέμου και από τις δύο πλευρές. Διαμορφώνεται μια νέα φάση, κατά την οποία φαίνεται ότι θα παραμένουν ενεργές οι πολεμικές επιχειρήσεις σε «περιφερειακά» μέτωπα, αλλά ταυτόχρονα τα τύμπανα του πολέμου θα ηχούν και σε περιοχές όπου συγκρούονται τα συμφέροντα των μεγάλων ή και των μικρότερων γεωπολιτικών παικτών.
Η λυσσώδης προσπάθεια των ΗΠΑ να διατηρήσουν την παγκόσμια ηγεμονία απέναντι στην ανοδική πορεία της Κίνας, είναι κορυφαίος παράγοντας αστάθειας και απειλής της ειρήνης. Οι ΗΠΑ επιδιώκουν να ενισχύσουν την θέση τους ως ηγέτιδα δύναμη και η στρατηγική περικύκλωσης της Ρωσίας (που στρέφεται έμμεσα και εναντίον της Κίνας) είναι σταθερή επιδίωξη και αναπτύσσεται συνεχώς, ανοίγοντας νέα μέτωπα. Προς το παρόν, η στρατιωτική αντιπαράθεση με την Κίνα δεν φαίνεται άμεσο σενάριο, ωστόσο εκδηλώνονται στοιχεία μιας επιθετικής τακτικής και στον Ειρηνικό. Η διαδικασία αυτή διαμορφώνει και εντάσεις στο εσωτερικό των Η.Π.Α. με διαπάλη αν ο κύριος αντίπαλος τώρα είναι η Ρωσία (όπου υπάρχει ήδη στρατιωτική εμπλοκή) ή η Κίνα (όπου κλιμακώνεται ο εμπορικός/οικονομικός πόλεμος). Αυτή η διαπάλη ωστόσο δεν αμφισβητεί την ουσία της επιδιωκόμενης κατεύθυνσης, αφορά μια αντιπαράθεση γύρω από τους δρόμους και τα μέσα προώθησης αυτής.
Ο κλονισμός της κυριαρχίας των ΗΠΑ γίνεται ταυτόχρονα με την ορμητική οικονομική αλλά και γεωπολιτική ανάδυση της Κίνας, αλλά και άλλων αναπτυσσόμενων κρατών. Η συμμαχία Κίνας-Ρωσίας-Ιράν έχει διαμορφώσει έναν ισχυρό δεύτερο πυλώνα σε πολιτικό, οικονομικό και στρατιωτικό επίπεδο. Η Κίνα δεν διαθέτει σημαντική στρατιωτική παρουσία εκτός των συνόρων της και η στρατηγική της είναι πρωτίστως η εξάπλωση της οικονομικής και πολιτικής επιρροής της. Γίνεται λόγος για ανατροπή του «μονοπολικού» κόσμου των ΗΠΑ από μια «πολυπολικότητα» με περισσότερους παίκτες. Κάτι τέτοιο ωστόσο δεν μπορεί να γίνει ούτε ειρηνικά, ούτε μόνιμα. Ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός, αλλά και η τάση για πολεμική τελικά διαμόρφωση μιας ιεραρχίας οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής ισχύος αποτελεί «νόμο» του καπιταλισμού.
Σε αυτό το σκηνικό ξεχωρίζει η βαρβαρότητα της σφαγής των Παλαιστινίων από το κράτος δολοφόνο του Ισραήλ. Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος γενικότερης ανάφλεξης στην περιοχή με βάση και τις ενέργειες του Ισραήλ και τις επιθέσεις σε Λίβανο, Συρία και Ιράν. Η πτώση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία είναι μια ιστορική εξέλιξη, δεν είναι προϊόν της νίκης μιας λαϊκής εξέγερσης αλλά της ήττας της. Οι «αντικαθεστωτικές» δυνάμεις υπονόμευσαν κάθε αίσθημα γνήσιας λαϊκής οργής και έγιναν αντιδραστικές μαριονέτες ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, απέναντι σε ένα καθεστώς που εφάρμοσε νεοφιλελεύθερες πολιτικές φτωχοποίησης, στηριζόμενο εδώ και χρόνια μόνο στον στρατό, την αστυνομία και στην προστασία Ρωσίας, Ιράν και Χεζμπολάχ. Οι εξελίξεις στη Συρία όχι μόνο είναι επώδυνες για τον λαό της, αλλά ενισχύουν παραπέρα την τάση για άμεση πολεμική έκφραση των οξυμένων ανταγωνισμών του κεφαλαίου, των αστικών κρατών και των καπιταλιστικών μπλοκ, που επιφέρουν καταστροφή και ατέλειωτο πόνο στους λαούς.
