Ο Αντόνιο Γκράμσι ήταν ο τέταρτος γιος από τα επτά αγόρια που είχε η φαμίλια του Φραντσέσκου και της Τζουζεπίνα Γκράμσι. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο δεύτερο μεγάλο νησί της Ιταλίας, τη Σαρδηνία, και ο πατέρας του, που ήταν ήδη σοσιαλιστής, δεν γνώρισε λίγες διώξεις από το ιταλικό κράτος.
Παρ’ όλες τις οικονομικές δυσκολίες για σπουδές, ο νεαρός Αντόνιο καταφέρνει να πάρει μια υποτροφία, γιατί ξεχωρίζει στο σχολείο του, όχι μόνο για τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει (παραμορφωμένη σπονδυλική στήλη, μόνιμες ζαλάδες και πονοκεφάλους κ.ά.) αλλά προπαντός για την έφεσή του στη μάθηση, στη γνώση νέων πραγμάτων και σε νέες αναζητήσεις -απαντήσεις στα μεγάλα προβλήματα του καιρού του. Ζητήματα που αφορούσαν την αγροτιά, μιας και ο Νότος της Ιταλίας ήταν και παρέμεινε ο λαχανόκηπος και το περιβόλι όλης της Ιταλίας, ζητήματα γλωσσολογίας, κουλτούρας (η Ιταλία έχει ασφαλώς την επίσημη γλώσσα του… Δάντη, αλλά έχει επίσης και άπειρες διαλέκτους, για τις οποίες πολλοί που τις μιλούν ισχυρίζονται ότι πρόκειται για άλλες γλώσσες και όχι διαλέκτους της ιταλικής, το ίδιο συμβαίνει και με την κουλτούρα, τα ήθη και τα έθιμα και αυτό δεν είναι και πολύ δύσκολο να το διακρίνεις).
Όλα τα παραπάνω ασφαλώς και απασχολούσαν τον νεαρό Αντόνιο. Σ’ αυτά όμως που επικέντρωσε την προσοχή του ήταν στα κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά, ιστορικά, ζητήματα του επαναστατικού κινήματος, της ιστορικής εξέλιξης του ανθρώπινου γένους, ζητήματα οντολογικά κι ότι άλλο μπορεί να βάλει κάθε ανθρώπινος νους και πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για ένα ανήσυχο μυαλό με πολλές προσδοκίες για την εργατική τάξη της Ιταλίας, της Ευρώπης κι ολόκληρου του κόσμου.
Μ’ ένα τέτοιο υπόβαθρο και έχοντας αυτήν την ταξική προέλευση και παράδοση, ανηφορίζει το 1913 για την μεγάλη βιομηχανική πόλη του ιταλικού Βορρά, το Τορίνο, για να εγγραφεί στη Σχολή Φιλολογίας και να συναντηθεί με τον μεγαλύτερο αδελφό του, ο οποίος ήταν ήδη εκεί ως ενεργό μέλος του σοσιαλιστικού κόμματος, κόμμα στο οποίο εντάσσεται κι ο νεαρός Αντόνιο. Σύντομα αναδεικνύεται ως στέλεχος και γίνεται συντάκτης στην εφημερίδα «Η Κραυγή του Λαού» και στη συνέχεια αρθρογραφεί στην επίσημη εφημερίδα του σοσιαλιστικού κόμματος «Avanti». (Ας σημειωθεί ότι στην επίσημη εφημερίδα του κόμματος, αρχισυντάκτης ήταν εκείνη την περίοδο ο αψύς σοσιαλιστής και ύστερα αυτός που ίδρυσε το φασιστικό κόμμα, ο Μπενίτο Μουσολίνι, ο οποίος προερχόταν από πατέρα αναρχικό και καταγόταν από τόπο με παράδοση κοινωνικών αγώνων).
Την ιστορική εποχή της δεύτερης δεκαετίας του εικοστού αιώνα, η Ευρώπη γνωρίζει τους δύο βαλκανικούς πολέμους, το ξέσπασμα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, την Οχτωβριανή επανάσταση, τους μεγάλους κοινωνικούς αγώνες που ξεσπούν στη Γερμανία της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και τη σύντομη απόπειρα ίδρυσης σοσιαλιστικού καθεστώτος σε τμήμα της Γερμανίας (1918), ενώ στην Ουγγαρία επιβάλλεται, έστω για σύντομο χρονικό διάστημα (το 1919 για 133 μέρες) σοσιαλιστικό καθεστώς, με επικεφαλής τον κομμουνιστή ηγέτη Μπελά Κουν. Σε όλη την Ευρώπη, λοιπόν, ξεσπούν μεγάλοι κοινωνικοί αγώνες και η Ιταλία, ιδιαίτερα ο Βορράς, φλέγεται από ταξικούς αγώνες μεγάλης διάρκειας, με το Τορίνο να έχει την πρωτοκαθεδρία. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες αναπτύσσεται και η πολυκύμαντη δράση του ηγετικού πλέον στελέχους του σοσιαλιστικού κόμματος, του Αντόνιο Γκράμσι.
