Ο λαός μας βιώνει την πιο βάρβαρη και εξοντωτική επίθεση ενάντια στα εργατικά, κοινωνικά, ατομικά και πολιτιστικά δικαιώματα του, ενώ θεωρείται βέβαιο ότι η επίθεση αυτή όχι μόνο δεν θα ανακοπεί, αλλά θα συνεχιστεί με μεγαλύτερη ένταση. Επίθεση που το αδίστακτο πρόσωπο του κεφαλαίου και η εξάρτηση της χώρας δημιουργούν, συντηρούν, αναπαράγουν και συσσωρεύουν στο χρόνο. Η σφοδρή αντιλαϊκή επίθεση των τελευταίων χρόνων, έφερε πιο κοντά και συσπείρωσε στις συνοικίες, μέσω πρωτοβουλιών και επιτροπών, πολλούς αγωνιστές διαφορετικής προέλευσης και ιδεολογικής αναφοράς. Στην πορεία και ιδιαίτερα μετά το 2012, αν κι όλοι τάσσονταν και τάσσονται υπέρ της κοινής σύμπλευσης, αποδείχτηκε ότι έννοιες όπως «κοινή δράση», «αντίσταση», «διεκδίκηση» κ.λπ είχαν διαφορετικές προσλαμβάνουσες για όσους ενεπλάκησαν στα διάφορα σχήματα της συνοικίας. Οι διάφορες συσπειρώσεις στη συνοικία ξεκινούσαν με έντονο τον διαπαραταξιακό χαρακτήρα, μ’ αποτέλεσμα το γενικότερο πρόβλημα της Αριστεράς κι ιδιαίτερα της εξωκοινοβουλευτικής να αντανακλάται στην καθημερινότητα και την πρακτική των διάφορων συσπειρώσεων. Οι όποιοι ανένταχτοι αγωνιστές που εντάσσονταν σ’ αυτές, γρήγορα αισθάνονταν ότι λειτουργούσαν σε προκαθορισμένες μικροκομματικές κινήσεις, που τελικά αδυνατούσαν να δώσουν σ’ αυτούς τις συγκεκριμένες απαντήσεις κι αγωνιστικές διεξόδους που απαιτούσαν για τα τοπικά η γενικότερα προβλήματα. Με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ περίσσεψαν οι ψευδαισθήσεις, οι αυταπάτες, η λογική της ανάθεσης και οι εκφοβισμοί όλων των μορφών. Σ’ αυτό συνέβαλε το ίδιο καθοριστικά η στάσηκαι η πολιτική του ΚΚΕ, όπως και οι φαεινές, τα κολπάκια και οι παλινωδίες του λεγόμενου χώρου (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, α/α/α, τροτσκιστών). Στη πορεία του χρόνου η απουσία ταξικού κινήματος και η αποσυγκρότηση της εργατικής τάξης εντείνει τη σύγχυση, την ανασφάλεια, την απαξίωση, την έλλειψη αλληλεγγύης, τις ατομικές λύσεις και την εντύπωση ότι «δεν γίνεται τίποτα». Όλα αυτά λειτουργούν διαλυτικά για τις διάφορες πρωτοβουλίες γειτονιάς που όσες δεν ήταν σφραγίδες είτε αποδυναμώνονται και γίνονται σφραγίδες, είτε σταματούν τη λειτουργία τους.
Σήμερα νομίζω ότι η έννοια της γειτονιάς δεν μπορεί να αποδώσει το νόημα που αυτή είχε τα παλιότερα χρόνια. Για τους παραπάνω λόγους κι άλλους τόσους, εκείνο που μας διακρίνει είναι μια τάση αποξένωσης από τους συνανθρώπους μας κι από τις ομαδικές λύσεις των προβλημάτων. Χωροταξικά η έννοια της συνοικίας είναι αυτή που καλύπτει περισσότερο, μέσα από τις δεδομένες συνθήκες, τον ευρύτερο χώρο μέσα στον οποίο κατοικούμε. Σήμερα η συνοικία πολύ απέχει από την παλιά γειτονιά με το ψιλικατζίδικο στη γωνία, το μπακάλικο, το μανάβικο και το φουρνάρικο. Το σημερινό στίγμα της λαϊκής συνοικίας τελεί σε μια πορεία διαμόρφωσης, κάτω από το βάρος των πληθυσμιακών και ταξικών ανακατατάξεων που επέβαλε η πολύχρονη αντιλαϊκή καταιγίδα και η εξαρτώμενη οικονομία μας. Προ πολλού η συνοικία δεν ήταν μόνο ο χώρος όπου κατοικούμε, αλλά κι ο χώρος όπου πολλοί βιοπορίζονταν. Η καταγραφή του εργασιακού, κοινωνικού και πολιτιστικού χάρτη της συνοικίας από κάθε άποψη είναι απαραίτητος. Το απαιτεί το ξεκλήρισμα τόσων βιοτεχνιών και φασονατζίδικων, που έδρευαν στη συνοικία απασχολώντας πολλούς εργάτες, τα τόσα εμπορικά με τους τόσους υπαλλήλους που έβαλαν λουκέτο, ο συγκεντρωτισμός στο χώρο αγοράς τροφίμων και ποτών, τα super market, τα all day open κ.λπ. Οι τόσες πιτσαρίες και ψητάδικα με τους πολύπαθους διακινητές πακέτων. Οι διάφορες υπηρεσίες που εδρεύουν στις συνοικίες, οι δήμοι τα ΚΑΠΗ, τα υποκαταστήματα τραπεζών, τα σχολεία, τα φροντιστήρια, τα παραρτήματα ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών και τόσα άλλα. Τα στέκια της νεολαίας, οι άνεργοι, οι υποαπασχολούμενοι, οι μετανάστες και οι πρόσφυγες, οι σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων, οι αθλητικοί σύλλογοι και τόσα άλλα.
