07 ΑΠΡΙΛΗ 2018

Εκατό συν ένα χρόνια (τρίτο μέρος)

Περί «ευθύνης»

«…ρεβιζιονιστές, ρεφορμιστές, οπορτουνιστές υπήρχαν, υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Και δεν μπορούμε να περιμένουν τίποτε άλλο απ’ αυτούς πέρα από το να λειτουργήσουν ρεβιζιονιστικά, ρεφορμιστικά, οπορτουνιστικά. Η ευθύνη των απαντήσεων στα ζητήματα που έχουν τεθεί στο κίνημα, η ευθύνη για την ανταπόκριση στις απαιτήσεις της ταξικής πάλης, η ευθύνη για την αντιμετώπιση των συνεπειών της ήττας και το πέρασμα του κινήματος σε άλλη φάση ανήκει μόνο σ’ αυτούς που θέλουν να την αναλάβουν. Στους κομμουνιστές τού σήμερα και του αύριο…»

Από την ομιλία για τα 50 χρόνια της «Αναγέννησης» στο θέατρο Ακροπόλ της Αθήνας στις 20/10/2014

Η πραγματικότητα και τα δεδομένα της

Το ότι διανύουμε μια δύσκολη περίοδο είναι δεδομένο. Το ότι η επίθεση των δυνάμεων του συστήματος διαμορφώνει τις πιο αρνητικές συνθήκες για τις εργαζόμενες λαϊκές μάζες είναι γνωστό. Το ότι η παλινόρθωση, συνολικά η ήττα του εργατικού επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος είχαν σαν αποτέλεσμα τη δραματική ανατροπή των παγκόσμιων συσχετισμών σε βάρος των λαών αποτελεί μια οδυνηρή πραγματικότητα.

Άλλο τόσο αρνητικό δεδομένο αποτελεί η αδυναμία του κινήματος να «απαντήσει» αποτελεσματικά στα ζητήματα που θέτει μια τέτοια εξέλιξη. Μια αδυναμία που οπωσδήποτε έχει άμεση σχέση με την ήττα του εργατικού επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος και τις συνέπειές της.

Την αποσυγκρότηση της εργατικής τάξης.

Την αποσύνθεση του κομμουνιστικού κινήματος.

Τη φθορά που έχει υποστεί το σοσιαλιστικό όραμα στις συνειδήσεις των λαϊκών μαζών.

Τη διάλυση των μετώπων πάλης των λαών.

Δεν θα αναφερθώ σ’ αυτά ούτε στα αίτια της ήττας. Παρ’ όλη την προφανή σχέση τους με το ζήτημα που εδώ θέτω.

Δρόμοι υπεκφυγής

Το ερώτημα είναι. Πού οφείλεται και σε ποιους η αδυναμία του κινήματος να βρει τις απαιτούμενες απαντήσεις και να ανασυγκροτηθεί μέσα απ’ αυτές;

Διατρέχοντας πλήθος τοποθετήσεων, αυτό που διαπιστώνει κανείς είναι ότι η ευθύνη για αυτή την κατάσταση αποδίδεται κατά κύριο λόγο στους ρεβιζιονιστές, τους ρεφορμιστές και στους κάθε λογής οπορτουνιστές τού εν γένει αριστερού χώρου. Θα μπορούσε να θεωρηθεί θεμιτή ως ένα βαθμό μια τέτοια τάση. Μόνο που σ’ αυτού του χαρακτήρα την αντιμετώπιση διακρίνονται ορισμένα στοιχεία το λιγότερο αποπροσανατολιστικά.

Αναφέρομαι σ’ εκείνο το είδος της κριτικής που εμφανίζεται σαν να περίμενε «κάτι άλλο» από αυτές τις δυνάμεις. Που τις μέμφεται για το ότι «δεν διορθώνονται». Που έλκεται από την ιδέα πως αν αυτές οι δυνάμεις δεν λειτουργούσαν όπως λειτουργούν, τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα. Που «τρέφεται» από την αυταπάτη πως αν αυτές οι δυνάμεις δεν υπήρχαν θα άνοιγε διάπλατα ο δρόμος για τις επαναστατικές δυνάμεις. Που γενικότερα περνάει «δίπλα» από το πραγματικό ζήτημα αποφεύγοντας επιμελώς να το αγγίξει.

