Η μη αναμενόμενη –σε τόσο υψηλά ποσοστά- άνοδος της τιμής του ευρώ, η πρώτη που μετά την πτώση του ως «αποθεματικού νομίσματος» ξεπερνά το όριο των 1,20 δολαρίων- προβληματίζει κατά βάση τους ευρωπαίους οικονομικούς αναλυτές.
Πρόκειται για μiα άνοδο του «ενιαίου» σε σχέση με το δολάριο γύρω στο 10% μέσα στο καλοκαίρι και 14% από την αρχή του χρόνου. Άνοδο που απαιτεί την εξήγησή της καθώς λίγους μήνες πριν κυριαρχούσε το εντελώς αντίστροφο. Οι πολλαπλοί δείκτες υποδηλώνουν ότι οι επενδυτές είναι πιο θετικοί για το ευρώ απ’ ό,τι ήταν για πολλά χρόνια και όλα δείχνουν ότι το «ενιαίο νόμισμα» της ευρωζώνης θα «ξανακαθήσει στο θρόνο» του σημαντικότερου –μετά το δολάριο φυσικά- αποθεματικού νομίσματος που διατηρούσε μέχρι το 2009 και λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση της ευρωζώνης.
Δύο βασικές εξηγήσεις
Πραγματικά οι διεθνείς αναλυτές συντείνουν σε δύο βασικά εξελίξεις ως αιτίες αυτής της ανόδου: Η πρώτη είναι η απότομη μείωση του κινδύνου διάλυσης του ενιαίου νομίσματος, μετά την ήττα των ευρωσκεπτικιστών υποψηφίων στις ολλανδικές και τις γαλλικές εκλογές στις αρχές του τρέχοντος έτους. Η δεύτερη είναι η απροσδόκητη βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης της ευρωζώνης. Η ΕΚΤ την Πέμπτη αύξησε τις προβλέψεις ανάπτυξης στο 2,2% φέτος. Πρόκειται γι’ αυτό που οι οικονομολόγοι ονομάζουν «θεμελιώδη μεγέθη» που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν. Και οι δύο αυτοί παράγοντες θεωρείται ότι καθιστούν τους επενδυτές πιο πρόθυμους να κρατήσουν περιουσιακά στοιχεία που εκφράζονται σε ευρώ, συμβάλλοντας στη δύναμη του νομίσματος.
Τα πρώτα περιουσιακά στοιχεία βέβαια είναι τα ομόλογα των τραπεζών της ευρωζώνης. Ήδη από το 2010 και μέσα στην καρδιά της κρίσης της ευρωζώνης οι διεθνείς επενδυτές χρήματος και νομισμάτων είχαν σταματήσει να ασφαλίζουν τις τοποθετήσεις τους σε ευρώ με ασφάλιστρα αντιστάθμισης κινδύνου. Περίεργο από πρώτης απόψεως. Ίσως βέβαια η πλέον σοβαρή «αντιστάθμιση» ήταν η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρώτο παραδειγματικό πρόγραμμα «διάσωσης» της ευρωζώνης. «Κάτι ήξεραν» και γνώριζαν όλοι αυτοί.
Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια και με την απειλή διάλυσης της ευρωζώνης η αποθεματική ικανότητα του ευρώ -δηλαδή σε ποιες ποσότητες οι διάφορες χώρες και οι επενδυτές χρήματος ανταλλάσσουν συνάλλαγμα, άλλο νόμισμα με ευρώ- είχε σημαντικά υπονομευτεί. «Αν είστε διαχειριστής αποθεματικών, ας πούμε στην Ασία, θα σκεφτόσαστε διπλά να επενδύσετε πολύ μακροπρόθεσμα σε ένα νόμισμα που πιθανόν να μην υπάρχει σε πέντε χρόνια», είχε δηλώσει ο Νταβάλ Τζόσι, επικεφαλής της ευρωπαϊκής στρατηγικής στην BCA Research (επενδυτική τράπεζα).
Μία μακροχρόνια επιδίωξη…
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εδώ και καιρό –βέβαια- επιδιώξει έναν μεγαλύτερο ρόλο στις παγκόσμιες αγορές χρήματος. Από τη δεκαετία του 1960, ο κ. Βαλερί Ζισκάρ ντ” Εστέν, τότε υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, διαμαρτυρήθηκε για το «υπερβολικό προνόμιο» του δολαρίου των ΗΠΑ ως κυρίαρχου αποθεματικού νομίσματος. Μετά το λανσάρισμά του πριν από 18 χρόνια, το ενιαίο νόμισμα έφθασε στο υψηλότερο επίπεδο των 1,60 δολαρίων το 2008. Ωστόσο, το νόμισμα έχει χάσει έδαφος ακόμα και μετά το τέλος της κρίσης του δημόσιου χρέους το 2012. Το μερίδιό του στον ημερήσιο κύκλο εργασιών στις αγορές συναλλάγματος μειώθηκε από 39% το 2010 σε 31% το 2016, σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εκτιμά ότι το μερίδιο των διεθνών ομολόγων σε ευρώ μειώθηκε από 29,3% το 2004 σε 22% στο τέλος του περασμένου έτους. Το πρώτο τρίμηνο του έτους, ελαφρώς λιγότερο από το 20% των παγκόσμιων επίσημων συναλλαγματικών αποθεμάτων τηρήθηκαν σε ευρώ, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Στο αποκορύφωμά του, το 2009, το μερίδιο του ευρώ στα διεθνή αποθέματα έφτασε το 28% περίπου.
