Με στόχο την ολοκλήρωση του κύκλου των προσυνδιασκεψιακών συζητήσεων σε όλη τη χώρα συνεχίζει η οργάνωσή μας την πορεία προς την 8η Συνδιάσκεψη. Πορεία που διακόπηκε προσωρινά, λόγω της προκήρυξης των πρόσφατων βουλευτικών εκλογών, με αποτέλεσμα και τη μετάθεση της ημερομηνίας της Συνδιάσκεψης. Ήδη, έχει προγραμματιστεί σειρά ανοιχτών εκδηλώσεων και συζητήσεων ενώ σύντομα θα ολοκληρωθεί και η εσωτερική συζήτηση.
Ενόψει της Συνδιάσκεψης, ανοιχτή παραμένει και η δυνατότητα πολιτικούδιαλόγου είτε μέσω της ΠΣ είτε μέσω του κομματικού σάιτ.
Στην πρόσφατη συνεδρίαση του Καθοδηγητικού Οργάνου του ΚΚΕ(μ-λ) η νέα ημερομηνία της Συνδιάσκεψης ορίστηκε στις 24-25-26 Απριλίου. Η Συνδιάσκεψη θα πραγματοποιηθεί στην Αθήνα και στην πρώτη ημέρα της θα δεσπόζει η ανοιχτή κεντρική πολιτική εκδήλωση με την οποία θα ανοίξει η Συνδιάσκεψη.
Παράλληλα, εγκρίθηκε και επικαιροποιημένο πολιτικό κείμενο το οποίο δημοσιεύουμε εδώ:
1.Για πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση του 1974 το πολιτικό σύστημα διαχείρισης βρίσκεται τόσο ασαφές, κατακερματισμένο, χωρίς εσωτερικές ισορροπίες και αμοιβαία αποδεκτούς ρόλους. Όλα μοιάζουν στον αέρα, υπό αναδιαμόρφωση και αναζήτηση. Φυσικά και δεν εννοούμε ότι δεν υπάρχουν πολιτικοί χώροι και ευρύτερες παρατάξεις. Σαφώς και υπάρχουν. Ωστόσο, είναι σαφές ότι διανύουμε μια ιδιαίτερα ρευστή και ασαφή περίοδο, όπου αναζητούνται τα νέα διαμορφωμένα κέντρα πολιτικού προσωπικού, οι μεταξύ τους ισορροπίες και επανεξετάζονται οι πολιτικές που θα εκφράσουν. Λείπουν επίσης οι διαμορφωμένες ιεραρχίες και οι ηγεσίες οι κατοχυρωμένες σ” όλο αυτό το σκηνικό. Μια αναζήτηση που έχει να αντιμετωπίσει πολλαπλές αντιφάσεις και αντίθετες ροπές στο πλαίσιο του ντόπιου συστήματος, στο πλαίσιο του ιμπεριαλιστικού μπλοκ, αλλά και στα κοινωνικά στρώματα.
Αυτό που βιώνουμε δεν είναι ότι η Ελλάδα έπαψε να είναι εξαρτημένη χώρα, αλλά μια αντιπαράθεση στο έδαφος της Ελλάδας των πολλαπλών εξαρτήσεων.
Δεν έχουμε, δηλαδή, την εκδήλωση μιας εθνικής αστικής ανεξάρτητης στάσης που έχει ερείσματα και στηρίγματα μέσα στην κοινωνία. Πρώτα απ” όλα, η εργατική τάξη και η φτωχή αγροτιά βρίσκονται στο περιθώριο. Όσον αφορά τα υπόλοιπα στρώματα, θα είναι τα πρώτα που θα πάψουν να χτυπούν φιλικά στην πλάτη τον Τσίπρα και θα τον εγκαταλείψουν αν οι απειλές γίνουν πραγματικότητα.
2.Από την άλλη, φαίνεται ότι στην “περήφανη” στάση του ΣΥΡΙΖΑ (και για όσο είναι σε θέση να την τηρεί) στοιχίζονται και τμήματα του τοπικού κατεστημένου, μιας και αυτά βλέπουν την κόντρα Γερμανίας-ΗΠΑ και τη δύσκολη θέση των άλλων ιμπεριαλιστών ως ευκαιρία για τη βελτίωση πλευρών της ένταξης της Ελλάδας στο όλο ιμπεριαλιστικό πλέγμα και στρατηγικό παιχνίδι.
Έχει ωστόσο ημερομηνία λήξης. Και αυτή θα έρθει όταν θα έχουν πια διαμορφωθεί φανερά οι όροι της υποχώρησης και της προσαρμογής του ΣΥΡΙΖΑ. Όταν, δηλαδή, θα υποχρεώνεται ως κυβέρνηση να ακολουθήσει μια φανερά αντιδραστική και επιθετική πολιτική που έτσι κι αλλιώς πρέπει να την υπηρετήσει.
Το μείγμα πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι μια πολιτική υπόκλισης και υποταγής στο πλαίσιο και στους συσχετισμούς, με στοιχεία τυχοδιωκτισμού. Το μοντέλο του «κινηματικού κυβερνητισμού» δοκιμάζεται και προκαλεί τριγμούς στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Ένα βήμα δεξιά θα συνοδεύεται από τρεις αριστερές κορόνες.
Πόσο θα επηρεάσει τις σχέσεις μεταξύ των ιμπεριαλιστών η εξελισσόμενη κρίση στην Ουκρανία; Πόσο χοντρό θα είναι το «χουνέρι» που θα επιβάλουν οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές στον ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να συμμορφωθεί;
Ακόμη και αν ο ΣΥΡΙΖΑ αργήσει να συμμορφωθεί, η επίθεση θα είναι παρούσα, ανεξάρτητα από το εάν ο ΣΥΡΙΖΑ δώσει κάποια ψίχουλα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αισθάνεται πολύ ανασφαλής και μετέωρος και ιδιαίτερα δεσμευόμενος από το πολύ πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα. Αυτό που ενώνει μέχρι στιγμής τις διάφορες τάσεις (όσο τις ενώνει) είναι ο φόβος του πολιτικού κόστους. Γι’ αυτό θα χρειάζεται να εμφανίζεται πολύ μεγάλη απειλή στον ορίζοντα ώστε να γίνουν οι επώδυνες και απαιτούμενες προσαρμογές, πέρα από αυτές που ήδη έχουν γίνει.