Το 1920, καθοδηγεί τη μεγάλη απεργία των εργατών στο Τορίνο (εκεί όπου είχε την έδρα της η μεγάλη βιομηχανία της Ιταλίας, η FIAT) και υπερασπίζεται τα εργοστασιακά Συμβούλια. Τα «Σοβιέτ» που προέκυψαν μέσα από την δημιουργικότητα των αγώνων των μαζών, όπως έλεγε κι ο Λένιν (1905 και 1917), ήταν το νέο λάβαρο των επαναστατημένων λαών κι αυτά ακούγονταν και κυριαρχούσαν στη Γερμανία, την Ουγγαρία και φυσικά την Ιταλία. Ο Γκράμσι, με το προχώρημα των αγώνων νιώθει την ανάγκη, ότι για την παραπέρα ανάπτυξη και τη νικηφόρο έκβασή τους, απαιτείται το ξεκαθάρισμα των προγραμματικών θέσεων και κατευθύνσεων του σοσιαλιστικού κόμματος. Για αυτό τον λόγο αρχίζει μια αντιπαράθεση με τους εκπροσώπους του οπορτουνισμού, του ρεφορμισμού. Όλοι αυτοί, όχι τυχαία, εναντιώνονταν στην αποδοχή των 21 σημείων που έθετε η κομμουνιστική Γ΄ Διεθνής για την ένταξη του κάθε κόμματος που επιθυμούσε να ενταχθεί σε αυτήν και επέμεναν να παραμείνουν στη Β’ Διεθνή. Έτσι, ο Γκράμσι, στο Λιβόρνο της Ιταλίας, μαζί με τον Μπορντίγκα, τον Τερατσίνι, τον Τολιάτι και άλλους, προχωράνε, τον Γενάρη του 1921, στην ίδρυση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας (PCI), ως τμήμα της κομμουνιστικής Γ’ Διεθνούς (σημείωση ότι ΚΚΙ μπορεί να διαβαστεί και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας, όπως ήταν επί Γκράμσι, και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλικό, όπως προέκυψε μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο).
Δεν κέρδισαν ασφαλώς την πλειοψηφία των μελών του σοσιαλιστικού κόμματος, αλλά κέρδισαν έναν ικανό αριθμό συντρόφων, έτοιμων και αποφασισμένων να μπουν μπροστά στους αγώνες και να τους καθοδηγήσουν. Και πράγματι οι απεργιακοί αγώνες μεγαλώνουν και η μαχητικότητά τους γνωρίζει νέα επίπεδα. Και μέσα στα πλαίσια της κομμουνιστικής Διεθνούς, η παρουσία των Ιταλών κομμουνιστών είναι αξιοπρόσεκτη. Τόσο για ζητήματα που αφορούσαν το ίδιο το ιταλικό κόμμα, όσο και για ζητήματα που αφορούσαν το παγκόσμιο κίνημα, όπως η οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση.
Στο μεταξύ, η άνοδος του εργατικού επαναστατικού κινήματος οδηγεί και την Ιταλία σε μια προεπαναστατική περίοδο και αυτό τρομάζει τους κεφαλαιοκράτες και τους οδηγεί στο να στραφούν στη μεγάλη εφεδρεία που διαθέτουν. Να επιστρατεύσουν τα πιο αντιδραστικά, τα πιο σκοταδιστικά, τα πιο βάρβαρα στοιχεία που διαθέτουν, τον φασισμό. Ο φασισμός δεν είχε γεννηθεί ακόμα, φαίνεται πως η ιστορία κοιλοπονούσε όλο το προηγούμενο διάστημα και έκρινε ότι στην Ιταλία, στη χώρα όπου γεννήθηκε η πρώτη εμπορευματική παραγωγή- καπιταλισμός (Φλωρεντία), έμελλε να γεννηθεί και ο φασισμός, με έμβλημα βέβαια τον γνωστό ρωμαϊκό Φάσο -για να μη ξεχνάμε το ρωμαϊκό imperium και το mare nostrum που έλεγαν οι Ρωμαίοι, για όλη την Μεσόγειο θάλασσα.
