- Το κείμενο: «Για το θεσμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και τις αντιστάσεις που γεννά». Αν και αρκετά παλιό (του 2005) παραμένει χρήσιμο (http://www.kkeml.gr/για-το-θεσμό-της-τοπικής-αυτοδιοίκηση/).
- Τα δύο άρθρα της Π.Σ. για το νόμο Κλεισθένη (http://www.kkeml.gr/νομοσχέδιο-για-το-πρόγραμμα-κλεισθέ/ και http://www.kkeml.gr/μετά-τον-καλλικράτη-ο-κλεισθένης-σταθ/).
Α. Ο ρόλος της «Τοπικής Αυτοδιοίκησης» ως θεσμού του αστικού κράτους
Η τοπική αυτοδιοίκηση (ΤΑ) είναι ένας κρατικός θεσμός, άρα είναι μέρος του εποικοδομήματος. Και άρα τα χαρακτηριστικά της, ο ρόλος της, η λειτουργία της, οι στόχοι της δε μπορεί παρά να υπηρετούν την οικονομική βάση. Βέβαια το ότι η ΤΑ χαρακτηρίζεται ως «λαογέννητος» θεσμός (και από εμάς), αυτό έχει να κάνει ακριβώς με τα πρώτα βήματα συγκρότησης μορφών ΤΑ και ιδιαίτερα με την ΕΑΜική περίοδο, στην οποία η ΤΑ πράγματι απέκτησε το πραγματικό περιεχόμενο του ονόματός της και πράγματι υπηρέτησε τα συμφέροντα των τοπικών κοινωνιών. Ωστόσο είναι φανερό πως μέσα στο σημερινό καθεστώς δεν μπορεί να μετατραπεί σε νησίδα «σοσιαλισμού» αλλά έχει σαν βασικό στόχο την επιβολή της κυριαρχίας της αστικής τάξης πάνω στην κοινωνία, λειτουργώντας σαν ένας θεσμός/μηχανισμός που παρεμβάλλεται ανάμεσα στην κεντρική εξουσία και το λαό.
Έτσι η ΤΑ είναι ένας θεσμός που βοηθά ώστε η πολιτική που αποφασίζεται από την αστική τάξη και για να εξυπηρετούνται κάθε φορά καλύτερα τα συμφέροντά της, να εφαρμόζεται αποτελεσματικά και μάλιστα με τις λιγότερες δυνατές ή και καθόλου, αντιδράσεις. Πιο συγκεκριμένα η ΤΑ βοηθά και στα δυο αυτά επίπεδα:
Πρώτον, στην εφαρμογή της πολιτικής. Η κεντρική εξουσία δίνει, μέσω της νομοθεσίας, τις βασικές κατευθύνσεις και υλοποιεί, με τη βοήθεια των κρατικών μηχανισμών, αυτές που αφορούν κεντρικά και συνολικά το λαό. Πολλές πλευρές της αστικής πολιτικής, ωστόσο, χρειάζεται είτε να βοηθηθούν είτε να εξειδικευθούν, ώστε να είναι πιο αποτελεσματικές. Ο δεύτερος ρόλος της ΤΑ αφορά την απορρόφηση και …εξομάλυνση των αντιδράσεων και των αντιστάσεων του λαού απέναντι στην πολιτική της κεντρικής εξουσίας.
Πρόκειται, λοιπόν, για έναν ενδιάμεσο ρόλο που δικαιολογεί το χαρακτηρισμό της ΤΑ ως ιμάντα μεταβίβασης της αστικής πολιτικής προς το λαό ή ως το μακρύ χέρι της αστικής εξουσίας. Βέβαια, το καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα γρήγορα κατάλαβε ότι αυτό το ενδιάμεσο επίπεδο ανάμεσα στην κεντρική εξουσία και το λαό θα έπαιζε πολύ καλύτερα το ρόλο του, αν ήταν κι αυτό πολυεπίπεδο. Αν, δηλαδή, δεν υπήρχε ένα, αλλά περισσότερα επίπεδα ή σκαλοπάτια ανάμεσα σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους.
«Καποδίστριας» – «Καλλικράτης» – «Κλεισθένης»
Η ιδέα των διαφορετικών βαθμών ΤΑ είναι αρκετά παλιά για τις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις. Στη χώρα μας η αρχή έγινε με το νόμο «Καποδίστρια» το 1997, ο οποίος ίδρυσε το β’ βαθμό της ΤΑ, δηλαδή τις Νομαρχίες. Στην πραγματικότητα, οι Νομαρχίες φυσικά υπήρχαν, όμως τα όργανά τους ήταν διορισμένα. Ο «Καποδίστριας» τις έκανε κανονικούς Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ), με εκλεγμένα όργανα και Νομάρχη. Η δεύτερη τομή που έφερε ο «Καποδίστριας» ήταν οι συνενώσεις Δήμων και Κοινοτήτων σε μεγαλύτερους Δήμους και Κοινότητες.
Οι δυο αυτές τάσεις ενισχύθηκαν ακόμα περισσότερο το 2010, με το νόμο «Καλλικράτη». Πλέον οι Νομαρχίες καταργούνταν και δημιουργούνταν οι Περιφέρειες, ως β’ βαθμός ΟΤΑ. Και πάλι δεν επρόκειτο για νέο θεσμό, γιατί η χώρα ήταν ήδη χωρισμένη σε 13 Περιφέρειες, με διορισμένους Περιφερειάρχες. Εκείνες οι Περιφέρειες ήταν, ουσιαστικά, άμεσα παρακλάδια της κεντρικής εξουσίας. Ο «Καλλικράτης» διατήρησε αυτά τα παρακλάδια, αλλά τα μείωσε σε 7 και τα ονόμασε Αποκεντρωμένες Διοικήσεις. Και οι 13 Περιφέρειες έμπαιναν πια στις κάλπες των νεότευκτων Περιφερειακών Εκλογών. Οι συγχωνεύσεις Δήμων συνεχίστηκαν, έτσι ώστε οι Κοινότητες να καταργηθούν εντελώς. Οι λεγόμενοι «Καλλικρατικοί» Δήμοι σε πολλές περιπτώσεις ήταν οι παλιές επαρχίες των Νομών!