Παραμένει στο ίδιο αντιδραστικό πλαίσιο, ωστόσο μην υποτιμάμε τη λαϊκή πίεση, μην υποτιμάμε τη διάθεση που έχει ο λαός να σηκώσει ανάστημα. Ο λαός δεν έχει βρει ακόμα τους τρόπους για να σηκώσει το μπόι του, με αποτέλεσμα να άγεται και να φέρεται μέσα σε μια άγρια θολούρα. Μια τέτοια λαϊκή πίεση, έστω και αν εκφράστηκε εκλογικά, δεν μπορεί εύκολα και χωρίς πολιτικό κόστος να προσπεραστεί από τον ΣΥΡΙΖΑ.
3.Αν είχαμε ισχυρό λαϊκό κίνημα, εργατικό κίνημα συγκροτημένο και μια κομμουνιστική Αριστερά με ερείσματα και ρόλο, θα τολμούσαμε να χαρακτηρίζαμε την περίοδο θαυμάσια. Όμως, με βάση τους συγκεκριμένους ευρύτερους συσχετισμούς, η κατάσταση αυτή εμπεριέχει πολλούς κινδύνους να αποκρυσταλλωθεί και να παγιωθεί σε ακόμα πιο αντιδραστική κατεύθυνση, με σημαντικές τάσεις φασιστικοποίησης. Και ας παρατηρείται μια μετατόπιση λαϊκών στρωμάτων προς ασαφείς και θολές θέσεις και διαθέσεις αντίδρασης, αμφισβήτησης, άρνησης πλευρών του συστήματος της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης. Γιατί αυτές δεν μπορούν, σ” αυτή τη φάση, να ανατρέψουν ούτε τους γενικούς ούτε τους ειδικούς όρους του όλου παιχνιδιού. Αναζητείται, λοιπόν, ένα ξεσκαρταρισμένο και ανανεωμένο πολιτικό προσωπικό, που θα πρέπει όμως να παντρευτεί και με πολλά από τα δοκιμασμένα και πιστά παλιά κομμάτια του. Όσοι αυταπατώνται ότι αυτή η αναζήτηση μπορεί να υπερβεί τα όρια που έχει βάλει ο διαρκώς ανανεωνόμενος συμβιβασμός ΗΠΑ-ΕΕ από το 1974 μέχρι σήμερα θα διαψευστούν οικτρά. Όσοι θεωρούν ότι αυτή η αναζήτηση μπορεί να κρατήσει για καιρό μέσα στο αδιαμόρφωτο “μεταβατικό”, “αριστερό” περιβάλλον επίσης κοροϊδεύουν εαυτούς και αλλήλους. Δεν αποκλείεται στην πορεία προς τη νέα πολιτική διαχείριση να έχουμε εκπλήξεις και άλλες ανορθογραφίες. Όμως, το περίγραμμα θα καθορίζεται ακόμη από την τόσο φανερή διπλή εξάρτηση.
Για να καταλάβουμε την ανορθογραφία που έχει προκύψει -πρώτα για το σύστημα- αρκεί να αναφέρουμε κάτι που θα ήταν αδιανόητο μόλις τρία χρόνια πριν: η μόνη ηγετική ομάδα που έχει την πρωτοβουλία στα χέρια της είναι αυτή του ΣΥΡΙΖΑ. Και μάλιστα, με όλο το υπόλοιπο παλιό “παραδοσιακό” σύστημα διαχείρισης να βρίσκεται είτε σε ανασύνθεση (χωρίς ΠΑΣΟΚ) είτε να βιώνει συρρίκνωση, πολλούς εσωτερικούς τριγμούς και με μια γραμμή μαυρισμένη από το λαό. Και φυσικά τα νέα εφεδρικά πρόσωπα (όπως το ΠΟΤΑΜΙ) να μην είναι ακόμα σε θέση να προβάλουν ως αξιόπιστες εφεδρείες και λύσεις. Και μην ξεχνάμε ότι, παρά τα όσα μεσολάβησαν, ο χώρος της φασιστικής άκρας δεξιάς παραμένει ζωντανός και, υπό συνθήκες, αξιοποιήσιμος.
Εύκολα, λοιπόν, γίνεται αντιληπτό ότι αυτή η πολιτική εσωτερική κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί για καιρό. Επειδή, λοιπόν, κατά πάσα πιθανότητα, ο λαϊκός παράγοντας (παρά τις προσπάθειες που πρέπει και μπορούν να κάνουν οι κομμουνιστικές δυνάμεις) δεν θα είναι -τουλάχιστον άμεσα- ο παράγοντας που θα καθορίσει τις εξελίξεις, αυτή η διαμόρφωση θα καθοριστεί από τους όρους και τις επιδιώξεις αυτών που έχουν την πραγματική εξουσία και κυριαρχία.
4. Για τα σενάρια και τις προβλέψεις
Α) Πριν τα εκθέσουμε, ας κάνουμε μια βασική πρόβλεψη. Σ” όλη αυτή την πορεία ξαναστησίματος και αποκατάστασης του σκηνικού διαχείρισης, το σύστημα δεν θα μείνει ακυβέρνητο, χωρίς κυβερνητική πολιτική, χωρίς να λειτουργεί με τους ευρύτερους καπιταλιστικούς-ιμπεριαλιστικούς όρους.
Γι’ αυτό και όλα τα ιμπεριαλιστικά μέρη, σταθμίζοντας όλα τα διεθνή και ντόπια δεδομένα, προσανατολίζονται σε μια όσο γίνεται πιο «ήρεμη» και με λιγότερους κραδασμούς μετάβαση από το πριν στο σήμερα και στο αύριο. Γιατί γνωρίζουν ότι αυτά που δρομολογούνται στην Ελλάδα δεν είναι θέματα αποκλειστικά εθνικά, αλλά με ευρύτερες γεωστρατηγικές και πολιτικές προεκτάσεις, πέρα από τις φανερά οικονομικές.
