Μια βδομάδα πριν τον πρώτο γύρο των δημοτικών εκλογών και τα πολιτικά αδιέξοδα του συστήματος δείχνουν να αναβαθμίζονται. Οι υποσχέσεις και οι διθύραμβοι της κυβέρνησης για τα εύσημα της τρόικας και των ιμπεριαλιστών για την αντιλαϊκή της πολιτική συνυπάρχουν με εκβιασμούς πανικού όσον αφορά τη σταθερότητα της συγκυβέρνησης και απειλές για κίνδυνο να γίνουμε Ουκρανία ή Αίγυπτος αν δεν στηριχτούν τα κόμματα που οδήγησαν το λαό και τους εργαζόμενους στον σύγχρονο κοινωνικό και εργασιακό Καιάδα.
Ολοι αυτοί, που συνέβαλαν στην εξαθλίωση ενός λαού φτάνοντάς τον να τρέχει στα συσσίτια και να τσαλαπατιέται για μια σακούλα πορτοκάλια στις λαϊκές, τολμούν, ενόψει των εκλογών, να τον απειλούν ότι η χώρα θα καταστραφεί αν δεν τους δώσει την ψήφο του. Από κοντά και όλα τα κόμματα-υβρίδια πρώην υπουργών και υπαλλήλων των δύο κομμάτων (Ελιά, Ποτάμι, Τζήμεροι κλ.π.) που φτιάχτηκαν για να μπορέσουν να ανακόψουν την αποστοίχιση του κόσμου από ένα ξεπουλημένο πολιτικό σύστημα που έχει στόχο την παραμονή του στην κυβέρνηση με κάθε μέσο.
Σε ένα τέτοιο προεκλογικό κλίμα ελάχιστοι αγωνιούν για το ποιοι θα βγουν Δήμαρχοι και ακόμη λιγότεροι για τους Περιφερειάρχες. Στην πραγματικότητα, καλούν τον κόσμο να συμμετάσχει σε ένα μαζικό και επίσημο γκάλοπ όπου τα κόμματα θα αθροίσουν Δημάρχους, Δημοτικούς Συμβούλους και Περιφερειάρχες για να εκτιμήσουν πώς θα εξελιχτούν τα πράγματα στην πρωτεύουσα ψηφοφορία, όπως προσπαθούν να αναδείξουν αυτήν των Ευρωεκλογών.
Ο στραγγαλισμός που έχει επέλθει στην τοπική αυτοδιοίκηση με τα καποδιστριακά νομοσχέδια, η σχεδόν ταυτότητα στις γενικόλογες προεκλογικές υποσχέσεις όλου του φάσματος των διεκδικητών των ψήφων, η ανυπαρξία έργου από τις αριστερές δυνάμεις που εκπροσωπήθηκαν στις προηγούμενες διοικήσεις και το μόνιμο επιχείρημα “δεν υπάρχουν λεφτά” από την κυβέρνηση -που κάνουν ότι δεν το ήξεραν- έχει ωθήσει τις αυτοδιοικητικές εκλογές σε δεύτερη μοίρα, που ίσως να μην την θυμούνται ούτε οι ίδιοι οι υποψήφιοι.
Τα πολιτικά δεδομένα
Είναι αλήθεια ότι όσο πλησιάζουμε στις Ευρωεκλογές εντείνεται η προσπάθεια του Σαμαρά από τη μια να παρουσιαστεί ως ο πολιτικός που βγάζει τη χώρα από το μνημόνιο και την επιτήρηση, που πέτυχε πλεόνασμα και το μοίρασε στα φτωχότερα στρώματα, ως η δύναμη σταθερότητας απέναντι στο χάος και την περιπέτεια που μας περιμένει αν ενισχυθεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Ως η κυβέρνηση που ΄χει εξασφαλίσει την στήριξη των ξένων κέντρων (ΕΕ, ΔΝΤ-ΗΠΑ) για απομείωση του τεράστιου χρέους που δημιούργησαν τα μνημόνια των ιμπεριαλιστών, ώστε να συνεχίσει τη …μεταρρύθμιση της χώρας σπάζοντας, όπως ισχυρίζεται, το “κέλυφος προστατευτισμού” που παρέμενε εδώ σε αντιδιαστολή με την υπόλοιπη Ευρώπη. Τι κι αν ο Ντάιζενμπλουμ, ο ΟΟΣΑ, αλλά και η επιτροπή προϋπολογισμού της Βουλής έχουν αντίθετη άποψη και δεν συμμερίζονται αυτές τις επιτυχίες. Η οδυνηρή πραγματικότητα φτώχειας και εξαθλίωσης που βιώνουν οι μάζες πρέπει να διασκεδαστεί ενόψει των εκλογών. Και εδώ είναι αλήθεια ότι έχει βοηθηθεί από τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές που συμφώνησαν να μετατεθούν οι πραγματικές απαιτήσεις και εκτιμήσεις τους για μετά τις εκλογές.