Ο τρίτος νόμος της σειράς είναι ο «Κλεισθένης-Ι» του 2018. Σε αυτόν δεν υπάρχουν αλλαγές ή συγχωνεύσεις, ούτε στους Δήμους ούτε στις Περιφέρειες. Εισάγεται, όμως, μια λογική κατηγοριοποίησης των Δήμων, με βάση την οποία θα γίνεται και η χρηματοδότησή τους (η πρώτη κατηγορία είναι οι Μητροπολιτικοί Δήμοι). Η διαδικασία αυτή – κόντρα στους μύθους πως «αποκεντρώνει» το κράτος – ενισχύει τη συγκεντροποίηση καθώς και την εξάρτηση των δήμων απ’ το κράτος, προχωρώντας παραπέρα και το ρόλο του «ιμάντα μεταβίβασης» της κυρίαρχης πολιτικής που ήδη έχει. Παράλληλα, επεκτείνεται η λεγόμενη «ανταποδοτικότητα» των δημοτικών τελών και στο πράσινο, ενισχύεται η λογική της επιχειρηματικότητας στους τομείς της ενέργειας και των σκουπιδιών. Ενώ, μέσα από τη διαδικασία των ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημόσιου – Ιδιωτικού Τομέα) το κράτος, ενισχυόμενο και διαμέσου των δήμων, αναλαμβάνει το ρόλο της προώθησης των ιδιωτικοποιήσεων και της αντιλαϊκής πολιτικής.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει ανακοινώσει ότι μετά τη συνταγματική αναθεώρηση θα υπάρξει «Κλεισθένης-ΙΙ» και «Κλεισθένης-ΙΙΙ». Οι νόμοι αυτοί υποτίθεται ότι θα λύσουν το πάγιο πρόβλημα κυρίως των Δήμων, οι οποίοι, κατά την κυβέρνηση, έχουν αρμοδιότητες, αλλά δεν έχουν τους πόρους, τα εργαλεία και τις δομές για να τις εξασκήσουν. Με άλλα λόγια, τη θεσμοθέτηση ότι οι Δήμοι δε θα έχουν υποχρέωση να παρέχουν τίποτα στο λαό, αλλά θα μπορούν να του… πουλάνε τα πάντα (από την παιδεία και την υγεία, μέχρι την αποκομιδή των σκουπιδιών) ή να τον χαρατσώνουν γι’ αυτά που έχει ήδη πληρώσει στην κεντρική εξουσία. Δεν είναι απίθανη ακόμα και η περίπτωση να αποκτήσει και με τη βούλα το ρόλο του φοροεισπράκτορα ο Δήμος. Και, βέβαια, το ρόλο του …ομίλου επιχειρήσεων που στόχο θα έχουν το κέρδος και όχι την κάλυψη των αναγκών του κόσμου. Μια τέτοια κατεύθυνση, που ήδη ενισχύεται και από τον «Κλεισθένη-Ι», συνάδει με το στόχο των Μητροπολιτικών Δήμων, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Κι αυτός ο Μητροπολιτικός χαρακτήρας πρέπει να εξελιχθεί και να ολοκληρωθεί, ώστε να μη συνδέεται μόνο με το μέγεθος του Δήμου, αλλά και με τις αρμοδιότητές του και τις δυνατότητες που θα του δίνονται για να ασκεί και να επιβάλλει την αντιλαϊκή πολιτική, με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Οι ρυθμίσεις του «Κλεισθένη-Ι» που δίνουν σε Δήμους και Περιφέρειες τη δυνατότητα να ιδρύουν επιχειρήσεις παραγωγής, πώλησης, προμήθειας και διανομής ενέργειας σε μια τέτοια κατεύθυνση κινούνται. Αυτή η δομή της ΤΑ ήταν και είναι επιβεβλημένη από την ίδια την ΕΕ. Οι χρηματοδοτήσεις της ΕΕ γίνονται σε μεγάλο βαθμό προς τις Περιφέρειες των χωρών-μελών και αυτό βοηθά στην κατηγοριοποίησή τους και τη χρηματοδότηση με βάση τις ιδιαίτερες κάθε φορά επιδιώξεις και όχι μια ισόρροπη ανάπτυξή τους, όπως συχνά οι ίδιοι ισχυρίζονται. Η εξέλιξη αυτή της δομής της ΤΑ είχε ένα αποτέλεσμα, το οποίο ιδιαίτερα στην επαρχία έγινε αντιληπτό άμεσα, ήδη από τον «Καποδίστρια». Αυτό είναι η απομάκρυνση της ΤΑ από το λαό δεδομένου ότι η ΤΑ ήταν στην υπηρεσία της αστικής εξουσίας και όχι του λαού και πριν τον «Καποδίστρια». Οι Δήμοι χωρίζονταν σε Τοπικές και Δημοτικές Κοινότητες (που συνήθως ήταν οι παλιοί μικρότεροι Δήμοι και οι Κοινότητες που συγχωνεύθηκαν), αλλά και οι Περιφέρειες σε Περιφερειακές Ενότητες (τις παλιές Νομαρχίες). Ο «Κλεισθένης-Ι» επαναφέρει τον τίτλο «Κοινότητες» και προβλέπει χωριστές κάλπες για τα όργανά τους, συνελεύσεις και τοπικά δημοψηφίσματα. Όλα αυτά, με βάση και το γεγονός ότι έχουν μόνο γνωμοδοτικό ρόλο, δεν αλλάζουν το αναμφισβήτητο γεγονός ότι, τελικά, η τοπική εξουσία, τα τοπικά κέντρα αποφάσεων, ο Δήμαρχος και το Δημοτικό Συμβούλιο