Στις ράγες της κανονικότητας που διαμόρφωσαν οι εκατοντάδες μνημονιακοί νόμοι και η αντεργατική επίθεση όλων των προηγούμενων χρόνων τρέχει η κυβέρνηση της ΝΔ. Με βάση αυτή την κανονικότητα, την υπεράσπισή της και την ενίσχυσή της, έχει εξαπολύσει ήδη μια άγρια και πολύπλευρη επίθεση ενάντια στο λαό, τους εργάτες και τα δικαιώματά τους. Και είναι αλήθεια ότι ο Μητσοτάκης δεν χρειάστηκε να «κάνει κωλοτούμπα». Βρήκε στρωμένη κατάσταση από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ που τον βοήθησε και τον βοηθά για να είναι συνεπής και με το παραπάνω στις αντιλαϊκές προεκλογικές του εξαγγελίες. Μια «μικρή εξαίρεση» είναι βέβαια η αμερικανοδουλεία με την οποία η κυβέρνησή του αντικατέστησε τις εθνικιστικές κραυγές με τις οποίες αντιπολιτευόταν στο ζήτημα αυτό την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά και ως προς αυτό δεν υπάρχει καμιά πραγματική έκπληξη. Γιατί είναι ιστορικό δεδομένο της αστικής τάξης το δίπολο εξάρτηση-εθνικισμός, γιατί είναι επίσης δεδομένη η θέση της ΝΔ για υποταγή-υποτέλεια στους ιμπεριαλιστές της Δύσης, θέση που δεν αλλάζει, πολύ περισσότερο στους σημερινούς καιρούς και συνθήκες.
Αν θέλαμε να κάνουμε μια πρόβλεψη για τη συνέχεια της κυβερνητικής πολιτικής θα λέγαμε ότι αυτή θα αποχαλινωθεί ακόμα και πολύ περισσότερο, καθώς θα χρειαστεί να αγνοήσει «ισορροπίες» και πιο αποφασιστικά να κινηθεί στην κατεύθυνση ακόμα πιο καίριων χτυπημάτων ενάντια στο λαό και στη νεολαία. Σε αυτό συντείνουν και θα συντείνουν όλοι οι παράγοντες -ντόπιοι και ξένοι- και όλα τα δεδομένα της κατάστασης στη χώρα και διεθνώς. Ο μόνος πραγματικός φόβος της κυβέρνησης, ο μόνος πραγματικός αντίπαλος που μπορεί να μπλοκάρει, να φρενάρει και να ανατρέψει την πολιτική της είναι ο λαός! Ωστόσο, για να γίνει η δυνατότητα αυτή πραγματικότητα, χρειάζονται πρωτοβουλίες κίνησης και πάλης. Χρειάζονται μάχες και αγώνες που θα συγκροτούν τις δυνάμεις του λαού και της νεολαίας απέναντι στην πολιτική του εργασιακού και κοινωνικού μεσαίωνα, απέναντι στον πόλεμο, τον ιμπεριαλισμό και την εξάρτηση.
«Ανήκουμε στη Δύση»
Μέσα στους πρώτους δύο μήνες, η κυβέρνηση της ΝΔ επιβεβαίωσε με τον πιο τρανταχτό και κυνικό τρόπο το αστικό αυτό δόγμα, όπως το διατύπωσε ο ιδρυτής της Καραμανλής και στη βάση των δεδομένων που παρέλαβε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Και είναι προφανές ότι για την ίδια την κυβέρνηση και για τα συμφέροντα συνολικά της αστικής τάξης, η συνέχιση και η εξέλιξη της γραμμής συμμόρφωσης με τα συμφέροντα και τα σχέδια των Αμερικάνων και των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ!