Γιατί ο πραγματικός στόχος των δανειστών και οι πυλώνες της ανάπτυξης που κατέθεσε ο Στουρνάρας δεν είναι για να επανακτήσουν οι εργαζόμενοι τις απώλειες σε μισθούς και συντάξεις που υπέστησαν, αλλά για να προσφερθεί η χώρα και το παραγωγικό της δυναμικό απογυμνωμένο από δικαιώματα και κατακτήσεις στους όρους εργασίας και ζωής -αυτό είναι το “προστατευτικό κέλυφος” που επαίρεται ότι έσπασε- στο ντόπιο και ξένο κεφάλαιο, σε μια χούφτα κεφαλαιοκράτες που θα συγκεντρώσουν στα χέρια τους αυτόν τον πλούτο. Οπως ψυχρά αποφάνθηκε και ο Προβόπουλος προτείνοντας τη χρεοκοπία των μικρομεσαίων και τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου στους ισχυρούς.
Για το στόχο αυτό ξεπουλιούνται δασικές εκτάσεις, αιγιαλός, λιμάνια, τα πάντα. Και σε αυτό το αναπτυξιακό πλαίσιο θα κληθούν -θέλουν δεν θέλουν- να δουλέψουν Δήμαρχοι και Περιφερειάρχες, όσες κορώνες αγωνιστικές και ριζοσπαστικές κι αν εκστομίζουν προεκλογικά.
Παράλληλα, οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιπαραθέσεις δημιουργούν ακόμη ασφυκτικότερα δεδομένα. Η κρίση στην Ουκρανία ανεβάζει κατά πολύ τον πήχη της έντασης από τα χρόνια του διαμελισμού της Γιουγκοσλαβίας. Η αντιπαράθεση Δύσης και Ρωσίας καταγράφεται ωμή στα θύματα του “εμφυλίου” που έχει ξεκινήσει. Ενός “εμφύλιου” που στην πραγματικότητα συγκαλύπτει πίσω από εθνοτικά ζητήματα μια άμεση διείσδυση των Αμερικάνων και των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών στην αυλή του ρώσικου ιμπεριαλισμού, με εργαλείο ανοικτά φασιστικές δυνάμεις που επιβλήθηκαν με πραξικοπηματικό τρόπο.
Αυτές οι εξελίξεις, σε συνάρτηση με τις επίσης πολεμικές συρράξεις στη Συρία αλλά και στην Αίγυπτο, αλλάζουν ριζικά τα δεδομένα και τις ανοχές των εμπλεκομένων ιμπεριαλιστών σε πιθανές πολιτικές αστάθειες, σε χώρες όπως η δική μας, αλλά και η Τουρκία. Απαιτούν κάποια σταθερότητα αναγνωρίζοντας, βεβαίως, την απαξίωση του πολιτικού συστήματος και την κοινωνική έκρηξη που μπορεί να προκαλέσουν οι απαιτήσεις τους μέσα από μνημόνια και μεσοπρόθεσμα.
Αναζήτηση εναλλακτικών πολιτικών φορέων
Αυτό συνεπάγεται μια κατ΄ αρχήν στήριξη αυτού του κυβερνητικού σχήματος που σήμερα καταφέρνει να περνάει όλα τα μέτρα που αυτοί και το ντόπιο κεφάλαιο απαιτούν, αλλά παράλληλα και την αναζήτηση εναλλακτικών φορέων που είτε θα συνδράμουν τον πυλώνα που δείχνει να αντέχει, τη ΝΔ ή όποια μεταμόρφωση αυτή πάρει, αντικαθιστώντας ή υποστυλώνοντας τον άλλο εταίρο που δείχνει να παραπαίει, είτε θα αναλάβουν αυτοί τη διαχείριση των απαιτήσεών τους έστω με φιλολαϊκότερο προφίλ (ΣΥΡΙΖΑ). Και οι διπλές αυτές εκλογές είναι αυτή τη στιγμή το πιο προσφερόμενο εργαστήρι αναμόρφωσης αυτού του πολιτικού σκηνικού.