είναι απομακρυσμένοι από το λαό, τόσο γεωγραφικά, όσο και πολιτικά, ενισχύοντας όμως ταυτόχρονα τα χαρακτηριστικά «αμορτισέρ» της ΤΑ. Αυτό, λοιπόν, αντικειμενικά δυσκολεύει τις δυνατότητες πίεσης και διεκδίκησης απέναντι στην ΤΑ και τους θέτει πιο υψηλές απαιτήσεις τόσο σε μαζικότητα, όσο και σε πολιτική συγκρότηση. Ένα επιπλέον, λοιπόν, κέρδος για το σύστημα, το οποίο ελέγχει και καταπιέζει το λαό μέσω της ΤΑ από αρκετά κοντά ώστε να είναι πιο αποτελεσματικό, κρατώντας, ταυτόχρονα, μια «απόσταση ασφαλείας» από τη λαϊκή οργή και αγανάκτηση… Επομένως, για το λαό η ΤΑ δεν είναι παρά ένα παρακλάδι της εξουσίας απέναντι στο οποίο παλεύει για να υπερασπιστεί και να διευρύνει τα δικαιώματά του.
Β. Για τις αστικές και ρεφορμιστικές δυνάμεις που παρεμβαίνουν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση
Για να συμβάλουμε στην απόκτηση ενός αντικαπιταλιστικού – αντιιμπεριαλιστικού – αντισυνδιαχειριστικού στίγματος (είτε μέσω της Λαϊκής Αντίστασης – ΑΑΣ ή με την παρέμβαση της Οργάνωσής μας), και παραπέρα κι ενός επαναστατικού αριστερού και κομμουνιστικού στίγματος στην παρέμβασή μας στα ζητήματα της Τ.Α. (μια παρέμβαση που αποτελεί μέρος και πλευρά της παρέμβασης μας στο επίπεδο γειτονιών και πόλεων) πρέπει και να εκτιμήσουμε σωστά τον ρόλο και τις επιδιώξεις των αστικών και ρεφορμιστικών δυνάμεων και κομμάτων που παρεμβαίνουν εκεί. Η σημασία αυτή φαίνεται – απ’ την αρνητική της πλευρά – και στη διαλυτική και συμβιβαστική κατάσταση στην οποία οδηγήθηκαν σήμερα μια σειρά δυνάμεις της Αριστεράς λόγω της εκτίμησης που είχαν για το ΣΥΡΙΖΑ και την παρέμβασή του σε δήμους και κοινότητες (και σε… περιφέρειες!) πριν καλά – καλά αναλάβει την κυβερνητική διαχείριση. Οι ρόλοι αυτοί είναι διαφορετικοί απ’ αυτούς που έχουν στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο διαχείρισης, και είναι «προσαρμοσμένοι» στα χαρακτηριστικά της Τ.Α., και στην υποτιθέμενη «κοντινή στο λαό» εικόνα της.
1. Ο κύριος ρόλος των αστικών δυνάμεων και κομμάτων στην Τ.Α. είναι η εφαρμογή της αντιλαϊκής – αντεργατικής επίθεσης, η υλοποίησή της στο επίπεδο της λεγόμενης «τοπικής κοινωνίας». Η πραγματοποίηση δηλαδή αυτής της μεταβίβασης στην οποία αναφερόμαστε (ιμάντας) και η διαχείρισή της. Εδώ για χρόνια πρωτοστατούσαν ως φορείς αυτής της μεταβίβασης οι δυνάμεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, σε συνεργασία ή όχι, αλλά και διάφοροι τάχα «ανεξάρτητοι» και «ακομμάτιστοι», που είχαν καταλάβει θέσεις στους δήμους και στις περιφέρειες. Σήμερα, κι ενώ στο τιμόνι της διαχείρισης του συστήματος και της αντιλαϊκής – αντεργατικής επίθεσης βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ, οι δυνάμεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ (ΚΙΝ.ΑΛ.) είχαν – και έχουν ακόμα – την πλειοψηφία των συσχετισμών στους δήμους και στην ΚΕΔΕ (Κεντρική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων) – ειδικά η ΝΔ – ενώ για τον ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί ακόμα ζητούμενο η απόκτηση τους σ΄ αυτούς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ακόμα κατορθώσει να δημιουργήσει εκείνα τα ισχυρά ερείσματα στο επίπεδο των δήμων (και δεν εννοούμε απλά τις θέσεις δημοτικών συμβούλων, αλλά δημάρχων) – κάτι το οποίο επιδιώκει – που θα συνδράμουν στην πορεία της παραπέρα διαμόρφωσής του σε ένα ικανό αστικό διαχειριστικό κόμμα με βάθος και με αξιώσεις. Η «απλή αναλογική» του «Κλεισθένη» ευελπιστεί πως θα τον βοηθήσει σ΄ αυτό. Βέβαια στο επίπεδο των περιφερειών, που αποτελεί μια ακόμα πιο «κοντινή» στην κεντρική εξουσία βαθμίδα της λεγόμενης Τ.Α., ο ΣΥΡΙΖΑ μπήκε πιο ενεργά στο παιχνίδι της διαχείρισης, με τις «αυτοδιοικητικές εκλογές» του 2014, που ανέδειξε τη Δούρου, Περιφερειάρχη.