Το αντικείμενο της κριτικής

Χρειάζεται η κριτική σ’ αυτές τις δυνάμεις; Ασφαλώς και χρειάζεται. Το ερώτημα είναι τι αφορά αυτή η κριτική, ποιο το αντικείμενό της, σε τι οφείλει να επικεντρώνεται και τι οφείλει να έχει ξεκαθαρισμένο αν δεν θέλει να λειτουργεί αποπροσανατολιστικά αλλά να οδηγεί κάπου. Κατά την άποψή μου η κριτική οφείλει να επικεντρώνεται στον ΣΗΜΕΡΙΝΟ ρόλο αυτών των δυνάμεων. Στο ότι η παρουσία, ο ρόλος, η πολιτική τους δημιουργούν εμπόδια στην ανάπτυξη του κινήματος. Στην αποκάλυψη αυτού του ρόλου, στη δημιουργία ιδεολογικών, πολιτικών όρων για το ξεπέρασμα της επιρροής τους.

Το δεύτερο ερώτημα αφορά το αν έχει (και ποιο) νόημα η κριτική για τον ρόλο που έπαιζαν στο παρελθόν αυτές οι δυνάμεις. Που βεβαίως και έχει. Μόνο που -και αυτό- πρέπει να προσδιοριστεί καλύτερα. Μια τέτοια κριτική έχει, όπως είναι ευνόητο, την ιστορική της διάσταση. Κατά κύριο λόγο ωστόσο αφορά -και αυτή- το ΣΗΜΕΡΑ. Στο να καταδείξει και μέσω της ιστορικής εμπειρίας ότι η πολιτική αυτών των δυνάμεων όπως δεν έδωσε χτες έτσι δεν μπορεί να δώσει και σήμερα διέξοδο (το αντίθετο) στον λαϊκό αγώνα.

Η αρμοδιότητα και σε ποιον ανήκει

Είναι αρκετά διαφορετικό ζήτημα αυτό που αφορά την «ευθύνη» τους για τη σημερινή κατάσταση του κινήματος. Για να γίνει πιο κατανοητό το ποιο είναι το ζήτημα που τίθεται χρειάζεται να αντικατασταθεί ο όρος ευθύνη με τον όρο αρμοδιότητα.

Όταν τεθεί το ζήτημα έτσι, αυτό που γίνεται σαφές είναι ότι η αρμοδιότητα απάντησης στο ζήτημα του κινήματος δεν ανήκει ούτε στους ρεβιζιονιστές, ούτε στους ρεφορμιστές, ούτε στους οπορτουνιστές. Αυτές οι δυνάμεις από την ίδια τους τη φύση ούτε θέλουν ούτε μπορούν να δώσουν αυτές τις απαντήσεις. Αυτή η αρμοδιότητα και συνεπώς η ευθύνη ανήκει σε άλλους.

Το ζήτημα εμφανίζεται με μεγαλύτερη σαφήνεια αν το θέσουμε στην ευρύτερη διάστασή του. Η κοινωνία στην οποία ζούμε είναι ταξικά διαστρωματωμένη. Οι πολιτικές αντιλήψεις, απόψεις, τάσεις και δυνάμεις αποτελούν κατά βάση έκφραση των διαθέσεων των διαφόρων κοινωνικών δυνάμεων. Αυτό είναι κάτι που συνέβαινε πάντα και θα συνεχίσει να συμβαίνει ανεξάρτητα από το τι νομίζει, τι θέλει ή πού προσβλέπει ο οποιοσδήποτε.

Σ’ αυτή λοιπόν την κοινωνία, όπως υπάρχουν οι αστοί, οι καπιταλιστές και οι ιμπεριαλιστές, έτσι υπάρχουν και οι μικροαστοί και σειρά άλλων κοινωνικών κατηγοριών, μέχρι να «φτάσουμε» στην εργατική τάξη. Αντίστοιχα υπάρχουν και οι πολιτικές τους εκφράσεις, η πολιτική τους και ο ρόλος τους. Υπήρχαν πάντα και θα συνεχίσουν να υπάρχουν για τον απλούστατο λόγο ότι αποτελούν συστατικά στοιχεία αυτής της κοινωνίας, της διάρθρωσης και της λειτουργίας της.

Λειτουργούν και θα συνεχίσουν να λειτουργούν οι ιμπεριαλιστές σαν ιμπεριαλιστές, οι καπιταλιστές σαν καπιταλιστές και οι ρεφορμιστές σαν ρεφορμιστές. Δεν γίνεται ούτε να τους καταργήσουμε ούτε να τους αλλάξουμε. Μπορούμε μόνο και οφείλουμε να τους αντιμετωπίσουμε. Και προς αποφυγή τυχόν παρανοήσεων ας διευκρινίσω μια ιδιαίτερη πτυχή του ζητήματος. Είναι εντελώς διαφορετικό ζήτημα η δυνατότητα αξιοποίησης των αντιφάσεων που χαρακτηρίζουν την ύπαρξη αυτών των («ενδιάμεσων») δυνάμεων από αυτό που τίθεται εδώ.