Το πιθανότερο, λοιπόν, με βάση και τις γρήγορες προσαρμογές του ΣΥΡΙΖΑ, είναι να δοθεί από τους ιμπεριαλιστές, το ξένο και ντόπιο κεφάλαιο (και μέσα από τους δικούς τους συμβιβασμούς) μια κάποια πίστωση χρόνου, έτσι ώστε -χωρίς σοβαρή ανατροπή του ήδη υπάρχοντος πλαισίου επίθεσης, καταλήστευσης, υποτέλειας- να μπορέσει και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να σταθεί στα πόδια της, να τακτοποιήσει τις δικές της νέες εσωτερικές τριβές και ισορροπίες, να ξεκαθαρίσει το δικό της εσωτερικό θολό τοπίο. Έτσι ώστε να μπορέσει τους επόμενους μήνες να κυβερνήσει “όπως πρέπει και επιτάσσει” το συμφέρον του ιμπεριαλισμού και του κεφαλαίου. Έτσι ώστε να μπορέσει να αποστασιοποιηθεί “κομψά” από σειρά προεκλογικών δηλώσεων και “δεσμεύσεων” που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν σαν ακύρωση πλευρών της επίθεσης.
Προφανώς, η “πίστωση χρόνου” δεν θα αφορά μόνο την τακτοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και το ρεκτιφιέ-φρεσκάρισμα του χώρου της δεξιάς, αλλά και της λεγόμενης κεντροαριστεράς.
Β) Όμως και αυτή η εκδοχή δεν μπορεί να θεωρηθεί βέβαιη. Και αυτό διότι, πρώτον, κανένα από τα αντιφατικά δεδομένα τις περιόδου δεν μπορεί να υποτιμηθεί και, δεύτερο και κυριότερο, επειδή, όπως έχουμε επανειλημμένα αναφέρει, το «νταραβέρι» αυτής της περιόδου δεν αφορά τεχνοκράτες και υιοθέτηση ή απόρριψη οικονομικών σχεδίων πολιτικής οικονομίας, αλλά μια ακόμη κατεξοχήν έκφραση των συνολικών γεωστρατηγικών επιδιώξεων των ιμπεριαλιστών, σ’ ένα πλαίσιο ιδιαίτερα οξυμένο και αντιφατικό.
Γι’ αυτό και θα επιφυλαχθούμε προς το παρόν να απαντήσουμε στα σενάρια: Θα καταφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ να περάσει τον πρώτο κάβο και βλέπουμε; Ή μήπως θα καταρρεύσει γρήγορα κάτω από το βάρος της ανάγκης του να διαχειριστεί ένα βάρβαρο και αντιλαϊκό σύστημα; Και, αν καταρρεύσει, πώς θα καλυφθεί το κενό; Με πόσες εκλογές; Με πόσες οβιδιακές μεταμορφώσεις; Ή μήπως με μια κυβέρνηση εθνικής ανάγκης και σωτηρίας;
Ούτε βέβαια μπορούμε, σ’ αυτή τη ρευστή φάση, να προβλέψουμε αν θα επιλεγεί διπολικό ή τριπολικό σύστημα διαχείρισης, ούτε αν θα είναι «συγκεντρωτικό» ή με ομόκεντρους κύκλους γύρω από τον κάθε πόλο.
Γ) Ουσιαστικά, η νέα συμφωνία είναι όχι μόνο ένα πρώτο βήμα, αλλά πολύ περισσότερα, προς την κατεύθυνση της αποδοχής και από τη νέα κυβέρνηση του αντιδραστικού πλαισίου επίθεσης και εξάρτησης. Η συμφωνία (καταρχήν και σε σημεία της ασαφής) δεν αποκρυσταλλώνει 100% την πλήρη υποταγή της κυβέρνησης. Αφήνει σημεία ανοιχτά που θα κριθούν στο μέλλον. Οπότε τα δύσκολα τώρα αρχίζουν. Ωστόσο, κυρίως το πνεύμα της αλλά και το γράμμα της ουσιαστικά επισημοποιούν ότι η νέα κυβέρνηση έχει αποδεχτεί το κυρίαρχο πνεύμα της επίθεσης του κεφαλαίου, παραιτούμενη ακόμα και φραστικά από μια σειρά «ωραία» και «παχιά» λόγια που ακούγονταν και πριν από τις 25 Γενάρη αλλά και τις πρώτες μέρες μετά τις εκλογές.
Επί της ουσίας, αποτελεί ένα κείμενο που η όλη φιλοσοφία του είναι το πώς θα εξυπηρετηθούν (λιγότερο ή περισσότερο διακριτικά) οι ιμπεριαλιστές και το κεφάλαιο μέσα από μια πολιτική σκληρής λιτότητας και εκμετάλλευσης. Πρόκειται για ένα κείμενο που αποθεώνει την τόσο αποκρουστική λογική της υπεράσπισης της δημοσιονομικής σταθερότητας και της τραπεζικής ευημερίας. Κείμενο που ξαναεκθειάζει τις τόσο κακόφημες «μεταρρυθμίσεις» που -στην ουσία τους- δεν είναι παρά μια συνεχιζόμενη πολιτική παράδοσης ολόκληρων τομέων της οικονομίας στο κεφάλαιο. Συμφωνία που υποκλίνεται στον λεγόμενο ιδιωτικό τομέα. Συμφωνία τέτοια που ακόμα και αυτή η αναιμική και μελλοντική ανάπτυξη του προγράμματος της Θεσσαλονίκης χάθηκε μέσα σε περίτεχνες και τεχνοκρατικές διατυπώσεις.