Συνολικότερα, τα μέτωπα της επίθεσης σε επίπεδο Τ.Α. αφορούν κύρια:
Σ’ όλα αυτά τα επίπεδα, την επίθεση διεξάγει η κυβέρνηση, και το σύνολο των αστικών δυνάμεων στην Τ.Α. βρίσκεται σε συμφωνία και σε σύμπνοια στο επίπεδο αυτό. Η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ (ΚΙΝ.ΑΛΛ.) και ο ΣΥΡΙΖΑ. Τόσο στον κάθε δήμο ξεχωριστά, όσο και στο πλαίσιο της ΚΕΔΕ.
2. Με την παραπάνω τακτική σχετίζεται κι ένας δεύτερος ρόλος των αστικών κομμάτων στην Τ.Α. Αυτός της «απορρόφησης» και την «αφομοίωσης» των λαϊκών αντιστάσεων ή τον αποπροσανατολισμό τους σε ανώδυνους για το σύστημα δρόμους, την απορρόφηση των αντιδράσεων των «δημοτών» (του λαού των πόλεων και των γειτονιών) απέναντι σ΄ όσα παράγει η κυρίαρχη πολιτική σε βάρος τους. Ακολουθείται η τακτική της δήθεν «κατανόησης» των προβλημάτων, της υποκριτικής φραστικής «καταγγελίας» πλευρών της επίθεσης (φραστική καταδίκη της ιδιωτικοποίησης της ΕΥΔΑΠ, από την ΚΕΔΕ για παράδειγμα), όχι απ΄ τη λαϊκή σκοπιά, και του εφησυχασμού («δεν πρόκειται να γίνουν απολύσεις») τον οποία ακολουθούν πολλά «αλλά…», που καταλήγουν στην αποδοχή τους. Κι όχι μόνο από δυνάμεις ρεφορμιστικές που αξιοποιούν το κίνημα, αλλά απ’ τις «πούρες» αστικές δυνάμεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Επιδιώκουν να εμπλακούν στις λαϊκές αντιδράσεις – όποτε αυτές ξεσπούν – πηγαίνουν σε συνελεύσεις κατοίκων και σε Επιτροπές Αγώνα, πολλές φορές καλούν οι ίδιοι οι δήμοι σε συγκεντρώσεις για τα επίμαχα ζητήματα. Πάντα βέβαια θέτοντας και τη λογική των λεγόμενων «αντι-προτάσεων», του «εφικτού», του ψεύτικου «ρεαλισμού», της «θεσμικής αντιμετώπισης». Κι όλα αυτά σε μια περίοδο όπου το λαϊκό κίνημα είναι αποσυγκροτημένο και χωρίς τη δυνατότητα να βάζει το δικό του στίγμα και να αξιοποιεί πιθανά συμμαχίες και αντιθέσεις, έχοντας το πάνω χέρι και τους συσχετισμούς.
3. Μια ιδιαίτερη πλευρά αποτελούν και οι διάφορες ρουσφετολογικές πρακτικές των αστικών κομμάτων, που δεν στοχεύουν μόνο στην απόκτηση ψήφων, αλλά και στην καταρράκωση της συνείδησης του εργαζόμενου, στην ενίσχυση της λογικής του «ατομικού βολέματος» και του ανταγωνισμού και στην υπονόμευση και παράλυση κάθε λογικής και πρακτικής αντίστασης και συλλογικής διεκδίκησης.
4. Ρόλος ανάδειξης- ανέλιξης στελεχών στο κεντρικό αστικό πολιτικό σκηνικό. Αυτή αποτελεί μια πολιτική λειτουργία του συστήματος και όχι απλά ένα αποτέλεσμα μεμονωμένων φιλοδοξιών ατομικής ανέλιξης (που υπάρχουν). Στελέχη της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ, που θήτευσαν σε θέσεις στην Τ.Α. είτε ως δήμαρχοι, «προωθήθηκαν» στη συνέχεια στο κοινοβούλιο και σε κυβερνήσεις. Η δήθεν «κοντινή στο λαό» Τοπική Αυτοδιοίκηση γίνεται έτσι τροφοδότης του κεντρικού αστικού πολιτικού συστήματος διαχείρισης.
Ο ρόλος των δυνάμεων που αναφέρονται στην Αριστερά
Δεν περιλαμβάνουμε φυσικά στις δυνάμεις της Αριστεράς, τον ΣΥΡΙΖΑ. Όπου δυνάμεις του στις «τοπικές κοινωνίες», είτε παρεμπόδισαν την οικοδόμηση κινήματος αντίστασης στην κυρίαρχη πολιτική (πριν αναλάβουν τη διαχείριση) για να υποταχθούν στη συνέχεια σ’ αυτήν, είτε «έπαιξαν» με το κίνημα αυτό για να καταλήξουν σε δυνάμεις αποδοχής και εφαρμογής της επίθεσης. Είτε πάλι μαζί με την «παναριστερά» και τον «πολιτικό χυλό» – με ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΛΑΕ, αναρχία, οικολόγους κοκ – αξιοποιώντας κινηματικές καταστάσεις, κατέληξαν σε προβολή της δήθεν «φιλολαϊκής» διαχείρισης (εφαρμόζοντας ταυτόχρονα την επίθεση) και της ψεύτικης «συνδιαχείρισης».