Όπως λοιπόν δεν μπορούμε να περιμένουμε από τους καπιταλιστές και τους ιμπεριαλιστές να αλλάξουν το χαρακτήρα τους, έτσι δεν μπορούμε να περιμένουμε από αυτές τις δυνάμεις την απάντηση στο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε. Το πρόβλημα του κινήματος αυτές οι δυνάμεις ούτε θέλουν ούτε μπορούν να το αντιμετωπίσουν. Δεν είναι δικό τους πρόβλημα.

Είναι πρόβλημα εκείνων των δυνάμεων που δηλώνουν, θέλουν και επιχειρούν να λειτουργούν σαν επαναστατικές, κομμουνιστικές. Είναι δική τους υπόθεση, δική τους αρμοδιότητα και δική τους ευθύνη. Είναι δικό τους πρόβλημα και καθήκον το να αναζητήσουν και να βρουν τις απαντήσεις (θεωρητικά, ιδεολογικά, πολιτικά, πρακτικά) που ανοίγουν δρόμους.

Ούτε εφησυχασμοί ούτε αυταπάτες

Η πάντα αναγκαία συνεπώς κριτική στον οπορτουνισμό κάθε μορφής δεν μπορεί να λειτουργεί σαν υποκατάστατο αυτής της ευθύνης. Σαν άλλοθι για την αποφυγή της ανάληψής της και την αναζήτηση «δρόμων ευκολίας» που την παρακάμπτουν. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να συνειδητοποιηθεί σ’ όλο το βάθος, την ουσία, τη σημασία και τις «συνέπειές» του. Δεν υπάρχει εδώ καμιά αυταπάτη ως προς το πόσο εύκολα ή γρήγορα μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα. Υπάρχει πλήρης επίγνωση τόσο των δυσκολιών όσο και της «διαδρομής» που έχουμε να διανύσουμε.

Ωστόσο χρειάζεται να επισημανθεί ένα πράγμα. Από το 1956 και το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ έχουν περάσει εξήντα τόσα χρόνια και πενήντα τόσα από την ΜΠΠΕ. Το αν είναι λίγος ή πολύς ο πραγματικός, ο «ιστορικός» ή ο «πολιτικός» χρόνος μέσα στον οποίο «θα έπρεπε» ή θα μπορούσε να δοθούν οι απαντήσεις και να οδηγηθεί το εργατικό επαναστατικό κομμουνιστικό κίνημα στην ανασυγκρότηση και ανάκαμψή του, αυτό είναι ένα ερώτημα που δεν μπορεί να το απαντήσει κανείς. Έτσι ή αλλιώς το έχει απαντήσει με το δικό της τρόπο η ζωή. Είναι όμως υπεραρκετός για να συνειδητοποιηθεί ότι η αρμοδιότητα, η ευθύνη της απάντησης στο ζήτημα ανήκει σε όσους θέλουν να υπηρετήσουν την κομμουνιστική υπόθεση, την υπόθεση της εργατικής τάξης, την υπόθεση των λαών. Η συνειδητοποίηση και ανάληψη αυτής της ευθύνης δεν σημαίνει, όπως κιόλας αναφέρθηκε, ότι θα βρούμε τις απαντήσεις από τη μια στιγμή στην άλλη. Οπωσδήποτε ωστόσο αποτελεί τον εκ των ων ουκ άνευ όρο για να αρχίσει το κίνημα να βγαίνει από τον φαύλο κύκλο της «απλής αναπαραγωγής» και της αυτοσυντήρησης.

Όσο δεν γίνεται αυτό τόσο πιο «ελκτικές» θα προβάλλουν κάθε τόσο οι λύσεις ευκολίας, οι ταχύρρυθμες συνταγές, οι «μεταβατικές» εφευρέσεις, τα κάθε είδους ιδεολογήματα και τόσο θα «μας φταίνε» οι ρεφορμιστές που «επιμένουν» να είναι… ρεφορμιστές.

Β.Σ.

Αναζήτηση
Κατηγορίες
Βιβλιοπωλείο-Καφέ

Γραβιάς 10-12 - Εξάρχεια
Τηλ. 210-3303348
E-mail: ett.books@yahoo.com
Site: ektostonteixon.gr