Όσον αφορά τις ΗΠΑ, οι επιδιώξεις τους στην περιοχή και οι επιταγές τους για τη χώρα από κάθε άποψη, είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο συγκροτείται η «γραμμή» της αστικής τάξης. Για το πώς θα «σταθεί» στην φουρτουνιασμένη περιοχή, για το τι φιλοδοξίες θα… θεωρεί ότι διαμορφώνει. Για αυτό η πλήρης ευθυγράμμιση με τη συμφωνία των Πρεσπών, η συνέχιση-εμβάθυνση της πολιτικής των «αξόνων» με Αίγυπτο, Ισραήλ και με την απροκάλυπτη πια κηδεμονία των ΗΠΑ, ήταν αναμενόμενες και αναγκαίες κυβερνητικές κινήσεις. Ακόμα περισσότερο, η κυβέρνηση για να βεβαιώσει τα «ήρεμα νερά» της αμερικανοδουλείας της, για να δώσει άλλο ένα πειστήριο «καλύτερου παιδιού» από την Τουρκία προς το υπερατλαντικό αφεντικό, έφτασε στην αναγνώριση του Γκουαϊδό στη Βενεζουέλα και στην προληπτική απαγόρευση προσέγγισης του ιρανικού τάνκερ σε λιμάνι της Ελλάδας!
Βέβαια, παρόλα αυτά και με όλα αυτά, κάθε άλλο παρά διαμορφώνονται όροι μιας κάποιας σταθερότητας και ειρήνευσης στην περιοχή και επίλυσης των ζητημάτων της χώρας με τις άλλες χώρες της περιοχής. Γιατί τα πραγματικά ζητήματα στην περιοχή (Βαλκάνια, Α. Μεσόγειος, Μ. Ανατολή) αφορούν την αντιπαράθεση και τον ανταγωνισμό των ιμπεριαλιστών, με επίδικο την κυριαρχία του καθενός σε βάρος των άλλων. Έχουν ως βάση τους την οξυνόμενη αντίθεση ΗΠΑ-Ρωσίας, τις αντιθέσεις της πρώτης με τους –καθόλου ενιαίους- Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές, καθώς και τα χωσίματα του κινέζικου ιμπεριαλισμού στην περιοχή! Και σαν τέτοια και με όλες τους τις διαστάσεις αναζητούν την επίλυσή τους σε ακόμα πιο θερμές και πραγματικές συγκρούσεις και πολέμους. Σε αυτό το πλαίσιο, οι χώρες της περιοχής όχι μόνο δεν αποτελούν τις κινούσες δυνάμεις των εξελίξεων, αλλά αντίθετα είναι και χρησιμοποιούνται ως «πιόνια» του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού. Ενός ανταγωνισμού που «καθυστερεί» η κορύφωσή του και η έκρηξή του, εξαιτίας των πραγματικών προβλημάτων των πρωταγωνιστών του, αλλά καθημερινά παράγει νέους κατακερματισμούς, νέες εντάσεις, νέους διχασμούς. Το παζάρι με το Κυπριακό ζήτημα με την πρόταση Αναστασιάδη για ειδικό λογαριασμό για τους Τουρκοκύπριους από τις εισπράξεις που θα υπάρξουν από το φυσικό αέριο της Κύπρου (!) είναι ενδεικτικό, τόσο για τις αυταπάτες που τρέφει το πολιτικό προσωπικό, όσο και κυρίως για τα βήματα εμπέδωσης της διχοτόμησης υπό αμερικάνικη κυριαρχία που επιδιώκονται να γίνουν!