Το ΚΚΕ έχει χάσει δήμους που είχε στο παρελθόν και κυριαρχεί σε τέσσερις (Πάτρα, Πετρούπολη, Χαϊδάρι, Ικαρία). Ο περιορισμός του αυτός (ανάλογος μ΄ αυτόν στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό) του δημιουργεί πρόβλημα, που το οδηγεί είτε στην εκλογολαγνεία, είτε σε έναν φαινομενικά αριστερό καταγγελτικό λόγο για την αντιλαϊκή πολιτική και για την «Τ.Α ως τμήμα του αστικού κράτους», που αναιρείται αμέσως απ’ την ίδια του την πολιτική γραμμή. Η γραμμή του αυτή, στην Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι μέρος της ρεφορμιστικής του κατεύθυνσης, της απεύθυνσης προτάσεων στο σύστημα, που φτάνει ν’ απευθύνει καλέσματα στην… ΚΕΔΕ να διεκδικήσει επαρκή χρηματοδότηση απ΄ τον κρατικό προϋπολογισμό και «μέτρα ανακούφισης του λαού»! Η υποτιθέμενη «συνολική» του πρόταση που χρησιμοποιείται για να «παρακάμψει» την ανάγκη κινήματος και σύγκρουσης με την πολιτική του συστήματος (Δες Θέσεις του ΚΚΕ για την Αυτοδιοίκηση, Σεπτέμβρης 2015) «γειώνεται» με τις ρεφορμιστικές του προτάσεις στο σήμερα. Σε επίπεδο δράσης, ενώ δεν είναι ούτε στη λογική ούτε στην πρακτική του να συγκροτήσει κίνημα αντίστασης και διεκδίκησης του λαού και να οργανώσει το λαό σε αυτήν την κατεύθυνση, σύγκρουσης με την πολιτική του συστήματος – το αντίθετο! – προβάλλει κυρίως τις πρωτοβουλίες του δημάρχου Πάτρας, Πελετίδη, (πορεία ανέργων που θα στηρίξει όμως τις… προτάσεις νόμου του ΚΚΕ, μέτρα ενίσχυσης των απόρων, που όμως πρόκειται απλά για δημοτικά… συσσίτια, κινήσεις ενάντια στους πλειστηριασμούς κατοικιών, που όμως εντάσσονται σε πρόταση νομοθετικής κατάργησης πλειστηριασμών και δημοτικών χρεών…).
Οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν χαρακτηρίζονται από καμία δυναμική στο επίπεδο των γειτονιών. Οι λεγόμενες «αντικαπιταλιστικές κινήσεις πόλης» όπου γνώρισαν μια σχετική άνοδο σε μια προηγούμενη φάση, είτε δορυφοροποιήθηκαν στο ΣΥΡΙΖΑ (όπως και η αναρχία) και στα πρώτα εγχειρήματά του υποτιθέμενης «αυτοδιαχείρισης» (ανταλλακτικά παζάρια, συσσίτια κοκ) είτε κατέληξαν –σχεδόν αποκλειστικά– στο να παρεμβαίνουν στα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια όπου απέκτησαν έδρες και προσβάσεις. Η εκλογολαγνεία των δυνάμεων αυτών, οι αυταπάτες περί εκλογικών «διεξόδων» και λύσεων στα προβλήματα του λαού, μέσα απ την παραπέρα ενίσχυσή τους στα δημοτικά συμβούλια, θα εκτιναχθούν με την «απλή αναλογική» του «Κλεισθένη». Σε μια εκλογική διαδικασία βέβαια με αύξηση του κόστους συμμετοχής σ’ αυτές (διατηρείται το υψηλό κόστος του παράβολου ανά υποψήφιο, ενώ αυξάνεται αυτό του υποψήφιου δήμαρχου).
Οι παραπάνω εκτιμήσεις δεν πρέπει, ωστόσο, να μας αποτρέπουν απ’ την κατεύθυνση της κοινής δράσης, όπου αυτό είναι εφικτό, υπολογίζοντας πάντα την ανάδειξη της δικής μας φυσιογνωμίας που υπηρετεί τις ανάγκες του λαού, ενάντια στο σύστημα.
Γ. Για την παρέμβασή μας στις πόλεις-συνοικίες-γειτονιές
Καθήκοντα – Κατευθύνσεις – Μέτωπα Πάλης
Η Οργάνωσή μας έχει συσσωρεύσει σημαντική εμπειρία μέσα από τη μακρόχρονη παρέμβασή της σε επίπεδο πόλης, συνοικίας, γειτονιάς. Εμπειρία που κατακτήθηκε στην πράξη, από την παρέμβασή μας, από την προσπάθειά μας να συμβάλουμε στην ανάπτυξη αγώνων σε αυτό το επίπεδο, από την ενεργή συμμετοχή μας σε αυτούς που ξέσπασαν, αλλά και, σε ορισμένες περιπτώσεις, από τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίσαμε για την ανάπτυξή τους. Εμπειρία που κατακτήθηκε από τις προσπάθειές μας, είτε αυτές πέρασαν μέσα από την κομματική παρέμβαση, είτε από πλατύτερα σχήματα που συγκροτήσαμε με το δικό μας στίγμα, είτε από συμμέτοχή μας σε «κοινοδρασιακά» σχήματα, είτε από τη παρέμβασή μας στο λεγόμενο «κίνημα των πλατειών» και τις λαϊκές συνελεύσεις της περιόδου ‘10-12, είτε μέσα από τη συγκρότηση της Λαϊκής Αντίστασης-ΑΑΣ και των σχημάτων της.