Ούτε ο ίδιος ο Τσίπρας δεν μπορούσε να μη δεχτεί ότι το γράμμα και το πνεύμα της συμφωνίας βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από τη ρεφορμιστική-σοσιαλδημοκρατική κατεύθυνση εξανθρωπισμού της επίθεσης και εξωραϊσμού του συστήματος. Ουσιαστικά, προσπαθεί να την «προσπεράσει», παραδεχόμενος ότι τώρα αρχίζουν τα δύσκολα και αφήνοντας εντελώς αβάσιμα περιθώρια αισιοδοξίας ότι, στην επόμενη φάση, η συνέχιση των διαπραγματεύσεων θα ακυρώσει στην πράξη αυτά που δεν μπόρεσαν να αναιρεθούν στη συμφωνία.
Δ) Εδώ, λοιπόν, ανοίγει ένα σοβαρό ζήτημα: ότι, δήθεν, οι εξελίξεις από δω και πέρα θα δουλεύουν υπέρ της Ελλάδας και σε βάρος της Γερμανίας. Δηλαδή, το ίδιο μοτίβο στρουθοκαμηλισμού που είχαμε δύο χρόνια περίπου. Το ίδιο μοτίβο των δήθεν ευνοϊκών διεθνών συσχετισμών, της απομόνωσης της Γερμανίας, της αναίρεσης από το ίδιο το σύστημα της πολιτικής της άγριας επίθεσης και της διολίσθησης προς κεϊνσιανές λογικές, αν συντρέξουν οι Podemos και άλλοι σύμμαχοι.
Εμείς έχουμε εντελώς αντίθετες εκτιμήσεις. Υπογράφοντας τη συμφωνία, η κυβέρνηση Τσίπρα βυθίζεται ακόμη περισσότερο στην κινούμενη άμμο και παγιδεύεται σε μια πολιτική διαχείριση που τη φέρνει απέναντι από το λαό και στο πλευρό αυτών που έχουν κάνει πολύ μεγάλη ζημιά στο λαό και στη χώρα όλα αυτά τα χρόνια.
Η πραγματικότητα είναι ότι εάν ο λαός δεν οργανωθεί, δεν διεκδικήσει, δεν αποκτήσει εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του, δεν προσπεράσει τις αυταπάτες και δεν ξεδιαλύνει τους εχθρούς και ψεύτικους φίλους, η συμφωνία και οι συμφωνημένες «μεταρρυθμίσεις» υλοποίησης της συμφωνίας θα αποτελέσουν ένα νέο αντιλαϊκό πρόγραμμα που θα το πληρώσει ξανά ο λαός και που θα σηματοδοτεί ξανά το σφίξιμο της θηλιάς.
5. Έχει γίνει πολλή συζήτηση για το ότι η Ελλάδα πρέπει να είναι επιτέλους περήφανη διότι έκανε σκληρή διαπραγμάτευση, διότι ακούστηκαν διεθνώς οι ελληνικές θέσεις, διότι για πρώτη φορά κ.λπ. κ.λπ.
Ας βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους. Καταρχήν, όλα όσα (έως και υπερβολικά) παρουσιάζονται σαν επιτυχίες είναι στην ουσία τους έκφραση, αποτελέσματα και απόηχος της μεγάλης και ορμητικής εισόδου των λαϊκών μαζών στο προσκήνιο με πολλούς τρόπους τη διετία 2010-2012. Δηλαδή, την περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ, η Χ.Α., διάφοροι εθνοσωτήρες τύπου ΑΝΕΛΛ και άλλοι, ψαρεύοντας στα θολά νερά, κατάφεραν να πλασαριστούν ως δήθεν εκφραστές του λαού, ως οι τιμωροί των μνημονιακών και των ξένων πάσης φύσης. Μην ξεχνάμε ότι οι αγώνες των λαών της Ελλάδας, της Ισπανίας (εκείνη την περίοδο), της Πορτογαλίας και άλλων χωρών, οι μαζικές και επίμονες αντιδράσεις τους κόντρα στους συσχετισμούς και στους οπλισμένους σαν αστακούς μηχανισμούς καταστολής συνέβαλαν καθοριστικά στη διεθνή απήχηση των αγώνων κόντρα στην επίθεση, στα μνημόνια, στην ΕΕ, στο ΔΝΤ. Αυτοί οι αγώνες πέρναγαν για μήνες το μήνυμα σ’ όλο τον κόσμο και ξεσήκωναν κύματα αλληλεγγύης σε ανατολή και δύση.
Αυτοί οι αγώνες προκάλεσαν πολλούς πονοκεφάλους στα επιτελεία των ιμπεριαλιστών και έκαναν φανερά μια σειρά ρήγματα και αντιθέσεις στο στρατόπεδο των ιμπεριαλιστών, οι οποίες με τη σειρά τους τροφοδότησαν περισσότερο τους αγώνες και συνέβαλαν στο να συντηρείται μέχρι τώρα απόηχος αυτών των μεγαλειωδών κινητοποιήσεων.
Το γεγονός είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και λοιποί όχι μόνο δεν υπηρέτησαν τους στόχους αυτών των αγώνων, όχι μόνο δεν τους πολιτικοποίησαν, όχι μόνο δεν τους αναβάθμισαν, αλλά συνέβαλαν στο ακριβώς αντίθετο. Όσο καιρό προετοιμάζονταν για εκλογές, σαμποτάριζαν κάθε ιδέα και προοπτική κλιμάκωσης. Και τώρα η αλήθεια είναι πως με την ανάδειξή τους σε κυβέρνηση έρχονται να δώσουν το χαριστικό χτύπημα, κινούμενοι σε μια κατεύθυνση αδιέξοδης «διαπραγμάτευσης» που βάζει «από το παράθυρο» μια ήδη καταδικασμένη αντιλαϊκή πολιτική προκειμένου να τη διατηρήσει, να την εμπεδώσει και να την εδραιώσει.
Η ωμή πραγματικότητα θα επιβεβαιώσει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ για να σταθεροποιηθεί πρέπει να πατήσει στα συντρίμμια των λαϊκών προσδοκιών και στα ερείπια των λαϊκών διεκδικήσεων. Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ όλο και θα τον αποκόβει από το λαό. Όσο ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπαίνει στην κούρσα υλοποίησης των «μεταρρυθμίσεων», δηλαδή των αντιδραστικών προσαρμογών, τόσο θα εξασθενούν τα όποια -έστω χαλαρά- ερείσματα απέκτησε στο λαό, προεκλογικά και μετεκλογικά. Φυσικά, το κυβερνητικό μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ, άμεσα τουλάχιστον, θα στιγματιστεί από τη διεύρυνση της λαϊκής αγανάκτησης.