Μέσα σε τέτοιες συνθήκες, βρίσκει την ευκαιρία να αναδειχθεί ο τρομερά φιλόδοξος, αδίστακτος, αιμοσταγής και βαθιά αντικομουνιστής δικτάτορας ονόματι Μπενίτο Μουσολίνι. Η επιβολή του φασισμού είχε σαν συνέπεια να τεθεί εκτός νόμου το PCI (ΚΚΙ) και πολλά άλλα δημοκρατικά κόμματα και προοδευτικοί φορείς της χώρας, ενώ οι δολοφονίες, οι διώξεις, οι φυλακίσεις, οι εξορίες βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη του φασιστικού καθεστώτος.
Για δύο χρόνια, ο Αντόνιο Γκράμσι εγκαθίσταται στην Ρωσία (1923-1924) και στη Μόσχα γνωρίζει τη σύζυγό του, την Τζούλια Σουχτ, με την οποία αποχτά δύο γιους, τον Ντέλιο και τον Τζουλιάνο. Τον δεύτερο δεν θα μπορέσει να τον δει ποτέ. Σώζονται φυσικά τα τρυφερά γράμματά του,τόσο προς τα παιδιά του και τη σύζυγό του, όσο και προς συντρόφους και οικείους του, τα οποία αναδεικνύουν και αυτά τον άνθρωπο, τον μαχητή-κομμουνιστή, τον έξοχο διανοητή και στοχαστή Αντόνιο Γκράμσι. Βέβαια δεν ήταν η πρώτη φορά που επισκεπτόταν τη Μόσχα. Το 1922, είχε ξαναβρεθεί εκεί, ως αντιπρόσωπος του ΚΚΙ, για να πάρει μέρος στο τέταρτο συνέδριο της κομμουνιστικής Διεθνούς.
Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η ιταλική παρουσία στις διεθνείς συναντήσεις των κομμουνιστικών κομμάτων (Γκράμσι, Τολιάτι, Μπορντίγκα, κ.ά.) είχε μια ιδιαίτερη βαρύτητα και λόγω μιας μακράς παράδοσης αγώνων στον ιταλικό χώρο, αλλά και γιατί στα πλαίσια του ισχυρού σοσιαλιστικού κόμματος δεν δόθηκαν λίγες μάχες πολιτικές, ιδεολογικές και γύρω από τις θεωρίες οικοδόμησης της νέας κοινωνίας. Αυτές οι μάχες δεν περιορίστηκαν μονάχα στα πλαίσια του σοσιαλιστικού κόμματος, αλλά συνεχίστηκαν και μέσα στα πλαίσια του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας. Και αυτό το κόμμα, λόγω του παρατεταμένου χρόνου επιβολής του φασιστικού καθεστώτος, γνώρισε τα καθοδηγητικά Πολιτικά Γραφεία του εσωτερικού και του εξωτερικού. Επίσης, ηγέτες του γίνονταν και μέλη του Μπολσεβίκικου κόμματος της Ρωσίας, ή ακόμα και του Γαλλικού ή άλλων κομμάτων της Ευρώπης. Έτσι, η μεγάλη αντιπαράθεση του Γκράμσι με τον Μπορντίγκα δεν ήταν μόνο για το τι κόμμα πρέπει να φτιάξουν, αλλά και εάν μπορεί να οικοδομηθεί ο σοσιαλισμός σε μια χώρα του κόσμου και άλλα γενικότερα ιδεολογικά και θεωρητικά ζητήματα του κομμουνιστικού κινήματος.
Το 1924, ο Γκράμσι εκλέγεται βουλευτής και επιστρέφει στην Ιταλία. Βέβαια δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος της επιστροφής του, αλλά συντρέχουν και άλλοι πολιτικοί λόγοι και ένας από τους σοβαρότερους είναι ότι ο Μπορντίγκα παύει να είναι ο γενικός γραμματέας του κόμματος (ήταν γραμματέας από την ίδρυση του κόμματος μέχρι το 1924), και από το 1924 μέχρι τη σύλληψη και τη φυλάκισή του (1926) αναλαμβάνει ο Αντόνιο Γκράμσι. Ακολούθησε από το 1927-1934 ο Παλμίρο Τολιάτι, τον διαδέχθηκε για τέσσερα χρόνια ο Ρουτζέρο Γκρέκο, και από το 1938 μέχρι το θάνατό του ξαναπήρε την ηγεσία ο Τολιάτι (1964).