Ο εκβιασμός-απειλή για πτώση της κυβέρνησης που επιχειρεί ο Βενιζέλος για να περισώσει το ΠΑΣΟΚ μπορεί να έρχεται σε αντιδιαστολή με τη σταθερότητα που προσπαθεί να εμπεδώσει ο Σαμαράς όμως κινείται στην ίδια τροχιά: να μπορέσει να συνεχίσει αυτή η συγκυβέρνηση αποφεύγοντας, όσο είναι εφικτό, την καταγραφή ενός μαζικού μαυρίσματός της στο …υπέρτατο δημοκρατικό αποκούμπι των λαϊκών μαζών, την κάλπη.
Γιατί ξέρουν ότι πέρα από τα φτιαχτά γκάλοπ που δημοσιεύουν υπάρχει και θα εκφραστεί η απαξίωση του πολιτικού προσωπικού με αποχή ή καταψήφιση των κυβερνητικών εταίρων είτε μέσω υπερψήφισης ΣΥΡΙΖΑ ή μικρότερων κομμάτων ως ψήφος διαμαρτυρίας. Και ενώ βασική τους επιχειρηματολογία είναι ότι πρόκειται για ψήφο “χαλαρή” που αφορά Δήμους και Ευρωκοινοβούλιο και όχι κυβέρνηση, ο πανικός τους μπροστά στην οργή που φουντώνει από την πολιτική τους αλλά και τα νέα μέτρα που κρύβονται είτε στο τελευταίο μεσοπρόθεσμο είτε σε αυτά που μετατέθηκαν για το φθινόπωρο, τους αναγκάζει να μετατρέψουν τις ευρωεκλογές σε ζήτημα πολιτικής επιβίωσης κατ” αρχήν του ΠΑΣΟΚ-Ελιά και ίσως της ίδιας της κυβέρνησης.
Αριστερές ψηφοθηρίες
Η Αριστερά εγκλωβισμένη στις ρεφορμιστικές της αυταπάτες, έχοντας εγκαταλείψει ως διέξοδο τους λαϊκούς αγώνες, σέρνεται στο γήπεδο των εκλογών έχοντας συμβάλει στον αφοπλισμό και την απογοήτευση του κόσμου στον οποίο απευθύνεται, ευελπιστώντας ότι θα κάνει αυτό που δεν του επέτρεψαν οι ίδιοι να κάνει με τους αγώνες του: Να αντισταθεί. Εδώ όμως έχουμε την πλήρη αντιστροφή της ουσίας της αριστερής ιδεολογίας-πολιτικής, που προκρίνει τον εξωκοινοβουλευτικό δρόμο πάλης και υποτάσσει σε αυτόν τη εκλογική καταγραφή. Για να το πούμε αλλιώς: Οσο κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ ενισχυθεί εκλογικά, η κοινωνική του επιρροή παραμένει περιορισμένη και υποταγμένη στις προσαρμογές που θα του ζητηθούν. Τα όρια που έθεσε ο Σταθάκης, ώστε να θέσει ζήτημα εκλογών ο ΣΥΡΙΖΑ, πιστοποιούν ότι, στην πραγματικότητα, ούτε οι ίδιοι είναι ακόμη έτοιμοι να αναλάβουν ευθύνες συνέχισης μιας πολιτικής που είναι ολοφάνερο ότι θα παίρνει ολοένα και πιο αντιδραστική στροφή. Γιατί αυτό είναι το ζητούμενο από τους ιμπεριαλιστές στη βάση των ταξικών ανατροπών που έχουν επέλθει, των απαιτήσεων της κρίσης, αλλά και των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων που οξύνονται και γι” αυτό ξεφούσκωσαν τα παχιά λόγια του Ολάντ αμέσως μόλις ανέλαβε, όπως θα συμβεί και με κάθε επίδοξο σοσιαλδημοκράτη.
Στο ίδιο πλαίσιο, έστω με διαφορετική επιχειρηματολογία αλλά και στόχευση, κινούνται και το ΚΚΕ και κομμάτια της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Ψήφοι και εκλογικά ποσοστά. “Δυναμώστε το ΚΚΕ” λέει απλά η αφίσα του, ενώ ακόμη και η ανακοίνωση για τις δολοφονίες στην Οδησσό καταλήγει στην ψήφο στο ΚΚΕ. Από κοντά και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ που ζητάει από τις συνιστώσες της, όσες δεν δορυφοροποιηθούν στο ρεύμα του ΣΥΡΙΖΑ, να μην ανοίξουν ομπρέλα γιατί θα βρέχει ψήφους. Τι πειράζει που αυτό δεν αντιστοιχεί σε κινηματική εγρήγορση των μαζών; Αρκεί να πλασαριστούμε στα γκάλοπ σε θέση εμφανή.