6.Το κυβερνητικό καράβι αναμένεται σύντομα και άμεσα να πέσει και σε νέες φουρτούνες και θα δοκιμαστεί για να περάσει διάφορους κάβους. Αν νομίζει ότι θα βρίσκει καταφύγιο κι απάγκιο σε αμερικάνικα και αγγλικά «λιμάνια», μάλλον θα καταλάβει ότι πρέπει να αρκεστεί στο ξεπούλημα των δικών μας λιμανιών σε Κινέζους και άλλους. Τα όσα ζήσαμε με την προσπάθεια Αμερικάνων, Εγγλέζων αλλά και Γάλλων ιμπεριαλιστών να κάνουν λελογισμένη χρήση της Ελλάδας στα ιμπεριαλιστικά τους παιχνίδια με τη Γερμανία σαφώς σ’ αυτή τη φάση δεν μπορούν να ξεπεράσουν την κόκκινη γραμμή της «κοινής πορείας» της Δύσης, ιδιαίτερα όσο τα μεγάλα αγκάθια Ουκρανίας και Μ. Ανατολής παραμένουν μπροστά.
Όσο, λοιπόν, η ΕΕ διατηρεί την όποια χαλαρή ενότητά της, ακόμα και με κυρίως ευνοημένη τη Γερμανία, όσο ΗΠΑ και ΕΕ ελέγχουν τις κόντρες τους (αλλά και για να ενισχύσει ο καθένας τη θέση του στις κόντρες αυτές), δεν θα σταματήσουν την πολιτική της επίθεσης στους λαούς και θα οδηγούνται εκ των πραγμάτων σε σκληρές πολιτικές.
Οπότε, ο λαός μας, στην επόμενη φάση θα βρεθεί σ’ ένα νέο μπαράζ επιθέσεων και ωμών ιμπεριαλιστικών εκβιασμών, χωρίς να αποκλείονται και τα χειρότερα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε θέλει ούτε μπορεί, με βάση τα χαρακτηριστικά του, να έρθει σε ρήξη με την ΕΕ και -πολύ περισσότερο- με τις ΗΠΑ, τις οποίες άλλωστε θεωρεί και φίλη-χώρα.
Αυτό που υποχρεωτικά θα επιδιώξει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι να στήσει γέφυρες και να βρει στηρίγματα σε κομμάτια του συστήματος της μεγαλοαστικής τάξης και σε ιμπεριαλιστικά κέντρα. Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν θα το κατορθώσει. Αυτό που ξέρουμε είναι ότι σ’ αυτήν την πορεία ο ΣΥΡΙΖΑ θα έρθει σε ρήξη με το λαό, τα δικαιώματά του, τις ανάγκες του.
7.Το σύστημα παγκοσμίως, στην Ευρώπη αλλά και στη χώρα μας, χρειάζεται -έστω προσωρινά- κυβερνήσεις δήθεν εναλλακτικές, που σε περιόδους μεγάλης κρίσης και χωρίς να σταματήσουν να υπηρετούν την πολιτική της επίθεσης (έστω με κάποια ευελιξία) να κατορθώσουν να κρατήσουν το λαό στο περιθώριο. Οι ιμπεριαλιστές (όπως φάνηκε και από τον τρόπο που αντιμετωπίζουν το ΣΥΡΙΖΑ) έχουν τη δυνατότητα να προσπερνούν σχετικά «αναίμακτα» τέτοια εμπόδια. Αποδεικνύεται, δηλαδή, ότι κυβερνήσεις που δεν αξίζουν στις αγωνιστικές παραδόσεις των λαών (όπως αυτή των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛΛ) εύκολα τουμπάρονται και, αν αντέξουν το βάρος της μετάλλαξής τους, τότε γίνονται από τους καλύτερους υπηρέτες του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού.
Φυσικά, όπως φάνηκε και απ’ όλο το διάστημα πριν τις εκλογές και μετά, το πρόβλημα δεν είναι μόνο το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η συνολική διαμόρφωση του πολιτικού στάτους διαχείρισης. Γι’ αυτό και αναμένεται μια ολόκληρη περίοδος επεμβάσεων, ανάμιξης των ιμπεριαλιστικών κέντρων στην πολιτική ζωή του τόπου για τη διαμόρφωση αυτών των νέων ισορροπιών. Γι’ αυτό αναμένεται μια ολόκληρη περίοδος όπου οι διάφορες μερίδες της μεγαλοαστικής τάξης με τις διασυνδέσεις τους θα εντείνουν τις προσπάθειες χειραγώγησης και αξιοποίησης τού υπό διαμόρφωση πολιτικού προσωπικού.
Αυτό που πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι όσο προχωράει αυτή η διαδικασία διαμόρφωσης θα κινείται δεξιόστροφα, αντιδραστικά και ότι όχι μόνο θα παγιώνει την επίθεση, αλλά -και σε μια πορεία- θα την εντείνει.
8.Για όλη τη φάση που ανοίγεται μπροστά μας και με δεδομένη τη χρόνια ζημιά που έχει κάνει ο ρεφορμισμός στο κίνημα, αλλά και τους τελευταίους μήνες ιδιαίτερα, θα χρειαστεί σκληρή δουλειά και προσπάθεια από τις αγωνιστικές και επαναστατικές δυνάμεις του λαού για να συγκεντρωθεί ένα δυναμικό με ξεκάθαρους στόχους να πάει κόντρα στο ρεύμα και να βάλει τις βάσεις για ένα ΜΕΤΩΠΟ ΠΑΛΗΣ με το οποίο ο λαός θα αναμετρηθεί με τους ιμπεριαλιστές και την ασφυκτική εξάρτηση της χώρας απ’ αυτούς, θα αντισταθεί στις επιθέσεις του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου, θα διεκδικήσει τη ζωή του και τα δίκια του.
