Νέες εξίσου ή και πιο επικίνδυνες σεισμικές δονήσεις προκαλεί στην Ανατολική Μεσόγειο η καινούρια φάση όξυνσης του ανταγωνισμού των ιμπεριαλιστών. Καθοριστικό της στοιχείο είναι η επιμονή των ΗΠΑ να αναιρέσουν με κάθε τρόπο και μέσο τις επιτυχίες της Μόσχας στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, αλλά και να μετατρέψουν την περιοχή σε εφαλτήριο για την ακόμα μεγαλύτερη πίεση στα δυτικά σύνορα της Ρωσίας. Δίπλα σ’ αυτό επιδιώκουν να γίνει η περιοχή απροσπέλαστο πεδίο για την «ήπια» διείσδυση της Κίνας, ενώ χρησιμοποιείται και στην προσπάθεια πιέσεων και ανταλλαγμάτων στους ευρωπαίους «εταίρους», με στόχο τον περιορισμό των διαφοροποιήσεών τους στους κεντρικούς σχεδιασμούς των αμερικάνικων επιτελείων. Ιδιαίτερη πλευρά αποτελεί η κλιμακούμενη προσπάθεια επαναφοράς της Τουρκίας στα αμερικανοΝΑΤΟϊκά στάνταρ, που κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει.
Η νέα πενταετής συμφωνία ΗΠΑ-Ελλάδας (MDCA) που υπογράφηκε στην Ουάσιγκτον και η οποία μετατρέπει τη χώρα σε μια απέραντη και αναβαθμισμένη στρατιωτική πλατφόρμα των αμερικάνων ιμπεριαλιστών, υπηρετεί τους στόχους που αναφέρθηκαν, τόσο προς Βορρά και Ανατολή όσο και προς τον Νότο, συμπεριλαμβάνοντας μια μεγάλη ζώνη που ξεκινά από τα Βαλκάνια και διακλαδίζεται σε Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική, αφού διασχίσει την ταραγμένη Ανατολική Μεσόγειο. Φυσικά δεν υπογράφηκε για να «προστατέψει τη χώρα», ενώ δεν πρέπει να υποτιμούμε το γεγονός ότι την καθιστά στόχο των αντίπαλων στις ΗΠΑ ιμπεριαλιστών και σε κάθε περίπτωση …πεδίο βολής φτηνό! Είναι άλλης τάξης ζήτημα ότι οι ΗΠΑ, με γνώμονα τις παραπάνω επιδιώξεις, επιπρόσθετα χρησιμοποιήσαν τους φόβους και τις ανάγκες της αστικής τάξης της Ελλάδας στον αντιδραστικό της ανταγωνισμό με την αστική τάξη της Τουρκίας, ώστε να αναβαθμίσουν σημαντικά τη στρατηγική «μπότα» τους στην χώρα. Εξάλλου αυτή η τοπική -ας πούμε- διάσταση προσφέρει στις ΗΠΑ αυξημένη δυνατότητα να μεγαλώσουν την πίεση, τα αδιέξοδα και τα προβλήματα στην ερντογανική διακυβέρνηση, με στόχο τη συμμόρφωσή της Τουρκίας με ή χωρίς τον Ερντογάν. Αυτή η επείγουσα επιχείρηση συμμόρφωσης της Τουρκίας απέχει, ωστόσο, αρκετά από τις φαντασιώσεις του κόσμου της υποτέλειας να γίνουν το αδιαμφισβήτητο «πουλέν» (κάτι σαν ευρωπαϊκό «Ισραήλ») στην περιοχή και μάλιστα με ρίξιμο της Τουρκίας. Με άλλα λόγια, οι ΗΠΑ, παρά το «θόλωμα» που δημιουργεί η προσπάθειά τους να συμμορφώσουν την Τουρκία, εξακολουθούν γενικά να είναι με τη γραμμή της «συνεννόησης» και της σχετικής ισορροπίας μεταξύ των δύο πλευρών, ώστε να αποκατασταθεί η σταθερότητα της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ και επιπλέον δεν χρειάζεται ούτε θέλουν να τα «ποντάρουν» όλα σ’ ένα άλογο. Όπως και να έχει, το σίγουρο είναι πως η άρχουσα τάξη της χώρας μπλέκεται σε πράγματα πολύ πάνω από το μπόι της, μπλέκοντας ταυτόχρονα τον λαό και τη χώρα σε πολύ επικίνδυνα μονοπάτια.