Το παράδειγμα της Συρίας δείχνει ότι η δυνατότητα απελευθέρωσης για τους εκμεταλλευόμενους λαούς δεν μπορεί να στηρίζεται σε οποιονδήποτε “προστάτη”. Η προσδοκία εθνικής απελευθέρωσης υπό τη σκέπη ξένων δυνάμεων είναι επικίνδυνη για τους λαούς. Η ηρωική παλαιστινιακή αντίσταση, παρά και τις δικές της εσωτερικές αντιφάσεις, αξίζει την ολόπλευρη αλληλεγγύη μας καθώς μάχεται απέναντι σε ένα κράτος που είναι σήμερα η επιτομή του σύγχρονου καπιταλισμού. Η γενοκτονία στη Γάζα έχει γίνει το πεδίο εφαρμογής εργαλείων των πιο εξελιγμένων “επιτευγμάτων” της τεχνολογίας, όπου εταιρίες κολοσσοί (Google, Amazon, Microsoft κ.α.) με πολεμικές ψηφιακές εφαρμογές δοκιμάζουν τα προϊόντα τους, εκτοξεύοντας ταυτόχρονα τα κέρδη τους. Το κίνημα αλληλεγγύης έχει ταυτόχρονα βαθύ αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο, αναδεικνύει το βασικό ζήτημα της υπαγωγής της επιστήμης, της έρευνας και της τεχνολογίας στις ανάγκες του καπιταλισμού. Το Ισραήλ ενσαρκώνει το πρότυπο ενός κράτους όπου η εξουσία είναι απόλυτη σε βάρος των καταπιεζόμενων χωρίς να υπάρχουν περιορισμοί. Η διάπραξη μιας γενοκτονίας σε ζωντανή μετάδοση από μια χώρα πλήρως ενταγμένη σε αυτό που αποκαλείται Δύση ανοίγει μια νέα εποχή. Αν το Ισραήλ μπορεί να εξοντώνει ατιμώρητα ένα λαό, ανοίγει ο δρόμος για να γίνουν τα ίδια σε κάθε λαό που αγωνίζεται ενάντια στους δικούς του δυνάστες αλλά και σε κάθε χώρα σε βάρος των “δικών τους Παλαιστίνιων”, τους πρόσφυγες και τους μετανάστες αρχικά, αλλά σε καθένα που αντιστέκεται και δεν “χωράει” στο μέλλον. Πλήρως συνυπεύθυνες είναι οι φιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις, ακόμα και πολλές που προσδιορίζονται ως προοδευτικές και αριστερές.
Στις χώρες της Ευρώπης το ζήτημα των πολιτικών απέναντι στις κοινότητες μεταναστών είναι βαθύτατα ταξικό, καθώς οι μετανάστες είναι μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης. Αυτό που φοβούνται οι αστικές τάξεις στην Ευρώπη είναι ότι ο αγώνας του παλαιστινιακού λαού μπορεί να ριζοσπαστικοποιήσει τις κοινότητες των μεταναστών, να γίνει παράδειγμα αντίστασης και αγώνα που θα πάρει και ταξικά, πολιτικά χαρακτηριστικά. Η ακροδεξιά ως εμπροσθοφυλακή της αστικής πολιτικής εφαρμόζει την διάχυση ρατσιστικών διαχωρισμών εντός της εργατικής τάξης, γι’ αυτό και -παρά τον ιστορικό αντισημιτισμό της- είναι σήμερα ο πιο φανατικός φίλος του Ισραήλ σε όλο τον πλανήτη.
Η γενοκτονία στην Παλαιστίνη κινητοποίησε εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου σε πολλές χώρες με μαζικές κινητοποιήσεις παρά τις απαγορεύσεις μιας σειράς κυβερνήσεων. Το νέο αυτό κύμα αλληλεγγύης έχει εν μέρει και αντι-ΝΑΤΟϊκά και αντιιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά. Ξεχωριστή σημασία είχε η φοιτητική έκρηξη αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ και της Ευρώπης, καθώς ανέδειξε και τα παραπάνω στοιχεία της σύνδεσης της γενοκτονίας με τα κέρδη των καπιταλιστών και την στήριξη της από όλο σχεδόν το φάσμα της αστικής πολιτικής.