Στο τρίτο Συνέδριο του ΚΚΙ (1926,) που έγινε στη Λυών της Γαλλίας, κυριάρχησαν οι θέσεις του Γκράμσι και δίνονταν απαντήσεις σε καίρια ζητήματα του κινήματος. Δεν ήταν μόνο «ο σοσιαλισμός σε μια μόνο χώρα» αλλά ήταν και το κόμμα που πρέπει να είναι ανοιχτό στην τάξη και να στρατολογεί νέα μέλη από την εργατική τάξη και τις λαϊκές μάζες κι όχι να παραμένει μια κλειστή ομάδα καταρτισμένων ιδεολογικά-πολιτικά και εν αναμονή επαναστατικών ξεσπασμάτων, για να τεθούν τότε αυτοί οι εκλεκτοί στην ηγεσία και να καθοδηγήσουν τον αγώνα. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μπορντίγκα, μετά την ήττα των θέσεων και των απόψεών του, παροπλίσθηκε πολιτικά και η επιρροή του περιορίσθηκε εξαιρετικά. Από το κόμμα διαγράφηκε το 1930. Ωστόσο, οι αντιπαραθέσεις συνεχίζονταν, για να γίνουν κατανοητές οι θέσεις της Διεθνούς για διάφορα ζητήματα, όπως και η αναγκαιότητα του «Ενιαίου Μετώπου» με το σοσιαλιστικό, το σοσιαλδημοκρατικό και άλλα δημοκρατικά-αντιφασιστικά κόμματα. Η δοκιμασία δεν ήταν ασφαλώς μικρή και η κατανόηση δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση… Γιατί δεν είναι εύκολο να φεύγεις από ένα κόμμα και να το καταγγέλλεις ότι δεν υπηρετεί την εργατική τάξη και την επαύριον, που λέει ο λόγος, να συμμαχείς μαζί του. Ανοίχτηκαν ασφαλώς μεγάλα ζητήματα και πολλά από αυτά παραμένουν ανοιχτά ακόμη. Ούτε μέχρι σήμερα, δηλαδή, το κίνημα έχει απαλλαχτεί από αυτά, από εκκαθαρίσεις και εκκαθαρίσεις, ή όπως θα μπορούσε να ειπωθεί κάπως αλλιώς, από το «σύνδρομο του Κρόνου», που έτρωγε τα παιδιά του. Αλλά -θα πει κάποιος- και πώς είναι εύκολο να απαλλαγεί ένα ολόκληρο κίνημα από ένα τέτοιο σύνδρομο, όταν υπάρχουν παιδιά όπως ο Αλέξης Τσίπρας; Γίνεσαι ή δεν γίνεσαι… Κρόνος;
Τελικά, για τον Αντόνιο Γκράμσι, εάν θελήσει κανείς να κρίνει το έργο του, θα πρέπει να υπογραμμίσει ότι αυτός ο κομμουνιστής ηγέτης στάθηκε πάντα από την πλευρά του προλεταριάτου, από την πλευρά των κατατρεγμένων, των εκμεταλλευόμενων, των καταπιεζόμενων. Όχι μόνο γιατί προερχόταν από αυτή την τάξη, αλλά γιατί ήταν μια συνειδητή επιλογή του να γράψει και να κάνει για αυτούς πολλά. Και τα έκανε τόσο με την ενεργή του δράση όσο και μέσα στη φυλακή, όπου έγραψε τα γνωστά «τετράδια της φυλακής».
Από το1926 που συλλαμβάνεται μέχρι το 1937, κρατείται στις φασιστικές φυλακές. Μόνο μετά το 1929 του δίνουν τη δυνατότητα να γράφει και ο φασισμός τον αφήνει ελεύθερο λίγες μέρες πριν πεθάνει. Και στα γραπτά του δεν πραγματεύεται λίγα πράγματα,αλλά πολλά και σε διάφορους τομείς, που ασφαλώς αποτελούν μια πολύτιμη κληρονομιά για το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα. Τον Αντόνιο Γκράμσι δεν τον ευγνωμονούν μόνο οι Ιταλοί επαναστάτες, αλλά οι επαναστάτες όπου γης και γι’ αυτό πέρασε στην ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος ως έξοχος διανοητής και στοχαστής.
Στέλιος Αγκούτογλου