15 ΙΟΥΝΗ 2014

Αποτελέσματα Χρυσής Αυγής

Μόνο μια ορατή κατεύθυνση αντίστασης και διεκδίκησης μπορεί ν’ αντιμετωπίσει στον πυρήνα του το φασιστικό φαινόμενο

536.910 ψήφοι και ποσοστό 9,39% ήταν το αποτέλεσμα του νεοναζιστικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής στις ευρωεκλογές. Παρουσίασε δηλαδή μια αύξηση κατά περίπου 100.000 ψήφους σε σχέση με τις βουλευτικές εκλογές του 2012, όπου είχε 440.996 ψήφους το Μάη του 2012 και 426.025 τον Ιούνη του 2012. Το αποτέλεσμα αυτό δείχνει πως η Χρυσή Αυγή εξακολουθεί να διατηρεί ένα δυναμικό σε επίπεδο ψήφων, παρά την επιχείρηση «κοντέματός» της –που έγινε με στόχο τη μη εξασθένηση των φορέων της επίσημης πολιτικής διαχείρισης του συστήματος– παρά τη δολοφονία του αγωνιστή Παύλου Φύσσα και παρά το γεγονός πως βασικά στελέχη της βρίσκονται υπόδικα. Τα αίτια αυτής της ανησυχητικής και επικίνδυνης για το λαό σταθερότητας και ανοδικής τάσης του φασιστικού μορφώματος πηγάζουν από πλευρές της ίδιας της κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης και της κρίσης, αλλά και των απαντήσεων που προβάλλονται στο λαό σαν «λύσεις» και «διέξοδοι».

Τόσο μεσοστρώματα και μικροαστικά στρώματα που διακατέχονται από την «ψυχολογία» και τις αυταπάτες της «άμεσης λύσης» των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν λόγω της βίαιης φτωχοποίησής τους και της επίθεσης, «λύσης» που θα επιφέρουν μάλιστα διάφοροι «σωτήρες», όσο και εργατικά και λαϊκά στρώματα (όπως έδειξαν και τα εκλογικά αποτελέσματα στις δημοτικές εκλογές σε λαϊκές συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά, σαν το Κερατσίνι, το Πέραμα ή τη Νίκαια) σε κατάσταση ταξικής αποσυγκρότησης και απουσία ενός ορατού ρεύματος με αριστερή, επαναστατική, πραγματικά αντι-συστημική ή ακόμα και κομμουνιστική φυσιογνωμία, που να χαράζει πραγματικές διεξόδους για το λαό, διεξόδους αντίστασης, διεκδίκησης κι αγώνα, εκφράστηκαν εκλογικά στηρίζοντας τη Χρυσή Αυγή.

Αντιδρώντας σαν τον «πνιγμένο που πιάνεται απ΄ τα μαλλιά του» και χωρίς να ταυτίζονται ιδεολογικά με το φασισμό και το ναζισμό (πέρα από ένα ποσοστό που παραδοσιακά και «ιστορικά» στήριζε ακροδεξιές και ακραία αντιδραστικές εκφράσεις της πολιτικής διαχείρισης), τμήματα του λαού αδυνατούν να βρουν στήριγμα και μέσω εκλογικών και άλλων αυταπατών που τους έχουν καλλιεργηθεί αναζητούν αυτούς που θα τους βγάλουν –τάχα– απ΄ την κρίση, όπως υπόσχονται. Οι οποίοι κάνουν καθημερινή δουλειά με «εθνικο-πατριωτικές» κραυγές (μα χωρίς βέβαια ν΄ αμφισβητούν το καθεστώς της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης της χώρας και τη λογική των ξένων «προστατών»), με συσκότιση των πραγματικών αιτιών και των υπευθύνων της κρίσης και με μπόλικο αποπροσανατολισμό όσον αφορά το ποιος είναι ο πραγματικός αντίπαλος της εργατικής τάξης και του λαού (τα ταξικά τους αδέλφια, οι μετανάστες, για παράδειγμα, ή οι εργοδότες καπιταλιστές και οι ιμπεριαλιστές;), με «απολιτίκ» (;) «τσαμπουκά» και φασαρία στο κεντρικό σκηνικό και με προσπάθεια να παρουσιαστούν έως και «διωκόμενοι».