Έχει γίνει φανερό ότι για να αποκτήσουν πραγματικό νόημα και περιεχόμενο οι λέξεις «ρήξη», «ανατροπή», «έξοδος από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ», δεν φτάνουν μόνο οι διακηρύξεις. Αυτές τις γεμάτες εξελίξεις εποχές, γίνονται πολλές διεργασίες στο λαό και ο πολιτικός χρόνος τρέχει. Οι διεργασίες αυτές, που αφορούν όχι μόνο τη συνείδηση αλλά και τη δράση των λαϊκών μαζών, είναι σύνθετες και όχι μονής κατεύθυνσης. Η όλη κοινωνική και πολιτική διεργασία των τελευταίων χρόνων μπορεί να γίνει από πολλές πλευρές «δάσκαλος από την ανάποδη» για τις μάζες που πρέπει να διδάσκονται από τα λάθη. Κυρίως αυτοί που πρέπει να διδάσκονται είναι αυτοί που φιλοδοξούν να ευνοήσουν -μέσα στην εργατική τάξη, στη φτωχή αγροτιά και τη νεολαία- τη συγκέντρωση ενός ταξικού κομμουνιστικού δυναμικού, των επαναστατικών πυρήνων που θα αναλάβουν την ευθύνη να προετοιμάσουν το λαό για τα δύσκολα. Να προετοιμάσουν το λαό για μια διαδρομή σύγκρουσης και δυσκολιών που πρέπει να υπερνικηθούν προκειμένου, μαζί με μια σειρά γειτονικούς λαούς -Βαλκάνιους, Ευρωπαίους και στη Μ. Ανατολή- να βαδίσουν το δρόμο της ανεξαρτησίας και του σοσιαλισμού.
Χωρίς να προτρέχουμε, λοιπόν, αυτό που εκφράζει η συμφωνία είναι ότι η νέα κυβέρνηση (και ας φωνάζει στο εσωτερικό για το αντίθετο) θα διατηρήσει το πολύ επιδεινωμένο και βεβαρημένο τα τελευταία χρόνια ασφυκτικό πλαίσιο εξάρτησης και επίθεσης σε βάρος του λαού. Και το πιο ενδεικτικό είναι ότι η συμφωνία, με βάση τους πραγματικούς συσχετισμούς, αφήνει πολλά παράθυρα και περιθώρια στους ιμπεριαλιστές και το ντόπιο κατεστημένο να το επιδεινώσουν ακόμη περισσότερο.
Οι αυταπάτες πολλών και ιδιαίτερα της αναρχίας (γι’ αυτό και ψήφισε μαζικά ΣΥΡΙΖΑ) ότι η νέα κυβέρνηση θα συμπεριφερθεί πολύ πιο δημοκρατικά και πολύ πιο ανεκτικά απέναντι στο λαϊκό κίνημα και ότι θα πάψει να έχει σε ομηρία τους αναρχικούς και θα τους επιτρέψει να δράσουν δεν θα κρατήσουν πολύ. Ή, για να το θέσουμε καλύτερα, θα κρατάνε όσο το κίνημα παραμένει εγκλωβισμένο και αποπροσανατολισμένο.
9.Με ποια γραμμή, με ποια τακτική και σε ποια κατεύθυνση θα πρέπει να κινηθούν το ΚΚΕ(μ-λ) και η ΛΑΪΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ-ΑΑΣ στις νέες συνθήκες; Γενικά, λοιπόν, θα λέγαμε: στη ρότα που έχουμε χαράξει με τις εισηγήσεις της Συνδιάσκεψης, με ορισμένες απαραίτητες προσαρμογές στη βάση ορισμένων καινούριων δεδομένων που εμφανίστηκαν.
Α) Να επιμείνουμε στην ανάγκη τα πυρά του λαού να στρέφονται μόνιμα ενάντια στο πλαίσιο δεσμεύσεων και εξάρτησης της χώρας (πολιτικής, στρατιωτικής, οικονομικής) και να αναδείξουμε πιο συστηματικά μέσα από διάφορες μορφές (και κεντρικά και επιμέρους) το ότι ένα τέτοιο πλαίσιο δεν θα ανατραπεί από τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, αλλά από τους λαούς, την πάλη τους και τα υποκείμενα που θα διαμορφώσουν.
Να επιμείνουμε στην ανάδειξη του συνθήματος «οι λαοί δεν έχουν ανάγκη από προστάτες» και της προοπτικής της ανεξαρτησίας ως ενός δρόμου σύγκρουσης και αναμέτρησης, και με το λαϊκό-κοινωνικό περιεχόμενο έτσι όπως σε αδρές γραμμές περιγράφουμε.
Να καταγράψουμε -και μέσα από τις αποφάσεις της Συνδιάσκεψης- τη δέσμευσή μας να δώσουμε πιο φανερά (όχι μεταφυσικά) το περίγραμμα της ανεξαρτησίας όπως την εννοούμε.
Να δώσουμε βάρος στις συμμαχίες -εντός χώρας αλλά και διεθνώς- που πρέπει να οικοδομηθούν ανάμεσα σε λαϊκά στρώματα και λαούς, προκειμένου το ΜΕΤΩΠΟ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗΣ να εξελιχθεί σε ΜΕΤΩΠΟ ΠΑΛΗΣ ΓΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ. Να αντιπαρατεθούμε ανοιχτά στο ρεφορμιστικό παραλογισμό που μας προτρέπει να «στηριχθούμε» στους ιμπεριαλιστές για να περιορίσουμε το ρόλο τους και τις επεμβάσεις τους στη χώρα μας.
Πρέπει να αξιοποιήσουμε το γεγονός ότι ο λαός, μέσα από τη διαδρομή του, ιδιαίτερα τα τέσσερα τελευταία χρόνια, έχει βγάλει συμπεράσματα. Πρέπει να αξιοποιήσουμε το γεγονός ότι ο λαός μας, μέσα από τις κινηματικές διεργασίες, βρέθηκε πιο κοντά από ποτέ στην ανάγκη να σκεφτεί το πώς θα σταθεί και τι θα αντιμετωπίσει αν «διανοηθεί» να πάει κόντρα στους ιμπεριαλιστές.