Λευκό – Ακυρο στης Δημοτικές
Αποχή από τις Ευρωεκλογές
Το ΚΚΕ(μ-λ) εκτιμώντας τα πολιτικά και κινηματικά δεδομένα και παρότι παρέβηκε δραστήρια σε κεντρικά και τοπικά προβλήματα που ανέδειξε η αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης, δεν κατεβαίνει στις αυτοδιοικητικές εκλογές επειδή κρίνει ότι δεν μπορεί να διαμορφώσει όρους, μόνο του ή σε συνεργασία, όπου θα καταγραφούν οι αντιστάσεις που εμφανίστηκαν, όχι με λογική εξαργύρωσης, αλλά συνέχισης και κατοχύρωσής τους μέσα από εκλογικά αγωνιστικά σχήματα. Καλεί λοιπόν σε Λευκό ή Ακυρο με στόχο την καταγραφή της απαξίωσης στην αντιλαϊκή πολιτική από όποιον και αν εκπορεύεται και στηρίζεται ως διέξοδος στην σημερινή εξαθλίωση, αλλά και στην απόρριψη της λογικής ότι “ψήφος να “ναι και ό,τι να “ναι”, ανεξάρτητα αν εδώ και δυο χρόνια επιχειρείται -στο όνομα πάντα των συμφερόντων του λαού- να εμφυτευτεί ως διέξοδος η κάλπη και η εκλογική ενίσχυση αριστερών φορέων που συνέβαλαν στο σβήσιμο αντιστάσεων που αναπτύχθηκαν, θεωρώντας τις εκλογές ως “μητέρα των μαχών”.
Οσον αφορά τις Ευρωεκλογές η θέση της Αποχής έχει σαφέστατα ως μάχιμη στόχευση να καταδείξει την αντίθεση του λαού στην ιμπεριαλιστική λυκοφιλία της ΕΕ, στην απόρριψη της αυταπάτης ότι εκλέγοντας αριστερούς ευρωβουλευτές μπορείς να διαμορφώσεις μιαν άλλη πολιτική ή μιαν άλλη ΕΕ. Η πρότασή μας δεν είναι απλά αδιαφορία ως προς το ευρωκοινοβούλιο, αλλά και έμπρακτη έκφραση της απαίτησης για ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΕ που φωνάζουν ολοένα και μεγαλύτερα κοινωνικά στρώματα. Μας βρίσκει αντίθετους η επίκληση της πολιτικής διάστασης που προσλαμβάνουν οι Ευρωεκλογές ως άλλοθι για τη νομιμοποίηση στις λαϊκές συνειδήσεις της αναγκαιότητας αναγνώρισης του ευρωκοινοβουλίου ως χώρου πολιτικής πάλης και αναφοράς των εργατικών και λαϊκών αιτημάτων, όταν είναι γνωστό πού λαμβάνονται και από ποιους οι πολιτικές αποφάσεις.
Είναι, επίσης, γνωστή και αναμενόμενη η διαφορετική επιλογή που υπάρχει στο ζήτημα αυτό και μέσα στη Λαϊκή Αντίσταση-ΑΑΣ. Η πράξη και η πορεία που θα διανύσουν οι επιλογές κάθε αριστερής δύναμης, ακόμη κι όταν συνεργαζόμαστε μαζί σε κεντρικά πολιτικά ζητήματα, θα τις δικαιώσουν ή θα τις ανατρέψουν. Προφανώς, όπως και παλιότερα συνέβη, δεν αποτελεί το ζήτημα των Ευρωεκλογών από μόνο του πρόβλημα συμπόρευσης, όπως, άλλωστε, γίνεται και με άλλες δυνάμεις του χώρου που βρισκόμαστε από κοινού σε πρωτοβουλίες αλλά και κινηματικές δράσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι παύει να υπάρχει αντίθεση και πάλη απόψεων όσον αφορά τη στάση μας απέναντι σε έναν ιμπεριαλιστικό σχηματισμό όπως η ΕΕ.