Η άνοδος του ευρώ και το αυξημένο «κύρος» του παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος διευκολύνει τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις στο να δανείζονται κεφάλαια, κάτι που χρόνια κάνουν οι αμερικάνικες επιχειρήσεις. Βέβαια το «ατού» του αποθεματικού νομίσματος είναι κάτι που οι ΗΠΑ κατοχυρώνουν όχι μόνο οικονομικά αλλά στη βάση του γενικότερου γεωπολιτικού τους ρόλου και ως απόρροια του αναμφισβήτητου… δεδομένου ότι αποτελούν έναν ενιαίο εθνικό κρατικό σχηματισμό (σε αντίθεση με την ΕΕ). Οι Ευρωπαίοι, παρ’ όλα αυτά, δεν δείχνουν να… πετούν και τη σκούφια τους από το ανοδικό κατόρθωμα του «ενιαίου» νομίσματός τους.
…Με πολλούς αστερίσκους
Ως προς την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών εμπορευμάτων στις διεθνείς αγορές, κάτι τέτοιο θα μπορούσε να το κατανοήσει και ένας «μη ειδικός» περί τα οικονομικά, καθώς οι τιμές των ευρωπαϊκών εξαγωγών αυξάνονται και γίνονται πιο ακριβές. Και η εξυπηρέτηση του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού χρέους γίνεται πιο ακριβή επίσης. Ειδικά για τις χώρες του Νότου αυτό το διπλό χτύπημα στη δημοσιονομική τους πολιτική και τα εμπορικά τους ισοζύγια ήδη καταγράφεται. Πιο πολύπλοκη και δύσβατη σε εξηγήσεις είναι η στάση της ΕΚΤ και του… σούπερ επικεφαλής της. Ο οποίος συνέστησε στις «αγορές» νομισμάτων να σταματούν –επί της ουσίας- να στηρίζουν και να στοιχηματίζουν σε μία περαιτέρω άνοδο! Σίγουρα μετρούν στην αντίδρασή του οι παραπάνω επιπτώσεις, αλλά υπάρχει και κάτι παραπάνω…
Χαλαρότητα υπό… πίεση
Είναι φανερό ότι, αντίστροφα με τις εξαγωγές, οι εισαγωγές μη ευρωπαϊκών εμπορευμάτων γίνονται πιο φτηνές –το πετρέλαιο αποτελεί μία άλλη υποενότητα- μέσα στην ευρωζώνη και κάτι τέτοιο ρίχνει περισσότερο τον πληθωρισμό. Ανατρέπεται με αυτό τον τρόπο μία βασική στόχευση της ΕΚΤ, που είναι η πληθωριστική τόνωση της ευρωπαϊκής οικονομίας και μάλιστα σε μια περίοδο που η ίδια η ΕΚΤ ανακοίνωνε άνοδο των ρυθμών ανάπτυξης, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω. Ο ίδιος ο Ντράγκι είχε δηλώσει πως η ευρωζώνη δεν βρίσκεται πια σε μια ζώνη χαμηλού πληθωρισμού και μάλιστα ήταν αρκετά «χαλαρός» στην πρόσφατη συνέντευξη που έδωσε –και πολύ φειδωλός επίσης στις δεσμεύσεις- για το αν, πότε και πόσο θα αρχίσει να αποσύρεται το ευρωπαϊκό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Και σε ποιο βαθμό φυσικά θα συντονιστεί με ανάλογες (;) κινήσεις της αμερικάνικης ομοσπονδιακής τράπεζας. Έχουν ξεκινήσει εξάλλου οι προβλέψεις και τα στοιχήματα των οίκων. Μία τέτοια συνεπώς «απρόσμενη» θετική εξέλιξη για το κοινό νόμισμα υποχρεώνει τον ψύχραιμο κατά τα άλλα Ντράγκι να κάνει κινήσεις σε ένα πλαίσιο κάθε άλλο παρά «χαλαρό».
Η αμερικάνικη οικονομική επιθεώρηση Bloomberg, αποτιμώντας την άνοδο του ευρώ, προτείνει στην ΕΚΤ και στον Ντράγκι να σταματήσουν να ασχολούνται με τη συναλλαγματική πολιτική («να αποδεσμευτούν από τα νομισματικά κίνητρα») και να μη σκεφτούν να κρατήσουν «το ευρώ τεχνητά χαμηλά ενώ η ευρωπαϊκή οικονομία αναπτύσσεται». Να σταματήσει να λειτουργεί η ΕΚΤ ως κεντρική τράπεζα «υπό περιορισμό» και να προχωρήσει στη γενναία αγορά κρατικών ομολόγων –που είναι βέβαια προγραμματισμένη- και ειδικά –ποιων άλλων;- των γερμανικών. Να πάψουν ΕΚΤ και Ντράγκι δηλαδή να τους απασχολεί η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ και να επικεντρωθούν στο βασικό νομισματικό πρόβλημα της ευρωζώνης (που για μας είναι αντανάκλαση του πολιτικού προβλήματος της… ΕΕ). Ως τότε προτείνεται μία αμερικάνικου τύπου «χαλαρότητα» καθώς η «πρόσφατη ανατίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου μάς λέει ότι οι επενδυτές αισθάνονται όλο και πιο αισιόδοξοι για την προοπτική της οικονομίας της ευρωζώνης να σταθεί ισότιμα απέναντι στην οικονομία των ΗΠΑ. Είναι απόλυτα δίκαιο οι ΗΠΑ να απολαύσουν τα οφέλη από ένα φθηνότερο νόμισμα – κάτι που περιλαμβάνει και πιο ανταγωνιστικές εξαγωγές». Επιχαίρουν συνεπώς οι Αμερικάνοι με την άνοδο του ευρώ γιατί έχουν τους λόγους τους.
Το θέμα βέβαια είναι ποιους ακριβώς «Αμερικάνους» εκφράζει το Βloomberg…