Η τελευταία παρέμβαση του ΣΕΒ, όπως αυτή καταγράφεται στο εβδομαδιαίο του δελτίο, με τις «έξι δέσμες μέτρων» που προτείνει, ενόψει και της ΔΕΘ, ως αναγκαίες για αυτό που η άρχουσα τάξη ονομάζει «ανάκαμψη –ανάπτυξη», είναι εύγλωττη και θα λέγαμε διδακτική από την ανάποδη για την υπόθεση της εργατικής τάξης και του λαού. Ανάμεσα στα άλλα, λοιπόν, ο ΣΕΒ προτείνει «την εφαρμογή του Μνημονίου και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων χωρίς καθυστερήσεις», ζητά επιτακτικά την «επιτάχυνση του προγράμματος των αποκρατικοποιήσεων» και την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων με την «πώληση των επισφαλών απαιτήσεων». Με άλλα λόγια, ο ΣΕΒ ζητά πιο γρήγορα και αποφασιστικά να προχωρήσει η υποτίμηση της εργατικής δύναμης (…«οι αναδιαρθρώσεις») και το πλιάτσικο στο δημόσια πλούτο (αποκρατικοποιήσεις) αλλά και στην όποια περιουσία έχει μείνει στο λαό μέσω της πώλησης των λεγόμενων κόκκινων δανείων. Αυτές είναι οι μόνες πραγματικές πηγές από τις οποίες μπορεί να αντληθεί πλούτος για το μεγάλο ντόπιο κεφάλαιο και να πραγματωθεί η «ανάπτυξη». Αυτοί είναι και οι απαράβατοι όροι που θέτει το ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο για να κάνει στη χώρα «επενδύσεις» (έτσι λένε τις ληστρικές επιδρομές) και αυτές οι «επενδύσεις» θα διαμορφώσουν το απαραίτητο πλαίσιο εντός του οποίου θα δραστηριοποιηθούν τα ντόπια αρπακτικά.
Ο ΣΕΒ, λοιπόν, μια βασική φωνή της μεγαλοαστικής τάξης στη χώρα -ανεξάρτητα ότι αυτή η τελευταία υπόκειται συνολικά στους ιμπεριαλιστές πάτρωνές της και η «πρόοδός» της εξαρτάται από τις αντιθέσεις τους και τις γεωπολιτικές εξελίξεις που δεν ελέγχει και ορίζει- ξέρει πολύ καλά «τι του γίνεται». Τι έχει να ζητήσει από την κυβέρνησή του και συνολικά από τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, ενάντια σε ποιους στρέφεται (εργατική τάξη, λαό), ποιους επιδιώκει ακόμα περισσότερο να εκμεταλλευτεί και να ληστέψει.
Όμως στο σημερινό, αρνητικό για τους εργάτες και το λαό ταξικό-πολιτικό συσχετισμό, το ανάποδο ερώτημα δεν έχει καθόλου προφανείς απαντήσεις! Αντίθετα με μια σειρά διεθνείς και εσωτερικές εξελίξεις –όπως αυτή της κόντρας για τις τηλεοπτικές άδειες- ο λαός «καλείται» (ή και πραγματικά καλείται από την κυβέρνηση, τις αστικές και ρεφορμιστικές δυνάμεις) όχι μόνο να μην αναδείξει και παλέψει τα δικά του πραγματικά προβλήματα, αλλά αντίθετα να φορτωθεί τα προβλήματα και τα αδιέξοδα του συστήματος της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης.