Β) Γίνεται καθαρό και ακόμα πιο αναγκαίο ότι πρέπει -μέσα και από τις αποφάσεις μας, αλλά και από την όλη προσπάθεια- να αναβαθμιστεί και προς τα μέσα και προς τα έξω η κατεύθυνση της συγκέντρωσης πρωτοπόρων δυνάμεων που ανέδειξε η ταξική πάλη, σε κομμουνιστική βάση, στη βάση της προοπτικής της επαναστατικής ανατροπής του συστήματος, στη βάση της σοσιαλιστικής προοπτικής.
Ένας από τους πιο ουσιαστικούς τρόπους αντιπαράθεσης στην πράξη με τον καπιταλιστικό μονόδρομο είναι η συγκέντρωση (κυρίως ποιοτικά, αλλά και ποσοτικά) αγωνιστών που θα δεσμεύονται -μέσα από τη συμμετοχή τους στην ταξική πάλη- ότι θα υπηρετήσουν -στη θεωρία και στην πρακτική- την προοπτική του σοσιαλισμού. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται και στο κοινωνικό επίπεδο (βάρος στη δουλειά μέσα στην εργατική τάξη), αλλά και στο επίπεδο της πιο ουσιαστικής διερεύνησης των αιτιών της παλινόρθωσης, αλλά και της ήττας -ειδικότερα- του ελληνικού κινήματος, που υπήρξε από τα πιο δυνατά και ριζωμένα στο λαό.
Με τις αποφάσεις της Συνδιάσκεψής μας πρέπει να δεσμευτούμε ότι, για να υπηρετήσουμε την κατεύθυνση της ανατροπής του συστήματος, οφείλουμε να προχωρήσουμε στην αναβάθμιση και στήριξη των στρατηγικών κατευθύνσεων που σε αδρές γραμμές υιοθετούμε.
Χρειαζόμαστε (για πολλούς λόγους που έχουμε εξηγήσει) να αντιπαλέψουμε τον καπιταλιστικό μονόδρομο και την «παντοδυναμία» του ιμπεριαλισμού. Οπότε χρειαζόμαστε την υιοθέτηση ενός προγραμματικού πλαισίου που να συνοδεύεται από επίκαιρα και στοχευμένα στοιχεία ανάλυσης της κοινωνικής ταξικής ελλαδικής πραγματικότητας.
Αντιμετωπίζουμε μια αντίφαση, όχι μόνο δικιά μας αλλά του κινήματος ευρύτερα: Ο λαός, ενώ έχει την ανάγκη και τη διάθεση να διεκδικήσει και να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, και παρ’ ότι τα ρήγματα στο αντίπαλο στρατόπεδο είναι μεγάλα, αυτός δεν είναι ακόμη έτοιμος να τα εκμεταλλευτεί προς όφελός του.
Γ) Ας μην μπερδεύουμε τη συζήτηση για το τι μπορεί να ικανοποιήσει ο ΣΥΡΙΖΑ και τι όχι με το αν θα πρέπει μια επαναστατική οργάνωση να θέτει αιτήματα και στόχους πάλης για το κίνημα. Βασική προϋπόθεση είναι να βάζουμε στόχο την οργάνωση του λαού και τη συγκέντρωση των δυνάμεών του, ενισχύοντας την τάση της αναμέτρησης , σε κόντρα με αυτήν της συνδιαλλαγής. Ο λαός πρέπει να οργανώσει την πάλη του και να μην περιμένει αμήχανος και θολωμένος. Το ζητούμενο δεν είναι να στηριχθεί ο Τσίπρας, αλλά -με την έξοδο των μαζών στο προσκήνιο- να αναδειχτούν τα πραγματικά αιτήματα, αυτά που δεν ανέδειξαν οι κάλπες, αυτά που συσκοτίζονται.
Αν θέλουμε να περιορίσουμε τη σύγχυση, δεν μπορούμε να αφήνουμε τις τύχες μας στους Βαρουφάκηδες. Γιατί δεν έχουμε εμπιστοσύνη σε αστούς και ρεφορμιστές, έστω και αν είναι προσωρινά πιεσμένοι.
Ο λαός πρέπει να προβάλει τα δικαιώματά του. Πρέπει να καταγράψει συνθήματα διεκδίκησης. Οι ιμπεριαλιστές και οι αστοί δεν καταλαβαίνουν και πολλά από εκλογικά αποτελέσματα και αγριάδες των υποτακτικών τους.
Να μην υποταχτούμε σε μοιρολατρίες τύπου ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Να διεκδικήσουμε αυτά που μας ανήκουν. Μόνο ο λαός με την πάλη και την οργάνωσή του μπορεί να σπάσει τα ποικιλόμορφα δεσμά της εξάρτησης.
Θέλουμε το λαό να διαδηλώνει με αιτήματα και όχι να περιφέρεται σιωπηλά μέσα στη σύγχυση. Δεν παζαρεύουμε με τους δυνάστες μας ψίχουλα. Δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα, όσα όμως κερδίσουμε θα είναι αποτέλεσμα των δικών μας αγώνων. Παραμένουμε σταθερά στη μεριά του αντιιμπεριαλιστικού-αντικαπιταλιστικού αγώνα. Δεν στηρίζουμε καμία κυβέρνηση. Διεκδικούμε τη ζωή μας με τον ανεξάρτητο αγώνα.
Η Αριστερά δεν υπάρχει για να είναι νεροκουβαλητής του κάθε ΣΥΡΙΖΑ. Η Αριστερά βρίσκει το περιεχόμενό της στην οργάνωση του λαού και στη διεκδίκηση από πλευράς του για την καλυτέρευση της ζωής του στο πλαίσιο του αγώνα για την άλλη κοινωνία.