Η ίδια η πραγματικότητα μας βάζει επιτακτικά το καθήκον της ενίσχυσης της πολιτικής δουλειάς και παρέμβασης στο τομέα πόλη-συνοικία-γειτονιά. Πρώτα και κύρια, τα στελέχη, αλλά και το σύνολο των μελών που δρουν σε αυτό το τομέα, οφείλουν να δείξουν μεγάλη αφοσίωση και αποφασιστικότητα προκειμένου να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις αυτού του καθήκοντος. Πόσο μάλλον όταν ο πήχης έχει ανέβει αρκετά, ενώ παράλληλα οι δυσκολίες και οι ιδιομορφίες έχουν πολλαπλασιαστεί. Την ίδια στιγμή που είμαστε υποχρεωμένοι να προωθήσουμε την παρέμβασή μας μέσα από πολλαπλά μέτωπα πάλης και από πολύμορφα επίπεδα οργάνωσης.
Τα πολλαπλά καθήκοντα και οι δυσκολίες της περιόδου που θα διανύουμε επιβάλλουν σφιχτή, επιτελική, συλλογική λειτουργία των οργάνων. Τα γραφεία του τομέα έχουν την ευθύνη να προωθήσουν την αποκέντρωση της δουλειάς και των ευθυνών προς τα κάτω. Πρέπει να αξιοποιηθεί το σύνολο του δυναμικού των συντρόφων σε όλες τις κατευθύνσεις, να χτυπηθεί ο συγκεντρωτικός τρόπος λειτουργίας ως απόρροια κυρίως του «να βγει γρήγορα η δουλειά», αλλά που κατοχυρώνει μια λαθεμένη αντίληψη και να συμβάλουμε αποτελεσματικά ώστε η οργάνωση να ξεδιπλώσει τις δυνατότητες της.
Οι ράγες πάνω στις οποίες πατάει η παρέμβασή μας στον τομέα πόλη-συνοικία-γειτονιά είναι η γενική πολιτική γραμμή μας, οι κατευθύνσεις και οι στόχοι της περιόδου. Εντάσσεται δηλαδή στην κατεύθυνση δημιουργίας Εστιών Αντίστασης, στην κατεύθυνση οικοδόμησης του Μετώπου Αντίστασης και Διεκδίκησης για τη συγκρότηση των λαϊκών δυνάμεων, και της Αναμέτρησης με τις δυνάμεις του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού. Οι ράγες αυτές καθορίζουν το πολιτικό-ταξικό στοιχείο ως το βασικό στοιχείο της παρέμβασης.
Ενίσχυση, λοιπόν, των εργατολαϊκών χαρακτηριστικών της παρέμβασης μας, που συγκροτούν το προφίλ και τη φυσιογνωμία μας και εμβάθυνση της αντιιμπεριαλιστικής – αντικαπιταλιστικής – αντισυνδιαχειριστικής κατεύθυνσης με κομμουνιστική προοπτική που συγκροτεί το πολιτικό μας στίγμα.
Ορισμένα βασικά στοιχεία που οφείλουμε να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή για να προωθήσουμε τη πολιτική δουλειά και τη παρέμβαση μας:
α) Η διαρκής ανάγκη να εξειδικεύεται η γενική πολιτική γραμμή στα λεγόμενα «τοπικά» προβλήματα που αντιμετωπίζει ο λαός, σε πλευρές της επίθεσης «τοπικού» χαρακτήρα, αναδεικνύοντας συγκεκριμένους κάθε φορά στόχους πάλης στη βάση των οποίων θα συγκροτηθεί ένας αγώνας. Παράλληλα, η ανάγκη σύνδεσης του τοπικού ζητήματος με την αντιλαϊκή-αντεργατική πολιτική του συστήματος και τη γενική πολιτική γραμμή μας. Στοχοθεσία διεκδίκησης που θα αναθέτει τον αγώνα στα χέρια του λαού και όχι των ειδικών, που θα ανοίγει δρόμο στη συνολικότερη προοπτική της πάλης του, για να μην εκφυλιστεί σε συνδιαχειριστικές λογικές που αναζητώντας λύση των προβλημάτων από τους θεσμούς της Τ.Α., να μην ξεπέφτει σε «παραδειγματικούς» ακτιβισμούς και να μην εξαντλείται σε «τοπικιστικά» χαρακτηριστικά.
β) Η διαρκής ανάγκη σωστής εκτίμησης στην ιεράρχηση των μετώπων πάλης που πρέπει να ανοίξουμε. Εδώ αναφερόμαστε σε μέτωπα τα οποία καλούμαστε να ανοίξουμε με συγκεκριμένο σχέδιο πρωτοβουλιών στη βάση της εκτίμησης ότι μπορεί να συσπειρωθεί και να κινητοποιηθεί λαϊκός κόσμος.
γ) Η σύνδεση, γείωση, γνώση του χώρου στον οποίο παρεμβαίνουμε και δρούμε. Βασική γνώση της σύνθεσης του κόσμου σε κάθε γειτονιά και των βασικών προβλημάτων του για τα οποία θα πρέπει να αναλάβουμε πρωτοβουλίες δράσης. Μέχρι τις δυνάμεις που παρεμβαίνουν στη περιοχή, τη δημοτική αρχή και την υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής που προωθεί, τα προβλήματα των εργαζομένων στο Δήμο κ.α.
ε) Ο συνδυασμός της πλατιάς παρέμβασης και της στενής δουλειάς για να κερδίζονται αγωνιστές στη γενικότερη κατεύθυνση που θέτουμε.
στ) Η ζωντάνια και η ευρηματικότητα, η αναζήτηση τρόπων και μορφών παρέμβασης που θα διευκολύνουν τη σύνδεση μας με τον κόσμο.