Αδιέξοδα και καυγάδες των από πάνω
Το βασικό πλαίσιο των προβλημάτων της άρχουσας τάξης είναι αυτό που καθορίζεται από τις σχέσεις εξάρτησης της από τους ιμπεριαλιστές της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Σχέσεις που ενώ δεν της αμφισβητεί σαν τέτοιες από την άλλη θέλει να διαπραγματευτεί τους όρους τους. Θέλει να «επιστρέψει στις αγορές», να χαλαρώσει η θηλιά του χρέους, να βρει ρόλο και μπίζνες στη χώρα αλλά και στην περιοχή. Δεν έχει ενδοιασμούς στα ανταλλάγματα είτε αυτά αφορούν στη μετατροπή της χώρας σε παράρτημα των ιμπεριαλιστικών μονοπωλίων είτε στην «προσφορά» της γεωπολιτικής θέσης της χώρας για τις πολεμικές επιδιώξεις των ιμπεριαλιστών. Αποδέχτηκε ακόμα και το ρόλο του στρατοπέδου-φύλαξης και εγκλεισμού των προσφύγων, αλλά παρόλα αυτά τα αιτήματά της δεν ικανοποιούνται! Η περιπόθητη ρύθμιση-ελάφρυνση του χρέους παραπέμπεται ξανά και ξανά, και αποτελεί και σημείο της αμερικανογερμανικής αντιπαράθεσης για τους όρους ελέγχου στη χώρα. Εξάλλου ο ρεαλισμός της υποτέλειας, η ευθυγράμμιση με τις ιμπεριαλιστικές απαιτήσεις λεηλασίας και επιβολής πάνε μαζί με τις αυταπάτες. Η «υπόθεση Γεωργίου» είναι ενδεικτική αυτών των αυταπατών όχι μόνο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αλλά και συνολικά των αστικών πολιτικών δυνάμεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε λίγο-ούτε πολύ ήθελε να εμφανίζει πως η υπόθεση των μνημονίων είναι ένα ατύχημα! Και ότι αν «διορθωθούν» οι «φουσκωμένοι δείκτες» της ΕΛΣΤΑΤ θα μπορούσε αν μη τι άλλο να ανοίξει ο δρόμος για τις αγορές! Όμως Κομισιόν και ΔΝΤ (εδώ με μια φωνή) διαβεβαίωσαν ότι δεν είναι ατύχημα, αλλά ιμπεριαλιστική εξάρτηση και επιβολή σε έναν κόσμο που ταράσσεται από την ιμπεριαλιστική επιδρομή, σε έναν κόσμο που οι θεωρούμενες ενδιάμεσες χώρες μπορούν και πρέπει να υποβαθμιστούν πολύ παρακάτω!
Παρόλα αυτά, η φασαρία καλά κρατεί, με την κυβέρνηση να εμφανίζεται απέναντι στο λαό πως παλεύει για τα δίκια του και το μέλλον της χώρας και με το όλο ζήτημα να εμπλέκεται βέβαια με τις ντόπιες πολιτικές αντιπαραθέσεις μεταξύ των κομμάτων του συστήματος αλλά και εντός αυτών όπως ιδιαίτερα φανερά γίνεται εντός της ΝΔ. Φασαρία και αντιπαραθέσεις με τις οποίες καλείται ο λαός να «επιλέξει» ποια τακτική πρέπει να ακολουθηθεί για να εφαρμόζεται αποτελεσματικά (για την αστική τάξη) η γραμμή της συμμόρφωσης στις ιμπεριαλιστικές απαιτήσεις, ποια πρόσωπα και δυνάμεις του αστικού πολιτικού κόσμου πρέπει να «καούν», να σωθούν, να αναβαθμιστούν…
Παρόμοια χαρακτηριστικά έχει και το άλλο ζήτημα των ημερών -που προφανώς θα έχει μακρά συνέχεια- αυτό των τηλεοπτικών αδειών. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ως φρέσκια «στα πράγματα» έχει την ανάγκη να κατοχυρώσει το ρόλο της ως βασικό πολιτικό κέντρο στη χώρα, να αναδειχτεί και να επιβληθεί σαν οργανική πολιτική δύναμη του συστήματος. Και προφανώς αυτή η επιδίωξη της περνάει και μέσα από την κατάκτηση του κυρίαρχου ρόλου στη μοιρασιά των τηλεοπτικών συχνοτήτων και τη διαπλοκή της που λένε με τα μεγάλα ντόπια αφεντικά. Η αντιπαράθεση λοιπόν γύρω από το ζήτημα δεν είναι «φτιαχτή» -όπως λέγεται από κάποιες πλευρές- είναι και πραγματική και έντονη και με προφανείς πολιτικές διαστάσεις. Αλλά η αντιπαράθεση αυτή δεν αφορά το λαό και τα συμφέροντά του! Όσο και αν η κυβέρνηση καμώνεται πως τάχα επιδιώκει «νομιμότητα» και να «εισπραχθούν λεφτά για τα κρατικά ταμεία», είναι βέβαιο πως τα ΜΜΕ και θα μείνουν στα χέρια του μεγάλου κεφαλαίου και θα συνεχίσουν το ρόλο εξαπάτησης και χειραγώγησης των μαζών που έχουν σε αυτή την κοινωνία και τα λεφτά που θα εισπραχτούν(;) δεν προορίζονται βέβαια για τις λαϊκές ανάγκες. Αυτή είναι η «νομιμότητα» για τα ΜΜΕ σε αυτή την κοινωνία. Όπως είναι επίσης βέβαιο ότι με τους παλιούς ή κάποιους «καινούριους» ιδιοκτήτες των καναλιών και των ΜΜΕ γενικά, θα συνεχιστεί το καθεστώς του εργασιακού μεσαίωνα για τη μάζα των εργαζομένων σε αυτά.