Δ) Πολύ καθοριστικά στο να ξεδιπλώσουμε αλλά και να αφομοιώσουμε πιο ουσιαστικά τη διπλή μας στόχευση (Μέτωπο Αντίστασης, Αριστερό Μέτωπο Αντίστασης-Διεκδίκησης-Αναμέτρησης) θα είναι η ένταση, το βάθος και η διάρκεια των κινηματικών αντιδράσεων και αντιστάσεων που θα εξαρτηθούν, με τη σειρά τους και αυτά, από τους ρυθμούς και τις μορφές συνέχισης και βαθέματος της επίθεσης του κεφαλαίου και της ιμπεριαλιστικής στρατηγικής.
Επίσης, θα κριθούν και από τις ανακατατάξεις που θα υπάρξουν μέσα στο σύνολο των χώρων της Αριστεράς έτσι όπως τη γνωρίσαμε.
- Θα διαμορφωθούν (με βάση και τη δική μας, πιο αναβαθμισμένη και επίμονη παρέμβαση) περισσότερες δυνατότητες για να ξεδιπλώσουμε την πολιτική της κοινής δράσης;
- Θα προκύψουν -μέσα απ’ αυτές τις ανακατατάξεις- δυνάμεις που θα είναι διατεθειμένες να προκρίνουν μια συμπόρευση μαζί μας, εγκαταλείποντας προηγούμενες αδιέξοδες επιλογές;
- Πόσο καθοριστικά και γρήγορα θα μπορέσει η ΛΑΪΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ – ΑΑΣ να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες;
10.Προτεραιότητα χρειάζεται να δοθεί στη γραμμή πάλης και τις επιδιώξεις της νεολαίας, ως χώρου που θα έχει συμπληρωματικό, αλλά και προωθητικό ρόλο στη γενική κατεύθυνση της ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ και της συγκέντρωσης δυνάμεων. Στη διαμόρφωση των στόχων και της γραμμής να κυριαρχήσει η προοπτική που επιφυλάσσει το σύστημα στη νεολαία και σε περιόδους «ειρήνης» αλλά και πολέμου. Να αναδειχτεί το επαγγελματικό, το εργασιακό, το ζήτημα των δημοκρατικών ελευθεριών και του δικαιώματος στην οργάνωση, διεκδίκηση, πάλη. Πρέπει -κυρίως στην εργαζόμενη νεολαία, αλλά και σ’ αυτή που βιώνει τη μιζέρια των χαμηλότερων βαθμίδων της εκπαίδευσης- να τονώσουμε και να τονίσουμε το ζήτημα της σοσιαλιστικής προοπτικής και του επαναστατικού δρόμου. Δεν έχουμε κανένα λόγο να είμαστε αμήχανοι και να αισθανόμαστε ότι με τον ΣΥΡΙΖΑ θα μείνουμε χωρίς «δουλειά». Αυτή η κατεύθυνση πρέπει να υποστηριχτεί και από την κεντρική καθοδήγηση της σπουδάζουσας και της οργάνωσης, έτσι ώστε να βρει έκφραση και σε μια σειρά οργανώσεις της περιφέρειας.
11.Μεγάλο βάρος θα πρέπει να δοθεί και στην επεξεργασία γραμμής και κατεύθυνσης στους εκπαιδευτικούς. Εκτιμάμε ότι ο χώρος αυτός θα πληγεί ιδιαίτερα και θα βρεθεί πολύ εκτεθειμένος στη συνέχιση στης επίθεσης, μετά την υποχώρηση και υποταγή της κυβέρνησης.
• Σε ψηλή θέση ενδιαφέροντος πρέπει να βρεθεί η όλη μας παρέμβαση στους υπόλοιπους χώρους του Δημοσίου, οι οποίοι θα βρεθούν επίσης «αδειασμένοι» από την πολιτική ΣΥΡΙΖΑ (αξιολόγηση, μισθολογικό, ασφαλιστικό).
• Κεντρικό χαρακτήρα θα πρέπει να πάρουν οι παρεμβάσεις μας για τις ληστρικές συμβάσεις καταλήστευσης της χώρας, ιδιωτικοποιήσεων κ.λπ. (Χαλκιδική, ΔΕΗ κ.λπ.)
• Να διατάξουμε ή να επαναδιατάξουμε τις δυνάμεις μας, έτσι ώστε να δυναμώσει η παρέμβαση μέσα στους χώρους ακραίας εκμετάλλευσης των εργαζομένων, με ξεδίπλωμα των διεκδικήσεων για ανθρώπινες συνθήκες δουλειάς, για συμβάσεις, για αυξήσεις, για ανατροπή πλευρών του εργασιακού μεσαίωνα. Να μην περιμένουμε. Να ξεκινήσουμε, ζητώντας ταυτόχρονα καλύτερη μεταχείριση των ανέργων οι οποίοι κάθε άλλο παρά αναμένεται να μειωθούν.
• Πρέπει να συνολικοποιήσουμε τη δράση μας και τις πρωτοβουλίες μας στην κατεύθυνση της αυτοοργάνωσης του λαού, του συντονισμού των αγώνων του.
• Να παρακολουθήσουμε και να παρέμβουμε στην όλη διαμόρφωση του νέου σκηνικού συνδικαλιστικής εκπροσώπησης και έκφρασης, και της αντιμετώπισής της σε επίπεδο ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ κ.λπ. Να έχουμε εικόνα του παντρέματος των «νέων» με τους παλιούς «συνδικαλιστές» και να παρέμβουμε, ανάλογα με τις δυνάμεις μας, σε διεκδικήσεις με αλλαγές προς το δημοκρατικότερο, αμεσότερο, αναλογικότερο της όλης συνδικαλιστικής δομής.
• Σε ανάλογα πλαίσια πρέπει να κινηθούμε δραστήρια στη διεκδίκηση αιτημάτων που να ανατρέπουν τη φασιστικοποίηση της δημόσιας πολιτικής ζωής και να ζητούν την κατοχύρωση και διεύρυνση σειράς δημοκρατικών ελευθεριών (άσυλο, διαδηλώσεις, συλλήψεις, ποινικός κώδικας) που βάναυσα έχουν πληγεί από την έξαρση της κρατικής βίας και καταστολής.