Η πολιτική αγωνιστική ενασχόληση στη συνοικία μας των τόσων προβλημάτων, φαντάζει απαραίτητη, αφού η καθημερινότητα μας διαπιστώνει ότι τα λεγόμενα τοπικά προβλήματα δεν παύουν να μετατρέπουν την αγανάκτηση ενός κόσμου σε ξεσπάσματα διαμαρτυριών και κινητοποιήσεων όχι ιδιαίτερα πολυάριθμων και με συγκεκριμένο ορίζοντα, ανάλογο της απουσίας ευρύτερων κινηματικών συνθηκών. Ακόμη για την ακινησία του κόσμου τα πράγματα «μπορεί να ήρθαν έτσι, αλλά δεν θα πάνε έτσι». Μπορεί για παράδειγμα στην Θεσσαλονίκη οι πρωτοβουλίες κατοίκων στις δυτικές συνοικίες, την Τούμπα, το Ωραιόκαστρο, την Ευκαρπία για τους γνωστούς και κάποιους ιδιαίτερους λόγους να διαλύθηκαν ή ακινητοποιήθηκαν, όμως τα προβλήματα παραμένουν με αυξητική τάση. Το ζόρι και η αγανάκτηση, η ταξική καταπίεση, η εξάρτηση θα ξαναφέρουν στο προσκήνιο κινητοποιήσεις και εξεγέρσεις και σ’ αυτό πρέπει να συμβάλουμε και βασικά να είμαστε εκεί όταν ξεσπάσουν.
Με τη δεδομένη έλλειψη λαϊκής οργάνωσης, που θα συνέβαλε να βγει στο προσκήνιο ο λαός, οι εμβρυακές μορφές λαϊκής αυτοοργάνωσης στη συνοικία δεν είναι αυτοσκοπός αλλά μονόδρομος. Αγωνιστική προοπτική μας είναι να ανιχνεύσουμε δρόμους συγκρότησης λαϊκών μορφών αυτοοργάνωσης. Επιτακτικά μπαίνει το θέμα της σύνδεσης της ταξικής μας πάλης με τη συνοικία και η αναζήτηση της ταυτότητας της παρέμβασης μας μέσα σ’ αυτή με τον κόσμο και για τον κόσμο.
Λοιπόν τι κάνουμε;
Πως θα υπερασπιστούμε τα λαϊκά συμφέροντα στη συνοικία και θα κτίσουμε την εργατολαϊκή άποψη; Ποιες προτάσεις αντίστασης, διεκδίκησης και λαϊκής αυτοοργάνωσης καταθέτουμε εκεί έξω στους δρόμους, όπου σύμφωνα μ’ ένα αντιδικτατορικό τραγούδι «θα κριθεί το δίκιο»; Η απάντηση είναι απλή. Μέσα από την κίνηση μας στον κόσμο, με τον κόσμο και για τον κόσμο. Δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές γι’ αυτό. Ο τρόπος είναι ένας:
Σύνδεση της εργατικής δουλειάς με τη δουλειά στη συνοικία.
Και στη συνοικία οι εργαζόμενοι αναγκάζονται να δουλέψουν κάτω από εξαντλητικές συνθήκες, με εξαθλιωμένους μισθούς, ανασφάλιστοι οι περισσότεροι, χωρίς δικαιώματα και μέτρα ασφαλείας. Σαν αποτέλεσμα της επέλασης του εργασιακού μεσαίωνα και μη βρίσκοντας κάπου να «πιαστούν», αφού οι συνέπειες της αποσυγκρότησης της εργατικής τάξης τους στερούν τη βάση και το έναυσμα για αντίσταση και διεκδικήσεις, οι εργαζόμενοι αποδέχονται την αρνητική αυτή κατάσταση σαν δεδομένη, χωρίς να βλέπουν διέξοδο. Αποτέλεσμα η υποταγή, η μοιρολατρία και η αυτοϋποτίμηση. Εκτιμώντας λοιπόν ότι η αποσυγκρότηση της εργατικής τάξης είναι η βάση του σημερινού αρνητικού συσχετισμού και βάζοντας σαν στρατηγικό στόχο τη συγκρότηση της εργατικής τάξης σαν τάξη για τον εαυτό της, ο αγώνας μας στη συνοικία κι όχι μόνο, βρίσκει την «καλή του ώρα» δίπλα στα ζόρια και τα προβλήματα των εργαζομένων σ’ αυτή, σε μια προσπάθεια να διαμορφώσουμε δυνάμεις αντίστασης και διεκδίκησης στη συνοικία, συνδεδεμένες με τη γενικότερη προσπάθεια της οργάνωσης μας.