Τα λαϊκά ζητήματα
Σταθερά στα επίπεδα του 1,5 εκατομμυρίου οι άνεργοι στη χώρα, με το επίδομα ανεργίας (360 ευρώ) να το παίρνει μόλις το 10% περίπου από αυτούς αλλά και να μετατρέπεται με τα νέα κυβερνητικά μέτρα σε επιδότηση των εργοδοτών για να ανοίξει και νέος κύκλος απολύσεων! Και από την «άλλη» πλευρά, οι εργαζόμενοι δουλεύουν στη μεγάλη πλειοψηφία τους χωρίς ωράριο, χωρίς ασφάλιση, με άθλιες αμοιβές πείνας, ή και χωρίς καθόλου μισθούς, μιας και εκατοντάδες χιλιάδες μένουν για μήνες απλήρωτοι! Παράλληλα, ο ΣΕΒ επιχαίρει γιατί οι νέες 19.000 «θέσεις εργασίας» που υπήρξαν τον περασμένο Ιούλιο (και για τις οποίες πανηγυρίζει η κυβέρνηση) ήταν όλες θέσεις μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης. Εξάλλου είναι το ίδιο το Δημόσιο που άνοιξε μαζικά το δρόμο των ελαστικών εργασιακών σχέσεων και πρωτοστατεί σε αυτή την κατεύθυνση και σήμερα με τις κάθε λογής συμβάσεις εργασιακού μεσαίωνα.
Γύρω από αυτό τον κεντρικό άξονα, δηλαδή την πολιτική χτυπήματος του δικαιώματος στη δουλειά και τη μετατροπή της δουλειάς σε σύγχρονη δουλεία, εξελίσσονται και προωθούνται τα χτυπήματα σε όλα τα στοιχειώδη λαϊκά δικαιώματα και τις κατακτήσεις. Το πετσόκομμα των συντάξεων και συνολικά των ασφαλιστικών δικαιωμάτων με τις απανωτές και ατελείωτες επιθέσεις στην ασφάλιση. Η διάλυση της δημόσιας περίθαλψης με τραγικές πια επιπτώσεις για εκατομμύρια λαού εργαζομένων και ανέργων. Η ισοπέδωση των στοιχείων της Δημόσιας και Δωρεάν Εκπαίδευσης με τα αδιέξοδα της νεολαίας και των λαϊκών οικογενειών να γίνονται βουνό μπροστά τους. Η παρατεταμένη επιδρομή και το ξεκλήρισμα της φτωχομεσαίας αγροτιάς με μια σειρά μέτρα και εργαλεία, από το κόστος της παραγωγής ως τη φορολεηλασία τους. Η παράλληλη επίθεση στα μικρομεσαία λαϊκά στρώματα (επαγγελματοβιοτέχνες, ελεύθεροι επαγγελματίες) που παράγει μαζικά λουκέτα, εγκατάλειψη επαγγέλματος και προσθέτει σημαντικά στα μεγέθη της κοινωνικής εξαθλίωσης.
Παράλληλα και για να υπηρετηθούν και να στηριχτούν όλα τα παραπάνω, έχει διαμορφωθεί ένα ολόκληρο «καθεστώς» τρομοκρατίας, καταστολής, διώξεων αγώνων, αντιστάσεων και αγωνιστών, προωθείται σταθερά μια πολιτική φασιστικοποίησης της δημόσιας ζωής και χτυπήματος των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των ελευθεριών του λαού και της νεολαίας.
Όλα αυτά όχι μόνο δεν είναι «περασμένα» αλλά αντίθετα είναι σε πλήρη εξέλιξη! Για όλα αυτά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μόχθησε πράγματι ως τώρα για την εμπέδωσή τους και το βάθεμά τους και στη διακηρυγμένη πολιτική της και στις άμεσες επιδιώξεις της βρίσκεται η όξυνσή τους, η κλιμάκωση της επίθεσης σε όλα αυτά τα μέτωπα.
Πάνω σε όλα αυτά επικάθονται οι πολεμικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην ευρύτερη περιοχή και η ενεργητική εμπλοκή της χώρας σε αυτές σαν πολιτικό αλλά και στρατιωτικό προγεφύρωμα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Επικάθεται δηλαδή η διαρκώς ανανεούμενη και τροφοδοτούμενη από τις εξελίξεις στον «πόλεμο» όλων εναντίον όλων που επικρατεί ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, η απειλή της ειρήνης στην περιοχή, όσο μπορεί να θεωρηθεί ότι αυτή (η ειρήνη) σήμερα υπάρχει. Η απειλή μιας ακόμα πιο εκτεταμένης αιματοχυσίας των λαών και καταστροφής των χωρών, με τη χώρα μας να βρίσκεται μέσα στο πεδίο της πολεμικής ζώνης που διαμόρφωσαν και διευρύνουν οι ιμπεριαλιστές.