ζ) Τέλος, ότι στις παρεμβάσεις πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας την γενικότερη κατάσταση που έχει διαμορφωθεί ως αποτέλεσμα του αρνητικού συσχετισμού δύναμης, της αχαλίνωτης επίθεσης και της ανυπαρξίας κινήματος, καθώς και της έντασης της φασιστικοποιήσης που διαμορφώνει συνειδήσεις. Υπάρχουν ζητήματα και μέτωπα πάλης που τουλάχιστον σε μια πρώτη φάση θα έρθουμε και σε αντιπαράθεση με τμήματα των λαϊκών στρωμάτων που έχουν αποδεκτή την κυρίαρχη προπαγάνδα. Π.χ. μεταναστευτικό, «Μακεδονικό», γήπεδα ομάδων, ιδιωτικοποιήσεις- ελεύθεροι χώροι-«ανάπτυξη», «εθελοντισμός», είναι ζητήματα που η παρέμβαση μας θα αντιμετωπίσει δυσκολίες. Άλλωστε ποτέ δεν στρογγυλέψαμε την άποψη μας προκειμένου να γίνουμε αρεστοί, ενώ συνεχίζουμε να υπερασπιζόμαστε με σθένος το δικαίωμα να λέμε την άποψη μας δημόσια.
α. Σχετικά με την παρέμβαση του ΚΚΕ(μ-λ)
Πρέπει να αποτελεί σταθερό μέλημα η παρέμβαση της Οργάνωσης στις γειτονιές. Η κομματική παρέμβαση μπορεί να έχει χαρακτηριστικά ζύμωσης και προπαγάνδας θέτοντας την γενική πολιτική γραμμή ή τα ζητήματα προοπτικής και στρατηγικής. Η ενίσχυση της κομματικής παρέμβασης είναι αναγκαία γιατί συνολικοποιεί το πολιτικό στίγμα, αναδεικνύει την ιδεολογική βάση, προβάλλει το ζήτημα της προοπτικής· πλευρές που δεν μπορούν να καλύψουν οι άλλες οργανωτικές μορφές. Ταυτόχρονα, είναι αναγκαία και για τα μέτωπα πάλης, καθώς προβάλλει το σύνολο της άποψής μας πάνω σε αυτά, αλλά και τις ιδιαίτερες πλευρές που μας διαφοροποιούν από άλλες δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά.
β. Σχετικά με τη παρέμβαση των τοπικών σχημάτων της Λαϊκής Αντίστασης-ΑΑΣ
Το βασικό κομμάτι της παρέμβασης στις γειτονιές περνάει σήμερα μέσα από τα τοπικά σχήματα της Λαϊκής Αντίστασης-ΑΑΣ. Τα σχήματα αυτά παρουσιάζουν διαβαθμίσεις από περιοχή σε περιοχή, τόσο στην Αττική όσο και στις επαρχιακές πόλεις όσον αφορά τα ζητήματα λειτουργίας και παρέμβασης.
Η ενίσχυση της παρέμβασης των σχημάτων αυτών διέρχεται μέσα από την ενίσχυση των εξής παραγόντων:
1) συνελεύσεις των σχημάτων: Αν τα τοπικά σχήματα αποτελούν τα «κύτταρα» της Λαϊκής Αντίστασης-ΑΑΣ, οι τοπικές συνελεύσεις αποτελούν τον «πυρήνα» τους. Οι συνελεύσεις οφείλουν, να έχουν σταθερή τακτική συνεδρίαση, να συζητούν τη γενική πολιτική κατάσταση και τα ιδιαίτερα ζητήματα της περιοχής, να παράγουν γραμμή εκεί που απαιτείται, να προσδιορίζουν καθήκοντα, να προχωρούν στην υλοποίηση τους και στον αναγκαίο απολογισμό. Να σχεδιάζουν, να προγραμματίζουν και να οργανώνουν την παρέμβαση, να προσδιορίζουν την τακτική, να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες τόσο για την ανάδειξη των μετώπων πάλης όσο και στη κατεύθυνση δημιουργίας εστιών αντίστασης με εργαλείο την κοινή δράση απευθύνοντας καλέσματα τόσο σε συλλογικότητες και αλλά σχήματα της περιοχής όσο και σε συλλόγους και σωματεία.
2) αυτοτελής-αυτοδύναμη παρέμβαση: το ζητούμενο σε αυτήν την απαραίτητη και αναγκαία παρέμβαση είναι ότι πρέπει να συνδέεται με ένα συνολικότερο σχεδιασμό προώθησης της άποψης για τα γενικότερα ή ειδικότερα μέτωπα πάλης που αναδεικνύουμε κάθε φορά, αλλά και με συγκεκριμένους στόχους που πρέπει να υλοποιούνται μέσα από αυτή.
Προωθούμε και αξιοποιούμε την παρέμβαση αυτή στην κατεύθυνση υλοποίησης δυο στόχων άρρηκτα και διαλεκτικά δεμένων μεταξύ τους. Πρώτον, ζύμωση και προπαγάνδα στους κόλπους του λαού. Δεύτερον, δημιουργία όρων και προϋποθέσεων στους κόλπους του κινήματος για την ανάληψη πρωτοβουλιών στην κατεύθυνση δημιουργίας εστιών αντίστασης.
3) ανάληψη πρωτοβουλιών: τα τοπικά σχήματα δεν μπορούν να εκπληρώσουν τους διακηρυγμένους στόχους τους, αν δεν συνδυάζουν τη πολιτική λειτουργία και την αυτοτελή-αυτοδύναμη παρέμβαση με την ανάληψη πρωτοβουλιών δράσης στο επίπεδο του λαού και του κινήματος. Πρωτοβουλίες κοινής δράσης που θα απευθύνονται σε συλλογικότητες, σχήματα, και σωματεία και θα προωθούνται με κριτήριο να υπηρετούν το γενικότερο στόχο της ανάπτυξης λαϊκού κινήματος.