Όταν μάλιστα οι διώξεις από μεριάς κυβέρνησης και η μεταφορά της αντιπαράθεσης στο «νομικό επίπεδο» και στα δικαστήρια -μια αντιπαράθεση στο πλαίσιο του συστήματος και «άσχετη» με την έννοια του αντιφασιστικού αγώνα- δεν γίνονται αποδεκτές από τα τμήματα αυτά του λαού. Μέσα σ΄ ένα συνολικότερο πλαίσιο, όπου στον αντίποδα κινηματικών καταστάσεων που θα συνέβαλλαν στο να πάρει ο ίδιος ο λαός την υπόθεση της πάλης στα δικά του χέρια προβάλλονται λογικές ανάθεσης, εκπροσώπησης και σωτήρων, κυβερνητικών ή ενδεχόμενων κυβερνητικών λύσεων. Υπάρχει λοιπόν «βάση» πάνω στην οποία πατάει η γέννηση και η ανάπτυξη αυτού του φαινομένου. Κι αυτό φαίνεται και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο με την άνοδο της ακροδεξιάς και των νεοναζί, είτε αυτό εκφράζεται σε ιμπεριαλιστικές χώρες, με τον ανάλογο «χρωματισμό» που του δίνει αυτό, είτε σε εξαρτημένες. Η απουσία Αριστεράς, κομμουνιστικού κινήματος, ταξικού εργατικού κινήματος, λαϊκού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, αποτελεί επίσης κοινό παρονομαστή.

Την ίδια όμως στιγμή αναδεικνύονται κι οι διασυνδέσεις του φασιστικού μορφώματος με το «επίσημο σύστημα» και με πλευρές της πολιτικής διαχείρισης και του κεφαλαίου, ενώ θα δρομολογηθούν και διεργασίες. Οι «παρτίδες» που φάνηκαν πως υπήρχαν και με την υπόθεση Μπαλτάκου δεν ήταν κάτι το πρόσκαιρο και το τυχαίο. Ούτε βέβαια η εκλογική στήριξη της Χρυσής Αυγής προς τον Μπέο ή το Μώραλη ή οι σχέσεις που διατηρεί με το εφοπλιστικό κεφάλαιο. Στη συνεδρίαση της ολομέλειας της Βουλής στις 4/6, σχετικά με την άρση της ασυλίας των υπόδικων βουλευτών της Χρυσής Αυγής, τόσο ο Μιχαλολιάκος όσο και ο Παππάς ανέφεραν πως δεν ήταν μόνο ο Μπαλτάκος, αλλά και πολλά άλλα επώνυμα στελέχη της ΝΔ (Μουρούτης, Γεωργιάδης, Παναγιωτόπουλος, Μεϊμαράκης, Πολύδωρας) που είχαν επαφές ή σχέσεις μαζί τους και που «προσπάθησαν να τους προσεταιριστούν». Λίγες μέρες πριν ο Κασιδιάρης ένιωθε την ανάγκη να κάνει δήλωση διάψευσης των δημοσιευμάτων σχετικά με τη «ρήξη στο εσωτερικό της Χρυσής Αυγής», ενώ δεν έλειψαν και καταγγελίες για τους «πολιτικάντηδες» της Χρυσής Αυγής που στήριξαν τον υποψήφιο δήμαρχο της ΝΔ στην Καλαμάτα, από άλλο φασιστικό μόρφωμα, την Ελληνική Δράση.

Το ενδεχόμενο που έχει εκφραστεί κατά καιρούς και ως επιθυμία από συστημικά στόματα να ενταχθεί μέρος ή «μετάλλαξη» του φασιστικού μορφώματος στο πλαίσιο της αυριανής διαμόρφωσης της κυρίαρχης διαχείρισης του συστήματος και της πολιτικής της φασιστικοποίησης είναι πιθανό. Μέσω της διεκδίκησης συνεργασίας ή και της επιδίωξης απόσπασης ενός τμήματος, διαδικασία που θα συντελείται παράλληλα με τις διώξεις των υπόδικων.

Προλεταριακή Σημαία 735, 7/6/2014

Αναζήτηση
Κατηγορίες
Βιβλιοπωλείο-Καφέ

Γραβιάς 10-12 - Εξάρχεια
Τηλ. 210-3303348
E-mail: ett.books@yahoo.com
Site: ektostonteixon.gr