Όροι αντιμετώπισής τους
Αυτά είναι τα βασικά ζητήματα που καλείται, που έχει ανάγκη να αντιμετωπίσει ο λαός. Αυτά ωστόσο τα ζητήματα δεν βρίσκονται ως τέτοια στην επίσημη ημερήσια πολιτική διάταξη της χώρας! Όταν και όσο «αναδείχνονται», χρησιμοποιούνται διαστρεβλωμένα και εκβιαστικά για να συρθεί ο λαός πίσω από αυτή ή την άλλη επιλογή της κυβέρνησης και των δυνάμεων του συστήματος, για να βρεθεί τελικά σε ακόμα μεγαλύτερη επιδείνωση της θέσης του. Αυτό κάνει λόγου χάρη η κυβέρνηση όταν «νοιάζεται» για τους ανέργους και δίνει το επίδομά τους στην εργοδοσία. Όταν θέλει να «λύσει» τα προβλήματα στις σπουδές της νεολαίας και προωθεί ένα πολύ πιο ταξικό σχολείο και σύστημα εισαγωγής σε ΑΕΙ-ΤΕΙ. Όταν «αγωνιά» για τις συλλογικές συμβάσεις και εισάγει μαζικά από το κράτος την ελαστική δουλειά και ετοιμάζει τον νέο αντισυνδικαλιστικό και απεργοκτόνο νόμο. Όταν «διαμαρτύρεται» για τον πόλεμο στη Συρία και βάζει το ΝΑΤΟ στο Αιγαίο και δίνει νέες βάσεις και χώρους αποθήκευσης ακόμα και πυρηνικών στους Αμερικάνους…
Αυτά τα ζητήματα επίσης δεν πρόκειται να τεθούν (πολύ περισσότερο να απαντηθούν) στις εκλογές! Τις επόμενες, όποτε και αν γίνουν! Αλλά ούτε στις μεθεπόμενες ή στις εκλογές για την ευρωβουλή (!), ή ακόμα για κάποιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο, από αυτά που αφθονούν στο Δημόσιο και χρόνια τώρα παίρνουν αποφάσεις προώθησης της πολιτικής του συστήματος. Μπορεί βέβαια η Αριστερά «μας» -είτε του Κοινοβουλίου όπως πχ το ΚΚΕ που καταθέτει σωρηδόν προτάσεις νόμου για πολλά από αυτά, είτε η ριζοσπαστική λεγόμενη όπως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΛΑΕ που διευρύνθηκε και με τη Χριστιανική Δημοκρατία…- να έχει μεγάλη αγωνία και να θεωρεί «μεγάλο ορόσημο» τις κάθε είδους επικείμενες εκλογές. Ωστόσο είναι προφανές και πολύ πρόσφατα και οδυνηρά για το λαό αποδεδειγμένο πως κάνουν λάθος. Είτε γιατί «δεν καταλαβαίνουν», είτε γιατί δεν θέλουν να καταλάβουν! Αλλά το ζήτημα δεν είναι να επιλέξουμε ανάμεσα στον κοινοβουλευτικό κρετινισμό και τη συνειδητή υποταγή, μιας και στο κάτω-κάτω το πρώτο μπορεί να θεωρηθεί η εμβρυακή μορφή του δεύτερου.
Τα ζητήματα αυτά με έναν και μόνο τρόπο μπορούν να τεθούν, να αναδειχθούν και σε μια πορεία να απαντηθούν με ένα συνολικό τρόπο για τους από κάτω: Με τη μαζική λαϊκή πάλη! Με τη συγκρότηση των δυνάμεων του λαού και της νεολαίας σε βάση χειραφέτησης από το σύστημα, τις δυνάμεις του, την πολιτική του και την ιδεολογία που εκφράζουν. Με την απόρριψη δηλαδή του δρόμου του συστήματος, του «μονόδρομου» της εξαρτημένης καπιταλιστικής Ελλάδας και όλων των «παραλλαγών του» που αναζητούν «συμφωνίες», «εγκρίσεις» και «μεταβάσεις», εντός των κόλπων και των δυνάμεων του συστήματος.
Σε μια τέτοια βάση και στην κατεύθυνση του δικού του δρόμου που έχει ανάγκη να χαράξει ο λαός, πρέπει και μπορεί να παλευτεί η ανάδειξη των πραγματικών λαϊκών ζητημάτων, η συγκρότηση, στήριξη και ενίσχυση των εστιών πάλης και των μαζικών αγώνων που απαιτούνται επιτακτικά για το λαό και τη νεολαία.