Στους λαούς αναπτύσσεται μεγάλη ανησυχία, φόβος και αγανάκτηση. Οι συνεχιζόμενες πολεμικές αντιπαραθέσεις, οξύνουν τα λαϊκά προβλήματα, εντείνουν το καθεστώς χειραγωγημένης ενημέρωσης-προπαγάνδας, χτυπούν περαιτέρω τις λαϊκές ελευθερίες, αυξάνουν τον μιλιταρισμό, λειτουργούν ενισχυτικά στους εθνικισμούς και τους ρατσισμούς κάθε είδους. Η πρωτοφανής αύξηση των στρατιωτικών δαπανών θα επιφέρει νέα πλήγματα στα ήδη κουτσουρεμένα κονδύλια για την υγεία, την παιδεία, τις λαϊκές ανάγκες. Δρομολογούνται επενδύσεις στην πολεμική βιομηχανία και κάλυψη των στόχων του ΝΑΤΟ για πολεμικές δαπάνες άνω του 2% σε κάθε χώρα-μέλος. Η Ε.Ε έχει ήδη εισέλθει σε “λειτουργία οικονομίας πολέμου». Η ελληνική αστική τάξη, με μπροστάρη την κυβέρνηση της ΝΔ και με τη συναίνεση των αστικών κομμάτων, δηλώνει ότι ξεπερνά ήδη το 3% του ΑΕΠ για πολεμικές δαπάνες, επιδιώκοντας την όλο και βαθύτερη πρόσδεση της χώρας στο ΝΑΤΟϊκό στρατόπεδο και ‒μέσω και αυτής‒ την αναβάθμιση της θέσης του ελληνικού καπιταλισμού στην ευρύτερη περιοχή.
Στο ευρύτερο πλαίσιο των ανταγωνισμών των ιμπεριαλιστικών κέντρων, αναπτύσσεται και η όξυνση του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού. Η ελληνική αστική τάξη επιχειρεί να συνδέσει την προσπάθεια ανάκαμψης της στο εσωτερικό με την προσπάθεια αναβάθμισης της γεωστρατηγικής και οικονομικής θέσης της στην ευρύτερη περιοχή, με μαξιμαλιστικές θέσεις για τις θαλάσσιες ζώνες και τις ΑΟΖ με σκοπό να πάρει μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα σε βάρος της Τουρκίας. Σε αυτή τη βάση επιδιώκει ταυτόχρονα να γίνει αιχμή του δόρατος της πολιτικής του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στη Μεσόγειο. Πρωταγωνιστεί στο ράλι των εξοπλισμών ενώ η χώρα έχει μετατραπεί σε πολεμικό προγεφύρωμα των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ. Οι βάσεις σε Σούδα, Ελευσίνα, Αγχίαλο, Αλεξανδρούπολη είναι στην υπηρεσία των «φονιάδων των λαών», συμμετέχοντας σε ιμπεριαλιστικές στρατιωτικές επεμβάσεις και αποστολές.
Από την άλλη πλευρά, η τουρκική αστική τάξη και το κράτος της επιδιώκουν να αναβαθμίσουν το ρόλο τους, εκφράζοντας τη δυναμική οικονομική ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών. Η Τουρκία αναπτύσσεται σε μεγάλη περιφερειακή δύναμη με σχετικά αυτοτελή ρόλο και στρατηγική. Παρότι η οικονομία της αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα, έχει ισχυρή παραγωγική βάση, έχει αναπτύξει πολεμική βιομηχανία, εκμεταλλεύεται τη γεωπολιτική της θέση και τις σχέσεις της με τον μουσουλμανικό κόσμο. Πραγματοποιεί στρατιωτικές αποστολές ή εισβολές σε μια σειρά χώρες (Συρία, Ιράκ, Λιβύη κ.α.), αναπτύσσει σχέσεις στην Αφρική. Αν και μέλος του ΝΑΤΟ, στάθηκε ενάντια στην Ισραηλινή εισβολή στη Γάζα, ενώ διατηρεί σχέσεις με τη Ρωσία. Κλιμακώνει τον ανταγωνισμό με την ελληνική αστική τάξη, θέτοντας διαπραγματευτικά μέχρι και ζητήματα κυριαρχίας νησιών του Αιγαίου. Η κυβέρνηση Ερντογάν, παρότι έχει ανοιχτά μέτωπα στο εσωτερικό με τους αγώνες των Κούρδων, το εργατικό κίνημα και τη μαχόμενη αριστερά, ρίχνει λάδι στη φωτιά των ανταγωνισμών.