Η γαλλοελληνική συμφωνία που είχε προηγηθεί, στο ίδιο πλαίσιο του ανταγωνισμού επιτεύχθηκε. Ο γαλλικός ιμπεριαλισμός χρησιμοποίησε τις ανησυχίες των ντόπιων αστών για να κάνει ένα ακόμα βήμα ενίσχυσης της επιρροής του στην Ελλάδα και την Ανατολική Μεσόγειο. Στην επιτυχία της προσπάθειάς του σίγουρα συνέβαλε και η ανοχή που επιδείχθηκε από τις ΗΠΑ, όχι μόνο σαν αντάλλαγμα στο άδειασμα του Παρισιού από τη συμφωνία AUKUS, αλλά και γιατί η Ουάσιγκτον θεώρησε πως η αύξηση της πίεσης προς τον Ερντογάν, που και αυτή η συμφωνία έχει ως «τοπική» παρενέργεια, εξυπηρετεί τους ευρύτερους σχεδιασμούς της. Η Γαλλία, όπως δείχνει και η σύγκληση από μέρους της διεθνούς συνόδου για τη Λιβύη στα μέσα του φετινού Νοέμβρη, έχει μπει για τα καλά στην προσπάθεια να χωθεί στην περιοχή. Ισχυρή διάσταση στις κινήσεις της έχει η φιλοδοξία της όχι απλά να διατηρήσει, αλλά και να επαυξήσει την ιμπεριαλιστ(ρ)ική παρουσία της -που έχει τις ρίζες της στην περίοδο της αποικιοκρατίας- στη Ζώνη του Σαχέλ στην υποσαχάρια Αφρική, οπότε και δεν είναι τυχαίες οι δεσμεύσεις που απέσπασε από τη ντόπια άρχουσα τάξη για αυτό.
Η συνεχιζόμενη πολιτική αμφισβήτηση και η οικονομική αλλά και κοινωνική κρίση στο εσωτερικό της Τουρκίας, εξελίξεις που έχουν ισχυρή διασύνδεση με την πίεση των ΗΠΑ αλλά και της ΕΕ (που ως ένα βαθμό συντονίζεται σ’ αυτό το ζήτημα με τις ΗΠΑ), έχουν στριμώξει τον Ερντογάν, που όμως επιμένει σε μια εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευση μαζί τους. Η κλιμάκωση της πίεσης των Δυτικών μέσα από τις τελευταίες συμφωνίες με την Ελλάδα και όχι μόνο (Λιβύη-απαίτηση για αποχώρηση τούρκικων στρατευμάτων, κατηγορίες για έλλειμμα δημοκρατικών θεσμών, Συρία-εξοπλισμός YPG από ΗΠΑ, κ.ά.) είχε σαν συνέπεια η τούρκικη ηγεσία όχι απλά να επαναφέρει σε πρώτο πλάνο τους μαξιμαλισμούς («Γαλάζια Πατρίδα»), αλλά και να τους εντείνει (άνοιγμα της συζήτησης για casus belli όσον αφορά τη στρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου). Η εκτενής δήλωση που προέκυψε από την πρόσφατη τριμερή Σύνοδο Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου, που εκτός από το γεγονός ότι επισημοποίησε την ηλεκτρική διασύνδεση Αιγύπτου-Ελλάδας εμπεριείχε σημαντικές αναφορές σε όλο το φάσμα των ζητημάτων που έχουν τεθεί στην Ανατολική Μεσόγειο, υιοθετώντας σαφείς καταδικαστικούς τόνους απέναντι στην τούρκικη πολιτική, εκτόξευσε την οργή της Άγκυρας στα ύψη. Λάδι στην φωτιά έριξε και η made in USA απαίτηση των δέκα δυτικών πρεσβευτών στην Άγκυρα να απελευθερωθεί ο Οσμάν Καβαλά.
