Το διάγγελμα Μητσοτάκη σχετικά με το τέλος του προγράμματος «ενισχυμένης εποπτείας» της οικονομίας της χώρας (απόφαση που ήταν ήδη ειλημμένη από το 2019 και σε συμφωνία με όλα τα αστικά επιτελεία) δεν φαίνεται να «συγκινεί» ιδιαίτερα ούτε τον -ελεγχόμενο- αστικό τύπο.
Πώς, άλλωστε, καθώς είναι γνωστό επίσης ότι μέχρι το 2060 και μέχρι να αποπληρωθεί το 75% του δημόσιου χρέους η οικονομία της χώρας θα τελεί (όπως και οι υπόλοιπες χώρες που μπήκαν σε μνημονιακά προγράμματα) σε ένα καθεστώς «μεταπρογραμματικής παρακολούθησης», όπως ορίζεται. Κατά τη διάρκεια της «παρακολούθησης» θα αξιολογείται ανά εξάμηνο (φανερά) και ανά ένα τρίμηνο (μη δημοσιεύσιμα) από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, τον γνωστό ESΜ των μνημονίων!
Για να εκπληρωθεί, επιπρόσθετα, και το δεύτερο μεγάλο «εθνικό όραμα», η αλλαγή επενδυτικής βαθμίδας από τους «οίκους αξιολόγησης», μαζί με τη συνέχιση του νέου καθεστώτος ελέγχου θα πρέπει να υλοποιηθούν 22 «μεταρρυθμίσεις», ανάμεσα στις οποίες οι αντιλαϊκές ανατροπές σε υγεία-παιδεία έχουν την πρωτοκαθεδρία.
Έτσι, αποδεικνύονται μια πολύ φτηνή -και προκλητική- προπαγάνδα οι αποστροφές στο λόγο του πρωθυπουργού για τις θυσίες των Ελλήνων -ειδικά στους δύο αυτούς τομείς κατά τη διάρκεια των... επαχθών μνημονίων! Σημαντική θέση σε αυτές τις 22 «μεταρρυθμίσεις» της μεταπρογραμματικής παρακολούθησης κατέχουν παραπέρα μέτρα για τα εργασιακά, που θα επεκτείνουν την μεταμνημονιακή βαρβαρότητα στις εργασιακές σχέσεις, και συντριπτικές για τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα ανατροπές!
Είναι δεδομένη ως βάση για όλες τις αστικές πολιτικές δυνάμεις η επέκταση της επίθεσης στα εργασιακά, κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα, ανεξάρτητα από το ποιος θα κληθεί να κυβερνήσει το διάστημα αυτό. Από εδώ προκύπτει και ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και φυσικά ΝΔ για το ποιος εγγυήθηκε και ποιος θα διαχειριστεί την περίφημη έξοδο από τη μνημονιακή και την ένταξη στην μεταμνημονιακή «παρακολούθηση».
Δεν είναι καθόλου δεδομένη, βέβαια, η επιτυχία του προγράμματος όσον αφορά τους στόχους που η αστική τάξη της χώρας και τα επιτελεία της επιδιώκουν επεκτείνοντας την επίθεση στα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα.
Ο πληθωρισμός μπορεί να μειώνει ονομαστικά το δημόσιο χρέος, που δεν παύει όμως να είναι το μεγαλύτερο της Ευρωζώνης και μάλιστα σε μια περίοδο που εκτοξεύεται το κόστος δανεισμού. Για πρώτη φορά εξάλλου το ελληνικό δημόσιο δανείστηκε με επιτόκια μεγαλύτερα του 3,5% και έπεται συνέχεια. Ήδη από το πρώτο τρίμηνο του έτους το δημόσιο χρέος της Γενικής Κυβερνήσεως πλησιάζει αισίως τα 400 δισ. ενώ της Κεντρικής Κυβερνήσεως τα 360 δισ. μόνο και μόνο λόγω των τροποποιήσεων των όρων δανεισμού με την αύξηση των επιτοκίων.
Η επιταγή των Ευρωπαίων να υπάρξει από το 2023 μεγαλύτερη δημοσιονομική σύσφιξη, σε συνδυασμό με την εκτόξευση του ενεργειακού πληθωρισμού και των τιμών ενέργειας, μειώνει τα όποια περιθώρια «δημοσιονομικού χώρου» για να συνεχίσουν να δίνονται τα αντισταθμιστικά ψίχουλα για τις τιμές του ηλεκτρισμού, των καυσίμων κ.λπ., ενώ το κόστος παραγωγής για την εγχώρια καπιταλιστική μεταποίηση -αυτή που απέμεινε- μεγαλώνει. Πολύ περισσότερο όταν ακόμα και για χώρες του ιμπεριαλιστικού πυρήνα της ΕΕ προτείνονται μέτρα μετακύλισης των αυξήσεων στο αέριο για να εμπεδωθεί η ενεργειακή μετάβαση! Την ίδια περίοδο το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας γίνεται περισσότερο ελλειμματικό, ενώ η αγοραστική δύναμη κατατάσσεται στις κατώτερες της ευρωζώνης.
Ανεξάρτητα, όμως, από τι θεωρούν ως επιτυχία ή αποτυχία του προγράμματος τα αστικά επιτελεία και οι ευρωπαίοι επιτετραμμένοι, η εργατική τάξη, η νεολαία και ο λαός δεν έχουν άλλη επιλογή από το να υπερασπίζουν τη ζωή τους, όπως και αν «βαπτίζεται» το σενάριο της αντιλαϊκής επίθεσης.
Στους χώρους δουλειάς και στις λαϊκές συνοικίες είναι ανάγκη να ξεδιπλωθεί ένα μέτωπο μαζικών αγώνων ενάντια στην ακρίβεια και την εξαθλίωση!
Κυριακή 21 Αυγούστου 2022
Το Γραφείο Τύπου του ΚΚΕ(μ-λ)