Οι εξελίξεις που διαμορφώνονται φανερώνουν ότι ο ανταγωνισμός των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας έχει ταξική-εκμεταλλευτική βάση και είναι άδικος, αντιδραστικός, επιθετικός και από τις δύο πλευρές του Αιγαίου. Ο ανταγωνισμός αυτός έχει οξυνθεί σε επικίνδυνο σημείο, με την πολεμική απειλή να επικρέμαται πάνω από τους λαούς και την πολεμική προετοιμασία να εξελίσσεται και στις δύο χώρες. Ταυτόχρονα όμως, ιμπεριαλιστικά κέντρα, πολυεθνικές και αστικές μερίδες επιθυμούν κάποια μορφή διαπραγμάτευσης, έτσι ώστε να διαφυλαχτεί η συνοχή του ΝΑΤΟ και να υπάρξει εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων και δρόμων προς όφελος του κεφαλαίου. Οι εργαζόμενοι και οι λαοί σε Ελλάδα, Τουρκία και Κύπρο πρέπει να αγωνιστούν από κοινού ενάντια στον επικίνδυνο ανταγωνισμό, να οδηγήσουν σε ήττα τα πολεμικά σχέδια των κυβερνήσεων και τις ορέξεις των πολυεθνικών. Οφείλουν να οργανώσουν την κοινή διεθνιστική πάλη τους για έξοδο Ελλάδας και Τουρκίας από το ΝΑΤΟ.
Συνολικά είναι επιτακτική η ανάγκη ενός σύγχρονου διεθνιστικού αντιπολεμικού κινήματος των εργαζομένων και των λαών σε ανεξαρτησία και ρήξη με τις δυνάμεις του κεφαλαίου και τα ιμπεριαλιστικά μπλοκ. Ο αγώνας κατά του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού δεν χωράει σε δίπολα καλών ή λιγότερο κακών ιμπεριαλιστών. Ο αγώνας αυτός για να είναι αποτελεσματικός πρέπει να στρέφεται συγκεκριμένα κατά της πολιτικής και των συμφερόντων που προσδένουν κάθε χώρα στο άρμα του πολέμου.
Στην Ελλάδα ζούμε σε ένα κράτος μέλος των μεγαλύτερων καπιταλιστικών-ιμπεριαλιστικών ολοκληρώσεων που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Γι’ αυτό στην Ελλάδα πάλη ενάντια στον πόλεμο σημαίνει πρωτίστως πάλη για την ήττα της πολεμικής γραμμής του ΝΑΤΟϊκού μπλοκ, μέρος του οποίου είναι η Ελλάδα, αγώνας ενάντια στην ΕΕ, για την ανατροπή της πολιτικής της ελληνικής κυβέρνησης και κάθε κυβέρνησης που ακολουθεί την ίδια πολιτική. Το προηγούμενο διάστημα αναπτύχθηκαν πρωτοβουλίες που είχαν σημαντική συμβολή στην ανάπτυξης της αντιπολεμικής πάλης (συγκρότηση και δράσεις της Αντιπολεμικής πρωτοβουλίας αριστερών οργανώσεων, συγκρότηση της Πρωτοβουλίας Αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό Λαό Εργατικών Σωματείων και Συλλογικοτήτων, διαδήλωση στις εγκαταστάσεις της Motor Oil κατά της παροχή καυσίμων στο στρατό του Ισραήλ, μπλοκάρισμα πολεμικών ερευνητικών προγραμμάτων στα πανεπιστήμια κ.α.). Οι πρωτοβουλίες αυτές πρέπει να ενισχυθούν και να ενταθούν στη νέα περίοδο.
Η συνολική πολεμική στροφή του καπιταλισμού της εποχής μας απαιτεί αποφασιστικά βήματα για μια νέα επαναστατική προγραμματική και οργανωτική απάντηση κομμουνιστικής απελευθέρωσης, για μια ισχυρή διεθνιστική αντικαπιταλιστική Αριστερά και αντίστοιχο εργατικό κίνημα με αιχμηρή αντιπολεμική γραμμή, με πολιτική ανεξαρτησία απέναντι στα αντίπαλα καπιταλιστικά μπλοκ στον ανταγωνισμό τους για κυριαρχία. Με διεθνιστικό αντικαπιταλιστικό αγώνα οι λαοί μπορούν να νικήσουν στον αγώνα ενάντια στους πολέμους του κεφαλαίου.
Ως Κομμουνιστική Απελευθέρωση αγωνιζόμαστε :
Κομμουνιστική Απελευθέρωση
Ιανουάριος 2025