Μέσα σ’ αυτά τα ζητήματα που έχουν ανοιχτεί και σπρώχνονται σε τροχιές καθόλου ευχάριστες για τους λαούς είναι φυσικά και το Κυπριακό. Συνεχίζονται από την Άγκυρα αλλά και τον Τατάρ στα κατεχόμενα τόσο η απαράδεκτη ρητορική και πολιτική προώθηση των «δύο κρατών», όσο και οι προκλήσεις στα Βαρώσια και οι απειλές για παρενόχληση τυχόν νέων ερευνών στην κυπριακή ΑΟΖ. Από την άλλη, ο Αναστασιάδης και η ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη που εκπροσωπεί -και οι οποίοι έχουν με τους τυχοδιωκτισμούς τους σημαντικό μερίδιο στην κλιμάκωση της διχοτομικής πολιτικής- συνεχίζουν τις εκδουλεύσεις και τα χαριεντίσματα με τους ιμπεριαλιστές και όχι μόνο τους δυτικούς και επιμένουν στα μεγαλεπήβολα σχέδια για να καταστεί η Κύπρος «ενεργειακός κόμβος» στην περιοχή. Η παραίτηση του «πρωθυπουργού» στα κατεχόμενα Ερσάν Σανέρ, τα ροζ σκάνδαλα που διαδοχικά έρχονται στο φως της δημοσιότητας και εμπλέκουν τον ίδιο καθώς και ανώτερο στέλεχος του «Δημοκρατικού Κόμματος» του Σερντάρ Ντενκτάς, όλοι τους υποστηρικτές της σκληρής γραμμής, ταυτόχρονα σχεδόν με τη συμπερίληψη του ονόματος του Προέδρου Νίκου Αναστασιάδη σε ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα Pandora Papers (που αφορούν ξανά τη ρώσικη παρουσία στην Κύπρο) είναι άραγε τα πρώτα στοιχεία μιας νέας επίμονης προσπάθειας των δυτικών ιμπεριαλιστών να αντικαταστήσουν τους σημερινούς «δύστροπους» εκπροσώπους των ελίτ του νησιού με άλλους πιο πρόθυμους να υποστηρίξουν μια ιμπεριαλιστική «λύση» ανάλογη του κακόφημου σχεδίου Ανάν; Ίδωμεν.
Αντίστοιχα στη Λιβύη και για τη Λιβύη παρατηρείται μια σημαντική ιμπεριαλιστική κινητικότητα. Με ορίζοντα τις επερχόμενες (;) προεδρικές και βουλευτικές εκλογές -τον Δεκέμβρη του ‘21 οι μεν και τον Γενάρη του ‘22 οι δε- και με ανοιχτές τις πληγές της, οι ιμπεριαλιστές των ΗΠΑ, της Ρωσίας και της Ευρώπης διεξάγουν έναν αγώνα κατάκτησης θέσεων ελέγχου και επηρεασμού των εξελίξεων στην χώρα. Οι ΗΠΑ, με νομοσχέδιο που έχει ήδη ψηφίσει η Βουλή των Αντιπροσώπων, επισημοποιούν την αναβάθμιση της Λιβύης στις προτεραιότητες της Ουάσιγκτον. Με άξονα την απαίτηση για αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων από τη λιβυκή επικράτεια, οι ΗΠΑ προσπαθούν να χτυπήσουν τα ερείσματα και τα «μπασίματα» της Ρωσίας, αλλά και να στείλουν αυστηρό μήνυμα προσαρμογής στον Ερντογάν. Η Γαλλία, μέσω της επιχειρούμενης συνόδου για τη Λιβύη εκτός των άλλων που ήδη αναφέραμε, προσπαθεί να πάρει τη διπλωματική πρωτοβουλία από τα χέρια της Γερμανίας, ενώ καθόλου τυχαία προσκαλεί και την Ελλάδα, που ήταν αποκλεισμένη από τη Διαδικασία του Βερολίνου. Η αστική τάξη της Τουρκίας, βλέποντας τον κλοιό να σφίγγει, επιδιώκει να διασώσει ότι μπορεί να διασωθεί, εκμεταλλευόμενη τη στήριξη που παρείχε στον Σάρατζ, ενώ η ντόπια αστική τάξη προσπαθεί, στοιχισμένη πίσω από τους αμερικανικούς και γαλλικούς σχεδιασμούς, να υπονομεύσει την ισχύ του τουρκολιβυκού συμφώνου.