γ. Σχετικά με τη συγκρότηση επιτροπών και πρωτοβουλιών αγώνα
Η συγκρότηση τέτοιων οργανωτικών μορφών κοινής δράσης εντάσσεται στη κατεύθυνση δημιουργίας εστιών αντίστασης και ανάπτυξης μαζικού λαϊκού κινήματος. Αποτελεί συστατικό στοιχείο της άποψής μας, της κατεύθυνσης και των καθηκόντων μας, προσαρμοσμένο στις ιδιαίτερες συνθήκες της περιόδου.
Έχουμε κατακτήσει ένα οπλοστάσιο συμπερασμάτων από τη δράση μας μέσα από τέτοια σχήματα και ιδιαίτερα από τη περίοδο ’10-12 ως σήμερα. Έχουμε ένα σώμα εκτιμήσεων για τη διαμόρφωση των ρευμάτων και των δυνάμεων με αναφορά στο κίνημα και την Αριστερά, που αφορά την ολοένα και πιο δεξιά πολιτική μετατόπιση τους, με την ένταση ρεφορμιστικών και συνδιαχειριστικών θέσεων, τους στόχους και την τακτική τους.
Με βάση τα παραπάνω, η συγκρότηση τέτοιων επιτροπών και πρωτοβουλιών μπορεί να επιτευχθεί μόνο πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα και μέτωπα πάλης για να υπηρετηθεί η ανάγκη συγκέντρωσης και συσπείρωσης πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων, για να ενισχυθεί η γραμμή της αντίστασης στην επίθεση του συστήματος και της διεκδίκησης άμεσων στόχων πάλης.
Η παρέμβαση μέσα από τέτοιες πλατιές οργανωτικές μορφές απαιτεί συνδυασμό της παρέμβασης των τοπικών σχημάτων και της Οργάνωσης ώστε να εξασφαλίζεται το πολιτικό στίγμα και να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος να γίνουμε μέρος ενός πολιτικού χυλού που θα αξιοποιηθεί από άλλες δυνάμεις.
Η παρέμβασή μας στα μέτωπα πάλης
Τα μέτωπα πάλης που πρέπει να ανοίξουμε και να προωθήσουμε στην παρέμβασή μας:
Για τις Δημοτικές και Περιφερειακές εκλογές
Οι Δημοτικές και Περιφερειακές εκλογές εντάσσονται στα καθήκοντα της γενικής πολιτικής παρέμβασης. Παρεμβαίνουμε σε αυτές δίνοντας την πολιτική μάχη, ανεξαρτήτως της μορφής που θα επιλέξουμε, δηλαδή αν συγκροτούμε ψηφοδέλτιο ή όχι, αν απέχουμε.
Το ζήτημα της συμμετοχής ή όχι στις Δημοτικές και Περιφερειακές εκλογές προσδιορίζεται από ένα σύνολο παραγόντων που συναθροίζονται. Εξετάζεται στη βάση των κατευθύνσεων και των στόχων που απορρέουν από τα καθήκοντα της πολιτικής παρέμβασης για την περίοδο που διανύουμε, από την ίδια την περίοδο και τη κατάσταση του κινήματος, από τη φύση και τα χαρακτηρίστηκα που διαμόρφωσαν αυτοί οι αστικοί θεσμοί διοίκησης, από τα δεδομένα που έχει παραγάγει η παρέμβασή μας.
Όσον αφορά τις Περιφερειακές εκλογές παραμένουμε στη θέση της Αποχής.
Όσον αφορά τις Δημοτικές εκλογές, αναγνωρίζοντας α) το διαρκές χτύπημα του θεσμού για να αλλοιωθούν τα όποια λαϊκά στοιχεία ενσωματώνει, β) ότι οι συνέχεις νομοθετικές αλλαγές του κράτους και ιδιαίτερα, ο «Καποδίστριας», ο «Καλλικράτης» και σήμερα ο «Κλεισθένης», έχουν αντιδραστικοποιήσει το θεσμό, γ) την ολοένα και μεγαλύτερη απομάκρυνσή του από το λαό, δ) ότι τα Μνημόνια έχουν προωθήσει ένα συνολικό συγκεντρωτικό μοντέλο κρατικής διοίκησης, με τους Δήμους να μην έχουν ρόλο και δυνατότητες, παρά μόνο εκεί που το κράτος θέλει να μοιράσει το μπαλάκι των ευθυνών ε) ότι, ωστόσο, διατηρούν στοιχεία λαϊκής απεύθυνσης ζ) ότι, έστω και με στρεβλό τρόπο, τα λαϊκά στρώματα αντιλαμβάνονται το θεσμό ως ένα βήμα διαμαρτυρίας και απαίτησης πριν τη κεντρική εξουσία, παραμένουμε στη θέση για υπό όρους συμμετοχή. Δηλαδή, μαζί με τους γενικούς όρους που προαναφέραμε, να εξασφαλίζονται και ειδικοί όροι, όπως να το επιτρέπουν οι υποκειμενικές μας δυνάμεις, να αντιστοιχεί σε μια υπαρκτή δουλειά (προϊόν της παρέμβασής μας), να υποβοηθάει και να προωθεί την παρέμβασή μας και το δέσιμό μας με το κόσμο.
Στις περιπτώσεις όπου κρίνουμε, λόγω των γενικών και ειδικών όρων, ότι η συμμετοχή μας δεν είναι δυνατή, τότε παρεμβαίνουμε στην πολιτική μάχη με τη θέση Λευκό-Άκυρο.