Συνεπώς, η στοίχιση της κυβέρνησης και της χώρας στους σχεδιασμούς των ΗΠΑ το μόνο πραγματικά και συνολικά που υπηρετεί είναι οι σχεδιασμοί και οι πολεμικές επιδιώξεις των Αμερικάνων. Αυτή η γραμμή δεν έχει πάτο και ήδη η νέα «αμυντική συμφωνία Ελλάδας-ΗΠΑ» (διάβαζε συμφωνία για τις βάσεις και την επικυριαρχία των ΗΠΑ στη χώρα) που ετοιμάζεται από τον προηγούμενο Οκτώβριο και επιταχύνεται με τα ταξίδια Δένδια, Αποστολάκη και προσεχώς Μητσοτάκη σε ΗΠΑ και Τραμπ, θα αποτελεί μια ακόμα «αναβάθμιση» του ρόλου της χώρας. Αναβάθμιση βέβαια ως χώρα-βάση των ΗΠΑ, ως χώρα-πλατφόρμα των πολιτικών και στρατιωτικών εξορμήσεων των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ στην περιοχή, ως χώρα-σύνορο της αμερικανορώσικης αντιπαράθεσης. Αυτή η αναβάθμιση πριν από όλα μεγαλώνει τους χειρότερους κινδύνους για το λαό μας και τους λαούς της περιοχής, ενώ δεν λύνει και τα αστικά αδιέξοδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι παρά τις υπηρεσίες που έσπευσε να προσφέρει στις ΗΠΑ, η κυβέρνηση της ΝΔ συνάντησε ήδη τα δικά της «μικρά Ίμια» με την εκ νέου ένταση των προσφυγικών ροών. Και είναι φανερό ότι το προσφυγικό θα συνεχίσει να αποτελεί εργαλείο εκβιασμού από τη μεριά της Τουρκίας, και να ασκεί σημαντική πίεση στην ελληνική πλευρά και κυρίως στους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές. Μια πίεση που ακόμα και αν δεν είναι κατά παραγγελία, είναι οπωσδήποτε ευπρόσδεκτη από την Ουάσιγκτον. Όσον αφορά τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές που έχουν μια σαφώς πιο άμεση «αρμοδιότητα» για την οικονομία της χώρας, το ταξίδι Μητσοτάκη σε Παρίσι-Βερολίνο επιβεβαίωσε την αναπαραγωγή και την εμβάθυνση αυτής της «αρμοδιότητας». «Ανήκουμε στα συμφέροντα και τις επιλογές των ευρωπαϊκών ιμπεριαλιστικών μονοπωλίων» είναι η εξειδίκευση της γραμμής της εξάρτησης στο ζήτημα αυτό. Θα ήταν για γέλια -αν δεν αφορούσε τις συνθήκες άγριας εκμετάλλευσης και εξαθλίωσης της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας- η γραμμή που προσβλέπει σε «ανάπτυξη» και «κανονικότητα» στη βάση ελπίδων και σχεδίων για είσπραξη «μπόνους» από τα ευρωπαϊκά ταμεία. Μπόνους που δεν είναι τίποτε άλλο από την επιστροφή ενός πολύ μικρού μέρους του ληστευμένου πλούτου της χώρας. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση της ΝΔ ανάγει σε περίπου «εθνικό στόχο» την επαναδιαπραγμάτευση του ύψους των πλεονασμάτων για… τις επόμενες δεκαετίες και πάντα υπό την προϋπόθεση της ικανοποιητικής έντασης των πολιτικών λεηλασίας των δικαιωμάτων και των εισοδημάτων των εργαζόμενων μαζών! Αυτή η πολιτική, όμως, προσκρούει στα διαρκώς πιο έντονα σημάδια μιας νέας παγκόσμιας ύφεσης, που είναι ήδη έκδηλη στην ατμομηχανή της ΕΕ, τη Γερμανία και στα πολλά μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει συνολικά το οικοδόμημα της ΕΕ από τους δαιδάλους του Brexit και την ένταση των ανταγωνισμών με τις ΗΠΑ. Όλα αυτά προφανώς σημαίνουν ότι οι στρόφιγγες των ροών θα σφίξουν κι άλλο και θα απαιτήσουν ακόμα μεγαλύτερη απορρόφηση από την περιφέρεια προς το κέντρο. Όμως, ακόμα και αν υποτεθεί ότι για πολιτικούς λόγους θα δοθούν κάποια μπόνους ή ότι θα υπάρξουν κάποιες μειώσεις στις ροές «αποπληρωμής του χρέους», η πολιτική αυτή έχει σαφέστατο ταξικό χαραχτήρα και