Οι εργαζόμενοι μέλη και επιρροές της οργάνωσης μας πάντα έδιναν το ταξικό αγωνιστικό τους παρών στους εργατικούς και υπαλληλικούς κλάδους, μέσα κι έξω από τα συνδικαλιστικά όργανα. Η σύνδεση της εργατικής δουλειάς με τη δράση μας στη συνοικία είναι αναγκαία, όπως και αναγκαία είναι η μόνιμη και σταθερή κοινή ενασχόληση κινηματικού και διεκδικητικού χαρακτήρα. Πρέπει οι ειδικές και μερικές γνώσεις μας για τα εργασιακά της γειτονιάς, που ως κάτοικοι ή εργαζόμενοι σ’ αυτό τον χώρο τα γνωρίζουμε καλύτερα και οι προσπάθειές μας, να συνδεθούν με το γενικότερο και συνολικότερο αγώνα της Ταξικής Πορείας και των διαφόρων πρωτοβουλιών της.
Από την άλλη η ενίσχυση της ΛΑ.ΑΑΣ και η συγκεκριμενοποίηση της εργατολαϊκής της κατεύθυνσης πρέπει να αναβαθμιστούν στο επίπεδο της συνοικίας.
Κυκλοφορούν λαθεμένες απόψεις όπως ότι η δουλειά στην γειτονιά περνά μόνο μέσα από τα τοπικά προβλήματα κι ότι η εργατική δουλειά είναι κύρια η συνδικαλιστική ή αυτή που γίνεται σε κεντρικό επίπεδο. Είναι απόψεις που δεν ανταποκρίνονται στη ρίζα των προβλημάτων και παραγνωρίζουν το λαϊκό μαζικό παράγοντα. Η παρέμβαση στη συνοικία μπορεί να αναφέρεται:
Η κοινή δράση
Η κατάσταση απαιτεί την ανάπτυξη ενός ικανού πολιτικού λόγου, αναλύσεων και αναβαθμισμένης παρέμβασης και δράσης. Η όλη προσπάθεια μπορεί να γίνει μόνο από τα κάτω κι από τα μέσα και πρέπει να συμβάλλει στην οικοδόμηση κι ανάπτυξη όρων λαϊκής αυτοοργάνωσης και κοινής δράσης για αντίσταση και διεκδίκηση. Η ανάπτυξη ενός εργατολαϊκού κινήματος στη συνοικία δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα μόνο της δικής μας προσπάθειας, αλλά μιας κοινής προσπάθειας όσων περισσότερων δυνάμεων μπορούν να συνευρεθούν πάνω σε συγκεκριμένο αγωνιστικό πλαίσιο. Γωνιασμένα μοντέλα παρέμβασης στη συνοικία δεν υπάρχουν. «Η ενασχόληση στη συνοικία είναι πολυεπίπεδη κι απαιτεί απόψεις και θέσεις σ’ ένα ευρύ φάσμα ζητημάτων, που πολλές φορές δεν έχουμε από πριν διαμορφώσει». Πρέπει να επενδύσουμε στον κόσμο, να βασιστούμε και να οπλιστούμε καλύτερα από όσα μέχρι τώρα καταφέραμε στον τομέα της συνοικίας, παρ’ όλες τις αδυναμίες μας. Στόχος μας η μεγαλύτερη κίνηση κόσμου στη συνοικία με κοινή πάλη, αλλά και με την αντιπαράθεση απόψεων. Δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα με την αντιπαράθεση με τις λαθεμένες απόψεις μέσα στο λαϊκό κίνημα.
Στους δρόμους του αγώνα.
Στους δρόμους του εργατολαϊκού αγώνα στη συνοικία θα κριθούμε από τη γενικότερη παρουσία μας. Αντιμετωπίζουμε καταστάσεις μακράς διάρκειας, αλλά η μέχρι τώρα πείρα μας είναι ένα καλό εφόδιο. Θα γίνουν λάθη και πισωγυρίσματα, αλλά αυτός είναι ο μοναδικός δρόμος και το μεγάλο ερώτημα και συνάμα είναι στοίχημα, με ποιον τρόπο θα βαδίσουμε στη γειτονιά στο δρόμο της λαϊκής αυτοοργάνωσης.
«Όποτε οι εργαζόμενοι, ο λαός και η νεολαία βγήκαν μαζικά στους δρόμους ξανά και ξανά με αποφασιστικότητα και μαχητικότητα είχαν νίκες και όποτε βγήκαν στο προσκήνιο γράψαν ιστορία».
Γιάννης Χατζής
Θεσσαλονίκη. 18 Φεβρουαρίου 2019.