στόχευση. Αυτό που επιδιώκει η κυβέρνηση και συνολικά οι δυνάμεις του συστήματος με την όποια επαναδιαπραγμάτευση δεν είναι η ελάφρυνση των όρων φτώχειας και εξαθλίωσης των εργατών και του λαού. Αυτό που επιδιώκει είναι η σε κάποιο βαθμό «ανασύσταση» των μεσαίων αστικών στρωμάτων, μια κάποια αποκατάσταση της βάσης στήριξης του συστήματος. Η απόφαση -και κυρίως η επιχειρηματολόγησή της- του ΣτΕ για τα δώρα των δημοσίων υπαλλήλων είναι αποκαλυπτική αυτής της γραμμής, που δεν «φτάνει» ούτε στα μικρομεσαία στρώματα. Αντίθετα και όπως ήδη αναφέραμε, η επαναδιαπραγμάτευση έχει ως βάση της την ακόμα μεγαλύτερη ένταση των πολιτικών της φτώχειας και της εκμετάλλευσης του λαού και των εργατών. Αυτή η «αντιδραστική συμμαχία» ήταν και η προεκλογική εξαγγελία και κατεύθυνση της ΝΔ και του Μητσοτάκη.
Προειδοποιητικές βολές
Το ξεκίνημα της επίθεσης της νέας κυβέρνησης εστίασε θα λέγαμε σε δύο μέτωπα. Το ένα είναι το μέτωπο στην εκπαίδευση, στην οποία εκτός από την ένταση της ταξικότητας, επιδιώκεται να αναδιαμορφωθεί έτσι ώστε ακόμα πιο δραστικά και αποφασιστικά να αποτελεί το πεδίο διαμόρφωσης των κάθε λογής «καταρτισμένων», που θα είναι «έτοιμοι» για να αλεστούν στις μυλόπετρες των ελαστικών-προσωρινών και χωρίς δικαιώματα εργασιακών σχέσεων. Το δεύτερο είναι το μέτωπο των εργατικών κατακτήσεων και συνδικαλιστικών ελευθεριών που έχουν απομείνει. Η ένταση της πολιτικής της φασιστικοποίησης, της «τάξης και του νόμου», της κατάργησης δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών σε όλο το φάσμα των σπουδών, της δουλειάς, της ζωής του λαού έρχεται να στηρίξει την επίθεση σε αυτά τα μέτωπα. Μια πολιτική που βασίζεται στη φόρα και στη φορά των εξελίξεων όλης της προηγούμενης περιόδου, που αναβαθμίζει ωστόσο πολύ περισσότερο το αντιδραστικό κλίμα, όπως δείχνει το παράδειγμα της Χίου, όπου ο πολιτικός γάμος είναι σε διωγμό!
Όμως και η πολιτική της φασιστικοποίησης και η επίθεση στην Εκπαίδευση έχουν περισσότερο τη λογική ανοίγματος του πεδίου σε μια επίθεση σε ακόμα πιο συνολικά ζητήματα και δικαιώματα του λαού και των εργατών. Δημιουργούν, δηλαδή, το κατάλληλο κλίμα -όπως φάνηκε από τις πολλές τραμπούκικες επιθέσεις της εργοδοσίας ενάντια στους εργαζόμενους το καλοκαίρι- για τη συνέχεια. Μια συνέχεια που προϊδεάζεται ήδη από μια σειρά κυβερνητικές πρωτοβουλίες και αναφορές. Για το ασφαλιστικό με γενικόλογες αναφορές, όπου βρίσκουν «πρόβλημα» και στις επικουρικές και στις βασικές συντάξεις. Για τις εργασιακές σχέσεις στις οποίες ο ενταφιασμός των κλαδικών μεθοδεύεται με τις «τοπικές συμβάσεις εργασίας» που θα παίρνουν υπόψη τους τις τοπικές ιδιαιτερότητες! Και μάλιστα θα προβλέπονται ακόμα και από την εθνική σύμβαση που συνεπώς οδηγείται και αυτή σε «αυτοαναίρεση»-κατάργηση! Εξάλλου, από δίπλα έχει ήδη τεθεί θέμα ύπαρξης ουσιαστικά των συνδικάτων με την εξαγγελία του νόμου για το ηλεκτρονικό τους φακέλωμα και για νέο βαρύτερο χτύπημα στην απεργία. Αν σε όλα αυτά συνυπολογίσουμε και όσα βγάζει και θα βγάζει η στοίχιση στις αμερικάνικες πολεμικές επιλογές και όλη η πολιτική της εξάρτησης στο γεωπολιτικό πεδίο, γίνεται αντιληπτό γιατί οι μέχρι τώρα κινήσεις της κυβέρνησης δεν είναι παρά προειδοποιητικές βολές μιας πολύ πιο άγριας και ολομέτωπης επίθεσης στο λαό και στη νεολαία.
Αυξημένες απαιτήσεις αντίστασης
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση και με δοσμένη την υποχώρηση του λαϊκού παράγοντα από το πεδίο της πάλης, είναι φανερό ότι είναι αυξημένες οι πολιτικές απαιτήσεις μιας κατεύθυνσης που στοχεύει σε μαζικούς αγώνες και ξεσηκωμούς του λαού και της νεολαίας. Προφανώς δεν είναι αρκετή από μόνη της η –αναγκαία- αιχμή πάλης ενάντια στην πολιτική της φασιστικοποίησης και του χτυπήματος των λαϊκών και εργατικών ελευθεριών και δημοκρατικών δικαιωμάτων. Ακόμα περισσότερο δεν είναι αρκετή όταν εμφανίζεται ξεκομμένη από την κατεύθυνση της πάλης για τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα του λαού και της νεολαίας, όταν είναι ξεκομμένη από την αντιπολεμική και αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση που πρέπει να είναι στην πρώτη γραμμή του κινήματος. Η εκδοχή της «στεγνής» αντι-κατασταλτικής πάλης, στις σημερινές συνθήκες, δεν έχει απεύθυνση σε μαζικό δυναμικό και αγώνα αλλά σε ακτιβισμούς που έχουν την «ελπίδα»-ψευδαίσθηση να… παρασύρουν τον ΣΥΡΙΖΑ σε κινηματικές επιλογές. Στην πραγματικότητα, είναι μια πολιτική επιλογή που δεν δείχνει εμπιστοσύνη στο λαό και στη νεολαία, που δεν θέλει ή και δεν μπορεί να διαβάσει και να αναγνωρίσει τις πραγματικές απαιτήσεις που θέτει η κατάσταση που αντιμετωπίζουμε.
Θεωρούμε ότι μέσα στα σωματεία και στους συλλόγους, στις εργατικές-λαϊκές γειτονιές απαιτούνται πρωτοβουλίες πάλης που θα αναδεικνύουν όλη τη γραμμή του συστήματος και της κυβέρνησής του και θα διαμορφώνουν όρους μαζικής αντίστασης και πάλης απέναντι σε αυτή τη γραμμή. Σε αυτή τη βάση και μπροστά σε αυτή την αναγκαιότητα πήραμε και θα πάρουμε πρωτοβουλίες που επιδιώκουν την κοινή δράση δυνάμεων και αγωνιστών. Σε αυτή τη βάση θεωρούμε ότι πρέπει να κινηθεί και η ΛΑ-ΑΑΣ. Αυτός είναι ο δρόμος για να τροφοδοτηθούν σε αγωνιστική κατεύθυνση οι υπόγειες διεργασίες που υπάρχουν. Σε κάθε περίπτωση, δεν υπάρχει «διαφυγή»! Θα αναμετρηθούμε με τις πραγματικές απαιτήσεις της κατάστασης, όπως αυτή διαμορφώνεται από την επίθεση του συστήματος και από τα προβλήματα του κινήματος.